Η Ελλάδα, διαχρονικά πέρασμα πολιτισμών και λαών, βρίσκεται σήμερα στο επίκεντρο ενός φαινομένου που θέτει σε δοκιμασία τις κοινωνικές και ανθρωπιστικές της αξίες: την παράνομη μετανάστευση. Οι καταγραφές των τελευταίων ετών, αλλά και οι μαρτυρίες από το πεδίο – όπως αποτυπώνονται σε συνεντεύξεις κατοίκων στα νότια σύνορα – αναδεικνύουν ένα τοπίο γεμάτο αντιθέσεις, προκλήσεις και αλληγορικές διαδρομές που θυμίζουν το πέρασμα ανάμεσα στη Σκύλλα και τη Χάρυβδη. Οι αριθμοί είναι αποκαλυπτικοί, όμως πίσω από αυτούς κρύβονται παθογένειες, φτώχεια, κρίση αξιών, ακρότητες που απειλούν την κοινωνική συνοχή. Στο κέντρο του διλήμματος, η μάχη ανάμεσα στον ανθρωπισμό και την κοινωνική ασφάλεια, ανάμεσα στη διατήρηση του παραδοσιακού ήθους και της αποσταθεροποίησης.
Η κάθε μεταναστευτική ροή έχει ως αφετηρία της μια συγκλονιστική δέσμη ιστοριών φτώχειας, συγκρούσεων, υποσιτισμού. Ένας στους πέντε ανθρώπους στις αναπτυσσόμενες περιοχές ζει με λιγότερο από 1,25 δολάριο την ημέρα, ενώ η φτώχεια δεν περιορίζεται μόνο στην έλλειψη εισοδήματος και τροφής, αλλά εκτείνεται και στην έλλειψη πρόσβασης σε εκπαίδευση, ιατρική φροντίδα και βασικές υποδομές. Δυσχέρειες και κίνδυνοι ωθούν εκατομμύρια να πάρουν επισφαλείς δρόμους που θα οδηγήσουν δυνητικά σε μια καλύτερη ζωή. Τα παιδιά είναι τα πιο ευάλωτα. Παρόλα αυτά, παρατηρείται σταθερά ότι η συντριπτική πλειοψηφία που εισέρχεται στην Ελλάδα είναι νέοι άντρες.
Επιπτώσεις της παράνομης μετανάστευσης στην Ελλάδα
Η παράνομη μετανάστευση έχει για την Ελλάδα πολύπλευρες επιπτώσεις. Από την οικονομία έως ζητήματα εθνικής συνοχής, το φαινόμενο επηρεάζει κάθε συνιστώσα της κοινωνίας. Οι αρμόδιοι συχνά επισημαίνουν ότι ο μεγάλος αριθμός αφίξεων δοκιμάζει τα όρια των υποδομών, της υγείας, της εκπαίδευσης και της ασφάλειας. Η ανεργία και η εγκληματικότητα αυξάνονται, οι μισθοί πιέζονται , ενώ παράλληλα η ‘γκετοποίηση’ και η δημιουργία καταυλισμών προκαλούν ποικίλα ζητήματα. Οι κοινωνικές συνέπειες είναι εξίσου σημαντικές: από την εκμετάλλευση των μεταναστών και τις απάνθρωπες συνθήκες διαβίωσης, έως τη χρήση του μεταναστευτικού από πολιτικά και μιντιακά συμφέροντα π.χ. για αποπροσανατολισμό ή ενίσχυση πολιτικών ρητορικών. Η Ελλάδα καλείται να διαχειριστεί αυτές τις προκλήσεις διαθέτοντας περιορισμένους πόρους και γηρασμένο πληθυσμό.
Τα τελευταία χρόνια, τα νούμερα των αφίξεων καταγράφουν αυξομειώσεις. Ενδεικτικά, μόνο το 2019 καταγράφηκαν περισσότερες από 55.000 αφίξεις. Το μεγάλο αυτό κύμα, από την Ανατολή και την Αφρική κυρίως, δημιουργεί νέες προκλήσεις για τη χώρα και θέτει ολοένα και ψηλότερα τα όρια ανοχής της κοινωνίας, μιας κοινωνίας με βαρύ δημογραφικό πρόβλημα. Κάθε χρόνο, μια μεσαία πόλη εξαφανίζεται δημογραφικά, ενώ μια νέα ‘γεννιέται’ ως προϊόν της παράνομης μετανάστευσης. Από τα νησιά έως την ενδοχώρα, εμφανίζονται κέντρα φιλοξενίας το ένα μετά το άλλο, ενώ την ίδια στιγμή αντίστοιχου πληθυσμού χωριά ερημώνουν. Αυτού του είδους η αντικατάσταση, για την οποία δεν υπάρχουν εύκολες λύσεις, προκαλεί αρκετή ανησυχία σε μια μερίδα της κοινωνίας.
