Μετάφραση: Αλία Ζάε
«Αγάπη» είναι μια λέξη που τείνουμε να χρησιμοποιούμε αδιακρίτως. Όλοι μας είμαστε ένοχοι για κατάχρηση αυτού του όρου, που έρχεται στο στόμα μας ακόμα κι όταν θέλουμε να μιλήσουμε για πράγματα που απλώς απολαμβάνουμε. «Το αγαπημένο μου τραγούδι!»1, λέμε κάθε φορά που ακούμε μια καινούρια επιτυχία στο ραδιόφωνο. «Το αγαπημένο μου …» ή «Λατρεύω το…» δεν σημαίνει πια παρά την απόλαυση μιας εφήμερης ευχαρίστησης.
Παραδοσιακά, η έννοια της αγάπης ήταν συνδεδεμένη με την έννοια της αιωνιότητας, με το παντοτινό, σαν κάτι που υπερβαίνει τους νόμους του ανθρώπινου κόσμου. Για παράδειγμα, ο Πλάτων εισήγαγε την έννοια του πλατωνικού έρωτα, του έρωτα δηλαδή που υπερβαίνει το γήινο πάθος και κινείται προς την αναζήτηση του ιδανικού. Υπάρχει ακόμα ενδιαφέρον για την κατανόηση του υπερβατικού, ιδανικού έρωτα;
Ο πίνακας «Ο έρωτας πεθαίνει εν καιρώ» του Γάλλου ακαδημαϊκού ζωγράφου Εντουάρ Μπερνάρ Ντεμπά-Πονσάν [Édouard Bernard Debat-Ponsan, «Love Dies in Time»]2 με έκανε να αναλογιστώ τα δεινά του έρωτα όταν τον συγχέουμε με το απλό πάθος.
Ο Ντεμπά-Πονσάν έχει δημιουργήσει μια οβάλ σύνθεση με τέσσερεις φιγούρες σε μια βάρκα. Στη δεξιά άκρη της βάρκας στέκεται ο Έρωτας. Καλύπτει το πρόσωπό του με το δεξί του μπράτσο σαν να του προξενεί λύπη αυτό που βρίσκεται μπροστά του.
Μπροστά από τον Έρωτα κείτεται μια νεκρή νέα γυναίκα, που πρέπει να αναπαριστά την Αγάπη καθώς είναι το μόνο νεκρό πρόσωπο πάνω στη βάρκα. Η μια της παλάμη κρατά την άλλη, ενώ τα ρούχα και τα μαλλιά της βρέχονται από το νερό.
Πίσω από τη γυναίκα, ένας νεαρός άντρας σε αγωνία έχει αρπάξει το χέρι του βαρκάρη και απελπισμένος τον παρακαλά να του δώσει πίσω την Αγάπη. Ο βαρκάρης, ασυγκίνητος από τις ικεσίες του, μένει πιστός στο καθήκον του και οδηγεί τη βάρκα στον προορισμό της.
Ο βαρκάρης μπορεί να αναπαριστά τον Χρόνο – η εικόνα του ηλικιωμένου φτερωτού άντρα συναντάται μερικές φορές ως σύμβολο του Χρόνου – αλλά θα μπορούσε να είναι και ο Χάροντας, που μεταφέρει τους νεκρούς από τους ποταμούς Στύγα και Αχέροντα στον Άδη.
Είτε έτσι είτε αλλιώς, η αναπαράσταση είναι σαφής: η Αγάπη πεθαίνει.
Προς την ιδανική Αγάπη
Η αγάπη που πεθαίνει εδώ είναι η παθιασμένη αγάπη – ο έρωτας. Η παρουσία του Έρωτα μας το υποδηλώνει.
Στην ελληνική μυθολογία, ο Έρωτας ήταν αρχικά μια πρωτόγονη ελκτική δύναμη, που συμμετείχε στη δημιουργία του κόσμου. Αργότερα, ωστόσο, έγινε μια υποδεέστερη θεότητα, που ακολουθώντας τις διαταγές των Ολύμπιων θεών προκαλούσε ανεξέλεγκτο πάθος για κάτι ή για κάποιον σε θνητούς όσο και σε αθάνατους και επηρέαζε έτσι τις μοίρες τους.
Στον πίνακα, ο νεαρός άντρας εκδηλώνει τον έρωτά του για τη νεκρή – δηλαδή για τον ίδιο τον έρωτα. Θέλει τη συνέχεια του πάθους που συμβολίζει ο Έρωτας, αλλά αυτό έχει πεθάνει.
Μου φαίνεται ιδιαίτερα ενδιαφέρουσα η απεικόνιση του νέου άντρα. Δεν κοιτάζει καθόλου τη γυναίκα. Δεν μοιάζει καν να αντιλαμβάνεται την παρουσία της. Την έχει αφήσει να κρατά η ίδια το χέρι της. Τον απασχολεί περισσότερο ο βαρκάρης. Προσπαθεί να σταματήσει το χέρι του βαρκάρη που κωπηλατεί: με το ένα χέρι τον έχει αρπάξει από το μπράτσο και με το άλλο μοιάζει να κρατά την παλάμη του.
Αυτό που βρίσκω ενδιαφέρον εδώ είναι ότι ο άντρας δείχνει να παθιάζεται περισσότερο για τη συνέχιση ενός ευχάριστου συναισθήματος –του έρωτα – παρά για το αντικείμενο του έρωτά του καθεαυτό. Δηλαδή, δείχνει να είναι περισσότερο ερωτευμένος με το συναίσθημα παρά με τη γυναίκα.
