Το Κομμουνιστικό Κόμμα της Κίνας (ΚΚΚ) έχει εντείνει τις προσπάθειές του να διεισδύσει στην Ταϊβάν, στοχεύοντας άτομα από ποικίλους τομείς—από στρατιωτικούς και κυβερνητικούς αξιωματούχους έως απλούς πολίτες—σύμφωνα με το Συμβούλιο Ηπειρωτικών Υποθέσεων στην Ταϊπέι.
Το 2022 περίπου 28 άτομα κατηγορήθηκαν σε υποθέσεις που σχετίζονται με τις επιχειρήσεις διείσδυσης του ΚΚΚ στην Ταϊβάν, αλλά ο αριθμός αυτός εκτοξεύθηκε στα 168 πέρυσι, όπως αναφέρεται σε ανακοίνωση του συμβουλίου στις 16 Νοεμβρίου, με βάση στοιχεία του υπουργείου Δικαιοσύνης της Ταϊβάν.
Η αποκάλυψη έγινε τη στιγμή που η κυβέρνηση του προέδρου Λάι Τσινγκ-τε εντείνει τις προσπάθειές της να στρέψει την προσοχή στις μυστικές επιχειρήσεις του ΚΚΚ στο αυτοδιοικούμενο νησί. Στις 17 Νοεμβρίου, η Ανώτατη Εισαγγελία της Ταϊβάν δημοσιοποίησε υπόθεση εθνικής ασφάλειας που αφορά έναν Κινέζο πολίτη, ο οποίος κατηγορείται ότι έστησε δίκτυο κατασκοπείας στην Ταϊβάν υπό τις εντολές του κινεζικού στρατού.
Παρότι το ΚΚΚ δεν έχει κυβερνήσει ποτέ την Ταϊβάν, συνεχίζει να ισχυρίζεται ότι η δημοκρατία του νησιού αποτελεί δικό του έδαφος, το οποίο πρέπει να ανακτηθεί ακόμη και με τη χρήση βίας.
Το Συμβούλιο Ηπειρωτικών Υποθέσεων επικαλέστηκε τον δικαστή Σου Κάι-σιε του Περιφερειακού Δικαστηρίου Ταϊπέι, ο οποίος εντόπισε έξι βασικές στρατηγικές που χρησιμοποιεί το ΚΚΚ για να επηρεάσει τον πληθυσμό των 23 εκατομμυρίων της Ταϊβάν.
Μεταξύ αυτών περιλαμβάνεται η συλλογή πληροφοριών, με κύριο στόχο στρατιωτικούς, καθώς και η διείσδυση σε τοπικές κοινότητες μέσω συλλόγων ομογενών, αποφοίτων ή οργανωμένων ταξιδιών στην Κίνα.
Επιπλέον, σύμφωνα με το συμβούλιο, το ΚΚΚ επιδιώκει να παρέμβει στις εκλογές της Ταϊβάν και να αποσπάσει βασική τεχνολογία μέσω συνεργασιών ανάμεσα σε εταιρείες χρηματοδοτούμενες από το Πεκίνο και τον ταϊβανέζικο τεχνολογικό κλάδο.
Το συμβούλιο πρόσθεσε ότι το ΚΚΚ έχει επίσης αποστείλει πράκτορες για να «διεισδύσουν στα πολιτικά κόμματα της Ταϊβάν με στόχο τον διχασμό της ταϊβανέζικης κοινωνίας».
Στις 18 Νοεμβρίου, ένας Κινέζος πολίτης και έξι εν ενεργεία ή απόστρατοι Ταϊβανέζοι στρατιωτικοί κατηγορήθηκαν για φερόμενη κατασκοπεία υπέρ του ΚΚΚ, σύμφωνα με την Ανώτατη Εισαγγελία της Ταϊβάν.
