Παραλαμβάνοντας τα ηνία της οικονομικής αυτοκρατορίας του Αμερικανού δισεκατομμυριούχου Τζορτζ Σόρος, ο γιος του Αλεξάντερ σε συνέντευξή του στη Wall Street Journal (WSJ) παρουσιάζει τα σχέδιά του για το μέλλον και την ατζέντα του, στην κορυφή της οποίας όπως δηλώνει βρίσκεται η μέριμνα για τη μη επανεκλογή του Ντόναλντ Τραμπ στην προεδρία των ΗΠΑ.
Μαύρο πρόβατο των ακραίων συντηρητικών και στόχος αντισημιτικών επιθέσεων, ο Τζορτζ Σόρος άρχισε στην δεκαετία του 1980 την δημιουργία δικτύου ιδρυμάτων (Open Society Foundations” ή OSF) που επενδύει σε ολόκληρο τον κόσμο για την ενίσχυση πλειάδας σκοπών, από τις μεταρρυθμίσεις στην οικονομία και τη δικαιοσύνη μέχρι τα δικαιώματα των μειονοτήτων και των προσφύγων και την ελευθερία της έκφρασης. Ωστόσο, η δράση του δεν είναι τόσο αγαθή όσο ίσως ακούγεται αρχικά. Η οικογένεια Σόρος εδώ και χρόνια κατηγορείται ότι χρηματοδοτεί πολιτικούς και αποσταθεροποιεί κυβερνήσεις παίζοντας ταυτόχρονα επικίνδυνα γεωπολιτικά παιχνίδια.
Αντίθετα με άλλους γνωστούς φιλάνθρωπους, που οι δραστηριότητές τους επικεντρώνονται κυρίως στην εξάλειψη ασθενειών, κ.λπ., το ίδρυμα Σόρος έχει μια πιο μεσσιανική αντίληψη για τη φιλανθρωπία. Αυτό που θέλει είναι να μεταμορφώσει, σύμφωνα με τα προσωπικά «πιστεύω» του Σόρος και τα δικά του κίνητρα, την εθνική και διεθνή πολιτική και κοινωνία, χωρίς στην πραγματικότητα να τον νοιάζει αν ο κόσμος επιθυμεί πράγματι να ακολουθήσει όσα πρεσβεύει ο ίδιος ως ιδιώτης και ως ιδρύματα. Γι’ αυτό και η άκομψη εμπλοκή του σε εγχώριες πολιτικές σκηνές τόσων κρατών προκαλεί αγανάκτηση και υποψίες. Οι κατηγορίες περί αποσταθεροποίησης χωρών, άλλωστε, δεν είναι λίγες.
Οι τρόποι με τους οποίους ο Σόρος έγινε τόσο πλούσιος προκαλούν βιτριολικά σχόλια και μάλλον δεν συνάδουν με το προφίλ ενός αγνού ανθρωπιστή. Σημαντικό μέρος του πλούτου του προέρχεται από νομισματική κερδοσκοπία, όπως το 1992, όταν τα παιχνίδια του με τη λίρα στραγγάλισαν την Τράπεζα της Αγγλίας. Ο Σόρος έχει, εξάλλου, καταδικαστεί από τη Γαλλία για παράνομη πρακτική συναλλαγών (insider trading) το 1988.
Ο πατέρας του Τζορτζ Σόρος, Τίβανταρ, προμήθευε με πλαστές ταυτότητες τους Εβραίους στον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο και, όπως ο ίδιος έχει γράψει στο αυτοβιογραφικό βιβλίο του «Masquerade», «έχοντας πλούσιους πελάτες ζητούσα ό,τι μπορούσε να σηκώσει η αγορά», κάτι που έχει επισημάνει και ο «Economist». Δηλαδή, τους ζητούσε όσο περισσότερα χρήματα μπορούσε για να τους προμηθεύσει με πλαστά χαρτιά, προκειμένου να γλιτώσουν τις ζωές τους.
Στα 92 του χρόνια, ο μεγιστάνας αποφάσισε να παραδώσει τα ηνία σε έναν από τους γιους του, τον 37χρονο Αλεξάντερ.
Σε συνέντευξή του που δημοσιεύεται σήμερα στην Wall Street Journal, ο διάδοχος του Τζορτζ Σόρος εξηγεί ότι είναι «πιο πολιτικός» από τον πατέρα του και ότι ανησυχεί με την ιδέα ότι ο Ντόναλντ Τραμπ μπορεί να επανεκλεγεί στον Λευκό Οίκο το 2024.
