Παρασκευή, 26 Απρ, 2024
Χρωματισμένο λουλούδι, Μα Τσουέν, Δυναστεία Τσινγκ. (Public domain)

Όνειρο Πορφυρών Δωματίων – Κεφάλαιο ΙΙΙ (Μέρος α΄)

Η ελληνική Epoch Times μεταφράζει κατά τμήματα το «Όνειρο Πορφυρών Δωματίων».
Το «Όνειρο Πορφυρών Δωματίων» είναι ένα από τα τέσσερα κλασικά βιβλία της Κίνας.
Γράφτηκε περί το 1750 από τον Τσάο Σιουε-τσιν, κατά την Δυναστεία Τσινγκ (1644-1911). 

Μπορείτε να διαβάσετε τα υπόλοιπα τμήματα εδώ.

 

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΙΙΙ

Ο Λιν Τζου-χάι μιλά στον γαμπρό του, Τζια Τζενγκ, προτείνοντας τον Γιου-τσιουν, δάσκαλο της κόρης του, προς αυτόν.

Η πρώτη κυρία Τζια στέλνει να φέρουν την εγγονή της, επειδή λυπάται που έχει μείνει ένα παιδί χωρίς μητέρα.

 

Αλλά για να συνεχίσουμε με την αφήγησή μας.

Ο Γιου-τσιουν, γυρίζοντας γρήγορα πίσω, αντιλήφθηκε ότι ο ομιλητής δεν ήταν άλλος από έναν Τσανγκ Τζου-κουέι, ένας παλιός συνεργάτης, που είχε κατηγορηθεί και του αφαιρέθηκε το αξίωμα, λόγω μιας κάποιας υπόθεσης. Εντόπιος της περιοχής, που διέμενε από την καθαίρεσή του στο οικογενειακό του σπίτι.

Έχοντας πρόσφατα ακούσει τα νέα ότι ένα μνημόνιο, που παρουσιάστηκε στην πρωτεύουσα, και έλεγε ότι οι πρώην αξιωματούχοι (που είχαν απολυθεί) θα πρέπει να προσληφθούν και πάλι, είχε λάβει αυτοκρατορική συγκατάθεση, έκανε αμέσως όλα όσα μπορούσε, σε κάθε μέρος και γωνιά, για να αποκτήσει επιρροή, και να βρει τα μέσα, όταν αυτός, απροσδόκητα, έπεσε πάνω στον Γιου-τσιουν, στον οποίον δεν έχασε χρόνο να του προσφέρει τα συγχαρητήριά του. Οι δύο φίλοι αντάλλαξαν τους τυπικούς χαιρετισμούς, και ο Τσανγκ Τζου-κέι είπε έπειτα τα νέα στον Γιου-τσιουν.

Ο Γιου-τσιουν ήταν ευτυχής, αλλά αφότου έκανε μερικά σχόλια, με μεγάλη βιασύνη, ο καθένας πήρε τον δρόμο του γρήγορα προς το σπίτι.

Ο Λενγκ Τζου-σινγκ, ακούγοντας την συζήτηση, πρότεινε αμέσως ένα σχέδιο, συμβουλεύοντας τον Γιου-τσιουν να ζητήσει από τον Λιν Τζου-χάι, με την σειρά του, να αιτηθεί στην πρωτεύουσα για την στήριξη του κ. Τζια Τζενγκ.

Ο Γιου-τσιουν δέχθηκε την πρόταση, και χώρισε από τον φίλο του.

Με την επιστροφή στον χώρο του, πήρε αμέσως την Μητροπολιτική Εφημερίδα, και έχοντας επαληθεύσει ότι τα νέα ήταν αυθεντικά, είχε μια συζήτηση την επόμενη μέρα με τον Τζου-χάι.

«Πρόνοια και καλή τύχη είναι και οι δύο ευμενείς!» φώναξε ο Τζου-χάι. «Μετά τον θάνατο της γυναίκας μου, η πεθερά μου, που μένει στην πρωτεύουσα, ήταν τόσο ανήσυχη για την κόρη μου, για το ότι δεν έχει σε ποιον να στηριχτεί πλέον, που έστειλε, από νωρίς, πλοία με άντρες και γυναίκες προσωπικού να έρθουν να την πάρουν. Αλλά το παιδί μου δεν είχε ακόμα πλήρως αναρρώσει τότε, και γι΄αυτό δεν έχει ακόμα ξεκινήσει. Εκείνη την στιγμή αναλογιζόμουν το πόσο κατάλληλο είναι να στείλω την κόρη μου στην πρωτεύουσα. Και υπό το φως της υποχρέωσης, την οποία σου έχω για την διδασκαλία που έχεις δώσει σε αυτήν, και που ακόμα δεν έχω επιβραβεύσει, δεν υπάρχει λόγος, όταν μια τέτοια ευκαιρία παρουσιάζεται, να μην θέλω να κάνω ό,τι μπορώ για να βρω τρόπους να σου δώσω κατάλληλη αναγνώριση. Έχω ήδη, αναμένοντας, δώσει την προσοχή μου στο θέμα, και έχω γράψει μια συστατική επιστολή στον γαμπρό μου, προτρέποντάς τον να τα κάνει όλα καλά για εσένα, ώστε να μπορώ, σε έναν βαθμό, να είμαι ικανός να εκπληρώσω τις ταπεινές επιθυμίες μου. Όσο για όποια έξοδα μπορεί να χρειαστούν, έχω δώσει κατάλληλες εξηγήσεις, στην επιστολή στον γαμπρό μου, ώστε εσύ, αδελφέ, δεν χρειάζεται να ανησυχείς έχοντας μεγάλο άγχος.»