Οι εισαγγελείς ανέφεραν ότι ο Κινέζος, ο οποίος αναγνωρίστηκε μόνο με το επώνυμο Ντινγκ, κατείχε κάρτα διαμονής στο Χονγκ Κονγκ και είχε επισκεφθεί πολλές φορές την Ταϊβάν, δήθεν για επαγγελματικούς λόγους ή τουρισμό, με σκοπό να δημιουργήσει δίκτυο συλλογής ευαίσθητων πληροφοριών από τον τομέα της άμυνας, του στρατού και της κυβέρνησης της Ταϊβάν.
Το Γραφείο Ερευνών του υπουργείου Δικαιοσύνης της Ταϊβάν ανέφερε σε ξεχωριστή ανακοίνωση ότι οι φερόμενες δραστηριότητες του Ντινγκ πραγματοποιήθηκαν υπό τις εντολές του κινεζικού στρατού.
Σύμφωνα με το γραφείο, ο Ντινγκ φέρεται να στρατολόγησε τέσσερις Ταϊβανέζους, μεταξύ των οποίων δύο απόστρατους, οι οποίοι στη συνέχεια καθοδηγήθηκαν να προσεγγίσουν πρώην συναδέλφους και υφισταμένους τους, ώστε να συμβάλουν στη συλλογή πληροφοριών. Ως αποτέλεσμα, στο δίκτυο εντάχθηκαν ακόμη τέσσερις στρατιωτικοί.
Το Γραφείο Ερευνών ανέφερε επίσης ότι ο Ντινγκ φέρεται να προσπάθησε να πείσει εν ενεργεία αξιωματικούς να προετοιμάσουν τους υφισταμένους τους ώστε να συναινέσουν σε περίπτωση μελλοντικής σύγκρουσης στα στενά της Ταϊβάν.
Δύο από τα εμπλεκόμενα άτομα έχουν πλέον αποβιώσει, ενώ οι υπόλοιποι επτά —συμπεριλαμβανομένου του Ντινγκ— κρατούνται. Το γραφείο δεν διευκρίνισε πότε έγιναν οι συλλήψεις, αλλά σημείωσε ότι η έρευνα ξεκίνησε στις 24 Ιουλίου.
Η Ανώτατη Εισαγγελία της Ταϊβάν άσκησε διώξεις εις βάρος του Ντινγκ και των έξι άλλων για παραβιάσεις του Νόμου περί Εθνικής Ασφάλειας, του Νόμου περί Προστασίας Διαβαθμισμένων Πληροφοριών Εθνικής Ασφάλειας και του Ποινικού Κώδικα των Ενόπλων Δυνάμεων. Οι εισαγγελείς ανέφεραν ότι ζήτησαν από το δικαστήριο την επιβολή βαριών ποινών.
Τρεις από τους επτά —με επώνυμα Ντινγκ, Γουάνγκ και Τσεν— αντιμετωπίζουν επιπλέον κατηγορίες από την Εισαγγελία Ταϊπέι για ξέπλυμα χρήματος και παραβιάσεις του Νόμου περί Τραπεζικής Δραστηριότητας.
Η εφημερίδα The Epoch Times δεν κατόρθωσε να εντοπίσει άμεσα τους δικηγόρους των επτά κατηγορουμένων.
Το υπουργείο Άμυνας της Ταϊβάν ανέφερε σε ανακοίνωσή του ότι η υπόθεση προέκυψε από εσωτερικό έλεγχο που διενεργήθηκε από τη διεύθυνση πολιτικού πολέμου, η οποία είχε επισημάνει ως ύποπτες τις δραστηριότητες ενός ταγματάρχη με το επώνυμο Γιανγκ. Αποκάλυψε επίσης ότι ανάμεσα στα επτά άτομα που εμπλέκονται στην υπόθεση, δύο υπηρετούσαν εν ενεργεία.
