Τρίτη, 05 Αυγ, 2025
(The Epoch Times)

Ο Τραμπ αναδιαμορφώνει την εξωτερική πολιτική των ΗΠΑ με τη «διπλωματία των δασμών»

Ο Αμερικανός πρόεδρος χρησιμοποιεί τους δασμούς για να μεσολαβήσει για την ειρήνη, να αναδιαρθρώσει το παγκόσμιο εμπόριο και να εξασφαλίσει παραχωρήσεις από τους συμμάχους και τους αντιπάλους των ΗΠΑ

ΟΥΑΣΙΓΚΤΟΝ – Κατά τη δεύτερη θητεία του, ο πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ αναδιαμόρφωσε την εξωτερική πολιτική των ΗΠΑ, χρησιμοποιώντας τους δασμούς όχι μόνο ως οικονομικό μέσο πίεσης, αλλά και ως βασικό εργαλείο διπλωματίας.

Η κυβέρνησή του άσκησε οικονομική πίεση για να αντιμετωπίσει παγκόσμιες συγκρούσεις και να εξασφαλίσει παραχωρήσεις από άλλες χώρες, σηματοδοτώντας μία από τις σημαντικότερες αλλαγές στην εξωτερική πολιτική των ΗΠΑ τις τελευταίες δεκαετίες.

Ο Τραμπ κατέστησε σαφείς τις φιλοδοξίες του μόλις λίγους μήνες μετά την ανάληψη των καθηκόντων του, δηλώνοντας ότι η δεύτερη θητεία του θα είναι πολύ διαφορετική από την πρώτη.

Oil-painting-ntdtv

«Την πρώτη φορά είχα δύο πράγματα να κάνω: να διοικήσω τη χώρα και να επιβιώσω. Είχα να αντιμετωπίσω όλους αυτούς τους διεφθαρμένους τύπους. Τη δεύτερη φορά, διοικώ τη χώρα και τον κόσμο», δήλωσε στο περιοδικό The Atlantic σε συνέντευξή του τον Απρίλιο.

Ο Τραμπ έχει υπογραμμίσει ότι η στρατηγική του για τους δασμούς – η οποία οδήγησε σε εμπορικές παραχωρήσεις συμμάχων όπως η Ευρωπαϊκή Ένωση και η Νότια Κορέα, καθώς και σε σημαντικές εξελίξεις σε συγκρούσεις – είναι απόδειξη ότι η νέα προσέγγιση στην εξωτερική πολιτική αποφέρει αποτελέσματα.

Οι εμπορικές απειλές του έχουν ήδη συμβάλει στον τερματισμό αρκετών συγκρούσεων, συμπεριλαμβανομένης της πρόσφατης συνοριακής σύγκρουσης μεταξύ Ταϊλάνδης και Καμπότζης και της κρίσης μεταξύ Ινδίας και Πακιστάν.

Στις 27 Ιουνίου, ο Τραμπ υποδέχτηκε τους υπουργούς Εξωτερικών της Λαϊκής Δημοκρατίας του Κονγκό και της Ρουάντα στον Λευκό Οίκο, όπου υπέγραψαν ειρηνευτική συμφωνία για τον τερματισμό του τριακονταετούς πολέμου μεταξύ των δύο χωρών.

Ο Μάικλ Γουόλς, ανώτερος ερευνητής στο πρόγραμμα για την Αφρική του Ινστιτούτου Ερευνών Εξωτερικής Πολιτικής, δήλωσε ότι ο Λευκός Οίκος έχει αποδείξει ότι μπορεί να προωθήσει την περιφερειακή σταθερότητα χρησιμοποιώντας οικονομικά κίνητρα.

«Πιστεύουν ακράδαντα ότι αν μπορείς να δείξεις στις χώρες ότι έχουν οικονομικό κίνητρο να μην πολεμούν μεταξύ τους, αλλά να συνεργάζονται μεταξύ τους και με τις Ηνωμένες Πολιτείες, τότε μπορείς να επιλύσεις πολλές συγκρούσεις στον κόσμο», δήλωσε ο Γουόλς στην εφημερίδα The Epoch Times.

