Παρασκευή, 09 Μαΐ, 2025

Προσαρμοσμένα συμπληρώματα βιταμίνης D βελτιώνουν την καρδιαγγειακή υγεία

Πρόσφατη μελέτη υποδηλώνει ότι τα εξατομικευμένα συμπληρώματα βιταμίνης D μπορούν να προάγουν την καρδιακή υγεία. Ερευνητές ανακάλυψαν ότι οι στοχευμένες δόσεις, ειδικά για τους μη Δυτικούς πληθυσμούς, τους ηλικιωμένους και αυτούς με χαμηλά επίπεδα αναφοράς, μπορούν να μειώσουν «σημαντικά» τους καρδιομεταβολικούς κινδύνους.

Αυτή η προσέγγιση θα μπορούσε να αλλάξει τις προληπτικές στρατηγικές για τις καρδιαγγειακές παθήσεις, το κυριότερο ζήτημα υγείας παγκοσμίως.

Προσαρμοσμένες στρατηγικές βιταμίνης D

Μελέτη που δημοσιεύθηκε στο περιοδικό Engineering δείχνει τις επιπτώσεις για τις εξατομικευμένες θεραπευτικές στρατηγικές που στοχεύουν τις καρδιαγγειακές ασθένειες και τους σχετικούς κινδύνους μέσω συμπληρωμάτων βιταμίνης D. Η ολοκληρωμένη αναθεώρηση ανέλυσε 99 τυχαιοποιημένες ελεγχόμενες δοκιμές που περιελάμβαναν 17,656 συμμετέχοντες.

Η συνιστώμενη ημερήσια ποσότητα βιταμίνης D είναι 400 διεθνείς μονάδες (international units – IU) για παιδιά έως 12 μηνών, 600 IU για αυτούς ηλικίας 1 έως 70 και 800 IU για άτομα άνω των 70 ετών. Ωστόσο, οι ερευνητές ανακάλυψαν πως τα συμπληρώματα βιταμίνης D, με μέση δόση 3.320 ημερησίως, συσχετίζονται με ευνοϊκές αλλαγές σε διάφορους καρδιομεταβολικούς παράγοντες κινδύνου.

Οι βελτιώσεις περιλαμβάνουν μείωση της συστολικής και διαστολικής πίεσης του αίματος, της συνολικής χοληστερίνης, της γλυκόζης νηστείας, των μέσων επιπέδων σακχάρου στο αίμα σε διάστημα τριών μηνών και την ινσουλίνη νηστείας.

Τα πλεονεκτήματα των συμπληρωμάτων βιταμίνης D ήταν πιο έντονα σε συγκεκριμένες δημογραφικές ομάδες. Οι πιο ουσιαστικές επιπτώσεις παρατηρήθηκαν σε:

  • Μη Δυτικούς πληθυσμούς
  • Άτομα με επίπεδα αναφοράς βιταμίνης D κάτω των 15,0 ng/mL (νανογραμμάρια ανά χιλιοστόλιτρο)
  • Άτομα με δείκτη σωματικής μάζας (body mass index – BMI) κάτω από 30
  • Άτομα ηλικίας 50 ετών και άνω

Οι συγγραφείς της μελέτης υπογράμμισαν την αναγκαιότητα για εξατομικευμένες παρεμβατικές στρατηγικές βιταμίνης D, οι οποίες λαμβάνουν υπ’ όψιν ατομικά χαρακτηριστικά όπως το εθνο-κοινωνικό υπόβαθρο, η ηλικία, ο δείκτης μάζας σώματος και τα βασικά επίπεδα βιταμίνης D. Σημείωσαν επίσης πως οι πιο μακρόχρονες παρεμβάσεις (τρεις μήνες και άνω) και οι υψηλότερες δόσεις θα μπορούσαν να βελτιστοποιήσουν τα αποτελέσματα στην καρδιομεταβολική υγεία σε στοχευμένους πληθυσμούς.

Αυτά τα ευρήματα θα μπορούσαν να οδηγήσουν σε προόδους στην προληπτική ιατρική και τις διατροφικές επιστήμες, οδηγώντας ενδεχομένως σε πιο αποτελεσματικές στρατηγικές δημόσιας υγείας. Με το να προσαρμόζουμε τα συμπληρώματα βιταμίνης D με βάση τα ατομικά χαρακτηριστικά, οι πάροχοι υγείας θα μπορέσουν να ενισχύσουν την αποτελεσματικότητα των παρεμβάσεων, περιορίζοντας τις καρδιομεταβολικές ασθένειες.

Οι ερευνητές προτείνουν μελλοντικές μελέτες για να εξερευνηθούν οι μηχανισμοί πίσω από τα παρατηρούμενα αποτελέσματα και να αναζητηθούν τα πιθανά πλεονεκτήματα των συμπληρωμάτων βιταμίνης D στις χρόνιες νόσους. Τονίζουν επίσης τη σημασία της εξέτασης του μακροχρόνιου αντίκτυπου και των πιθανών κινδύνων που συνδέονται με τα συμπληρώματα υψηλών δόσεων.

Παράγοντες κινδύνους

Παρόλο που μερικές παρατηρητικές μελέτες και μετα-αναλύσεις, όπως αυτή η μελέτη, δείχνουν μια σχέση μεταξύ της χαμηλής κατάστασης βιταμίνης D και των κινδύνων της υπέρτασης και των καρδιαγγειακών γεγονότων, οι περισσότερες τυχαιοποιημένες δοκιμές δεν έχουν δείξει καρδιαγγειακά πλεονεκτήματα από τα συμπληρώματα βιταμίνης D, είπε στους Epoch Times ο Δρ Ραζ Ντασγκούπτα, επικεφαλής σύμβουλος υγείας της εταιρίας Fortune Recommends Health.

«Η επικρατούσα θεωρία είναι πως η βιταμίνη D έχει υποστηρικτική δράση για την υγεία της καρδιάς μειώνοντας τη φλεγμονή και ελέγχοντας την πίεση του αίματος, το οποίο μπορεί να περιορίσει τη συσσώρευση πλάκας στις αρτηρίες», είπε. «Παρόλα αυτά, χρειάζεται περαιτέρω έρευνα για να επιβεβαιώσουμε τα αίτια πίσω από αυτό.»

Εκτός των επιπέδων βιταμίνης D, άλλοι κρίσιμοι παράγοντες που μπορεί να επηρεάσουν την καρδιαγγειακή υγεία, σύμφωνα με τον Ντασγκούπτα, είναι:

  • Υψηλή πίεση: Μπορεί να προκαλέσει ζημιά στις αρτηρίες.
  • Ανισορροπία χοληστερίνης: Πολύ «κακή» (LDL) χοληστερίνη και πολύ λίγη «καλή» (HDL) χοληστερίνη μπορούν να προκαλέσουν συσσώρευση πλάκας, αυξάνοντας τον κίνδυνο εμφράγματος και εγκεφαλικού.
  • Επιλογές τρόπου ζωής: κάπνισμα, έλλειψη άσκησης, κακή διατροφή και υπερβολική κατανάλωση αλκοόλ.
  • Κακός έλεγχος του διαβήτη: Τα υψηλά επίπεδα σακχάρου στο αίμα μπορούν να καταστρέψουν τα αγγεία του αίματος και τα νεύρα που συνδέονται με την καρδιά.
  • Υπερβολικό βάρος: Μπορεί να οδηγήσει σε υψηλή πίεση του αίματος, διαβήτη και υψηλή χοληστερίνη.

Τα συμπληρώματα δεν συνιστώνται αδιακρίτως

«Η λήψη συμπληρωμάτων βιταμίνης D απλά και μόνο για την πρόληψη καρδιακής νόσου γενικά δεν συνιστάται σε όλους», είπε ο Δρ Ντασγκούπτα.

«Ενώ το να διατηρούμε τα επίπεδα βιταμίνης D σε υγιή όρια είναι σημαντικό για την ολική ευεξία, ειδικά την υγεία των οστών, δεν υπάρχουν ισχυρές αποδείξεις ότι έτσι μειώνονται άμεσα οι πιθανότητες εμφάνισης καρδιακής νόσου», πρόσθεσε. «Είναι προτιμότερο να μιλήσετε με έναν πάροχο υγειονομικής φροντίδας για το εάν χρειάζεστε συμπληρώματα, ειδικά εάν κινδυνεύετε από έλλειψη ή έχετε άλλα ζητήματα υγείας.»

Σύμφωνα με τον Δρα Ντασγκούπτα, είναι προτιμότερη μια «σφαιρική προσέγγιση» της καρδιακής υγείας, η οποία περιλαμβάνει τα εξής:

  • Διατήρηση μιας υγιούς διατροφής
  • Συχνή σωματική άσκηση
  • Διαχείριση των παραγόντων κινδύνου όπως την πίεση την αίματος και την χοληστερίνη

Τα συμπληρώματα μπορεί να έχουν πλεονεκτήματα για άτομα με χαμηλά επίπεδα βιταμίνης D, αλλά ο Δρ Ντασγκούπτα τόνισε πως τα συμπληρώματα θα πρέπει να βασίζονται σε συγκεκριμένες υγειονομικές ανάγκες. Είναι σημαντικό να σημειωθεί πως οι άνθρωποι μπορεί επίσης να λάβουν υπερβολική δόση αυτού του κρίσιμου θρεπτικού συστατικού. 60.000 IU βιταμίνης D ημερησίως για αρκετούς μήνες, παραδείγματος χάριν, προκαλούν τοξικότητα.

Του George Citroner

 

Μελέτη: Τα σταυρανθή λαχανικά μειώνουν την αρτηριακή πίεση

Σχεδόν 120 εκατομμύρια Αμερικανοί – περίπου οι μισοί ενήλικες που διαμένουν στις ΗΠΑ – έχουν υψηλή αρτηριακή πίεση, μια σοβαρή κατάσταση που μπορεί να οδηγήσει σε έμφραγμα και εγκεφαλικό.

Πρόσφατη μελέτη έδειξε ότι τα σταυρανθή λαχανικά όπως το μπρόκολο, το κολοκυθάκι, το λάχανο και το κουνουπίδι μειώνουν σημαντικά την πίεση στους μεσήλικες και τους ηλικιωμένους με υπέρταση – πολύ πιο αποτελεσματικά από άλλα λαχανικά που σχετίζονται με τη διατήρηση μιας υγιούς αρτηριακής πίεσης.

Επισκόπηση της μελέτης

Ερευνητές από το Πανεπιστήμιο Edith Cowan (ECU) της Αυστραλίας διεξήγαγαν την τυχαιοποιημένη, ελεγχόμενη διασταυρούμενη δοκιμή, κατά την οποία οι συμμετέχοντες έτρωγαν τέσσερεις μερίδες την ημέρα σταυρανθή λαχανικά ή ρίζες και κολοκυνθοειδή λαχανικά – όπως καρότα, πατάτες και κολοκύθες – για έξι εβδομάδες.

Κατά τη διάρκεια της μελέτης, οι συμμετέχοντες δέχθηκαν δύο δεκαπενθήμερες διαιτητικές παρεμβάσεις, με ενδιάμεση παρεμβολή μιας περιόδου «καθαρίσματος» δύο εβδομάδων, κατά την οποία δεν κατανάλωναν καθόλου σταυρανθή λαχανικά. Δεδομένου του ελεγχόμενου περιβάλλοντος και των σταθερών παραμέτρων της ζωής τους, που διατηρήθηκαν καθ’ όλη την διάρκεια της μελέτης, η παρατηρούμενη μείωση της αρτηριακής πίεσης θα πρέπει να αποδοθεί κυρίως στη διαιτητική παρέμβαση.

