Τρίτη, 19 Μαρ, 2024
Θα μπορούσε να έχει γραφτεί το ‘Für Elise’ απλά για μια μαθήτρια; Albert Edelfelt, «Στο πιάνο» (λεπτομέρεια), 1884. Gothenburg Museum of Art. (Gothenburg Museum of Art /CC BY-SA 4.0)

Für Elise: Το μυστήριο του πιο διάσημου κομματιού για πιάνο στον κόσμο

Του Kenneth LaFave

Μετάφραση: Αλία Ζάε

Η παρτιτούρα του Μπετόβεν για το «Für Elise». (Public Domain)

 

Ήμουν έτοιμος να κατεβάσω το καπάκι του πιάνου στην τάξη όπου είχα μόλις τελειώσει το μάθημα μουσικής, όταν μια ιδιαιτέρως ζωηρή μαθήτρια έτρεξε προς το μέρος μου φωνάζοντας «Κύριε, έμαθα το ‘Für Elise’!» (φιρ Ελίζ = για την Ελίζα). Την προέτρεψα να το παίξει για μένα, αλλά τελικά είχε μάθει μόνο τις τέσσερεις πρώτες διάσημες νότες, που τις έπαιζε ξανά και ξανά, σε ατέρμονους κύκλους.

Της είπα ότι το κομμάτι ήταν κάτι παραπάνω από αυτό που έπαιζε, αλλά δεν έδειξε κανένα ενδιαφέρον να μάθει το παραπάνω. Ήταν απόλυτα ικανοποιημένη με αυτές τις τέσσερεις νότες, σαν να υπνωτιζόταν από αυτές, όπως και εκατομμύρια άλλοι άνθρωποι τα τελευταία 200 χρόνια.

Η δημοτικότητα αυτού του μικρού ιντερμέτζου του Μπετόβεν είναι εκπληκτική. Είναι ελάχιστοι οι μαθητές – μετριούνται στα δάκτυλα του ενός χεριού – από όσους είχα που δεν με ρώτησαν ήδη από την αρχή των μαθημάτων μαζί μου πότε θα παίξουν το ‘Für Elise’. Από την 1/1/2020, η Google καταμετρά εκατομμύρια αναζητήσεις για το συγκεκριμένο κομμάτι κάθε μήνα. Βίντεο από ζωντανή συναυλία, που αναρτήθηκε στο YouTube πριν από 14 χρόνια, μετρά 59 εκατομμύρια θεάσεις. Ένα μάθημα, στο YouTube πάλι για το ίδιο κομμάτι, έχει 53 εκατομμύρια!

Πορτραίτο αγνώστου της Τερέζας Μαλφάτι, η οποία θεωρείται από πολλούς το πρόσωπο στο οποίο απευθύνεται η αφιέρωση του ‘Für Elise’. (Public Domain)

 

Πού οφείλεται η τόσο μεγάλη και ασυναγώνιστη δημοτικότητα του συγκεκριμένου κομματιού; Γιατί δεν συμβαίνει κάτι παρόμοιο με ένα πρελούδιο του Σοπέν ή ένα μενουέτο του Μπαχ ή έστω το πρώτο μέρος της ‘Σονάτας υπό το σεληνόφως’ του ίδιου του Μπετόβεν; Ίσως μια μικρή ιστορική αναδρομή μάς βοηθήσει να φωτίσουμε το μυστήριο…

Αυτά που γνωρίζουμε είναι λίγα και ομιχλώδη. Ο τίτλος μάς πληροφορεί ότι γράφτηκε ‘για την Ελίζα’, αλλά ποια ήταν αυτή η Ελίζα; Στο πρωτότυπο χειρόγραφο υπάρχει η σημείωση: «Für Elise am 27 April [1810] zur Erinnerung», δηλαδή «για την Ελίζα, 20 Απριλίου, ως ενθύμιο». Η αφιέρωση, που σπανίως αναφέρεται ολόκληρη, υποδηλώνει μια ορισμένη σχέση με αυτήν την Ελίζα. Τι είδους σχέση όμως; Δασκάλου-μαθητή ή μια ρομαντική σχέση; Το 1810, η Τερέζα Μαλφάτι πληρούσε και τα δυο κριτήρια, κάτι που την έκανε ιδανική υποψήφια. Ωστόσο, δεν θα έπρεπε να ονομάζεται και Ελίζα;

