Ομορφιά, καλοσύνη και ορθότητα – η δόξα του Θεού και η αληθινή ανθρώπινη φύση – όλα αυτά βρίσκονται στην τέχνη του Ραφαήλ [Raphael].Και αυτός είναι και ο λόγος που, ακόμα και εν έτει 2020, 500 χρόνια μετά από τον θάνατό του το 1520, η τέχνη του μπορεί ακόμα να μας προσφέρει ελπίδα και ανάταση. Και για αυτόν το λόγο, επίσης, η τέχνη του παραμένει επίκαιρη και απαραίτητη, όταν τίποτα γύρω μας δεν φαίνεται καλό.
Οι πίνακες και ιδιαίτερα τα σχέδια του Ραφαήλ μας συνδέουν με τον εσωτερικό μας κόσμο με έναν τρόπο που μας επαναφέρει στην πρωταρχική καλοσύνη μας. Ή τουλάχιστον, η τέχνη του μας θυμίζει το καλύτερο μέρος του εαυτού μας.
«Ο Ραφαήλ μας συνδέει με τους αγγέλους της καλής μας φύσης», είπε ο Ματίας Γουίβελ [Matthias Wivel], επιμελητής της Ιταλικής ζωγραφικής του 16ου αιώνα στην Εθνική Πινακοθήκη του Λονδίνου, στην ομιλία που έδωσε το 2018 με τον τίτλο «Ραφαήλ: Ο βιρτουόζος της Αναγέννησης».
Η τέχνη του Ραφαήλ μπορεί να το καταφέρει αυτό γιατί ο Ραφαήλ συνελάμβανε την ανθρώπινη φύση με την καρδιά του – είτε μέσα σε ένα απλό σκίτσο είτε στον ολοκληρωμένο πίνακα. Η προσέγγιση των έργων του μας κάνει αναπόφευκτα καλύτερους ανθρώπους.
Προς τιμήν του Ραφαήλ
Για την επέτειο των 500 χρόνων από τον θάνατο του Ραφαήλ, μια μνημειώδης αναδρομική έκθεση με τίτλο «Ραφαήλ 1520-1483» οργανώθηκε στην Scuderie del Quirinale, στη Ρώμη. Είναι για το κοινό μια μοναδική ευκαιρία: παρουσιάζονται 120 πίνακες και σχέδια του Ραφαήλ, συν 84 επιπλέον έργα όπως αρχαία Ρωμαϊκά αντικείμενα, Αναγεννησιακά γλυπτά, κώδικες (χειρόγραφοι τόμοι) και πολλά άλλα, που θα μας βοηθήσουν να κατανοήσουμε τον Ραφαήλ και το έργο του.
Η έκθεση εξερευνά την αμίμητη επιδεξιότητα του Ραφαήλ στο σχέδιο και την ζωγραφική, αλλά και τον Ραφαήλ ως αρχιτέκτονα και ως συντηρητή αρχαιοτήτων, αποκαλύπτοντας τον ως «παγκόσμιο καλλιτέχνη», σύμφωνα με την ιδέα που ο Τζόρτζιο Βαζάρι [Giorgio Vasari], ιστορικός τέχνης που έζησε τον 16ο αιώνα, είχε για αυτόν.
Χρειάστηκαν τρία χρόνια για να οργανωθεί η έκθεση από τη Scuderie del Quirinale και την Πινακοθήκη Ουφίτσι της Φλωρεντίας, και συμμετείχαν πολλοί ειδικοί τέχνης. Η Μάρτσια Φαϊέτι και ο Ματέο Λαφρανκόνι ήταν οι επιμελητές της έκθεσης, με τη βοήθεια των Βιτσέντσο Φαρινέλα και Φραντσέσκο Πάολο Ντι Τεοντόρο.
Πολλά από τα εκθέματα είναι δανεισμένα από διεθνώς γνωστά ιδρύματα. Τρεις από τους πίνακες του Ραφαήλ με θέμα την Παναγία επιστρέφουν στην Ιταλία για πρώτη φορά μετά από την έξοδό τους από τη χώρα: «Η Παναγία του Δούκα της Άλμπα» από την Εθνική Πινακοθήκη της Ουάσιγκτον (ΗΠΑ), «Η Παναγία με το Ρόδο» από το Πράδο της Μαδρίτης (Ισπανία) και η «Μαντόνα Τέμπι» από την Alte Pinakothek του Μονάχου (Γερμανία).
