Οι Πολωνία, Ουγγαρία και Σλοβακία συνεχίζουν να εφαρμόζουν εθνικές απαγορεύσεις σε ορισμένες ουκρανικές αγροτικές εισαγωγές, αψηφώντας τη νέα εμπορική συμφωνία ανάμεσα στο Κίεβο και την Ευρωπαϊκή Ένωση, που τέθηκε σε ισχύ στις 30 Οκτωβρίου.
Τα τρία κράτη-μέλη εξέδωσαν ανακοινώσεις με τις οποίες διαβεβαιώνουν την πρόθεσή τους να διατηρήσουν τις απαγορεύσεις στις εισαγωγές από την Ουκρανία, παραβιάζοντας τη Συνολική και Εκτεταμένη Ζώνη Ελευθέρων Συναλλαγών ΕΕ-Ουκρανίας.
Το 2022, η ΕΕ πρώτα προχώρησε στη φιλελευθεροποίηση του εμπορίου με την Ουκρανία, ως μέτρο στήριξης μετά τη ρωσική εισβολή, με στόχο να αντισταθμίσει το αυξημένο κόστος εξαγωγών μέσω της Ένωσης όταν απειλήθηκαν οι παραδοσιακοί εμπορικοί της διάδρομοι στη Μαύρη Θάλασσα.
Ωστόσο, αυτή η κίνηση προκάλεσε έντονες αντιδράσεις αγροτών σε αρκετές γειτονικές χώρες. Τον Σεπτέμβριο του 2023, η Πολωνία, η Σλοβακία και η Ουγγαρία ανακοίνωσαν περιορισμούς ειδικά στις εισαγωγές ουκρανικών σιτηρών.
Η επικαιροποιημένη συμφωνία DCFTA επεκτείνει περαιτέρω την ελευθερία διακίνησης ουκρανικών προϊόντων, χωρίς να επιτρέπει σε μεμονωμένα κράτη-μέλη να επιβάλουν δικούς τους περιορισμούς, καθώς τέτοιες ενέργειες παραβιάζουν τους κανόνες της ενιαίας αγοράς της ΕΕ.
Στις 29 Οκτωβρίου, η Πολωνία ανακοίνωσε ότι θα συνεχίσει την απαγόρευση εισαγωγών ουκρανικού σίτου, καλαμποκιού, ελαιοκράμβης και ηλιόσπορων. Το πολωνικό Υπουργείο Γεωργίας και Αγροτικής Ανάπτυξης διευκρίνισε σε ανάρτηση στην πλατφόρμα X ότι τα νέα όρια ποσοστώσεων και όγκων που προβλέπει η εμπορική συμφωνία ισχύουν για όλες τις εισαγωγές εντός ΕΕ, ενώ η Πολωνία συνεχίζει επ’ αόριστον την απαγόρευση συγκεκριμένων ουκρανικών προϊόντων, μεταξύ των οποίων το σιτάρι, το καλαμπόκι, η ελαιοκράμβη, ο ηλιόσπορος και ορισμένα επεξεργασμένα προϊόντα.
Η αντιπροσωπεία της Σλοβακίας στην ΕΕ ανέφερε στις 28 Οκτωβρίου ότι η εισροή εισαγωγών από την Ουκρανία αποσταθεροποιεί την ευρωπαϊκή αγορά και πλήττει την ανταγωνιστικότητα των Σλοβάκων αγροτών, επισημαίνοντας πως τα υφιστάμενα μέτρα προστασίας δεν καλύπτουν επαρκώς τα συμφέροντα των εγχώριων παραγωγών.
Σε συνεδρίαση υπουργών Γεωργίας της ΕΕ στο Λουξεμβούργο στις 27 Οκτωβρίου, ο υπουργός Γεωργίας της Σλοβακίας, Ρίτσαρντ Τακάτς, δήλωσε: «Εάν η γεωργία πρόκειται να επιτύχει τους οικονομικούς και οικολογικούς στόχους της, θα πρέπει να εξασφαλιστεί σταθερή και δίκαιη χρηματοδότηση». Τόνισε την ανάγκη για ισότιμους όρους για τους έντιμους αγρότες, τους παραγωγούς τροφίμων, τους δασοκόμους και τις αγροτικές περιοχές, καλώντας σε συλλογική πίεση προς την Ευρωπαϊκή Επιτροπή ώστε να ληφθούν υπόψη οι ανάγκες όσων τροφοδοτούν καθημερινά την Ευρώπη.

Ο υπουργός Γεωργίας της Ουγγαρίας, Ίστβαν Νάτζι, διαμήνυσε πως η Ουγγαρία θα διατηρήσει τους περιορισμούς στα ουκρανικά προϊόντα, υποστηρίζοντας ότι η «ψυχολογία του πολέμου» επηρεάζει τις αποφάσεις των Βρυξελλών.
«Δεν τίθεται θέμα να στηρίξει η Ευρωπαϊκή Ένωση την Ουκρανία εις βάρος των Ευρωπαίων και των Ούγγρων αγροτών», σημείωσε χαρακτηριστικά.
Ο Νάτζι ανέδειξε τις επιπτώσεις από την εισαγωγή προϊόντων όπως 35.000 τόνοι μελιού και 120.000 τόνοι πουλερικών στους κλάδους της ΕΕ, καθώς και τις ανησυχίες σχετικά με παραγωγούς σιτηρών που έρχονται αντιμέτωποι με 1,3 εκατομμύρια τόνους σιταριού και μηδενικούς δασμούς στο καλαμπόκι.
Νωρίτερα, Ουγγαρία, Σλοβακία και Ρουμανία είχαν αποστείλει κοινή επιστολή στο Συμβούλιο της ΕΕ, ζητώντας ειδικά μέτρα προστασίας για τους αγρότες των μεθοριακών χωρών απέναντι στις ουκρανικές εισαγωγές.
Μέχρι στιγμής, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, που λειτουργεί ως εκτελεστικό όργανο της ΕΕ, δεν έχει ξεκαθαρίσει αν θα υπάρξουν κυρώσεις για την άρνηση συμμόρφωσης από την πλευρά της Πολωνίας, της Ουγγαρίας και της Σλοβακίας.
Σύμφωνα με το Interfax Ukraine, ο αναπληρωτής εκπρόσωπος Τύπου της Επιτροπής, Όλοφ Γκιλ, δήλωσε ότι η Κομισιόν δεν διακρίνει καμία δικαιολογία για τη διατήρηση αυτών των εθνικών μέτρων. Όταν ερωτήθηκε για ενδεχόμενες νομικές διαδικασίες, απάντησε πως «όλες οι επιλογές είναι ανοιχτές».
Η Epoch Times επικοινώνησε με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή για σχόλιο, χωρίς να λάβει απάντηση έως τη δημοσίευση του άρθρου.








