Σάββατο, 19 Απρ, 2025
Ραφαήλ, «Η μεταμόρφωση του Σωτήρος» (λεπτομέρεια), 1520. Πινακοθήκη του Βατικανού. (CC BY-SA 4.0)

Το πάθος και η ομορφιά της μουσικής του Πάσχα

Η μουσική έχει τη δύναμη να εισέρχεται μέχρι τα βάθη της ψυχής μας και να δονεί ακόμη και τα κύτταρά μας, μεταδίδοντας συγκινήσεις και νοήματα που ο λόγος δυσκολεύεται να περιγράψει. Με αυτήν της την ιδιότητα είναι το ιδανικό μέσο να βοηθήσει τους ανθρώπους κάθε εποχής να συναισθανθούν τη σημασία της Μεγάλης Εβδομάδας, των Αγίων Παθών και της Ανάστασης και να έρθουν σε μέθεξη με το θείο.

Στη Δύση, η θρησκευτική μουσική αναπτύχθηκε με διαφορετικό τρόπο από ό,τι στην ανατολική παράδοση, με αποτέλεσμα να μην περιορίζεται πια εντός των εκκλησιών, αλλά να αφορά μεγάλα σύνολα και χώρους, χωρίς αυτό να μειώνει το βάθος του θρησκευτικού αισθήματος που μπορεί να μεταφέρει, ακόμα και χωρίς την υποστήριξη του κατανυκτικού περιβάλλοντος μίας εκκλησίας.

Εκκινώντας από τις δυνατότητες της φωνής, όπως και οι ψαλμοί της Ορθοδοξίας, προσέθεσε αρχικά το εκκλησιαστικό όργανο και αργότερα πλήθος μουσικών οργάνων που αύξησαν στο μέγιστο τις εκφραστικές της δυνατότητες, με έναν τρόπο πολύ διαφορετικό από τη βαθιά εσωτερική απεύθυνση των Ορθοδόξων.

Η ευσέβεια και η δεξιοτεχνία Καθολικών και Προτεσταντών συνθετών της μπαρόκ και κλασικής περιόδου μάς κληροδότησαν μερικά από τα πιο όμορφα και συγκινητικά κομμάτια για τα Άγια Πάθη και την Ανάσταση, που ξεπερνώντας τα σύνορα του δόγματος μπορούν να αγγίξουν κάθε δεκτικό στο μυστήριο ακροατή.

Ένας συνθέτης αφιερωμένος στον Θεό

Για πολλούς, ο Γιόχαν Σεμπάστιαν Μπαχ είναι ο κορυφαίος συνθέτης χορωδιακής μουσικής. Ιδίως οι δύο μελοποιήσεις του για τα Άγια Παθη – όπως τα αφηγούνται ο Άγιος Ματθαίος και ο Άγιος Ιωάννης – αποτελούν μνημειακά έργα του πασχαλινού ρεπερτορίου. Ευσεβής Λουθηρανός, ο Μπαχ αφιέρωσε σχεδόν ολόκληρη την καριέρα του στην υπηρεσία της Εκκλησίας.

Μία από τις πολλές υποχρεώσεις του όταν ήταν Kapellmeister (αρχιμουσικός) στη Λειψία ήταν να συνθέτει μια εβδομαδιαία καντάτα, που θα εκτελούνταν στην εκκλησία. Τη Μεγάλη Παρασκευή, αυτή η καντάτα έγινε μια μελοποίηση της πασχαλινής ιστορίας που διαρκεί περίπου 2 1/2 ώρες. Μπορεί κανείς να φανταστεί πόσο μεγάλη ήταν η πραγματική λειτουργία, που περιείχε αυτό το αριστούργημα, δεδομένου ότι υπήρχε και ένα κήρυγμα μεταξύ των δύο μερών. Σύμφωνα με τα ιδεώδη του Λουθηρανισμού, τα λιμπρέτα των μελοποιήσεων είναι γραμμένα στη γλώσσα του λαού (στη συγκεκριμένη περίπτωση στα γερμανικά) με απλό, εύληπτο τρόπο και όχι με επιτηδευμένες και απρόσιτες φράσεις. Ο Μπαχ εξασφάλιζε ότι ακόμη και ένας αμόρφωτος άνθρωπος θα μπορούσε να κατανοήσει και να βιώσει πλήρως αυτή την πιο δραματική ιστορία. Τα «Κατά  Ματθαίον Πάθη» έχουν έναν στοχαστικό, μεγαλοπρεπή χαρακτήρα, ενώ τα «Κατά Ιωάννη Πάθη» έχουν μεγαλύτερη δραματική ένταση.