Ένα από τα εξέχοντα εκθέματα είναι μια επιστολή του Ραφαήλ προς τον Πάπα Λέοντα Ι΄, όπου μαζί με τον φίλο του Μπαλντάσαρε Καστιλιόνε εξηγούν τον σκοπό του φιλόδοξου έργου πάνω στο οποίο εργαζόταν ο Ραφαήλ, λίγους μήνες πριν από τον θάνατό του: Ένα αρχαιολογικό έργο για την αναβίωση της δόξας της Ρώμης περιοχή προς περιοχή.
Η έκθεση παρακολουθεί τις προσπάθειες του Ραφαήλ προς τα πίσω στο χρόνο, ξεκινώντας από τον θάνατό του στις 6 Απριλίου 1520, μέσα από τρεις διακριτές περιόδους της ζωής του – από τη Ρώμη στη Φλωρεντία, από τη Φλωρεντία στην Ούμπρια, και τέλος πίσω στις ρίζες του στο Ουρμπίνο.
Η έκθεση της Scuderie ξεκινά από το τέλος της ζωής του Ραφαήλ: με μια απομίμηση σε φυσικό μέγεθος του μνήματός του στο Πάνθεον. Ο μεγαλόπρεπος τύμβος του δίνει στους επισκέπτες μια εικόνα για την εκτίμηση της οποίας έχαιρε, τόσο στη ζωή όσο και στον θάνατο.
Μέσα από την τέχνη του Ραφαήλ
Είτε ζωγραφίζει θεϊκές, γλυκύτατες Παναγίες (Μαντόνες) είτε Πάπες με πολυτελή επίσημα ενδύματα, οι πίνακες του Ραφαήλ μοιάζουν να υπερβαίνουν τον χρόνο, την παράδοση και την εικονογραφική γλώσσα, έτσι ώστε ο καθένας να μπορεί να συνδεθεί με την ουσία των πινάκων του.
Ένας Πάπας
Κοιτάξτε το «Πορτρέτο του Ιουλίου Β΄» που έφτιαξε ο Ραφαήλ. Τα πάντα στην επιφάνεια καταδεικνύουν το αξίωμα του Πάπα που κατέχει ο Ιούλιος. Κάθεται σε έναν θρόνο, φορά το παπικό κόκκινο βελούδο και το λευκό μετάξι ή σατέν και τα χέρια του είναι γεμάτα κοσμήματα. Βλέπουμε τα σύμβολα της παποσύνης του – τα κλειδιά της εκκλησίας – στο πράσινο φόντο, παρόλα αυτά, αυτό που απορρέει από την εικόνα είναι η ανθρώπινη φύση του.
Καθώς κοιτάζουμε πιο προσεκτικά, βλέπουμε τον άνθρωπο Ιούλιο βυθισμένο σε σκέψεις, μακριά από όσα συμβαίνουν γύρω του. Μοιάζει να τον πιάσαμε σε μια ιδιωτική στιγμή. Με το αριστερό του χέρι σφίγγει το μπράτσο της καρέκλας του, σαν για να σταθεροποιήσει τον εαυτό του και με το δεξί κρατά ένα μαντήλι. Εδώ βρίσκεται ο Ραφαήλ, που μας συνδέει με τον άνθρωπο που ηγείται της Ρωμαιοκαθολικής Εκκλησίας. Είναι σαν ο Ραφαήλ να μας θυμίζει πως ο Ιούλιος είναι ο αντιπρόσωπος του Θεού στη γη, ένας άνθρωπος όπως όλοι εμείς.
Ένας Ιππότης
Στο έργο «Το όνειρο του Ιππότη (ο Ηρακλής στο σταυροδρόμι)» ο Ραφαήλ επιλέγει να ερμηνεύσει ένα επικό ποίημα που είχε γράψει ο πατέρας του για τον Φεντερίκο ντα Μοντεφέλτρο, δούκα του Ουρμπίνο. Ο πατέρας του Ραφαήλ, Τζιοβάνι Σάνζιο, ήταν συγγραφέας και ζωγράφος στην αυλή του Ουρμπίνο και είχε γράψει αυτό το ποίημα εμπνευσμένος από τον μύθο του Ηρακλή στο σταυροδρόμι. Το ποίημα του Σάνζιο είναι η μόνη εκδοχή όπου ο ήρωας είναι κοιμισμένος, σύμφωνα με τον ιστοχώρο της Εθνικής Πινακοθήκης του Λονδίνου.