Τα ευρήματα έδειξαν μείωση 2,5 εκατοστών στήλης υδραργύρου της αρτηριακής πίεσης όταν οι συμμετέχοντες ενσωμάτωσαν τα σταυρανθή λαχανικά στη διατροφή τους, το οποίο μεταφράζεται σε περίπου 5% μείωση του κινδύνου εμφράγματος ή εγκεφαλικού, έγραψαν οι ερευνητές.

Μηχανισμός δράσης

«Χημικές ενώσεις που ονομάζονται γλυκοζινόλες, οι οποίες βρίσκονται σχεδόν αποκλειστικά στα σταυρανθή λαχανικά μειώνουν την αρτηριακή πίεση στα ζώα, ωστόσο οι αποδείξεις για την επίδρασή τους στους ανθρώπους είναι περιορισμένες», είπε σε δήλωση Τύπου η Έμμα Κόννολλυ, συγγραφέας της μελέτης και υποψήφια διδακτορικού στο ECU.

Σύμφωνα με τους ερευνητές, άλλα ωφέλημα συστατικά των σταυρανθών λαχανικών, όπως το νιτρικό άλας και η βιταμίνη Κ, είναι πιθανό να συνεισφέρουν επίσης στη μείωση της πίεσης.

Αλλά και παλαιότερες παρατηρητικές μελέτες έχουν δείξει ότι τα σταυρανθή λαχανικά όπως το μπρόκολο, το λάχανο και τα λαχανάκια Βρυξελών έχουν πιο ισχυρή σχέση με τον μειωμένο κίνδυνο καρδιακής νόσου από άλλα λαχανικά, είπε η Κόννολλυ.

«Ωστόσο, ενώ καταναλώνονται παγκοσμίως, τα σταυρανθή λαχανικά αποτελούν, συνήθως, ένα μικρό μονάχα τμήμα της συνολικής πρόσληψης λαχανικών», πρόσθεσε.

Μείωση της πρόσληψης λαχανικών

Παρά τα οφέλη στην υγεία, τα σταυρανθή λαχανικά είναι αυτά που καταναλώνονται λιγότερο από όλα στην Αυστραλία. Η Λώρεν Μπλέκκενχορστ, ανερχόμενη επικεφαλής του Εθνικού Συμβουλίου Υγείας και Ιατρικής Έρευνας (National Health and Medical Research Council) και υπότροφος μεταδιδακτορικού του Καρδιολογικού Ιδρύματος, επεσήμανε σε δήλωση Τύπου ότι λιγότεροι από ένας στους 15 Αυστραλούς ενήλικες, επί του παρόντος, προσλαμβάνουν τη συνιστώμενη ποσότητα λαχανικών.

Η μειωμένη πρόσληψη λαχανικών φαίνεται πως αποτελεί παγκόσμια τάση, με το 40% του πληθυσμού να βρίσκεται κάτω από το ελάχιστη συνιστώμενη ποσότητα των δύο μερίδων την ημέρα, σύμφωνα με δεδομένα του 2021 από την Παγκόσμια Διατροφική Βάση Δεδομένων (Global Dietary Database).

«Εάν οι άνθρωποι μπορούν να αυξήσουν την πρόσληψη αυτής της ομάδας λαχανικών, θα έχουν καλύτερα αποτελέσματα όσον αφορά τη μείωση της αρτηριακής πίεσης και των επικείμενων κινδύνων ανάπτυξης καρδιακής νόσου αργότερα στη ζωή τους», είπε η Μπλέκκενχορστ.

Για βέλτιστα οφέλη, οι ερευνητές προτείνουν να περιλάβουμε στη διατροφή μας αυτά τα λαχανικά «τις περισσότερες ημέρες της εβδομάδος».

Πρακτικές διατροφικές συμβουλές

Οι περισσότερες μελέτες πάνω στα σταυρανθή λαχανικά, «και τα λαχανικά γενικά», δείχνουν ότι υπάρχουν πλεονεκτήματα είτε καταναλώνονται μαγειρεμένα είτε ωμά, επομένως οι άνθρωποι μπορούν να τα καταναλώνουν με όποιον τρόπο τους αρέσει, είπε στους Epoch Times η Σωτηρία Έβερεττ, πιστοποιημένη διαιτολόγος και αναπληρώτρια κλινική καθηγήτρια στη Σχολή Ιατρικής Renaissance, στο Πανεπιστήμιο Stony Brook.

«Πραγματικά, οι συμμετέχοντες της ερευνητικής μελέτης έτρωγαν τα σταυρανθή λαχανικά μαγειρεμένα ως σούπα», είπε η Έβερεττ, η οποία δεν σχετίζεται με την έρευνα. «Και πάλι παρατηρήθηκαν πλεονεκτήματα σχετικά με τη μείωση της αρτηριακής πίεσης.»

Μέθοδοι μαγειρέματος και κατακράτηση θρεπτικών συστατικών

Τα σταυρανθή λαχανικά χάνουν κάποια από τα θρεπτικά συστατικά τους, ανάλογα με τη μέθοδο μαγειρέματος, επεσήμανε η Έβερεττ. Οι μέθοδοι μαγειρέματος υψηλής θερμοκρασίας ή μακράς διάρκειας, όπως το βράσιμο, ελαττώνουν τα επίπεδα βιταμινών, όπως της βιταμίνης C και του φολικού οξέως, παρατήρησε, ωστόσο, «κάποια θρεπτικά συστατικά διατηρούνται, όπως η βιταμίνη Κ και η βήτα-καροτίνη», είπε.

Ενώ το ψήσιμο και το βράσιμο μειώνουν αρκετά τα επίπεδα γλυκοζινόλης, η Έβερεττ ανέφερε πως το μαγείρεμα στον ατμό ή το σοτάρισμα των σταυρανθών λαχανικών προκαλεί μικρότερη απώλεια θρεπτικών συστατικών.

Ενσωμάτωση των σταυρανθών λαχανικών στη δίαιτα σας

Η Λώρεν Γουίτμαν, πιστοποιημένη διαιτητική διατροφολόγος με έδρα το Σικάγο, υποστηρίζει ότι είναι αρκετά εύκολο να συμπεριλάβουμε τα σταυρανθή λαχανικά στη διατροφή μας, καθημερινά:

«Σκεφτείτε κάποια από τα φαγητά που τρώτε συχνά και αναρωτηθείτε εάν υπάρχει το περιθώριο να αντικαταστήσετε ορισμένα από τα υλικά τους με σταυρανθή λαχανικά ή να προσθέσετε είδη όπως τα λαχανάκια Βρυξελών, το μπρόκολο, το κουνουπίδι, το λάχανο, το σπανάκι και τα κολοκυθάκια», είπε στους Epoch Times. Αλλάξτε το ρύζι σε κάποια από τα γεύματά σας με ρύζι κουνουπιδιού ή προσθέστε λίγο κομμένο σπανάκι ή μπρόκολο στις σάλτσες των ζυμαρικών, προτείνει.

Διαχείριση των πεπτικών ζητημάτων

Κάποια άτομα ίσως αντιμετωπίσουν πεπτικά θέματα με τα σταυρανθή λαχανικά. Η Γουίτμαν προτείνει τις ακόλουθες στρατηγικές για την ελαχιστοποίηση αυτών των επιπτώσεων:

  • Μαγειρέψτε τα λαχανικά στον ατμό ή στα μικροκύματα ή σοτάροντάς τα ή τηγανίστε τα ανακατεύοντας συνέχεια (stir-fry).
  • Κόψτε τα σε μπουκιές και μασήστε καλά.
  • Ξεκινήστε με μικρές μερίδες, τις οποίες θα αυξήσετε σταδιακά εάν δεν υπάρξει κάποιο θέματα.
  • Δοκιμάστε τη λήψη πεπτικών ενζύμων.
  • Κρατήστε ημερολόγιο διατροφής για να εντοπίσετε τα προβληματικά λαχανικά, εάν υπάρξουν αντιδράσεις.

Όσοι έχουν αέρια ή φούσκωμα θα πρέπει να ξεκινήσουν με μικρές μερίδες για να καθορίσουν την ανοχή τους και σταδιακά να αυξήσουν την ποσότητα, παρατήρησε η Έβερεττ.

Του George Citroner

 

Τα χαμηλά επίπεδα μαγνησίου συνδέονται με βλάβη του DNA και κίνδυνο ανάπτυξης χρόνιων ασθενειών

Αν και ακούμε για τη σημασία της βιταμίνης D και του ψευδάργυρου στην ενίσχυση του ανοσοποιητικού μας συστήματος, υπάρχει και ένα θρεπτικό συστατικό, εξίσου σημαντικό, στο οποίο δεν γίνεται συχνά μνεία : το μαγνήσιο.

Αυτό το απαραίτητο μέταλλο είναι ουσιώδες για τη διατήρηση της συνολικής υγείας του ανθρώπινου οργανισμού. Πρόσφατες έρευνες έχουν αποκαλύψει και τον ρόλο του στην προστασία του DNA από βλάβες που είναι πιθανόν να σχετίζονται με την ηλικία.

Ο ρόλος του μαγνησίου στην προστασία του DNA

Έως και το 15% των Αμερικανών δεν λαμβάνουν αρκετό μαγνήσιο, και αυτό επηρεάζει αρνητικά την υγεία τους.

Μελέτη που δημοσιεύθηκε στο Ευρωπαϊκό Περιοδικό Διατροφής τον Ιούνιο προστίθεται στο αυξανόμενο σώμα αποδεικτικών στοιχείων, τονίζοντας τη σημασία του μαγνησίου για τη γενική υγεία. Συνδέοντας τα χαμηλά επίπεδα μαγνησίου με την κλιμακούμενη καταστροφή του DNA, οι ερευνητές στο Πανεπιστήμιο της Νότιας Αυστραλίας προτείνουν ότι ίσως το μαγνήσιο να αποτελεί το επίκεντρο της προστασίας ενάντια σε χρόνιες ασθένειες που σχετίζονται με την ηλικία.

Ερευνητές ανέλυσαν δείγματα αίματος από 172 μεσήλικες και βρήκαν ότι τα χαμηλά επίπεδα μαγνησίου και οι αυξημένες ποσότητες ομοκυστεΐνης, αμινοξέος που συνδέεται με αυξημένες πιθανότητες άνοιας, εμφράγματος και εγκεφαλικού, συνδέονται.

Οι συμμετέχοντες με επίπεδα μαγνησίου κάτω από 18mg ανά λίτρο ήταν πιο επιρρεπείς σε μια ευρεία γκάμα προβλημάτων υγείας, όπως νόσο του Αλτσχάιμερ, νόσο Πάρκινσον, διάφορους καρκίνους, γαστρεντερικές παθήσεις και διαβήτη.

Η μελέτη βρήκε επίσης ότι υψηλότερα επίπεδα μαγνησίου συνδέονται με χαμηλότερα ποσά  ομοκυστεΐνης και υψηλότερα βιταμίνης Β, υποδηλώνοντας ότι το μαγνήσιο είναι απαραίτητο για την προστασία του DNA από βλάβες που προκαλούνται από την  ομοκυστεΐνη, ειδικά όταν υπάρχει έλλειψη βιταμίνης Β12 και φολικού οξέως.

Αυτή η πιλοτική μελέτη στοχεύει στον καθορισμό της πιθανότητας ότι η έλλειψη υποκλινικού μαγνησίου μπορεί να συνδέεται με αύξηση βλάβης του DNA σε φαινομενικά υγιή μεσήλικα άτομα, είπε στους Epoch Times ο Μάικλ Φένεκ, συν-συγγραφέας της μελέτης και γνωστός για την έρευνά του στη διατροφική γονιδιωματική και τη γενετική τοξικολογία.

