Στην τελευταία του ενημέρωση προς το Συμβούλιο Ασφαλείας ως Ύπατος Αρμοστής του ΟΗΕ για τους Πρόσφυγες, ο Φιλίππο Γκράντι παρουσίασε μια ζοφερή εικόνα ενός κόσμου βυθισμένου στις συγκρούσεις, προειδοποιώντας ότι «βιώνουμε μια εποχή πολέμου, μια εποχή κρίσης».
Αναφερόμενος στις 120 ενεργές συγκρούσεις παγκοσμίως, κατήγγειλε τη διάβρωση των κανόνων του διεθνούς ανθρωπιστικού δικαίου, επισημαίνοντας ότι άμαχοι και ανθρωπιστικοί φορείς στοχοποιούνται συστηματικά.
Από το Σουδάν έως την Ουκρανία, από το Σαχέλ έως τη Μιανμάρ, από τη Λαϊκή Δημοκρατία του Κονγκό έως την Αϊτή, η βία, όπως τόνισε, συνεχίζεται αμείωτη.
Ο κος Γκράντι επικαλέστηκε τα λόγια του Πάπα Φραγκίσκου, σύμφωνα με τα οποία «κάθε πόλεμος αντιπροσωπεύει όχι μόνο ήττα της πολιτικής, αλλά και μια επαίσχυντη υποχώρηση». «Έχει αποχωρήσει, δυστυχώς, αλλά τα λόγια του παραμένουν – πιο επείγοντα από ποτέ», πρόσθεσε.
Άσκησε κριτική στο Συμβούλιο Ασφαλείας, δηλώνοντας ότι «το σώμα αυτό αποτυγχάνει διαχρονικά να εκπληρώσει την αποστολή του» για τη διατήρηση της ειρήνης. Εκπροσωπώντας τα 123 εκατομμύρια εκτοπισμένων παγκοσμίως, κάλεσε τα κράτη-μέλη «να μην υποκύψουν στην ήττα της διπλωματίας».
Ανέδειξε την τραγωδία του Σουδάν, όπου «το ένα τρίτο του πληθυσμού έχει εκτοπιστεί», περιγράφοντας μια κατάσταση «τυφλής βίας, ασθενειών, λιμού και σεξουαλικών εγκλημάτων».
Αναφερόμενος στους Σουδανούς πρόσφυγες, επαίνεσε τη φιλοξενία που παρέχει το Τσαντ, παρά τους εξαιρετικά περιορισμένους πόρους του, σημειώνοντας ότι «εκείνο που λείπει είναι οι πόροι, ώστε να συνεχίσουν να υποδέχονται πρόσφυγες». Προειδοποίησε ότι η κρίση στο Σουδάν ενδέχεται να αποσταθεροποιήσει περαιτέρω την περιοχή, καθώς «περισσότεροι από 200.000 Σουδανοί βρίσκονται ήδη στη Λιβύη» και μπορεί να κινηθούν προς την Ευρώπη.
Αναφερόμενος στην Ουκρανία, ο κος Γκράντι περιέγραψε τις καταστροφικές επιπτώσεις που διαπίστωσε κατά τις επισκέψεις του, τονίζοντας την ανάγκη να ληφθεί υπ’ όψιν «η μοίρα των 10 εκατομμυρίων εκτοπισμένων Ουκρανών» και προειδοποίησε ότι δεν θα επιστρέψουν χωρίς εγγυήσεις για την ασφάλειά τους.
Για τη Μιανμάρ, υπογράμμισε την ανάγκη για άνοιγμα διαλόγου με στόχο την επίλυση της κρίσης των Ροχίνγκια, δηλώνοντας: «Ο διάλογος με όλα τα μέρη αποτελεί κρίσιμο πρώτο βήμα».
Εξέφρασε επίσης συγκρατημένη αισιοδοξία για τη Συρία, όπου «πάνω από ένα εκατομμύριο άνθρωποι έχουν ήδη επιστρέψει» από τον Δεκέμβριο του 2024, επισημαίνοντας ότι απαιτείται χαλάρωση των κυρώσεων και στήριξη στην οικονομική ανάκαμψη. «Σας ζητώ να αναλάβετε πολιτικό και οικονομικό ρίσκο», ανέφερε χαρακτηριστικά.
Ολοκληρώνοντας την ενημέρωσή του, προειδοποίησε για τις επιπτώσεις των περικοπών στην ανθρωπιστική βοήθεια, υπογραμμίζοντας ότι «η βοήθεια προσφέρει σταθερότητα» και πως οι περικοπές «ήδη έχουν θανατηφόρες συνέπειες σε εκατομμύρια ζωές». «Πρέπει να πετύχετε. Το οφείλετε όχι μόνο σε όσους έχουν εκτοπιστεί και στηρίζονται σε εσάς, αλλά και στους ίδιους τους εαυτούς σας», δήλωσε.
Ο Έλληνας Μόνιμος Αντιπρόσωπος στον ΟΗΕ, πρέσβης Ευάγγελος Σέκερης, δήλωσε ότι ο αναγκαστικός εκτοπισμός αποτελεί μία από τις σημαντικότερες ανθρωπιστικές κρίσεις της εποχής μας, και εξέφρασε την πλήρη υποστήριξη της Ελλάδας στο έργο του Ύπατου Αρμοστή Φιλίππο Γκράντι, καθώς και στην εφαρμογή της εντολής της Ύπατης Αρμοστείας του ΟΗΕ για τους Πρόσφυγες.
Τόνισε ότι η Ελλάδα συμβάλλει ενεργά, φιλοξενώντας σημαντικό αριθμό προσφύγων και αιτούντων άσυλο σε αναλογία με τον πληθυσμό της, και επιβεβαίωσε την ανάγκη τήρησης του Διεθνούς Ανθρωπιστικού Δικαίου, της αντιστροφής της τάσης εκτοπισμού, της αύξησης της ανθρωπιστικής χρηματοδότησης και της διαρκούς δέσμευσης για την προστασία των αναγκαστικά εκτοπισμένων.
Του Γ. Γαραντζιώτη