Σχολιασμός
Η εξστρεμιστική αναρχοκομμουνιστική ομάδα Αντίφα βρίσκεται στα πρωτοσέλιδα, καθώς ο πρόεδρος των ΗΠΑ Ντόναλντ Τραμπ την χαρακτήρισε τρομοκρατική οργάνωση.
Η οργάνωση υπήρξε αρχικά μέρος των επιχειρήσεων της Σοβιετικής Ένωσης για την εγκαθίδρυση κομμουνιστικής δικτατορίας στη Γερμανία και εργάστηκε για να χαρακτηρίσει όλα τα αντίπαλα κόμματα ως «φασιστικά».
Η ίδρυση της μπορεί να ανιχνευθεί στο «ενιαίο μέτωπο» της Κομμουνιστικής Διεθνούς (Κομιντέρν) της Σοβιετικής Ένωσης κατά το Τρίτο Παγκόσμιο Συνέδριο στη Μόσχα τον Ιούνιο και τον Ιούλιο του 1921, σύμφωνα με το γερμανικό φυλλάδιο «80 Χρόνια Αντιφασιστικής Δράσης» του Μπερντ Λάνγκερ (Bernd Langer), που εκδόθηκε από την Ένωση για την Προώθηση της Αντιφασιστικής Κουλτούρας. Ο Λάνγκερ υπήρξε πρώην μέλος της Αυτόνομης Αντίφα (Autonome Antifa), που κάποτε ήταν μία από τις μεγαλύτερες οργανώσεις Αντίφα στη Γερμανία και διαλύθηκε το 2004.
Η Σοβιετική Ένωση συγκαταλεγόταν ανάμεσα στις πιο βίαιες δικτατορίες του κόσμου, έχοντας σκοτώσει περίπου 20 εκατομμύρια ανθρώπους, σύμφωνα με το «Μαύρο Βιβλίο του Κομμουνισμού» («The Black Book of Communism») που εκδόθηκε από το Harvard University Press. Όσον αφορά τη βία, το σοβιετικό καθεστώς υστερούσε μόνο σε σχέση με το Κομμουνιστικό Κόμμα της Κίνας υπό τον Μάο Τσετούνγκ, το οποίο ευθύνεται για τον θάνατο περίπου 65 εκατομμυρίων ανθρώπων.
Η ιδέα της στρατηγικής του ενιαίου μετώπου ήταν να συγκεντρώσει αριστερές οργανώσεις με σκοπό την υποκίνηση κομμουνιστικής επανάστασης. Οι Σοβιετικοί πίστευαν ότι, μετά την επανάσταση στη Ρωσία το 1917, ο κομμουνισμός θα εξαπλωνόταν στη Γερμανία, καθώς η χώρα είχε το δεύτερο μεγαλύτερο κομμουνιστικό κόμμα, το Κομμουνιστικό Κόμμα Γερμανίας (KPD).
Ήταν στο Τέταρτο Παγκόσμιο Συνέδριο της Κομιντέρν το 1922 που το σχέδιο πήρε σάρκα και οστά. Η Μόσχα διαμόρφωσε το σύνθημα «Προς τις Μάζες» για τη στρατηγική του ενιαίου μετώπου και επιδίωξε να ενώσει τα διάφορα κομμουνιστικά και εργατικά κόμματα της Γερμανίας κάτω από μία ενιαία ιδεολογική σημαία που ήλεγχε.
«Το ‘ενιαίο μέτωπο’ επομένως δεν σήμαινε ισότιμη συνεργασία μεταξύ διαφορετικών οργανώσεων, αλλά την κυριαρχία του εργατικού κινήματος από τους κομμουνιστές», έγραψε ο Λάνγκερ.
Ο Μπενίτο Μουσολίνι, μαρξιστής και σοσιαλιστής που είχε αποπεμφθεί από το Σοσιαλιστικό Κόμμα Ιταλίας το 1914 λόγω της υποστήριξής του στον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο, ίδρυσε αργότερα το φασιστικό κίνημα ως δικό του πολιτικό κόμμα. Ανέλαβε την εξουσία με την «Πορεία προς τη Ρώμη» τον Οκτώβριο του 1922.
Στη Γερμανία, ο Αδόλφος Χίτλερ ανέλαβε την ηγεσία του Εθνικοσοσιαλιστικού Γερμανικού Εργατικού Κόμματος, γνωστού ως Ναζιστικό Κόμμα, το 1921. Το 1923 επιχείρησε πραξικόπημα.