Παρατήρησε δε ότι η προσέγγιση του Τραμπ στην Αφρική, η οποία δίνει προτεραιότητα στο εμπόριο έναντι της βοήθειας, έχει αποδειχθεί πιο αποτελεσματική από τη στρατηγική που ακολουθούσαν οι προηγούμενες κυβερνήσεις.

Η κυβέρνηση Τραμπ συνεχίζει την εμπλοκή της στην Αφρική, στρέφοντας τώρα την προσοχή της στη σύγκρουση στο Σουδάν, η οποία συχνά χαρακτηρίζεται ως «ξεχασμένος πόλεμος» και στην οποία έχουν χάσει τη ζωή τους περίπου 150.000 άνθρωποι, σύμφωνα με στοιχεία που δημοσίευσε το Συμβούλιο Εξωτερικών Σχέσεων.

Αν και μέχρι στιγμής δεν έχει επιτευχθεί καμία σημαντική πρόοδος, ο Γουόλς δήλωσε ότι το Σουδάν και άλλες περιοχές της Αφρικής παραμένουν προτεραιότητα για τις ειρηνευτικές προσπάθειες των ΗΠΑ.

image-5896619
Ο πρόεδρος των Ηνωμένων Πολιτειών Ντόναλντ Τραμπ μαζί με τον υπουργό Εξωτερικών και Συνεργασίας της Ρουάντα Ολιβιέ Ντουχουνγκιρέ (α) και την υπουργό Εξωτερικών της Λαϊκής Δημοκρατίας του Κονγκό, Τερέζ Καγικουάμπα Βάγκνερ (δ), στο Οβάλ Γραφείο, στις 27 Ιουνίου 2025. Η συνάντηση πραγματοποιήθηκε μετά από μια ειρηνευτική συμφωνία που επιτεύχθηκε με διαμεσολάβηση του Λευκού Οίκου και υπογράφηκε από αξιωματούχους και των δύο χωρών με σκοπό τον τερματισμό της σύγκρουσης στο ανατολικό Κονγκό. Η κυβέρνησηπροσβλέπει στην προώθηση της περιφερειακής σταθερότητας μέσω οικονομικών κινήτρων. (Joe Raedle/Getty Images)

 

Οι δασμοί ενδέχεται να αποδυναμώσουν τη Ρωσία και τις λοιπές χώρες των BRICS

Πρόσφατα, ο Τραμπ άρχισε να ασκεί πιέσεις στην Κίνα και την Ινδία να σταματήσουν να αγοράζουν ρωσικό πετρέλαιο που υπόκειται σε κυρώσεις, στο πλαίσιο των προσπαθειών του να αποδυναμώσει το Κρεμλίνο ώστε να τερματιστεί ο πόλεμος στην Ουκρανία.

Την 1η Αυγούστου, ο Τραμπ επέκρινε τη Μόσχα μέσω του Truth Social για τον μεγάλο αριθμό θυμάτων τόσο στη Ρωσία όσο και στην Ουκρανία.

«Αυτός είναι ένας πόλεμος που δεν έπρεπε να είχε συμβεί ποτέ», έγραψε. «Είμαι εδώ για να δω αν μπορώ να τον σταματήσω!»

Η κυβέρνηση Τραμπ χρησιμοποιεί τους δασμούς στις διαπραγματεύσεις με την Κίνα και την Ινδία για να απομονώσει τη Ρωσία, σύμφωνα με τον Κρις Τανγκ, καθηγητή στο Anderson School of Management του UCLA, ο οποίος χαρακτήρισε την εξέλιξη ως «μια πολύ ενδιαφέρουσα δυναμική».

Εάν η στρατηγική πετύχει, θα μπορούσε να οδηγήσει τη Ρωσία σε οικονομική κατάρρευση, δήλωσε στην Epoch Times.