Και αυτό είναι αυτό που προσδιορίζει ο όρος «έρωτας». Για παράδειγμα, δυο άνθρωποι που έχουν μια παθιασμένη ερωτική σχέση είναι πολύ πιθανόν να αδιαφορούν για το αν ο/η σύντροφός τους είναι καλά, όσο κι αν προσπαθούν να πείσουν τους εαυτούς τους ότι αυτό δεν είναι αλήθεια. Αντίθετα, ενδιαφέρονται κυρίως για το αίσθημα της ευχαρίστησης και ικανοποίησης που πιστεύουν ότι τους προσφέρει το ζευγάρι τους. Αν το αίσθημα της ευχαρίστησης πάψει, τότε η ερωτική σχέση συνήθως τελειώνει και αυτή.
Με άλλα λόγια, αυτό που συχνά αποκαλούμε «έρωτα» συχνά δεν είναι παρά μια εγωκεντρική, εγωιστική επιθυμία για ατελείωτο πάθος που προϋποθέτει την εκμετάλλευση ενός άλλου ανθρώπου με στόχο την ικανοποίηση των δικών μας συναισθηματικών αναγκών.
Πιστεύω ότι αυτό συμβαίνει και στον νέο του πίνακα. Δεν ενδιαφέρεται για το άτομο που του παρέχει την ερωτική ευχαρίστηση, αλλά μόνο για τη συνέχιση αυτής.
Αυτός είναι και ο λόγος που ικετεύει τον βαρκάρη, που συμβολίζει το τέλος του πάθους. Είτε ως Χρόνος είτε ως Χάροντας, αναπαριστά το τέλος, τον θάνατο της ερωτικής, γήινης αγάπης.
Ο έρωτας, ως εφήμερο συναίσθημα, δεν αντέχει τη δοκιμασία του χρόνου και πάντα πεθαίνει. Είναι στη φύση του να συμβαίνει αυτό. Οι συναισθηματικές καταστάσεις δεν μπορούν να διαρκούν παντοτινά και όταν προσπαθούμε να τις κρατήσουμε προκαλούμε στον εαυτό μας την ίδια αγωνία που νιώθει και ο άντρας του πίνακα.
Τι θα σήμαινε για τον σύγχρονο άνθρωπο να αφήσει τα βάσανα του ερωτικού πάθους και να στραφεί ξανά προς την Ιδανική Αγάπη που αντέχει στη δοκιμασία του χρόνου, που δεν πεθαίνει όταν το πάθος ελαττώνεται; Πώς θα μπορούσαμε να ωθήσουμε προς μια ευρύτερη πολιτιστική εξέλιξη σε αυτά τα ζητήματα που μας αφορούν όλους;
Σημειώσεις του μεταφραστή
1. Στην αγγλική γλώσσα, χρησιμοποιείται η λέξη «love» και για την αγάπη και για τον έρωτα. Στην ελληνική γλώσσα αυτή η σύγχυση λεκτικά δεν υπάρχει. Επίσης, στην αρχαιότητα, γινόταν διάκριση ανάμεσα στην Ουράνια Αφροδίτη, προστάτιδα του θεϊκού, ιδανικού έρωτα με την πλατωνική έννοια, και στην Πάνδημο Αφροδίτη, προστάτιδα του γήινου, σωματικού έρωτα. Παρόλα αυτά, ακόμα και στην ελληνική κοινωνία συναντάται η ίδια σύγχυση ανάμεσα στο εφήμερο εγωκεντρικό πάθος, που ικανοποιεί τον εαυτό, και την υπερβατική, αιώνια Αγάπη, που στρέφεται προς τους άλλους. Λέμε κι εμείς «σε αγαπώ» εννοώντας «σε θέλω».
2. «Love Dies in Time»: Στην αγγλική απόδοση του τίτλου του έργου είναι κρυμμένη μια αμφισημία που είναι δύσκολο να αποδοθεί στα ελληνικά. Ενώ το «in time» σημαίνει στην πραγματικότητα «εγκαίρως», «πριν να είναι πολύ αργά», στο πλαίσιο του συγκεκριμένου πίνακα μπορεί να κατανοηθεί ως «στο Χρόνο», εξαιτίας του χρόνου. Δηλαδή, αναπόφευκτα, εν καιρώ…
Η τέχνη έχει μια απίστευτη ικανότητα να επισημαίνει αυτό που δεν μπορεί εύκολα να διακριθεί, ώστε να μπορούμε να αναρωτηθούμε «Τι σημαίνει αυτό για μένα και για όσους το βλέπουν;», «Πώς έχει επηρεάσει το παρελθόν και πώς μπορεί να επηρεάσει το μέλλον;», «Τι προτείνει για την ανθρώπινη εμπειρία;» Αυτά είναι μερικά από τα ερωτήματα που ερευνώ στη σειρά μου «Φτάνοντας μέσα: Τι προσφέρει η παραδοσιακή τέχνη στην καρδιά».
Ο Eric Bess είναι εικαστικός – παραστατικός καλλιτέχνης και υποψήφιος για διδακτορικό στις Οπτικές Τέχνες στο Ινστιτούτο Διδακτορικών Σπουδών (Institute for Doctoral Studies in the Visual Arts / IDSVA).
Ακολουθήστε μας στο Facebook @epochtimesgreece