Κυριακή, 22 Δεκ, 2024
«Ένας λόγιος στο γραφείο του με πρόσωπα που φέρουν μάσκες» του Βίλεμ φαν ντερ Φλιτ, 1627. Λάδι σε καμβά. Ιδιωτική συλλογή. (Public Domain)

Όταν ο υλισμός εισβάλλει στον χώρο της θρησκείας

Μύθος εναντίον Λόγου, μέρος β΄

Τι συμβαίνει όταν η κατανόησή μας για τον κόσμο χωρίζεται στα αντίπαλα στρατόπεδα της επιστήμης και της θρησκείας;

Στο πρώτο μέρος αυτής της σειράς άρθρων, μιλήσαμε για τη διαφορά μεταξύ του Λόγου και του Μύθου και είπαμε ότι και οι δύο είναι μορφές γνώσης που είναι απαραίτητες για την ανθρώπινη επιβίωσή μας. Στον σύγχρονο κόσμο, όμως, ο Λόγος κατέληξε να κυριαρχεί στην ανθρώπινη σκέψη αποκλείοντας όλες τις άλλες μεθοδολογίες, κάτι που έχει οδηγήσει στην υποβάθμιση της συλλογικής μας ζωής.

Ουσιαστικά, ο Λόγος εξηγεί πώς συμβαίνουν τα πράγματα (άρα ταυτίζεται ευκολότερα, αλλά όχι αποκλειστικά, με την επιστήμη), ενώ ο Μύθος εξηγεί γιατί συμβαίνουν τα πράγματα – με άλλα λόγια, την προέλευση των πραγμάτων (και άρα ταυτίζεται ευκολότερα, αλλά όχι αποκλειστικά, με τη θρησκεία).

Όταν η επιστήμη υπερβάλλει εαυτόν

«Όταν οι λόγιοι διαφωνούν», 1890, από τα Χιουμοριστικά Μηνιαία Περιοδικά. Η μετάφραση του κειμένου στην εικόνα είναι η εξής: «Είναι καλό που όταν οι λόγιοι διαφωνούν, δεν χτυπιούνται, αλλά απλώς διασπαθίζουν τις απόψεις τους. ΑΝ όμως ήταν να πιαστούν στα χέρια, θα μπορούσαμε να τους φανταστούμε κάπως έτσι.” (Public Domain)

 

Οι συνέπειες του ρήγματος μεταξύ Μύθου και Λόγου και, συνεκδοχικά, μεταξύ επιστήμης και θρησκείας, είναι αρκετά θλιβερές. Στην περίπτωση της επιστήμης, οδήγησε σε αυτό που έχει ονομαστεί «επιστημονισμός», μια μορφή υπερβολής κατά την οποία η επιστήμη υπεραμύνεται θεολογικών και μυθολογικών θεμάτων χωρίς να γνωρίζει πολλά γι’ αυτά. Για παράδειγμα, στο μπεστ σέλερ του 2006 «Η περί Θεού αυταπάτη» (The God Delusion), η κατανόηση του συγγραφέα τόσο της ιστορίας όσο και της θεολογίας είναι σοβαρά περιορισμένη, καθώς και εξαιρετικά επιλεκτική. Ο καθηγητής Τέρι Ήγκλτον, αγνωστικιστής ο ίδιος, παρατήρησε για το βιβλίο: «Φανταστείτε κάποιον που μιλάει για τη βιολογία και του οποίου η μόνη γνώση του θέματος είναι το “Βιβλίο των βρετανικών πουλιών” και θα έχετε μια γενική ιδέα για το πώς είναι να διαβάζεις το βιβλίο του Ρίτσαρντ Ντώκινς για τη θεολογία.»

Ορισμένοι επιστήμονες αναγνωρίζουν την κατάχρηση του επιστημονισμού. Όπως το εξέφρασε ο βραβευμένος με Νόμπελ επιστήμονας Σερ Τζον Κ. Εκλς στο βιβλίο του «Η εξέλιξη του εγκεφάλου: Η δημιουργία του Εαυτού»:

«Ισχυρίζομαι ότι το ανθρώπινο μυστήριο υποβαθμίζεται απίστευτα από τον επιστημονικό αναγωγισμό, με την αξίωσή του στον υποσχόμενο υλισμό να εξηγήσει όλο τον πνευματικό κόσμο με όρους μοτίβων νευρωνικής δραστηριότητας. Αυτή η πεποίθηση πρέπει να χαρακτηριστεί ως δεισιδαιμονία. (…) Πρέπει να αναγνωρίσουμε ότι είμαστε πνευματικά όντα με ψυχές που υπάρχουν σε έναν πνευματικό κόσμο, καθώς και υλικά όντα με σώματα και εγκεφάλους που υπάρχουν σε έναν υλικό κόσμο.»