Τον περασμένο μήνα, ο Τραμπ έβαλε στο στόχαστρο τη συμμαχία BRICS – με σημαντικότερους εταίρους τη Βραζιλία, τη Ρωσία, την Ινδία, την Κίνα και τη Νότια Αφρική – και τις προσπάθειές τους να αμφισβητήσουν την παγκόσμια κυριαρχία του αμερικανικού δολαρίου.

image-5896640
Ένας στρατιώτης της 24ης Μηχανοκίνητης Ταξιαρχίας της Ουκρανίας πυροβολεί με ολμοβόλο τις ρωσικές δυνάμεις κοντά στο Χασίβ Γιαρ της Ουκρανίας, στις 18 Νοεμβρίου 2024. Ο πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ άρχισε να ασκεί πίεση στην Κίνα και την Ινδία για να σταματήσουν να αγοράζουν ρωσικό πετρέλαιο που υπόκειται σε κυρώσεις, σε μια προσπάθεια να τερματιστεί ο ρωσοουκρανικός πόλεμος. (Oleg Petrasiuk/24η Μηχανοκίνητη Ταξιαρχία King Danylo των Ουκρανικών Ένοπλων Δυνάμεων/Αρχείο Φωτογραφίας/Δελτίο Τ)

 

Τον Φεβρουάριο, λίγες εβδομάδες μετά την έναρξη της δεύτερης θητείας του, ο Τραμπ επέβαλε δασμούς 25% σε προϊόντα από τον Καναδά και το Μεξικό και πρόσθεσε φόρο 10% στις κινεζικές εισαγωγές, προκειμένου να πιέσει αυτές τις χώρες να αντιμετωπίσουν το πρόβλημα της διακίνησης φαιντανύλης.

Πρόσφατα, απείλησε τη Βραζιλία με δασμούς 50% στις εξαγωγές της προς τις Ηνωμένες Πολιτείες, δημοσιεύοντας στο Truth Social μια επιστολή προς τον πρόεδρο της Βραζιλίας Λουίς Ινάσιο Λούλα ντα Σίλβα. Στην επιστολή, ο Τραμπ κατηγορεί τη Βραζιλία ότι «εξευτελίζεται διεθνώς» λόγω της συνεχιζόμενης δίκης του πρώην προέδρου της Βραζιλίας Ζαΐρ Μπολσονάρο, στενού συμμάχου του Τραμπ.

Η στρατηγική του Τραμπ για τους δασμούς έχει ήδη αρχίσει να αποδίδει καρπούς. Τον Ιούνιο, ο Καναδάς απέσυρε το σχέδιό του να επιβάλει φόρο 3% στις ψηφιακές υπηρεσίες των μεγάλων εταιρειών τεχνολογίας, μετά την αναστολή των εμπορικών διαπραγματεύσεων από τον Τραμπ και την απειλή του να επιβάλει υψηλότερους δασμούς στις καναδικές εισαγωγές.

Σύμφωνα με τον Λευκό Οίκο, η αμερικανική κυβέρνηση έχει εισπράξει περισσότερα από 150 δισεκατομμύρια δολάρια από δασμούς τους τελευταίους έξι μήνες. Το Γραφείο Προϋπολογισμού του Κογκρέσου προέβλεψε τον Ιούνιο ότι το ποσό αυτό θα μπορούσε να αυξηθεί σε 2,8 τρισεκατομμύρια δολάρια την επόμενη δεκαετία.

Ο Κηθ Κραχ, ο οποίος υπηρέτησε ως υφυπουργός Εξωτερικών για την οικονομική ανάπτυξη, την ενέργεια και το περιβάλλον στην πρώτη κυβέρνηση Τραμπ, δήλωσε ότι ο Τραμπ χρησιμοποιεί τους δασμούς ως μέρος μιας ευρύτερης στρατηγικής για να αναδιαμορφώσει το παγκόσμιο εμπόριο και να εξασφαλίσει την κυριαρχία της Αμερικής στη διεθνή σκηνή.

«Ο πρόεδρος Τραμπ πάντα θεωρούσε τους δασμούς ως στρατηγικό εργαλείο», δήλωσε ο Κραχ στην Epoch Times. «Στην πρώτη θητεία του, τους χρησιμοποίησε σαν νυστέρι, στοχεύοντας τον χάλυβα, το αλουμίνιο και συγκεκριμένα εμπορικά κενά. Τώρα, αποτελούν τον ακρογωνιαίο λίθο της οικονομικής πολιτικής του».

Βασικές παραχωρήσεις

Πολλοί αναλυτές υποστηρίζουν ότι η δύναμη της στρατηγικής του Τραμπ σε θέματα δασμών πηγάζει από την οικονομική και στρατιωτική ισχύ των Ηνωμένων Πολιτειών. Ως μεγαλύτερη οικονομία και καταναλωτική αγορά στον κόσμο, οι Ηνωμένες Πολιτείες μπορούν να ασκήσουν πίεση με τρόπο που άλλες χώρες δεν μπορούν.

