Σοβαρές εξελίξεις φέρνει στις ΗΠΑ η ομολογία ενοχής της Credit Suisse Services AG για συνωμοσία με Αμερικανούς φορολογουμένους με στόχο την απόκρυψη περισσότερων από 4 δισεκατομμυρίων δολαρίων σε υπεράκτιους λογαριασμούς, με το αμερικανικό Υπουργείο Δικαιοσύνης να ανακοινώνει στις 5 Μαΐου ότι η ελβετική εταιρεία θα καταβάλει συνολικές κυρώσεις άνω των 510 εκατ. δολαρίων.
Παράλληλα, η Credit Suisse αποδέχθηκε ότι παραβίασε συμφωνία ενοχής που είχε συνάψει το 2014 με τις αρχές των ΗΠΑ και υπέγραψε ξεχωριστή συμφωνία μη δίωξης με επίκεντρο παρόμοιες πρακτικές στο υποκατάστημα της Σιγκαπούρης.
Η υπόθεση αποτελεί επιστέγασμα πολύχρονης έρευνας για τον ρόλο της Credit Suisse στη συστηματική βοήθεια προς Αμερικανούς πελάτες υψηλής ή πολύ υψηλής περιουσίας, προκειμένου να αποκρύψουν εισοδήματα και περιουσιακά στοιχεία από την αμερικανική εφορία (IRS).
Σύμφωνα με τα έγγραφα του δικαστηρίου, από το 2010 έως τον Ιούλιο του 2021, στελέχη της Credit Suisse AG συνεργάζονταν με Αμερικανούς πελάτες και τρίτους ώστε να διατηρούν αδήλωτους υπεράκτιους λογαριασμούς, να νοθεύουν στοιχεία, ή να επεξεργάζονται εικονικά έγγραφα – ενέργειες που, όπως ανέφερε το Υπουργείο Δικαιοσύνης, επέτρεπαν τη συνεχιζόμενη φοροδιαφυγή και την παράκαμψη ομοσπονδιακών υποχρεώσεων καταγραφής.
«Μεταξύ άλλων, τραπεζικά στελέχη της Credit Suisse παραποίησαν δεδομένα, χρησιμοποίησαν εικονικά έγγραφα δωρεών και διαχειρίστηκαν λογαριασμούς άνω του 1 δισεκατομμυρίου χωρίς καμία τεκμηρίωση φορολογικής συμμόρφωσης», υπογραμμίζεται στην ανακοίνωση του αμερικανικού Υπουργείου Δικαιοσύνης.
Οι πρακτικές αυτές όχι μόνο επέτρεψαν στους πελάτες να αποφύγουν τη δήλωση απαραίτητων στοιχείων μέσω του FBAR (ειδική φόρμα για λογαριασμούς εξωτερικού), αλλά και παραβίασαν ξεκάθαρα τους όρους της συμφωνίας του 2014 με τις αμερικανικές αρχές, που προέβλεπε αποχή από περαιτέρω παράνομες ενέργειες.
Επιπλέον, η Credit Suisse Services AG υπέγραψε συμφωνία μη δίωξης με το υπουργείο Δικαιοσύνης και την Εισαγγελία της Ανατολικής Περιφέρειας της Βιρτζίνια για υποθέσεις που αφορούν λογαριασμούς του υποκαταστήματος στη Σιγκαπούρη. Στα χρόνια από το 2014 έως τον Ιούνιο του 2023, η Credit Suisse στη Σιγκαπούρη διαχειρίστηκε λογαριασμούς αξίας άνω των 2 δισ. δολαρίων για Αμερικανούς πελάτες, χωρίς να ελέγχει επαρκώς τις διασυνδέσεις τους με τις ΗΠΑ ή να ταυτοποιεί ικανοποιητικά τους δικαιούχους.
Μετά τη συγχώνευση της Credit Suisse με την UBS το 2023, η νέα διοίκηση της UBS εντόπισε πιθανώς αδήλωτους λογαριασμούς κατά την περίοδο της ενοποίησης των δύο τραπεζών και ενημέρωσε εθελοντικά τις αμερικανικές αρχές, προχωρώντας σε «πάγωμα» λογαριασμών και εσωτερική έρευνα.
Σε δήλωσή της μετά την επίτευξη συμφωνίας, η UBS τόνισε ότι «δεν είχε καμία συμμετοχή στις σχετικές πράξεις» και επανέλαβε τη «μηδενική ανοχή στη φοροδιαφυγή».
«Με τη σημερινή διευθέτηση, η UBS λύνει ακόμη ένα ζήτημα της προηγούμενης διοίκησης της Credit Suisse, συνεχίζοντας να κινείται με ταχύτητα και διαφάνεια, προς όφελος όλων των ενδιαφερόμενων μερών», προσέθεσε χαρακτηριστικά η τράπεζα.
Στο πλαίσιο των συμφωνιών, η Credit Suisse Services AG υποχρεούται να συνδράμει πλήρως σε εν εξελίξει έρευνες και να ενημερώνει για οποιαδήποτε νέα στοιχεία εντοπίσει σχετικά με λογαριασμούς με διασύνδεση στις ΗΠΑ.
Συνολικά, η εταιρεία καλείται να καταβάλει ποσά ύψους 510.608.909 δολαρίων, καλύπτοντας πρόστιμα, αποζημιώσεις, δημεύσεις και λοιπές ποινές. Τα 371,9 εκατ. δολάρια σχετίζονται άμεσα με την παραδοχή ενοχής, ενώ τα υπόλοιπα 138,7 εκατ. αφορούν την υπόθεση του παραρτήματος στη Σιγκαπούρη.