Σάββατο, 06 Δεκ, 2025
Το εμβόλιο κατά της ηπατίτιδας σε εμβολιαστικό κέντρο για μαθητές στο Λύνγουντ της Καλιφόρνιας, στις 27 Αυγούστου 2013. (Robyn Beck/AFP μέσω Getty Images)

Ο Τραμπ υπογράφει υπόμνημα για ευθυγράμμιση των παιδικών εμβολίων στις ΗΠΑ με άλλες ανεπτυγμένες χώρες

Ο πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ υπέγραψε υπόμνημα στις 5 Δεκεμβρίου με στόχο την ευθυγράμμιση των αμερικανικών συστάσεων για τα παιδικά εμβόλια με τις βέλτιστες πρακτικές σε «ανεπτυγμένες» και «συγκρίσιμες» χώρες, όπου τα παιδιά λαμβάνουν λιγότερα εμβόλια σε σχέση με τις Ηνωμένες Πολιτείες.

Στο κείμενο του υπομνήματος ανέφερε ότι όταν ξεκίνησε τη δεύτερη θητεία του τον Ιανουάριο, οι ΗΠΑ συνιστούσαν την ανοσοποίηση των παιδιών έναντι 18 ασθενειών, συμπεριλαμβανομένης της COVID-19, αριθμός μεγαλύτερος από εκείνον που συνιστάται στη Δανία (10), στην Ιαπωνία (14) και στη Γερμανία (15).

Πρόσθεσε ότι και άλλες ισχύουσες αμερικανικές συστάσεις αποκλίνουν από τις πολιτικές της πλειονότητας των ανεπτυγμένων χωρών και ότι χρειάζεται περαιτέρω μελέτη ώστε οι Αμερικανοί να λαμβάνουν ιατρικές συμβουλές που υποστηρίζονται επιστημονικά.

Ενημερωτικό σημείωμα του Λευκού Οίκου που συνόδευε το υπόμνημα ανέφερε ότι οι ΗΠΑ συνιστούν σήμερα ετήσιο εμβολιασμό κατά της γρίπης από την ηλικία των έξι μηνών, ενώ πολλές συγκρίσιμες χώρες δεν περιλαμβάνουν τον ετήσιο εμβολιασμό κατά της γρίπης στον κορμό του βασικού παιδικού προγράμματος.

Στο ίδιο σημείωμα επισημαινόταν ότι πρακτικές όπως ο εμβολιασμός κατά της ηπατίτιδας Β κατά τη γέννηση είναι καθιερωμένες στις ΗΠΑ, αλλά ασυνήθιστες στις περισσότερες ανεπτυγμένες χώρες, όπου συνήθως συνιστώνται μόνο για νεογνά των οποίων οι μητέρες έχουν βγει θετικές στη λοίμωξη.

Με το υπόμνημα, ο Τραμπ έδωσε εντολή στο υπουργείο Υγείας και Ανθρωπίνων Υπηρεσιών (HHS) και στα Κέντρα Ελέγχου και Πρόληψης Νοσημάτων (CDC) να εξετάσουν τις βέλτιστες πρακτικές σε «συγκρίσιμες, ανεπτυγμένες χώρες» σχετικά με τις βασικές συστάσεις παιδικού εμβολιασμού και τα επιστημονικά δεδομένα που τις στηρίζουν.

Εφόσον HHS και CDC καταλήξουν ότι οι πρακτικές αυτές είναι καλύτερες από τις αμερικανικές συστάσεις, θα πρέπει να επικαιροποιήσουν το βασικό πρόγραμμα παιδικών εμβολίων στις ΗΠΑ ώστε να ευθυγραμμιστεί με τα επιστημονικά δεδομένα και τις βέλτιστες πρακτικές, διατηρώντας παράλληλα την πρόσβαση των Αμερικανών στα ήδη διαθέσιμα εμβόλια.

Ο πρόεδρος είχε προαναγγείλει το υπόμνημα με ανάρτηση στο Truth Social, αναφέροντας ότι είχε δώσει οδηγία στο HHS να επιταχύνει την εξέταση προγραμμάτων παιδικών εμβολιασμών σε άλλες χώρες και να ευθυγραμμίσει τις αμερικανικές συστάσεις με όσες θεωρούνται βέλτιστες πρακτικές.

Η ανάρτηση ήρθε λίγες ώρες αφότου η Συμβουλευτική Επιτροπή για τις Πρακτικές Ανοσοποίησης (ACIP) ψήφισε να σταματήσει να συνιστά στα βρέφη τη χορήγηση του εμβολίου κατά της ηπατίτιδας Β, εκτός αν οι μητέρες τους είναι θετικές στον ιό.

