Το κυβερνών Κομμουνιστικό Κόμμα της Κίνας (ΚΚΚ) υιοθέτησε πιο ήπιο λόγο σχετικά με την προσάρτηση της Ταϊβάν, έπειτα από την επίσημη καθαίρεση αρκετών στρατηγών που κατείχαν θέσεις-κλειδιά στη ζώνη του Στενού της Ταϊβάν, κατά τη διάρκεια της Δ΄Ολομέλειας, του ανώτατου πολιτικού συνεδρίου του που διεξήχθη πρόσφατα.
Αναλυτές δήλωσαν ότι είναι απίθανο το ΚΚΚ να εισβάλει στην Ταϊβάν στο άμεσο μέλλον, λόγω της εσωτερικής αναταραχής που έχει προκαλέσει η έντονη ενδοκομματική διαμάχη. Ωστόσο, η προσάρτηση του νησιού παραμένει ως μακροπρόθεσμος στόχος.
Το επίσημο ανακοινωθέν της Δ΄ Ολομέλειας, που δημοσιεύτηκε από τα κρατικά μέσα ενημέρωσης της Κίνας στις 24 Οκτωβρίου, ανέφερε ότι στο 15ο Πενταετές Σχέδιο (2026-2030) το ΚΚΚ στοχεύει να «προωθήσει την ειρηνική ανάπτυξη των σχέσεων εκατέρωθεν του Στενού της Ταϊβάν και να προαγάγει την υπόθεση της εθνικής επανένωσης».
Σε αντίθεση με προηγούμενες δηλώσεις, το σχέδιο δεν εκφράζει καμία αίσθηση κατεπείγοντος ή συγκεκριμένο χρονοδιάγραμμα για την «επανένωση» ούτε υπονοεί ότι το ΚΚΚ διατηρεί την επιλογή της στρατιωτικής βίας.
Κατά την Δ΄ Ολομέλεια, που διεξήχθη από τις 20 έως τις 23 Οκτωβρίου, το ΚΚΚ ανακοίνωσε την αποπομπή εννέα ανώτατων στρατηγών από το κόμμα και τον στρατό, έπειτα από την ανακοίνωση του υπουργείου Άμυνας στις 17 Οκτωβρίου για έρευνα εις βάρος τους.
Οι στρατηγοί αυτοί θεωρούνταν καθοριστικοί σε ένα πιθανό σχέδιο εισβολής στην Ταϊβάν. Μεταξύ αυτών, οι Χε Γουεϊντόνγκ, Μιάο Χουά, Λιν Σιανγκγιάνγκ, Τσιν Σουτόνγκ και Γουάνγκ Σιουμπίν είχαν υπηρετήσει στην 31η Στρατιά, με έδρα στη Σιάμεν της επαρχίας Φουτζιέν, απέναντι από το νησί.
Η 31η Στρατιά αναδιοργανώθηκε το 2017 σε 73η Στρατιά, υπό τη Διοίκηση του Ανατολικού Θεάτρου του Λαϊκού Απελευθερωτικού Στρατού (PLA), που είναι υπεύθυνη για τις επιχειρήσεις στο Στενό της Ταϊβάν. Οι Χε Χονγκτζουν, Γιουάν Χουάζι και Γουάνγκ Χουμπίν ήταν πρώην υφιστάμενοι του Μιάο Χουάνγκ, ενώ ο Γουάνγκ Τσουνίνγκ είχε επίσης υπηρετήσει στην ίδια διοίκηση.
Η βάση του ηγέτη του ΚΚΚ, Σι Τζινπίνγκ, ήταν στη Φουτζιέν, και η 31η Στρατιά θεωρούνταν «οικογενειακός στρατός του Σι».
Ο Σι έχει δηλώσει ότι η «επανένωση» με την Ταϊβάν είναι «αναπόφευκτη» και ότι το ΚΚΚ δεν έχει ποτέ αποκλείσει το ενδεχόμενο στρατιωτικής εισβολής. Η κατάληψη της Ταϊβάν αποτελεί βασική φιλοδοξία του, καθώς θα ενίσχυε τη θέση και την υστεροφημία του εντός του κόμματος.
