Καμία άλλη γυναίκα της προχριστιανικής αρχαιότητας δεν έχει εξυμνηθεί τόσο για την ομορφιά και την αγνότητά της όσο η Εβραία Σουζάννα και η Ρωμαία Λουκρητία. Και οι δύο έγιναν διάσημες για την αντίδρασή τους όταν αναγκάστηκαν να επιλέξουν μεταξύ μοιχείας και θανάτου.
Επί χιλιετίες, ενέπνεαν τους ζωγράφους. Υπάρχει όμως ένα παράδοξο: οι καλλιτέχνες σπάνια έδιναν έμφαση στην ηθικότητά τους – μέχρι τον Πάολο Βερονέζε (1528 -1588). Σε αντίθεση με άλλους ζωγράφους, που αντιμετώπισαν κάπως πιο ελεύθερα το θέμα, ο Βερονέζε επέλεξε να δώσει έμφαση σε αυτό που έδιναν και οι ιστορίες τους και να τις παρουσιάσει ως ενάρετες γυναίκες που κατηγορήθηκαν άδικα για μοιχεία.

Οι ιστορίες της Σουζάννας και της Λουκρητίας
Όπως αφηγείται το βιβλίο του Δανιήλ (κεφάλαιο 13), δύο σεβάσμιοι δικαστές απείλησε να ορκιστούν ψευδώς ότι είδαν τη Σουζάννα να διαπράττει μοιχεία – κάτι που θα σήμαινε τη θανατική καταδίκη της – αν δεν διαπράξει μοιχεία μαζί τους. Εκείνη αρνήθηκε, δικάστηκε και καταδικάστηκε. Πριν την οδηγήσουν για να λιθοβοληθεί, ο προφήτης Δανιήλ απαίτησε να εξεταστούν οι κατήγοροί της. Χάρη στις ασυμφωνίες στις καταθέσεις τους, οι πρεσβύτεροι δικαστές αποδείχθηκαν ένοχοι για ψευδορκία και εκτελέστηκαν.
Η ιστορία της Λουκρητίας προέρχεται από την «Ιστορία της Ρώμης» του Λίβιου, Βιβλίο 1, κεφάλαιο 58. Ο Σέξτος Ταρκίνος, γιος ενός αυταρχικού Ρωμαίου βασιλιά του 5ου αιώνα π.Χ., εκβίασε επιτυχώς τη Λουκρητία για να την οδηγήσει σε μοιχεία. Προσέφερε στη Λουκρητία δύο επιλογές: είτε θα δεχόταν τις προτάσεις του είτε θα σκότωνε την ίδια και τον υπηρέτη της, με την πρόφαση ότι «τους έπιασε να μοιχεύουν». Εκείνη επέλεξε το πρώτο.
Την επόμενη ημέρα, η Λουκρητία μετανόησε μπροστά στον πατέρα της, στον σύζυγό της και σε δύο μάρτυρες. Αφού δήλωσε ότι «το σώμα μόνο έχει παραβιαστεί, το μυαλό είναι αθώο – ο θάνατος θα είναι μάρτυράς μου», η Λουκρητία αυτοκτόνησε. Ο θάνατός της αποτέλεσε το έναυσμα για την οικογένειά της και άλλους Ρωμαίους ευγενείς να ανατρέψουν τον Ταρκίνο. Αναγκάστηκε να διαφύγει και σκοτώθηκε λίγο αργότερα.
Κοινές καλλιτεχνικές ερμηνείες
Οι καλλιτεχνικές απεικονίσεις της Σουζάννας και της Λουκρητίας τείνουν να είναι γυμνοί ή μερικώς γυμνοί πίνακες, που επικεντρώνονται στη σκηνή όπου εκβιάζονται από τους διώκτες τους.
Δεδομένου ότι οι δύο δικαστές είδαν τη Σουζάννα την ώρα που έκανε μπάνιο στον ιδιωτικό της κήπο, πολλές από τις ζωγραφικές αναπαραστάσεις της θυμίζουν γενικώς τα γυμνά ή τους πίνακες της Αφροδίτης, και διακρίνονται από εκείνα χάρη στον τίτλο και ορισμένες ανεπαίσθητες ενδείξεις, όπως η παρουσία των δικαστών σε κάποια άκρη της σύνθεσης. Τρεις από τις τέσσερις απεικονίσεις της Σουζάννας από τον Τιντορέττο – συμπεριλαμβανομένων δύο που ζωγραφίστηκαν μόλις δεκαετίες πριν από τον Βερονέζε – εμπίπτουν σε αυτές τις κατηγορίες.
Την εποχή του Βερονέζε, η σύνθεση με τη γυμνή Σουζάννα στο επίκεντρο και τους δικαστές στην περιφέρεια αποτελούσε ήδη καλλιτεχνική σύμβαση. Ο Τιντορέτο, ο Αλεσσάντρο Αλλόρι (συνεργάτης του Βαζάρι), ο Λορέντζο Λόττο και ο Γιαν Μάτσυς ζωγράφισαν τέτοιες σκηνές.
Η Λουκρητία συνήθως απεικονίζεται ημίγυμνη, λίγο πριν αυτοκτονήσει. Κρατώντας ένα στιλέτο – συχνά στραμμένο προς τον ίδιο της τον κορμό – καθιστά προφανή την αφήγηση της επερχόμενης αυτοκτονίας. Αλλά οι αρχαίες μαρτυρίες την παρουσιάζουν να αυτοκτονεί παρουσίᾳ της οικογενείας της, κάτι που μάς υποχρεώνει να υποθέσουμε ότι ήταν ντυμένη. Μερικές φορές, η γυμνότητά της τονίζει συμβολικά ότι την είχαν βιάσει. Μερικές φορές υποδηλώνει έναν παραλληλισμό μεταξύ της σωματικής ομορφιάς της και της ηθικής καλοσύνης της, όπως σε ένα έργο του Αμβρόσιου Μπένσον. Ως επί το πλείστον, όμως, θέτει απλώς την αφηγηματική πτυχή της ιστορίας της σε δευτερεύοντα ρόλο.
Οι καλλιτέχνες έχουν κατά καιρούς απεικονίσει τη Λουκρητίαμε σε συνθέσεις που θυμίζουν τις συνθέσεις με τη Σουζάννα, αλλά με τον Ταρκίνο να την αιφνιδιάζει στην κρεβατοκάμαρά της. Αν και οι αρχαίες πηγές δεν αναφέρουν τι φορούσε, το γυμνό βοηθά στην αφήγηση της ιστορίας.
Οι συνθέσεις του Βερονέζε
Ο Βερονέζε ήταν ο πρώτος μεγάλος δάσκαλος που ζωγράφισε τη Λουκρητία και τη Σουζάννα εστιάζοντας στην αρετή τους, που τις ανύψωσε στην ηθική φαντασία του δυτικού κόσμου. Σε κάποιο βαθμό, η «Λουκρητία» του Βερονέζε μπορεί να έχει επηρεαστεί από έναν πίνακα του 1515 περίπου, που συνήθως θεωρείται πρώιμο έργο του Τιτσιάνο. Και οι δύο απεικονίζουν τη Λουκρητία ντυμένη – λιγότερο ή περισσότερο – στα πράσινα και τα λευκά, με ξανθά μαλλιά. Το προγενέστερο έργο παραμένει επικεντρωμένο στην ομορφιά της, αν και πιο μετριοπαθώς. Τα μάτια της Λουκρητίας κοιτούν προς τα πάνω με ένα βλέμμα που θα μπορούσε να είναι περίεργο και τα ημιδιαφανή ρούχα της αναδεικνύουν το σώμα της. Το στιλέτο κοιτάζει προς τα έξω.