Να το θέσουμε αλλιώς: Η επιστήμη δεν είναι επιστήμη όταν κάνει αναπόδεικτες υποθέσεις σχετικά με την απόλυτη πραγματικότητα – το «γιατί», με άλλα λόγια.

Η επίδραση του υλισμού στη θρησκεία

«Ο Ωριγένης διδάσκει κατήχηση σε μια ομάδα μαθητών», του Γιαν Λούικεν, 1700, από εικονογράφηση βιβλίου. Rijksmuseum, Άμστερνταμ. (Public Domain)

 

Στην περίπτωση του μύθου και της θρησκείας, το ρήγμα αυτό δημιουργεί ένα άλλο πρόβλημα. Καθώς ορισμένοι επιστήμονες (και τα κυρίαρχα μέσα ενημέρωσης) υποστηρίζουν τον «ελπιδοφόρο υλισμό» με το πρόσχημα της επιστημονικής αλήθειας και ταυτόχρονα επιτίθενται στην αλήθεια ή στις αλήθειες της θρησκείας ή των θρησκειών, βρίσκουμε τον κυριολεκτισμό (δηλαδή ότι τα κείμενα έχουν ένα και μόνο ένα νόημα) και τον φονταμενταλισμό (που είναι η πεποίθηση που μεταφέρεται στην πράξη ότι το ένα «νόημα» πρέπει να γίνεται αποδεκτό από όλους τους άλλους) να τρυπώνουν, να εισβάλλουν, στο κενό που δημιουργείται από την κατάρρευση του Μύθου και της μυθικής σκέψης.

Οι φονταμενταλιστές καταλήγουν δογματικοί υλιστές που απλά δεν μπορούν να δεχτούν, πόσο μάλλον να κατανοήσουν, τη σκέψη του Μύθου και θρησκευτικοί «κυριολεκτιστές» που εθίζονται σε ερμηνείες κειμένων που διαφέρουν παρασάγγας από το πώς κατανοούσαν τα κείμενα αυτά παλαιότερες κοινότητες πιστών.

Ο Ωριγένης (185-253 μ.Χ.) είναι ένα καλό παράδειγμα ενός από τους πρώτους πατέρες της εκκλησίας που υποστήριξε μια μυθική προσέγγιση στην ερμηνεία των γραφών, όπως και ο Αυγουστίνος Ιππώνος (354-430 μ.Χ.) και ο Γρηγόριος ο Μέγας (540-604 μ.Χ.).

Τα προβλήματα του θεμελιώδους κυριολεκτισμού

Ένα από τα γνωρίσματα αυτού του κυριολεκτισμού είναι αυτό που θα μπορούσε να ονομαστεί «επιλεκτική κειμενοποίηση»: Ορισμένα ιερά κείμενα θεωρούνται ως σωστά, έτσι τα κείμενα που φαίνεται να έρχονται σε αντίθεση με τον κεντρικό τους ισχυρισμό είτε αγνοούνται είτε εξηγούνται κατ’ αναλογία. Επιπλέον, ο θεμελιώδης κυριολεκτισμός αντιμετωπίζει, και θα αντιμετωπίζει, πραγματικά προβλήματα με την «πραγματική» επιστήμη, με πιο τρανταχτό παράδειγμα τη χρονολόγηση της δημιουργίας του κόσμου σε σχέση με την αφήγηση της Γένεσης. Θα επανέλθω σε αυτό το σημείο, αλλά για να είμαι σαφής ως προς τη δική μου θέση: Δεν είμαι κατά της επιστήμης, διότι η επιστήμη έχει πολλά (αλλά όχι τα πάντα) να μας διδάξει για τον κόσμο στον οποίο ζούμε.