Αυτή η επιρροή ήταν εμφανής στις πρόσφατες διαπραγματεύσεις με την Ευρωπαϊκή Ένωση. Μετά από την αρχική ανακοίνωση του Αμερικανού προέδρου για δασμούς 30%, η ΕΕ και οι ΗΠΑ τελικά συμφώνησαν στο 15%, ποσοστό σημαντικά μεγαλύτερο από τον προηγούμενο μέσο όρο του 4,8%, σύμφωνα με στοιχεία του Παγκόσμιου Οργανισμού Εμπορίου. Ο Λευκός Οίκος δήλωσε ότι οι νέοι δασμοί στα ευρωπαϊκά προϊόντα θα «αποφέρουν ετήσια έσοδα δεκάδων δισεκατομμυρίων δολαρίων».

Επιπλέον, η ΕΕ συμφώνησε να επενδύσει 600 δισεκατομμύρια δολάρια στις Ηνωμένες Πολιτείες κατά τη διάρκεια της θητείας του Τραμπ και να αγοράσει αμερικανική ενέργεια αξίας 750 δισεκατομμυρίων δολαρίων μέσα σε διάστημα τριών ετών.

image-5896622
Ο πρόεδρος των Ηνωμένων Πολιτειών Ντόναλντ Τραμπ και η πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν ανταλλάσσουν χειραψία μετά την επίτευξη εμπορικής συμφωνίας, στο γήπεδο γκολφ Trump Turnberry στο Τέρνμπερρυ της Σκωτίας, στις 27 Ιουλίου 2025. Σύμφωνα με τη συμφωνία, οι Ηνωμένες Πολιτείες θα επιβάλουν δασμούς 15% στις εξαγωγές της ΕΕ, ενώ η Ένωση θα αγοράσει αμερικανική ενέργεια αξίας 750 δισεκατομμυρίων δολαρίων και θα επενδύσει 600 δισεκατομμύρια δολάρια στις Ηνωμένες Πολιτείες έως το 2028. (Jacquelyn Martin/AP Photo)

 

Ο υπουργός Οικονομικών των ΗΠΑ, Σκοτ Μπέσσεντ, τη χαρακτήρισε ως «συμφωνία του αιώνα», ενώ η πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν, την αποκάλεσε «τεράστια συμφωνία».

«Θα φέρει σταθερότητα, θα φέρει προβλεψιμότητα. Αυτό είναι πολύ σημαντικό για τις επιχειρήσεις και στις δύο πλευρές του Ατλαντικού», δήλωσε η φον ντερ Λάιεν.

Ωστόσο, άλλοι Ευρωπαίοι ηγέτες αντέδρασαν επέκριναν τη συμφωνία.

Μεταξύ αυτών ο Γάλλος πρωθυπουργός Φρανσουά Μπαϊρού, ο οποίος δήλωσε στο X ότι η εμπορική συμφωνία ήταν «μια μαύρη μέρα» για την ΕΕ και «υποταγή» στον Τραμπ.

Η Μαρίν Λε Πεν, ηγέτης του δεξιού κόμματος Εθνική Συμμαχία της Γαλλίας, καταδίκασε επίσης τη συμφωνία ως «πολιτικό, οικονομικό και ηθικό φιάσκο».

Από την πλευρά του, ο Γερμανός καγκελάριος Φρήντριχ Μερτς προειδοποίησε ότι «η γερμανική οικονομία θα υποστεί σημαντική ζημιά εξαιτίας αυτών των δασμών».

Στην Ασία, η Ιαπωνία συμφώνησε επίσης σε δασμούς 15% και δεσμεύτηκε να επενδύσει 550 δισεκατομμύρια δολάρια στην οικονομία των ΗΠΑ, με τις Ηνωμένες Πολιτείες να λαμβάνουν το 90% των κερδών από αυτά τα έργα.

Σύμφωνα με την τελευταία συμφωνία με τη Νότια Κορέα, οι εξαγωγές προς τις Ηνωμένες Πολιτείες θα υπόκεινται σε δασμό 15%, ενώ τα αμερικανικά προϊόντα που εισέρχονται στη Νότια Κορέα θα απαλλάσσονται από οποιονδήποτε δασμό.

