Σχολιασμός
Η εμφάνιση του πρώην προέδρου Μπαράκ Ομπάμα στον Λευκό Οίκο την περασμένη εβδομάδα προκάλεσε αίσθηση. Το γεγονός ότι ένας πρόεδρος που λατρεύεται από τους Δημοκρατικούς ουσιαστικά αγνόησε τον πρώην αντιπρόεδρό του, τον σημερινό αρχιστράτηγο, σηματοδοτεί για ορισμένους παρατηρητές ότι το κόμμα εξουσίας στρέφεται εναντίον του φαινομενικού ηγέτη του, του προέδρου Τζο Μπάιντεν.
Επιπλέον, όπως λένε παρατηρητές του Λευκού Οίκου, τον τελευταίο καιρό τα μέσα ενημέρωσης είναι σχετικά επικριτικά απέναντι στον Μπάιντεν. Οι δημοσκοπήσεις δείχνουν ότι οι ψηφοφόροι ανησυχούν για τον ανεξέλεγκτο πληθωρισμό, το εθνικό κύμα εγκληματικότητας, την ανεξέλεγκτη παράνομη μετανάστευση και τον ρόλο του Λευκού Οίκου στην προώθηση της στείρωσης των παιδιών. Αλλά αυτά είναι τα λογικά αποτελέσματα των πρωτοβουλιών της βιτρίνας του Δημοκρατικού Κόμματος -καταστροφή της βιομηχανίας ορυκτών καυσίμων, κατάργηση της χρηματοδότησης της αστυνομίας, άνοιγμα των συνόρων και καθαγιασμός του τρανς ακτιβισμού ως βασική αμερικανική αξία.
Τι λοιπόν άλλαξε; Τίποτα. Τα μέσα ενημέρωσης απλώς παραπονιούνται ότι είναι πολύ πιο δύσκολο να σηκώσουν τα βάρη του Μπάιντεν απ’ ό,τι είχαν φανταστεί πριν βοηθήσουν να τον ανεβάσουν στο αξίωμα.
Οι υπεύθυνοι στρατηγικής του Δημοκρατικού Κόμματος ήξεραν τι έπαιρναν όταν άδειασαν άλλους υποψήφιους για τις προκριματικές εκλογές του 2020 για να εξασφαλίσουν το χρίσμα για τον Μπάιντεν. Ήξεραν ότι δεν ήταν πολύ έξυπνος. Ο πρώην υπουργός Άμυνας Ρόμπερτ Γκέιτς είχε πει ότι ο Μπάιντεν «έχει κάνει λάθος σχεδόν σε κάθε σημαντικό θέμα εξωτερικής πολιτικής και εθνικής ασφάλειας τις τελευταίες τέσσερις δεκαετίες».
Γνώριζαν ότι ο Μπάιντεν δεν ήταν ικανός.
«Μην υποτιμάτε την ικανότητα του Τζο να [βρισιά] τα πράγματα», φέρεται να είπε ο Ομπάμα.
Ήξεραν ότι ο Μπάιντεν ήταν διχαστικός. Ως γερουσιαστής, ο Μπάιντεν ηγήθηκε το 1991 της ακρόασης επιβεβαίωσης του τότε υποψήφιου για το Ανώτατο Δικαστήριο Κλάρενς Τόμας, ο οποίος αποκάλεσε τη διαδικασία «λιντσάρισμα υψηλής τεχνολογίας».
Το κόμμα γνώριζε επίσης ότι οι γνωστικές ικανότητες του Μπάιντεν βρίσκονταν σε απότομη πτώση. Ο πρώην κυβερνήτης της Βιρτζίνια και μακροχρόνιος σύμμαχος της Κλίντον Τέρι ΜακΌλιφ δήλωσε ότι η καλύτερη ευκαιρία του Μπάιντεν να κερδίσει την κούρσα του 2020 ήταν να μείνει μακριά από την προεκλογική εκστρατεία και να κουρνιάσει στο υπόγειό του.
Και οι Δημοκρατικοί γνώριζαν ότι η οικογένεια του Μπάιντεν χρησιμοποιούσε το όνομα και το κύρος του για να κάνει αμφισβητήσιμες επιχειρηματικές συμφωνίες, στο εσωτερικό και στο εξωτερικό.
Παρ’ όλα αυτά, ορισμένοι σχολιαστές της δεξιάς πιστεύουν ότι οι Δημοκρατικοί χρησιμοποιούν την ομοσπονδιακή έρευνα για τον Χάντερ Μπάιντεν ως ευκαιρία για να παραγκωνίσουν τον πρόεδρο. Αυτό είναι μάλλον απίθανο.
Τα συντηρητικά μέσα ενημέρωσης παρέλειψαν τα πιο σημαντικά γεγονότα σχετικά με την έρευνα του υπουργείου Δικαιοσύνης, εστιάζοντας στη σχεδόν τυχαία αναγνώριση από τους New York Times και την Washington Post ότι (ορισμένα από) τα μηνύματα ηλεκτρονικού ταχυδρομείου στο φορητό υπολογιστή που φέρεται να ανήκει στον Χάντερ Μπάιντεν είναι αυθεντικά. Επιτέλους, τα λαμόγια αναγνωρίζουν ότι είχαμε δίκιο!
Αλλά οι πλατφόρμες ενημέρωσης του Δημοκρατικού Κόμματος δεν ομολόγησαν τίποτα. Αντίθετα, επρόκειτο για επίδειξη δύναμης. Καυχιόντουσαν ότι ο έλεγχός τους στη ροή της πληροφορίας βοηθά στη διαμόρφωση των εκλογών, εμποδίζοντας σημαντικές ειδήσεις να φτάσουν στους ψηφοφόρους.
