Στην Εισαγγελία της Νέας Υόρκης, η υπουργός Πολιτισμού Λίνα Μενδώνη παρέλαβε από τον επικεφαλής του Τμήματος Καταπολέμησης Παράνομης Διακίνησης Αρχαιοτήτων, Μάθιου Μπογκντάνος, 11 αρχαία αντικείμενα, τα οποία επαναπατρίζονται στην Ελλάδα.
Όπως πληροφορεί ανακοίνωση του υπουργείου Πολιτισμού, ο επαναπατρισμός επιτεύχθηκε χάρη στην πολύχρονη και στενή συνεργασία του Γραφείου του Εισαγγελέα του Μανχάταν και του υπουργείου Πολιτισμού.

Τα επαναπατρισθέντα αντικείμενα είναι μία μαρμάρινη ανδρική εικονιστική κεφαλή (πρώτο μισό 1ου αι. μ.Χ), ένας μαρμάρινος δοίδυκας (γουδοχέρι, 5ος-4ος αι. π.Χ.), ένα χάλκινο γυναικείο αγαλμάτιο (3ος αι. π.Χ.), μία μικροσκοπική χάλκινη γυναικεία προτομή (3ος αι. π.Χ.), ένα χρυσό δαχτυλίδι με παράσταση Ποσειδώνα με τρίαινα στη σφενδόνη (1ος αι. π.Χ. – 1ος αι. μ.Χ.), ένα πήλινο μυκηναϊκό γυναικείο ειδώλιο τύπου Ψ (1300-1200 π.Χ.), ένα πήλινο μελανόμορφο αρύβαλλο με παράστασης μάχης (600-500 π.Χ.), ένας πήλινο μελαμβαφή κάνθαρο (4ος αι. π.Χ.), και πήλινα λυχνάρια του 4ου αι. π.Χ.
Η τελετή παράδοσης έλαβε χώρα στο Μητροπολιτικό Μουσείο της Νέας Υόρκης (The Μet), στην καρδιά της πόλης, όπου ο διευθυντής του Μet, Μαξ Χόλλαϊν, παρέδωσε μια χάλκινη κεφαλή γρύπα στην κα Μενδώνη. Η κεφαλή γρύπα προέρχεται από την αρχαία Ολυμπία και μέχρι την προηγούμενη μέρα κατείχε περίοπτη θέση στην πτέρυγα της Συλλογής των Ελληνικών και Ρωμαϊκών Αρχαιοτήτων του Μet.

Με το πέρας της τελετής επαναπατρισμού, η Λίνα Μενδώνη παρασημοφόρησε εκ μέρους της Ελληνικής Δημοκρατίας και της Ελληνικής Κυβέρνησης τον Μάθιου Μπογκντάνος, με το παράσημο του «Ταξιάρχη του Τάγματος του Φοίνικα», για τη συμβολή του στην επανάκτηση και τον επαναπατρισμό στην Ελλάδα πλήθος αρχαιοτήτων.

