Ομοσπονδιακό εφετείο των ΗΠΑ αποφάσισε την Τρίτη ότι οι σαρωτικοί δασμοί του προέδρου Ντόναλντ Τραμπ στους εμπορικούς εταίρους της χώρας μπορούν να παραμείνουν σε ισχύ κατά τη διάρκεια δικαστικής διαμάχης, κάνοντας δεκτό το αίτημα της κυβέρνησης Τραμπ να παρατείνει την αναστολή της απόφασης κατώτερου δικαστηρίου που είχε μπλοκάρει τους δασμούς με το σκεπτικό ότι ο Τραμπ υπερέβη την εξουσία του επιβάλλοντας σαρωτικούς δασμούς σε σχεδόν όλους τους εμπορικούς εταίρους.
«Και οι δύο πλευρές έχουν διατυπώσει ουσιαστικά επιχειρήματα επί της ουσίας. Έχοντας λάβει υπ’ όψιν τους παραδοσιακούς παράγοντες αναστολής, το δικαστήριο καταλήγει στο συμπέρασμα ότι η αναστολή είναι δικαιολογημένη υπό τις περιστάσεις», δήλωσε το δικαστήριο.
Το δικαστήριο δήλωσε ότι η υπόθεση εγείρει «ζητήματα εξαιρετικής σημασίας» που δικαιολογούν την ταχεία επανεξέτασή της από την πλήρη σύνθεση των δικαστών του εφετείου. Οι προφορικές συζητήσεις έχουν προγραμματιστεί για τις 31 Ιουλίου, σύμφωνα με την απόφαση.
Η υπόθεση επικεντρώνεται στον βασικό δασμό 10% που επέβαλε, στις 2 Απριλίου, ο Τραμπ σε όλες σχεδόν τις εισαγωγές επικαλούμενος τον Νόμο περί Διεθνών Οικονομικών Εξουσιών Έκτακτης Ανάγκης (IEEPA). Ο IEEPA είναι ένας ομοσπονδιακός νόμος που επιτρέπει στον πρόεδρο να ρυθμίζει το διεθνές εμπόριο κατά τη διάρκεια εθνικής έκτακτης ανάγκης.
Ο Τραμπ όρισε επίσης αμοιβαίους δασμούς στους εμπορικούς εταίρους ως μέτρο αντιμετώπισης των εμπορικών ελλειμμάτων, αν και ανέστειλε την επιβολή τους για διάστημα 90 ημερών κατά το οποίο θα μπορούσαν να γίνουν διαπραγματεύσεις, διατηρώντας παράλληλα τους βασικούς δασμούς.
Επιπλέον, πριν από τους υψηλούς δασμούς, ο Τραμπ επέβαλε δασμούς στις εισαγωγές από τον Καναδά, την Κίνα και το Μεξικό για να καταπολεμήσει τη ροή παράνομων μεταναστών και συνθετικών οπιοειδών κατά μήκος των συνόρων των ΗΠΑ.
Στις 28 Μαΐου, το Δικαστήριο Διεθνούς Εμπορίου των ΗΠΑ μπλόκαρε την έναρξη ισχύος των δασμών του Τραμπ μετά από αγωγές που κατέθεσαν μια ομάδα μικρών επιχειρήσεων και γενικοί εισαγγελείς από δώδεκα πολιτείες. Το Εφετείο αργότερα ανέστειλε την απόφαση, μετά την έφεση της κυβέρνησης, επιτρέποντας την έναρξη ισχύος των δασμών ενώ «εξετάζει τα έγγραφα των αιτήσεων».
Οι επιχειρήσεις είχαν υποστηρίξει ότι η δεκαετιών πρακτική της χώρας να αγοράζει περισσότερα αγαθά από όσα εξάγει δεν χαρακτηρίζεται ως κατάσταση έκτακτης ανάγκης που θα ενεργοποιούσε το IEEPA.
Οι πολιτείες — συμπεριλαμβανομένων των Όρεγκον, Αριζόνα, Κολοράντο, Κοννέκτικατ, Ντέλαγουερ, Ιλινόι, Μέιν, Μινεσότα, Νεβάδα, Νέο Μεξικό, Νέα Υόρκη και Βερμόντ — υποστήριξαν ότι ο Τραμπ δεν έχει τη νομική εξουσία να επιβάλει δασμούς.
Οι δικηγόροι της κυβέρνησης έχουν δηλώσει ότι οι δασμοί «καταλαμβάνουν κεντρική θέση στην εξωτερική πολιτική και την οικονομική ατζέντα του προέδρου» και ότι η εντολή του κατώτερου δικαστηρίου παρεμποδίζει την προσπάθεια εξάλειψης του «εκρηκτικού εμπορικού ελλείμματος» των Ηνωμένων Πολιτειών και «αναπροσανατολισμού της παγκόσμιας οικονομίας σε ισότιμη βάση».
Η Epoch Times ζήτησε σχόλια από τον Λευκό Οίκο σχετικά με την απόφαση του εφετείου, αλλά δεν έλαβε απάντηση μέχρι την ώρα δημοσίευσης.
Ο υπουργός Εμπορίου Χάουαρντ Λάτνικ δήλωσε στο Fox News, την 1η Ιουνίου, ότι οι δασμοί θα παραμείνουν σε ισχύ παρά τα νομικά προβλήματα, σημειώνοντας ότι ο Τραμπ έλαβε την εξουσία να τους επιβάλει από το Κογκρέσο.
«Να είστε σίγουροι, οι δασμοί δεν θα εξαφανιστούν», είπε. «Έχει τόσες άλλες εξουσίες, που ακόμη και στην περίεργη και ασυνήθιστη περίπτωση να αφαιρεθεί η συγκεκριμένη, εμείς θα λειτουργήσουμε βάσει μίας δεύτερης ή μίας τρίτης. Το Κογκρέσο έχει δώσει αυτή την εξουσία στον πρόεδρο και εκείνος θα την χρησιμοποιήσει.»
Ο Λάτνικ σημείωσε ότι το «εμπορικό έλλειμμα του 1,2 τρισεκατομμυρίου δολαρίων» σε αγαθά με άλλα έθνη και «όλες οι υποκείμενες επιπτώσεις» αυτών των ελλειμμάτων συνιστούν εθνική έκτακτη ανάγκη.
Ο Τραμπ δήλωσε, την 1η Ιουνίου, ότι εάν τα δικαστήρια αποφανθούν κατά της κυβέρνησης σχετικά με τους δασμούς, αυτό θα επιτρέψει σε άλλες χώρες να κρατήσουν τις Ηνωμένες Πολιτείες «σε ομηρία, με τους αντιαμερικανικούς δασμούς τους».
«Αυτό θα σήμαινε την οικονομική καταστροφή των Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής», έγραψε στην πλατφόρμα κοινωνικής δικτύωσης Truth Social.