Κατ’ αρχάς, ας προσπαθήσουμε να δούμε πώς συγκροτήθηκε η μυθική σκέψη που δίδασκαν θεολόγοι όπως ο Ωριγένης. Το σημαντικό σημείο εδώ, νομίζω, είναι να συνειδητοποιήσουμε ότι υπάρχει μια κυριολεκτική κατανόηση του κειμένου, μια μη κυριολεκτική (κρυφή) κατανόηση και μια ηθική ή πνευματική κατανόηση που μπορεί να υπερβεί ή να αντικαταστήσει τις άλλες έννοιες.

Ας πάρουμε, για παράδειγμα, την απλή λέξη «Ιερουσαλήμ» στη Βίβλο. Τι σημαίνει; Προφανώς, και κυριολεκτικά, μπορεί να αναφέρεται μόνο στη γεωγραφική πόλη του Ισραήλ. Αλλά λιγότερο προφανώς, μπορεί να αναφέρεται και σε μια κρυμμένη έννοια, για παράδειγμα της Αγίας Εκκλησίας. Ή μπορεί να σημαίνει την πιστή ψυχή όποιου προσβλέπει στο όραμα της αιώνιας ειρήνης. Ή τέλος, όπως σημείωσε ο κλασικός και μεσαιωνικός μελετητής Χάρι Κάπλαν, μπορεί να δηλώνει τη ζωή των κατοίκων του Ουρανού που βλέπουν τον Θεό να αποκαλύπτεται στη Σιών. Αν επικεντρωθούμε σε μία μόνο σημασία, μπορεί να χάσουμε τις άλλες. Και αυτή είναι μόνο μία λέξη! Τι θα συμβεί αν εξετάσουμε ολόκληρες προτάσεις;

Εικονογραφημένα επεισόδια από τη Γένεση, που αναπαριστούν τον Θεό να δημιουργεί τον ήλιο, το φεγγάρι και τα αστέρια, τα ζώα και τον άνθρωπο κατ’ εικόνα Του. (Wellcome Images/ CC BY 4.0)

 

Όπως αναφέρθηκε ήδη, μία από τις πιο διάσημες συγκρούσεις του Μύθου με τον Λόγο αφορά τη χρονολόγηση της δημιουργίας του κόσμου. Ο επίσκοπος Άσερ ήταν ένας Άγγλος θεολόγος του 17ου αιώνα ένας από τους πολλούς ο οποίος υπολόγισε ότι ο κόσμος γεννήθηκε το έτος 4004 π.Χ. (και μάλιστα υπολόγισε την ημέρα, τον μήνα και την ώρα μέσα στο 4004 π.Χ.!).Άλλοι θεολόγοι υπολόγισαν άλλες ημερομηνίες, αλλά όποιες κι αν ήταν οι ημερομηνίες αυτές έχουν τεράστια απόκλιση από τους επιστημονικούς υπολογισμούς.

Ας είμαστε ξεκάθαροι, όμως, και εδώ: Οι επιστημονικοί υπολογισμοί για την κατά προσέγγιση ημερομηνία γέννησης του σύμπαντος και της Γης έχουν επίσης αλλάξει τα τελευταία 100 χρόνια. Θα αλλάξουν ξανά; Ακολουθώντας τις ενδείξεις των νέων στοιχείων, φαίνεται πολύ πιθανό να αλλάξουν, έτσι η άποψη ότι υπάρχει κατά κάποιον τρόπο μια σωστή ή οριστική απάντηση στο ζήτημα αυτό είναι εγγενώς προβληματική.

Το θέμα είναι ότι προσπαθώντας να διαβάσουμε τη Βίβλο σαν να ήταν ένα επιστημονικό εγχειρίδιο που έχει σχεδιαστεί για να μας δώσει την ημερομηνία της δημιουργίας της Γης, ουσιαστικά την παρερμηνεύουμε και καταλήγουμε να διευρύνουμε το χάσμα μεταξύ επιστήμης και θρησκείας με έναν εντελώς περιττό τρόπο.

Είναι ενδιαφέρον το γεγονός ότι ένα κοινό που έχουν ο επιστημονισμός και ο φονταμενταλισμός είναι η αναζήτηση της βεβαιότητας – η πλήρης αποφυγή της ασάφειας, η διακαής επιθυμία να πιστεύει κανείς σε ακλόνητα κείμενα ή σε αναντίρρητα γεγονότα.

