Σε τροχιά κλιμάκωσης κινείται η εμπορική διαμάχη μεταξύ Ευρωπαϊκής Ένωσης και Ηνωμένων Πολιτειών, μετά την πρόσφατη απόφαση της Ουάσιγκτον να επιβάλει νέους δασμούς στις εισαγωγές χάλυβα και αλουμινίου από την Ευρώπη. Η κίνηση αυτή προκάλεσε την άμεση και έντονη αντίδραση του Γερμανού καγκελαρίου Όλαφ Σολτς, ο οποίος χαρακτήρισε «λανθασμένες» τις αμερικανικές αποφάσεις και προειδοποίησε για «γρήγορη και κατάλληλη» απάντηση από ευρωπαϊκής πλευράς.
«Στο εμπόριο χρειαζόμαστε λιγότερα και όχι περισσότερα εμπόδια και για αυτό θεωρώ λανθασμένες τις αποφάσεις των ΗΠΑ σχετικά με την τελωνειακή πολιτική», δήλωσε χαρακτηριστικά ο καγκελάριος κατά τη διάρκεια κοινής συνέντευξης Τύπου με τον πρόεδρο του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Αντόνιο Κόστα στο Βερολίνο. Ο Σολτς παραδέχθηκε επίσης ότι οι νέοι δασμοί θα πλήξουν ιδιαίτερα τη Γερμανία, η οποία αποτελεί μία από τις ισχυρότερες εξαγωγικές οικονομίες της Ευρώπης.
Η ευρωπαϊκή θέση: Διάλογος αλλά και αντίμετρα
Από την πλευρά του, ο πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Αντόνιο Κόστα υπογράμμισε την ανάγκη αποφυγής περαιτέρω κλιμάκωσης και τη διάθεση της ΕΕ για διάλογο. Ωστόσο, διευκρίνισε ότι η Ευρώπη είναι έτοιμη να απαντήσει με «ανάλογα και επαρκή» μέτρα.
«Πρέπει να αποφευχθεί η κλιμάκωση», ανέφερε ο Κόστα, προσθέτοντας ότι «η ΕΕ προτείνει μια ανάλογη και επαρκή απάντηση στην τρέχουσα κατάσταση, η οποία απαιτεί διάλογο και διαπραγματεύσεις με τις ΗΠΑ». Υπογράμμισε επίσης ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση «είναι ανοιχτή σε συνομιλίες με την Ουάσιγκτον για τυχόν εμπορικές ανισορροπίες».
Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή έχει ήδη ανακοινώσει την πρόθεσή της να απαντήσει στους αμερικανικούς δασμούς, με τον εκπρόσωπο του γερμανικού υπουργείου Οικονομίας, Στέφαν Γκάμπριελ Χάουφε, να σημειώνει ότι η χώρα του υποστηρίζει την απόφαση των Βρυξελλών για περαιτέρω διαπραγματεύσεις και διάλογο με τις ΗΠΑ, καθώς «δεν ενδιαφερόμαστε για μια σύγκρουση δασμών».
Η αμερικανική οπτική: Η προστασία της εγχώριας βιομηχανίας
Η αμερικανική πλευρά φαίνεται αποφασισμένη να προστατεύσει τις εγχώριες βιομηχανίες χάλυβα και αλουμινίου, θεωρώντας την επιβολή δασμών αναγκαίο μέτρο για την ενίσχυση της ανταγωνιστικότητάς τους έναντι των εισαγωγών.
Οι ΗΠΑ υποστηρίζουν ότι τα μέτρα αυτά είναι απαραίτητα για την προστασία των αμερικανικών επιχειρήσεων από αθέμιτες πρακτικές ανταγωνισμού, με ιδιαίτερη έμφαση στην υπερπαραγωγή που προέρχεται κυρίως από την Κίνα. Παράλληλα, η Ουάσιγκτον θεωρεί πρωταρχικής σημασίας τη διασφάλιση της εθνικής οικονομικής ασφάλειας.
Παρά την αποφασιστικότητα της αμερικανικής κυβέρνησης, παρατηρητές επισημαίνουν ότι υπάρχει επιφυλακτικότητα σχετικά με μια ενδεχόμενη κλιμάκωση του εμπορικού πολέμου με την Ευρώπη, δεδομένων των στενών πολιτικών και οικονομικών δεσμών μεταξύ των δύο πλευρών.
Το ευρύτερο πλαίσιο: Ανταγωνιστικότητα και άμυνα
Η συζήτηση για τους δασμούς και τις εμπορικές σχέσεις ΕΕ-ΗΠΑ εντάσσεται σε ένα ευρύτερο πλαίσιο προκλήσεων που αντιμετωπίζει η Ευρώπη. Ο Αντόνιο Κόστα επεσήμανε ότι η επικείμενη σύνοδος κορυφής της ΕΕ θα επικεντρωθεί στην ανταγωνιστικότητα, η οποία συνδέεται άμεσα με την ενίσχυση της ευρωπαϊκής αμυντικής ικανότητας.
«Η επένδυση στην ευρωπαϊκή άμυνα σημαίνει επίσης επένδυση στις βιομηχανίες μας, στην τεχνολογία μας, σε θέσεις εργασίας για τους πολίτες μας», τόνισε ο Κόστα, προσθέτοντας ότι «η Ευρώπη χρειάζεται μια ισχυρή, ανταγωνιστική οικονομία για να υπερασπιστεί τα συμφέροντά της σε ένα παγκόσμιο πλαίσιο προκλήσεων. Η ευημερία και η ασφάλεια είναι οι δύο όψεις του ίδιου νομίσματος».
Ο Σολτς, από την πλευρά του, υπογράμμισε την ανάγκη όλα τα κράτη-μέλη της ΕΕ «να κάνουν περισσότερα για την άμυνα», χαρακτηρίζοντάς το «ένα από τα βασικά καθήκοντα σε εθνικό και σε ευρωπαϊκό επίπεδο για τα επόμενα χρόνια και δεκαετίες».
Προοπτικές και συμπεράσματα
Η τρέχουσα εμπορική διαμάχη μεταξύ ΕΕ και ΗΠΑ αναδεικνύει τις προκλήσεις ενός παγκόσμιου εμπορικού συστήματος όπου οι μεγάλες οικονομικές δυνάμεις επιδιώκουν να ισχυροποιήσουν τη θέση τους, ενώ ταυτόχρονα αναγνωρίζουν την ανάγκη για συνεργασία.
Αν και οι θέσεις των δύο πλευρών συγκλίνουν στον στόχο αποφυγής μιας ευρείας εμπορικής σύγκρουσης, παραμένουν σημαντικές διαφωνίες ως προς την εφαρμογή συγκεκριμένων πολιτικών. Η ΕΕ τάσσεται υπέρ του διαλόγου και των διαπραγματεύσεων, διατηρώντας ωστόσο το δικαίωμα να λάβει αντίμετρα, ενώ οι ΗΠΑ εμφανίζονται αποφασισμένες να υπερασπιστούν τις πολιτικές τους για λόγους εθνικής οικονομικής ασφάλειας.