Παρασκευή, 09 Μαΐ, 2025

Η αξία της μυθολογίας και οι συνέπειες της έλλειψής της

Υπάρχουν καθόλου κοινά στοιχεία ανάμεσα στον Ποσειδώνα και τον Πωλ Μπάνυαν, μυθολογικό ήρωα της αμερικανικής κουλτούρας;

Εκτός από μια εντυπωσιακή γενειάδα, αξιόλογη σωματική διάπλαση, από ένα μπλε ζώο – συνοδό  (ένα δελφίνι και ένα βόδι αντίστοιχα) και από ένα αιχμηρό όπλο ή εργαλείο (μια τρίαινα και ένα τσεκούρι), οι δύο αυτές μυθολογικές μορφές και αυτά που εκφράζουν διαφέρουν  σε θεμελιώδες επίπεδο.

Άγαλμα του Πωλ Μπάνυαν στο Μαγεμένο Δάσος, στο Ολντ Φορτζ της Νέας Υόρκης. Βιβλιοθήκη του Κογκρέσου. (Public Domain)

 

Τι είναι η μυθολογία;

Η λέξη «μυθολογία» παρουσιάζει μια δυσκολία. Η λέξη μπορεί να χρησιμοποιηθεί με πολλούς διαφορετικούς τρόπους, και αυτοί οι διάφοροι ορισμοί επικαλύπτονται σε κάποιο βαθμό, θολώνοντας περαιτέρω τα νερά. Η λέξη «μυθολογία μπορεί να αναφέρεται σε λαϊκά παραμύθια και μύθους ή σε απλές παράξενες ιστορίες που αναπτύσσονται σε έναν συγκεκριμένο χρόνο και τόπο.

Μερικές φορές η λέξη χρησιμοποιείται για να περιγράψει τις ιστορίες ενός πολιτισμού για την προέλευση ή την ίδρυσή του. Μπορεί επίσης να αναφέρεται σε μια συνολική αφήγηση που καθοδηγεί μια κοινωνία, όπως ο μύθος της προόδου. Σήμερα, χρησιμοποιείται συχνά για να περιγράψει, απλώς, κάτι μη αληθινό.

Τέλος, η μυθολογία μπορεί να σημαίνει τη χρήση της αφήγησης και της ποίησης για την ανακάλυψη και τη διερεύνηση βασικών μυστηρίων της ζωής και την πρόσβαση σε αλήθειες που δεν μπορούν να εκφραστούν σωστά με άλλα, πιο ορθολογιστικά μέσα.

Ο Διαφωτισμός και η ίδρυση της Αμερικής

Αυτός ο τελευταίος ορισμός της μυθολογίας – ένα σύνολο ιστοριών μέσω των οποίων ένας λαός αποκτά πρόσβαση σε αλήθειες, οι οποίες μεταφέρονται από γενιά σε γενιά – είναι η μυθολογία με την αρχαιότερη, βαθύτερη έννοια της. Και είναι αυτό που η Αμερική, μαζί με άλλες νεότερες χώρες, στερείται σε μεγάλο βαθμό.

Είναι αλήθεια ότι η Αμερική έχει ορισμένους μύθους γύρω από την ίδρυσή της ή τις ημέρες των πρώτων αποίκων ή την Άγρια Δύση. Θα μπορούσαμε να ισχυριστούμε ότι η Αμερική συνεχίζει να καθοδηγείται από μύθους με την έννοια των μεγάλων αφηγήσεων που διαμορφώνουν τον πολιτισμό μας. Αλλά όλα αυτά εμπίπτουν σε αυτό που θα μπορούσαμε να ονομάσουμε δευτερεύουσες μυθολογικές κατηγορίες. Η Αμερική δεν διαθέτει ένα σώμα μυθολογίας με την πρωτογενή έννοια, το είδος της μυθολογίας που διαθέτει η Ελλάδα ή η Ρώμη ή η Σκανδιναβία.

Paul Bunyan and Other Tales
Εξώφυλλο του βιβλίου «Tall Tales of America», 1958, με εικονογράφηση του Αλ Σμιτ. (Guild Press, Inc.)

