Ομόφωνα τάχθηκε το Ανώτατο Δικαστήριο των ΗΠΑ υπέρ του Twitter, της Google και του Facebook, κρίνοντας με δύο αποφάσεις του στις 18 Μαΐου ότι οι γίγαντες της Silicon Valley προστατεύονται από την ευθύνη για το περιεχόμενο που αναρτούν οι χρήστες.
Οι αγωγές προέκυψαν μετά από θανατηφόρες ισλαμικές τρομοκρατικές επιθέσεις στο εξωτερικό. Οι οικογένειες των θυμάτων ισχυρίστηκαν ότι οι μεγάλες εταιρείες τεχνολογίας ευθύνονται επειδή επέτρεψαν την ανάρτηση τρομοκρατικών βίντεο στο διαδίκτυο ή δεν φρόντισαν όσο έπρεπε να ελέγξουν τους λογαριασμούς τρομοκρατών που αναρτούσαν τα βίντεο.
Η Big Tech και οι υποστηρικτές της φοβόντουσαν ότι το δικαστήριο θα μπορούσε να αγνοήσει το άρθρο 230 του ομοσπονδιακού νόμου περί ευπρέπειας των επικοινωνιών του 1996, το οποίο γενικά αποσείει την ευθύνη από τις διαδικτυακές πλατφόρμες και τους παρόχους υπηρεσιών διαδικτύου για όσα λένε οι χρήστες σε αυτές. Λέγεται ότι αυτή η νομική διάταξη, που μερικές φορές αποκαλείται «οι 26 λέξεις που δημιούργησαν το διαδίκτυο», έχει καλλιεργήσει ένα κλίμα στο διαδίκτυο που επιτρέπει να ανθίζει η ελευθερία του λόγου.
Τόσο ο πρόεδρος Τζο Μπάιντεν όσο και ο πρώην πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ έχουν εναντιωθεί στο άρθρο 230, ζητώντας την κατάργησή του, αλλά στις δύο αποφάσεις του το Ανώτατο Δικαστήριο παρέκαμψε το ζήτημα που έχει ανακύψει σχετικά με το άρθρο 230, προς μεγάλη ανακούφιση των εταιρειών τεχνολογίας.
Κατά τη διάρκεια των προφορικών επιχειρημάτων στις 21 Φεβρουαρίου, οι δικαστές δυσκολεύτηκαν να καθορίσουν τον βαθμό στον οποίο οι πλατφόρμες κοινωνικής δικτύωσης θα πρέπει να θεωρούνται υπεύθυνες όταν τρομοκρατικές ομάδες χρησιμοποιούν τις πλατφόρμες για την προώθηση των σκοπών τους.
Ο πρόεδρος του Δικαστηρίου Τζον Ρόμπερτς δήλωσε ότι, παρά τον όποιο αλγόριθμο μπορεί να χρησιμοποιεί το YouTube για να προωθεί την προβολή των βίντεο στους χρήστες, η εταιρεία «εξακολουθεί να μην είναι υπεύθυνη για το περιεχόμενο των βίντεο … ή το κείμενο που μεταδίδεται».
Η δικαστής Έλενα Κάγκαν είπε σε έναν από τους δικηγόρους των μηνυτριών οικογενειών: «Μπορώ να φανταστώ έναν κόσμο όπου έχετε δίκιο ότι τίποτα από αυτά τα πράγματα δεν προστατεύεται. Και, ξέρετε, κάθε άλλος κλάδος οφείλει να εσωτερικεύσει το κόστος της συμπεριφοράς του. Γιατί αυτό επιτρέπεται να μην ισχύει και για την τεχνολογική βιομηχανία; Δεν είναι ξεκάθαρο», δήλωσε συνεχίζοντας:
«Από την άλλη, είμαστε δικαστήριο. Πραγματικά, δεν γνωρίζουμε αυτά τα πράγματα. Δεν είμαστε οι εννέα κορυφαίοι ειδικοί στο διαδίκτυο.»
Η νέα απόφαση 38 σελίδων (pdf) του Ανώτατου Δικαστηρίου στην υπόθεση Taamneh κατά Twitter Inc., δικογραφία 21-1496, συντάχθηκε από τον δικαστή Κλάρενς Τόμας.
Το Twitter ζήτησε, επίσης, από το δικαστήριο να επανεξετάσει απόφαση κατώτερου δικαστηρίου υπέρ ενός Ιορδανού υπήκοου που σκοτώθηκε σε επίθεση της τρομοκρατικής ομάδας ISIS σε νυχτερινό κέντρο της Κωνσταντινούπολης. Η εταιρεία υποστήριξε ότι δεν θα έπρεπε να θεωρηθεί υπεύθυνη για πράξεις διεθνούς τρομοκρατίας, ακόμα κι εάν η ομάδα χρησιμοποιούσε την πλατφόρμα της. Η οικογένεια του εκλιπόντος θύματος Nawras Alassaf ισχυρίστηκε ότι οι πλατφόρμες κοινωνικής δικτύωσης δεν φρόντισαν να κατεβάσουν τα βίντεο του ISIS.
Ο Τόμας έγραψε ότι οι ενάγοντες επεδίωξαν να θεωρηθούν το Twitter, το Facebook και η Google «υπεύθυνοι για την τρομοκρατική επίθεση που φέρεται να τους τραυμάτισε», αλλά το δικαστήριο κατέληξε στο συμπέρασμα ότι «οι ισχυρισμοί των εναγόντων δεν επαρκούν για να αποδείξουν ότι οι εν λόγω εναγόμενοι συνέδραμαν το ISIS στην πραγματοποίηση της σχετικής επίθεσης».