«Τα θετικά ευρήματα της έρευνας πρέπει να επιβεβαιωθούν από εκτενέστερες μελέτες οι οποίες θα είναι αρκετά ισχυρές για να λάβουν υπ’ όψιν και άλλους γενοτοξικούς παράγοντες», είπε. Τα ευρήματα υποδηλώνουν πως «το μαγνήσιο παίζει σημαντικό ρόλο ως παράγοντας για την αντιγραφή και την επιδιόρθωση του DNA», πρόσθεσε. Το μαγνήσιο εμπλέκεται στον μεταβολισμό των νουκλεοτιδίων, τα δομικά στοιχεία του DNA. Επαρκή επίπεδα μαγνησίου είναι απαραίτητα για τη σύνθεση και την επιδιόρθωση του DNA.

Γιατί είναι σημαντικό το μαγνήσιο

Το μαγνήσιο επηρεάζει περισσότερα από 600 ένζυμα στο σώμα. Αυτό το απαραίτητο μέταλλο αποτελεί αναπόσπαστο μέρος κρίσιμων φυσιολογικών διαδικασιών, όπως η παραγωγή ενέργειας, η ρύθμιση της πίεσης του αίματος και ο έλεγχος του σακχάρου στο αίμα. Χαμηλή πρόσληψη μαγνησίου συνδέεται, επίσης, με ταχύτερη γήρανση.

Η μελέτη ανέφερε αρκετές εξαιρετικές πηγές μαγνησίου, όπως τα δημητριακά ολικής άλεσης, τα φυλλώδη λαχανικά, τους ξηρούς καρπούς, τα φασόλια και τη μαύρη σοκολάτα.

Ενώ τα ευρήματα υποδηλώνουν πως ακόμη και μέτρια έλλειψη μαγνησίου μπορεί να προκαλέσει βλάβη στο DNA και να επηρεάσει την κυτταρική υγεία, σύμφωνα με τον κο Φένεκ, η βέλτιστη συγκέντρωση μαγνησίου που απαιτείται για την αποτροπή τέτοιας βλάβης στους ανθρώπους παραμένει αβέβαιη.

Χρειάζεται να γίνουν περισσότερες έρευνες, προκειμένου να καθοριστεί η ιδανική πρόσληψη μαγνησίου, είτε μέσω διατροφής είτε με συμπληρώματα, και να κατανοηθεί η επίδρασή του στην ανάπτυξη και την εξέλιξη του καρκίνου και άλλων χρόνιων παθήσεων.

Καθώς οι ειδικοί της υγείας τονίζουν τη σημασία της ισορροπημένης διατροφής, αυτή η τελευταία μελέτη λειτουργεί ως υπενθύμιση των πλεονεκτημάτων που η επαρκής λήψη μαγνησίου μπορεί να προσφέρει.

Τροφές πλούσιες σε μαγνήσιο

Το μαγνήσιο βρίσκεται σε πλειάδα τροφίμων, από λαχανικά μέχρι τροφές ζωικής προέλευσης, είπε στους Epoch Times η Στέφανι Σιφ, πιστοποιημένη διαιτητική διατροφολόγος στο Νοσοκομείο Χάντινγκτον (Huntington Hospita), τμήμα του Northwell Health στη Νέα Υόρκη.

Σύμφωνα με την κα Σιφ, καλές πηγές μαγνησίου αποτελούν τα εξής:

  • Κολοκύθα και σπόροι τσία
  • Ξηροί καρποί (αμύγδαλα, κάσιους, φυστίκια, κλπ)
  • Πράσινα φυλλώδη λαχανικά (σπανάκι, λάχανο, λαχανίδες, κλπ)
  • Δημητριακά ολικής άλεσης (σιτάρι, βρώμη, κριθάρι, σίκαλη, κινόα)
  • Όσπρια, φασόλια και προϊόντα φασολιών όπως το ενταμάμε, το τόφου, τα φασόλια νέιβι και τα μαύρα φασόλια.

Τα συμπληρώματα ως εναλλακτική λύση

«Δυστυχώς, δεν έχουν όλοι πρόσβαση σε τρόφιμα που τους βοηθούν να καλύπτουν πλήρως τις απαιτήσεις του οργανισμού τους σε μέταλλα και βιταμίνες», είπε η κα Σιφ. Η Συνιστώμενη Ημερήσια Πρόσληψη μαγνησίου είναι 400-420 mg για τους άντρες και 310-320 mg για τις γυναίκες, ποσότητα την οποία πολλοί ενήλικες δεν φτάνουν, σημείωσε.

«Αν καταναλώνεται μια ποικιλία λαχανικών, σπόρων, ξηρών καρπών και δημητριακών ολικής άλεσης, είναι πιθανό να επιτύχετε την προτεινόμενη ποσότητα», πρόσθεσε η κα Σιφ. «Αλλά αν δεν την πετύχετε, μπορείτε να πάρετε κάποιο συμπλήρωμα.»

Προτού καταφύγετε στα συμπληρώματα, η κα Σιφ προτείνει να συμβουλευτείτε έναν ιατρό για να διασφαλίσετε πως δεν παρεμβαίνουν με κάποια από τα φάρμακα που παίρνετε ή με θέματα υγείας που ενδεχομένως υπάρχουν. Επεσήμανε δε πως, ενώ είναι σημαντικό να λαμβάνουμε τη Συνιστώμενη Ημερήσια Ποσότητα, η υπέρβαση αυτής δεν πρόκειται να παρέχει κάποια επιπλέον πλεονεκτήματα.

Για όσους έχουν δυσανεξία στη γλουτένη, η κα Σιφ σημείωσε πως η λήψη της απαραίτητης ημερήσιας πρόσληψης δεν είναι δύσκολη – απλά απαιτείται η αντικατάσταση των σιτηρών που περιέχουν γλουτένη με εναλλακτικά προϊόντα.

Του George Citroner

 

Νέα ανοσοθεραπεία δείχνει σημάδια καταπολέμησης του καρκίνου του παχέος εντέρου

Εξελίσσοντας τις μεθόδους καταπολέμησης του καρκίνου του παχέος εντέρου, οι επιστήμονες έχουν μετατρέψει σε όπλο τα ανοσοποιητικά κύτταρα των ίδιων των ασθενών για την καταπολέμηση των μεταστάσεων.

Αυτή η καινοτόμος προσέγγιση, η οποία ενισχύει γενετικά τα λεμφοκύτταρα ώστε να στοχεύουν και να καταστρέφουν τα καρκινικά κύτταρα, έχει δείξει πολλά υποσχόμενα αποτελέσματα σε πρόσφατη δοκιμή των Εθνικών Ινστιτούτων Υγείας (ΕΙΥ).

Με τον ρυθμό εμφάνισης του καρκίνου του παχέος εντέρου να αυξάνεται στους νεαρούς ενήλικες, αυτή η προσωποποιημένη κυτταρική ανοσοθεραπεία προσφέρει ελπίδα στη μάχη ενάντια στους όγκους προχωρημένου σταδίου.

Κατασκευασμένα ανοσοποιητικά κύτταρα συρρικνώνουν συμπαγείς όγκους

Η πρόσφατη μελέτη, η οποία δημοσιοποιήθηκε στο περιοδικό Nature Medicine στης 11 Ιουλίου, αφορά μια νέα κυτταρική ανοσοθεραπεία σχεδιασμένη για την καταπολέμηση των συμπαγών όγκων των μεταστάσεων.

Τα λεμφοκύτταρα, ένα είδος λευκών αιμοσφαιρίων που παράγονται στο μυελό των οστών, βρίσκονται στο αίμα, στον λεμφικό ιστό και στα λεμφοειδή όργανα όπως ο θύμος αδένας, ο σπλήνας και οι λεμφαδένες. Τα δύο κύρια είδη είναι το Β-κύτταρα, τα οποία παράγουν αντισώματα για την καταπολέμηση της εισβολής από παθογόνα, και τα Τ-κύτταρα, τα οποία καταστρέφουν κύτταρα που έχουν προσβληθεί από ιούς ή καρκινικά κύτταρα.

]Η νέα θεραπεία χτίζει πάνω στις επιτυχίες των θεραπειών με χιμαιρικούς υποδοχείς αντιγόνου Τ-κυττάρων (Chimeric Antigen Receptor [CAR] T-cell) και με λεμφοκύτταρα διείσδυσης όγκων (Tumor-Infiltrating Lymphocyte – TIL), επεκτείνοντας την εφαρμογή τους στους συμπαγείς όγκους.

Η θεραπεία CAR T-cell χρησιμοποιεί Τ-κύτταρα από το αίμα του ασθενούς, ενώ η θεραπεία TIL χρησιμοποιεί Τ-κύτταρα από τον όγκο του ασθενούς. Οι ιατροί, έπειτα, αναπτύσσουν και ενδυναμώνουν περισσότερα από αυτά τα κύτταρα, προτού τα επιστρέψουν στο σώμα για να επιτεθούν στον καρκίνο.

Η νέα προσέγγιση απομονώνει τους συγκεκριμένους υποδοχείς Τ-κυττάρων που αναγνωρίζουν τα μοναδικά αντιγόνα των όγκων, δημιουργεί τροποποιημένα λεμφοκύτταρα σε εργαστήριο και, ύστερα, τα επανεισάγει στο σώμα του ασθενούς.

Η μελέτη περιελάμβανε επτά συμμετέχοντες με μεταστατικό καρκίνο του παχέος εντέρου. Σε τρεις από τους ασθενείς παρατηρήθηκε συρρίκνωση των όγκων, κυρίως στο ήπαρ, τους πνεύμονες και τους λεμφαδένες. Ο παρατεταμένος έλεγχος των όγκων διήρκησε έως και επτά μήνες. Περίπου το 20% των ανοσοποιητικών κυττάρων ενός ασθενή έφεραν τους κατασκευασμένους υποδοχείς ακόμη και δύο χρόνια μετά τη θεραπεία.

«Το γεγονός ότι μπορούμε να πάρουμε ένα συμπαγή αναπτυσσόμενο μεταστατικό καρκίνο και να τον κάνουμε να οπισθοχωρήσει δείχνει ότι η νέα προσέγγιση κυτταρικής ανοσοθεραπείας είναι πολλά υποσχόμενη», είπε σε δήλωση Τύπου ο Δρ Στήβεν Ρόζενμπεργκ, επικεφαλής του Τμήματος Χειρουργικής στο Εθνικό Αντικαρκινικό Ινστιτούτο και επικεφαλής συγγραφέας της μελέτης. Ωστόσο, πρόσθεσε ότι αυτά τα ευρήματα είναι προκαταρκτικά και χρήζουν περαιτέρω βελτίωσης και δοκιμών σε περισσότερα είδη συμπαγών καρκίνων.

Η εν εξελίξει δοκιμή πλέον περιλαμβάνει και ασθενείς με διάφορους συμπαγείς όγκους.

«Είναι απλά η αρχή της μετατροπής των κανονικών λεμφοκυττάρων σε κύτταρα ικανά να αντιμετωπίσουν τους κοινούς συμπαγείς καρκίνους», πρόσθεσε ο Δρ Ρόζενμπεργκ. «Μόλις γνωρίζεις ότι είναι δυνατόν, δουλεύεις για να το βελτιώσεις.»

