Του Andrew Benson Brown
Μετάφραση: Αλία Ζάε
Ανέκαθεν η μουσική ασκούσε μια ιδιαίτερη έλξη στους νέους. Πολλές φορές συνιστά μέρος της ταυτότητάς τους και πηγή προτύπων, είτε προς το καλό είτε προς το κακό. Οι μουσικές διασημότητες γίνονται μακρινοί μέντορες οι οποίοι, με τους στίχους, τις μελωδίες και τους ρυθμούς τους, με το ντύσιμο και τον τρόπο ζωής τους, μεταφέρουν στους νέους αντιλήψεις για τη ζωή και τον κόσμο, δημιουργούν προσδοκίες και εξαίρουν συναισθήματα που διαφορετικά μπορεί να παρέμεναν τελείως ασχημάτιστα.
Στην εποχή μας, τα μουσικά πρότυπα της ροκ, του χιπ-χοπ κλπ. είναι φορείς κυρίως αρνητικών μηνυμάτων και συμπεριφορών. Παρόλο που οι ρίζες τους βρίσκονται στο ευγενέστερο είδος μουσικής, την κλασική, οι πηγές της έμπνευσης των σύγχρονων σταρ διαφέρουν εντελώς από αυτές των κλασικών συνθετών, όπως άλλωστε και η κλίμακα των επιτευγμάτων τους.
Μπετόβεν: η δημιουργική διάνοια
Η Ευρώπη του 19ου αιώνα ήταν πεδίο σημαντικών κοινωνικών αναδιαρθρώσεων. Οι Ναπολεόντειοι Πόλεμοι προκάλεσαν την πτώση πολλών κρατιδίων και των Αυλών τους, που ήσαν εκείνη την εποχή, μαζί με την Εκκλησία, οι κύριοι πατρόνες των καλών τεχνών. Από τις στάχτες της αριστοκρατίας και από τη Βιομηχανική Επανάσταση ξεπήδησε μια δυνατή μεσαία τάξη, στην οποία άρχισαν να στρέφονται οι καλλιτέχνες για εργασία, όπως μαθήματα, παραστάσεις ή συνθέσεις κατά παραγγελία.
Ο Μπετόβεν (1770-1827) ήταν από αυτούς που ωφελήθηκαν από τις κοινωνικές αλλαγές. Η εμφάνιση της κώφωσής του προκάλεσε μια προσωπική κρίση η οποία τον ανάγκασε να σταματήσει να παίζει. Αν και πέρασε από το μυαλό του η ιδέα της αυτοκτονίας, δεν ενέδωσε σε αυτήν αλλά δόθηκε στη μουσική ολόψυχα, αναπτύσσοντας ένα ηρωικό ιδιάζον στυλ που όχι μόνο εξέφραζε τα αισθήματά του, αλλά και αγαπήθηκε πολύ από τον κόσμο. Αυτό του έδωσε τη δυνατότητα να δέχεται υψηλές προσφορές για τις συνθέσεις του. Τα τελευταία έργα του, πιο εσωτερικά και δύσκολα, ανέδειξαν νέες, πρωτόφαντες δυνατότητες της μουσικής. Όταν πέθανε, περισσότεροι από 10.000 άνθρωποι βγήκαν στους δρόμους της Βιέννης για να παρακολουθήσουν την κηδεία του.
Μετά από τον θάνατό του, ο Μπετόβεν αναδείχθηκε σε ένα είδος πολιτισμικού ήρωα. Στο βιβλίο «Ιστορία της Δυτικής μουσικής»* σημειώνεται ότι «η ιστορία της ζωής του συνέτεινε στον ορισμό της Ρομαντικής άποψης για τον δημιουργό-καλλιτέχνη που ζει στο περιθώριο της κοινωνίας και υποφέρει για να χαρίσει στην ανθρωπότητα μέσω της τέχνης του μια αχτίδα από το θεϊκό φως».
Παγκανίνι: ο βιρτουόζος
Μια άλλη τάση της εποχής ήταν η εξειδίκευση των μουσικών σε ένα όργανο ή είδος. Όσοι είχαν ταλέντο εκτόξευαν την τέχνη τους σε πρωτοφανή επίπεδα και εντυπωσίαζαν το κοινό με την τεχνική υπεροχή τους.
Ένας από τους πιο διακεκριμένους βιρτουόζους ήταν ο Νικολό Παγκανίνι (1782-1840), ο μεγαλύτερος βιολονίστας όλων των εποχών. Το ταλέντο του ήταν τόσο πληθωρικό – όπως και η προθυμία του να θαμπώσει το κοινό – ώστε κατά τη διάρκεια της πιο γνωστής συναυλίας του έσπασε πρώτα μία, κατόπιν δεύτερη και αργότερα μια τρίτη χορδή. Έχοντας πια μόνο μια χορδή στο βιολί του, κατόρθωσε να ολοκληρώσει το κομμάτι άψογα, κερδίζοντας επάξια τον θαυμασμό και το θυελλώδες χειροκρότημα του κοινού. Αυτό που συνέβη όμως δεν ήταν ατύχημα. Ο Παγκανίνι είχε συνθέσει ορισμένα κομμάτια έτσι ώστε να μπορούν να παιχτούν με μία μόνο χορδή και είχε πειράξει τις υπόλοιπες στο βιολί του για να σπάσουν κατά τη διάρκεια της συναυλίας.