Ο «Μεσσίας» 

Η προσφορά του Γκέοργκ Φρήντριχ Χαίντελ στην περίοδο του Πάσχα συνίσταται κυρίως στο δεύτερο και τρίτο μέρος του «Μεσσία», του φημισμένου ορατορίου του που πρωτοπαρουσιάστηκε το 1742. Παραδόξως, ο «Μεσσίας» ακούγεται σήμερα πιο συχνά εν όψει των Χριστουγέννων, παρά το γεγονός ότι κατά το μεγαλύτερο μέρος του αφορά τα γεγονότα των Παθών του Σωτήρος και της Ανάστασης.

“The Transfiguration,” 1520, by Raphael, in the Pinacoteca Vaticana. (CC BY-SA 4.0)
Ραφαήλ, «Η μεταμόρφωση του Σωτήρος», 1520. Πινακοθήκη του Βατικανού. (CC BY-SA 4.0)

 

Μέχρι τη δεκαετία του 1740, η λαμπρή καριέρα του Χαίντελ ως συνθέτη όπερας είχε αρχίσει να κάμπτεται, με το κοινό να απομακρύνεται από αυτά τα πανάκριβα θεάματα. Ο Χαίντελ ακολούθησε τα σημεία των καιρών και άρχισε να γράφει ορατόρια.

Ο «Μεσσίας» σημείωσε τεράστια επιτυχία ήδη από όταν πρωτοπαρουσιάστηκε στο Δουβλίνο, στις 13 Απριλίου 1742. Για την ημέρα της πρεμιέρας, μάλιστα, η προσέλευση αναμενόταν τόσο μεγάλη ώστε ζητήθηκε από το ανδρικό κοινό να παρευρεθεί χωρίς σπαθιά και από το γυναικείο χωρίς κρινολίνο. Αυτό επέτρεψε σε 100 επιπλέον ακροατές να στριμωχτούν στην αίθουσα.

Η χρυσή εποχή

Για τη χρυσή εποχή της θρησκευτικής σύνθεσης στην Αγγλία, πρέπει να γυρίσουμε πίσω στην ταραχώδη ελισαβετιανή περίοδο, όταν η θρησκευτική ένταξη έγινε κυριολεκτικά ζήτημα ζωής και θανάτου. Ο Τόμας Τάλλις, συνθέτης του περίφημου 40μερούς μοτέτου «Spem in Alium», έγραψε τους «Θρήνους του Ιερεμία» όχι για δημόσια περίλαμπρη εκτέλεση, αλλά για τις ιδιωτικές λατρευτικές ακολουθίες των καθολικών της προτεσταντικής Αγγλίας της περιόδου. Αυτό προσδίδει στην πλούσια πολυφωνία, με τις αναστολές και τις παραφωνίες της, ένα συναισθηματικό βάθος και μια σημασία ακόμη και πέρα από αυτή που παρέχει η λειτουργική περίοδος.

Δίπλα στον Ιησού, πάσχει και η Μαρία. Η αγωνία της μητέρας που εκφράζεται στα λόγια του «Stabat Mater» του 13ου αιώνα έχει εμπνεύσει πολλούς συνθέτες. Ο Βιβάλντι παρουσιάζει μια λιτή μελοποίηση για σόλο άλτο και έγχορδα, ενώ ο Πολωνός συνθέτης Κάρολ Σιμανόφσκι, μας δίνει ένα έργο έξι κινήσεων, μισής ώρας, για σολίστες, χορωδία και πλήρη ορχήστρα, γεμάτο με γήινο χρώμα.

Οι καρποί της ενοχής

Εκτός από τα μεγάλα, λαμπρά αριστουργήματα, υπάρχουν και μερικά έργα λιγότερο γνωστά μεν αλλά εξίσου συγκινητικά.