Το KPD αποφάσισε να χρησιμοποιήσει το λάβαρο του αντιφασισμού για να δημιουργήσει ένα κίνημα. Ωστόσο, ο Λάνγκερ σημείωσε ότι για το KPD οι έννοιες «φασισμός» και «αντιφασισμός» ήταν «αδιαχώριστες» και ότι ο όρος «φασισμός» λειτουργούσε απλώς ως ρητορικό όπλο για να στηρίξει την επιθετική του αντιπολίτευση.
Τόσο τα κομμουνιστικά όσο και τα φασιστικά συστήματα βασίζονταν στον κολεκτιβισμό και στις κεντρικά σχεδιασμένες οικονομίες. Και τα δύο πρότειναν συστήματα στα οποία το άτομο ελεγχόταν αυστηρά από ένα ισχυρό κράτος και τα δύο ευθύνονταν για μαζικές θηριωδίες και γενοκτονίες.
Σύμφωνα με την ετήσια έκθεση του 2016 της εγχώριας υπηρεσίας πληροφοριών της Γερμανίας, της Ομοσπονδιακής Υπηρεσίας για την Προστασία του Συντάγματος, από την οπτική των «αριστερών εξτρεμιστών» η ετικέτα «φασισμός» που προωθεί η Αντίφα δεν αναφέρεται συχνά στον πραγματικό φασισμό, αλλά αποτελεί απλώς μια ταμπέλα που αποδίδεται στον «καπιταλισμό».
Ενώ οι αριστεροί εξτρεμιστές ισχυρίζονται ότι πολεμούν τον «φασισμό» όταν εξαπολύουν τις επιθέσεις τους σε άλλες ομάδες, η έκθεση αναφέρει ότι ο όρος «φασισμός» έχει διπλή σημασία στην ιδεολογία της άκρας αριστεράς, δηλώνοντας την «πάλη κατά του καπιταλιστικού συστήματος».
Αυτό ίσχυε από την αρχή, σύμφωνα με τον Λάνγκερ. Για τους κομμουνιστές στη Γερμανία, ο «αντιφασισμός» σήμαινε απλώς «αντικαπιταλισμός». Σημείωσε ότι οι όροι λειτουργούσαν απλώς ως «πολεμική ρητορική» στο πλαίσιο ενός «πολιτικού λεξιλογίου».
Μία περιγραφή της Αντίφα στην ιστοσελίδα της Ομοσπονδιακής Υπηρεσίας για την Προστασία του Συντάγματος αναφέρει ότι η οργάνωση εξακολουθεί να διατηρεί αυτόν τον ίδιο βασικό ορισμό του καπιταλισμού ως «φασισμού».
«Υποστηρίζουν ότι το καπιταλιστικό κράτος παράγει τον φασισμό ή τουλάχιστον τον ανέχεται», αναφέρει η ιστοσελίδα. «Επομένως, ο αντιφασισμός στρέφεται όχι μόνο κατά πραγματικών ή υποτιθέμενων δεξιών εξτρεμιστών, αλλά και πάντα κατά του κράτους και των εκπροσώπων του, ιδίως μελών των αρχών ασφαλείας».
Ο Λάνγκερ έγραψε ότι, ιστορικά, χαρακτηρίζοντας τα αντικαπιταλιστικά συμφέροντα του κομμουνιστικού κινήματος ως «αντιφασισμό», το KPD μπόρεσε να χρησιμοποιήσει αυτή τη ρητορική για να χαρακτηρίσει όλα τα άλλα πολιτικά κόμματα ως φασιστικά.
«Σύμφωνα με αυτό, τα άλλα κόμματα που αντιτίθεντο στο KPD ήταν φασιστικά, ιδιαίτερα το [Σοσιαλδημοκρατικό Κόμμα της Γερμανίας]», έγραψε.
Έτσι, με έναν τρόπο που σήμερα θα θεωρούνταν ειρωνικός, η ομάδα που οι κομμουνιστές «αντιφασίστες» στόχευσαν περισσότερο με την καινούρια τους ετικέτα του «φασισμού» ήταν οι σοσιαλδημοκράτες.
Στις 23 Αυγούστου 1923, το Πολιτμπιρό του Κομμουνιστικού Κόμματος της Ρωσίας πραγματοποίησε μυστική συνεδρίαση και, σύμφωνα με τον Λάνγκερ, «όλοι οι σημαντικοί αξιωματούχοι τάχθηκαν υπέρ μιας ένοπλης εξέγερσης στη Γερμανία».