Στον πίνακα, ένας στρατιώτης με το όνομα Σίπιο [Scipio] κοιμάται στην σκιά μιας δάφνης, ανύποπτος για την εκλογή που θα κληθεί να κάνει όταν ξυπνήσει. Δυο γυναικείες μορφές στέκονται δεξιά και αριστερά του: στα αριστερά βρίσκεται η Αρετή και στα δεξιά η Απόλαυση. Ο Ραφαήλ αποδίδει την Απόλαυση με μια ευγενική γοητεία. Τα μαλλιά της είναι ελεύθερα, φορά ανοιχτόχρωμα ρούχα και με λεπτεπίλεπτο τρόπο κρατά ψηλά το φόρεμά της. Ο Ραφαήλ είχε σχεδιάσει αρχικά την Απόλαυση με ένα χαμηλότερα κομμένο φουστάνι, αλλά κατέληξε σε αυτήν την εκδοχή, που επίσης μεταφέρει πειστικά την ανηθικότητα της Απόλαυσης. Αυτά που η Απόλαυση προσφέρει είναι μόνο τα εύκολα και όμορφα πράγματα, ενώ η Αρετή, με το σεμνό της ντύσιμο, προσφέρει γνώση και γενναιότητα – ένα δυσκολότερο αποτέλεσμα, που όμως είναι και μεγαλύτερη ανταμοιβή.
Μια Παναγία
Κοιτάξτε οποιαδήποτε από τις Παναγίες του Ραφαήλ, για τις οποίες είναι τόσο διάσημος. Στο έργο «Η Παναγία του Δούκα της Άλμπα», στο αριστερό μέρος του πίνακα, η αθωότητα της παιδικής περιέργειας αναδύεται από το παιδί που πρόκειται να γίνει ο Άγιος Ιωάννης ο Βαπτιστής. Ο Ιωάννης κοιτά ψηλά και δεξιά το παιδί Χριστό, που σταθεροποιεί τον σταυρό που κρατά ο Ιωάννης.
Δείχνοντας σοφία πέρα από την ηλικία του, το παιδί Χριστός παρουσιάζεται αποστασιοποιημένο από τη γήινη, συναισθηματική αγάπη, γιατί γνωρίζει πως βρίσκεται στη γη για κάτι σπουδαιότερο. Ακουμπά το ένα του πόδι διστακτικά στη γη, υπονοώντας ίσως ότι βρίσκεται σε αυτόν τον κόσμο χωρίς όμως να ανήκει σε αυτόν.
Ενώ ο Ιωάννης φορά μια γούνα για ζεστασιά, το παιδί Χριστός ούτε φορά ούτε επιθυμεί κάτι από αυτόν τον κόσμο, παρά μόνο να διδάξει τους άλλους να ακολουθούν τον Θεό. Αν αφαιρούσαμε τα κλασσικά Ρωμαϊκά ενδύματα, αυτό θα μπορούσε να είναι ένα οικογενειακό πορτρέτο μιας μητέρας και των παιδιών της σε ένα τρυφερό, παιχνιδιάρικο στιγμιότυπο στη φύση. Ο Ραφαήλ φτιάχνει τη σκηνή έτσι ώστε όλοι να μπορέσουμε να συνδεθούμε με αυτήν.
Είναι ξεκάθαρο ότι ο Ραφαήλ έχει ζωγραφίσει μια θρησκευτική σκηνή σε αυτόν τον πίνακα, αλλά αυτό που προβάλλει, όπως και σε πολλά άλλα έργα του, είναι μια αρμονική σχέση ανάμεσα στο πνευματικό και το γήινο – ανάμεσα στο θεϊκό και το ανθρώπινο βασίλειο.
Η άσκηση δημιουργεί την ομορφιά
Η αρμονία στην τέχνη δεν τυχαίνει έτσι απλά. Ρίξτε μια ματιά στα σκίτσα του Ραφαήλ και θα δείτε πώς δούλευε ξανά και ξανά τις φιγούρες του. Σε κάποια σχέδια φαίνεται πώς παράλλαζε την κλίση ενός κεφαλιού ή ενός χεριού τόσο ανεπαίσθητα, ώστε κάθε φιγούρα και στοιχείο του τελικού πίνακα να ενώνονται σε ένα συνεκτικό αποτέλεσμα. Αν οποιοδήποτε στοιχείο αφαιρεθεί, η σύνθεση χάνει την ισορροπία και την αρμονία της. Και αυτό είναι που κάνει τον Ραφαήλ υποδειγματικό σχεδιαστή συνθέσεων με πολλές φιγούρες, όπως μπορούμε να δούμε στην εξαιρετική «Σχολή των Αθηνών» στο Βατικανό.