Αν και το όνομα του Κάρλο Γκεζουάλντο δεν φτάνει στο ευρύ κοινό, η μουσική του τείνει να μένει στον ακροατή μόλις την ανακαλύψει. Η παράξενη γραφή των μερών και οι βασανισμένες διφωνίες μπορεί να οδηγήσουν κάποιον ανυποψίαστο να πιστέψει ότι ακούει ατονική μουσική του 20ού αιώνα. Ωστόσο, ο Γκεζουάλντο ήταν στην πραγματικότητα ένας πρίγκιπας που έζησε από το 1566 έως το 1613. Πηγή των πρωτοποριακών συνθετικών του στιγμών ήταν, όπως λέγεται, η δια βίου αίσθηση ενοχής του για τη βάναυση δολοφονία της συζύγου του και του εραστή της, όταν τους έπιασε επ’ αυτοφώρω να μοιχεύουν.

Όντας πρίγκιπας, κατάφερε να αποφύγει τη δικαιοσύνη για το έγκλημά του, αλλά οι Ερινύες δεν έπαψαν να τον κατατρύχουν, προκαλώντας τις εκπληκτικές αρμονικές ανατροπές και τα άλματα στη μουσική του. Το «Tristis est Anima Mea» είναι ένα εξαιρετικό παράδειγμα του βασανισμένου ύφους του, που ταιριάζει απόλυτα με τις σκοτεινές διαθέσεις της Μεγάλης Εβδομάδας.

Το παιδί-θαύμα και η Miserere

Η μελοποίηση του Ψαλμού 51 από τον Γκρεγκόριο Αλλέγκρι, το «Miserere Mei Deus», είναι άμεσα αναγνωρίσιμη στους περισσότερους ακροατές, με τη σοπράνο σολίστ να ανεβαίνει επανειλημμένα σε μία σπονδυλωτή κορύφωση του Ντο, η οποία αντηχεί απολύτως αιθέρια όταν ακούγεται στην Καπέλα Σιξτίνα – τον χώρο για τον οποίο το έργο γράφτηκε αρχικά, ίσως το 1638.

Όπως αρμόζει σε ένα έργο που γράφτηκε για έναν τόσο συγκεκριμένο και ιδιαίτερο χώρο, περιβάλλεται από πολλά μυστήρια και θρύλους, όπως την ιστορία ότι η διάδοσή του πέρα από το Βατικανό είχε απαγορευτεί με την απειλή αφορισμού. Το ‘εμπάργκο’ έσπασε τελικά – όπως λέγεται – χάρη στον 14χρονο Μότσαρτ, ο οποίος, όταν άκουσε το έργο να εκτελείται, βγήκε από την εκκλησία και το έγραψε αμέσως από μνήμης. Γεγονός είναι ότι το κομμάτι αποτελείται από μια σειρά επαναλήψεων των ίδιων μουσικών στοιχείων, αλλά αυτό δεν μειώνει την αξία του κατορθώματος του νεαρού μουσικού.

Του Thomas Breeze, με τη συμβολή της Αλίας Ζάε

Πως μπορείτε να μας βοηθήσετε ώστε να συνεχίσουμε να σας κρατάμε ενημερωμένους

Ποιος είναι ο λόγος που χρειαζόμαστε την βοήθειά σας για την χρηματοδότηση του ερευνητικού ρεπορτάζ μας; Επειδή είμαστε ένας ανεξάρτητος οργανισμός ειδήσεων που δεν επηρεάζεται από καμία κυβέρνηση, εταιρεία ή πολιτικό κόμμα. Από την ημέρα που ξεκινήσαμε, έχουμε έρθει αντιμέτωποι με προσπάθειες αποσιώπησης της αλήθειας κυρίως από το Κινεζικό Κομμουνιστικό Κόμμα. Αλλά δεν θα λυγίσουμε. Η ελληνική έκδοση της Epoch Times βασίζεται ολοκληρωτικά στις γενναιόδωρες συνεισφορές σας για να διατηρήσει την παραδοσιακή δημοσιογραφία ζωντανή και υγιή στην Ελληνική γλώσσα. Μαζί, μπορούμε να συνεχίσουμε να διαδίδουμε την αλήθεια.

Σχολιάστε