Η εταιρεία συμβούλων McKinsey & Company κατέληξε σε διακανονισμό ύψους 650 εκατομμυρίων δολαρίων με το Υπουργείο Δικαιοσύνης των ΗΠΑ (DOJ) για τον ρόλο της στην ενίσχυση των πωλήσεων του OxyContin, ενός εξαιρετικά εθιστικού οπιοειδούς, για λογαριασμό της Purdue Pharma, σύμφωνα με δικαστικά έγγραφα που κατατέθηκαν στην Βιρτζίνια την Παρασκευή.
Η συμφωνία επιτρέπει στην εταιρεία να αποφύγει την ποινική δίωξη εάν καταβάλει το ποσό και ακολουθήσει συγκεκριμένους όρους για πέντε χρόνια, συμπεριλαμβανομένης της διακοπής κάθε εργασίας που σχετίζεται με την πώληση, την εμπορία, ή την προώθηση ελεγχόμενων φαρμάκων.
Ο διακανονισμός περιλαμβάνει επίσης την συμφωνία του Μάρτιν Έλλινγκ, πρώην ανώτερου εταίρου της McKinsey, να δηλώσει ένοχος για παρεμπόδιση της δικαιοσύνης επειδή διέγραψε έγγραφα από το φορητό του υπολογιστή αφού έλαβε γνώση των ερευνών για την Purdue Pharma, όταν αυτή ήταν πελάτης της McKinsey, αναφέρεται στα έγγραφα.
Το υπουργείο Δικαιοσύνης δήλωσε ότι ο Έλλινγκ, 60 ετών, πολίτης των ΗΠΑ που διαμένει σήμερα στην Μπανγκόκ της Ταϊλάνδης, αναμένεται να εμφανιστεί στο ομοσπονδιακό δικαστήριο του Άμπινγκντον της Βιρτζίνια για να δηλώσει την ενοχή του και να καταδικαστεί σε μεταγενέστερες ημερομηνίες. Σύμφωνα με τα έγγραφα του δικαστηρίου, ο Έλλινγκ εργάστηκε σε διάφορους ρόλους στην McKinsey από το 1993 έως το 2021, και τελικά έγινε ανώτερος εταίρος.
Σε απάντηση του διακανονισμού, η McKinsey εξέφρασε μεταμέλεια για την εμπλοκή της με την Purdue Pharma σε δήλωση προς το Associated Press.
«Θα έπρεπε να είχαμε εκτιμήσει την βλάβη που προκαλούσαν τα οπιοειδή στην κοινωνία μας και δεν θα έπρεπε να είχαμε αναλάβει εργασίες πωλήσεων και μάρκετινγκ για την Purdue Pharma», ανέφερε η εταιρεία. «Αυτή η τρομερή κρίση της δημόσιας υγείας και η προηγούμενη εργασία μας για τους κατασκευαστές οπιοειδών θα αποτελούν πάντα πηγή βαθιάς λύπης για την εταιρεία μας».
Απαιτώντας λογοδοσία
Ο διακανονισμός αυτός αποτελεί μέρος μιας ευρύτερης προσπάθειας των ομοσπονδιακών εισαγγελέων να καταστήσουν τις εταιρείες υπόλογες για τον ρόλο τους στην κρίση εθισμού και κατάχρησης ναρκωτικών φαρμάκων στις ΗΠΑ, σύμφωνα με δελτίο Τύπου του Γραφείου Δημοσίων Υποθέσεων του Υπουργείου Δικαιοσύνης την Παρασκευή.
«Η McKinsey συνωμότησε με την Purdue Pharma για να “εκτοξεύσει” τις πωλήσεις του OxyContin κατά την διάρκεια μιας μανιασμένης επιδημίας οπιοειδών – μιας επιδημίας που συνεχίζει να αποδεκατίζει οικογένειες και κοινότητες σε όλη την χώρα. Το σημερινό πρωτοποριακό ψήφισμα καθιστά σαφή την δέσμευση του γραφείου μας να καταστήσει τις ισχυρές εταιρείες υπεύθυνες για τον ρόλο τους στην επιδημία των οπιοειδών, ακόμη και αν δεν παρασκεύαζαν, δεν πωλούσαν, ή δεν διέθεταν τα φάρμακα», δήλωσε ο εισαγγελέας των ΗΠΑ Τζόσουα Λέβυ για την περιφέρεια της Μασαχουσέτης.
«Εταιρείες συμβούλων όπως η McKinsey θα πρέπει να λάβουν το μήνυμα: αν οι συμβουλές που δίνετε σε εταιρείες σε αίθουσες συνεδριάσεων και παρουσιάσεις PowerPoint βοηθούν και υποθάλπουν εγκληματική δραστηριότητα, θα σας κυνηγήσουμε και θα αποκαλύψουμε την αλήθεια».
