Στη σύλληψη της δικαστού Χάννα Ντάγκαν στο Ουισκόνσιν προχώρησαν οι αρχές, με την κατηγορία ότι προέβη σε ακραίες – και ενδεχομένως παράνομες – ενέργειες προκειμένου να εμποδίσει τη σύλληψη ενός ατόμου που είχε απελαθεί και τώρα κατηγορείται για ενδοοικογενειακή βία.
Η υπόθεση της Χάννα Ντάγκαν θεωρείται από πολλούς ως ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα της κλιμάκωσης στις σχέσεις μεταξύ ορισμένων δικαστικών και της κυβέρνησης του Ντόναλντ Τραμπ, αναφορικά με την επιβολή των μεταναστευτικών νόμων.
Η σύλληψη
Η υπόθεση αποκαλύφθηκε στις 25 Απριλίου, όταν ο διευθυντής του FBI, Κας Πατέλ, και η Γενική Εισαγγελέας Παμ Μπόντι εξέδωσαν δηλώσεις, επιβεβαιώνοντας τη σύλληψη της Ντάγκαν. Η Μπόντι σημείωσε χαρακτηριστικά ότι «κανείς δεν είναι υπεράνω του νόμου».
Σύμφωνα με τον εκπρόσωπο της U.S. Marshals Service (Υπηρεσία Ομοσπονδιακών Δικαστικών Κλητήρων των ΗΠΑ), Μπρέιντι ΜακΚάρρον, η Ντάγκαν τελούσε υπό έρευνα του FBI πριν τη σύλληψή της. Συνελήφθη στον χώρο του Δικαστηρίου της Κομητείας Μιλγουόκι, όπου και υπηρετεί.
Λίγο μετά, παρουσιάστηκε ενώπιον του ομοσπονδιακού δικαστηρίου του Μιλγουόκι για να αντιμετωπίσει την κατηγορία της «παρεμπόδισης διαδικασίας ενώπιον υπηρεσίας ή φορέα». Επιπλέον, της αποδίδεται η κατηγορία της «απόκρυψης προσώπου με σκοπό την αποτροπή εντοπισμού και σύλληψής του».
Έξω από το ομοσπονδιακό δικαστήριο, δεκάδες διαδηλωτές συγκεντρώθηκαν σε ένδειξη υποστήριξης προς τη δικαστή.
Κατά τη διάρκεια της ακρόασης, ο συνήγορός της, Κραιγκ Μασταντουόνο, ανέφερε ότι η Ντάγκαν «εκφράζει βαθιά λύπη και διαμαρτύρεται έντονα» για τη σύλληψή της, υποστηρίζοντας ότι αυτή δεν έγινε για λόγους δημόσιας ασφάλειας.

Ανακοινώνοντας τη σύλληψη, ο Πατέλ υποστήριξε ότι οι κατηγορίες σχετίζονται με τις φερόμενες ενέργειες της Ντάγκαν σε υπόθεση της προηγούμενης εβδομάδας. Όπως σημείωσε, η έρευνα έδειξε ότι η δικαστής «παραπλάνησε σκόπιμα ομοσπονδιακούς πράκτορες» ώστε να εμποδίσει τη σύλληψη του Εντουάρντο Φλόρες Ρουίς, την ώρα που εκείνος βρισκόταν στο δικαστήριο της Ντάγκαν. Κατά τον ίδιο, η προστασία ενός παράνομου μετανάστη από την πλευρά της δικαστού συνιστά «κίνδυνο για το κοινό».
Τι προηγήθηκε της σύλληψης
Λεπτομέρειες για την υπόθεση περιέχονται σε ένορκη κατάθεση που κατατέθηκε στο ομοσπονδιακό δικαστήριο. Η ειδική πράκτορας του FBI, Λίντσεϋ Σλούμερ, περιέγραψε τα γεγονότα που οδήγησαν στη σύλληψη της Ντάγκαν και διατύπωσε τις κατηγορίες.
Στα μέσα Μαρτίου, ο Φλόρες Ρουίς κατηγορήθηκε για ενδοοικογενειακή βία και η υπόθεση ανατέθηκε στην Ντάγκαν. Οι ομοσπονδιακές αρχές διαπίστωσαν ότι είχε απελαθεί στο Μεξικό το 2013 και ότι δεν υπήρχαν στοιχεία πως είχε εισέλθει εκ νέου στις ΗΠΑ νόμιμα. Έτσι, αποφασίστηκε να ξεκινήσουν νέες διαδικασίες απέλασης.
