Θετικά μηνύματα για τη συνεργασία μεταξύ Βερολίνου και Ουάσιγκτον μετέφερε ο υπουργός Οικονομικών της Γερμανίας, Λαρς Κλίνγκμπαϊλ, έπειτα από συνάντησή του με τον Αμερικανό υπουργό Οικονομικών, Σκοτ Μπέσεντ, κατά τη διάρκεια του υπουργικού συνεδρίου της G7 που πραγματοποιήθηκε στο Μπάνφ του Καναδά.
Σε δηλώσεις του προς τους δημοσιογράφους στις 21 Μαΐου, ο κ. Κλίνγκμπαϊλ τόνισε: «Διέκρινα θετικά σήματα και θεωρώ ότι μπορούμε να χτίσουμε πάνω σε αυτά», αναφερόμενος στις συνομιλίες που είχε με τον κ. Μπέσεντ.
Κεντρικό θέμα των διαβουλεύσεων αποτέλεσαν οι αμερικανικοί δασμοί στο πλαίσιο της εμπορικής πολιτικής των Ηνωμένων Πολιτειών υπό τον πρόεδρο Ντόναλντ Τραμπ. Οι υπουργοί των κρατών-μελών της G7 επιδίωξαν να διαπραγματευθούν σχετικά με τους δασμούς, δεδομένου ότι αυτοί έχουν προκαλέσει ένταση στις διατλαντικές σχέσεις αλλά και ανησυχίες για το παγκόσμιο εμπόριο.
Η συνάντηση των υπουργών Οικονομικών της G7 στο Μπάνφ πραγματοποιήθηκε σε μια περίοδο που το διεθνές οικονομικό κλίμα χαρακτηρίζεται από αβεβαιότητα, καθώς παρατηρείται αύξηση προστατευτικών μέτρων από μεγάλες οικονομίες και εντεινόμενη συζήτηση για τα όρια του ελεύθερου εμπορίου.
Ο κ. Κλίνγκμπαϊλ, παρά τις διεθνείς ανησυχίες, επεσήμανε ότι οι συνομιλίες με την αμερικανική πλευρά κατέδειξαν προθυμία για συνεννόηση και περαιτέρω συνεργασία. Παράλληλα, τόνισε τη σημασία που αποδίδει η Γερμανία στη σταθερότητα και προβλεψιμότητα του διατλαντικού εμπορίου.
Στη φετινή συνάντηση της G7, βασικό σημείο αναφοράς υπήρξε η ανάγκη αναζήτησης ισορροπημένης λύσης μεταξύ των συμφερόντων της κάθε πλευράς και του συλλογικού σκοπού για οικονομική σταθερότητα σε παγκόσμιο επίπεδο.
Το υπουργείο Οικονομικών της Γερμανίας δεν έδωσε στη δημοσιότητα περαιτέρω λεπτομέρειες για τις επιμέρους θεματικές των συνομιλιών. Ωστόσο, αναλυτές επισημαίνουν ότι η διατήρηση ανοιχτών διαύλων με τις Ηνωμένες Πολιτείες θεωρείται στρατηγικής σημασίας για την Ευρωπαϊκή Ένωση, ειδικά υπό το φως των ανακατατάξεων που παρατηρούνται στην παγκόσμια οικονομία.
Η G7 αποτελείται από τις Ηνωμένες Πολιτείες, τον Καναδά, τη Γαλλία, τη Γερμανία, την Ιταλία, την Ιαπωνία και το Ηνωμένο Βασίλειο, και λειτουργεί ως βασικό φόρουμ συντονισμού των ισχυρότερων οικονομιών του πλανήτη σε ζητήματα δημοσιονομικής, εμπορικής και πολιτικής πολιτικής.
Η προσεχής περίοδος αναμένεται να κρίνει την πορεία των συνομιλιών, καθώς τα μέλη της G7 καλούνται να διαχειριστούν πολύπλοκα ζητήματα οικονομικής πολιτικής, με ευρύτερες συνέπειες για τις διεθνείς αγορές και τις οικονομικές σχέσεις ανάμεσα σε ΗΠΑ και Ευρώπη.
Με την συμβολή του Reuters