Καθώς ο Γιου-τσιουν υποκλίθηκε και εξέφρασε την εκτίμησή του στην πιο πλούσια γλώσσα – «Πείτε μου», ρώτησε, «που μένει ο αξιότιμος γαμπρός σας; Και ποια η επίσημη ιδιότητά του; Αλλά φοβάμαι πως είμαι πολύ ακαλλιέργητος στους τρόπους μου, και δεν θα μπορούσα να διανοηθώ να εμφανίσω τον εαυτό μου ενώπιον της παρουσίας του.»

Ο Τζου-χάι χαμογέλασε. «Και όμως», παρατήρησε, «αυτός ο γαμπρός μου είναι εν τέλει της ίδιας οικογενείας όπως το αξιότιμο πρόσωπό σας, καθώς είναι εγγονός του Δούκα Ρονγκ. Ο μεγαλύτερος γαμπρός μου έχει τώρα κληρονομήσει τον τίτλο του Διοικητού πρώτου βαθμού. Το όνομά του είναι Σε, το μέσο του Νγκεν-χόου. Το όνομα του δευτέρου γαμπρού μου είναι Τζενγκ, το μέσο του Τζου-τσόου. Η τρέχουσα θέση του είναι αυτή ενός δευτέρας τάξης διευθυντή στο Υπουργείο Κατασκευών. Είναι μετριόφρων και καλοσυνάτος, και έχει πολλά πάνω του από τις συνήθειες του παππού του. Καθόλου σαν αυτούς τους φθηνούς και υπεροπτικούς τύπους αντρών με τα μεγάλα πορτοφόλια. Γι΄ αυτό του έγραψα και έκανα την έκκληση εκ μέρους σου. Αν ήταν διαφορετικός από αυτό που πραγματικά είναι, όχι μόνο θα γελούσε για τον σκοπό σου, αξιότιμε αδελφέ, αλλά κι εγώ επίσης δεν θα ήμουν τόσο πρόθυμος να αναλάβω δράση.»

Όταν ο Γιου-τσιούν άκουσε αυτές τις παρατηρήσεις, είπε με λεπτομέρεια τι του είχε πει ο Τζου-σινγκ την προηγούμενη μέρα, και δεν έχασε καιρό να εκφράσει και πάλι την ευγνωμοσύνη του στον Λιν Τζου-χάι.

Ο Τζου-χάι συνέχισε την συζήτηση.

«Έχω καθορίσει, κατά την δευτέρα του επομένου μηνός, για την αναχώρηση της νεαρής κόρης μου για την πρωτεύουσα, και, αν εσύ, αδελφέ, θα ταξίδευες μαζί της, δεν θα ήταν αυτό ένα πλεονέκτημα για αυτήν, καθώς και για εσένα;»

Ο Γιου-τσιουν δήλωσε πως συμφωνεί καθώς άκουγε την πρόταση, νιώθοντας στον εσωτερικό εαυτό του πολύ χαρούμενος.

Ο Τζου-χάι άδραξε την πρώτη ευκαιρία να ετοιμάσει τα δώρα και όλα τα απαιτούμενα για το ταξίδι, τα οποία ο Γιου-τσιουν εξέτασε ένα προς ένα. Η μαθήτριά του δεν μπορούσε, αρχικά, να δεχθεί την ιδέα του χωρισμού από τον πατέρα της, αλλά οι επίμονες κλήσεις της γιαγιάς της δεν της άφηναν επιλογή.

«Ο πατέρας σου», είπε επιπλέον ο Τζου-χάι σε αυτήν, «είναι ήδη πενήντα. Και δεν έχω επιθυμία να κάνω δεύτερο γάμο. Επίσης συνεχώς ασθενείς, και με το τόσο νεαρό της ηλικίας σου, δεν έχεις, από πάνω μια μητέρα να σε προσέχει, και από κάτω, δεν έχεις αδελφές να σε φροντίζουν. Αν τώρα πας και έχεις την γιαγιά σου από την πλευρά της μητέρας, καθώς και τους αδελφούς της μητέρας σου και τα εξαδέλφια σου να στηρίζεσαι, θα κάνεις το καλύτερο πράγμα για να μειώσεις την αγωνία που νιώθω στην καρδιά μου. Γιατί τότε να μην θέλεις να πας;»

Η Τάι-γιου, αφότου άκουσε αυτό που είχε να πει ο πατέρας της, τον αποχωρίστηκε μέσα σε μια θάλασσα δακρύων και ακολούθησε την βοηθό της και άλλες μεγάλης ηλικίας γυναίκες προσωπικού από την έπαυλη Ρονγκ για να επιβιβαστεί στο πλοίο της, και να ξεκινήσει το ταξίδι.