Τα ευρήματα ένα μεγάλο σημάδι ελπίδας

Η ανοσοθεραπεία επιτίθεται στον καρκίνο με διαφορετικό τρόπο από αυτόν της χημειοθεραπείας, αποτρέποντας κοινές παρενέργειες όπως κόπωση, ναυτία, απώλεια μαλλιών και χαμηλές τιμές αίματος, είπε στους Epoch Times ο Δρ Τσαογιουάν Κουάνγκ, αναπληρωτής καθηγητής ογκολογίας, ιατρικής και μοριακής φαρμακολογίας στο ολοκληρωμένο Αντικαρκινικό Κέντρο Μοντεφιόρε Αϊνστάιν (Montefiore Einstein Comprehensive Cancer Center), ο οποίος δεν έλαβε μέρος στη μελέτη.

Αυτή η δοκιμή εξέτασε μια προσωποποιημένη κυτταρική ανοσοθεραπεία, ξεχωριστή από τους αναστολείς σημείων ελέγχου του ανοσοποιητικού, ένα είδος ανοσοθεραπείας που αποκλείει τις πρωτεΐνες που σταματούν το ανοσοποιητικό σύστημα από το να επιτίθεται στα καρκινικά κύτταρα.

Οι περισσότεροι καρκίνοι του παχέος εντέρου είναι μικροδορυφορικά σταθεροί (microsatellite stable – MSS) ή «ικανοί για MMR» και τυπικά δεν αντιδρούν στις συνήθεις ανοσοθεραπείες, όπως είναι οι αναστολείς σημείων ελέγχου. Το MSS αναφέρεται στην κατάσταση του DNA στα κύτταρα του όγκου. Σε όγκους MSS, το DNA παραμένει σταθερό με ελάχιστες μεταλλάξεις. Αυτό έρχεται σε αντίθεση με την μικροδορυφορική αστάθεια (microsatellite instability – MSI), όπου το DNA του όγκου είναι ασταθές και υψηλά μεταλλαγμένο. Οι ιατροί συχνά ελέγχουν για MSS στον καρκίνο του παχέος εντέρου, για να βοηθήσουν στην καθοδήγηση των αποφάσεων του τρόπου αντιμετώπισης.

Αυτή η αντιμετώπιση συνδυάζει την προσωποποιημένη φαρμακευτική αγωγή και την ανοσοθεραπεία – «το καλύτερο και των δύο κόσμων», λέει ο Δρ Κουάνγκ, επισημαίνοντας πως η λήψη απαντήσεων στους περισσότερους από τους επτά ασθενείς με καρκίνο του παχέος εντέρου είναι ένα «τεράστιο σημάδι ελπίδας».

Του George Citroner

Μετάφραση: Βλαδίμηρος Αλεξάντρωφ

Επιμέλεια: Αλία Ζάε

 

Τα συμπληρώματα βιταμίνης D μειώνουν την πίεση σε ηλικιωμένους με παχυσαρκία

Η υψηλή πίεση, που συχνά επηρεάζει τους ηλικιωμένους και τους παχύσαρκους, μπορεί να πέσει με τη χρήση συμπληρωμάτων βιταμίνης D.

Σύμφωνα με νέα μελέτη, η λήψη 600 μονάδων (international units – IU) βιταμίνης D ημερησίως – η συνιστώμενη ποσότητα για τους ενηλίκους – μειώνει την πίεση στους ηλικιωμένους, ειδικά στους παχύσαρκους.

Οι ειδικοί προειδοποιούν ότι η υπέρβαση της συνιστώμενη πρόσληψης, ακόμη και κάτω από το ασφαλές ανώτατο όριο, δεν μεταφράζεται απαραίτητα σε επιπρόσθετα πλεονεκτήματα.

Τα συμπληρώματα μειώνουν την πίεση του αίματος

Η μελέτη, που δημοσιεύθηκε στο Περιοδικό της Ενδοκρινικής Εταιρείας, έγινε σε 211 ηλικιωμένα, παχύσαρκα άτομα, που έλαβαν συμπληρώματα βιταμίνης D σε δόσεις των είτε 600 IU ημερησίως είτε 3.750 IU ημερησίως, επί έναν χρόνο. Προς το παρόν, το Ινστιτούτο Ιατρικής (Institute of Medicine – IOM) συνιστά 600 IU ημερησίως.

Ύστερα από ένα χρόνο, η συνολική συστολική πίεση των συμμετεχόντων είχε μειωθεί κατά 3,5 mm Hg  και η διαστολική πίεση κατά 2,5 mm Hg.

Αυτοί που έλαβαν τις μεγαλύτερες δόσεις των 3.750 IU ημερησίως είχαν μια ελαφρώς μεγαλύτερη μείωση, της τάξεως των 4,2 mm Hg, για τη συστολική πίεση. Συγκριτικά, αυτοί που έλαβαν τη μικρότερη δόση των 600 IU ημερησίως ανέφεραν γενικά μια μείωση της τάξης 2,8 mm Hg.

Οι συγγραφείς κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι οι διαφορές μεταξύ των ομάδων της υψηλής και χαμηλής δόσης βιταμίνης D δεν ήταν στατιστικά σημαντικές.

Άτομα με υψηλότερο δείκτη μάζας σώματος (ΔΜΣ) πάνω από 30 είδαν πιο σημαντική μείωση στην πίεση του αίματος, ειδικά στην ομάδα της υψηλής δόσης. Άτομα που πήραν φάρμακα για την πίεση μαζί με τη βιταμίνη D επίσης παρατήρησαν σημαντική μείωση στη συνολική πίεση του αίματος.

Όλοι οι συμμετέχοντες έλαβαν επίσης ημερήσια συμπληρώματα 1.000 mg ασβεστίου.

Ασήμαντα τα οφέλη των υψηλότερων δόσεων

Τα ευρήματα της έρευνας έδειξαν ότι η τακτική λήψη συμπληρωμάτων είχε ως αποτέλεσμα τη μείωση της πίεσης του αίματος των συμμετεχόντων. Ωστόσο, η σύγκριση μεταξύ των δύο ομάδων δόσεων έδειξε ότι οι υψηλότερες δόσεις βιταμίνης D δεν παρείχαν περαιτέρω πλεονεκτήματα στην υγεία.

«Η αυξημένη πρόσληψη βιταμίνης D δεν βοηθά στη μείωση της πίεσης του αίματος», είπε στους Epoch Times σε email η συγγραφέας της μελέτης Δρ Γκαντά Ελ-Ηατζ Φουλεϊχάν, από το Ιατρικό Κέντρο του Αμερικανικού Πανεπιστημίου του Βηρυτού (American University of Beirut Medical Center). «Όντως, τα 3.750 IU ημερησίως δεν μειώνουν την πίεση περισσότερο από τα 600 IU ημερησίως, τα οποία είναι και η ημερήσια δόση που συνιστά το Ινστιτούτο Ιατρικής.»

Αυτά τα αποτελέσματα «πρέπει να επικυρωθούν σε δοκιμή με την πίεση του αίματος ως το πρωταρχικό αποτέλεσμα», πρόσθεσε.

Η ερευνητική ομάδα έλαβε υπ’ όψιν το ανώτερο όριο για την πρόσληψη της βιταμίνης D που καθιερώθηκε από το Ινστιτούτο Ιατρικής (4.000 IU ημερησίως) όταν επέλεξε τις δόσεις για τους συμμετέχοντες. «Τα 3.750 IU ημερησίως είναι κάτω από το ανώτερο όριο του Ινστιτούτου Ιατρικής και επιλέχθηκε ειδικά για αυτόν τον λόγο», έγραψε η Δρ Φουλεϊχάν.

Ωστόσο, η υψηλότερη δόση είναι απίθανο να έχει επιβλαβείς επιπτώσεις στην υγεία, πρόσθεσε. «Κανείς από τους ασθενείς μας δεν έδειξε σημάδια ή συμπτώματα δηλητηρίασης από βιταμίνη D», σημείωσε. Τα συμπτώματα δηλητηρίασης από βιταμίνη D περιλαμβάνουν ναυτία, εμετό και πέτρες στους νεφρούς.

Η Δρ Φουλεϊχάν τόνισε ότι για τη λήψη συμπληρωμάτων βιταμίνης D χρειάζεται ιατρική συμβουλή.

Του George Citroner

Αρχικό άρθρο: https://www.theepochtimes.com/health/vitamin-d-supplements-lower-blood-pressure-in-older-adults-with-obesity-study-5757749

Μελέτη: Δίαιτα αντί φαρμάκων για την αντιμετώπιση συμπτωμάτων του Συνδρόμου Ευερέθιστου Εντέρου

Εάν πάσχετε από σύνδρομο ευερέθιστου εντέρου (ΣΕΕ), τότε η επόμενη συνταγογράφηση σας μπορεί να βρίσκεται στην κουζίνα.

Μελέτη που δημοσιοποιήθηκε τον Απρίλιο του 2024 δείχνει πως απλές διατροφικές αλλαγές ξεπερνούν τα φάρμακα στην αντιμετώπιση των συμπτωμάτων του ΣΕΕ. Και η ανακούφιση διαρκεί. Έξι μήνες μετά, οι ασθενείς που συνέχισαν τις νέες διατροφικές τους συνήθειες εξακολουθούσαν να απολαμβάνουν σημαντικά οφέλη.

Δίαιτα αντί φαρμάκων ΣΕΕ

Συνηθισμένες διατροφικές συμβουλές από άτομα που πάσχουν από ΣΕΕ περιλαμβάνουν την κατανάλωση μικρότερων και πιο συχνών γευμάτων αντί των τριών μεγάλων και τον περιορισμό των συνηθισμένων ερεθισμάτων όπως του καφέ και του γάλακτος. Όταν χρησιμοποιούνται φάρμακα, συνήθως στοχεύουν την ανακούφιση συμπτωμάτων όπως η δυσκοιλιότητα, το φούσκωμα και η διάρροια.

Η μελέτη, η οποία δημοσιεύτηκε στο περιοδικό The Lancet – Gastroenterology & Hepatology, εξέτασε 294 άτομα (241 γυναίκες, καθώς το ΣΕΕ είναι πιο κοινό στις γυναίκες, και 53 άντρες) με μέτριο έως σοβαρό ΣΕΕ, συγκρίνοντας τρεις θεραπείες σε διάστημα τεσσάρων εβδομάδων: δύο διατροφικές προσεγγίσεις και φαρμακευτική αγωγή. Οι διατροφικές προσεγγίσεις περιλάμβαναν παραδοσιακές συμβουλές ΣΕΕ σχετικά με την μείωση ζυμώσιμων υδατανθράκων (fermentable carbohydrates – FODMAPs) – σάκχαρα όπως τα γλυκά και άμυλο όπως οι πατάτες – και μια δίαιτα χαμηλή σε υδατάνθρακες.

Η ομάδα φαρμακευτικής αγωγής έλαβε θεραπεία βασισμένη στα κύρια συμπτώματά της: συμπληρώματα καθαρτικών ινών όπως η Στερκούλια (karaya gum) για την δυσκοιλιότητα ή αντιδιαρροϊκά φάρμακα όπως η λοπεραμίδη (Imodium) για την διάρροια.

Όλες οι ομάδες ανέφεραν βελτίωση στην ποιότητα ζωής, λιγότερα σωματικά συμπτώματα και μειωμένο άγχος και κατάθλιψη. Ωστόσο, οι διατροφικές παρεμβάσεις έδειξαν πιο σημαντική βελτίωση: το 76% που ακολούθησε τις παραδοσιακές συμβουλές και το 71% με δίαιτα χαμηλή σε υδατάνθρακες έδειξαν λιγότερα συμπτώματα, σε σύγκριση με το 58% στην ομάδα φαρμακευτικής αγωγής.