Γεννημένος στο Ουρμπίνο το 1483, ο Ραφαήλ ασχολήθηκε με την τέχνη από πολύ νεαρή ηλικία. Λέγεται ότι ο πατέρας του, βλέποντας το καλλιτεχνικό του ταλέντο, προσπάθησε να τον βάλει μαθητευόμενο σε κάποιο εργαστήριο. Ο Σάνζιο επισκέφθηκε το εργαστήριο του Αντρέα ντελ Βερόκιο, μαθητευόμενοι του οποίου είχαν υπάρξει και οι Πιέτρο Περουτζίνο και Λεονάρντο ντα Βίντσι. Ο πατέρας του Ραφαήλ επέλεξε τον Περουτζίνο για δάσκαλο του γιου του, αν και ο Ραφαήλ δεν μπόρεσε να ξεκινήσει τη μαθητεία του όσο ζούσε ο πατέρας του, καθώς ακόμα ήταν πολύ μικρός.
Αν και ορφανός από 11 χρονών, ο Ραφαήλ είχε ήδη μάθει τους αριστοκρατικούς τρόπους της αυλής, που του είχε ενσταλάξει ο πατέρας του μαζί με την ουμανιστική φιλοσοφία της αυλής.
Στα 17, το 1500, ο Ραφαήλ θεωρούνταν ήδη δάσκαλος. Στα 25, τον κάλεσε στη Ρώμη ο Πάπας Ιούλιος Β΄ ύστερα από σύσταση του Ντονάτο Μπραμάντε, αρχιτέκτονα της Βασιλικής του Αγίου Πέτρου. Χρόνια αργότερα, ο Ραφαήλ ανέλαβε τον ρόλο του Μπραμάντε.
Ο Ραφαήλ πρόσεξε τους Αναγεννησιακούς συγχρόνους του, Λεονάρντο ντα Βίντσι και Μιχαήλ Άγγελο. Ο πρώτος ήταν 31 χρόνια μεγαλύτερος από τον Ραφαήλ, ενώ ο δεύτερος 8. Ο Ραφαήλ βελτίωσε και εξευγένισε τις τεχνικές τους.
Έδωσε επίσης προσοχή στα υψηλά ιδανικά των αρχαίων Ρωμαϊκών τεχνών, που διέπονταν από γαλήνη, ομορφιά και ισορροπία. Προστάτευε με πάθος αυτές τις τέχνες, προτιμώντας να αποκαταστήσει αυθεντικά κομμάτια παρά να αλλάξει τα σχέδιά τους, όπως έκαναν κάποιοι σύγχρονοί του.
Αλλά πάνω από όλα, ξανά και ξανά, οι σύγχρονοι του Ραφαήλ αναφέρονταν στην καλή του φύση. Σε αντίθεση με τον Μιχαήλ Άγγελο και τον ντα Βίντσι, που ήταν πιο μοναχικοί καλλιτέχνες, ο Ραφαήλ ήταν ένα αγαπητό πρόσωπο στην αυλή και όχι μόνο.
Ο Βαζάρι έλεγε ότι ο Ραφαήλ έδινε προτεραιότητα στους άλλους. Αν ένας καλλιτέχνης χρειαζόταν βοήθεια, ο Ραφαήλ θα άφηνε τη δική του δουλειά για να τον συντρέξει. Ο Βαζάρι έλεγε ακόμα ότι η συμπεριφορά του απέναντι στους τεχνίτες που δούλευαν στο εργαστήριό του ήταν καλύτερη κι από αυτή που θα έδειχνε στα παιδιά του, και μάλλον κι αυτοί του ανταπέδιδαν αυτήν την αγάπη. «Δεν τον είχαν δει ποτέ να πηγαίνει στην αυλή χωρίς τη συνοδεία περίπου 50 ζωγράφων, όλων εξαιρετικών, που τον ακολουθούσαν για να τον τιμήσουν. Εν συντομία, δεν ζούσε σαν ζωγράφος, αλλά σαν πρίγκιπας.»
Η καλοσύνη του Ραφαήλ, διαποτισμένη με πίστη, διαχεόταν στους πίνακές του. Η ζωγραφική του είναι γεμάτη ομορφιά, που όχι μόνο βλέπουν τα μάτια, αλλά και νιώθει η καρδιά. Αυτός είναι και ο λόγος που η τέχνη του αντέχει – γιατί με το πινέλο του ζωγράφιζε στη γλώσσα της ψυχής.
Η έκθεση «Ραφαήλ 1520-1483» έχει προγραμματιστεί μέχρι τις 2 Ιουνίου. Για περισσότερες πληροφορίες, επισκεφθείτε το ScuderieQuirinale.it