Επιπλέον, η Σεούλ δεσμεύτηκε να επενδύσει 350 δισεκατομμύρια δολάρια στις Ηνωμένες Πολιτείες και να αγοράσει αμερικανικό υγροποιημένο φυσικό αέριο, αργό πετρέλαιο και άνθρακα αξίας 100 δισεκατομμυρίων δολαρίων.

Στις 31 Ιουλίου, ο Τραμπ υπέγραψε εκτελεστικό διάταγμα που καθιερώνει αμοιβαία δασμολογικά ποσοστά για δεκάδες χώρες. Ωστόσο, αρκετές χώρες, μεταξύ των οποίων το Μεξικό, ο Καναδάς, η Ινδία και η Κίνα, δεν έχουν ακόμη οριστικοποιήσει τις συμφωνίες τους με την κυβέρνηση Τραμπ.

Ο Κέβιν Χάσσετ, διευθυντής του Εθνικού Οικονομικού Συμβουλίου του Λευκού Οίκου, δήλωσε ότι η κυβέρνηση έχει ήδη εξασφαλίσει εμπορικές συμφωνίες με οκτώ βασικούς εμπορικούς εταίρους, που καλύπτουν «περίπου το 55% του παγκόσμιου ΑΕΠ».

image-5896621
Ο Κέβιν Χάσσετ, διευθυντής του Εθνικού Οικονομικού Συμβουλίου του Λευκού Οίκου, στις 30 Ιουνίου 2025. Ο Χάσσετ δήλωσε ότι το Πεκίνο εξακολουθεί να μην τηρεί τις δεσμεύσεις του σχετικά με τις αποστολές σπάνιων γαιών, παρά τις πρόσφατες αυξήσεις. (Andrew Caballero-Reynolds/AFP μέσω Getty Images)

 

Αυτές οι εμπορικές συμφωνίες έχουν σε μεγάλο βαθμό οριστικοποιηθεί, αν και ενδέχεται να υπάρχουν ακόμη κάποιες «αμφιταλαντεύσεις» σχετικά με συγκεκριμένους όρους, δήλωσε ο Χάσσετ στο πρόγραμμα «Meet the Press» του NBC News στις 3 Αυγούστου.

Οι χώρες που δεν έχουν οριστικοποιήσει τις συμφωνίες τους θα αντιμετωπίσουν σύντομα «αμοιβαίους δασμούς», ενώ αναμένεται να συνεχιστούν οι περαιτέρω διαπραγματεύσεις, σημείωσε.

Η κυβέρνηση Τραμπ ανακοίνωσε επίσης ένα νέο δασμό 40% στις μεταφορτώσεις, μια τακτική αποφυγής δασμών που αφορά κυρίως κινεζικά προϊόντα που τροποποιούνται ελάχιστα ή απλώς ξανασυσκευάζονται σε άλλες χώρες, πριν αποσταλλούν στις Ηνωμένες Πολιτείες. Οι Ηνωμένες Πολιτείες έχουν ήδη εξασφαλίσει τη δέσμευση ορισμένων χωρών, συμπεριλαμβανομένου του Βιετνάμ, να εμποδίσουν την εισροή φθηνών κινεζικών προϊόντων στις αγορές τους για μεταφόρτωση.

Μέχρι στιγμής, αυτή η αναθεώρηση της αμερικανικής δασμολογικής πολιτικής δεν έχει προκαλέσει ευρεία αντίδραση από τους κύριους εμπορικούς εταίρους, αν και οι Ηνωμένες Πολιτείες και η Κίνα εξακολουθούν να διαπραγματεύονται μετά την αναστολή των αμοιβαίων δασμών.

«Ο πρόεδρος Τραμπ εκμεταλλεύεται την ευκαιρία για να επαναπροσδιορίσει τους κανόνες του παιχνιδιού. Του δίνω υψηλή βαθμολογία. Η στρατηγική του έχει ήδη αποφέρει εντυπωσιακά αποτελέσματα», δήλωσε ο Κραχ. «Κανείς δεν έχει εκμεταλλευτεί τη γενναιοδωρία μας περισσότερο από την Κίνα».