Ο Τραμπ δήλωσε ότι στηρίζει την κίνηση αυτή, σημειώνοντας ότι η επιτροπή έλαβε «μια πολύ καλή απόφαση», και πρόσθεσε ότι η επιτροπή εμβολίων του CDC αποφάσισε να τερματίσει τη σύσταση για το εμβόλιο της ηπατίτιδας Β στα βρέφη, τα περισσότερα από τα οποία, κατά την εκτίμησή του, δεν διατρέχουν κίνδυνο από την ηπατίτιδα Β, την οποία χαρακτήρισε ασθένεια που μεταδίδεται κυρίως μέσω σεξουαλικής επαφής ή μέσω μολυσμένων βελόνων.

Υποστήριξε, επίσης, ότι το αμερικανικό πρόγραμμα παιδικών εμβολιασμών επί μακρόν απαιτούσε 72 «ενέσεις» για απολύτως υγιή βρέφη, περισσότερες από οποιαδήποτε άλλη χώρα στον κόσμο και περισσότερες από όσες είναι αναγκαίες, χαρακτηρίζοντας αυτό «γελοίο».

Η ψηφοφορία της ACIP στις 5 Δεκεμβρίου έγινε στο πλαίσιο διήμερης συνεδρίασης και αφορούσε ειδικά τη σύσταση για τη δόση ηπατίτιδας Β στα νεογνά. Η επιτροπή ειδικών που έχει επιλεγεί από τον υπουργό Υγείας Ρόμπερτ Φ. Κέννεντυ Τζούνιορ ψήφισε να εισηγηθεί στους ομοσπονδιακούς αξιωματούχους να σταματήσουν να κατευθύνουν τους γονείς ώστε να εμβολιάζουν γρήγορα τα βρέφη τους κατά της ηπατίτιδας Β, εκτός αν οι μητέρες είναι θετικές.

Το CDC συνιστά σήμερα σχεδόν όλα τα νεογνά να λαμβάνουν το εμβόλιο εντός 24 ωρών από τη γέννηση. Ωστόσο, η πλειοψηφία της ACIP ανέφερε ότι στο εξής το CDC δεν θα πρέπει να συνιστά να λαμβάνουν εμβόλιο τα βρέφη που γεννιούνται από γυναίκες οι οποίες έχουν βγει αρνητικές, εκτός αν γονείς και επαγγελματίες υγείας αποφασίσουν να εμβολιάσουν τα βρέφη αφού σταθμίσουν κινδύνους και οφέλη.

Οκτώ μέλη ψήφισαν υπέρ και τρία κατά, ενώ όσοι τάχθηκαν υπέρ ανέφεραν ότι τα δεδομένα ασφάλειας και αποτελεσματικότητας για τις ισχύουσες συστάσεις είναι ανεπαρκή. Ο Ρέτσεφ Λέβι (Retsef Levi) ανέφερε πριν από την ψηφοφορία ότι στόχος είναι η επιστροφή σε πολιτική δημόσιας υγείας βασισμένη στον κίνδυνο, στην ενημερωμένη συναίνεση και στην ατομική λήψη αποφάσεων, ώστε οι γονείς να αξιολογούν κίνδυνο και όφελος και να αποφασίζουν.

Ο Ρέτσεφ Λέβι, μέλος της Συμβουλευτικής Επιτροπής του CDC για τις Πρακτικές Ανοσοποίησης, στα κεντρικά γραφεία του CDC στην Ατλάντα της Τζόρτζια, στις 4 Δεκεμβρίου 2025. (Elijah Nouvelage/Getty Images)

 

Σύμφωνα με την ACIP, η σύσταση για δόση εντός 24 ωρών θα πρέπει να παραμείνει σε ισχύ για βρέφη που γεννιούνται από γυναίκες θετικές στην ηπατίτιδα Β ή των οποίων το καθεστώς ηπατίτιδας Β είναι άγνωστο. Για βρέφη που γεννιούνται από γυναίκες αρνητικές, η επιτροπή εισηγήθηκε η απόφαση να λαμβάνεται κατά περίπτωση—δηλαδή να μην προχωρά εμβολιασμός αν οι γονείς δεν συμβουλευτούν επαγγελματίες υγείας και δεν σταθμίσουν τους κινδύνους και τα οφέλη του εμβολίου και τον κίνδυνο λοίμωξης από ηπατίτιδα Β.

