Ομοσπονδιακοί εισαγγελείς στις Ηνωμένες Πολιτείες ζήτησαν την επιβολή ποινής φυλάκισης τριών ετών σε Κινεζοαμερικανό πολίτη, ο οποίος κατηγορείται ότι λειτουργούσε μυστικό αστυνομικό τμήμα για λογαριασμό του Πεκίνου στη συνοικία Μανχάταν της Νέας Υόρκης.
Ο Τσεν Τζινπίνγκ, ο οποίος δήλωσε ένοχος του τον Δεκέμβριο του 2024 για συνωμοσία με σκοπό την παράνομη δράση υπέρ ξένης κυβέρνησης, πρόκειται να καταδικαστεί στις 30 Μαΐου ενώπιον της ομοσπονδιακής δικαστού Νίνα Μόρρισον, στο Περιφερειακό Δικαστήριο του Μπρούκλιν. Τόσο ο ίδιος όσο και ο συγκατηγορούμενός του, Λου Τζιανγουάνγκ, είχαν συλληφθεί τον Απρίλιο του 2023.
Σύμφωνα με τις δικαστικές αρχές, το παράνομο αυτό «τμήμα» ιδρύθηκε τον Φεβρουάριο του 2022 υπό την αιγίδα της οργάνωσης America Changle Association στην Τσάιναταουν του Μανχάταν. Κατά τη σύλληψή τους, ο Τσεν φερόταν ως γενικός γραμματέας της οργάνωσης και ο Λου ως πρώην πρόεδρός της.
Όπως αναφέρεται στο κατηγορητήριο, οι δύο άνδρες ίδρυσαν και λειτουργούσαν το τμήμα κατόπιν εντολής του Κομμουνιστικού Κόμματος Κίνας, με σκοπό την εφαρμογή σχεδίων καταστολής κινεζικών αντιφρονούντων στο εξωτερικό, σε συνεργασία με το κινεζικό υπουργείο Δημόσιας Ασφάλειας.
Η σύλληψή τους ακολούθησε σχετική έκθεση του 2022 από την ισπανική ΜΚΟ Safeguard Defenders, σύμφωνα με την οποία το Πεκίνο έχει δημιουργήσει πάνω από 100 μυστικά αστυνομικά τμήματα σε 53 χώρες.
Σε υπόμνημα καταδίκης που κατατέθηκε στις 16 Μαΐου, οι εισαγγελείς υποστήριξαν πως πρόκειται για την πρώτη γνωστή δίωξη που σχετίζεται με την πρακτική της κινεζικής κυβέρνησης να ιδρύει και να λειτουργεί μη δηλωμένα αστυνομικά τμήματα στο εξωτερικό, ώστε να επιβάλει τους νόμους της παγκοσμίως.
Η πρόταση ποινής τριών ετών για τον Τσεν βασίζεται, σύμφωνα με τους ίδιους, στη «σοβαρότητα της πράξης του». Εκτιμούν ότι μια τέτοια ποινή θα αποτελέσει δίκαιη τιμωρία, θα αναδείξει τη βαρύτητα του αδικήματος, θα ενισχύσει τον σεβασμό προς τον νόμο και θα λειτουργήσει αποτρεπτικά, τόσο σε ατομικό όσο και σε ευρύτερο επίπεδο.
Από την πλευρά της υπεράσπισης, η δικηγόρος του Τσεν, Σούζαν Κέλμαν, πρότεινε να τεθεί ο πελάτης της υπό επιτήρηση, με την πιθανότητα να του επιβληθεί κοινωφελής εργασία. Όπως σημείωσε στο δικό της υπόμνημα, ο Τσεν έχει εκφράσει μεταμέλεια για τις πράξεις του.
Η Κέλμαν προσκόμισε και επιστολές από μέλη της οικογένειας και φίλους του κατηγορουμένου, ανάμεσά τους και έναν πάστορα, υποστηρίζοντας ότι οι επιστολές αναδεικνύουν πτυχές του χαρακτήρα του που αξίζουν επιείκειας από το δικαστήριο.