Ύστερα από 6μηνη επανεξέταση, πολλοί συμμετέχοντες στις διατροφικές ομάδες διατήρησαν σημαντική ανακούφιση από τα συμπτώματα: το 68% που ακολούθηση την παραδοσιακή συμβουλή και το 60% σε δίαιτα χαμηλών υδατανθράκων είχαν και πάλι όφελος.

«Με αυτή τη μελέτη, μπορούμε να δείξουμε πως η δίαιτα παίζει κεντρικό ρόλο στην αντιμετώπιση του ΣΕΕ, αλλά και πως υπάρχουν αρκετές εναλλακτικές θεραπείες που είναι αποτελεσματικές», είπε σε δήλωση τύπου η Σάννα Νιμπάτσκα (Sanna Nybacka), διαιτολόγος και αναπληρώτρια καθηγήτρια στο Πανεπιστήμιο του Γκέτεμποργκ στην Σουηδία και επικεφαλής ερευνήτρια. «Χρειαζόμαστε περισσότερη γνώση σχετικά με το πώς να εξατομικεύουμε καλύτερα την θεραπεία του ΣΕΕ στο μέλλον.»

 

Όταν η δίαιτα δεν επαρκεί

Ο Δρ Ντέιβιντ Πιούροου (Dr. David Purow), ανατολικός περιφερειακός διευθυντής γαστρεντερικής ενδοσκόπησης του Northwell Health με έδρα την Νέα Υόρκη και ο οποίος δεν συνδέεται με την έρευνα, είπε πως η ομάδα του εδώ και πολύ καιρό προτείνει μια δίαιτα χαμηλή σε FODMAP για τους ασθενείς με ΣΕΕ.

«Αυτή η μελέτη επιβεβαιώνει τα ευρήματα που έχουμε δει στους ασθενείς μας», σημείωσε.

«Το ανθρώπινο έντερο χωνεύει ανεπαρκώς τις τροφές με FODMAP», είπε στους Epoch Times η Δρ Κριστίν Φρισσόρα (Dr. Christine Frissora), γαστρεντερολόγος στο Weill Cornell Medicine η οποία επίσης δεν σχετίζεται με την μελέτη.

«Τα αχώνευτα κομμάτια καταναλώνονται από τα βακτήρια του εντέρου, τα οποία εν συνεχεία παράγουν αέρια», πρόσθεσε. Αυτό οδηγεί σε δυσκινητικότητα του εντέρου, βλάβη των μυών του εντέρου που προωθούν την τροφή και γαστρεντερικές διαταραχές, σημείωσε.

Η Δρ Φρισσόρα, η οποία είπε πως τα ευρήματα της μελέτης δεν την εξέπληξαν, παρέθεσε την δικιά της έρευνα του 2022 η οποία έδειξε πως περίπου το 70% των ασθενών με ΣΕΕ δεν μπορούν να χωνέψουν σωστά τους υδατάνθρακες. «Εξετάσαμε εκατοντάδες ασθενείς με χρόνια συμπτώματα ΣΕΕ, και το 20% είχε δυσαπορρόφηση σακχαρόζης (λευκή ζάχαρη)», σημείωσε.

Ενώ οι διατροφικές αλλαγές είναι κρίσιμες στην αντιμετώπιση του ΣΕΕ, δεν λειτουργούν σε όλους. Πολλοί βλέπουν βελτίωση με μια δίαιτα χαμηλή σε FODMAP, αλλά όχι όλοι, όπως δείχνει η μελέτη επίσης, είπε ο Δρ Πιούρλοου.

Για τους ασθενείς με ΣΕΕ που δεν ανταποκρίνονται σε δίαιτα χαμηλών υδατανθράκων ή χαμηλή σε FODMAP , άλλες λύσεις χωρίς φάρμακα περιλαμβάνουν τα ακόλουθα:

  • Προβιοτικά: Αυτά τα ωφέλημα βακτήρια του εντέρου βοηθούν στην ρύθμιση του μικροβιώματος, ανακουφίζοντας από τα συμπτώματα του ΣΕΕ. Τα προβιοτικά, που βρίσκονται στο γιαούρτι, το κεφίρ, το κίμτσι, το ξυνολάχανο και τα λαχανικά πίκλες, είναι επίσης διαθέσιμα ως συμπληρώματα.
  • Ψύλλιο: Αυτή η διαλυτή φυτική ίνα βοηθάει στην ρύθμιση των κινήσεων του εντέρου και στην μείωση των συμπτωμάτων του ΣΕΕ. Μπορεί να ληφθεί ως συμπλήρωμα ή να προστεθεί στο φαγητό.
  • Έλαιο δυόσμου: Αυτό είναι ένα αντι-σπασμοδικό το οποίο χαλαρώνει τους μύες του εντέρου, μειώνοντας πιθανόν τα συμπτώματα του ΣΕΕ.
  • Γνωστική Συμπεριφορική Θεραπεία: Αυτή η θεραπεία ομιλίας βοηθά τα άτομα να αναγνωρίσουν και να αλλάξουν τα άσχημα μοτίβα σκέψεων και συμπεριφοράς που ίσως συμβάλουν στο ΣΕΕ.
  • Βελονισμός: Έρευνες υποδηλώνουν πως ο βελονισμός ίσως να ανακουφίζει από τα συμπτώματα του ΣΕΕ με το να διεγείρει συγκεκριμένα σημεία που βοηθούν στην ρύθμιση του πεπτικού συστήματος.

Είναι κρίσιμο να συμβουλευτείτε ένα πάροχο υγειονομικής φροντίδας για να καθορίσετε το καλύτερο σχέδιο θεραπείας για την διαχείριση των συμπτωμάτων και την βελτίωση της ποιότητας της ζωής.

Η αυξημένη χρήση του διαδικτύου διαταράσσει σημαντικά τμήματα του εγκεφάλου των εφήβων

Το διαδίκτυο καθορίζει τον κύκλο της ενημέρωσης και αγγίζει σχεδόν κάθε κομμάτι της ζωής μας – από την επικοινωνία με τους φίλους μας και την οικογένειά μας έως και την εύρεση εργασίας. Αυτή η γενιά εφήβων ξεχωρίζει από τις προηγούμενες γενιές εξαιτίας του γεγονότος ότι είναι βυθισμένοι σε ένα εικονικό κόσμο, εντελώς διαφορετικό από την πραγματικότητα. Πολλοί είναι οι έφηβοι που έχουν εθιστεί.

Έρευνα του Statista του 2023 βρήκε πως οι έφηβοι στις ΗΠΑ περνούν κατά μέσο όρο 4,8 ώρες στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης καθημερινά, με τα κορίτσια να ξοδεύουν κατά μέσο όρο 5,3 ώρες και τα αγόρια 4,4 ώρες.

«Η υπερβολική και εθιστική χρήση της οθόνης είναι η πιο μεγάλη και συνηθισμένη ανησυχία των γονιών για τα παιδιά τους, και νομίζω πως είναι ώρα να ξεκινήσουμε να διδάσκουμε τα παιδιά όσο δυνατόν νωρίτερα για τους κινδύνους της ανθυγιεινής και άσκοπης χρήσης της οθόνης», είπε στους Epoch Times ο Άντονυ Ανζαλόνε, κλινικός ψυχολόγος στο Stony Brook Medicine.

Οι επιπτώσεις στην ανάπτυξη του εφηβικού εγκεφάλου

Οι επιστήμονες έχουν αρχίσει να ερευνούν τις συνέπειες τού να ζει κανείς τη ζωή του στο διαδίκτυο και αυτό που ανακάλυψαν είναι αποθαρρυντικό.

Μια συστηματική αναθεώρηση από το Πανεπιστημιακό Κολέγιο του Λονδίνου, που δημοσιεύτηκε τον Ιούνιο στο περιοδικό PLOS Mental Health, εξέτασε 12 μελέτες που αφορούσαν 237 νέους ηλικίας 10 έως 19 ετών, οι οποίοι είχαν διαγνωστεί με εθισμό στο διαδίκτυο μεταξύ του 2013 και του 2023. Και οι 12 μελέτες είχαν διεξαχθεί σε χώρες της Ασίας.

Οι ερευνητές καθόρισαν τον εθισμό στο διαδίκτυο ως ανικανότητα αντίστασης στη χρήση του διαδικτύου, η οποία επηρεάζει αρνητικά την ψυχική ευημερία, καθώς επίσης και την κοινωνική, μαθησιακή και εργασιακή ζωή.

Όλες οι μελέτες που εξετάστηκαν είχαν χρησιμοποιήσει λειτουργική απεικόνιση μαγνητικού συντονισμού (functional magnetic resonance imaging – fMRI) για να εξετάσουν πώς οι περιοχές του εγκεφάλου αλληλεπιδρούν μεταξύ τους (λειτουργική συνδεσιμότητα) στους συμμετέχοντες, όταν ξεκουράζονται και όταν εκτελούν μια εργασία. Τα αποτελέσματα φάνηκαν σε πολλαπλές περιοχές του εφηβικού εγκεφάλου.

Οι μελέτες είχαν δείξει ένα μείγμα αυξημένης και μειωμένης δραστηριότητας σε σημεία του εγκεφάλου που ενεργοποιούνται κατά την ξεκούραση, μαζί με μια γενική μείωση λειτουργικής συνδεσιμότητας σε σημεία του εγκεφάλου που χρησιμοποιούνται όταν σκεπτόμαστε.

Τα ευρήματα υποδεικνύουν ότι αυτές οι αλλαγές οδηγούν σε εθιστικές συμπεριφορές και τάσεις στους εφήβους, καθώς και σε αλλαγές στη συμπεριφορά τους που συνδέονται με τη νοητική ικανότητα, τον φυσικό συντονισμό και την ψυχική υγεία και ανάπτυξη.

Λειτουργικές αλλαγές στον εγκέφαλο

Άλλη μελέτη, η οποία δημοσιεύθηκε το 2023 στο περιοδικό JAMA Pediatrics, ερεύνησε μια ομάδα 169 μαθητών Γυμνασίου σε προάστιο της Βόρειας Καρολίνας, χωρίζοντάς τους σε υπο-ομάδες ανάλογα με το πόσο συχνά ανέφεραν ότι χρησιμοποιούσαν το Facebook, το Instagram και το Snapchat.

Η ομάδα τακτικών χρηστών ήλεγχε τις εφαρμογές 15 ή περισσότερες φορές ημερησίως, οι μέτριοι χρήστες από 1 έως και 14 φορές και οι μη τακτικοί χρήστες λιγότερο από μια φορά την ημέρα.

‘Εγιναν τρεις σαρώσεις του εγκεφάλου των παιδιών ανά έτος περίπου, την ώρα που εκείνα έπαιζαν ένα βιντεοπαιχνίδι που τους πρόσφερε επιβράβευση και τιμωρία με τη μορφή προσώπων που χαμογελούσαν ή ήταν θλιμμένα.

Ενώ έπαιζαν το παιχνίδι, οι τακτικοί χρήστες επέδειξαν αλλαγές στις περιοχές του εγκεφάλου που συνδέονται με την επεξεργασία της επιβράβευσης, οι οποίες συνήθως αντιδρούν σε καταστάσεις όπως η απόκτηση χρημάτων ή η ανάληψη ρίσκου. Δυσκολεύονταν, επίσης, να ελέγξουν παρορμητικές ή τακτικές συμπεριφορές.