Εφόσον οι γονείς προχωρήσουν, η επιτροπή πρότεινε η αρχική δόση να μη δίνεται νωρίτερα από την ηλικία των 2 μηνών. Για παιδιά που έχουν ήδη λάβει τουλάχιστον μία δόση, η ACIP ανέφερε ότι οι γονείς θα πρέπει να συζητούν με γιατρούς το ενδεχόμενο εξέτασης για αντισώματα έναντι της ηπατίτιδας Β πριν από πρόσθετες δόσεις και υποστήριξε ότι οι ασφαλιστικές εταιρείες θα πρέπει να καλύπτουν το κόστος της εξέτασης.

Ο διευθυντής του CDC συνήθως υιοθετεί τις εισηγήσεις της ACIP χωρίς αλλαγές. Χρέη υπηρεσιακού διευθυντή του CDC εκτελεί ο Τζιμ Ο’Νηλ (Jim O’Neill), ο οποίος είναι επίσης αναπληρωτής υπουργός του Κέννεντυ. Το HHS ανέδειξε τις ψηφοφορίες της ACIP σε δελτίο Τύπου, στο οποίο παρατέθηκε δήλωση του Ο’Νηλ ότι ο αμερικανικός λαός έχει ωφεληθεί από την καλά ενημερωμένη, αυστηρή συζήτηση της επιτροπής σχετικά με το κατά πόσον είναι κατάλληλος ένας εμβολιασμός στις πρώτες ώρες της ζωής, χωρίς ωστόσο να διευκρινιστεί αν θα υιοθετηθεί η σύσταση.

Ηπατίτιδα Β

Η ηπατίτιδα Β περιγράφεται ως ιός που μπορεί να προκαλέσει προβλήματα όπως σκουρόχρωμα ούρα και λοίμωξη στο ήπαρ και ότι μεταδίδεται μέσω έκθεσης σε σωματικά υγρά από μολυσμένο άτομο, καθώς και από μητέρα σε παιδί κατά την εγκυμοσύνη. Εκτίμηση του Εθνικού Κέντρου Στατιστικών Υγείας των ΗΠΑ ανέφερε ότι περίπου 0,5% των εγκύων γυναικών βγαίνουν θετικές και ότι το 2021 γεννήθηκαν 17.827 παιδιά από μητέρες που είχαν βγει θετικές.

Την ίδια χρονιά, ενώ περίπου οκτώ στις δέκα γεννήσεις συνολικά ήταν από μητέρες γεννημένες στις ΗΠΑ, η πλειονότητα των μητέρων που είχαν βγει θετικές στην ηπατίτιδα Β δεν είχαν γεννηθεί στις Ηνωμένες Πολιτείες. Σύμφωνα με το CDC, περίπου το 80% των παιδιών που γεννήθηκαν στις ΗΠΑ το 2020 και το 2021 έλαβαν μία δόση εμβολίου κατά της ηπατίτιδας Β μέσα σε τρεις ημέρες από τη γέννηση.

Αξιωματούχοι συνιστούν από το 1991 όλα τα βρέφη να κάνουν εμβόλιο κατά της ηπατίτιδας Β λίγο μετά τη γέννηση, ενώ το CDC και ορισμένοι ειδικοί εκτός κυβέρνησης αποδίδουν στο εμβόλιο τη συμβολή του σε απότομη μείωση των οξέων κρουσμάτων.

Ο Δρ Κόντυ Μάισνερ (Dr. Cody Meissner), μέλος της ACIP που ψήφισε κατά της αλλαγής του ισχύοντος προγράμματος, ανέφερε κατά τη διάρκεια της συνεδρίασης ότι η νόσος έχει μειωθεί στις ΗΠΑ χάρη στην αποτελεσματικότητα του τρέχοντος προγράμματος ανοσοποίησης.

Ένα βρέφος μετά τη χορήγηση εμβολίου κατά της ηπατίτιδας Β και άλλων ασθενειών, σε αρχειακή φωτογραφία εικονογράφησης. (Riccardo Milani/Hans Lucas/AFP μέσω Getty Images)

 

Ταυτόχρονα, η Σύνθια Νέβισον (Cynthia Nevison), εργολάβος του CDC, ανέφερε ότι το επίπεδο αντισωμάτων στους εμβολιασμένους μειώνεται με τον χρόνο και έχει εντοπιστεί σε χαμηλά επίπεδα σε μεγαλύτερες ηλικίες, ιδίως μεταξύ παιδιών που εμβολιάστηκαν νωρίς στη ζωή τους, παραπέμποντας σε αρκετές εργασίες, μεταξύ των οποίων έρευνα του 2016 σε ενήλικες και παιδιά στην Αλάσκα.