Κάθε πολιτική ή κοινωνική προσέγγιση απέναντι στη μεταναστευτική κρίση μοιάζει με πέρασμα ανάμεσα στη Σκύλλα και τη Χάρυβδη, τα δύο μυθικά τέρατα που λειτουργούν ως αλληγορία των δύο άκρων. Από τη μια, η αδιαλλαξία και ο ακραίος αποκλεισμός που θέτουν τη χώρα στη δίνη της απομόνωσης· από την άλλη, η άκριτη επιείκεια που διαβρώνει την κοινωνική συνοχή, οδηγώντας στον εσωτερικό εκφυλισμό και την αισθητή απώλεια ταυτότητας. Η πραγματικότητα είναι ότι οι ακραίες φωνές – είτε μιλούν για «πλήρη απώθηση» είτε για «ολοκληρωτική αποδοχή» – συχνά καταλήγουν σε διχασμούς και επικίνδυνες γενικεύσεις . Κάθε επιλογή ενέχει ρίσκο, και κάθε κίνηση απαιτεί λεπτούς χειρισμούς, με την κοινωνία να βρίσκεται σε οριακή ισορροπία.
Οι πολιτικές ηγεσίες και τα μέσα ενημέρωσης φέρουν μεγάλη ευθύνη, συχνά χρησιμοποιώντας το ζήτημα ως μοχλό πίεσης για εξυπηρέτηση πολιτικών στόχων. Το τίμημα είναι η διάβρωση του δημοκρατικού διαλόγου και η πόλωση της κοινωνίας.
Μέσα σε αυτή τη δίνη, το ελληνικό υπόστρωμα ανθρωπιάς και οι παραδοσιακές αξίες – φιλοξενία, αλληλεγγύη, σεβασμός της αξιοπρέπειας – αναδεικνύονται ως τα πραγματικά αναχώματα απέναντι στις ακρότητες. Η ιστορία διδάσκει ότι ο ακραίος αποκλεισμός διαβρώνει το υπόβαθρο της κοινωνίας, ενώ η απώλεια μέτρου οδηγεί στην αποδυνάμωση των ίδιων των αξιών. Η ουσιαστική πρόκληση είναι να σταθούμε ανάμεσα στα δύο άκρα, να θωρακίσουμε την κοινωνική συνοχή χωρίς να απαρνηθούμε την ανθρωπιά, και να παλέψουμε για ένα αύριο που συνδυάζει πρόοδο, ασφάλεια, και δικαιοσύνη. Παρά τις δυσκολίες και τις διαφωνίες, η τελική ευθύνη του πολίτη είναι να κρατήσει ζωντανή τη φλόγα των παραδοσιακών καλών αξιών ώστε να μη χαθεί το ανθρώπινο πρόσωπο της κοινωνίας, ακόμη κι όταν οι αμείλικτοι αριθμοί επιμένουν να δίνουν την εικόνα μιας παγκόσμιας κρίσης.
Το πέρασμα της Ελλάδας ανάμεσα στη Σκύλλα και τη Χάρυβδη της σύγχρονης μεταναστευτικής πραγματικότητας αποτελεί μια διαρκή δοκιμασία συλλογικής ωριμότητας. Οι κοινωνικές, οικονομικές και πολιτικές προκλήσεις είναι ανυπέρβλητες όταν λείπουν το μέτρο και η ανθρωπιά. Η μονόπλευρη εστίαση στα άκρα μόνο νέους διχασμούς μπορεί να γεννήσει· η πραγματική διέξοδος βρίσκεται στη διατήρηση του μέτρου και στην ανανέωση της πίστης στην κουλτούρα που διαμόρφωσε τη συλλογική ταυτότητα αυτής της χώρας.