Ως απάντηση, το υπουργείο δεσμεύθηκε να ενισχύσει την εκπαίδευση αντικατασκοπείας και να βελτιώσει την ενημέρωση για θέματα ασφάλειας στο στρατιωτικό προσωπικό. Υπογράμμισε ότι το Κομμουνιστικό Κόμμα της Κίνας (ΚΚΚ) δεν έχει σταματήσει τις προσπάθειές του να διεισδύσει και να υπονομεύσει την Ταϊβάν και ότι αναπτύσσει ενεργά οργανώσεις στο νησί.
Παράλληλα, καταδίκασε έντονα αυτό που χαρακτήρισε ως προδοτικές πράξεις ενός μικρού αριθμού αξιωματικών και στρατιωτών που παραβίασαν το καθήκον αφοσίωσης.
Διανομή εκατομμυρίων εγχειριδίων πολιτικής άμυνας
Οι αποκαλύψεις για την εντεινόμενη διείσδυση του Κομμουνιστικού Κόμματος της Κίνας στην Ταϊβάν και τα συνεχώς αυξανόμενα περιστατικά κατασκοπείας έχουν ενισχύσει την αίσθηση επείγοντος στο εσωτερικό της χώρας. Στο πλαίσιο αυτό εντάσσεται και η απόφαση για τη διανομή ενός νέου, εκτενούς εγχειριδίου κρίσεων προς όλους τους πολίτες, το οποίο στοχεύει στην ενημέρωση και προετοιμασία του πληθυσμού σε περίπτωση έκτακτης ανάγκης ή πιθανής σύρραξης.
Στον πρόλογο του εγχειριδίου με τίτλο In Case of Crisis: Taiwan’s National Public Safety Guide («Σε Περίπτωση Κρίσης: Οδηγός Εθνικής Δημόσιας Ασφάλειας της Ταϊβάν»), ο πρόεδρος της Ταϊβάν Λάι Τσινγκ-τε υπογράμμισε ότι οι προκλήσεις «από φυσικές καταστροφές, πανδημίες και ακραία καιρικά φαινόμενα έως την απειλή κινεζικής επιθετικότητας» δεν έχουν πάψει ποτέ. Η διανομή σε ολόκληρο το νησί ξεκινά στις 19 Νοεμβρίου.
Το εγχειρίδιο περιλαμβάνει παραδείγματα στρατιωτικών απειλών που θα μπορούσαν να αντιμετωπίσουν οι πολίτες της Ταϊβάν, πέρα από άμεσες ένοπλες επιθέσεις. Μεταξύ αυτών είναι κυβερνοεπιθέσεις που θα μπορούσαν να παραλύσουν την πρόσβαση στο διαδίκτυο και σε κρίσιμα δίκτυα επικοινωνίας, η χρήση μη επανδρωμένων αεροσκαφών στον ταϊβανέζικο εναέριο χώρο, καθώς και προσπάθειες του Πεκίνου να αναστείλει τις μεταφορές στα στενά της Ταϊβάν, τον θαλάσσιο διάδρομο που χωρίζει το νησί από την ηπειρωτική Κίνα.
Σε ό,τι αφορά το πώς πρέπει να αντιδράσουν οι πολίτες εάν εντοπίσουν εχθρικές δυνάμεις, το εγχειρίδιο συμβουλεύει τους αναγνώστες να απομακρυνθούν το ταχύτερο δυνατόν από οποιαδήποτε στρατιωτική δραστηριότητα. Προειδοποιεί επίσης ότι εχθρικά στρατεύματα ενδέχεται να μεταμφιεστούν σε φιλικές δυνάμεις, καθιστώντας δύσκολη τη διάκριση για έναν απλό πολίτη. Σημειώνεται ότι σε προγενέστερο προσχέδιο υπήρχε ενότητα με οδηγίες για το πώς μπορεί κανείς να ξεχωρίζει Κινέζους από Ταϊβανέζους στρατιώτες, αλλά στο τελικό κείμενο αυτή η αναφορά αφαιρέθηκε.