Ο Γιου-τσιουν είχε ένα προσωπικό πλοίο, και με δυο νέους να τον βοηθούν, άρχισε το ταξίδι του αμέσως μετά την Ταϊ-γιού.

Μια συγκεκριμένη μέρα, έφτασαν στην Τσινγκ Του. Και ο Γιου-τσιουν, αφότου πρώτα έφτιαξε το καπέλο του και τα ενδύματα, μαζί με έναν βοηθό, έφτασε στην είσοδο της έπαυλης Ρονγκ, και έστειλε μια κάρτα, που έδειχνε την καταγωγή του.

Ο Τζια Τζενγκ είχε, έως τότε, διαβάσει το γράμμα του γαμπρού του, και του ζήτησε αμέσως να περάσει μέσα. Όταν συναντήθηκαν, είδε στον Γιου-τσιουν έναν στιβαρό αέρα και εξευγενισμένη ομιλία.

Αυτός ο Τζια Τζενγκ (ΣτΜ: ομόηχο του Ψεύτικος Ορθός) είχε, στην πραγματικότητα, μια μεγάλη εκτίμηση πάνω από όλα για ανθρώπους των γραμμάτων, άντρες ευγενείς προς τους ταλαντούχους, που δείχνουν σεβασμό στους μορφωμένους, έτοιμους να βοηθήσουν όσους έχουν ανάγκη και να απαλαίνουν τον πόνο αυτών που δυστυχούν, και ήταν, σε μεγάλο βαθμό, όπως ο παππούς του. Καθώς ήταν επίσης και μια επιθυμία του γαμπρού του, συμπεριφέρθηκε έτσι στον Γιου-τσιουν με φροντίδα ακόμα πιο εξαιρετική, και πρόθυμα χρησιμοποίησε όλες τις δυνάμεις του για να τον βοηθήσει.

Την ίδια μέρα που το μνημόνιο είχε υποβληθεί στον Θρόνο, πήρε μέσω των προσπαθειών του, μια επανατοποθέτηση στο αξίωμα, και πριν το πέρας δύο μηνών, ο Γιου-τσιουν είχε επιλεχθεί για την θέση του διοικητή της Γινγκ Τιέν στην Τσιν Λινγκ. Αποχαιρετώντας τον Τζια Τζενγκ, επέλεξε μια ευοίωνη μέρα, και ξεκίνησε για την θέση του, όπου θα τον αφήσουμε χωρίς περαιτέρω σχόλια προς το παρόν.

Αλλά ας ξαναγυρίσουμε στην Ταϊ-γιού. Την μέρα που άφησε το πλοίο, και την στιγμή που πάτησε στην στεριά, υπήρχαν αμέσως για χρήση της καρέκλες, και κάρα για τις αποσκευές, που είχαν σταλεί από την έπαυλη Ρονγκ.

Η Λιν Ταϊ-γιού είχε ακούσει πολλές φορές την μητέρα της να λέει πόσο διαφορετικό ήταν το σπίτι της γιαγιάς της από αυτό άλλων ανθρώπων, και έχοντας η ίδια δει πόσο άνω του συνηθισμένου ήταν το προσωπικό των τριών βαθμών, σε ενδύματα, στο πρόσωπο, και σε όλα τα αντικείμενα που χρησιμοποιούσαν, «πόσο περισσότερο τώρα που πηγαίνω στο σπίτι της, θα πρέπει να προσέχω σε κάθε βήμα, και να είμαι επιφυλακτική κάθε στιγμή! Ούτε θα πρέπει να πω ούτε μια λέξη φλυαρίας, ούτε να κάνω ένα βήμα πέρα από ό,τι είναι πρέπον, από φόβο μήπως και με γελοιοποιήσει κάποιος από αυτούς!»

Πως μπορείτε να μας βοηθήσετε ώστε να συνεχίσουμε να σας κρατάμε ενημερωμένους

Ποιος είναι ο λόγος που χρειαζόμαστε την βοήθειά σας για την χρηματοδότηση του ερευνητικού ρεπορτάζ μας; Επειδή είμαστε ένας ανεξάρτητος οργανισμός ειδήσεων που δεν επηρεάζεται από καμία κυβέρνηση, εταιρεία ή πολιτικό κόμμα. Από την ημέρα που ξεκινήσαμε, έχουμε έρθει αντιμέτωποι με προσπάθειες αποσιώπησης της αλήθειας κυρίως από το Κινεζικό Κομμουνιστικό Κόμμα. Αλλά δεν θα λυγίσουμε. Η ελληνική έκδοση της Epoch Times βασίζεται ολοκληρωτικά στις γενναιόδωρες συνεισφορές σας για να διατηρήσει την παραδοσιακή δημοσιογραφία ζωντανή και υγιή στην Ελληνική γλώσσα. Μαζί, μπορούμε να συνεχίσουμε να διαδίδουμε την αλήθεια.

Σχολιάστε