Το τέταρτο από τα τέσσερα άρθρα του Μάρκο Ρεσπίντι με θέμα τη δίωξη του Φάλουν Γκονγκ στην Κίνα.
Η δίωξη των ασκούμενων του Φάλουν Γκονγκ (ή μαθητών της διδασκαλίας του Φάλουν Ντάφα) δεν είναι μια θλιβερή ιστορία που ανήκει στο παρελθόν, της οποίας θυμόμαστε ευλαβικά στις επετείους. Είναι ένα συγκλονιστικό σημερινό και επαναλαμβανόμενο γεγονός, ιδίως επειδή τα θύματά του είναι ένοχα για ένα μόνο «έγκλημα»: να ακολουθούν ειρηνικά και ακίνδυνα έναν πνευματικό δρόμο. Η περίπτωση της Μα Σιουγιούν (Ma Xiuyun) και του συζύγου της Τανγκ Πινγκσούν (Tang Pingshun) αποτελεί ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα.
Η Μα γεννήθηκε στις 14 Αυγούστου 1957 και ο Τανγκ στις 14 Απριλίου 1955. Ζούσαν στο Πεκίνο, στην περιοχή Τσαογιάνγκ, και ήταν και οι δύο ασκούμενοι του Φάλουν Γκονγκ. Έναν χρόνο περίπου αφότου ξεκίνησε η δίωξη (στις 20 Ιουλίου 1999), η Μα συνελήφθη. Την πήγαν σε διάφορα στρατόπεδα καταναγκαστικής εργασίας σε όλη την Κίνα. Ο λόγος ήταν γελοίος: Στις 20 Αυγούστου 2000 είχε συμμετάσχει σε μια ειρηνική διαδήλωση στην πλατεία Τιενανμέν του Πεκίνου, για να διαμαρτυρηθεί για την απόφαση της κυβέρνησης να απαγορεύσει το Φάλουν Γκονγκ.
Αρχικά στάλθηκε στο κέντρο κράτησης της περιοχής Τσαογιάνγκ, όπου παρέμεινε για επτά ημέρες. Οι αστυνομικές αρχές την άφησαν ελεύθερη, θεωρώντας ότι είχε φοβηθεί αρκετά, αλλά η Μα επέστρεψε στην πλατεία Τιενανμέν – τοπόσημο των αιτημάτων του κινεζικού λαού για δικαιοσύνη και ελευθερία – την 1η Οκτωβρίου 2000, για να ζητήσει και πάλι δικαιοσύνη για το Φάλουν Γκονγκ . Συνελήφθη και οδηγήθηκε ξανά στο κέντρο κράτησης της περιοχής Τσαογιάνγκ, όπου παρέμεινε για πέντε ημέρες. Αλλά αυτή ήταν μόνο η αρχή του Γολγοθά της. Ήταν τώρα μια αναγνωρισμένη ασκούμενη του Φάλουν Γκονγκ, ένα από εκείνα τα άτομα που οι πράκτορες των αρχών επιβολής του νόμου επισκέπτονται τακτικά και παρενοχλούν, χωρίς καν τη δικαιολογία μιας ψευδούς κατηγορίας.
Το κινεζικό καθεστώς διοργανώνει τακτικά τις λεγόμενες «Δύο Συνόδους», υπό την ηγεσία πλέον του Προέδρου Σι Τζινπίνγκ, μια συνεδρίαση του Εθνικού Λαϊκού Κογκρέσου (ή του εθνικού νομοθετικού σώματος της Λαϊκής Δημοκρατίας της Κίνας, ΛΔΚ) και της Κινεζικής Λαϊκής Πολιτικής Συμβουλευτικής Διάσκεψης (ένα πολιτικό συμβουλευτικό όργανο που λειτουργεί ως κεντρικό μέρος της στρατηγικής του ΚΚΚ για το Ενιαίο Μέτωπο, προκειμένου να δημιουργήσει μια ψευδή εντύπωση πολιτικού πλουραλισμού). Καθώς η καταστολή γίνεται συνήθως πιο σκληρή την παραμονή αυτών των εκδηλώσεων, κατά τη διάρκεια των «Δύο Συνόδων» του Μαρτίου 2001, αστυνομικοί του τμήματος Ταϊγιανγκόνγκ (το Ταϊγιανγκόνγκ είναι ένας δήμος στα βόρεια της περιφέρειας Τσαογιάνγκ) πήγαν τη Μα στο κέντρο κράτησης της περιφέρειας Τσαογιάνγκ ως προληπτικό μέτρο «δημόσιας ασφάλειας». Για να «μιλήσουν», όπως είπαν. Εκεί, κρατήθηκε για είκοσι οκτώ ημέρες.