Οι υπηρεσίες μετανάστευσης γνώριζαν ότι ο Φλόρες Ρουίς είχε προγραμματισμένη ακρόαση στο δικαστήριο της Ντάγκαν στις 18 Απριλίου. Μια ομάδα πρακτόρων του FBI και υπαλλήλων απέλασης σχεδίαζε να τον συλλάβει μετά τη συνεδρίαση.
Αφού ενημέρωσαν τους αρμόδιους του δικαστηρίου, περίμεναν έξω από την αίθουσα, όταν μια γυναίκα φωτογράφισε δύο από τα μέλη της ομάδας. Όπως προέκυψε, επρόκειτο για δικηγόρο της κρατικής υπηρεσίας υπεράσπισης. Η γυναίκα στη συνέχεια περιέγραψε τους ένστολους στη γραμματεία της Ντάγκαν, ενώ σύμφωνα με μάρτυρες, ακούστηκε να αναφέρεται ότι «η ICE (Ομοσπονδιακή Υπηρεσία Μετανάστευσης και Τελωνείων των Ηνωμένων Πολιτειών) είναι εδώ».
Η Ντάγκαν αποχώρησε από την έδρα και, συνοδευόμενη από ακόμη έναν δικαστή, πλησίασε τα μέλη της ομάδας. Και οι δύο φορούσαν δικαστικές τηβέννους. Σύμφωνα με την ένορκη κατάθεση, οι μάρτυρες περιέγραψαν την Ντάγκαν ως «εμφανώς αναστατωμένη και θυμωμένη» και με «διάθεση να έρθει σε αντιπαράθεση».
Φέρεται επίσης να «διέταξε» την ομάδα να μεταβεί στο γραφείο του προέδρου του δικαστηρίου και, όπως κατέθεσαν μάρτυρες, «συνόδευσε» τον Φλόρες Ρουίς και τον δικηγόρο του εκτός της αίθουσας, χρησιμοποιώντας την «πόρτα των ενόρκων», η οποία οδηγεί σε μη δημόσιο χώρο του δικαστηρίου.
Σύμφωνα με την ένορκη κατάθεση, μόνο οι αστυνομικοί, οι ένορκοι, το προσωπικό του δικαστηρίου και οι κρατούμενοι που συνοδεύονταν από φρουρούς είχαν πρόσβαση σε αυτήν την έξοδο – ουδέποτε τη χρησιμοποιούσαν συνήγοροι υπεράσπισης ή κατηγορούμενοι που δεν ήταν υπό κράτηση.

Ένας άλλος αστυνομικός αντιλήφθηκε τον Φλόρες Ρουίς και τον δικηγόρο του στο ασανσέρ, ενημέρωσε την ομάδα και εκείνη «έσπευσε» να τον εντοπίσει. Τον βρήκαν κοντά σε έναν ιστό με σημαία έξω από το κτίριο του δικαστηρίου, οπότε εκείνος « άρχισε να τρέχει», σύμφωνα με την ένορκη κατάθεση. Δύο μέλη της ομάδας πληροφορήθηκαν για τη σύλληψη ενώ βρίσκονταν ακόμη σε τηλεφωνική επικοινωνία με τον πρόεδρο του δικαστηρίου.
Ποια είναι η δικαστής Ντάγκαν;
Η Χάννα Ντάγκαν, γεννημένη το 1959, υπηρετεί στο Δικαστήριο της Κομητείας του Μιλγουόκι, στο τμήμα 31, από την εκλογή της τον Απρίλιο του 2016, όπου εξασφάλισε το 68% των ψήφων. Στις εκλογές του 2022, επανεκλέχθηκε χωρίς αντίπαλο και εξασφάλισε δεύτερη θητεία.
Προτού αναλάβει τα καθήκοντά της ως δικαστής, η Ντάγκαν υπηρέτησε ως εκτελεστική διευθύντρια στην Catholic Charities of Southeastern Wisconsin (Καθολικές Φιλανθρωπίες του Νοτιοανατολικού Ουισκόνσιν) και δίδαξε Νομική στο Πανεπιστήμιοτ ου Σηάτλ και στο Πανεπιστήμιο Marquette, σύμφωνα με το προφίλ της στο LinkedIn. Επιπλέον, εργάστηκε για αρκετά χρόνια σε μη κερδοσκοπικούς οργανισμούς που παρέχουν νομικές υπηρεσίες, όπως η Legal Action of Wisconsin και η Legal Aid Society of Milwaukee.

Η Ντάγκαν αποφοίτησε το 1981 από το Πανεπιστήμιο του Ουισκόνσιν-Μάντισον με πτυχίο Bachelor of Arts και απέκτησε το Juris Doctorate το 1987 από το ίδιο πανεπιστήμιο. Επίσης, ολοκλήρωσε το Μεταπτυχιακό στις Αμερικανικές Σπουδές στο Πανεπιστήμιο της Βοστώνης το 1993.