Τα ευρήματα υποδεικνύουν πως οι έφηβοι που μεγαλώνουν κοιτάζοντας συχνότερα τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης γίνονται υπερευαίσθητοι στις αντιδράσεις των άλλων παιδιών. Φάνηκε, επίσης, ότι μειώνεται σταδιακά η ευχαρίστηση που λαμβάνουν από τα γνωστά τους ερεθίσματα επιβράβευσης, κάτι το οποίο δημιουργεί την ανάγκη να επιτείνουν την αναζήτησης επιβράβευσης, προκειμένου να φθάσουν στο παλαιότερο επίπεδο θετικών συναισθημάτων.

Ωστόσο, η επίδραση της τακτικής χρήσης εξαρτάται και από το άτομο, επισημαίνουν οι συγγραφείς.

Σε κάποια παιδιά, η χρήση μπορεί να γίνει «παρορμητική και προβληματική», ενώ άλλα «επιδεικνύουν μία προσαρμοστική συμπεριφορά, η οποία τους επιτρέπει να κινούνται πιο άνετα στο ολοένα αυξανόμενο εικονικό περιβάλλον», προσθέτουν.

Σημάδια αναστάτωσης

Ο Ανζαλόνε είπε πως, ακριβώς όπως και με τα άλλα είδη εθισμού, οι άνθρωποι που είναι εθισμένοι στο διαδίκτυο τείνουν να παρουσιάζουν ένα μοτίβο συμπεριφοράς που μειώνει την καθημερινή τους λειτουργία, όπως την υπερβολική χρήση της οθόνης και τα συμπτώματα στέρησης όταν δεν είναι δυνατή η χρήση της οθόνης.

Άλλα χαρακτηριστικά του εθισμού στο διαδίκτυο, που πρέπει να σημειωθούν, είναι τα παρακάτω:

  • Αδυναμία μείωσης του χρόνου που περνούν στο διαδίκτυο
  • Έλλειψη ενδιαφέροντος για άλλες δραστηριότητες
  • Παρατεταμένη χρήση της οθόνης παρά τα προβλήματα στον πραγματικό κόσμο
  • Χρήση του παιχνιδιού για την αντιμετώπιση της αρνητικής διάθεσης
  • Διακινδύνευση μιας εργασιακής, σχολικής ή διαπροσωπικής σχέσης λόγω χρήσης της οθόνης

Αντιμετώπιση

Σύμφωνα με τον Ανζαλόνε, η αντιμετώπιση του εθισμού στο διαδίκτυο των εφήβων απαιτεί ισχυρή οικογενειακή ενασχόληση.

Σημείωσε πως οι γνώσεις μας σχετικά με την αντιμετώπιση του εθισμού στο διαδίκτυο υποδεικνύουν ότι χρειάζεται ένας συνδυασμός των παρακάτω:

  • οικογενειακή θεραπεία, «ώστε να εδραιωθεί μία αποτελεσματική επικοινωνία και συνεργασία μεταξύ των γονέων/κηδεμόνων και των παιδιών»
  • νέες δραστηριότητες, προς αντικατάσταση της «βλαβερής χρήσης των μέσων»
  • γνωσιακή συμπεριφορική θεραπεία (cognitive behavioral therapy – CBT), για την αντιμετώπιση των στρεβλώσεων που μπορεί να έχουν οι ασθενείς σχετικά με τον εαυτό τους ή τη χρήση της οθόνης

Η CBT βασίζεται στην ιδέα ότι ο τρόπος σκέψης μας επηρεάζει τα συναισθήματα και τη συμπεριφορά μας. Η οικογενειακή θεραπεία είναι ένα είδος ομιλητικής θεραπείας, η οποία εστιάζει στη βελτίωση των σχέσεων μεταξύ των μελών της οικογένειας και η οποία μπορεί να βοηθήσει στην αντιμετώπιση συγκεκριμένων ζητημάτων ψυχικής υγείας ή συμπεριφοράς.

Συστηματική αναθεώρηση και μετα-ανάλυση 57 τυχαίων ελεγχόμενων δοκιμών βρήκαν ότι η CBT, σε συνδυασμό με άλλες θεραπείες, ξεχωρίζει όσον αφορά την αποτελεσματική αντιμετώπιση του εθισμού στο διαδίκτυο.

«Σε πολλές περιπτώσεις, ο εθισμός στο διαδίκτυο είναι το σύμπτωμα και όχι το αίτιο του προβλήματος, επομένως είναι απαραίτητο να αντιμετωπίσουμε τυχόν υποκείμενες καταστάσεις ψυχικής υγείας που μπορεί να το επιδεινώνουν, όπως η κατάθλιψη, το άγχος ή η ΔΕΠΥ (διαταραχή ελλειμματικής προσοχής/υπερκινητικότητας -attention-deficit/hyperactivity disorder ADHD)», πρόσθεσε ο Ανζαλόνε.

Ωστόσο, επεσήμανε πως, σε σοβαρές περιπτώσεις, ίσως απαιτείται και μια «ψηφιακή αποτοξίνωση», κατά τη διάρκεια της οποίας η έκθεση σε περιττή χρήση οθόνης σταδιακά μειώνεται, και επιμελείς συνήθειες και καλύτερης ποιότητας δραστηριότητες αντικαθιστούν τη συνεχή ψηφιακή διέγερση. Μόνο μετά από αυτή την αποτοξίνωση είναι ασφαλές για τα παιδιά να ξαναρχίσουν να χρησιμοποιούν την τεχνολογία.

Πρόληψη

Ο Ανζαλόνε συστήνει στους γονείς να διδαχθούν πόσο βλαβερή είναι η αυξημένη χρήση της οθόνης για τα παιδιά και να εξοπλιστούν με εργαλεία που θα τους βοηθήσουν να μεγαλώσουν τα παιδιά με υγιείς συνήθειες χρήσης οθόνης, από τα οποία το σημαντικότερο είναι η γονεϊκή υποστήριξη και η αλληλεπίδραση.

«Για τα παιδιά και τους εφήβους, τίποτα δεν υποκαθιστά τον ποιοτικό χρόνο που περνά ο γονέας με το παιδί του», είπε.

Πρόσθεσε ότι όσο περισσότερο βοηθούν οι γονείς τα παιδιά τους να εξερευνήσουν το περιβάλλον τους, τα ενθαρρύνουν να παίζουν έξω και παρέχουν στα παιδιά συναισθηματική και κοινωνική καθοδήγηση, βοηθώντας τα να συνδεθούν καλύτερα με τον κόσμο και να μάθουν να αντέχουν τις πιέσεις της ζωής, «τόσο λιγότερο θα τα βλέπουμε να αποκτούν διάφορες αρνητικές ή δυσλειτουργικές συμπεριφορές».

Του George Citroner

Μετάφραση: Βλαδίμηρος Αλεξάντρωφ

Επιμέλεια: Αλία Ζάε

Φάρμακο για τον διαβήτη μπορεί να βοηθήσει στην καταπολέμηση του καρκίνου του πνεύμονα σε υπέρβαρους ασθενείς

Ένα κοινό φάρμακο για τον διαβήτη μπορεί να προσφέρει νέες ελπίδες στους υπέρβαρους ασθενείς που μάχονται με τον καρκίνο του πνεύμονα.

Οι ερευνητές βρήκαν ότι η μετφορμίνη, ένα φάρμακο που χρησιμοποιείται εδώ και δεκαετίες για τον έλεγχο του σακχάρου στο αίμα, θα μπορούσε να βελτιώσει την έκβαση της ανοσοθεραπείας και να παρατείνει τη ζωή των ασθενών με καρκίνο του πνεύμονα που έχουν μερικά κιλά παραπάνω.

Ο καρκίνος του πνεύμονα είναι επί του παρόντος η κύρια αιτία θανάτου των Αμερικανών με καρκίνο, και σχεδόν 235.000 νέα κρούσματα διαγιγνώσκονται κάθε χρόνο. Για το 2024, η εκτίμηση των θυμάτων της συγκεκριμένης νόσου ανερχόταν στους 125.070, σύμφωνα με δεδομένα από την Αμερικανική Αντικαρκινική Εταιρεία.

«Η μελέτη μας […] υποδηλώνει ότι η μετφορμίνη μπορεί να επηρεάσει θετικά την έκβαση της θεραπείας για τους υπέρβαρους και παχύσαρκους ασθενείς με καρκίνο του πνεύμονα διορθώνοντας τις αρνητικές επιπτώσεις που επιβάλει η πάθηση στην αντικαρκινική ανοσοαπόκριση», είπε στην Epoch Times ο Τζόσεφ Μπάρμπι, επίκουρος καθηγητής ογκολογίας στο Τμήμα Ανοσολογίας του Roswell Park και επικεφαλής συν-συγγραφέας της μελέτης.

Πρόσθεσε ότι απαιτείται περισσότερη έρευνα για να δοκιμαστεί η επίδραση της μετφορμίνης σε συνδυασμό με άλλα φάρμακα κατά του καρκίνου του πνεύμονα σε υπέρβαρους καρκινοπαθείς ασθενείς.

Αντικαρκινικά οφέλη της μετφορμίνης

Επιστήμονες στο Ολοκληρωμένο Αντικαρκινικό Κέντρο Roswell Park (Roswell Park Comprehensive Cancer Center), στο Μπάφαλο της Νέας Υόρκης, υποθέτουν ότι τα αντικαρκινικά οφέλη της μετφορμίνης μπορεί να είναι ιδιαίτερα εμφανή στους ασθενείς με καρκίνο του πνεύμονα οι οποίοι είναι υπέρβαροι ή παχύσαρκοι. Αυτή η θεωρία υποστηρίζεται από στοιχεία δύο δεκαετιών που συνδέουν τη μετφορμίνη με μειωμένη καρκινική πρόοδο.

Οι ερευνητές εντυπωσιάστηκαν από παλαιότερες κλινικές δοκιμές, οι οποίες συχνά περιελάμβαναν ασθενείς κανονικού βάρους και δεν επεδείκνυαν ξεκάθαρα αντικαρκινικά οφέλη. Πρότειναν πως η συμπερίληψη ως επί το πλείστον κανονικού βάρους ασθενών πιθανόν να απέκρυψε πιο ισχυρά στοιχεία όσον αφορά την επίδραση του φαρμάκου σε συγκεκριμένους πληθυσμούς, ειδικότερα αυτούς που είναι υπέρβαροι ή παχύσαρκοι.

Για τη νέα τους μελέτη, η οποία δημοσιεύθηκε στο Περιοδικό του Εθνικού Αντικαρκινικού Ινστιτούτου (Journal of the National Cancer Institute), οι ερευνητές ανέλυσαν δεδομένα από δύο ξεχωριστές ομάδες ασθενών. Η πρώτη περιελάμβανε 511 υπέρβαρους ασθενείς με δείκτη μάζας σώματος (ΔΜΣ) άνω του 25, και 232 ασθενείς με ΔΜΣ κάτω του 25, το οποίο θεωρείται το υγιές όριο. Όλοι οι συμμετέχοντες υποβλήθηκαν σε εγχείρηση.

Στη δεύτερη ομάδα, εστίασαν στον αντίκτυπο της μετφορμίνης πάνω στην παράταση της ζωής των ασθενών, χωρίς πρόοδο του καρκίνου, ανάμεσα σε 284 υπέρβαρους ασθενείς συγκριτικά με 184 όχι υπέρβαρους ασθενείς οι οποίοι έλαβαν ανοσοθεραπεία, ένα είδος αντικαρκινικού φαρμάκου.