Ο Φίλιπ Λακ, διευθυντής του προγράμματος οικονομικών στο Κέντρο Στρατηγικών και Διεθνών Σπουδών, δήλωσε ότι ο Τραμπ κατάφερε να εφαρμόσει τη στρατηγική του «χωρίς να προκαλέσει ευρεία αντίδραση από τους εμπορικούς εταίρους».

«Αυτή η επιτυχία στην αποφυγή αντιποίνων πιθανώς οφείλεται στην ‘κυριαρχία της κλιμάκωσης’ – ουσιαστικά, όταν οι εταίροι πείθονται ότι η είσοδος σε έναν κύκλο οικονομικών αντιποίνων θα ήταν πιο δαπανηρή για αυτούς παρά για τις Ηνωμένες Πολιτείες», έγραψε ο Λακ σε πρόσφατη έκθεση που συνέταξε μαζί με την Ίνα Σιμόνοβσκα.

Οι δασμοί αναδιαμορφώνουν τις αλυσίδες εφοδιασμού

Ο Τραμπ προωθεί εδώ και καιρό την επιβολή δασμών έχοντας ως στόχο την αναβίωση της αμερικανικής βιομηχανίας και την ενίσχυση των εγχώριων θέσεων εργασίας. Ωστόσο, σύμφωνα με τον Τανγκ, ο επαναπατρισμός θέσεων εργασίας στη χώρα παραμένει δύσκολος μετά από δεκαετίες βιομηχανικής παρακμής, έλλειψης ειδικευμένου εργατικού δυναμικού και ποικίλων εμποδίων σε επίπεδο υποδομών και κανονιστικών ρυθμίσεων.

image-5896618
Υπάλληλος της Independent Can Company στη γραμμή παραγωγής στο Μπελκάμπ του Μέρυλαντ, στις 25 Ιουνίου 2025. Ο πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ υποστηρίζει εδώ και καιρό την επιβολή δασμών για την αναβίωση της αμερικανικής βιομηχανίας και την ενίσχυση της εγχώριας απασχόλησης. Οι ειδικοί προειδοποιούν ότι ο επαναπατρισμός της παραγωγής παραμένει δύσκολος μετά από δεκαετίες βιομηχανικής παρακμής, έλλειψης εργατικού δυναμικού και διαφόρων ρυθμιστικών προκλήσεων. (Ryan Collerd/AFP μέσω Getty Images)

 

Ορισμένες εταιρείες αποφάσισαν να μεταφέρουν την παραγωγή τους στις Ηνωμένες Πολιτείες για να αποφύγουν τους δασμούς και να εξυπηρετήσουν την εγχώρια αγορά. Ωστόσο, πολλές εξακολουθούν να εξαρτώνται από το φθηνότερο εργατικό δυναμικό στο εξωτερικό για τις διεθνείς πωλήσεις, δημιουργώντας ένα χάσμα στις παγκόσμιες αλυσίδες εφοδιασμού.

«Για τα αγαθά εγχώριας κατανάλωσης, πολλές εταιρείες θα αυξήσουν σταδιακά την παραγωγή τους στις Ηνωμένες Πολιτείες», δήλωσε ο Τανγκ. «Ωστόσο, για τη διεθνή αγορά, οι Ηνωμένες Πολιτείες εξακολουθούν να εξαρτώνται από αναδυόμενες αγορές με χαμηλότερο κόστος εργασίας».

Ο Τανγκ έφερε την περίπτωση της Eli Lilly ως παράδειγμα, σημειώνοντας ότι ο φαρμακευτικός γίγαντας σχεδιάζει να παράγει περισσότερα φάρμακα απώλειας βάρους στις Ηνωμένες Πολιτείες, επειδή η εγχώρια αγορά είναι η μεγαλύτερη.

«Είναι λογικό, λοιπόν, για την εταιρεία να παράγει εδώ», σημείωσε.