Ο Γε Γιαο-γιουάν [Yeh Yao-yuan], καθηγητής Πολιτικών Επιστημών και Διεθνών Σπουδών στο Πανεπιστήμιο St. Thomas, εκτίμησε ότι η πιο ήπια ρητορική για την «επανένωση» με την Ταϊβάν στο πλαίσιο της Ολομέλειας «ενδέχεται να σχετίζεται με την επικείμενη συνάντηση του Σι Τζινπίνγκ με τον πρόεδρο των Ηνωμένων Πολιτειών, Ντόναλντ Τραμπ».
Ο Λευκός Οίκος επιβεβαίωσε ότι ο Τραμπ θα συναντηθεί με τον Σι στις 30 Οκτωβρίου, στο περιθώριο της συνόδου κορυφής της Οικονομικής Συνεργασίας Ασίας-Ειρηνικού στη Νότια Κορέα.
Σύμφωνα με δήλωση του Γε στην εφημερίδα The Epoch Times, το ΚΚΚ αποφεύγει να κάνει δηλώσεις που θα μπορούσαν να ενοχλήσουν τις Ηνωμένες Πολιτείες σχετικά με την ασφάλεια στο Στενό της Ταϊβάν, πριν από τη συνάντηση των δύο ηγετών. Επεσήμανε ακόμη ότι «η ρητορική στο ανακοινωθέν είναι απλώς θέμα τού τι επιλέγει το ΚΚΚ να πει και πότε», προσθέτοντας ότι «το κόμμα δεν πρόκειται να εγκαταλείψει την ιδέα της προσάρτησης της Ταϊβάν με στρατιωτική βία».
Το κινεζικό καθεστώς έχει εντείνει τα τελευταία χρόνια τις στρατιωτικές ασκήσεις γύρω από την Ταϊβάν και ενώ έχουν πολλαπλασιαστεί οι παραβιάσεις του εναέριου χώρου της.

Ωστόσο, από το 2022 έως το 2025, η κλίμακα των ασκήσεων του ΚΚΚ μειώθηκε, ενώ «φαίνεται ότι αποφεύγεται η χρήση πραγματικών πυρών», σύμφωνα με τον Σεν Μινγκ-σί [Shen Ming-shih], ερευνητή στο Ινστιτούτο Εθνικής Άμυνας και Έρευνας Ασφαλείας της Ταϊβάν.
Ο ίδιος πρόσθεσε ότι «οι ασκήσεις του Απριλίου επικεντρώθηκαν έντονα στην προπαγάνδα και στερούνταν πραγματικής μαχητικής αποτελεσματικότητας», επισημαίνοντας ότι έχει πλέον αποδειχθεί πως ούτε ο Χε Γουεντόνγκ ούτε ο Λιν Σιανγκγιάνγκ είχαν την επιχειρησιακή διοίκηση.
Η Λάι Ρονγκγουέι [Lai Rongwei)], Ταϊβανή ερευνήτρια διεθνών σχέσεων και διευθύνουσα σύμβουλος της φιλοδημοκρατικής μη κερδοσκοπικής οργάνωσης Taiwan Inspirational Association, δήλωσε ότι μένει να αποδειχθεί αν ο Σι διατηρεί πλήρη έλεγχο επί του στρατού μετά την Ολομέλεια, γεγονός που αποτελεί «σημαντική μεταβλητή».
Σημείωσε ότι «βραχυπρόθεσμα, οι αλλαγές στο προσωπικό του στρατού θα επηρεάσουν πράγματι τη διάθεση του ΚΚΚ να χρησιμοποιήσει βία εναντίον της Ταϊβάν, όμως ο μακροπρόθεσμος στόχος της προσάρτησης παραμένει». Όταν σταθεροποιηθεί η σύνθεση του στρατεύματος, το ΚΚΚ «θα ενισχύσει τη συνολική του στρατιωτική ισχύ για να αποσταθεροποιήσει το Στενό της Ταϊβάν» και, όπως πρόσθεσε, «θα συνεχίσει να προωθεί [τη στρατιωτική προσάρτηση της Ταϊβάν]».