Το εγχειρίδιο ζητά ακόμη από τους πολίτες να μην τραβούν φωτογραφίες ή βίντεο των κινήσεων του ταϊβανέζικου στρατού ούτε να τα αναρτούν στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, επισημαίνοντας ότι κάτι τέτοιο μπορεί να εκθέσει τις φιλικές δυνάμεις σε κίνδυνο. Τους προτρέπει επίσης να παραμένουν σε επαγρύπνηση απέναντι σε αλλοιωμένα βίντεο, κατασκευασμένους ισχυρισμούς και θεωρίες συνωμοσίας που διακινούνται από εχθρικές δυνάμεις και τους ντόπιους συνεργάτες τους.
Σε συνέντευξη Τύπου στις 17 Νοεμβρίου στην Ταϊπέι, ο αναπληρωτής γενικός γραμματέας του Συμβουλίου Εθνικής Ασφαλείας, Λιν Φέι-φαν, επανέλαβε ότι κάθε πολεμικός ισχυρισμός περί παράδοσης της Ταϊβάν πρέπει να θεωρείται ψευδής είδηση. Ο Λιν ανέφερε στους δημοσιογράφους ότι το εγχειρίδιο αποσαφηνίζει με απόλυτη σαφήνεια προς την ταϊβανέζικη κοινωνία πως, απέναντι στην απειλή πολέμου, «η Ταϊβάν δεν θα παραδοθεί ποτέ». Υπογράμμισε επίσης ότι οποιοδήποτε μήνυμα ισχυρίζεται ότι η κυβέρνηση έχει παραδοθεί ή ότι η χώρα έχει ηττηθεί είναι αναληθές.
Σύμφωνα με τον Λιν, η πρώτη παρτίδα του εγχειριδίου θα αριθμεί περίπου 11 εκατομμύρια έντυπα αντίτυπα. Από τις 19 Νοεμβρίου, τα τοπικά γραφεία πολιτικών υποθέσεων θα αρχίσουν να τα διανέμουν σε περισσότερα από 9,8 εκατομμύρια νοικοκυριά, με στόχο η διαδικασία να ολοκληρωθεί έως τις 5 Ιανουαρίου. Το εγχειρίδιο θα ενταχθεί επίσης στην εκπαίδευση εθνικής άμυνας στα σχολεία και θα είναι διαθέσιμο σε βιβλιοθήκες και δημοτικά γραφεία για δωρεάν παραλαβή. Θα κυκλοφορήσει στην αγγλική και άλλες γλώσσες για τους ξένους κατοίκους που ζουν στην Ταϊβάν.
Η Ταϊβάν δεν είναι η πρώτη χώρα που εκδίδει τέτοιου είδους οδηγούς προς το κοινό. Η Σουηδία και η Φινλανδία διαθέτουν επί δεκαετίες αντίστοιχα εγχειρίδια, ενώ πιο πρόσφατα, τον Αύγουστο, η Τσεχία παρουσίασε έναν νέο οδηγό επιβίωσης «72 Ώρες», ο οποίος παρέχει οδηγίες για το πώς ένα νοικοκυριό μπορεί να παραμείνει αυτοσυντηρούμενο επί τουλάχιστον τρεις ημέρες σε περίπτωση κρίσης.
Η διανομή του εγχειριδίου πραγματοποιείται σε μια περίοδο κατά την οποία η Κίνα συνεχίζει να στέλνει στρατιωτικά αεροσκάφη και ναυτικά πλοία κοντά στην Ταϊβάν σχεδόν καθημερινά.
Το κυβερνών Κομμουνιστικό Κόμμα της Κίνας δεν έχει κυβερνήσει ποτέ την Ταϊβάν, αλλά υποστηρίζει ότι αποτελεί αποσκιρτήσασα επαρχία της Κίνας και δεν έχει αποκλείσει την ενοποίηση του δημοκρατικού νησιού με την αυταρχική ηπειρωτική χώρα δια της βίας.
Το Γραφείο Υποθέσεων Ταϊβάν της Κίνας δεν απάντησε σε αίτημα της Epoch Times για σχολιασμό.
Των Dorothy Li και Bill Pan