 

Γιατί συμβαίνει αυτό; Εν μέρει, επειδή η Αμερική είναι μια σύγχρονη χώρα. Οι Ηνωμένες Πολιτείες ξεκίνησαν μετά την Επιστημονική Επανάσταση και τον Διαφωτισμό και επηρεάστηκαν έντονα και από τα δύο. Η διαφωτιστική σκέψη συχνά παραγνωρίζει τα ποιητικά, μυθολογικά ή θρησκευτικά μέσα ως οδηγούς για την αλήθεια. Σύμφωνα με την Εγκυκλοπαίδεια Φιλοσοφίας του Στάνφορντ, «οι φιλόσοφοι του Διαφωτισμού … τείνουν να έχουν μεγάλη εμπιστοσύνη στις διανοητικές δυνάμεις της ανθρωπότητας, τόσο για την επίτευξη συστηματικής γνώσης της φύσης όσο και για να χρησιμεύσουν ως έγκυρος οδηγός στην πρακτική ζωή. Αυτή η εμπιστοσύνη συνδυάζεται γενικά με καχυποψία ή εχθρότητα απέναντι σε άλλες μορφές ή φορείς εξουσίας (όπως η παράδοση, η δεισιδαιμονία, η προκατάληψη, ο μύθος και τα θαύματα).»

Η έμφαση που έδωσε ο Διαφωτισμός στην ορθολογική και επιστημονική γνώση δεν επέτρεψε να αναπτυχθούν οι πιο μυστικιστικοί τρόποι γνώσης, περιλαμβανομένης της ποίησης και του μύθου. Ως κληρονόμοι αυτού του νέου τρόπου σκέψης, οι Αμερικανοί δεν έχουν πρόσβαση στο μυστικιστικό πνεύμα από το οποίο επωφελούνται παλαιότεροι πολιτισμοί, όπως ο ελληνικός, ο ρωμαϊκός και ο σκανδιναβικός. Η μυθολογία δεν μπορεί να αναπτυχθεί σε μια κοινωνία που διαπνέεται από τη διαφωτιστική σκέψη.

Allegory of the sciences, Minerva and Chronos protecting the sciences against envy and ignorance
«Αλληγορία των επιστημών: η Αθηνά και ο Χρόνος προστατεύουν τις επιστήμες από τον Φθόνο και την Άγνοια» του Γιάκομπ Γιόρντενς (Jacob Jordaens), 1614-1616. Λάδι σε καμβά. Ιδιωτική συλλογή. (Public Domain)

 

Αν και η μυθολογία μπορεί να μην είναι αληθινή με την κυριολεκτική έννοια, εντούτοις εκφράζει ορισμένες διαχρονικές και οικουμενικές αλήθειες με έναν συναρπαστικό τρόπο – και ίσως πολύ καλύτερα από ό,τι θα έκαναν η επιστήμη ή η λογική από μόνες τους. Όπως γράφει ο καθηγητής λογοτεχνίας Τζον Σήνιορ (John Senior, 1923-1999), «στα περισσότερα από τα σοβαρά ζητήματα της ζωής, η επιστήμη, η διαλεκτική και η ρητορική είναι τυφλές – ο λόγος τους δεν μπορεί να διεισδύσει σε μυστήρια όπως ο έρωτας και ο πόλεμος ή γιατί ένας αμαρτωλός ελπίζει στη λύτρωση». Παρ’ όλες τις χρήσεις και τις δυνάμεις της, η επιστήμη δυσκολεύεται να εξερευνήσει αυτά τα μεγάλα ερωτήματα της ανθρώπινης ύπαρξης.

Όπως έγραψε πρόσφατα ο Τζέημς Σέηλ στην Epoch Times, η επιστήμη και η μυθολογία (ή ο Λόγος και ο Μύθος) θα έπρεπε να αλληλοσυμπληρώνονται, σαν δύο πυλώνες που συγκρατούν τον πολιτισμό. «Υπάρχει κάτι δραματικά ελλιπές στις γνώσεις μας, συνεπώς και στη ζωή μας, όταν αγνοούμε τη μία θεμελιώδη μορφή της ύπαρξής μας και υπερτονίζουμε την άλλη», λέει.

