Σχολιασμός
Οι περισσότεροι Καναδοί διαφωνούν έντονα με την ιδέα της ευθανασίας για μωρά. Το γνωρίζουμε αυτό, επειδή κάθε φορά που το θέμα επανέρχεται, η αντίδραση της κοινής γνώμης είναι μία· άμεση φρίκη. Γιατί, λοιπόν, το θέμα επανέρχεται συνεχώς;
Το ζήτημα εμφανίστηκε για πρώτη φορά το 2022, όταν ο Λουί Ρουά, από το Κολλέγιο Ιατρών του Κεμπέκ (Quebec College of Physicians – CMQ), εμφανίστηκε ενώπιον της Ειδικής Μικτής Επιτροπής του Κοινοβουλίου για την ιατρική βοήθεια στον θάνατο. Η επιτροπή εξέταζε σχέδια για την επέκταση της ιατρικής βοήθειας στον θάνατο πέρα από την τελική νόσο, ώστε να καλύπτει περιπτώσεις ψυχικής νόσου, καθώς και για να επιτρέπονται προγενέστερα αιτήματα και να συμπεριλαμβάνονται ανήλικοι με επαρκή ωριμότητα. Όμως η υποστήριξη του Ρουά προχώρησε ακόμα παρακάτω. Υπέδειξε επίσης ότι η ιατρική βοήθεια στον θάνατο θα μπορούσε να εξεταστεί για «μωρά από τη γέννηση έως την ηλικία του ενός έτους» που γεννιούνται με σοβαρές δυσμορφίες ή αναπηρίες.
Η αντίδραση του κοινού ήταν άμεσα ένα σοκ. Στο CBC Radio, η τότε ομοσπονδιακή υπουργός αρμόδια για τα θέματα αναπηρίας, Κάρλα Κουόλτροου, αντέδρασε έντονα, λέγοντας ότι δεν υπάρχει περίπτωση να το αποδεχτεί. Η αντίδραση ήταν τόσο αρνητική, ώστε ακόμη και ακτιβιστές υπέρ της ζωής θεώρησαν ότι πρόκειται για ζήτημα χωρίς συνέχεια.
Τον περασμένο Σεπτέμβριο, ωστόσο, αρκετές διεθνείς δημοσιογραφικές ιστορίες για το καναδικό πρόγραμμα ιατρικής βοήθειας στον θάνατο αναζωπύρωσαν τη συζήτηση για την ευθανασία βρεφών. Ένα εκτενές αφιέρωμα στο περιοδικό The Atlantic, με τίτλο Canada is Killing Itself («Ο Καναδάς αυτοκτονεί»), συνέκρινε την πρόταση του Ρουά για ευθανασία βρεφών με τις πολιτικές της ναζιστικής Γερμανίας—ένα επιχείρημα που προκάλεσε άμεση οργή σε ομάδες πίεσης υπέρ της ιατρικής βοήθειας στον θάνατο. Εν συνεχεία, η βρετανική εφημερίδα Daily Mail ζήτησε από το CMQ ενημέρωση για τη θέση του και ενημερώθηκε ότι ο οργανισμός πλέον πιστεύει πως η ιατρική βοήθεια στον θάνατο μπορεί να αποτελεί κατάλληλη αντιμετώπιση για μωρά που υποφέρουν από ακραίο πόνο και ότι οι γονείς θα πρέπει να έχουν τη δυνατότητα να λάβουν αυτή τη φροντίδα για το βρέφος τους.
Είναι σαφές ότι το θέμα δεν έχει εξαφανιστεί.
Από τότε που νομιμοποιήθηκε το 2016, περισσότεροι από 76.000 Καναδοί έχουν πεθάνει μέσω ιατρικής βοήθειας στον θάνατο. Μόνο το 2024, ήταν υπεύθυνη για 16.499 θανάτους, αριθμός που αντιστοιχεί σε πάνω από το 5% όλων των θανάτων πανεθνικά και είναι αυξημένος κατά σχεδόν 7% σε σχέση με το προηγούμενο έτος. Ο λόγος αυτής της αύξησης είναι ότι αυτό που αρχικά είχε παρουσιαστεί στους Καναδούς ως μια αυστηρά περιορισμένη επιλογή για το τέλος της ζωής των τελικώς ασθενών, πλέον περιλαμβάνει πολύ ευρύτερο φάσμα επιλογών, συμπεριλαμβανομένης της Track 2 («Διαδρομής 2»), για την οποία δεν απαιτείται πλέον ο επικείμενος θάνατος.
Με αυτό το υπόβαθρο, η ιατρική βοήθεια στον θάνατο για βρέφη δεν μπορεί να θεωρηθεί μεμονωμένη εξαίρεση. Είναι ακόμη ένα βήμα στην ολισθηρή κατηφόρα για την οποία πολλοί επικριτές προειδοποιούσαν ήδη από το 2016.
Όπως σημείωνε το άρθρο του The Atlantic, η Ολλανδία είναι σήμερα μοναδική μεταξύ των δυτικών χωρών ως προς το ότι επιτρέπει στους γιατρούς να θανατώνουν νεογέννητα που κρίνονται ότι βρίσκονται σε «απελπιστική και αφόρητη οδύνη». Ωστόσο, ορισμένοι Ολλανδοί ειδικοί της ηθικής επισημαίνουν ότι, επειδή τα μωρά δεν μπορούν να περιγράψουν τον πόνο, οι γιατροί πρέπει να συναγάγουν το επίπεδο της οδύνης τους, κάτι που είναι προφανώς ανακριβές και εξαιρετικά υποκειμενικό.