Η σχέση ανάμεσα στις διαδικτυακές πλατφόρμες και την επίθεση στο νυχτερινό κέντρο διασκέδασης ήταν «πολύ αδύναμη», έγραψε, συνεχίζοντας:
«Οι ισχυρισμοί που προβάλλουν εδώ οι ενάγοντες δεν είναι ο τύπος της διάχυτης, συστηματικής και ένοχης υποστήριξης σε μια σειρά τρομοκρατικών δραστηριοτήτων που θα μπορούσε να περιγραφεί ως υποβοήθηση και υποκίνηση κάθε τρομοκρατικής πράξης του ISIS.»
Το Ανώτατο Δικαστήριο ακύρωσε την απόφαση του Εφετείου των ΗΠΑ για το 9ο Circuit.
Η σύντομη, τρισέλιδη απόφαση (pdf) του Ανώτατου Δικαστηρίου στην υπόθεση Gonzalez κατά Google LLC, δικογραφία 21-1333, δεν υπογράφηκε. Μητρική εταιρεία της Google είναι η Alphabet Inc.
Η υπόθεση χρονολογείται από το 2015, όταν η φοιτήτρια Νοέμι Γκονζάλες, 23 ετών, πολίτις των ΗΠΑ, σκοτώθηκε σε επίθεση του ISIS στο Παρίσι. Η δολοφονία ήταν μέρος μιας σειράς επιθέσεων που πραγματοποίησε η τρομοκρατική ομάδα στην πόλη αυτή και που είχε ως αποτέλεσμα 129 θανάτους. Η οικογένειά της υπέβαλε μήνυση, υποστηρίζοντας ότι η Google, ιδιοκτήτρια του YouTube, ήταν υπεύθυνη βάσει του ομοσπονδιακού αντιτρομοκρατικού νόμου για την υποβοήθηση των προσπαθειών στρατολόγησης του ISIS, καθώς φέρεται να χρησιμοποιούσε αλγόριθμους για να κατευθύνει τους χρήστες σε βίντεο του ISIS.
Οι ενάγοντες ισχυρίστηκαν ότι «η Google είχε εν γνώσει της επιτρέψει στο ISIS να αναρτήσει στο YouTube εκατοντάδες ριζοσπαστικοποιητικά βίντεο, τα οποία υποκινούσαν τη βία και στρατολογούσαν πιθανούς οπαδούς για να ενταχθούν στις δυνάμεις του ISIS, που τρομοκρατούσαν τότε μια μεγάλη περιοχή της Μέσης Ανατολής, και να πραγματοποιήσουν τρομοκρατικές επιθέσεις στις χώρες τους».
Λόγω των συστάσεων που βασίζονται στον αλγόριθμο, συνέχιζε η αγωγή, οι χρήστες «ήταν σε θέση να εντοπίσουν άλλα βίντεο και λογαριασμούς που σχετίζονται με το ISIS, ακόμη και αν δεν γνώριζαν το σωστό αναγνωριστικό ή αν ο αρχικός λογαριασμός στο YouTube είχε αντικατασταθεί».
Οι υπηρεσίες της Google «διαδραμάτισαν έναν μοναδικά καθοριστικό ρόλο στην ανάπτυξη της εικόνας του ISIS, στην επιτυχία του να στρατολογεί μέλη από όλο τον κόσμο και στην ικανότητά του να πραγματοποιεί επιθέσεις». Η αρχική καταγγελία που κατατέθηκε για την υπόθεση προσέθετε ότι «οι αξιωματούχοι της Google γνώριζαν πολύ καλά ότι οι υπηρεσίες της εταιρείας βοηθούσαν το ISIS».
Το 9ο Circuit διαπίστωσε ότι, σύμφωνα με το άρθρο 230, οι συστάσεις προβολής προστατεύονται από τον ομοσπονδιακό νόμο, ακόμη και αν το άρθρο «προστατεύει μεγαλύτερη δραστηριότητα από ό,τι το Κογκρέσο είχε προβλέψει». Η Google αρνήθηκε την ευθύνη, λέγοντας ότι είναι αδύνατον να ελέγξει κάθε βίντεο που αναρτάται στο YouTube, το οποίο δέχεται περισσότερες από 500 ώρες νέου περιεχομένου κάθε λεπτό.
Εντούτοις, το Ανώτατο Δικαστήριο έκρινε ότι ήταν περιττό «να ασχοληθεί με την εφαρμογή του [άρθρου] 230 σε μια καταγγελία που φαίνεται να διατυπώνει ελάχιστα, αν όχι καθόλου, εύλογα αιτήματα για επανόρθωση». Οι δικαστές ακύρωσαν την απόφαση του 9ου Circuit και επέστρεψαν την υπόθεση στο εν λόγω δικαστήριο για επανεξέταση «υπό το πρίσμα της απόφασής μας στην υπόθεση Twitter».
Η γενική σύμβουλος της Google Χαλίμα Ντιλέην Πράντο εξέφρασε την ικανοποίησή της για τις αποφάσεις του Ανώτατου Δικαστηρίου.
«Αμέτρητες εταιρείες, μελετητές, δημιουργοί περιεχομένου και οργανώσεις της κοινωνίας των πολιτών που ενώθηκαν μαζί μας σε αυτή την υπόθεση θα αναθαρρήσουν από αυτό το αποτέλεσμα», ανέφερε σε δήλωσή της.
«Θα συνεχίσουμε το έργο μας για τη διασφάλιση της ελεύθερης έκφρασης στο διαδίκτυο, την καταπολέμηση του επιβλαβούς περιεχομένου και τη στήριξη των επιχειρήσεων και των δημιουργών που επωφελούνται από το διαδίκτυο.»