Παρά τις ομοιότητες, ο Βερονέζε αντέστρεψε μεγάλο μέρος αυτού του πίνακα. Η δική του Λουκρητία κοιτάζει στο έδαφος με ντροπή και μετάνοια – ίσως και με απέχθεια για τον εαυτό της. Όχι μόνο είναι πιο καλυμμένη, αλλά ανασηκώνει και τον μανδύα της για να καλυφθεί καλύτερα. Η άκρη του μαχαιριού της ακουμπά στο στήθος της – και θα μπορούσε κάλλιστα να έχει αρχίσει να το διαπερνά. Εκτός από το να τη σκοτώσει, θα καρφώσει τον μανδύα πάνω της, διατηρώντας τη σεμνότητά της ακόμα και στον θάνατο. Όσο όμορφη κι αν είναι, το επίκεντρο είναι η πράξη της αυτοκτονίας της και οι ηθικές ιδιότητες που την οδήγησαν να βάλει τέλος στη ζωή της.

Η απεικόνιση της Σουζάνας, από τον Βερονέζε, επιδεικνύει παρόμοια σεμνότητα. Αν και το σώμα της φαίνεται περισσότερο απ’ ό,τι της Λουκρητίας, αυτό δείχνει ότι καλύπτεται όσο το δυνατόν πιο γρήγορα όταν οι δικαστές την αντιμετωπίζουν. Όμως η προσωπικότητά της είναι διαφορετική. Βλέποντας την από κοντά, στο πρόσωπό της αναμειγνύονται η δυσπιστία και η σύγχυση με την πρόκληση – σαν να θεωρεί την πρότασή τους πολύ παράλογη για να είναι αληθινή.

Και οι δύο ιστορίες τονίζουν τις επιπτώσεις της λαγνείας, προβάλλοντας την ανεξέλεγκτη διαφθορά και την κατάχρηση εξουσίας από άνδρες με δύναμη. Εστιάζοντας στις ιστορίες των γυναικών και στην ηθική τους, ο Βερονέζε ενέπνευσε τις μεταγενέστερες γενιές καλλιτεχνών: Οι μετα-αναγεννησιακοί δάσκαλοι, συμπεριλαμβανομένων των Ρούμπενς, Άντονυ βαν Ντάυκ και Αρτεμισία Τζεντιλέσκι, επέλεξαν να ακολουθήσουν την προσέγγιση του Βερονέζε.