Όσο για τον ιστορικό παραλληλισμό που εξόργισε τόσο τους υποστηρικτές της ιατρικής βοήθειας στον θάνατο, είναι απολύτως ακριβής. Το πρώτο οργανωμένο κρατικό πρόγραμμα ευθανασίας για ανάπηρα βρέφη δημιουργήθηκε από τη ναζιστική Γερμανία το 1939. Εκείνη τη χρονιά, ο Αδόλφος Χίτλερ ενέκρινε τη θανάτωση ενός και μόνο σοβαρά ανάπηρου βρέφους, κατόπιν αιτήματος του πατέρα του. Αυτή η μία υπόθεση «θανάτωσης από οίκτο» τελικά μεταστάθηκε στο διαβόητο πρόγραμμα Aktion T4, το οποίο ήταν υπεύθυνο για τη δολοφονία περίπου 250.000 ανάπηρων παιδιών και ενηλίκων έως το 1945. Ο δημιουργός του Aktion T4, ο προσωπικός γιατρός του Χίτλερ Καρλ Μπραντ, εκτελέστηκε μετά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο για εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας.
Είναι σημαντικό να θυμόμαστε ότι η ιατρική βοήθεια στον θάνατο για βρέφη διαφέρει κατηγορηματικά από όλες τις άλλες μορφές επίσημα εγκεκριμένης ευθανασίας. Σε κάθε άλλο παράδειγμα αυτής της πολιτικής, τόσο στα ισχύοντα όσο και στα προτεινόμενα, είναι δυνατόν να ερωτηθεί ο ασθενής αν συναινεί οικειοθελώς στη διαδικασία. Ένα μωρό δεν μπορεί να συναινέσει στον τερματισμό της ίδιας του της ζωής. Αντ’ αυτού, η οδύνη πρέπει να υποτεθεί. Είναι επίσης πιθανό ότι η γονική δυσφορία ή η προσδοκία μελλοντικών βαρών θα μπορούσαν να επηρεάσουν την τελική απόφαση.
Όταν πιέζεται με ερωτήσεις, το CMQ έχει δηλώσει ότι η ιατρική βοήθεια στον θάνατο «δεν είναι ζήτημα πολιτικής, ηθικής ή θρησκείας, αλλά μάλλον ιατρικό ζήτημα». Αυτό είναι ξεκάθαρα λανθασμένο. Ο τερματισμός της ζωής ενός ανάπηρου παιδιού, ανεξάρτητα από το επίπεδο της οδύνης του, είναι αναμφίβολα ζήτημα ηθικής και πρέπει να αντιμετωπίζεται ως τέτοιο.
Όσο για το γιατί η ιατρική βοήθεια στον θάνατο αποδείχθηκε τόσο επίμονη στον Καναδά, είναι αναγκαίο να κατανοηθεί ο σχεδόν ιεραποστολικός ζήλος των υποστηρικτών της. Ενδεικτικά είναι τα σχόλια του Τζόναθαν Ρέγκλερ, συνταξιούχου οικογενειακού γιατρού από το νησί Βανκούβερ και ενεργού παρόχου ιατρικής βοήθειας στον θάνατο, στο άρθρο του The Atlantic. Παρότι αναγνώριζε ότι αισθάνεται στιγμές δυσφορίας όταν διενεργεί υποθέσεις «Track 2», εξηγούσε ότι μπορεί να παραμερίζει τα ηθικά διλήμματα, επειδή, όπως έλεγε, μόλις αποδεχτεί κανείς ότι η ζωή δεν είναι ιερή και [ότι δεν είναι] κάτι που μπορεί να αφαιρεθεί μόνο από τον Θεό —μια ύπαρξη στην οποία ο ίδιος δεν πιστεύει— τότε κάποιοι, κατά την άποψή του, πρέπει να προχωρήσουν και να πουν ότι θα το κάνουν.
Αυτή ακριβώς η νοοτροπία «θα το κάνουμε» του καναδικού κινήματος υπέρ της ιατρικής βοήθειας στον θάνατο —που αντιμετωπίζει τη ζωή ως κάτι θεμελιωδώς μη ιερό και ανάξιο προστασίας— εξηγεί την ανάπτυξη της πρακτικής έως σήμερα και απειλεί να θέσει σε κίνδυνο τη ζωή μελλοντικών αθώων μωρών. Εκτός κι αν οι Καναδοί ξυπνήσουν από τον λήθαργό τους και πουν επιτέλους: «Όχι. Μην το κάνετε».
Της Anna Farrow
Η Άννα Φάροου υπηρέτησε επί δέκα χρόνια ως διευθύντρια μη κερδοσκοπικού οργανισμού που εκπροσωπεί τους αγγλόφωνους Καθολικούς στο Κεμπέκ. Έχει γράψει για τα First Things, Catholic World Report και The Catholic Register. Η αρχική, πλήρης εκδοχή αυτού του άρθρου δημοσιεύθηκε πρόσφατα στο C2Cjournal.ca.
Οι απόψεις που εκφράζονται σε αυτό το άρθρο ανήκουν στη συγγραφέα και δεν αντικατοπτρίζουν απαραίτητα τις απόψεις της εφημερίδας The Epoch Times.