Η Λίνα Μενδώνη επεσήμανε στον χαιρετισμό της: «Το υπουργείο Πολιτισμού έχει καταφέρει, τα τελευταία χρόνια, τον επαναπατρισμό εκατοντάδων κλεμμένων πολιτιστικών αγαθών. Κάθε επαναπατρισμός έχει ξεχωριστή σημασία, καθώς έχει άμεση σχέση με τη συλλογική και ατομική μας ταυτότητα. Το ελληνικό κράτος δίνει προτεραιότητα στον επαναπατρισμό αρχαιοτήτων που δικαιωματικά ανήκουν στην πατρίδα μας, αλλά παραμένουν παρανόμως στο εξωτερικό».
«Η Ελλάδα», σημείωσε η υπουργός, «σε καμία περίπτωση δεν διεκδικεί να αδειάσουν τα μουσεία που φιλοξενούν και εκθέτουν έργα της αρχαίας ελληνικής τέχνης. Διεκδικεί, όμως, την επιστροφή όλων των παρανόμως εξαχθέντων πολιτιστικών θησαυρών της και την επανένωση των Γλυπτών του Παρθενώνα, μια μοναδική περίπτωση. Η βίαιη απομάκρυνση των Γλυπτών κατέστρεψε την ακεραιότητα του ιστάμενου μνημείου, συμβόλου του Δυτικού Πολιτισμού.»
Κατά την απόδοση του Ταξιάρχη του Τάγματος του Φοίνικα στον Μάθιου Μπογκντάνος, η υπουργός είπε:
«Αυτή η παρασημοφόρηση δεν είναι μόνο η απόδειξη για τον αδυσώπητο αγώνα του ενάντια στην παράνομη διακίνηση και τη λεηλασία πολύτιμων αντικειμένων, αλλά και η αναγνώριση της ελληνικής του κληρονομιάς. Ο Μάθιου Μπογκντάνος είναι ένας από εμάς – όχι μόνο λόγω της πατρογονικής του ρίζας στη Λήμνο και της σύνδεσής του με τη ζωντανή ελληνοαμερικανική κοινότητα, αλλά, κυρίως, λόγω της ακλόνητης αφοσίωσής του στην προστασία της κλασικής κληρονομιάς και των οικουμενικών αξιών της. Είναι Έλληνας, όχι μόνο από καταγωγή, αλλά από το έργο που έχει κάνει – και συνεχίζει να κάνει – για να διαφυλάξει την κληρονομιά του αρχαίου κόσμου.»
Ο κος Μπογκντάνος με τη σειρά του είπε: «Είναι μεγάλη τιμή για μένα ότι παίρνω αυτό το παράσημο από την Ελληνική Δημοκρατία, τη χώρα καταγωγής της οικογένειάς μου. Δεσμεύομαι ότι θα συνεχίσω να εργάζομαι στην κατεύθυνση αυτή, προκειμένου να επιστραφεί στην Ελλάδα η τεράστια πολιτιστική της κληρονομιά. Δεν θεωρώ αυτή τη διάκριση ως επιβράβευση για την παρελθούσα προσφορά μου, αλλά για τις μελλοντικές μου υπηρεσίες».
Στην τελετή παρέστησαν η γενική πρόξενος της Ελλάδας στη Νέα Υόρκη Ιφιγένεια Καναρά, η πάρεδρος του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους Ευθυμία Γκαράνη, ο πρόεδρος του Βυζαντινού και Χριστιανικού Μουσείου Αθηνών Γεώργιος Τσαπρούνης, η διευθύντρια Τεκμηρίωσης και Προστασίας Πολιτιστικών Αγαθών του υπουργείου Πολιτισμού Βάσω Παπαγεωργίου και η τμηματάρχης Τεκμηρίωσης και Προστασίας Πολιτιστικών Αγαθών Έλενα Βλαχογιάννη.
Η ιστορία της κεφαλής του γρύπα
Η κεφαλή γρύπα, δείγμα υψηλής ελληνικής μεταλλοτεχνίας, κοσμούσε χάλκινο τριποδικό λέβητα και χρονολογείται στα 650 – 625 π.Χ.
Επιστρέφει στην Ελλάδα κατόπιν μακράς συνεργασίας του υπουργείου Πολιτισμού και του Μητροπολιτικού Μουσείου της Νέας Υόρκης.
Η έρευνα από την αρμόδια Διεύθυνση Τεκμηρίωσης και Προστασίας Πολιτιστικών Αγαθών του υπουργείου Πολιτισμού στο Αρχείο της Αρχαιολογικής Υπηρεσίας απέδειξε πέραν πάσης αμφιβολίας ότι η κεφαλή του γρύπα στο Μet ταυτιζόταν με εκείνη που είχε βρεθεί στην Αρχαία Ολυμπία, τον Δεκέμβριο του 1914, από τον επιμελητή του Μουσείου Θεμιστοκλή Καραχάλιο.
Το αρχαίο γλυπτό είχε εντοπιστεί στην κοίτη του ποταμού Κλαδέου, δίπλα στο αρχαίο Γυμνάσιο της Ολυμπίας, σε χώματα που είχαν παρασυρθεί από το ποτάμι και είχε παραδοθεί από τον επιμελητή στο Μουσείο της Αρχαίας Ολυμπίας, όπου έγινε ο καθαρισμός του.
Η πρώτη δημοσίευση της αρχαίας κεφαλής με φωτογραφική τεκμηρίωση έγινε το 1915, στο Αρχαιολογικό Δελτίο, την επίσημη έκδοση της Αρχαιολογικής Υπηρεσίας. Σύμφωνα με το αρχειακό υλικό που εντόπισε η αρμόδια Διεύθυνση, ο γρύπας κλάπηκε τη δεκαετία του 1930 από το Μουσείο, όπου παρέμενε μέχρι τότε χωρίς να έχει καταγραφεί. Η πρώτη αναφορά στην απώλειά του γίνεται το 1937-1938, στην ετήσια έκθεση των Γερμανών ανασκαφέων της Ολυμπίας.
Το 1940 η Αρχαιολογική Υπηρεσία διερεύνησε την υπόθεση της κλοπής, η οποία φαίνεται ότι έγινε το 1936 και προχώρησε στις ενδεδειγμένες ενέργειες κατά των προσώπων που είχαν την ευθύνη φύλαξης των συλλογών την περίοδο εκείνη. Η αντίστοιχη έρευνα στα αρχεία του Μet επιβεβαίωσε τον χρόνο κλοπής της κεφαλής, καθώς φαίνεται ότι αυτή πωλήθηκε το καλοκαίρι του 1936 από Έλληνα αρχαιοπώλη στον Αμερικανό αρχαιοπώλη Τ. Μπράμμερ, για να πωληθεί στη συνέχεια, το 1948, στον Γ. Σ. Μπέικερ, και να καταλήξει κατόπιν δωρεάς, το 1971, μαζί με τα υπόλοιπα αντικείμενα της Συλλογής Μπέικερ, στο Μητροπολιτικό Μουσείο της Νέας Υόρκης.