Βιομηχανίες όπως η φαρμακευτική και αυτή των ημιαγωγών ηγούνται της τάσης επαναπατρισμού λόγω των υψηλά αυτοματοποιημένων διαδικασιών παραγωγής τους, οι οποίες μειώνουν τις ανάγκες σε εργατικό δυναμικό. Αυτοκινητοβιομηχανίες όπως η Volkswagen αυξάνουν επίσης τις επενδύσεις τους στις ΗΠΑ για να αποφύγουν τους δασμούς του Τραμπ. Ωστόσο, η μεταφορά ολόκληρων αλυσίδων εφοδιασμού της αυτοκινητοβιομηχανίας στην Αμερική παραμένει πρόκληση.

Ακόμη και με τους δασμούς, το υψηλό κόστος εργασίας καθιστά χώρες όπως το Μεξικό και η Κίνα πιο ελκυστικές για ορισμένα τμήματα της εφοδιαστικής αλυσίδας, παρατήρησε ο Τανγκ.

Παρά τις πρόσφατες εμπορικές επιτυχίες, ο Τραμπ έχει αρκετές ακόμη μάχες μπροστά του, συμπεριλαμβανομένης μιας νέας εμπορικής συμφωνίας με την Κίνα, καθώς και τη μεταξύ τους αντιπαράθεση για τα ορυκτά σπάνιων γαιών. Ενώ οι αποστολές σπάνιων γαιών από την Κίνα έχουν αυξηθεί τις τελευταίες εβδομάδες, το Πεκίνο εξακολουθεί να μην τηρεί τις δεσμεύσεις του, σύμφωνα με τον Χάσσετ.

«Τον τελευταίο μήνα, υπήρξε μια πολύ μεγάλη αύξηση, αλλά νομίζω ότι όλοι εξακολουθούμε να ελπίζουμε για περισσότερα», σχολίασε ο Χάσσετ στην Epoch Times στις 30 Ιουλίου.

Οι αξιωματούχοι του Λευκού Οίκου συνεχίζουν να πιέζουν για τη μείωση της εξάρτησης των ΗΠΑ από τα επεξεργασμένα σπάνια μέταλλα από την Κίνα, υποστηρίζοντας τις εγχώριες επενδύσεις, αλλά «θα χρειαστούν μερικά χρόνια για να φτάσουμε εκεί», δήλωσε ο Τανγκ.

image-5896620
Κοντέινερ στο λιμάνι του Λος Άντζελες, στο Σαν Πέδρο της Καλιφόρνιας, στις 15 Απριλίου 2025. Η κυβέρνηση Τραμπ αντιμετωπίζει συνεχείς εμπορικές αντιδικίες και εντάσεις με την Κίνα σχετικά με τα ορυκτά σπάνιων γαιών και όχι μόνο, και πιέζει για τη μείωση της εξάρτησης των ΗΠΑ από την κινεζική αλυσίδα μέσω εγχώριων επενδύσεων. (Patrick T. Fallon/AFP μέσω Getty Images)

 

Η αβεβαιότητα παραμένει

Παρόλο που ο Τραμπ έχει εξασφαλίσει μια σειρά από εμπορικές νίκες, παραμένουν ερωτήματα σχετικά με τη βιωσιμότητά τους μακροπρόθεσμα.

Πολλά από τα μέτρα δασμολογικού χαρακτήρα βασίζονται στην εκτελεστική εξουσία και θα μπορούσαν να ανατραπούν από μελλοντικές κυβερνήσεις. Επιπλέον, η εφαρμογή σημαντικών επενδυτικών δεσμεύσεων από τους εμπορικούς εταίρους παραμένει ασαφής.

Ένα παράδειγμα είναι η εμπορική συμφωνία του Τραμπ με την ΕΕ, η οποία περιλαμβάνει τη δέσμευση των Βρυξελλών να αγοράσουν ενέργεια από τις ΗΠΑ αξίας 750 δισεκατομμυρίων δολαρίων σε διάστημα τριών ετών. Ωστόσο, οι αναλυτές είναι επιφυλακτικοί. Το 2024, οι εξαγωγές ενέργειας των ΗΠΑ προς την ΕΕ ανήλθαν συνολικά σε 78,5 δισεκατομμύρια δολάρια, πολύ κάτω από το ποσό που θα χρειαζόταν για την εκπλήρωση της δέσμευσης.

