Νέους κανονισμούς εξέδωσε η κινεζική κυβέρνηση, που αυστηροποιούν τον έλεγχο των θρησκευτικών δραστηριοτήτων των ξένων στη χώρα. Οι υπάρχοντες κανονισμοί, που είχαν τεθεί σε ισχύ την 1η Σεπτεμβρίου 2023, απαιτούσαν από τους θρησκευτικούς χώρους να υποστηρίζουν την ηγεσία του Κομμουνιστικού Κόμματος και την πολιτική «σινοποίησης» των θρησκειών.
Οι νέοι λεπτομερείς κανόνες, που θα τεθούν σε ισχύ την 1η Μαΐου, καλούν τώρα και τους μη Κινέζους να «σεβαστούν την ανεξαρτησία και την αυτοδιοίκηση» των τοπικών θρησκευτικών κοινοτήτων, υπακούοντας στις οδηγίες του Κόμματος. Θα απαγορεύονται οι μικτοί εορτασμοί μεταξύ αλλοδαπών και Κινέζων, ενώ έχει καθοριστεί ακόμη και ο αριθμός των βιβλίων που θα μπορούν να φέρουν από το εξωτερικό «για προσωπική χρήση».
Η νέα καταστολή της θρησκευτικής δραστηριότητας αλλοδαπών που βρίσκονται στο κινεζικό έδαφος δημοσιεύτηκε εχθές από την Εθνική Διοίκηση για Θρησκευτικά Θέματα (National Religious Affairs Administration – NRAA), το μακρύ χέρι του Ενωμένου Μετώπου του Κομμουνιστικού Κόμματος για θρησκευτικά θέματα.
Ο νέος κανονισμός είναι μία πολύ σαφής έκφραση του συνθήματος «Σινοποίηση», που απηύθυνε εδώ και καιρό ο πρόεδρος Σι Τζινπίνγκ σε όλες τις θρησκείες που υπάρχουν στην Κίνα. Ο νέος κανονισμός NRAA διευκρινίζει ότι η σινοποίηση ισχύει και για τους ξένους.
Είναι άξιο λόγου να αναφερθεί ότι από τους πρώτους που δημοσίευσαν τους νέους κανόνες εχθές ήταν ο ιστότοπος της επισκοπής της Σαγκάης, το σταυροδρόμι των σχέσεων μεταξύ της Κίνας και του υπόλοιπου κόσμου.
«Κανένας οργανισμός ή άτομο δεν μπορεί να χρησιμοποιεί ιστότοπους θρησκευτικών δραστηριοτήτων για να διεξάγει δραστηριότητες που θέτουν σε κίνδυνο την εθνική ασφάλεια, διαταράσσουν την κοινωνική τάξη [ή] βλάπτουν τα εθνικά συμφέροντα», ανέφερε αντίγραφο των κανόνων που δημοσιεύτηκε στον ιστότοπο του Ενωμένου Μετώπου, του τμήματος προσέγγισης και επιρροής του κόμματος.
O Τσανγκ Τσία-Λιν, καθηγητής στο Ινστιτούτο της Ηπειρωτικής Κίνας στο πανεπιστήμιο Tamkang της Ταϊβάν, είπε ότι οι νέοι κανόνες αντιπροσωπεύουν τον θρίαμβο της πολιτικής έναντι της πνευματικότητας.
Ένας βουδιστής μοναχός, που χρησιμοποίησε το θρησκευτικό όνομα Σι Νταογκούο για να μιλήσει, είπε: «Ο παραποιημένος βουδισμός [που προωθούν] είναι απλώς μία μορφή κεκαλυμμένης οργανωτικής πλύσης εγκεφάλου. Δεν μπορεί να οδηγήσει τους ανθρώπους σε ελεύθερη ή ανεξάρτητη σκέψη». Ο Σι Νταογκούο είπε ότι βρίσκεται ήδη υπό στενή παρακολούθηση και ότι παύθηκε από τα καθήκοντά του όταν άρχισε να μιλάει για την καταστροφή της θρησκείας του.
Σύμφωνα με τις νέες διατάξεις, οι θρησκευτικοί χώροι υποχρεούνται να υποβάλλουν λεπτομερή σχέδια των δραστηριοτήτων τους για έγκριση εκ των προτέρων και να εκπαιδεύουν τους πιστούς στην αγάπη προς την πατρίδα, εναρμονιζόμενοι με την πολιτική της σινοποίησης. Επιπλέον, απαγορεύεται η αποδοχή δωρεών από το εξωτερικό και η πρόσκληση ξένου προσωπικού για διδασκαλία χωρίς προηγούμενη έγκριση.