Το KPD ήταν στην πρώτη γραμμή αυτής της κίνησης, ξεκινώντας ένα κίνημα υπό το λάβαρο της Δράσης Ενιαίου Μετώπου και δίνοντας στην ένοπλη «αντιφασιστική» του πτέρυγα το όνομα Antifaschistische Aktion («Αντιφασιστική Δράση»), ένα όνομα που εξακολουθεί να φέρει η Αντίφα στη Γερμανία. Οι οργανώσεις Αντίφα σε άλλες χώρες έχουν τις ρίζες τους σε αυτό το κίνημα.

Εκείνη την εποχή, ο Χίτλερ και το Ναζιστικό Κόμμα είχαν αρχίσει να αναδύονται στη διεθνή σκηνή και το Ναζιστικό Κόμμα χρησιμοποιούσε μια ομάδα παρόμοια με την Antifaschistische Aktion στην εφαρμογή πολιτικής βίας και εκφοβισμού, γνωστή ως «ταγμάτα εφόδου» (SA – Sturmabteilung).
Η Antifaschistische Aktion, στο μεταξύ, άρχισε να προσελκύει κάποια μέλη που αντιτίθεντο στην άνοδο του πραγματικού φασισμού στη Γερμανία και που δεν συμμερίζονταν ή ενδεχομένως δεν γνώριζαν τις σχέσεις της οργάνωσης με τη Σοβιετική Ένωση.
Ωστόσο, η βία που υποκινούσε η Antifaschistische Aktion είχε σε μεγάλο βαθμό το αντίθετο αποτέλεσμα. Οι συνεχιζόμενες τακτικές βίας και εκφοβισμού όλων των αντίπαλων συστημάτων από το κίνημα της Αντίφα, μαζί με τη βίαιη ιδεολογία του, οδήγησαν πολλούς ανθρώπους προς τον φασισμό.
«Η βίαιη επαναστατική ρητορική των Κομμουνιστών, που υποσχόταν την καταστροφή του καπιταλισμού και τη δημιουργία μιας Σοβιετικής Γερμανίας, τρόμαξε τη μεσαία τάξη της χώρας, η οποία γνώριζε πολύ καλά τι είχε συμβεί στους ομολόγους της στη Ρωσία μετά το 1918», έγραψε ο Ρίτσαρντ Τζ. Έβανς (Richard J. Evans) στο «Το Τρίτο Ράιχ στην Εξουσία» («The Third Reich in Power»).
«Απογοητευμένοι από την αποτυχία της κυβέρνησης να λύσει την κρίση και τρομοκρατημένοι από την άνοδο των Κομμουνιστών, άρχισαν να εγκαταλείπουν τις μικρές φατρίες της παραδοσιακής πολιτικής δεξιάς και να στρέφονται αντίθετα προς τους Ναζί».
Ο Λάνγκερ σημείωσε ότι από την αρχή το KPD ήταν μέλος της Κομιντέρν και «μέσα σε λίγα χρόνια έγινε ένα σταλινικό κόμμα», τόσο ιδεολογικά όσο και οργανωτικά. Έγραψε ότι έφτασε ακόμη και να «εξαρτάται οικονομικά από την έδρα της Μόσχας».
Οι ηγέτες του KPD, με την Αντίφα ως το κίνημα επί του πεδίου για τη βία και τον εκφοβισμό των αντίπαλων πολιτικών κομμάτων, πέρασαν υπό τον έλεγχο του σοβιετικού μηχανισμού. Πολλοί ηγέτες του KPD θα γίνονταν αργότερα ηγέτες στη κομμουνιστική Λαϊκή Δημοκρατία της Γερμανίας, γνωστή και ως Ανατολική Γερμανία, και στο διαβόητο υπουργείο Κρατικής Ασφάλειας, τη Στάζι.
Όπως έγραψε ο Λάνγκερ, «ο αντιφασισμός είναι στρατηγική και όχι ιδεολογία». Εφαρμόστηκε στη Γερμανία τη δεκαετία του 1920, όχι ως γνήσιο κίνημα ενάντια στον φασισμό που θα εμφανιζόταν αργότερα στη χώρα, αλλά αντ’ αυτού «ως αντικαπιταλιστική έννοια της πάλης».
Οι απόψεις που εκφράζονται σε αυτό το άρθρο είναι απόψεις του συγγραφέα και δεν αντικατοπτρίζουν απαραίτητα τις απόψεις της εφημερίδας The Epoch Times.