Ο Παγκανίνι υπέφερε από πολλές ασθένειες από την αρχή της ζωής του. Πιθανότατα να έπασχε από σύνδρομο Μάρφαν ή Έλερς-Ντάνλος, που επηρεάζουν την ικανότητα ενός οργανισμού να παράγει συνεκτικό ιστό, κάτι που του έδινε σκελετώδη εμφάνιση. Επιπλέον, λέγεται ότι έπασχε και από φυματίωση και σύφιλη. Ως θεραπεία για τη σύφιλη έπαιρνε υδράργυρο, εξαιτίας του οποίου έχασε όλα του τα δόντια.
Όπως ο Μπετόβεν, ο Παγκανίνι επίσης κατέφυγε στην τέχνη για να υπερβεί τα προβλήματα που είχε με την υγεία του. Σύμφωνα με τη μαρτυρία της μητέρας του, ένας άγγελος είχε εμφανιστεί κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης της και της είχε πει ότι ο γιος που θα γεννούσε προοριζόταν να μεγαλουργήσει – με τρομερό όμως κόστος. Το σύνδρομο που επηρέαζε τον συνεκτικό ιστό του του χάρισε ταυτόχρονα και μακριά, ευλύγιστα δάκτυλα. Μεγαλώνοντας, το άρρωστο αγόρι αφιέρωνε όλο τον διαθέσιμο χρόνο του στο βιολί, φτάνοντας στο σημείο να παίζει 12 νότες το δευτερόλεπτο. Οι ικανότητές του σε μια συναυλία και η αφοσίωσή του στην τέχνη του έθεσαν τον πήχη πολύ ψηλά για όλους τους επερχόμενους βιολονίστες.
Λιστ: ο ροκ σταρ
Ο Φραντς Λιστ (1811-1886) ήταν η επιτομή των πρώτων μουσικών διασημοτήτων. Είδωλό του ήταν ο Μπετόβεν, ο οποίος αφότου είχε ακούσει τον Λιστ να παίζει όταν ο δεύτερος ήταν ακόμα παιδί, λέγεται ότι τον φίλησε στο μέτωπο και του είπε ότι θα χάριζε «χαρά και ευτυχία στον κόσμο». Εξίσου σημαντικός για τον Λιστ ήταν και ο Παγκανίνι και ονειρευόταν να γίνει ο ίδιος ένας βιρτουόζος στο πιάνο. Άρχισε να δίνει σόλο ρεσιτάλ σε μεγάλες αίθουσες σε όλη την Ευρώπη από την ηλικία των 11, εφαρμόζοντας καινοτομίες όπως την πλάγια προς τη σκηνή θέση του πιάνου και το άνοιγμα του καπακιού, για να εντείνει τη μουσική εμπειρία του κοινού.
Τα κοντσέρτα του ήσαν μυθικά. Ο Γερμανός ποιητής Χάινριχ Χάινε (1797-1856) περιέγραψε μια πιανιστική μίμηση του Λιστ: «Βλέπαμε αστραπές να φωτίζουν το πρόσωπό του σαν να βγαίνουν μέσα από την καταιγίδα που μας έπαιζε, τα χείλη του να τρέμουν και τις μακριές του μπούκλες να στάζουν λες από το νερό της βροχής που έπεφτε με δύναμη».
Παρόμοιες ερμηνείες προκαλούσαν σχεδόν υστερία στον κόσμο και δημιούργησαν αυτό που ο Χάινε αποκάλεσε «Λιστομανία». Άνθρωποι λιποθυμούσαν ή ανέβαιναν στη σκηνή σκίζοντας κομμάτια από τα βελούδινα γάντια και από τα μεταξωτά μαντίλια του για να τα έχουν ως αναμνηστικά. Οι γυναίκες έβαζαν μπούκλες από τα μαλλιά του, κατακάθι από τον καφέ του, ακόμα και τη γόπα από το πούρο του μέσα σε φιαλίδια και τα φορούσαν ως φυλαχτά.
Σύμφωνα με τον Χάινε, ένας γιατρός προσπάθησε να εξηγήσει αυτό το φαινόμενο μέσω του «μαγνητισμού, του γαλβανισμού και του ηλεκτρισμού» που παράγονται όταν πολλοί αρωματισμένοι και ιδρωμένοι άνθρωποι συνωστίζονται σε φωτισμένες από κεριά αίθουσες. Είτε είχε δίκιο είτε όχι, το αποτέλεσμα παραμένει το ίδιο: ο Λιστ ήταν ο πρώτος ροκ σταρ.
