Ένα γηρασμένο και συχνά χαμηλών προδιαγραφών δίκτυο δεξαμενόπλοιων, που εξυπηρετεί τη μεταφορά πετρελαίου από κράτη υπό διεθνείς κυρώσεις — μεταξύ των οποίων η Ρωσία, η Βενεζουέλα και το Ιράν — έχει εξελιχθεί πλέον σε μια παράλληλη και ανεπίσημη ναυτιλιακή «οικονομία», ευρύτερα γνωστή ως «σκιώδης στόλος». Τα περισσότερα πλοία που τον απαρτίζουν είναι υπερήλικα δεξαμενόπλοια, τα οποία λειτουργούν εκτός των κανόνων της διεθνούς ναυτιλιακής αγοράς, χωρίς επαρκή ασφάλιση, πιστοποιητικά ή τεχνική εποπτεία.
Σύμφωνα με αναλυτές της ναυτιλιακής αγοράς, αν για κάποιο λόγο οι κυρώσεις καταργούνταν άμεσα, η πλειονότητα αυτών των πλοίων δεν θα μπορούσε να επιστρέψει στη νόμιμη αγορά και θα κατέληγε σε διαλυτήρια — γεγονός που θα προκαλούσε έλλειψη χωρητικότητας και άνοδο των ναύλων.
Τα δεδομένα της ναυλομεσιτικής εταιρείας Xclusiv Shipbrokers καταδεικνύουν την έκταση του φαινομένου: ο «σκιώδης στόλος» αποτελείται σήμερα από 1.387 πλοία, εκ των οποίων τα 1.004 είναι δεξαμενόπλοια, δηλαδή περίπου 72%. Στη λίστα περιλαμβάνονται ακόμη 65 πλοία μεταφοράς LNG/LPG, 206 γενικού φορτίου, καθώς και περιορισμένος αριθμός πλοίων μεταφοράς εμπορευματοκιβωτίων και πλοίων που ειδικεύονται στη μεταφορά βασικών πρώτων υλών.
Η μέση ηλικία των πλοίων αυτών αγγίζει τα 20,4 έτη, στοιχείο που αποτυπώνει πόσο γηρασμένο είναι αυτό το «παράλληλο» δίκτυο μεταφοράς ενέργειας, το οποίο ωστόσο παραμένει κρίσιμο για τις ροές πετρελαίου προς τις ασιατικές αγορές και ειδικά προς την Ινδία και την Κίνα. Τα Aframax/LR2 αποτελούν τον πυρήνα του στόλου με 320 πλοία, που αντιστοιχούν στο 26,8% του ενεργού στόλου αυτής της κατηγορίας — το υψηλότερο ποσοστό μεταξύ όλων των κατηγοριών. Ακολουθούν τα Suezmax με 17,1% και τα VLCC με 16,1%, ενώ τα MR1, MR2 και Panamax/LR1 παρουσιάζουν μικρότερα αλλά σημαντικά μερίδια, μεταξύ 6% και 13%.
Σε όλες τις κατηγορίες δεξαμενόπλοιων, τα πλοία που έχουν υποστεί κυρώσεις αντιπροσωπεύουν πλέον το 12,8% του συνολικού ενεργού στόλου των 7.820 πλοίων.
Ανάλογα με την ηλικία, η κατανομή κλίνει ακόμη περισσότερο προς τα παλαιότερα πλοία: 335 δεξαμενόπλοια είναι ηλικίας 17 έως 20 ετών και 494 υπερβαίνουν τα 20 έτη — πράγμα που σημαίνει ότι περίπου το 82% των δεξαμενόπλοιων που έχουν υποστεί κυρώσεις είναι παλαιάς κατασκευής. Η κατανομή ανά ηλικία υπογραμμίζει τη διαρθρωτική ανισορροπία: μόνο 175 δεξαμενόπλοια που έχουν υποστεί κυρώσεις είναι 16 ετών ή νεότερα, σε σύγκριση με 829 που είναι 17 ετών ή παλαιότερα.
Σήμερα ο ενεργός στόλος αριθμεί 4.814 νεότερα και 3.006 παλαιότερα πλοία. Αυτό σημαίνει ότι τα πλοία που έχουν υποστεί κυρώσεις αποτελούν μόλις το 3,6% του νεότερου στόλου, αλλά ένα σημαντικό 27,6% των πλοίων ηλικίας άνω των 17 ετών — ποσοστό αυξημένο από 26,1% προηγουμένως.
Η συγκέντρωση είναι ακόμη πιο έντονη μεταξύ των μεγάλων δεξαμενόπλοιων: για τα πλοία άνω των 17 ετών, η επιβαλλόμενη χωρητικότητα αντιπροσωπεύει το 60,6% του στόλου Aframax/LR2, το 51,5% του στόλου Suezmax και το 47% του στόλου VLCC, γεγονός που καταδεικνύει πόσο η γηράσκουσα πλευρά της αγοράς κυριαρχείται από περιορισμένη χωρητικότητα.
