Στην πρώτη του συνέντευξη, ο Πάπας Λέων ΙΔ΄ έστειλε μήνυμα ότι ενδέχεται να υπάρξουν αλλαγές στη συμφωνία του Βατικανού με την Κίνα, τονίζοντας πως ακούει τις φωνές των καθολικών που υφίστανται διώξεις στη χώρα. Η συνέντευξη, στην ισπανική γλώσσα, δόθηκε στο καθολικό περιοδικό Crux και δημοσιεύθηκε σε συνέχειες από τις 14 Σεπτεμβρίου.
Ο ποντίφικας ανέφερε ότι βρίσκεται σε «συνεχή διάλογο με πολλούς ανθρώπους, Κινέζους, και από τις δύο πλευρές ορισμένων ζητημάτων». Αν και δεν ανακοίνωσε συγκεκριμένες αλλαγές, επισημαίνοντας ότι σέβεται τις αποφάσεις των προκατόχων του, σημείωσε ότι έχουν υπάρξει πολλές συζητήσεις υψηλού επιπέδου για το ζήτημα της Κίνας.
Τόνισε πως προσπαθεί να κατανοήσει καλύτερα τον τρόπο με τον οποίο η Εκκλησία μπορεί να συνεχίσει την αποστολή της, με σεβασμό τόσο στον πολιτισμό και τα πολιτικά ζητήματα που έχουν μεγάλη βαρύτητα όσο και στους πολλούς Κινέζους καθολικούς που επί χρόνια βίωσαν καταπίεση ή δυσκολίες στην ελεύθερη άσκηση της πίστης τους, χωρίς να χρειάζεται να επιλέξουν πλευρά. Υπογράμμισε επίσης ότι λαμβάνει υπ’ όψιν του την εμπειρία που έχει αποκτήσει από την επαφή του με Κινέζους κυβερνητικούς, θρησκευτικούς ηγέτες αλλά και λαϊκούς, περιγράφοντας την κατάσταση ως «πολύ δύσκολη».
Πρόσφατα, ο Πάπας Λέων ΙΔ΄ είχε προβεί και σε άλλες κινήσεις που αφορούν την Κίνα, όπως η ανακοίνωση για τη δημιουργία νέας επισκοπής στο Τσανγκτζιακόου και η χειροτονία του πρώτου επισκόπου της, του ιερέα Τζουζέπε Ουάνγκ Ζενγκουί.
Υπενθυμίζεται ότι υπό τον προκάτοχό του, Πάπα Φραγκίσκο, το Βατικανό υπέγραψε το 2018 συμφωνία με την Κίνα σχετικά με τον διορισμό επισκόπων. Οι λεπτομέρειες αυτής της συμφωνίας δεν δημοσιοποιήθηκαν ποτέ. Η συμφωνία προκάλεσε ανησυχία σε υπερασπιστές των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, καθώς το Κομμουνιστικό Κόμμα Κίνας (ΚΚΚ) είναι γνωστό για τη δίωξη χριστιανών και άλλων θρησκευτικών ομάδων, χαρακτηρίζοντας όσους δεν ακολουθούν την κρατική εκδοχή των θρησκειών ως «αιρετικούς» και ποινικοποιώντας κάθε μορφή λατρείας εκτός κρατικού ελέγχου. Ήδη από το 1955, το ΚΚΚ είχε φυλακίσει τον καθολικό επίσκοπο της Σαγκάης επειδή αρνήθηκε να απαρνηθεί την εξουσία του πάπα, φυλακίζοντάς τον για τρεις δεκαετίες.
Τον Οκτώβριο του 2024, το Βατικανό και η Κίνα ανανέωσαν τη συμφωνία, με την Αγία Έδρα να τονίζει ότι είναι απαραίτητη για την κάλυψη των πολλών κενών επισκοπικών εδρών στη χώρα. Την ίδια περίοδο, το Κέντρο Θρησκευτικής Ελευθερίας του Ινστιτούτου Hudson δημοσίευσε έκθεση, στην οποία καταγραφόταν ότι οι διώξεις καθολικών είχαν «ενταθεί» μετά τη συμφωνία του 2018, με ιδιαίτερη αναφορά σε δέκα επισκόπους. Ορισμένοι είχαν κρατηθεί παράνομα πολλές φορές, ενώ άλλοι είχαν εξαφανιστεί.
Η έκθεση ανέφερε ότι το ΚΚΚ στοχεύει «ιεράρχες που αντιστέκονται στον έλεγχο του κόμματος επί των θρησκευτικών ζητημάτων». Οι διωκόμενοι επίσκοποι είχαν αρνηθεί να ενταχθούν στην Πατριωτική Καθολική Ένωση της Κίνας (Chinese Patriotic Catholic Association – CPCA). Η ένταξη θα τους υποχρέωνε να δηλώσουν ανεξαρτησία από την Αγία Έδρα, να βασίζουν τα κηρύγματά τους στη «Σκέψη Σι Τζινπίνγκ» – την πολιτική και κομμουνιστική ιδεολογία του Κινέζου ηγέτη – και να υπόκεινται σε κρατική εποπτεία.
Η έκθεση σημείωνε ότι το Πεκίνο άσκησε πιέσεις στους επισκόπους να ενταχθούν στην CPCA αμέσως μετά τη συμφωνία του 2018. Το 2019, το Βατικανό εξέδωσε οδηγίες που επέτρεπαν την ένταξη στην Ένωση με «επιφύλαξη συνείδησης», ωστόσο η ίδια η συμφωνία δεν προβλέπει καμία εξαίρεση για τέτοιου είδους αντίρρηση.
Σύμφωνα με την έκθεση, οι επίσκοποι που αντιτάχθηκαν στην CPCA δημιούργησαν ένα είδος υπόγειας εκκλησίας. Χωρίς αυτούς, η Καθολική Εκκλησία στην Κίνα «αντιμετωπίζει μια πρωτοφανή πρόκληση στη διαμόρφωση της επόμενης γενιάς Κινέζων επισκόπων». Η ίδια έκθεση κατέληγε πως «η Αγία Έδρα δίνει έναν αγώνα με τον χρόνο για να ενισχύσει τους δεσμούς της με τους επισκόπους που βρίσκονται εντός της CPCA, προτού η κινεζική επισκοπή απορροφηθεί από το υπόλοιπο Τμήμα Ενωτικού Μετώπου», το οποίο αποτελεί μηχανισμό παγκόσμιας επιρροής του κινεζικού καθεστώτος.
Της Catherine Yang