Η Ελλάδα προχώρησε στην υπογραφή προκαταρκτικής συμφωνίας με την Ιταλία για την απόκτηση έως τεσσάρων φρεγατών τύπου FREMM κλάσης Bergamini, σηματοδοτώντας μια κρίσιμη στιγμή στον εκσυγχρονισμό του Ελληνικού Πολεμικού Ναυτικού. Η συμφωνία, που υπογράφηκε στις 29 Σεπτεμβρίου 2025 στη La Spezia της Ιταλίας, προβλέπει αρχικά την παραχώρηση δύο φρεγατών με δυνατότητα επέκτασης σε συνολικά τέσσερα πλοία. Το κόστος εκτιμάται στα 300 εκατομμύρια ευρώ ανά φρεγάτα, ενώ η παράδοση των πρώτων δύο πλοίων μπορεί να πραγματοποιηθεί σε διάστημα μηνών, καθιστώντας τη συμφωνία εξαιρετικά ελκυστική από άποψη χρονοδιαγράμματος.
Οι φρεγάτες FREMM (Frigate European Multi-Mission) αποτελούν προϊόν ιταλο-γαλλικής συνεργασίας και ανήκουν στις πιο προηγμένες ναυτικές πλατφόρμες παγκοσμίως. Τα πλοία που προσφέρονται στην Ελλάδα είναι η Carlo Bergamini (F-590) και η Virginio Fasan (F-591), που κατασκευάστηκαν το 2013 από τη Fincantieri και παραμένουν σε εξαιρετική κατάσταση παρά τα δώδεκα χρόνια υπηρεσίας τους.
Με εκτόπισμα 6.500 τόνων πλήρους φορτίου, μήκος 144 μέτρων και πλάτος 19,7 μέτρων, οι φρεγάτες FREMM διαθέτουν προηγμένο σύστημα πρόωσης CODLAG που τους επιτρέπει να αναπτύσσουν ταχύτητα άνω των 27 κόμβων. Το σύστημα πρόωσης περιλαμβάνει μία αεριοστρόβιλο των 32 MW, δύο ηλεκτροκινητήρες των 2,15 MW έκαστος και τέσσερις γεννήτριες ντίζελ, παρέχοντας ευελιξία και οικονομία στη λειτουργία.
Ο οπλισμός των φρεγατών είναι εντυπωσιακός και περιλαμβάνει δύο συστήματα κατακόρυφης εκτόξευσης SYLVER A50 για πυραύλους Aster 15 και Aster 30, οκτώ αντιπλοϊκούς πυραύλους Otomat Mk-2/A, τορπίλες MU 90, και πυροβόλα 127mm Otobreda και 76mm Strales. Το σύστημα ραντάρ Leonardo MFRA AESA μπορεί να εντοπίσει εναέριες απειλές σε απόσταση άνω των 300 χιλιομέτρων, ενώ και τα δύο πλοία διαθέτουν δύο ελικοδρόμια για ελικόπτερα NH90 ή EH-101.
Η απόφαση της Ελλάδας να προχωρήσει στην αγορά των ιταλικών φρεγατών εντάσσεται στο ευρύτερο πρόγραμμα εκσυγχρονισμού «Ατζέντα 2030» και στη φιλοσοφία της «Ασπίδας του Αχιλλέα», που προβλέπει επενδύσεις 25 δισεκατομμυρίων ευρώ σε διάστημα δώδεκα ετών. Το πρόγραμμα αποσκοπεί στη μετάβαση από την παραδοσιακή αμυντική στρατηγική σε μοντέλο στρατηγικής αποτροπής, αντιμετωπίζοντας τις σύγχρονες απειλές στο Αιγαίο και την Ανατολική Μεσόγειο.
Οι εντάσεις με την Τουρκία αποτελούν καταλυτικό παράγοντα για τον εκσυγχρονισμό του Ελληνικού Πολεμικού Ναυτικού. Πρόσφατες κρίσεις όπως οι διαφορές για τα θαλάσσια σύνορα, οι προκλήσεις με το ερευνητικό σκάφος «Πίρι Ρεΐς» και οι αξιώσεις της Άγκυρας για αποστρατιωτικοποίηση των ελληνικών νησιών υπογραμμίζουν την ανάγκη ενίσχυσης των ελληνικών ναυτικών δυνατοτήτων.