Το μυστήριο αρχίζει

Καθόλου δεν φαίνεται να απασχόλησε τον δημιουργό του διαχρονικά επιτυχημένου κομματιού η τύχη του έργου του. Δεν μπήκε ούτε καν στον κόπο να το δημοσιεύσει, παρά τη ζήτηση που υπήρχε για τη μουσική του. Ο μεγάλος συνθέτης πέθανε το 1827, 17 χρόνια αφότου έγραψε το ‘Für Elise’, το οποίο κυκλοφόρησε 40 χρόνια αργότερα, δηλαδή το 1867, από τον μουσικολόγο Λούντβιχ Νολ. Σύμφωνα με τους ισχυρισμούς του Κου Νολ, μια δεσποινίδα ονόματι Μπαμπέτ Μπρετλ από το Μόναχο, του είχε παραδώσει μια υπογεγραμμένη χειρόγραφη παρτιτούρα, την οποία η ίδια είχε κληρονομήσει από την Τερέζα Μαλφάτι μετά τον θάνατο της τελευταίας το 1851.

Πορτραίτο της Ελίζαμπετ Ρέκελ από τον Γιόζεφ Βίλιμπρορτ Μάλερ. (Public Domain)

 

Το 1810, η Μαλφάτι ήταν μαθήτρια του Μπετόβεν. Οι φήμες τον θέλουν ερωτευμένο μαζί της σε σημείο να της προτείνει γάμο. Αυτή αρνήθηκε, καθώς ο συνθέτης είχε τα διπλά της χρόνια. Το χειρόγραφο των Μπρετλ/Μαλφάτι δεν έφερε κάποιον τίτλο, μόνο την αφιέρωση. Για τον Νολ, το ρόντο για το πιάνο (έργο με τη δομή A-B-A-C-A) ήταν σαν μια από τις μπακατέλες που είχε συνθέσει ο μαέστρος, 24 μέχρι τότε στον αριθμό. Γι’ αυτό το ονόμασε «Μπακατέλα Νο. 25 σε Λα Ελάσσονα» και για τίτλο έβαλε την αφιέρωση που βρήκε γραμμένη στη χειρόγραφη παρτιτούρα. Τα υπόλοιπα είναι γνωστά.

Ή περίπου γνωστά. Ορισμένοι πιστεύουν ότι ο Νολ έκανε λάθος και η αφιέρωση έγραφε στην πραγματικότητα ‘Für Therese’, ενισχύοντας την υπόθεση που θεωρούσε τη Μαλφάτι αποδέκτη της αφιέρωσης (η οποία άλλωστε κατείχε και την παρτιτούρα μέχρι τον θάνατό της). Αν και είναι δύσκολο να φανταστούμε πώς μπορεί να μπερδευτεί το ένα όνομα με το άλλο, αφού έχουν πολύ διαφορετικά γράμματα, αληθεύει ότι ο Μπετόβεν ήταν διαβόητος για τον ακατάστατο γραφικό του χαρακτήρα όσο και για το ακατάστατο σπίτι του.

