Ο Αμερικανός πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ αποφάσισε να παρατείνει για 90 ημέρες ακόμη την αποκλιμάκωση στο μέτωπο των τελωνειακών δασμών που έχει ανοίξει με την Κίνα, μερικές ώρες προτού θεωρητικά τελειώσει η ανακωχή στο πεδίο αυτό ανάμεσα στις δυο δυνάμεις, τις μεγαλύτερες οικονομίες στον πλανήτη.
Η απόφασή του αυτή προκύπτει εν μέρει από τη διήμερη συνάντηση στη Στοκχόλμη στα τέλη Ιουλίου μεταξύ των δύο κυρίαρχων οικονομιών, κατά την οποία και οι δύο πλευρές εξέφρασαν την ιδέα της παράτασης της συμφωνίας, ώστε να καταστεί δυνατή η συνέχιση των συνομιλιών.
Στις 11 Αυγούστου, λίγο πριν την υπογραφή του διατάγματος με το οποίο επικύρωσε τη νέα τρίμηνη αναστολή, δήλωσε σε συνέντευξη Τύπου ιδιαίτερα ικανοποιημένος από τις εμπορικές σχέσεις της χώρας του με την Κίνα, αναφερόμενους στους δασμούς που έχουν ήδη τεθεί σε ισχύ. Οι αμερικανικοί δασμοί στα κινεζικά προϊόντα ανέρχονται στο 30%, ενώ οι κινεζικοί στις αμερικανικές εισαγωγές στο 10%, ποσοστά που διαμορφώθηκαν μετά από μία μακρά περίοδο αντιπαράθεσης, με τους επαπειλούμενους δασμούς να φτάνουν μέχρι και το 145% από την αμερικανική πλευρά και το 125% από την κινεζική.
Η νέα παράταση μέχρι τον Νοέμβριο επιτρέπει δυνητικά και μια συνάντηση μεταξύ των δύο ηγετών, αν και ο Τραμπ δηλώνει ότι δεν επιδιώκει κάτι τέτοιο.
«Μπορεί να πάω στην Κίνα, αλλά μόνο κατόπιν πρόσκλησης του Προέδρου Σι, η οποία έχει ήδη εκδοθεί. Διαφορετικά, δεν έχω κανένα ενδιαφέρον!» δήλωσε σε ανάρτησή του στο Truth Social, στις 28 Ιουλίου.
Αυτό συνέβη λίγο αφότου επιβεβαιώθηκε ότι οι εταιρείες Advanced Micro Devices (AMD) και Nvidia θα επιβαρύνονται με τέλος 15% επί των εσόδων από τις πωλήσεις τσιπ τεχνητής νοημοσύνης (TN) στην Κίνα. Οι εκτιμήσεις δείχνουν ότι η αμερικανική κυβέρνηση θα μπορούσε να εισπράξει περίπου 2,2 δισεκατομμύρια δολάρια από τις πωλήσεις. Η ανακοίνωση δεν συνέβαλε στην άνοδο των αμερικανικών μετοχών, καθώς οι κύριοι δείκτες αναφοράς παρέμειναν στο κόκκινο. Ο δείκτης blue-chip Dow Jones Industrial Average υποχώρησε 0,4%, ενώ ο δείκτης Nasdaq Composite Index, με μεγάλη συμμετοχή εταιρειών τεχνολογίας, και ο ευρύτερος δείκτης S&P 500 υποχώρησαν 0,1%.
Σόγια
Ένας άλλος κρίσιμος τομέας οικονομικών συναλλαγών μεταξύ ΗΠΑ-Κίνας είναι η σόγια, όπως φάνηκε και από τις εμπορικές διαπραγματεύσεις της Α΄Φάσης, κατά την πρώτη θητεία του Τραμπ.
Σε ανάρτησή του στο Truth Social στις 10 Αυγούστου, ο πρόεδρος δήλωσε ότι ελπίζει το Πεκίνο να αυξήσει τις αγορές σόγιας από τις ΗΠΑ:
«Η Κίνα ανησυχεί για την έλλειψη σόγιας. Οι εξαιρετικοί αγρότες μας παράγουν την πιο ανθεκτική σόγια. Ελπίζω η Κίνα να τετραπλασιάσει γρήγορα τις παραγγελίες σόγιας. Αυτός είναι επίσης ένας τρόπος για να μειωθεί σημαντικά το εμπορικό έλλειμμα της Κίνας με τις ΗΠΑ. Θα παρέχεται γρήγορη εξυπηρέτηση.»
Το Πεκίνο, στο πλαίσιο μιας βασικής διάταξης της εμπορικής συμφωνίας του 2020, δεσμεύτηκε να αγοράσει αμερικανικά γεωργικά προϊόντα αξίας 32 δισεκατομμυρίων δολαρίων μέσα σε διάστημα δύο ετών, συμπεριλαμβανομένων τεράστιων ποσοτήτων σόγιας. Αν και η συμφωνία δεν προσδιόριζε την ακριβή ποσότητα σόγιας, Αμερικανοί αξιωματούχοι αναφέρουν ότι οι αγορές της Κίνας δεν άγγιξαν τους ευρύτερους στόχους.