«Η δουλειά μας δείχνει ότι η αντικαρκινική επίδραση της μετφορμίνης είναι ενεργή μόνο στην περίπτωση της παχυσαρκίας», είπε σε δήλωση Τύπου ο Δρ Σάι Γιενταμούρι, επικεφαλής στρατηγικής και επικεφαλής θωρακικής χειρουργικής στο Ολοκληρωμένο Αντικαρκινικό Κέντρο του Roswell Park και επικεφαλής συγγραφέας της μελέτης. «Παρατηρήσαμε πιο μακροχρόνια παράταση χωρίς υποτροπή σε υπέρβαρους ασθενείς, οι οποίοι πήραν μετφορμίνη και υποβλήθηκαν σε εγχείρηση.»

Η μετφορμίνη μπορεί να βοηθήσει τους καρκινοπαθείς ασθενείς, ειδικά αυτούς που είναι υπέρβαροι, με τρεις τρόπους:

• Μειωμένη υποτροπή του καρκίνου: Για τα υπέρβαρα άτομα που υποβλήθηκαν σε εγχείρηση για αφαίρεση τμήματος του πνεύμονα (λοβεκτομή), η μετφορμίνη συνδέθηκε με λιγότερες πιθανότητες επανεμφάνισης του καρκίνου.

• Επιβράδυνση της ανάπτυξης του όγκου: Η μετφορμίνη επιβράδυνε την ανάπτυξη του όγκου σε υπέρβαρα ποντίκια, επηρεάζοντας το ανοσοποιητικό σύστημα.

• Βελτιωμένη ανοσοθεραπεία: Η μετφορμίνη ήταν πιο αποτελεσματική στην αντιμετώπιση του καρκίνου σε υπέρβαρα ποντίκια και ανθρώπους όταν συνδυάστηκε με ανοσοθεραπεία.

«Είναι γνωστό ότι η παχυσαρκία  επηρεάζει αρνητικά το ανοσοποιητικό σύστημα με τρόπους που  υπονομεύουν την αποτελεσματική αντικαρκινική ανοσία και προάγουν δυσμενή αποτελέσματα», είπε ο Μπάρμπι. «Σε προηγούμενη εργασία, καταφέραμε να συσχετίσουμε τη σπλαχνική ή κεντρική παχυσαρκία με επιθετική ασθένεια και ανοσοποιητική δυσλειτουργία σε ασθενείς με καρκίνο του πνεύμονα και προ-κλινικά καρκινικά μοντέλα.»

Μηχανισμός δράσης

Σε προ-κλινικές μελέτες, η μετφορμίνη φαίνεται να επιβραδύνει την ανάπτυξη όγκων και να αντιστρέφει την ανοσοκαταστολή που προκαλείται από την παχυσαρκία. Ο συνδυασμός της μετφορμίνης με έναν αναστολέα ανοσοποιητικού σημείου ελέγχου οδήγησε σε ενισχυμένο έλεγχο της ανάπτυξης του όγκου, παρόλο που αυτά τα αποτελέσματα παρατηρήθηκαν κυρίως σε παχύσαρκους ασθενείς.

«Σε παχύσαρκους ή υπέρβαρους ασθενείς, η μετφορμίνη φαίνεται να αλλάζει την ισορροπία μεταξύ των ανοσοκατασταλτικών μηχανισμών και αυτών που ενεργοποιούν τις διαδικασίες εξόντωσης των όγκων», εξήγησε ο Μπάρμπι σε δήλωση Τύπου.

Παλαιότερη έρευνα έχει δείξει ότι οι χρήστες μετφορμίνης γενικά έχουν λιγότερες πιθανότητες να αναπτύξουν θανατηφόρο νόσο, ενώ μια μελέτη που διεξήχθη σε ποντίκια ανακάλυψε ότι η μετφορμίνη μπορεί επίσης να αποτρέψει την ανάπτυξη όγκων του πνεύμονα που σχετίζονται με τη χρήση καπνού.

Τα ευρήματα οδηγούν σε νέα κλινική δοκιμή

Οι ερευνητές σκοπεύουν να εμπνεύσουν τις μελλοντικές μελέτες υπογραμμίζοντας τις πιθανές θεραπευτικές αγωγές που περιέχουν μετφορμίνη, για να βελτιώσουν την κλινική έκβαση σε πληθυσμούς που βρίσκονται σε κίνδυνο.

Βασισμένη σε αυτά τα ευρήματα, η ερευνητική ομάδα έχει σχεδιάσει μια κλινική δοκιμή φάσης 2, τη  φάση της κλινικής έρευνας που αξιολογεί μια νέα ιατρική αγωγή, όπως ένα φάρμακο ή μια θεραπεία. Η δοκιμή είναι σχεδιασμένη να αξιολογήσει τη δυνατότητα της μετφορμίνης για πρόληψη του καρκίνου του πνεύμονα σε υπέρβαρα ή παχύσαρκα άτομα υψηλού κινδύνου. Σύμφωνα με τους ερευνητές του Roswell Park, το κέντρο είναι μόλις ένα από τα τρία σημεία στις ΗΠΑ και τον Καναδά που προσφέρουν αυτήν τη δοκιμή και χρηματοδοτείται από το Εθνικό Αντικαρκινικό Ινστιτούτο.

Ο Μπάρμπι είπε ότι η κατανόηση των επιπτώσεων του περιττού βάρους και σωματικού λίπους στην πρόοδο της ασθένειας και τη λειτουργία του ανοσοποιητικού είναι καίρια για την αποτελεσματική αντιμετώπιση του καρκίνου του πνεύμονα και τον σχεδιασμό νέων θεραπειών για μια διαφορετική ομάδα ασθενών.

«Αν και η μελέτη μας εστίασε στον καρκίνο του πνεύμονα», συνέχισε λέγοντας ο Μπάρμπι, «είναι πιθανό η μετφορμίνη να έχει παρόμοια αποτελέσματα και σε άλλες κακοήθειες.» Από τη στιγμή που οι αλλαγές που προκαλούνται από το φάρμακο σε μοντέλα παχύσαρκων ασθενών με καρκίνο του πνεύμονα αναμένεται να βελτιώσουν γενικά τις αντικαρκινικές ανοσολογικές αποκρίσεις, πρόσθεσε ότι «οι επόμενες μελέτες θα πρέπει να ερευνήσουν αυτή την πιθανότητα.»

 

 

Σαρώσεις εγκεφάλου ύστερα από μερικές μέρες τραυματισμού αυχένα μπορούν να προβλέψουν χρόνιο άλγος

Νέα μελέτη υποδηλώνει ότι οι επιστήμονες μπορούν να προβλέψουν την ανάπτυξη χρόνιου πόνου μόλις τρεις μέρες μετά από αυχενικό διάστρεμμα  – έναν τραυματισμό που προκαλείται από την απότομη και βίαιη κάμψη του αυχένα προς τα εμπρός και μετά προς τα πίσω – αναλύοντας τα μοτίβα δραστηριότητας του εγκεφάλου και τα επίπεδα άγχους.

Το αυχενικό διάστρεμμα είναι ένα τραυματισμός του αυχένα που προκαλείται συνήθως από την πρόσκρουση ενός αντικειμένου ή άλλου οχήματος στο πίσω μέρος του αυτοκινήτου και λιγότερο συχνά προκαλείται από τραυματισμούς σε αθλήματα, σωματική βία και άλλα τραύματα.

Πάνω από 3,3 εκατομμύρια ενήλικες στις ΗΠΑ επί του παρόντος βιώνουν χρόνιο πόνο ως αποτέλεσμα αυχενικού διαστρέμματος, καθιστώντας το ένα σοβαρό ζήτημα δημόσιας υγείας.

«Το χρόνιο άλγος παραμένει μια μεγάλη πηγή αναπηρίας και βασάνου παγκοσμίως, κουβαλώντας τεράστιο υγειονομικό και κοινωνικό κόστος», αναφέρουν οι συγγραφείς της μελέτης.

 

Καίριες περιοχές του εγκεφάλου δείχνουν πρώιμα προειδοποιητικά σημάδια

Η έρευνα, που δημοσιεύθηκε στο περιοδικό Nature Mental Health, εστιάζει στην επικοινωνία μεταξύ δύο κρίσιμων περιοχών του εγκεφάλου: τον ιππόκαμπο, ο οποίος λειτουργεί ως το κέντρο μνήμης του εγκεφάλου, και τον εγκεφαλικό φλοιό, ο οποίος είναι υπεύθυνος για την επικαιροποίηση της μακροχρόνιας μνήμης.

Αυξημένη επικοινωνία μεταξύ αυτών των δύο περιοχών τις ακόλουθες ημέρες μετά τον τραυματισμό σχετίζεται σημαντικά με την ανάπτυξη χρόνιου πόνου, σύμφωνα με την μελέτη.

«Παρότι οι υποκείμενοι μηχανισμοί του χρόνιου άλγους δεν κατανοούνται ακόμη πλήρως, υπάρχει η υπόθεση ότι τα κυκλώματα συναισθηματικής εκμάθησης του εγκεφάλου παίζουν σημαντικό ρόλο στην ανάπτυξη και επιμονή του χρόνιου άλγους», αναφέρουν οι συγγραφείς.

Αυτά τα «κυκλώματα» εστιάζουν στον ιππόκαμπο του εγκεφάλου, ο οποίος είναι «υπεύθυνος για την επικαιροποίηση των νέων αναμνήσεων σε μακροχρόνιες», είπε σε δήλωση ο Πάουλο Μπράνκο, επίκουρος καθηγητής αναισθησιολογίας και ιατρικής πόνου στην Σχολή Ιατρικής του Βορειοδυτικού Πανεπιστημίου του Φάινμπεργκ (Northwestern University Feinberg School of Medicine) και πρώτος συγγραφέας της μελέτης.

Όσο πιο πολύ «μιλάει» ο ιππόκαμπος στον φλοιό, τόσο πιο πιθανό είναι για το άτομο να αναπτύξει χρόνιο άλγος, πρόσθεσε.

 

Τα επίπεδα άγχους παίζουν κρίσιμο ρόλο

Η έρευνα επίσης αναγνώρισε το άγχος ως κρίσιμο παράγοντα.

Στην μελέτη, οι ασθενείς που παρουσίασαν υψηλότερα επίπεδα άγχους αμέσως μετά το ατύχημά τους έδειξαν μεγαλύτερη πιθανότητα ανάπτυξης χρόνιου πόνου. «Εάν η ανάμνηση έχει υψηλή συναισθηματική σημασία, τότε κάνει αυτούς τους ασθενείς να σχετίζουν αυτή την κίνηση με πόνο», είπε ο Μπράνκο.

Αυτός ο σύνδεσμος μεταξύ αυξημένης εγκεφαλικής συνδεσιμότητας και άγχους υπογραμμίζει τις περίπλοκες διεργασίες που εμπεριέχονται στο πως αντιλαμβανόμαστε τον πόνο.

«Ενώ συχνά σκεφτόμαστε τον πόνο ως κάτι σχετικό μονάχα με έναν τραυματισμό, στην ουσία είναι ο εγκέφαλος που δημιουργεί την εμπειρία του πόνου», σημείωσε ο Μπράνκο. «Ο εγκέφαλος παίρνει την απόφαση για το εάν κάποια κίνηση θα πρέπει να είναι επίπονη ή όχι.»

Οι συγγραφείς επίσης δεν βρήκαν καμία σημαντική σχέση μεταξύ των επιπέδων του στρες και την ανάπτυξη χρόνιου πόνου.

 

Μετατόπιση της εστίασης από την αντιμετώπιση στην πρόληψη

Οι ερευνητές υποστηρίζουν ότι η κατανόηση του χρόνου εμφάνισης του χρόνιου πόνου θα μπορούσε να αλλάξει τα δεδομένα αντιμετώπισης από την επικέντρωση στην θεραπεία σε αυτή της πρόληψης.