Η επόμενη σύλληψή της έγινε τον Μάιο του 2001, όταν δύο γυναίκες χτύπησαν την πόρτα της για να ελέγξουν, όπως ισχυρίστηκαν, τους σωλήνες αερίου του διαμερίσματός της. Όταν εκείνη άνοιξε, τέσσερις άντρες, που περίμεναν κρυμμένοι, πετάχτηκαν, την έπιασαν και την απομάκρυναν βίαια με ένα λευκό φορτηγάκι. Σε αυτό το σημείο, οι πληροφορίες για την τύχη της που συγκέντρωσε το «Bitter Winter» από αναπαραστάσεις που έγιναν από απόσταση, δεν είναι ακόμη σαφείς. Υπάρχουν δύο εκδοχές. Η μία είναι ότι συνελήφθη δύο φορές τον Μάιο. Την πρώτη φορά την μετέφεραν σε ένα άγνωστο μέρος (πιθανότατα στο αγροτικό συγκρότημα της περιοχής Χουαϊρόου, μια μάλλον απομακρυσμένη περιοχή στο βορειοανατολικό Πεκίνο). Εκεί, η Μα διαμαρτυρήθηκε και ξεκίνησε απεργία πείνας. Στη συνέχεια είτε διέφυγε είτε αφέθηκε ελεύθερη, για να συλληφθεί για δεύτερη φορά μετά από σύντομο χρονικό διάστημα και να μεταφερθεί στο Κέντρο Νομικής Εκπαίδευσης του Πεκίνου, μια εγκατάσταση για την αναμόρφωση των κρατουμένων στην ιδεολογική ορθοδοξία του καθεστώτος. Η άλλη πιθανότητα είναι ότι συνελήφθη μόνο μία φορά και πέρασε την περίοδο κράτησής της σε δύο διαφορετικά μέρη, μεταφερόμενη μετά από δέκα ημέρες από τον πρώτο άγνωστο χώρο κράτησης (ίσως το αγροτικό συγκρότημα) στο Κέντρο Νομικής Εκπαίδευσης του Πεκίνου.
Ωστόσο, η Μα ήταν πρωταθλήτρια στην αντοχή. Όταν απελευθερώθηκε ξανά την 1η Οκτωβρίου 2001, επέστρεψε στην πλατεία Τιενανμέν. Αυτή τη φορά, πολλοί αστυνομικοί ήταν εκεί, ελέγχοντας όλες τις κινήσεις των περαστικών. Η Μα άρχισε να περπατάει, χωρίς ορατά σημάδια διαμαρτυρίας. Όμως την είχαν ακολουθήσει μεταμφιεσμένοι πράκτορες της αστυνομίας, οι οποίοι τελικά την απήγαγαν και πάλι, την έσυραν σε ένα αυτοκίνητο και την οδήγησαν στο παράρτημα του Γραφείου Δημόσιας Ασφάλειας του Πεκίνου της περιοχής Τιενανμέν.
Στη συνέχεια, μεταφέρθηκε στο αστυνομικό τμήμα Τουαντζιεχού, όπου ένας αστυνομικός υπάλληλος τη χαστούκισε επανειλημμένα χωρίς προφανή λόγο, πριν την στείλει πρώτα στην αστυνομία της Ταϊγιανγκόνγκ και στη συνέχεια σε μυστικό μέρος. Αυτό ήταν ένα κτίριο με τρία υπόγεια επίπεδα, όπου η Μα παρέμεινε για δέκα ημέρες. Ήταν ένα εντελώς ανθυγιεινό μέρος, σε σημείο που συχνά οι ίδιοι οι αστυνομικοί αρρώσταιναν. Αυτό ώθησε τις αρχές να τη μετακινήσουν ξανά και να την πάνε σε ένα διαμέρισμα σχεδιασμένο για τους ηλικιωμένους του συγκροτήματος κράτησης Ταϊγιανγκόνγκ. Το μυστικό κτίριο, με τα ανθυγιεινά επίπεδα, θα μπορούσε να ήταν και μέρος αυτού του συγκροτήματος.