Στον λογαριασμό της στο Facebook, η Ντάγκαν υποστήριξε με ανάρτησή της στις 30 Μαρτίου την εκστρατεία κατά του δικαστή Μπραντ Σίμελ, υποψηφίου για το Ανώτατο Δικαστήριο του Ουισκόνσιν, ο οποίος υποστηρίζεται από τον Τραμπ. Στην ανάρτησή της, η Ντάγκαν ανέφερε ότι «ο δικαστής Σίμελ δεν πληροί τις προϋποθέσεις για να εκλεγεί ως ανεξάρτητος δικαστής» και εξέφρασε την ελπίδα να «τονίσει τη σημασία μιας ανεξάρτητης δικαστικής εξουσίας».
Έχει συμβεί κάτι ανάλογο στο παρελθόν;
Γενικά, φαίνεται πως είναι σπάνιο για έναν δικαστή να αντιμετωπίζει κατηγορίες, όπως καταδεικνύουν τα αποτελέσματα αναζητήσεων στο διαδίκτυο. Είναι ακόμα πιο σπάνιο να συλλαμβάνεται ένας δικαστής με ποινικές κατηγορίες.
Η Epoch Times κατάφερε να εντοπίσει μία περίπτωση δικαστή που συνελήφθη τα τελευταία χρόνια, και αυτό είχε γίνει με την κατηγορία της δολοφονίας της γυναίκας του. Ο πρώην δικαστής καταδικάστηκε για φόνο δεύτερου βαθμού .
Το 2019, κατά την πρώτη θητεία του Τραμπ, το υπουργείο Δικαιοσύνης απήγγειλε κατηγορίες σε έναν τοπικό δικαστή στη Μασσαχουσέτη για παρεμπόδιση των αρχών μετανάστευσης. Οι κατηγορίες αποσύρθηκαν αφού ο δικαστής συμφώνησε να παραπεμφθεί για πιθανή δικαστική απειθαρχία.
Η σύλληψη της Ντάγκαν έπεται της σύλληψης ενός πρώην δικαστή στο Νέο Μεξικό, ο οποίος κατηγορείται σε ξεχωριστή υπόθεση παράνομης μετανάστευσης. Ωστόσο, η σύλληψη της δικαστού από το Ουισκόνσιν αποτελεί την πιο δραματική σύγκρουση μεταξύ της τρέχουσας κυβέρνησης Τραμπ και των δικαστών σε υποθέσεις παράνομων μεταναστών.
Οι αξιωματούχοι του Τραμπ συνεχίζουν να αμφισβητούν τις ομοσπονδιακές αποφάσεις που εμποδίζουν τις απελάσεις παράνομων μεταναστών, ειδικά αυτών που κατηγορούνται για εγκλήματα ή σχέσεις με συμμορίες.

Ο δικηγόρος Μάικ Άλλεν, νομικός αναλυτής και πρώην δικαστής στο Οχάιο, ανέφερε ότι η υπόθεση της Ντάγκαν «φαίνεται να εντάσσεται στη συνεχιζόμενη δικαστική αντίσταση στην προσπάθεια του προέδρου Τραμπ να απελάσει παράνομους μετανάστες».
«Κάποιοι δικαστές φαίνεται να πιστεύουν ότι έχουν το δικαίωμα να υποκαθιστούν αυτό που λέει ο νόμος με τις πολιτικές τους πεποιθήσεις. Όμως, αυτό δεν είναι το καθήκον ενός δικαστή», είπε ο Άλλεν στην Epoch Times, προσθέτοντας ότι δεν έχει αρκετά στοιχεία για να πει αν οι φερόμενες ενέργειες της Ντάγκαν μπορούν να χαρακτηριστούν με αυτόν τον τρόπο.
Τι έπεται;
Η επόμενη εμφάνιση της Ντάγκαν στο δικαστήριο ως κατηγορούμενη έχει οριστεί για τις 15 Μαΐου. «Η υπόθεση θα προχωρήσει κανονικά, όπως κάθε άλλη ομοσπονδιακή υπόθεση», δήλωσε ο Άλλεν.
Η Ντάγκαν ενδέχεται επίσης να αντιμετωπίσει πειθαρχικές διαδικασίες που αφορούν τόσο την άδειά της ως δικηγόρου όσο και την ιδιότητά της ως δικαστού, σε περίπτωση που διαπιστωθεί ότι έχει παραβιάσει κανόνες δικαστικής δεοντολογίας, συμπλήρωσε.