Ο υπουργός Εθνικής Άμυνας Νίκος Δένδιας τόνισε ότι η απόκτηση των φρεγατών θα επιτρέψει στην Ελλάδα να αποκτήσει «το πιο ισχυρό και σύγχρονο Ναυτικό στην ιστορία της» σε πολύ σύντομο χρονικό διάστημα. Η στρατηγική αυτή επιλογή αποσκοπεί στην κάλυψη του κενού δυνατοτήτων που δημιουργήθηκε κατά τη διάρκεια της δεκαετούς οικονομικής κρίσης.
Η αγορά των ιταλικών φρεγατών συμπληρώνει το πρόγραμμα απόκτησης τεσσάρων γαλλικών φρεγατών FDI τύπου Belharra από τη Naval Group. Ενώ οι Belharra είναι νεότερες και διαθέτουν προηγμένα συστήματα όπως οι μελλοντικοί πύραυλοι ELSA, οι FREMM προσφέρουν σημαντικά πλεονεκτήματα σε κόστος και χρόνο παράδοσης.
Οι φρεγάτες FREMM έχουν μεγαλύτερο εκτόπισμα (6.500 έναντι 4.500 τόνων) και μήκος (144 έναντι 122 μέτρων), προσφέροντας περισσότερο χώρο για οπλισμό και εξοπλισμό. Το κόστος των 300 εκατομμυρίων ευρώ ανά μονάδα είναι σημαντικά χαμηλότερο από το κόστος των νέων Belharra, που φτάνει τα 982 εκατομμύρια ευρώ συμπεριλαμβανομένης της υποστήριξης.
Η ταχύτητα παράδοσης αποτελεί κρίσιμο πλεονέκτημα, καθώς οι FREMM μπορούν να παραδοθούν σε διάστημα μηνών, ενώ οι νέες φρεγάτες απαιτούν 3-4 χρόνια κατασκευής. Αυτή η δυνατότητα άμεσης ενίσχυσης του στόλου είναι ιδιαίτερα σημαντική στο τρέχον γεωπολιτικό περιβάλλον.
Η προσφορά των ιταλικών φρεγατών στην Ελλάδα αποτελεί μέρος μιας ευρύτερης και επιτυχημένης στρατηγικής της Ιταλίας για εξαγωγή πολεμικών πλοίων. Η Fincantieri έχει αναπτύξει ένα καινοτόμο μοντέλο που επιτρέπει την ταχεία παράδοση πλοίων μέσω της εκχώρησης μονάδων που βρίσκονται ήδη σε υπηρεσία ή είναι υπό κατασκευή για το ιταλικό ναυτικό.
Αυτή η τακτική έχει εφαρμοστεί επιτυχώς με την Αίγυπτο το 2020, όπου δύο φρεγάτες FREMM που προορίζονταν για το ιταλικό ναυτικό πωλήθηκαν για 1,2 δισεκατομμύρια ευρώ, και με την Ινδονησία το 2024, όπου δύο πλοία PPA πωλήθηκαν για 1,18 δισεκατομμύρια ευρώ. Σε κάθε περίπτωση, η Ιταλία αντικαθιστά τα πλοία που πωλεί με νέες παραγγελίες, διατηρώντας τη δυναμικότητα του δικού της στόλου.
Η Fincantieri διαθέτει εκτεταμένο δίκτυο 18 ναυπηγείων σε τρεις ηπείρους και απασχολεί πάνω από 23.000 εργαζόμενους. Τα ναυπηγεία Riva Trigoso και Muggiano στη La Spezia ειδικεύονται στην κατασκευή πολεμικών πλοίων και έχουν παραδώσει πάνω από 7.000 σκάφη σε 228 χρόνια λειτουργίας.
Η συμφωνία με την Ιταλία περιλαμβάνει όχι μόνο την παράδοση των φρεγατών αλλά και ένα πακέτο υποστήριξης που θα διαχειριστεί η Fincantieri, αξιοποιώντας την τεχνογνωσία και την εμπειρία της εταιρείας στις υπηρεσίες μετά την πώληση. Το πακέτο αυτό είναι κρίσιμο για τη διασφάλιση της μακροπρόθεσμης λειτουργικότητας των πλοίων στο ελληνικό ναυτικό.