Μια προσεκτική εξέταση του πρωτότυπου χειρογράφου θα μπορούσε να διαφωτίσει αυτό το σημείο. Δυστυχώς, η παρτιτούρα έχει χαθεί. Ή όχι;

Μήπως ήταν για την Τερέζα;

Μοιάζει αδιανόητο να έχει χαθεί ένα τόσο σημαντικό έγγραφο. Μήπως ‘χάθηκε’ επίτηδες για να καλυφθεί μια απάτη; Ένας σύγχρονος μουσικολόγος φτάνει στο σημείο να διατυπώσει την υπόθεση ότι το χειρόγραφο ουδέποτε υπήρξε πραγματικά κι ότι ο Νολ έφτιαξε το κομμάτι συνδέοντας σημειώσεις του Μπετόβεν. Υπέρ αυτής της θέσης συνηγορεί το γεγονός ότι η ίδια η Μαλφάτι δεν δημοσίευσε ποτέ την υπογεγραμμένη παρτιτούρα που (υποτίθεται ότι) κατείχε. Ως βαρώνη θα μπορούσε κάλλιστα και να το κάνει και να το υποστηρίξει οικονομικά. Επιπλέον το κύρος της θα ανέβαινε σημαντικά.

Ερευνώντας περαιτέρω, ανακαλύπτουμε περισσότερα μυστήρια, όπως ένα προσχέδιο του 1808 που ανακαλύφθηκε και το οποίο αποτελεί μια σχεδόν ολοκληρωμένη εκδοχή της εισαγωγής στην οποία ανήκουν οι τέσσερεις διάσημες νότες. Ήταν κάτι που ο Μπετόβεν φύλαξε μέχρι το 1810 και στο οποίο πρόσθεσε αργότερα τα δύο άλλα μέρη;

Προκύπτει ότι δεν μπορούμε να προσδιορίσουμε με απόλυτη βεβαιότητα το έτος σύνθεσης του κομματιού, αν και το 1810 μοιάζει το πιο πιθανό σύμφωνα με τους μελετητές. Τελικά, ο μελετητής του Μπετόβεν Μπάρυ Κούπερ έφερε στο φως μια αναθεωρημένη παρτιτούρα του 1822 (αν υπήρχε ποτέ μια πλήρης προγενέστερη εκδοχή), η οποία περιέχει μεν τα περισσότερα από τα μέρη του έργου που γνωρίζουμε αλλά σε διαφορετικές θέσεις. Στους δεκάδες εκατομμύρια ακροατές του γνωστού κομματιού, η εκδοχή του 1822 θα φανεί αρκετά παράδοξη. Την έχει ηχογραφήσει ο πιανίστας Μαρκ Σ. Τσίμερ, για όσους θα ήθελαν να έχουν αυτή την εμπειρία.

Που καταλήγουμε…

Ποια ήταν λοιπόν η Ελίζα; Αν κρατήσουμε τη χρονολογία 1810, έστω και κατά προσέγγιση, και διαγράψουμε την Τερέζα Μαλφάτι, αφού το όνομά της δεν ήταν Ελίζα και ένας κακός ορθογραφικός χαρακτήρας δύσκολα δικαιολογεί μια τόσο μεγάλη παρανόηση, μας μένουν δυο επιλογές: η Ελίζαμπετ Ρέκελ και η Ελίζα Μπάρενσφελτ.

Η Ελίζαμπετ Ρέκελ, σοπράνο, αποκαλούνταν ενίοτε και Ελίζα από τους φίλους. Το 2010, ο μουσικολόγος Κλάους Μάρτιν Κόπιτς παρουσίασε στοιχεία που τη συνέδεαν με τον Μπετόβεν περίπου την εποχή που γράφτηκε το κομμάτι.

Την ίδια εποχή, η Ελίζα Μπάρενσφελτ ήταν 10 ετών. Είναι και η μοναδική που το όνομά της ταυτίζεται με αυτό της αφιέρωσης. Ζούσε κοντά στον Μπετόβεν, σε ένα σπίτι που ανήκε στον Γιόχαν Μέλτσελ, φίλο του συνθέτη και κατοπινό εφευρέτη του σύγχρονου μετρονόμου. Θεωρούταν εξαιρετικό ταλέντο στο πιάνο και δεν αποκλείεται να είχε κάνει μαθήματα με τον Μπετόβεν. Σε αυτή την περίπτωση είναι πολύ πιθανό, ο δάσκαλός της να έγραψε και να της αφιέρωσε ένα κομμάτι, σε ανάμνηση της μαθητείας της κοντά του. Το 2014, η μουσικολόγος Ρίτα Στέμπλιν παρουσίασε στοιχεία που υποστηρίζουν αυτή την πιθανότητα.