Μετά από ένα μήνα κράτησης εκεί, στάλθηκε εκ νέου στο κέντρο κράτησης της περιφέρειας Τσαογιάνγκ όπου, μετά από τριάντα ημέρες, καταδικάστηκε σε ενάμιση χρόνο σε στρατόπεδο εργασίας. Η Μα το άντεξε και αυτό, μέχρι που λαχτάρησε την απελευθέρωση. Αλλά η ελευθερία ήταν ένα σύντομο όνειρο. Στις 30 Μαρτίου 2005, η αστυνομία εισέβαλε για άλλη μια φορά στο σπίτι της, στέλνοντάς την ως γνωστή και «διαβόητη» οπαδό του Φάλουν Ντάφα σε έναν «παλιό γνώριμο»: το κέντρο κράτησης της περιφέρειας Τσαογιάνγκ. Καταδικάστηκε για άλλα δυόμισι χρόνια, σε στρατόπεδο εργασίας γυναικών στο Πεκίνο. Δεδομένου ότι δεν σταμάτησε να ασκεί το Φάλουν Γκονγκ ούτε εκεί, τιμωρήθηκε με στέρηση ύπνου. Θα της επιτρεπόταν να ξεκουραστεί μόνο αν δεχόταν να υποβληθεί σε αναμόρφωση στο δόγμα του ΚΚΚ.
Η Μα αρνήθηκε και τα βασανιστήρια άρχισαν. Για τρεις μήνες, υποχρεώθηκε να κάθεται σε ένα σκαμνί από τις 5:30 π.μ. της μιας ημέρας έως τις 2:00 π.μ. της επόμενης. Της αρνήθηκαν την τροφή πέραν της βασικής ποσότητας και την κανονική χρήση των τουαλετών. Δεν μπορούσε να αλλάξει τα ρούχα της και δεν μπορούσε να δεχτεί καμία επίσκεψη. Περισσότερος εξευτελισμός ήρθε όταν μεταφέρθηκε σε μια συγκεκριμένη ομάδα εργασίας, όπου οι κρατούμενοι δούλευαν σχεδόν ως σκλάβοι στους σταύλους, μαζεύοντας περιττώματα βοοειδών και ταΐζοντας τα γουρούνια ή ποτίζοντας το έδαφος τις πιο ζεστές ώρες των καλοκαιρινών ημερών.
Στη συνέχεια, ήρθε επιτέλους η απελευθέρωση – αλλά και πάλι για ένα σύντομο χρονικό διάστημα. Στις 24 Μαΐου 2008, κατά τη διάρκεια των Ολυμπιακών Αγώνων του Πεκίνου, η Μα καταδικάστηκε σε δυόμισι ακόμη χρόνια σε στρατόπεδο εργασίας για γυναίκες, αυτή τη φορά στο Γούχαν της επαρχίας Χουμπέι. Και πάλι, οι λεπτομέρειες είναι μερικές φορές δύσκολο να εξακριβωθούν. Η εγκατάσταση θα μπορούσε να είναι το στρατόπεδο καταναγκαστικής εργασίας «Ηλιαχτίδα» που βρίσκεται στο Ειδικό Μαχού Νο 1 (Mahu Special No 1) στην περιοχή Χονγκσάν της πόλης Γούχαν. Για άλλη μια φορά στερήθηκε τον ύπνο, με εντολή να στέκεται όρθια κάθε μέρα από τις 6:00 π.μ. έως τα μεσάνυχτα. Το καλοκαίρι, αυτό το βασανιστήριο γινόταν στις τουαλέτες, όπου η μυρωδιά ήταν αηδιαστική. Τον χειμώνα, μεταφερόταν στους διαδρόμους του κτιρίου, όπου έκανε πολύ κρύο. Το υπέμεινε αυτό για δύο χρόνια και τέσσερις μήνες, δουλεύοντας αμέτρητες ώρες, με έλλειψη τροφής, αναγκασμένη να αγοράσει κάτι επιπλέον για να φάει από το κατάστημα της φυλακής. Μια ιδιαίτερα σκληρή τιμωρία που υπέστη ήταν να στέκεται έξω στον ήλιο για πέντε συνεχείς ημέρες.
Όσον αφορά τον σύζυγό της, ο Τανγκ Πινγκσούν συνελήφθη το 2017 και κρατήθηκε για τριάντα ημέρες. Ήταν ένοχος για διανομή υλικού σχετικά με το Φάλουν Γκονγκ. Στη συνέχεια στάλθηκε σε κέντρο αναμόρφωσης.