Το CDC αναγνωρίζει στον ιστότοπό του ότι τα αντισώματα μειώνονται με τον χρόνο, αλλά αναφέρει επίσης ότι η ανοσολογική μνήμη παραμένει.

Η Νέβισον σημείωσε ακόμη ότι τα κρούσματα ηπατίτιδας Β μειώνονταν ήδη από κορύφωση το 1985, όταν εισήχθη η καθολική δόση κατά τη γέννηση, σε αντίθεση με δημοσίευση του CDC το 1991, η οποία εξηγούσε την επέκταση της εκστρατείας σε όλα τα νεογνά και ανέφερε ότι ο επιλεκτικός εμβολιασμός ατόμων με αναγνωρισμένους παράγοντες κινδύνου δεν είχε μειώσει τη συχνότητα της ηπατίτιδας Β.

Κλινικές δοκιμές και ποιότητα δεδομένων

Η Δρ Τρέισι Μπεθ Χόεγκ (Dr. Tracy Beth Hoeg), νέα υπηρεσιακή διευθύντρια του Κέντρου Αξιολόγησης και Έρευνας Βιολογικών Προϊόντων του Οργανισμού Τροφίμων και Φαρμάκων (FDA), επέκρινε τις κλινικές δοκιμές που αποτέλεσαν τη βάση για την έγκριση των εμβολίων κατά της ηπατίτιδας Β, επισημαίνοντας ότι δεν είχαν ομάδες ελέγχου και ότι παρακολούθησαν βρέφη μόνο έως επτά ημέρες, προσθέτοντας ότι σήμερα δεν θα εγκρινόταν εμβόλιο με δεδομένα αυτού του τύπου.

Ανέφερε ακόμη ότι δοκιμές μετά την αδειοδότηση δεν χρησιμοποίησαν ομάδες σύγκρισης που έλαβαν εικονικό φάρμακο, οδηγώντας —κατά τη διατύπωσή της— σε πολύ χαμηλό επίπεδο εμπιστοσύνης στο ότι τα οφέλη υπερτερούν των κινδύνων με τα διαθέσιμα δεδομένα.

Ο Λέβι χαρακτήρισε τα δεδομένα εξωφρενικά και είπε ότι δεν γνωρίζει πώς υπάρχει το θάρρος, με τόσο περιορισμένα στοιχεία, να λέγεται στους γονείς ότι είναι εντάξει η χορήγηση σε νεογέννητο στις πρώτες ώρες της ζωής του όταν ο κίνδυνος είναι τόσο χαμηλός.

Το CDC συνιστά σήμερα τα παιδιά να λαμβάνουν αρχική δόση κατά της ηπατίτιδας Β λίγο μετά τη γέννηση, δεύτερη στην ηλικία 1 έως 2 μηνών και τρίτη μεταξύ 6 και 18 μηνών. Το CDC αναφέρει ότι πάνω από το 90% των ληπτών κάτω των 40 ετών αναπτύσσουν αντισώματα μετά από τρεις δόσεις και εκτιμά ότι το σχήμα είναι αποτελεσματικό σε ποσοστό 80% έως 100%.

Το πρόγραμμα εμβολιασμών του CDC λειτουργεί ως οδηγός για πολιτείες και οργανισμούς σε όλη τη χώρα, ενώ πολλές πολιτείες επιβάλλουν υποχρεωτικούς εμβολιασμούς βασισμένους εξ ολοκλήρου ή σε μεγάλο βαθμό σε αυτό.

Αντιδράσεις και στήριξη εντός και εκτός κυβέρνησης

Ομάδες εκτός κυβέρνησης, όπως η American Academy of Family Physicians (Αμερικανική Ακαδημία Οικογενειακών Ιατρών), καθώς και ορισμένοι πρώην αξιωματούχοι του CDC, αντιτάχθηκαν σε αλλαγή πολιτικής.

Η πρώην διευθύντρια του CDC Δρ Ροσέλ Ουαλένσκυ (Dr. Rochelle Walensky) και δύο ακόμη γιατροί εκτίμησαν ότι θα υπάρξει μεγαλύτερος αριθμός λοιμώξεων από ηπατίτιδα Β μεταξύ παιδιών από τις μητέρες τους αν η πρώτη δόση μετατεθεί, ενώ σε άρθρο γνώμης στο Journal of the American Medical Association ανέφεραν ότι η καθυστέρηση πέρα από τη νεογνική περίοδο εισάγει κινδύνους με ισόβιες επιζήμιες συνέπειες και κανένα μετρήσιμο όφελος για την υγεία.