Η πολιτική της σινοποίησης στοχεύει στην ευθυγράμμιση των θρησκευτικών δογμάτων με τις σοσιαλιστικές αξίες. Πρόκειται για μια μακροχρόνια στρατηγική της κινεζικής κυβέρνησης για την ευθυγράμμιση της θρησκείας με τον κομμουνισμό και τη διασφάλιση της πίστης στο Κομμουνιστικό Κόμμα της Κίνας (ΚΚΚ), το οποίο ασπάζεται και προωθεί τον αθεϊσμό.
Το σύνταγμα της Κίνας λέει ότι οι απλοί πολίτες απολαμβάνουν «ελευθερία θρησκευτικών πεποιθήσεων» και η κυβέρνηση αναγνωρίζει επίσημα πέντε θρησκείες: τον Βουδισμό, τον Καθολικισμό, το Ισλάμ, τον Προτεσταντισμό και τον Ταοϊσμό. Όμως το ΚΚΚ είναι υπεράνω του συντάγματος, παρακολουθεί στενά τη θρησκευτική δραστηριότητα και ρυθμίζει τη θρησκεία.
Η θρησκευτική δραστηριότητα που δεν ανταποκρίνεται στην έγκριση του ΚΚΚ ως «μορφή πολιτιστικής κληρονομιάς» κατηγοριοποιείται από τις αρχές ως «δεισιδαιμονία» ή «κακή λατρεία».
Εθνοτικές και θρησκευτικές μειονότητες όπως Ουιγούροι, Θιβετιανοί, άλλοι χριστιανοί και οι ασκούμενοι της πνευματικής πρακτικής Φάλουν Γκονγκ (που αποτελούν την πολυπληθέστερη ομάδα) διώκονται βάναυσα και υπόκεινται σε συστηματικά βασανιστήρια, ακόμα και εξαναγκαστικές αφαιρέσεις των οργάνων τους.
Το κυβερνών ΚΚΚ προωθεί τον αθεϊσμό και αποθαρρύνει τους πολίτες από το να ακολουθούν κάποια θρησκεία. Τα 281 εκατομμύρια Κινέζοι που ανήκουν στο ΚΚΚ ή στις συνδεδεμένες με αυτό οργανώσεις νεολαίας απαγορεύεται επίσημα να συμμετέχουν σε ένα ευρύ φάσμα πνευματικών παραδόσεων.
Αυτή η στάση της Κίνας απέναντι στη θρησκεία χρονολογείται από την ίδρυση της Λαϊκής Δημοκρατίας της Κίνας, το 1949.
Κατά τη διάρκεια της Πολιτιστικής Επανάστασης (1966-1976), ο τότε ηγέτης του ΚΚΚ Μάο Τσε Τουνγκ ορκίστηκε να εξαλείψει τα «τέσσερα παλαιά»: «τα παλιά πράγματα, τις παλιές ιδέες, τα παλιά έθιμα και τις παλιές παραδόσεις». Στο πλαίσιο αυτής της εκστρατείας, οι Ερυθροφρουροί επιτέθηκαν και κατέστρεψαν πολλούς ναούς, αγάλματα και άλλα κειμήλια πολιτιστικής κληρονομιάς.
Οι νέοι κανονισμοί έχουν προκαλέσει ανησυχία μεταξύ των θρησκευτικών κοινοτήτων, καθώς θεωρείται ότι αποτελούν προσπάθεια περαιτέρω ελέγχου και περιορισμού της θρησκευτικής ελευθερίας στην Κίνα. Παρά το γεγονός ότι το σύνταγμα της Κίνας εγγυάται την ελευθερία της θρησκευτικής πίστης, το ΚΚΚ επιβάλλει αυστηρούς περιορισμούς στις θρησκευτικές δραστηριότητες, με την εφαρμογή των νέων κανονισμών να αποτελεί μέρος της ευρύτερης στρατηγικής του για την ενίσχυση του πολιτικού ελέγχου επί των θρησκειών, εντείνοντας το ήδη βεβαρημένο κλίμα για τη θρησκευτική ελευθερία στη χώρα και προκαλώντας σοβαρές ανησυχίες και στη διεθνή κοινότητα.