Ελευθερία της φόρμας
Ποια είναι η διαφορά ανάμεσα στη βαρύθυμη διάθεση και έκφραση του Μπετόβεν και τους μανιοκαταθλιπτικούς στίχους ενός εμο-πανκ συγκροτήματος; Ή ανάμεσα στη δραματική ερμηνεία του Λιστ και τον ερωτικό χορό ενός ποπ σταρ;
Καμμιά εκτός από μία: την αλήθεια που βρισκόταν πίσω από τις γιγάντιες προσωπικότητες του παρελθόντος και την ομορφιά που κρυβόταν πίσω από τον πόνο τους. Οι θεατρινισμοί του Λιστ και του Παγκανίνι συνόδευαν μια δεξιοτεχνία αξεπέραστη και άνευ προηγουμένου. Κάθε ένας από αυτούς συνέθετε νέα κομμάτια με άφθονες τεχνικές προκλήσεις, δημιουργώντας νέες παραδόσεις στην ερμηνεία, όπως π.χ. την απαίτηση να απομνημονεύουν οι ερμηνευτές τα κομμάτια, αντί να εξαρτώνται από τις παρτιτούρες.
Τα 24 Καπρίτσια του Παγκανίνι για σόλο βιολί πήγαν το όργανο αυτό στα όριά του, με τα πιτσικάτο, τις αρμονίες, τους δακτυλισμούς και τα κουρδίσματά τους. Με τη Σονάτα για πιάνο σε Σι Ελάσσονα, ο Λιστ επανεφηύρε τη δομή της σονάτας καταργώντας τα κενά ανάμεσα στα μέρη, ανασκευάζοντας τα θέματα και πειραματιζόμενος με τους τόνους. Το χορωδιακό μέλος που ύφανε ο Μπετόβεν στην κορύφωση της Ενάτης Συμφωνίας του προσέθεσε στην υπάρχουσα παράδοση κάτι εντελώς νέο.
Στην ίδια σειρά των «Μουσικών Feuilletons»**, όπου γράφει και για τον Λιστ, ο Χάινε θέτει και απαντά το ερώτημα: «Ποιο είναι το υψηλότερο στην τέχνη; Αυτό που είναι το υψηλότερο και σε όλες τις υπόλοιπες εκδηλώσεις της ζωής: η ενσυνείδητη ελευθερία του πνεύματος» και παρατηρεί ότι «είναι αυτό που προβάλλει σε εμάς τη θαυμαστή πνοή της αιωνιότητας», βάζοντας τον ερμηνευτή στο ίδιο πνευματικό επίπεδο με τον συνθέτη.
Ο Χάινε δεν παραλείπει να κάνει διάκριση ανάμεσα στην ελευθερία της «φόρμας» και την ελευθερία του «υλικού», προειδοποιώντας μας να μην ξεγελαστούμε από τους καλλιτέχνες που χάνουν τον εαυτό τους στο δεύτερο, δείχνοντας «περιορισμένο πνεύμα». Οι μουσικοί που είναι πρόθυμοι να μιλήσουν για οτιδήποτε είναι αναπόφευκτο να εκφυλιστούν, να σβήσουν και να ξεχαστούν για πάντα – περίπου όπως παρατηρούμε να συμβαίνει στους διάττοντες αστέρες της εποχής μας.
Συνδέοντας την ελευθερία με την αιωνιότητα, ο Χάινε δίνει το παράδοξο της πρώτης: ότι για να έχει νόημα, πρέπει να αγγίζει κάτι αντικειμενικό. Ο Μπετόβεν, ο Παγκανίνι και ο Λιστ συνδύαζαν τις καινοτομίες τους με βαθύ σεβασμό προς το παρελθόν. Με αυτό τον τρόπο, δημιούργησαν κάτι αθάνατο.
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
* J. Peter Burkholder, Donald Jay Grout και Claude V. Palisca, “A History of Western Music” (W.W. Norton & Company, έβδομη έκδοση, 2006)
** Feuilletons [(φεϊγετόν), υποκοριστικό της γαλλικής λέξης feuillet (φεϊγέ)=φύλλο βιβλίου]: Αρχικά ήταν ένα είδος συμπληρώματος που προσαρτήθηκε, στις αρχές του 19ου αιώνα, στο πολιτικό τμήμα των γαλλικών εφημερίδων και αποτελούνταν κυρίως από μη πολιτικές ειδήσεις και κουτσομπολιά, λογοτεχνία και κριτική τέχνης, ένα χρονικό της τελευταίας μόδας και επιγράμματα, χαρακτήρες και άλλα λογοτεχνικά μικροπράγματα. Στις αγγλικές εφημερίδες, ο όρος αναφέρεται σε μια δόση μιας ιστορίας που κυκλοφορούσε σε επεισόδια, τυπωμένης σε ένα μέρος μιας εφημερίδας. Τελικά, οι μυθιστορηματικές συνέχειες ήταν και αυτές που το καθιέρωσαν στην Ευρώπη, αλλά και στη Ρωσία. Μέχρι το 1870, ο Ντοστογιέφσκι παρωδούσε το φεϊγέ για τον εορτασμό του εφήμερου πολιτισμού. (από τη wikipedia)