Οι εισαγγελείς αναγνώρισαν ότι οι επιστολές φωτίζουν την προσωπική ιστορία του κατηγορουμένου, αλλά υπογράμμισαν ότι δεν θεωρούν πως αυτές θα πρέπει να επηρεάσουν την πρότασή τους για τριετή κάθειρξη.
Τόνισαν ακόμη πως το αδίκημα για το οποίο καταδικάζεται δεν συνιστά μεμονωμένο περιστατικό, αλλά αποτέλεσμα συνεχούς και συστηματικής δράσης, με σκοπό την εξυπηρέτηση και συγκάλυψη των παράνομων επιδιώξεων μιας καταπιεστικής κυβέρνησης.
Οι αρχές επικαλέστηκαν επιπλέον το γεγονός ότι ο Τσεν φέρεται να είχε σβήσει επικοινωνίες από την κινεζική εφαρμογή WeChat, παρά τις προειδοποιήσεις του FBI. Μεταξύ των διαγραμμένων συνομιλιών υπήρχαν επαφές με αξιωματούχους του κινεζικού υπουργείου Δημόσιας Ασφάλειας, καθώς και με υποδιευθυντή της δημόσιας ασφάλειας του δήμου Φουτζού.
Οι εισαγγελείς υποστήριξαν πως οι ενέργειες αυτές συνιστούν παρεμπόδιση της δικαιοσύνης, καθώς εμπόδισαν την πρόσβαση των ομοσπονδιακών πρακτόρων σε κρίσιμα στοιχεία της υπόθεσης.
«Η παρεμπόδιση της δικαιοσύνης είναι ένα ιδιαιτέρως ύπουλο αδίκημα», ανέφεραν χαρακτηριστικά, καθώς «υπονομεύει την ικανότητα των αρχών να ερευνήσουν σοβαρές εγκληματικές ενέργειες και διαβρώνει την εμπιστοσύνη του κοινού στο νομικό σύστημα». Στην προκειμένη περίπτωση, εκτίμησαν ότι ο Τσεν έθεσε τη συγκάλυψη των συμφερόντων του ΚΚΚ υπεράνω της κυριαρχίας και της νομιμότητας της κυβέρνησης των ΗΠΑ.
Οι εισαγγελείς σημείωσαν ακόμη πως ο κατηγορούμενος ήταν ένας από τους τρεις ανθρώπους που χαίρουν εμπιστοσύνης ως τακτικοί συνομιλητές Κινέζων αξιωματούχων, οι οποίοι ήταν υπεύθυνοι για την εποπτεία του συγκεκριμένου σταθμού στο εξωτερικό.
Στο υπόμνημά τους παρέπεμψαν επίσης σε προηγούμενες παρόμοιες υποθέσεις, όπως αυτή του επιχειρηματία Αν Κουαντζόνγκ, ο οποίος καταδικάστηκε τον Μάρτιο σε 20 μήνες φυλάκισης για αδικήματα που σχετίζονται με την επιχείρηση «Fox Hunt», μια εξωθεσμική πρωτοβουλία του Πεκίνου για την επιστροφή υπόπτων και αντιφρονούντων στην Κίνα.
Οι αρχές υποστήριξαν ότι και ο σταθμός που λειτουργούσαν οι Τσεν και Λου στο Μανχάταν είχε εμπλακεί σε δραστηριότητες «διακρατικής καταστολής», μεταξύ των οποίων και η στοχοποίηση προσώπου που είχε βρεθεί στο στόχαστρο της «Fox Hunt» στην Καλιφόρνια.
Οι εισαγγελείς ολοκλήρωσαν την πρότασή τους ζητώντας από τη δικαστή να λάβει υπόψη και τα θύματα που παρακολουθήθηκαν και παρενοχλήθηκαν εξαιτίας των ενεργειών του κατηγορουμένου και των συνεργών του.