Τις πρώτες πρωινές ώρες της Παρασκευής 24 Οκτωβρίου 2025, το τουρκικό πολιτικό και δημοσιογραφικό τοπίο συγκλονίστηκε από τη σύλληψη του Μερντάν Γιαναρντάγ, γενικού διευθυντή ειδήσεων του αντιπολιτευόμενου τηλεοπτικού σταθμού TELE1. Η επιχείρηση διεξήχθη από την Αντιτρομοκρατική Υπηρεσία με δικαστική εντολή, ενώ ο δημοσιογράφος κατηγορείται για κατασκοπεία υπέρ του προφυλακισμένου δημάρχου της Κωνσταντινούπολης Εκρέμ Ιμάμογλου και ξένων υπηρεσιών πληροφοριών. Το περιστατικό αποτελεί τη νεότερη εξέλιξη σε μια διευρυμένη υπόθεση κατασκοπείας που συνδέεται με τις τοπικές εκλογές του 2019 και αναδεικνύει την κλιμακούμενη πίεση που ασκείται στα ελεύθερα μέσα ενημέρωσης στην Τουρκία.
Η έφοδος στο TELE1 και η ζωντανή μετάδοση
Περίπου 50 μέλη της Αντιτρομοκρατικής Υπηρεσίας (TEM) έφτασαν στα γραφεία του TELE1 στην Κωνσταντινούπολη τις πρώτες πρωινές ώρες της Παρασκευής, με βάση δικαστική απόφαση του 11ου Ποινικού Δικαστηρίου. Η έρευνα διήρκεσε περίπου μία ώρα και συνελήφθη ο Γιαναρντάγ. Σε μια πρωτοφανή στιγμή δημοσιογραφικής αποφασιστικότητας, ο παρουσιαστής Γκιόχαν Καϊίς μετέδωσε την επιχείρηση ζωντανά στον αέρα, ενημερώνοντας τους τηλεθεατές για την αστυνομική παρουσία και την κράτηση του συναδέλφου του.
Ο Καϊίς ρώτησε τον επικεφαλής της αστυνομικής ομάδας αν ο Γιαναρντάγ είχε ενημερωθεί για την επιχείρηση, και έλαβε την απάντηση «Δεν μπορείτε να τον προσεγγίσετε». Με βάση αυτή την απάντηση, ο δημοσιογράφος υπέθεσε ότι ο Γιαναρντάγ είχε ήδη τεθεί υπό κράτηση. Λίγο αργότερα, η Εισαγγελία επιβεβαίωσε επίσημα τη σύλληψη.
Οι κατηγορίες: Κατασκοπεία για τον Ιμάμογλου
Σύμφωνα με τη Hürriyet, ο συλληφθείς κατηγορείται για κατασκοπεία υπέρ του προφυλακισμένου δημάρχου της Κωνσταντινούπολης Εκρέμ Ιμάμογλου και ξένων υπηρεσιών. Η υπόθεση προκύπτει από έρευνα που ξεκίνησε με τη σύλληψη του επιχειρηματία Χουσεΐν Γκιουν τον Ιούλιο 2025, με κατηγορίες κατασκοπείας για λογαριασμό ξένων χωρών. Σύμφωνα με την Εισαγγελία, η αστυνομία αναζητά στοιχεία ότι ο Ιμάμογλου, μαζί με τον διευθυντή ειδήσεων του TELE1 και σε συνεργασία με ξένες υπηρεσίες, επιχείρησαν να αλλάξουν τα δεδομένα των τοπικών εκλογών του 2019.
Η υπόθεση επικεντρώνεται στην κρυπτογραφημένη επικοινωνία μέσω της πλατφόρμας Wickr μεταξύ του Γκιουν και του Νετζετί Εζκάν, διευθυντή της προεκλογικής εκστρατείας του Ιμάμογλου. Η επικοινωνία περιελάμβανε φερόμενες οδηγίες για «συλλογή ψηφιακής πληροφορίας», «κινητοποίηση 70.000 εθελοντών» και προειδοποιήσεις για παραβίαση τηλεφώνου στελέχους της εκστρατείας με κατασκοπευτικό λογισμικό. Οι εισαγγελείς ισχυρίζονται ότι ο Γκιουν λειτουργούσε ως ανώτερος του Εζκάν σε αυτό που περιγράφουν ως «εγκληματική οργάνωση» συνδεδεμένη με τον Ιμάμογλου.