Η Αμερική πάσχει εδώ και πολύ καιρό από αυτό το είδος της «μονόφθαλμης» θεώρησης. Σε άρθρο του για το «The American Mind», ο φιλόσοφος Έντουαρντ Φήζερ (Edward Feser, γεν. 1968) υποστήριξε ότι η επιστήμη έχει γίνει ο μόνος παραδεκτός τρόπος θεώρησης των πραγμάτων στην αμερικανική ζωή – από την οικονομία, την ηθική μέχρι τα μέτρα δημόσιας υγείας – σαν να ήταν η ίδια μια ολοκληρωμένη θρησκεία. «Ο Διαφωτισμός απλώς αντικατέστησε τον δογματισμό της θρησκείας με τον δογματισμό της επιστήμης», υποστηρίζει. Και αυτός, όπως και ο Σέηλ, καταλαβαίνει πόσο μονόπλευρη γίνεται η άποψή μας για την πραγματικότητα όταν χρησιμοποιούμε μόνο ένα μέσο για την εύρεση της αλήθειας. Γινόμαστε στενόμυαλοι. (Πόσο συχνά ακούμε το «εμπιστευτείτε την επιστήμη», λες και η επιστήμη είναι ένας αλάθητος οδηγός για όλες τις πτυχές της ζωής; Και πόσο σπάνια ακούμε το «εμπιστευτείτε τη φιλοσοφία» ή «εμπιστευτείτε τη μυθολογία»;)

Η επιτάχυνση των τεχνολογικών εξελίξεων από τον 16ο αιώνα και έπειτα έχει ενισχύσει αυτή τη στενότητα πνεύματος. Από τότε, ξεγελάμε τους εαυτούς μας με τα τεχνολογικά μας επιτεύγματα σε τέτοιο βαθμό, που αρχίζουμε να πιστεύουμε ότι κρατάμε στα χέρια μας το κλειδί του σύμπαντος, μέσω της δύναμης της εφαρμοσμένης επιστήμης. Δεν χρειαζόμαστε τίποτε άλλο.

Diogenes in search of an honest man
Σχέδιο του Γιάκομπ Γιόρντενς (Jacob Jordaens), που απεικονίζει τον Διογένη (Έλληνα φιλόσοφο του 4ου αιώνα π.Χ.) να αναζητά έναν τίμιο άνθρωπο (1642). Εθνική Πινακοθήκη της Βικτώριας, Αυστραλία. (Public Domain)

 

Ωστόσο, κατά καιρούς, ο σύγχρονος τεχνολογικός πολιτισμός μας αποζητά εν τέλει τον μύθο και τον θρύλο. Σε ένα τραγούδι με τίτλο «We Need a Myth» (Χρειαζόμαστε έναν μύθο), ο Αμερικανός τραγουδιστής της εναλλακτικής φολκ ροκ Γουίλ Σεφ (Will Sheff, γεν. 1976) θρηνεί: «We need a myth / We need a path through the mist … Scrape away grey cement / Show me the world as it was again / As it was in a myth … And if all we’re taught is a trick / Why would this feeling persist?» *

Η ίδια επιθυμία εκφράζεται και στα λόγια του Ράσελ Κερκ (Russell Kirk, 1918-1994), Αμερικανού θεωρητικού και ηθικολόγου: «Η εποχή μας, άρρωστη σχεδόν μέχρι θανάτου από τον ωφελιμισμό και την κυριολεξία, αποζητά τον μύθο και την παραβολή. Οι μεγάλοι μύθοι δεν είναι απλώς επιδεκτικοί ορθολογικής ερμηνείας: είναι αλήθεια, υπερβατική αλήθεια.»

Κατά έναν μυστηριώδη τρόπο, η παραμέληση του μυθικού τρόπου αντίληψης και γνώσης μπορεί να μας κάνει να ξεχάσουμε κάτι βασικό σχετικά με το τι σημαίνει να είσαι άνθρωπος.

Και η επανεύρεσή του μπορεί να μας βοηθήσει να ξαναβρούμε και τους εαυτούς μας.

Του Walker Larson

Επιμέλεια: Αλία Ζάε

ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ

* «Χρειαζόμαστε έναν μύθο / Χρειαζόμαστε ένα μονοπάτι μέσα στην ομίχλη … Ξύσε το γκρίζο τσιμέντο / Ξαναδείξε μου τον κόσμο όπως ήταν / Όπως ήταν σ’ έναν μύθο … Κι αν δεν μαθαίνουμε παρά ένα κόλπο / Γιατί το αίσθημα αυτό να επιμένει;» (Σ.τ.Μ)

Περί ενεργητικής και εις βάθος ανάγνωσης

Διαβάζουμε για ψυχαγωγία, ενημέρωση, γνώση. Ένα καλό βιβλίο, ποίημα ή εργασία είναι και μία ανοικτή πόρτα προς τον κόσμο. Το διάβασμα ανοίγει νέους ορίζοντες και νέους δρόμους προς την αλήθεια και την ομορφιά, προς τον εαυτό μας και προς τους άλλους.