Σύμφωνα με πρόσφατα στοιχεία από τα Κέντρα Ελέγχου και Πρόληψης Νοσημάτων, τα οπιοειδή έχουν συνδεθεί με περισσότερους από 80.000 ετήσιους θανάτους σε ορισμένα τελευταία χρόνια, με την παράνομη φεντανύλη να αποτελεί την κύρια αιτία την τελευταία δεκαετία. Νωρίτερα στην επιδημία οπιοειδών, τα συνταγογραφούμενα χάπια ήταν η κύρια αιτία θανάτου.
Τα τελευταία 15 χρόνια, η McKinsey έλαβε περισσότερα από 93 εκατομμύρια δολάρια από την Purdue για εργασίες που εκτέλεσε, συμπεριλαμβανομένων στρατηγικών για τη βελτίωση των πωλήσεων του OxyContin. Οι εισαγγελείς ισχυρίζονται ότι η McKinsey γνώριζε τους κινδύνους που συνδέονται με το OxyContin και τα προηγούμενα νομικά ζητήματα της Purdue Pharma, αλλά επέλεξε να συνεργαστεί μαζί της παρ’ όλα αυτά.
Ένα από τα καθήκοντα της McKinsey, σύμφωνα με τις δικαστικές καταθέσεις, φέρεται να ήταν η εύρεση συνταγογράφων που θα δημιουργούσαν τις περισσότερες πρόσθετες συνταγές εάν οι πωλητές της Purdue απευθύνονταν σε αυτούς. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα συνταγές που «δεν αφορούσαν ιατρικά αποδεκτές ενδείξεις, ήταν ανασφαλείς, αναποτελεσματικές, και ιατρικά περιττές, και οι οποίες συχνά εκτρέπονταν για χρήσεις που δεν είχαν νόμιμο ιατρικό σκοπό», ισχυρίζεται η κατάθεση.
Ο Κρίστοφερ Κάβανο, εισαγγελέας των ΗΠΑ για την Δυτική Περιφέρεια της Βιρτζίνια, δήλωσε κατά τη διάρκεια συνέντευξης Τύπου στη Βοστώνη ότι υπάρχει αντίκτυπος των ενεργειών της McKinsey στον πραγματικό κόσμο.
«Αυτό δεν ήταν υποθετικό», είπε. «Αυτό δεν ήταν απλώς μάρκετινγκ. Ήταν μια στρατηγική. Εκτελέστηκε και λειτούργησε».
Σύμφωνα με τη δικαστική κατάθεση, οι σύμβουλοι της McKinsey φέρονται να συνόδευαν τους εμπορικούς αντιπροσώπους της Purdue σε επισκέψεις σε συνταγογράφους και φαρμακεία το 2013, στο πλαίσιο μιας προσπάθειας να «εκτοξεύσουν» τις πωλήσεις της Purdue.
Το 2014, η McKinsey φέρεται να εντόπισε μικρές κλινικές που συνταγογραφούσαν περισσότερα οπιοειδή από ολόκληρα νοσοκομειακά συστήματα και πρότεινε τη στόχευσή τους για αυξημένες πωλήσεις, σύμφωνα με τη δικαστική κατάθεση και την πρόσφατη ανακοίνωση του υπουργείου Δικαιοσύνης.
Η εταιρεία συμβούλων φέρεται επίσης να προσπάθησε να επηρεάσει τους ομοσπονδιακούς κανονισμούς ώστε το OxyContin σε υψηλές δόσεις να υπόκειται στην ίδια εποπτεία με τα οπιοειδή χαμηλότερης δόσης και να καταστήσει την εκπαίδευση των συνταγογράφων προαιρετική και όχι υποχρεωτική, ανέφερε η κυβέρνηση στις καταθέσεις της.
Ο πρόσφατος ομοσπονδιακός διακανονισμός ακολουθεί προηγούμενες κυρώσεις της McKinsey να καταβάλει περίπου 765 εκατομμύρια δολάρια σε πολιτειακές και τοπικές κυβερνήσεις και 78 εκατομμύρια δολάρια σε ταμεία υγείας και ασφαλιστικές εταιρείες για τον ρόλο της στην κρίση των οπιοειδών.
Η Purdue έχει αντιμετωπίσει και άλλες έρευνες σχετικά με τη λειτουργία της, με τρία στελέχη της να δηλώνουν ένοχα για κατηγορίες περί παραποίησης της μάρκας το 2007 και την ίδια την εταιρεία να δηλώνει ένοχη για ποινικές κατηγορίες το 2020, συμφωνώντας σε πρόστιμα και κατασχέσεις ύψους 8,3 δισεκατομμυρίων δολαρίων.
του Ρούντυ Μπλάλοκ