Μεταξύ του ψηφιακού υλικού του Γκιουν βρέθηκαν κρυπτογραφημένα τηλέφωνα, χειρόγραφα έγγραφα, φωτογραφίες στρατιωτικού εξοπλισμού και ξένων διαβατηρίων, καθώς και επαφές με άτομα που είχαν διερευνηθεί σε υποθέσεις τρομοκρατίας FETÖ/PDY και PKK/KCK. Οικονομική έρευνα αποκάλυψε ότι ο Γκιουν είχε διενεργήσει μεγάλες εσωτερικές και διεθνείς μεταφορές χρημάτων παρά το γεγονός ότι δεν είχε ενεργές επιχειρηματικές δραστηριότητες, συμπεριλαμβανομένης της ανάληψης 2,02 εκατομμυρίων δολαρίων σε μετρητά χωρίς σαφή αιτιολόγηση.
Η σύλληψη του Γιαναρντάγ λαμβάνει χώρα στο πλαίσιο μιας ευρύτερης καταστολής κατά της αντιπολίτευσης στην Τουρκία, η οποία έχει κλιμακωθεί δραματικά από τις δημοτικές εκλογές του Μαρτίου 2024, όταν το Ρεπουμπλικανικό Λαϊκό Κόμμα (CHP) πέτυχε σημαντικές νίκες εναντίον του κυβερνώντος Κόμματος Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης (AKP) του προέδρου Ερντογάν.
Στις 19 Μαρτίου 2025, ο δήμαρχος Κωνσταντινούπολης Εκρέμ Ιμάμογλου, ο κύριος πολιτικός αντίπαλος του Ερντογάν, συνελήφθη με κατηγορίες για διαφθορά, εκβιασμό, δωροδοκία, ξέπλυμα χρήματος και υποστήριξη τρομοκρατίας, ειδικά του PKK. Στις 23 Μαρτίου 2025, τουρκικό δικαστήριο διέταξε την προφυλάκιση του Ιμάμογλου για «διαφθορά», προκαλώντας μερικές από τις μεγαλύτερες διαδηλώσεις των τελευταίων δέκα ετών.
Η σύλληψη του Ιμάμογλου σηματοδότησε την έναρξη μιας εκτεταμένης εκστρατείας εναντίον του CHP. Από τον Μάρτιο του 2025, περισσότεροι από 500 άνθρωποι έχουν κρατηθεί ως μέρος της έρευνας, συμπεριλαμβανομένων 14 εκλεγμένων δημάρχων του CHP, πάνω από 200 μελών του κόμματος και τοπικών αξιωματούχων. Στις 5 Ιουλίου 2025, τρεις ακόμη δήμαρχοι από νότιες πόλεις – Ζεϊντάν Καραλάρ στα Άδανα, Μουχιττίν Μποτζέκ της Αττάλειας και Αμπντουραχμάν Τουτντερέ του Αδιγιαμάν – συνελήφθησαν με την κατηγορία του εκβιασμού.
Η καταστολή έχει επεκταθεί πέρα από τους εκλεγμένους αξιωματούχους. Οι εισαγγελείς ζητούν μακροχρόνιες ποινές φυλάκισης για τους δημάρχους του CHP, με συνολικά 415 χρόνια φυλάκισης να ζητούνται για τον Ρίζα Ακπολάτ, δήμαρχο της περιοχής Μπεσίκτας της Κωνσταντινούπολης. Άλλοι έξι δήμαρχοι, που κατηγορούνται για νοθεία διαγωνισμών και αποδοχή δωροδοκιών, κινδυνεύουν με ποινές έως και 18 ετών φυλάκισης.
Ο δικηγόρος του Γιαναρντάγ, Μπιλγκιουτάι Χακί Ντούρνα, μιλώντας στο TELE1, ανέφερε ότι μέχρι στιγμής δεν έχει λάβει γνώση του φακέλου της υπόθεσης. «Έχω δει μόνο την ανακοίνωση της Εισαγγελίας. Δυστυχώς, στη χώρα μας συχνά διατυπώνονται σοβαρές κατηγορίες χωρίς επαρκή αποδεικτικά στοιχεία, και άνθρωποι στερούνται την ελευθερία τους χωρίς θεμελίωση. Θα μεταβώ στο αστυνομικό τμήμα για να έχω πρόσβαση στον φάκελο», δήλωσε.
Ο Ντούρνα τόνισε επίσης ότι «είναι αδύνατον να τεθεί υπό αμφισβήτηση η πατριωτική ταυτότητα του Μερντάν Γιαναρντάγ» και πρόσθεσε: «Στη χώρα μας οι άνθρωποι αναγκάζονται να αποδείξουν ότι δεν είναι ένοχοι». Κλείνοντας, σημείωσε ότι μίλησε με την οικογένεια του δημοσιογράφου μετά το πέρας της έρευνας: «Η οικογένειά του, όπως και ο ίδιος, παραμένει ψύχραιμη και αξιοπρεπής. Ήταν προετοιμασμένοι για ένα τέτοιο ενδεχόμενο λόγω της δουλειάς του. Ηθικά είναι δυνατοί και θα προχωρήσουμε μαζί στη νομική διαδικασία».