Ημέρα Επανένωσης της Ταϊβάν
Στις 24 Οκτωβρίου, το Εθνικό Λαϊκό Κογκρέσο του κινεζικού καθεστώτος καθιέρωσε την 25η Οκτωβρίου ως «Ημέρα Μνήμης της Επανένωσης της Ταϊβάν» και το ΚΚΚ διοργάνωσε για πρώτη φορά εκδήλωση υψηλού προφίλ για τον εορτασμό της. Στην Ταϊβάν, η ημέρα αυτή είναι γνωστή ως «Ημέρα Επανένωσης της Ταϊβάν».
Η Δημοκρατία της Κίνας (ΔτΚ) κυβέρνησε την ηπειρωτική Κίνα από το 1911 έως το 1949. Μετά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, η Ταϊβάν – η οποία βρισκόταν υπό ιαπωνική κατοχή από το 1895 έως το 1945 – επεστράφη στη Δημοκρατία της Κίνας, με την επίσημη παράδοση να ολοκληρώνεται στις 25 Οκτωβρίου 1945. Μετά την ήττα της από τους κομμουνιστές το 1949, η δημοκρατική κυβέρνηση αποσύρθηκε στην Ταϊβάν, ενώ το ΚΚΚ ίδρυσε στην ηπειρωτική χώρα τη Λαϊκή Δημοκρατία της Κίνας (ΛΔΚ). Η ΛΔΚ δεν έχει ποτέ κυβερνήσει την Ταϊβάν, της οποίας το επίσημο όνομα παραμένει Δημοκρατία της Κίνας, όπως αναγράφεται στα διαβατήρια των πολιτών της.
Οι δυνάμεις της ΔτΚ υπήρξαν η κύρια στρατιωτική δύναμη που πολέμησε ενάντια στην ιαπωνική εισβολή κατά τον πόλεμο.

Το Συμβούλιο Υποθέσεων της Ηπειρωτικής Κίνας της ΔτΚ καταδίκασε αμέσως την ενέργεια του Πεκίνου, χαρακτηρίζοντάς την «προσπάθεια να υποβαθμίσει τη χώρα μας και να κατασκευάσει τον ψευδή ισχυρισμό ότι η Ταϊβάν ανήκει στη ΛΔΚ».
Στην ανακοίνωση της 24ης Οκτωβρίου, το Συμβούλιο τόνισε ότι η «Ημέρα Επανένωσης της Ταϊβάν δεν έχει καμία σχέση με τη ΛΔΚ ούτε με το ΚΚΚ, το οποίο δεν συνέβαλε θετικά στον πόλεμο κατά της Ιαπωνίας».
Προσέθεσε ότι «ο λαός της Ταϊβάν δεν θα αποδεχθεί ποτέ» αυτή την ενέργεια ούτε το «ψευδές ιστορικό αφήγημα και το μονομερές πολιτικό πλαίσιο του ‘ενός κράτους εκατέρωθεν του Στενού της Ταϊβάν’ και του ‘ενός κράτους διεθνώς’» που προωθεί το ΚΚΚ.
Ο Γε επεσήμανε ότι το κόμμα χρησιμοποιεί τη διφορούμενη φράση «η Ταϊβάν απελευθερώθηκε από την Κίνα [από την ιαπωνική κατοχή]» για να παραπλανήσει, δημιουργώντας την εντύπωση ότι η ΛΔΚ απελευθέρωσε την Ταϊβάν.
«Πρόκειται για μορφή γνωσιακού πολέμου», εξήγησε, προσθέτοντας ότι το ΚΚΚ «συνεχίζει να προωθεί στην ηπειρωτική Κίνα το αφήγημά του πως το Στενό της Ταϊβάν αποτελεί κινεζική εσωτερική θάλασσα».
Τέτοια ψευδή αφηγήματα, κατέληξε, «ενδέχεται να εξαπατούν Κινέζους της ηπειρωτικής χώρας που αγνοούν την ιστορία εξαιτίας των παραποιημένων σχολικών βιβλίων του ΚΚΚ, αλλά είναι αναποτελεσματικές έναντι των πολιτών της Ταϊβάν».
Με τη συμβολή των Cheng Wen, Luo Ya και Yi Ru