Αν και ο μεγαλύτερος αγοραστής της αμερικανικής σόγιας (η Κίνα αγόρασε 12,64 δισεκατομμύρια δολάρια από τις Ηνωμένες Πολιτείες πέρυσι), οι αγορές της έχουν μειωθεί από το 2022, σύμφωνα με το υπουργείο Γεωργίας των ΗΠΑ. Η Ευρωπαϊκή Ένωση και το Μεξικό είναι ο δεύτερος και τρίτος μεγαλύτερος εισαγωγέας, με συνολικά 2,45 δισεκατομμύρια δολάρια και 2,3 δισεκατομμύρια δολάρια, αντιστοίχως.
Γενικότερα, η Κίνα είναι ο μεγαλύτερος εισαγωγέας σόγιας στον κόσμο, αντιπροσωπεύοντας σχεδόν τα δύο τρίτα των παγκόσμιων εισαγωγών, σύμφωνα με στοιχεία του Διεθνούς Ινστιτούτου Έρευνας για την Πολιτική Τροφίμων.
Μετά την ανάρτηση του προέδρου στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης στις 11 Αυγούστου, οι τιμές της σόγιας σημείωσαν άνοδο: τα συμβόλαια μελλοντικής εκπλήρωσης της σόγιας για τον Νοέμβριο κατά 2,3%, ή 0,2275 δολάρια, στα 10,1025 δολάρια ανά μπούσελ στο Χρηματιστήριο Σικάγου.
Τι δηλώνει ο Λευκός Οίκος
Οι επιθετικές εμπορικές διαπραγματεύσεις των ΗΠΑ στοχεύουν στην αλλαγή της παγκόσμιας οικονομικής δυναμικής. Ο Τραμπ και η ομάδα του προσπαθούν να ξαναφέρουν τις Ηνωμένες Πολιτείες στην πρωθύστερη ηγετική τους θέση του κορυφαίου κατασκευαστή, ενθαρρύνοντας παράλληλα την Κίνα να μεταβεί από μια κυρίαρχη εξαγωγική οικονομία σε μια οικονομία που βασίζεται περισσότερο στην κατανάλωση.
Σύμφωνα με το Γραφείο του Εμπορικού Αντιπροσώπου των ΗΠΑ, το εμπορικό έλλειμμα των ΗΠΑ με την Κίνα ανήλθε στα 295,5 δισεκατομμύρια δολάρια πέρυσι, σημειώνοντας αύξηση 5,7% σε σχέση με το 2023. Τα νέα στοιχεία του Γραφείου Οικονομικής Ανάλυσης δείχνουν ότι το εμπορικό έλλειμμα μεταξύ ΗΠΑ και Κίνας μειώθηκε σε 9,4 δισεκατομμύρια δολάρια τον Ιούνιο, από 13,94 δισεκατομμύρια δολάρια τον Μάιο.
Τον περασμένο μήνα, μια αμερικανική αντιπροσωπεία με επικεφαλής τον υπουργό Οικονομικών Σκοτ Μπέσσεντ και τον εμπορικό εκπρόσωπο Τζέημσον Γκρηρ συναντήθηκε με τους Κινέζους ομολόγους τους στη Στοκχόλμη για δύο ημέρες. Σε συνέντευξη Τύπου μετά τη συνάντηση, οι Μπέσσεντ και Γκρηρ ανέφεραν ότι εξετάζεται η δυνατότητα νέας παράτασης 90 ημερών και ότι η τελική απόφαση θα ληφθεί από τον πρόεδρο.
Από την πλευρά του, ο Μπέσσεντ δήλωσε αισιόδοξος: «Πιστεύω ότι υπάρχουν οι προϋποθέσεις για μια συμφωνία. Υπάρχουν ακόμα μερικές τεχνικές λεπτομέρειες που πρέπει να διευθετηθούν από την κινεζική πλευρά. […] Πιστεύω ότι θα γίνει, αλλά δεν είναι 100% σίγουρο», παρατήρησε σε συνέντευξή του στο πρόγραμμα «Squawk Box» του CNBC, στις 31 Ιουλίου.
Ωστόσο, σύμφωνα με τον Αμερικανό πρόεδρο, δεν αποκλείεται το ενδεχόμενο να επιβληθούν πρόσθετοι δασμοί στην Κίνα.
«Μπορεί να συμβεί […] Δεν μπορώ να σας πω ακόμα», δήλωσε ο Τραμπ στους δημοσιογράφους σε συνέντευξη Τύπου στις 6 Αυγούστου. «Το κάναμε με την Ινδία. Πιθανόν να το κάνουμε και με μερικές άλλες χώρες. Μία από αυτές μπορεί να είναι η Κίνα».
Συγκεκριμένα για τους δασμούς επί των ινδικών εισαγωγών, προσαυξήθηκαν κατά 25%, φθάνοντας συνολικά το 50%, με αιτιολόγηση της αύξησης τη στάση της Ινδίας απέναντι στο ρωσικό πετρέλαιο. Σύμφωνα με τον Λευκό Οίκο, οι ογκώδεις ποσότητες που προμηθεύεται η χώρα από τη Ρωσία συμβάλλουν στην παράταση του πολέμου στην Ουκρανία, αφού παρέχουν ζωτική οικονομική στήριξη στη Μόσχα.
Σύμφωνα με το Yale Budget Lab, στις 7 Αυγούστου, ο τρέχων συνολικός μέσος πραγματικός δασμολογικός συντελεστής ήταν 18,6%, ο υψηλότερος από το 1933. Τα πρόσφατα στοιχεία της Daily Treasury Statement αποκαλύπτουν ότι η αμερικανική κυβέρνηση έχει αποκομίσει περισσότερα από 154 δισεκατομμύρια δολάρια από δασμούς κατά το τρέχον οικονομικό έτος.