Η βεβαιότητα στην επιστήμη, ωστόσο, είναι απατηλή, όπως μας πληροφορούν πολλοί επιφανείς και λαμπροί επιστήμονες: «Αν νομίζατε ότι η επιστήμη είναι βέβαιη – λοιπόν, αυτό είναι απλώς ένα λάθος εκ μέρους σας», δήλωσε ο βραβευμένος με Νόμπελ Φυσικής Ρίτσαρντ Φέινμαν. Και σαν να μην έφτανε αυτό, η ίδια η ιστορία της επιστήμης μάς λέει ότι οι αλήθειες, τα μοντέλα και τα παραδείγματά της μεταβάλλονται και αλλάζουν.

Το πολύπλευρο Ιερό Κείμενο

Υπάρχουν σημαντικά επιχειρήματα που υποστηρίζουν την άποψη ότι το βιβλίο της Αποκάλυψης είναι ένα ποίημα. «Ο Άγιος Ιωάννης ο Ευαγγελιστής» του Ντομενικίνο, μεταξύ 1624-1629. Εθνική Πινακοθήκη, Λονδίνο. (Public Domain)

 

Αντίστοιχα, κοιτάζοντας τη Βίβλο με τον πιο επιφανειακό τρόπο, βλέπουμε ότι δεν είναι ένα μόνο βιβλίο, αλλά μια συλλογή 66 βιβλίων (κατά την προτεσταντική παράδοση) με μεγάλο αριθμό συγγραφέων, γραμμένα σε ένα μεγάλο χρονικό διάστημα της ανθρώπινης ιστορίας και, επιπλέον, με μια πληθώρα διαφορετικών ειδών γραφής. Για να πάρουμε μόνο αυτό το τελευταίο σημείο: Τα διαφορετικά είδη απαιτούν να διαβάζουμε ένα κείμενο με διαφορετικό τρόπο. Παραδείγματος χάριν, δεν θα σκεφτόμασταν επ’ ουδενί ότι η ανάγνωση ενός μυθιστορήματος, η ανάγνωση μιας ερωτικής επιστολής, η ανάγνωση μιας συνταγής σε βιβλίο μαγειρικής, η ανάγνωση ενός επιχειρηματικού συμβολαίου και η ανάγνωση ενός ποιήματος, μεταξύ άλλων, θα έπρεπε ή θα μπορούσαν να διαβαστούν με τον ίδιο τρόπο. Έτσι δεν είναι;

Η Αγία Γραφή, λοιπόν, περιέχει ιστορικές αφηγήσεις, γραμματεία σοφίας, επιστολές και επιστολές, κηρύγματα, παραβολές, αποκαλυπτική και προφητική γραμματεία, κώδικες νόμων και ηθικές εντολές, ιερατικές και εκκλησιαστικές οδηγίες, θεολογική και σωτηριολογική συζήτηση, ποίηση (πολλή ποίηση!) και ούτω καθεξής. Ιδίως για την τελευταία κατηγορία, ορισμένοι υποστηρίζουν ότι περισσότερο από το 30% της Παλαιάς Διαθήκης είναι στην πραγματικότητα ποίηση.

Δεν είναι μόνο τα προφανή κείμενα όπως οι Ψαλμοί που είναι ποίηση. Υποστηρίζεται επίσης ότι και το βιβλίο της Αποκάλυψης είναι ένα ποίημα. Ο Νικ Πέιτζ στο συναρπαστικό βιβλίο του «Ο δρόμος της Αποκάλυψης» περιγράφει τον συγγραφέα του βιβλίου της Αποκάλυψης, τον Ιωάννη, ως «ποιητή. Και αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο η Αποκάλυψη τρομάζει τόσους πολλούς ανθρώπους. Επειδή συνεχίζουν να την διαβάζουν ως πεζογραφία.»