«Θα ήθελα πολύ το χρήμα να μην παίζει τόσο σημαντικό ρόλο στην πολιτική, αλλά, όσο η άλλη πλευρά το κάνει, θα πρέπει να συνεχίσουμε να το κάνουμε κι εμείς», δηλώνει ο Αλεξάντερ Σόρος στην WSJ.
Υπό την ηγεσία του, η OSF θα συνεχίσει όπως και πριν – υποστήριξη των δημοκρατιών, πολιτικών προσώπων της αμερικανικής αριστεράς, κλπ – προσθέτοντας παράλληλα νέους στόχους, όπως η υπεράσπιση του δικαιώματος στην άμβλωση και της ισότητας των φύλων.
Ο Αλεξάντερ Σόρος εξελέγη πρόεδρος του διοικητικού συμβουλίου των ιδρυμάτων τον Δεκέμβριο και έκτοτε διευθύνει τις πολιτικές δραστηριότητές του δικτύου που έχουν συγκεντρωθεί στο «super PAC», ένα σχήμα που χορηγεί πόρους στις προεκλογικές εκστρατείες πολιτικών υποψηφίων.
Είναι το μόνο μέλος της οικογένειας που συμμετέχει στην επενδυτική επιτροπή της Soros Fund Management, της εταιρείας που επιβλέπει τη διάθεση των πόρων, σύμφωνα με την WSJ.
Ο Αλεξάντερ Σόρος δηλώνει ότι θέλει να εμπλακεί στα πράγματα των ΗΠΑ περισσότερο από τον πατέρα του. Υποστηρίζει προγράμματα που ενθαρρύνουν τους ισπανόφωνους και μαύρους ψηφοφόρους να ασκήσουν το εκλογικό τους δικαίωμα και καλεί τους αιρετούς που ανήκουν στο Δημοκρατικό Κόμμα να βελτιώσουν την επικοινωνία τους.
Όπως ο πατέρας του έτσι και ο συνεχιστής του Αλεξάντερ ισχυρίζονται ότι οραματίζονται, σύμφωνα με τη ρητορική του Ιδρύματος Ανοιχτής Κοινωνίας, έναν κόσμο όπου όλοι είναι ίσοι και ζουν απαλλαγμένοι από τα δεσμά της φτώχειας και των συνόρων, σε μια κοσμοπολίτικη ουτοπία ίσων ευκαιριών. Βέβαια, όταν στην πραγματικότητα όλο και περισσότεροι άνθρωποι παλεύουν για τα τελευταία ψίχουλα μίας όλο και συρρικνούμενης πίτας, είναι δύσκολο να φανταστεί κανείς πώς μπορεί να χτιστεί ο κόσμος που περιγράφει ο Σόρος.
Ενώ φαινομενικά προάγουν και ενισχύουν «καλούς σκοπούς», από τον αγώνα κατά του απαρτχάιντ στην Νότια Αφρική μέχρι την υποστήριξη ανθρώπων που μάχονται για τη δημοκρατία σε δικτατορικά καθεστώτα, στην πραγματικότητα, οι πρακτικές και η θεώρηση του ιδρύματός του δεν είναι διόλου δημοκρατικές, αφού απώτερος στόχος τους είναι η προώθηση των δικών τους οραμάτων παραγνωρίζοντας, ακόμα και χειραγωγώντας, τις επιθυμίες και τις ανάγκες της κοινωνίας. Από δημοκρατική σκοπιά, η δυνατότητα ενός ζάπλουτου ατόμου να διαμορφώνει δημόσιες υποθέσεις είναι καταστροφική.
Το βασικό ίσως πρόβλημα στη φιλοσοφία του Σόρος είναι ότι ανοιχτή κοινωνία ίσων ευκαιριών θα ήταν δυνατό να υπάρξει μόνο σε έναν κόσμο όπου κανείς δεν έχει συγκεντρώσει τόσο πλούτο όσο αυτός. Και, μάλιστα, δίχως να χρησιμοποιεί τον πλούτο από κερδοσκοπίες για να διεισδύει σε κράτη, αποσταθεροποιώντας τα ή χρησιμοποιώντας τα για τα προσωπικά του «θέλω», χωρίς καμία δημοκρατική εντολή.
Όπως είχε αποκαλύψει ο Ούγγρος πρωθυπουργός Βίκτορ Όρμπαν τον Ιανουάριο του 2000 στον πρόεδρο της Αλβανίας Ιλίρ Μέτα, σύμφωνα με δήλωση του τελευταίου: «Να προσέχεις, γιατί ο Σόρος δεν είναι τόσο δημοκρατικός και συχνά συνωμοτεί ενάντια στη δημοκρατία».
(με πληροφορίες από το europost.gr)