Η Μυστική Υπηρεσία των Ηνωμένων Πολιτειών ανακοίνωσε την Πέμπτη ότι έξι πράκτορες τέθηκαν σε διαθεσιμότητα άνευ αποδοχών, για 10-42 ημέρες, λόγω παραλείψεων κατά τη διάρκεια της απόπειρας δολοφονίας εναντίον του τότε υποψηφίου για την προεδρία, Ντόναλντ Τραμπ, σε προεκλογική συγκέντρωση στο Μπάτλερ της Πενσυλβάνιας, στις 13 Ιουλίου 2024.
Οι κυρώσεις επιβλήθηκαν έπειτα από εσωτερική έρευνα που ανέδειξε επιχειρησιακές αστοχίες στην επιτήρηση του περιβάλλοντος χώρου της εκδήλωσης. Οι αρχές δεν γνωστοποίησαν τα ονόματα των πρακτόρων.
Ο Τόμας Μάθιου Κρουκς, 20 ετών, άνοιξε πυρ από ταράτσα παρακείμενου κτιρίου με άμεση οπτική επαφή στον χώρο της συγκέντρωσης, την ώρα που ο Ντόναλντ Τραμπ εκφωνούσε ομιλία. Ο Τραμπ τραυματίστηκε ελαφρά στο δεξί αυτί. Από τα πυρά σκοτώθηκε ο Κόρεϋ Κομπερατόρε, 50 ετών, πατέρας δύο παιδιών και εθελοντής πυροσβέστης, ενώ τραυματίστηκαν ακόμη δύο παρευρισκόμενοι. Ο δράστης σκοτώθηκε επί τόπου από ελεύθερο σκοπευτή της Μυστικής Υπηρεσίας.
Μετά το περιστατικό, ξεκίνησαν παράλληλες έρευνες από το Κογκρέσο και την ίδια τη Μυστική Υπηρεσία. Σύμφωνα με τις προκαταρκτικές διαπιστώσεις, υπήρξε καθυστέρηση στην αναγνώριση του ενόπλου μέσω καμερών επιτήρησης, ενώ διαπιστώθηκαν ελλείψεις στην κάλυψη σημείων υψηλής επισκόπησης, όπως η ταράτσα απ’ όπου πυροβόλησε ο δράστης.
Η τότε διευθύντρια της Μυστικής Υπηρεσίας, Κίμπερλυ Τσητλ, υπέβαλε την παραίτησή της στις 23 Ιουλίου 2024. Η αποχώρησή της σημειώθηκε εν μέσω κλιμακούμενης πολιτικής και κοινοβουλευτικής πίεσης, μετά από δημόσιες τοποθετήσεις μελών του Κογκρέσου και μαρτυρίες συγγενών των θυμάτων, οι οποίοι εξέφρασαν ανησυχίες για την επάρκεια των μέτρων ασφαλείας και την ανταπόκριση της υπηρεσίας κατά τη διάρκεια του περιστατικού στο Μπάτλερ.
Ο σημερινός διευθυντής της Μυστικής Υπηρεσίας, Σον Κούραν, ήταν παρών στο σημείο της επίθεσης και συμμετείχε στην ομάδα πρακτόρων που σχημάτισαν ανθρώπινη ασπίδα γύρω από τον Ντόναλντ Τραμπ αμέσως μετά τους πυροβολισμούς. Σε μεταγενέστερη δήλωσή του ανέφερε ότι έχουν ήδη τεθεί σε εφαρμογή αναθεωρημένα πρωτόκολλα ασφαλείας, τα οποία περιλαμβάνουν αυξημένη επιτήρηση σε περιοχές υψηλού κινδύνου, ενίσχυση της συνεργασίας με τις τοπικές αρχές και αναβάθμιση των τεχνολογικών μέσων παρακολούθησης, με στόχο την πρόληψη ανάλογων περιστατικών στο μέλλον.
Σε συνέντευξη που θα μεταδοθεί το Σάββατο, ο Ντόναλντ Τραμπ δήλωσε ότι η υπηρεσία δεν είχε τοποθετήσει προσωπικό ασφαλείας στην ταράτσα απ’ όπου πραγματοποιήθηκε η επίθεση και ότι δεν είχε εντάξει την τοπική αστυνομία στο δίκτυο επικοινωνιών της. «Έγιναν λάθη. Και αυτό δεν έπρεπε να είχε συμβεί», ανέφερε χαρακτηριστικά.
Περίπου δύο μήνες αργότερα, στις 15 Σεπτεμβρίου 2024, συνελήφθη ένοπλος κοντά σε γήπεδο γκολφ του Τραμπ στη Φλόριντα, ο οποίος κατηγορείται ότι σχεδίαζε ένοπλη επίθεση εναντίον του. Ο ύποπτος, Ράιαν Γουέσλυ Ράουθ, 58 ετών, εντοπίστηκε σε δασώδη περιοχή κοντά στο Trump International Golf Club στο Γουέστ Παλμ Μπητς, φέροντας ημιαυτόματο τουφέκι τύπου SKS και εξοπλισμό παρακολούθησης. Σύμφωνα με τις αρχές, είχε κατασκηνώσει στην περιοχή επί αρκετές ώρες.
Η σύλληψή του έγινε χωρίς ανταλλαγή πυρών, καθώς οι πράκτορες της Μυστικής Υπηρεσίας κατάφεραν να τον απομονώσουν έγκαιρα. Ο Ράουθ αντιμετωπίζει ομοσπονδιακές κατηγορίες για απόπειρα δολοφονίας πολιτικού προσώπου και για τρομοκρατική δραστηριότητα. Η δίκη του αναμένεται να ξεκινήσει τον Σεπτέμβριο του 2025.
Τα δύο περιστατικά προκάλεσαν σημαντικές αλλαγές στο πρωτόκολλο ασφαλείας για τους υποψηφίους των προεδρικών εκλογών, με τη Μυστική Υπηρεσία να τονίζει πως έχουν τεθεί σε εφαρμογή νέα μέτρα, περιλαμβανομένης της ενισχυμένης συνεργασίας με τις τοπικές αρχές, της χρήσης μη επανδρωμένων μέσων επιτήρησης και της αύξησης του αριθμού των επίγειων και εναέριων παρατηρητών σε συγκεντρώσεις υψηλού κινδύνου.