Μετά την αποφυλάκισή του, τον επισκέπτονταν συνεχώς αστυνομικοί πράκτορες και το προσωπικό του κλειστού πλέον (ή μετονομασμένου) και κακόφημου «Γραφείου 610». Το ΚΚΚ ισχυρίζεται ότι το Γραφείο 610 έκλεισε στις 19 Μαρτίου 2018, αλλά το πιθανότερο είναι, σύμφωνα με μαρτυρίες, ότι απλώς μετονομάστηκε και αναδιοργανώθηκε η κεντρική δομή του, ενώ τα τοπικά υποκαταστήματά του εξακολουθούν να λειτουργούν. Οι επισκέψεις αυτές είναι χαρακτηριστικές της εκστρατείας «χτυπώντας την πόρτα» που ξεκίνησε το ΚΚΚ την άνοιξη του 2017. Σε ευαίσθητες ημερομηνίες και πολιτικές/ιδεολογικές επετείους, το Κόμμα στέλνει μια μικρή ομάδα πρακτόρων, συνήθως μόνο δύο άτομα, στο σπίτι γνωστών ασκούμενων του Φάλουν Γκονγκ. Αυτό γίνεται για να τους κάνει να νιώσουν τη συνεχή πίεση του κράτους ή για να διερευνήσει αν εξακολουθούν να είναι ασκούμενοι.
Στις 9 Ιουνίου 2022, μια από αυτές τις ομάδες χτύπησε την πόρτα του ζευγαριού για να τους συλλάβει και τους δύο. Κατάσχεσαν πολλά από τα προσωπικά τους αντικείμενα, όπως υπολογιστές, εκτυπωτές, βιβλία και πίνακες ζωγραφικής. Καθώς ο COVID ήταν διάχυτος στην ατμόσφαιρα, αφέθηκαν ελεύθεροι μετά από τρεις ημέρες. Ωστόσο, μετά από λίγους μόλις μήνες, στις 12 Οκτωβρίου, εν όψει του 20ού Εθνικού Συνεδρίου του ΚΚΚ (16-22 Οκτωβρίου), μια διμοιρία περισσότερων από είκοσι αστυνομικών τους μετέφερε στο άλλο «σπίτι» τους, το κέντρο κράτησης της περιφέρειας Τσαογιάνγκ.
Στις 8 Δεκεμβρίου, ο εισαγγελέας της περιφέρειας Τσαογιάνγκ ανέλαβε την υπόθεσή τους, απαγγέλλοντάς τους κατηγορίες με βάση τις «αποδείξεις» εγκλήματος που είχαν ανακαλυφθεί τον Ιούνιο, δηλαδή το εκπαιδευτικό υλικό του Φάλουν Γκονγκ και ημερολόγια με το σήμα του Φάλουν Γκονγκ.
Η Μα Σιουγιούν και ο Τανγκ Πινγκσούν ακόμα υποφέρουν φυλακισμένοι. Μετά από πέντε μήνες κράτησης εν αναμονή της δίκης τους, προσήχθησαν στο δικαστήριο στις 15 Μαρτίου 2023. Οι δικηγόροι τους ζήτησαν αμέσως την απόρριψη της υπόθεσής τους ως αβάσιμης και αναπόδεικτης, αλλά το αίτημα τους απορρίφθηκε. Λίγες ημέρες αργότερα, στις 24 Μαΐου, οι δύο ασκούμενοι καταδικάστηκαν σε ενάμιση χρόνο φυλάκισης και πρόστιμο 4.000 ρενμίνμπι (περισσότερα από 500 ευρώ) ο καθένας. Τώρα, παραμένουν στο κέντρο κράτησης της περιφέρειας Τσαογιάνγκ να γίνει δεκτή η έφεσή τους. Υπάρχει ακόμα χρόνος για να σωθούν, αν αυτοί που έχουν τη δύναμη να το κάνουν, ασκήσουν τη δύναμη τους.
Στη σειρά «Στοχεύοντας το Φάλουν Γκονγκ» έχουν προηγηθεί τα Μέρος α΄, Μέρος β΄ και Μέρος γ΄.
Του Marco Respinti
Μετάφραση και αναδημοσίευση από το Bitter Winter
Επιμέλεια: Αλία Ζάε