Παράλληλα, εκπρόσωπος του HHS ανέφερε σε πρόσφατο ηλεκτρονικό μήνυμα προς την εφημερίδα The Epoch Times ότι το CDC δεν έχει μοντελοποιήσει τον αντίκτυπο της καθυστέρησης της πρώτης δόσης.

Από την άλλη πλευρά, ο οργανισμός Children’s Health Defense (Υπεράσπιση της Υγείας των Παιδιών), του οποίου πρώην πρόεδρος ήταν ο Κέννεντυ, και άλλες οργανώσεις στήριξαν την επικαιροποίηση.

Ο Μπράιαν Χούκερ (Brian Hooker), επικεφαλής επιστημονικός υπεύθυνος του Children’s Health Defense, ανέφερε στην Epoch Times ότι τα βρέφη θα πρέπει να αποφεύγουν τα άλατα αλουμινίου που χρησιμοποιούνται ως ενισχυτικό στο εμβόλιο και ότι εναλλακτικές λύσεις όπως οι ανοσοσφαιρίνες είναι επαρκείς.

Η Βίκυ Πέμπσγουορθ (Vicky Pebsworth) ανέφερε ότι η ανασκόπηση του εμβολίου ξεκίνησε επειδή δεν είχε εξεταστεί για μεγάλο χρονικό διάστημα, ενώ ο καταστατικός χάρτης της ACIP προβλέπει περιοδική επανεξέταση παιδιατρικών εμβολίων, και πρόσθεσε ότι έρευνες σε γονείς έδειξαν πως ορισμένοι απέφευγαν ή καθυστερούσαν τον εμβολιασμό λόγω ανησυχιών για την ασφάλεια και για το αν το εμβόλιο ήταν απαραίτητο. Στα ανεπιθύμητα συμβάντα μετά τον εμβολιασμό περιλαμβάνονται πυρετός και σύνδρομο Γκιγιέν-Μπαρρέ.

Αναφέρθηκε ότι σε πολλές άλλες χώρες υψηλού εισοδήματος οι αξιωματούχοι συνιστούν τον εμβολιασμό κατά της ηπατίτιδας Β νωρίς —ή και καθόλου— μόνο για βρέφη των οποίων οι μητέρες έχουν βγει θετικές στον ιό.

Εκπρόσωποι των GlaxoSmithKline, Merck και Sanofi, που κατασκευάζουν εμβόλια κατά της ηπατίτιδας Β, μίλησαν κατά της αλλαγής του προγράμματος.

Η Δρ Κάντις Ρόμπινσον (Dr. Candice Robinson), ιατρική διευθύντρια επιστημονικών υποθέσεων και δημόσιας υγείας στη GlaxoSmithKline, ανέφερε προς την επιτροπή ότι τα δεδομένα δείχνουν με συνέπεια πως η δόση κατά τη γέννηση είναι κρίσιμη για την πρόληψη χρόνιων λοιμώξεων από τον ιό της ηπατίτιδας Β.

Εάν το CDC υιοθετήσει τις αλλαγές, αυτό θα αποτελεί την πιο πρόσφατη επικαιροποίηση του προγράμματος εμβολιασμών υπό την ηγεσία του Κέννεντυ. Προηγούμενες αλλαγές περιλάμβαναν την κατάργηση της καθολικής σύστασης για εμβόλια COVID-19 και την υποστήριξη μεμονωμένου εμβολιασμού κατά της ανεμοβλογιάς.

Των Aldgra Fredly και Zachary Stieber

Πως μπορείτε να μας βοηθήσετε ώστε να συνεχίσουμε να σας κρατάμε ενημερωμένους

Ποιος είναι ο λόγος που χρειαζόμαστε την βοήθειά σας για την χρηματοδότηση του ερευνητικού ρεπορτάζ μας; Επειδή είμαστε ένας ανεξάρτητος οργανισμός ειδήσεων που δεν επηρεάζεται από καμία κυβέρνηση, εταιρεία ή πολιτικό κόμμα. Από την ημέρα που ξεκινήσαμε, έχουμε έρθει αντιμέτωποι με προσπάθειες αποσιώπησης της αλήθειας κυρίως από το Κινεζικό Κομμουνιστικό Κόμμα. Αλλά δεν θα λυγίσουμε. Η ελληνική έκδοση της Epoch Times βασίζεται ολοκληρωτικά στις γενναιόδωρες συνεισφορές σας για να διατηρήσει την παραδοσιακή δημοσιογραφία ζωντανή και υγιή στην Ελληνική γλώσσα. Μαζί, μπορούμε να συνεχίσουμε να διαδίδουμε την αλήθεια.

ΣΧΕΤΙΚΑ

Σχολιάστε