«Τώρα που γνωρίζουμε ότι υπάρχει αυτή η κρίσιμη χρονική περίοδος όταν αυτό συμβαίνει, μπορούμε να επικεντρώσουμε τις προσπάθειες αντιμετώπισης σε αυτό το αρχικό στάδιο για να αποτρέψουμε τον χρόνιο πόνο αντί να προσπαθήσουμε να τον θεραπεύσουμε, κάτι το οποίο είναι πολύ πιο δύσκολο», είπε σε δήλωση τύπου ο Απκάρ Β. Απκαριάν, διευθυντής του Κέντρου Μεταφραστικής Έρευνας Πόνου και αλληλογραφών συγγραφέας.

«Εφόσον το άγχος παίζει σημαντικό ρόλο για τις αλλαγές στον εγκέφαλο, στοχεύοντας το άγχος αμέσως μετά τον τραυματισμό ίσως μπορέσει να σταματήσει αυτές τις αλλαγές, πιθανώς μέσα από φάρμακα κατά του άγχους ή άλλα», πρόσθεσε ο Απκαριάν.

Η έρευνα θα μπορούσε να ανοίξει νέες πιθανότητες για θεραπείες εστιασμένες στην δραστηριότητα και συνδεσιμότητα του ιππόκαμπου, σημείωσε.

 

Η έναρξη του πόνου εντοπίστηκε στη στιγμή του τραυματισμού

Η μεγάλης κλίμακας διαχρονική μελέτη, που διεξήχθη σε συνεργασία με το Ινστιτούτο Τεχνολογίας Technion-Israel και το Πανεπιστήμιο McGill, παρακολούθησε περισσότερους από 200 ασθενείς με αυχενικό διάστρεμμα από τον Μάρτιο του 2016 έως τον Δεκέμβριο του 2021. Από αυτούς τους συμμετέχοντες, οι 177 υποβλήθηκαν σε μαγνητική τομογραφία (ΜΤ) εντός τριών ημερών από τον τραυματισμό.

Αυτός ο πληθυσμός ασθενών παρείχε στους ερευνητές την ευκαιρία να μελετήσουν τις πρώιμες αλλαγές στον εγκέφαλο, καθώς μπόρεσαν να ανιχνεύσουν με ακρίβεια την έναρξη του πόνου στην στιγμή του ατυχήματος. Οι ερευνητές παρακολούθησαν τα επίπεδα πόνου των ασθενών για πάνω από 12 μήνες για να καθορίσουν το ποιός ανέπτυξε χρόνιο πόνο και ποιός ανέκαμψε.

Η ερευνητική ομάδα σχεδιάζει να εξερευνήσει περαιτέρω τους μηχανισμούς που οδηγούν την αντίδραση του ιππόκαμπου στον τραυματισμό, εξετάζοντας διάφορους φυσιολογικούς και ψυχολογικούς παράγοντες οι οποίοι θα μπορούσαν να επηρεάσουν αυτές τις αλλαγές. Ο στόχος τους είναι να αναπτύξουν μια πρώιμη παρέμβαση η οποία θα μπορεί αποτελεσματικά να στοχεύσει τις δυσλειτουργικές αποκρίσεις.

Οι επιπτώσεις αυτής της έρευνας εκτείνονται πέρα από την ατομική περίθαλψη του ασθενούς. Ο χρόνιος πόνος θέτει σημαντικές προκλήσεις όχι μόνο στα άτομα που επηρεάστηκαν αλλά και στην κοινωνία ως σύνολο, και μπορεί να οδηγήσει σε αυξημένη εξάρτηση σε οπιοειδή, συνεισφέροντας στην παγκόσμια επιδημία οπιοειδών. Τα αποτελέσματα αυτής της έρευνας θα μπορέσουν να ενημερώσουν νέες προληπτικές στρατηγικές για την βελτίωση της ποιότητας ζωής αυτών που ζουν με χρόνιο πόνο.

Αυτισμός και οθόνες

Ο ρυθμός εμφάνισης του αυτισμού στις ΗΠΑ ανεβαίνει, όπως επίσης και ο ρυθμός των ανθρώπων που είναι εθισμένοι στα κινητά τηλέφωνα (smartphones), τα ηλεκτρονικά παιχνίδια (gaming) και στο διαδίκτυο.

Τώρα, υπάρχουν αποδείξεις ότι η πρώιμη έκθεση σε ένα από τα παραπάνω συνδέεται σημαντικά με τον αυτισμό.

Έρευνες σε παιδιά της Αυστραλία αποκαλύπτουν μια περίπλοκη σχέση μεταξύ του χρόνου που περνούν οι μικρές ηλικίες μπροστά από τις οθόνες, των κοινωνικών παραγόντων και των διαγνώσεων διαταραχής αυτιστικού φάσματος .

Μια μεγάλη μελέτη βρήκε ότι τα παιδιά που περνούσαν περισσότερες από 14 ώρες την εβδομάδα κοιτάζοντας οθόνες πριν την ηλικία των 2 ετών διαγνώστηκαν μέχρι την ηλικία των 12 ετών με διαταραχές του φάσματος του αυτισμού (autism spectrum disorder – ASD) σε μεγαλύτερο ποσοστό από όσα περνούσαν λιγότερο χρόνο ή και καθόλου, υποδεικνύοντας την ανάγκη για περαιτέρω έρευνα σχετικά με τα μοτίβα ανάπτυξης της πρώιμης παιδικής ηλικίας.

80% αύξηση κινδύνου εμφάνισης αυτισμού μέχρι την ηλικία των 12 ετών

Τα ευρήματα, που δημοσιεύτηκαν στο περιοδικό JAMA Pediatrics, προέρχονται από τη Διαχρονική Μελέτη των Παιδιών της Αυστραλίας, η οποία παρακολούθησε την ανάπτυξη 5.107 παιδιών. Ερευνητές ανέλυσαν τη χρήση της τηλεόρασης, του βίντεο και του διαδικτύου στην ηλικία των 2 ετών, συγκρίνοντας τη με μετέπειτα διαγνώσεις ASD μεταξύ των 6 και 12 ετών.

Τα παιδιά που ξεπερνούσαν τις 14 ώρες μπροστά από μία οθόνη εβδομαδιαίως πριν την ηλικία των 2 ετών έδειξαν 80% μεγαλύτερη πιθανότητα διάγνωσης ASD μέχρι την ηλικία των 12 ετών σε σχέση με αυτά που είχαν μικρότερη έκθεση. Ωστόσο, οι ερευνητές αναγνώρισαν αρκετούς επιπλέον παράγοντες πέρα από τη χρήση οθόνης, όπως το φύλο του παιδιού και το μορφωτικό επίπεδο των γονέων.

Η μητρική εκπαίδευση και το οικογενειακό εισόδημα συνδέθηκαν επίσης με τον χρόνο χρήσης οθόνης, γράφουν οι ερευνητές, προτείνοντας ότι και αυτοί αποτελούν παράγοντες που επιδρούν στη διαμόρφωση του παιδιού.

Συνολικά, 145 παιδιά της μελέτης διαγνώστηκαν με ASD μέχρι την ηλικία των 12 ετών. Η μελέτη επιβεβαίωσε τα ήδη υπάρχοντα μοτίβα φύλου, με τα αγόρια να παρουσιάζουν τετραπλό ποσοστό διάγνωσης σε σχέση με τα κορίτσια.

Παρόλο που η έρευνα δεν αποδεικνύει ότι η υπερβολική χρήση της οθόνης προκαλεί αυτισμό, επισημαίνει ωστόσο μια σχέση την οποία οι γονείς και οι πάροχοι υγείας  πρέπει να προσέξουν. «Οι κλινικοί ιατροί θα μπορούσαν να ρωτούν πόσο χρόνο περνά το παιδί μπροστά από μία οθόνη κατά την πρώιμη παιδική ηλικία ως μέρος μιας ευρύτερης αξιολόγησης της ανάπτυξης του παιδιού», αναφέρουν οι συγγραφείς της μελέτης.

Με αυτά τα ευρήματα, οι ειδικοί προτρέπουν τους γονείς να δώσουν προσοχή στον χρόνο που αφιερώνουν τα παιδιά τους στις οθόνες, ιδίως τώρα που τα ψηφιακά μέσα γίνονται όλο και δημοφιλή.

Οι ερευνητές τόνισαν επίσης ότι η μείωση του χρόνου οθόνης για τα νήπια θα μπορούσε να τα βοηθήσει να έχουν πιο υγιή ανάπτυξη.

Πρώιμη έκθεση σε οθόνες και κίνδυνος αυτισμού

Η νέα έρευνα εγείρει σημαντικά ερωτήματα σχετικά με το πόσος χρόνος οθόνης είναι κατάλληλος για τα μικρά παιδιά. «Η υπερβολική χρήση μπορεί να επηρεάσει τις κοινωνικές δεξιότητες των νέων ατόμων καθώς και τις αλληλεπιδράσεις τους, με κάποια να δυσκολεύονται να κάνουν φίλους στην πραγματική ζωή ή να καλλιεργούν ψεύτικες φιλίες στο διαδίκτυο», είπε σε δήλωση Τύπου η Σαμπρίνα Μπάτλερ, επίκουρος καθηγήτρια διδασκαλίας συμβουλευτικής και εκπαίδευσης συμβούλων στην Σχολή Εκπαίδευσης του Πανεπιστημίου Συρακουσών, η οποία δεν σχετίζεται με τη μελέτη.

Προηγούμενη έρευνα παρέχει το πλαίσιο για αυτά τα ευρήματα. Άλλη μια μελέτη των JAMA Pediatrics συνδέει την πρώιμη έκθεση στις οθόνες με μετέπειτα προκλήσεις της αισθητηριακής επεξεργασίας. «Αυτά τα ευρήματα υποδηλώνουν ότι η έκθεση στα ψηφιακά μέσα μπορεί να είναι πιθανός παράγοντας κινδύνου για την ανάπτυξη μη τυπικών αισθητηριακών προφίλ», ανέφεραν οι συγγραφείς της μελέτης.

Διαφοροποιήσεις στην αισθητήρια επεξεργασία – περιλαμβάνοντας την ευαισθησία σε εικόνες, ήχους, μυρωδιές, γεύσεις, αφή, ισορροπία και επίγνωση του σώματος – συχνά εμφανίζονται σε άτομα εντός του φάσματος του αυτισμού.

Επιπρόσθετη έρευνα έχει καταγράψει το πώς η έκθεση σε οθόνες επηρεάζει τη χημεία του εγκεφάλου, προκαλώντας αλλαγές σε βασικούς νευροδιαβιβαστές όπως η μελατονίνη, η ντοπαμίνη, η ακετυλοχολίνη και το γ-αμινοβουτυρικό οξύ (gamma-aminobutyric acid – GABA). Η έλλειψη μελατονίνης, όταν δηλαδή το σώμα δεν παράγει αρκετή μελατονίνη, την ορμόνη που ευθύνεται κυρίως για τη ρύθμιση του κύκλου ύπνου-ξύπνιου, συχνά παρατηρείται σε άτομα που βρίσκονται εντός του αυτιστικού φάσματος.

Παρότι δεν υπάρχουν επί του παρόντος στοιχεία που να αποδεικνύουν ότι η συχνή χρήση οθόνης προκαλεί αυτισμό, οι ερευνητές προτείνουν να συζητείται ο  χρόνος οθόνης όταν γίνεται αξιολόγηση ανάπτυξης κατά την πρώιμη παιδική ηλικία.

Του George Citroner