Οι κυρώσεις δεν μπορούν να μπλοκάρουν τις εξαγωγές
Σύμφωνα με πληροφορίες διεθνών μέσων ενημέρωσης, οι κινήσεις του λεγόμενου «σκιώδους στόλου» είναι δύσκολο να ανιχνευθούν, ενώ οι συναλλαγές του πραγματοποιούνται μέσω πλέγματος υπεράκτιων εταιρειών, εικονικών τραπεζικών λογαριασμών και ανώνυμων μεσαζόντων που αποκρύπτουν την πραγματική προέλευση και τον τελικό αποδέκτη των φορτίων.
Μετά την εισβολή στην Ουκρανία, η Ρωσία βρέθηκε στο επίκεντρο του δυτικού εμπάργκο. Οι κυρώσεις, ωστόσο, δεν κατάφεραν να μπλοκάρουν τις εξαγωγές της· απλώς άλλαξαν τον τρόπο και το κόστος. Κάτι ανάλογο ισχύει και για το Ιράν και τη Βενεζουέλα. Όπως αναφέρει το πρακτορείο Reuters, οι νέες κυρώσεις που επέβαλαν οι Ηνωμένες Πολιτείες και η Ευρωπαϊκή Ένωση κατά της Ρωσίας και των πετρελαϊκών κολοσσών Rosneft (ROSN.MM) και Lukoil (LKOH.MM) δεν έχουν —τουλάχιστον προς το παρόν— διαταράξει τις φυσικές ροές αργού από τα δυτικά ρωσικά λιμάνια.
Σύμφωνα με στοιχεία της αγοράς από τα συστήματα παρακολούθησης εμπορευμάτων και ναυλώσεων της LSEG/Refinitiv στο Λονδίνο, καθώς και με πηγές που επικαλείται το Ρόιτερς, παρά τις δυσμενείς καιρικές συνθήκες και την πίεση των κυρώσεων, οι εξαγωγές του Οκτωβρίου από τα λιμάνια Primorsk, Ust-Luga και Novorossiisk αναμένεται να διαμορφωθούν σε περίπου 2,33 εκατ. βαρέλια ημερησίως, βάσει του αναθεωρημένου μηνιαίου προγράμματος της Μόσχας. Τα στοιχεία της LSEG και αναλυτικές εκτιμήσεις επιβεβαιώνουν ότι οι ροές παραμένουν σταθερές, τουλάχιστον προς το παρόν.
Ωστόσο, οι εξαγωγές προς δυτικούς προορισμούς βρίσκονται υπό πίεση, καθώς το ρωσικό αργό Urals, που φορτώνεται στα συγκεκριμένα λιμάνια, κατευθύνεται κυρίως προς την Ινδία και την Τουρκία —χώρες που αναμένεται να συμμορφωθούν με τις νέες απαγορεύσεις της Δύσης. Οι Ηνωμένες Πολιτείες έχουν θέσει προθεσμία την 21η Νοεμβρίου για τη διακοπή όλων των συναλλαγών με Rosneft και Lukoil.
Δεδομένου ότι η μεταφορά από τη Βαλτική προς τα διυλιστήρια της Ινδίας διαρκεί περίπου τέσσερις εβδομάδες, τωρινές φορτώσεις ενδέχεται να φτάσουν μετά την προθεσμία — εξέλιξη που αυξάνει τους κινδύνους σε επίπεδο εφοδιαστικής αλυσίδας και χρηματοδότησης. «Όλα όσα φορτώνονται τώρα στο Primorsk θα φτάσουν στην Ινδία μετά τις 21 Νοεμβρίου», ανέφερε πηγή της αγοράς, προσθέτοντας ότι ενδέχεται να παρουσιαστούν προβλήματα με τις τραπεζικές πληρωμές και ότι οι Ρώσοι προμηθευτές δεν επιθυμούν να αμείβονται σε ρουπίες.
Οι ινδικές εταιρείες διύλισης, μεταξύ των οποίων και η Reliance Industries —σημαντικός πελάτης της Rosneft— εξετάζουν τον αντίκτυπο των κυρώσεων στα συμβόλαια προμήθειας. Παράγοντες της αγοράς εκτιμούν ότι μέρος του ρωσικού αργού θα διοχετευθεί μέσω μεσαζόντων και εμπορικών εταιρειών, γεγονός που θα αυξήσει το κόστος για τους πωλητές, αλλά πιθανότατα θα προστατεύσει τους αγοραστές από τις κυρώσεις.
Την ίδια στιγμή, η γερμανική κυβέρνηση ανακοίνωσε ότι έλαβε γραπτή διαβεβαίωση από τις Ηνωμένες Πολιτείες πως η θυγατρική της Rosneft στη Γερμανία θα εξαιρεθεί από τα νέα μέτρα, καθώς τα περιουσιακά στοιχεία δεν βρίσκονται πλέον υπό ρωσικό έλεγχο. Σύμφωνα με τη Γερμανίδα υπουργό Οικονομίας Κατερίνα Ράιχε, η Ουάσιγκτον εξέδωσε «επιστολή διαβεβαίωσης» αναγνωρίζοντας τον πλήρη διαχωρισμό των δραστηριοτήτων από τη μητρική εταιρεία.
Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ








