Την ανησυχία του για την πιθανότητα να απασχολεί την Ευρώπη η Ρωσία, ώστε η Κίνα να έχει έναν αντίπαλο λιγότερο σε τυχόν στρατιωτικές επιχειρήσεις κατά της Ταϊβάν, εξέφρασε ο γενικός γραμματέας του ΝΑΤΟ, Μαρκ Ρούττε.
Μιλώντας σε συνέντευξη Τύπου στις 23 Ιουνίου, εν όψει της Συνόδου Κορυφής του ΝΑΤΟ στη Χάγη, ο Ρούττε τόνισε: «Το ΝΑΤΟ διατηρεί στενούς δεσμούς με αρκετούς εταίρους του Ινδο-Ειρηνικού, όπως η Αυστραλία, η Ιαπωνία, η Νέα Ζηλανδία και η Νότια Κορέα, και όλοι συμμερίζονται την ανησυχία για τη μαζική στρατιωτική ενίσχυση του κινεζικού καθεστώτος».
Όπως σημείωσε, πριν από λίγα χρόνια καμία κινεζική επιχείρηση δεν συγκαταλεγόταν μεταξύ των δέκα ισχυρότερων αμυντικών βιομηχανιών του κόσμου, ενώ σήμερα υπάρχουν από τρεις έως πέντε. Όπως ανέφερε χαρακτηριστικά, «σαφώς δεν το κάνουν μόνο επειδή θέλουν να οργανώνουν μεγάλες παρελάσεις στο Πεκίνο. Και, βεβαίως, όλοι ανησυχούμε για την κατάσταση στην Ταϊβάν.»
Ερωτηθείς για το ενδεχόμενο να παρέμβουν οι Ηνωμένες Πολιτείες προς υπεράσπιση της Ταϊβάν εφόσον δεχθεί επίθεση από την Κίνα, ο Ρούττε εκτίμησε: «Δεν υπάρχει καμιά αμφιβολία ότι ο ηγέτης του κινεζικού καθεστώτος, Σι Τζινπίνγκ, θα ζητούσε βοήθεια από τον ‘μικρό εταίρο’ του, τον Ρώσο πρόεδρο Βλαντίμιρ Πούτιν. Ο Πούτιν θα μας κρατούσε απασχολημένους στην Ευρώπη», διευκρίνισε, χωρίς να επεκταθεί.
Στο ίδιο πλαίσιο, διαβεβαίωσε πως «το ΝΑΤΟ δεν θα μπορούσε να μείνει απλός παρατηρητής ως συμμαχία. Αυτός είναι ένας από τους λόγους που πρέπει να είμαστε έτοιμοι και να μην τρέφουμε αυταπάτες. Πρέπει να είμαστε ξεκάθαροι, και για αυτό η αύξηση των αμυντικών δαπανών είναι τόσο σημαντική», αναφερόμενος στο ενδεχόμενο του νέο στόχου για ελάχιστο ποσοστό 5% του ΑΕΠ κάθε μέλους προς την άμυνα.
«Γι’ αυτό, το ΝΑΤΟ δεν έχει δικαίωμα εξαίρεσης ούτε παράλληλα διμερή σύμφωνα. Όλοι πρέπει να συμβάλλουμε.»
Το Κομμουνιστικό Κόμμα της Κίνας θεωρεί την Ταϊβάν κινεζικό έδαφος και επιδιώκει την προσάρτησή της, παρά το γεγονός ότι ποτέ δεν την έχει κυβερνήσει. Μετά την επικράτηση του ΚΚΚ στην ηπειρωτική Κίνα, η Ταϊβάν λειτουργεί ως ντε φάκτο ανεξάρτητο κράτος με τη δική της δημοκρατικά εκλεγμένη κυβέρνηση, στρατό, σύνταγμα και νόμισμα.
Οι ΗΠΑ αποτελούν τον βασικότερο προμηθευτή οπλικών συστημάτων της Ταϊβάν, αν και οι δύο πλευρές δεν διατηρούν επίσημες διπλωματικές σχέσεις.
Τον Μάιο, στη Διάσκεψη Shangri-La στη Σιγκαπούρη, ο Αμερικανός υπουργός Άμυνας, Πητ Χέγκσεθ, προειδοποίησε για τις συνέπειες ενδεχόμενης επίθεσης της Κίνας κατά της Ταϊβάν και έδωσε χρονοδιάγραμμα για το πότε αυτή μπορεί να εκδηλωθεί.
«Είναι γνωστό ότι ο Σι έχει διατάξει τις κινεζικές ένοπλες δυνάμεις να είναι έτοιμες να εισβάλουν στην Ταϊβάν έως το 2027», δήλωσε τότε. «Οποιαδήποτε προσπάθεια του κομμουνιστικού καθεστώτος της Κίνας να κατακτήσει την Ταϊβάν δια της βίας θα είχε ολέθριες συνέπειες για την περιοχή του Ινδο-Ειρηνικού, αλλά και για τον κόσμο ολόκληρο.»
Τον Φεβρουάριο του 2022, ο Σι και ο Πούτιν ανακοίνωσαν τη μεταξύ τους «συνεργασία χωρίς όρια», λίγες εβδομάδες πριν από τη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία. Οι δύο ηγέτες έχουν επιβεβαιώσει επανειλημμένα αυτή τη στρατηγική σχέση, με τη Μόσχα να συμφωνεί με την κινεζική στάση στο ζήτημα της Ταϊβάν, χαρακτηρίζοντας τη νήσο «αναπόσπαστο τμήμα της Κίνας» σε κοινή τους ανακοίνωση.
Στις αρχές Μαΐου, ο Σι και ο Πούτιν συναντήθηκαν εκ νέου στο Κρεμλίνο για την ενίσχυση της συνεργασίας μεταξύ των δύο γειτονικών χωρών. Ήταν η ενδέκατη επίσκεψη του Σι στη Ρωσία από τότε που ανέλαβε την εξουσία το 2013.
Ο Ρούττε, που διετέλεσε πρωθυπουργός της Ολλανδίας από το 2010 έως το 2024 για σχεδόν δεκατέσσερα χρόνια, ανέλαβε καθήκοντα γενικού γραμματέα του ΝΑΤΟ τον Οκτώβριο του προηγούμενου έτους, διαδεχόμενος τον Γενς Στόλτενμπεργκ.
Σε ομιλία του τον Δεκέμβριο του 2024, ανέφερε: «Η Κίνα εκφοβίζει την Ταϊβάν». Παράλληλα, επεσήμανε ότι αν ο Πούτιν βγει κερδισμένος από ενδεχόμενες διαπραγματεύσεις για την Ουκρανία, «η Κίνα θα παρακολουθεί και ενδεχομένως θα επιχειρήσει να ‘δαγκώσει’ ένα κομμάτι της Ταϊβάν».
Το υπουργείο Εξωτερικών της Ταϊβάν χαρακτήρισε τη συγκεκριμένη ομιλία του Ρούττε ιδιαίτερα σημαντική σε μια περίοδο όπου τα αυταρχικά καθεστώτα διευρύνουν τις φιλοδοξίες τους.
Στη σχετική του ανακοίνωση, ανέφερε ότι «η Ταϊβάν θα συνεχίσει να συνεργάζεται με ομοϊδεάτες εταίρους όπως η G7 και το ΝΑΤΟ για την από κοινού διαφύλαξη της ειρήνης, της σταθερότητας και της ευημερίας στα Στενά της Ταϊβάν και στην ευρύτερη περιοχή».