Ο γράφων κλίνει μάλλον προς την τελευταία εκδοχή. Όχι μόνο λόγω της απόλυτης ταύτισης του ονόματος, αλλά και γιατί το ‘Für Elise’ δεν είναι μια ρομαντική σύνθεση. Περισσότερο θυμίζει ιδιοσυγκρασιακό πορτραίτο. Η σύνθεση μπορεί να γίνει αντιληπτή ως εξής: Το α΄μέρος παρουσιάζει τη μαθήτρια, την Ελίζα, με όλη τη νιότη και τη φρεσκάδα της. Το β΄μέρος θα μπορούσε να είναι ένα κομμάτι για να μελετήσει η μαθήτρια, ενώ οι ‘θυμωμένες’ 32 νότες που ακολουθούν, είναι το ξέσπασμα της αγανάκτησής της όταν το κομμάτι τη δυσκολεύει. Κατόπιν ηρεμεί και επιστρέφει στο α΄. Το γ΄μέρος είναι σίγουρα ο ίδιος ο Μπετόβεν, μια χιουμοριστική απόδοση της οξύθυμης ιδιοσυγκρασίας του. Μετά από μερικά σπουδαστικά αρπίσματα και μια χρωματική σκάλα, επιστρέφουμε και καταλήγουμε στο α΄μέρος ξανά.

Η υπόθεση ότι το ‘Für Elise’ είναι το πορτραίτο μιας μαθήτριας χωρίς ρομαντικές προεκτάσεις υποστηρίζεται και από το γεγονός ότι είναι το αγαπημένο των μαθητών κι όχι μια μελωδία που παίζεται τη γιορτή του Αγίου Βαλεντίνου. Είναι ένα κομμάτι για πιάνο με θέμα το παίξιμο του πιάνου. Οι νέοι πιανίστες χαίρονται αναγνωρίζοντας τον εαυτό τους μέσα σε αυτό. Με ευγνωμοσύνη, ευχαριστούμε τον δάσκαλο και την Ελίζα, όποια κι αν ήταν τελικά!

 

Πρώην μουσικοκριτικός για τα έντυπα The Kansas City Star και Arizona Republic, ο Kenneth LaFave (Κένεθ Λαφάβ) απέκτησε πρόσφατα το διδακτορικό του στη φιλοσοφία, την τέχνη και την κριτική σκέψη από το European Graduate School. Έχει γράψει τρία βιβλία, περιλαμβανομένου του «Βιώνοντας την κινηματογραφική μουσική» [«Experiencing Film Music», 2017, Rowman & Littlefield].

 

Πως μπορείτε να μας βοηθήσετε ώστε να συνεχίσουμε να σας κρατάμε ενημερωμένους

Ποιος είναι ο λόγος που χρειαζόμαστε την βοήθειά σας για την χρηματοδότηση του ερευνητικού ρεπορτάζ μας; Επειδή είμαστε ένας ανεξάρτητος οργανισμός ειδήσεων που δεν επηρεάζεται από καμία κυβέρνηση, εταιρεία ή πολιτικό κόμμα. Από την ημέρα που ξεκινήσαμε, έχουμε έρθει αντιμέτωποι με προσπάθειες αποσιώπησης της αλήθειας κυρίως από το Κινεζικό Κομμουνιστικό Κόμμα. Αλλά δεν θα λυγίσουμε. Η ελληνική έκδοση της Epoch Times βασίζεται ολοκληρωτικά στις γενναιόδωρες συνεισφορές σας για να διατηρήσει την παραδοσιακή δημοσιογραφία ζωντανή και υγιή στην Ελληνική γλώσσα. Μαζί, μπορούμε να συνεχίσουμε να διαδίδουμε την αλήθεια.

Σχολιάστε