Είναι σαφές ότι ο Ομπάμα γνώριζε για τις σκοτεινές επιχειρηματικές συναλλαγές του Μπάιντεν και της οικογένειάς του εδώ και πολλά χρόνια. Θα το έβλεπε ως μια χρήσιμη ιδιότητα για έναν αντιπρόεδρο: Ο Νο 2 του δεν θα τον παρακολουθούσε πάνω από τον ώμο του.
Ομοίως, ο Μπάιντεν ήταν ο ιδανικός «αντικαταστάτης» για μια τρίτη θητεία του Ομπάμα. Όσο ο Τζο φαινόταν ότι κρατούσε την κορυφαία θέση, δεν θα τον πείραζε αν κάποιος άλλος έκανε κουμάντο -ακόμη κι αν τον ανάγκαζαν να κάνει υποψήφιο ταίρι του την Καμάλα Χάρις, την αγαπημένη του Ομπάμα που υπαινίχθηκε ότι ο Μπάιντεν είναι ρατσιστής κατά τη διάρκεια ενός ντιμπέιτ το 2020.
Αυτό που ήθελε η παράταξη Ομπάμα ήταν ένα πολιτικά εύλογο είδωλο μέσω του οποίου θα μπορούσε να προωθήσει πολιτικές που θα άλλαζαν το παιχνίδι χωρίς να χρειάζεται να λογοδοτήσει. Τι κι αν κάψουμε τη χώρα; Είναι καλό για το κόμμα – και για τη ρευστότητά μας.
Και σε αυτό το σημείο, ο Μπάιντεν έχει προσφέρει πολλά. Ξεκίνησε από την πρώτη ημέρα της θητείας του καταργώντας τον αγωγό Keystone XL. Ο σκοπός ήταν να ανεβάσει τις τιμές της ενέργειας και έτσι να επιβάλει την «καθαρή» ενέργεια στους Αμερικανούς που είναι πεισματικά προσκολλημένοι στα ορυκτά καύσιμα.
Και, κυρίως, είπε στους ηγέτες του Δημοκρατικού Κόμματος και στους δωρητές με δυνητικά προσοδοφόρες επενδύσεις στην «καθαρή» ενέργεια ότι ο Μπάιντεν γνώριζε το παιχνίδι. Περαιτέρω, υπονόμευσε το οικονομικό θεμέλιο της βάσης των μικρών επιχειρήσεων της αντιπολίτευσης, που βασίζεται στη φθηνή και αξιόπιστη ενέργεια.
Οι Δημοκρατικοί πιστεύουν ότι το σχέδιο τους για τις «ανανεώσιμες» πηγές ενέργειας, μαζί με μια πολιτική ανοιχτών συνόρων, που προορίζεται να εφοδιάσει το κόμμα με μια ανανεώσιμη βάση ψηφοφόρων, θα τους κρατήσει στην εξουσία για μια γενιά. Πώς λοιπόν απέτυχε το κόλπο του κόμματος με τον Μπάιντεν;
Αν το δούμε υπό αυτό το πλαίσιο, η επίσκεψη του Ομπάμα στον Λευκό Οίκο νωρίτερα μέσα στην εβδομάδα ήταν ένας εορτασμός του Μπάιντεν – ή, πιο συγκεκριμένα, του σχεδίου να χρησιμοποιηθεί ο Μπάιντεν ως κάλυψη για την προεδρία του Ομπάμα ως πληρεξούσιου. Σίγουρα, φάνηκε άσχημο σε κάποιους το γεγονός ότι όλη η προσοχή ήταν στραμμένη στον πρώην πρόεδρο, ενώ ο Μπάιντεν περιφερόταν στην αίθουσα σαν βουβό φάντασμα, αλλά αυτό ήταν το μήνυμα που ήθελε να στείλει ο Ομπάμα. Εγώ ήμουν από την αρχή – εγώ το έκανα αυτό.
Ίσως κάνω λάθος, και οι Δημοκρατικοί να συνειδητοποιούν πραγματικά ότι η προεδρία Μπάιντεν βλάπτει τους Αμερικανούς -και τις πιθανότητες των Δημοκρατικών στις ενδιάμεσες εκλογές του 2022. Αλλά αυτό προϋποθέτει ότι το Δημοκρατικό Κόμμα ενδιαφέρεται για την υπεύθυνη διακυβέρνηση, και όλα τα στοιχεία δείχνουν προς την αντίθετη κατεύθυνση.
Τα τελευταία χρόνια, οι Δημοκρατικοί διεξάγουν μια εκστρατεία βεβήλωσης και εξευτελισμού με στόχο τους πολιτικούς τους αντιπάλους και την αποσταθεροποίηση ολόκληρης της χώρας. Μεταξύ άλλων καταστροφικών πρωτοβουλιών, χρηματοδότησαν τις ταραχές του Τζορτζ Φλόιντ, προώθησαν το Σχέδιο 1619, επέβαλαν πειραματικές ιατρικές θεραπείες και διευκόλυναν την πρόσβαση σεξουαλικά ανώμαλων σε μαθητές.
Η τοποθέτηση μιας ημικωματώδους φιγούρας στον Λευκό Οίκο είναι απλώς μέρος της προσπάθειας να υπονομευτεί η ειρήνη και η ευημερία της Αμερικής.
Οι απόψεις που εκφράζονται σε αυτό το άρθρο αποτελούν απόψεις του συγγραφέα και δεν αντανακλούν απαραίτητα τις απόψεις της Epoch Times.
Ο Lee Smith είναι βετεράνος δημοσιογράφος του οποίου η δουλειά δημοσιεύεται στις εφημερίδες Real Clear Investigations, the Federalist και Tablet. Είναι ο συγγραφέας των βιβλίων «The Permanent Coup» και «The Plot Against the President».