Η ανάγνωση της ποίησης διαφέρει σαφώς από την ανάγνωση πεζού λόγου. Στην πραγματικότητα, μία από τις σημαντικότερες ιδιότητες της ποίησης, σε αντίθεση με την πεζογραφία, είναι η ενσωματωμένη ασάφεια. Τι ακριβώς σημαίνει ένα ποίημα;

Όταν το σκεφτούμε, υπάρχει μια υπέροχη συμμετρία στο να θεωρούμε το βιβλίο της Αποκάλυψης ως ποίηση. Είναι το τελευταίο βιβλίο της Βίβλου και η Γένεση ως πρώτο βιβλίο, ιδίως στα προ-αβρααμικά πρώτα κεφάλαιά της, περιέχει επίσης μεγάλες ποσότητες ποίησης. Είναι, λοιπόν, αυτά τα κείμενα το είδος των κειμένων στα οποία θα βασίζαμε μια εκτίμηση της επιστημονικής ηλικίας της Γης;

Επιπλέον, είναι η γνώση της ακριβούς ημερομηνίας της ηλικίας της Γης ή του Σύμπαντος ή της στιγμής της δημιουργίας της πραγματικά σημαντική με οποιονδήποτε απολύτως ουσιαστικό τρόπο; Για παράδειγμα, αν η Γη δημιουργήθηκε όχι το 4004 π.Χ. αλλά το 4005 π.Χ., θα άλλαζε αυτό τα πράγματα για εμάς; Ή αν ήταν το 40.000 π.Χ. ή το 400.000 π.Χ. ή το 4 εκατομμύρια π.Χ., θα επηρέαζε αυτό την πνευματική πραγματικότητα τού να είσαι άνθρωπος; Επηρεάζει τη ζωή μας αυτό το γεγονός με κάποιον ουσιαστικό τρόπο; Μάλλον όχι.

Στην πραγματικότητα, πολύ πιο σημαντικό από το να γνωρίζουμε την ακριβή χρονική στγμή της δημιουργίας του κόσμου είναι να γνωρίζουμε ότι υπήρξε δημιουργία και ότι αυτή μπορεί να έγινε μόνο μέσω της παρέμβασης ενός Θείου Νου, τον οποίο στη δυτική παράδοση αποκαλούμε Θεό.

Αυτό το τελευταίο σημείο συνοψίζεται έξοχα στο βιβλίο του Έρικ Χέντιν «Ακυρωμένη Επιστήμη»: «Το απόλυτο τίποτα δεν μπορεί να παράγει κάτι, γιατί αν είχε αυτή την ικανότητα, θα είχε κάτι και έτσι δεν θα ήταν τίποτα. Από αυτό μπορούμε να συμπεράνουμε ότι κάτι υπήρχε πάντα, επειδή κάτι υπάρχει τώρα. Μέχρι στιγμής, χρησιμοποιούμε απλώς τη λογική.»

Το «κάτι» που υπήρχε πάντα, το ονομάζουμε Θεό.

Στο γ΄ μέρος αυτής της σειράς, θα πάμε απευθείας στη Γένεση για να δούμε τα θαύματα που αποκαλύπτει η ποίηση (ο Μύθος) για τον Θεό, τη δημιουργία και την ανθρωπότητα. Αυτά τα θαύματα είναι πολύ πιο σημαντικά από το να προσπαθούμε να εντοπίσουμε τις γενεαλογίες για να καθορίσουμε κυριολεκτικές ημερομηνίες, όπως ελπίζω να δείξω.

«Η Δημιουργία» του Λούκας Κράναχ, 1534, από τη μετάφραση της Βίβλου του Μαρτίνου Λούθηρου το 1534. (Public Domain)

 

Του James Sale

Επιμέλεια: Αλία Ζάε

Πως μπορείτε να μας βοηθήσετε ώστε να συνεχίσουμε να σας κρατάμε ενημερωμένους

Ποιος είναι ο λόγος που χρειαζόμαστε την βοήθειά σας για την χρηματοδότηση του ερευνητικού ρεπορτάζ μας; Επειδή είμαστε ένας ανεξάρτητος οργανισμός ειδήσεων που δεν επηρεάζεται από καμία κυβέρνηση, εταιρεία ή πολιτικό κόμμα. Από την ημέρα που ξεκινήσαμε, έχουμε έρθει αντιμέτωποι με προσπάθειες αποσιώπησης της αλήθειας κυρίως από το Κινεζικό Κομμουνιστικό Κόμμα. Αλλά δεν θα λυγίσουμε. Η ελληνική έκδοση της Epoch Times βασίζεται ολοκληρωτικά στις γενναιόδωρες συνεισφορές σας για να διατηρήσει την παραδοσιακή δημοσιογραφία ζωντανή και υγιή στην Ελληνική γλώσσα. Μαζί, μπορούμε να συνεχίσουμε να διαδίδουμε την αλήθεια.

Σχολιάστε