Η Fincantieri αναμένει ότι η μεταφορά των δύο φρεγατών στην Ελλάδα θα οδηγήσει σε παραγγελία νέων πλοίων της κλάσης από το Ιταλικό Ναυτικό για την αντικατάστασή τους. Αυτή η προσέγγιση διασφαλίζει τη συνέχεια της παραγωγής και τη διατήρηση των θέσεων εργασίας στα ιταλικά ναυπηγεία.
Για την Ελλάδα, η συμφωνία εντάσσεται στο ευρύτερο πλαίσιο αμυντικών δαπανών που φτάνουν το 3,1% του ΑΕΠ, υπερβαίνοντας σημαντικά τον στόχο του ΝΑΤΟ για 2%. Το πρόγραμμα «Ατζέντα 2030» προβλέπει συνολικές επενδύσεις 25-28 δισεκατομμυρίων ευρώ, με στόχο την απόκτηση προηγμένων συστημάτων όπως μαχητικά αεροσκάφη F-35, υποβρύχια νέας γενιάς και συστήματα αεράμυνας.
Η συμφωνία προβλέπει τη δυνατότητα εκσυγχρονισμού των φρεγατών σε συνεργασία με τη Fincantieri, συμπεριλαμβανομένης της ενσωμάτωσης των πυραύλων ELSA νέας γενιάς που προορίζονται επίσης για τις φρεγάτες FDI. Οι πύραυλοι ELSA (European Long Range Strike Approach) αναπτύσσονται στο πλαίσιο ευρωπαϊκής συνεργασίας και αναμένεται να προσφέρουν δυνατότητες πλήγματος σε αποστάσεις άνω των 1.000 χιλιομέτρων.
Ο εκσυγχρονισμός θα περιλαμβάνει επίσης βελτιώσεις στα συστήματα επικοινωνιών, ραντάρ και ηλεκτρονικού πολέμου, διασφαλίζοντας την πλήρη διαλειτουργικότητα με τις υπόλοιπες μονάδες του Ελληνικού Πολεμικού Ναυτικού. Η αναβάθμιση θα επιτρέψει στις φρεγάτες να διατηρήσουν την επιχειρησιακή τους αξία για τουλάχιστον δύο δεκαετίες.
Με την ολοκλήρωση όλων των προγραμμάτων, το Ελληνικό Πολεμικό Ναυτικό θα διαθέτει στις αρχές της δεκαετίας του 2030 οκτώ σύγχρονες φρεγάτες (τέσσερις FDI και τέσσερις FREMM) με συνολική χωρητικότητα τουλάχιστον 168 πυραύλων ASTER 30, ή έως 192 εάν οι τελευταίες τρεις φρεγάτες FDI δεν εξοπλιστούν με συστήματα κρουζ πυραύλων. Η προσθήκη τεσσάρων αναβαθμισμένων φρεγατών κλάσης Hydra (MEKO 200HN) θα δημιουργήσει έναν ισχυρό και ικανό στόλο φρεγατών.
Αυτή η ραγδαία αύξηση των δυνατοτήτων αντικατοπτρίζει τη στρατηγική απόφαση της Ελλάδας να μεταβεί από την παραδοσιακή άμυνα στην αποτρεπτική ισχύ, ανταποκρινόμενη στις σύγχρονες απειλές και τις γεωπολιτικές εξελίξεις στην περιοχή. Η εκσυγχρονισμένη ναυτική δύναμη θα επιτρέψει στην Ελλάδα να διαδραματίσει πιο ενεργό ρόλο στη διασφάλιση της σταθερότητας στην Ανατολική Μεσόγειο και να συνεισφέρει αποτελεσματικότερα στις αποστολές του ΝΑΤΟ και της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Η επιτυχής υλοποίηση του προγράμματος θα μετατρέψει το Ελληνικό Πολεμικό Ναυτικό σε μία από τις πιο σύγχρονες και ισχυρές ναυτικές δυνάμεις της Μεσογείου, ενισχύοντας την εθνική άμυνα και τη στρατηγική θέση της χώρας στην περιοχή. Η συνεργασία με την Ιταλία ανοίγει επίσης νέους ορίζοντες στη διμερή αμυντική συνεργασία και στην ευρωπαϊκή αμυντική βιομηχανία, συμβάλλοντας στη στρατηγική αυτονομία της Ευρώπης σε θέματα άμυνας.