Η μεγαλύτερη πρόκληση, σύμφωνα με πρόσφατη έκθεση του επενδυτή και ερευνητή ορυκτών Τζον Ζαντέχ, είναι να καταφέρουν οι ΗΠΑ να αυξήσουν τις εξαγωγές σε περίπου 250 δισεκατομμύρια δολάρια ετησίως μεταξύ 2025 και 2028.

«Ο κρίσιμος περιορισμός που αντιμετωπίζουν οι εξαγωγείς των ΗΠΑ δεν είναι η παραγωγική ικανότητα, αλλά μάλλον η εξαγωγική υποδομή», εξήγησε ο Ζαντέχ. «Ιδιαίτερα για το φυσικό αέριο, η διαδικασία υγροποίησης και φόρτωσης σε θαλάσσιους τερματικούς σταθμούς δημιουργεί εμπόδια που δεν μπορούν να ξεπεραστούν γρήγορα, ανεξάρτητα από την ποσότητα αερίου που παράγεται στο εσωτερικό της χώρας».

Η φον ντερ Λάιεν υποστήριξε τη συμφωνία, δηλώνοντας ότι η ΕΕ θα «αντικαταστήσει το ρωσικό φυσικό αέριο και πετρέλαιο με σημαντικές αγορές αμερικανικού υγροποιημένου φυσικού αερίου (LNG), πετρελαίου και πυρηνικών καυσίμων».

Οι ηγέτες του επιχειρηματικού κόσμου υποστηρίζουν επίσης με επιφύλαξη τις εμπορικές συμφωνίες του Τραμπ. Η Business Roundtable, μια ένωση που συγκεντρώνει περισσότερους από 200 διευθύνοντες συμβούλους κορυφαίων αμερικανικών εταιρειών, εξήρε μεν την προσπάθεια του Ντόναλντ Τραμπ να αποκαταστήσει την ισορροπία στο εμπόριο και να υποστηρίξει την αμερικανική βιομηχανία, αλλά προειδοποίησε και για τους κινδύνους.

«Ανησυχούμε ότι οι επίμονα υψηλοί δασμολογικοί συντελεστές ίσως βλάψουν την αμερικανική οικονομία, ειδικά τον μεταποιητικό τομέα», δήλωσε η ομάδα, προτρέποντας τη συνέχιση των διαπραγματεύσεων για τη μείωση των δασμών και των μη εμπορικών φραγμών.

Εν τω μεταξύ, η αντίδραση της αγοράς στους δασμούς 15% που επιβλήθηκαν σε βασικούς εμπορικούς εταίρους, όπως η ΕΕ και η Ιαπωνία, ήταν σε μεγάλο βαθμό συγκρατημένη. Μέχρι στιγμής, οι επενδυτές έχουν αγνοήσει τις ανησυχίες σχετικά με τον πιθανό αντίκτυπο των δασμών στην αμερικανική οικονομία και τον πληθωρισμό. Ο δείκτης S&P 500 έχει ανακάμψει περισσότερο από 25% από το χαμηλό του στις 8 Απριλίου, γεγονός που υποδηλώνει ότι η πρώτη αντίδραση των αγορών στην ανακοίνωση των δασμών, στις 2 Απριλίου, ίσως ήταν υπερβολική.

Πως μπορείτε να μας βοηθήσετε ώστε να συνεχίσουμε να σας κρατάμε ενημερωμένους

Ποιος είναι ο λόγος που χρειαζόμαστε την βοήθειά σας για την χρηματοδότηση του ερευνητικού ρεπορτάζ μας; Επειδή είμαστε ένας ανεξάρτητος οργανισμός ειδήσεων που δεν επηρεάζεται από καμία κυβέρνηση, εταιρεία ή πολιτικό κόμμα. Από την ημέρα που ξεκινήσαμε, έχουμε έρθει αντιμέτωποι με προσπάθειες αποσιώπησης της αλήθειας κυρίως από το Κινεζικό Κομμουνιστικό Κόμμα. Αλλά δεν θα λυγίσουμε. Η ελληνική έκδοση της Epoch Times βασίζεται ολοκληρωτικά στις γενναιόδωρες συνεισφορές σας για να διατηρήσει την παραδοσιακή δημοσιογραφία ζωντανή και υγιή στην Ελληνική γλώσσα. Μαζί, μπορούμε να συνεχίσουμε να διαδίδουμε την αλήθεια.

Σχολιάστε