Οι καρποί της βαθιάς, αναλυτικής ανάγνωσης είναι η κατανόηση και η σοφία, που δεν συνίστανται απλώς στη συσσώρευση περισσότερων πληροφοριών, αλλά στην κατανόησή τους και στον συνδυασμό τους σε μια ολιστική και ουσιαστική αντανάκλαση της πραγματικότητας. Στα βιβλία αναζητούμε τη σοφία: τη γνώση των αιτίων, όχι μόνο τα «τι» ή «πώς», αλλά και τα«γιατί». Η κατάκτηση της σοφίας προϋποθέτει και βαθύτερη ανάγνωση.

Διαβάζω (και γράφω) καλά σημαίνει σκέπτομαι καλά. Αλλά όπως η καλή σκέψη δεν μπορεί να θεωρηθεί δεδομένη, ούτε και η καλή ανάγνωση είναι. Συχνά υποθέτουμε ότι εάν ένα άτομο έχει μάθει να αποκρυπτογραφεί τα γράμματα και τις λέξεις που είναι γραμμένες και έχει αρκετά πλούσιο λεξιλόγιο, τότε μπορεί να διαβάσει και να κατανοήσει το νόημα των προτάσεων. Αλλά η καλή ανάγνωση είναι κάτι περισσότερο.

Ενεργητική ανάγνωση

Στο κλασικό τους έργο «Πώς να διαβάζετε ένα βιβλίο» (“How to Read Books“, 1940), οι Μόρτιμερ Άντλερ [Mortimer Adler] και Τσαρλς βαν Ντόρεν [Charles Van Doren] εξηγούν ότι οι αναγνώστες δεν διαβάζουν εξίσου καλά:

«Ένας αναγνώστης είναι καλύτερος από έναν άλλο στο βαθμό που είναι ικανός για μεγαλύτερη δραστηριότητα στο διάβασμα και κάνει περισσότερη προσπάθεια. Είναι καλύτερος αν απαιτεί περισσότερα από τον εαυτό του και από το κείμενο που έχει μπροστά του.»

Με άλλα λόγια, το καλό διάβασμα είναι ενεργητικό και απαιτεί μία προσπάθεια. Για να πάρουμε ό,τι μπορούμε από ένα υπέροχο βιβλίο, άρθρο ή ποίημα, πρέπει να κοπιάσουμε.

Το ότι οι αναγνώστες βρίσκονται στη θέση του αποδέκτη πληροφοριών δεν σημαίνει ότι δεν συμμετέχουν στη σχέση συγγραφέα και αναγνώστη. Οι Άντλερ και βαν Ντόρεν εξηγούν:

«Είναι λάθος να πιστεύουμε ότι η επικοινωνία είναι σαν να δεχόμαστε ένα χτύπημα, μια κληρονομιά ή μια κρίση. Αντίθετα, ο αναγνώστης ή ο ακροατής μοιάζουν πολύ περισσότερο με τον catcher στο μπέιζμπολ. Το πιάσιμο της μπάλας είναι μια δράση όπως το ρίξιμο ή το χτύπημα».

Τι πρέπει να κάνετε για να «πιάσετε» τις πληροφορίες που προσφέρει ο συγγραφέας στο κείμενο; Για να επωφεληθείτε από την ανάγνωση, χρειάζονται ορισμένες δεξιότητες.

Κατανοήστε τον σκοπό του συγγραφέα

Αυτό μπορεί να φαίνεται προφανές, αλλά πολλοί άνθρωποι παραμελούν αυτό το πρώτο βήμα – να προσδιορίσουν σωστά το είδος και τον σκοπό του έργου, στοιχεία θεμελιώδη για την ανακάλυψη του νοήματός του. Είναι αστοχήσουμε αν δεν τοποθετήσουμε το έργο στη σωστή προοπτική.

Ένα αστείο είναι ένα προφανές παράδειγμα αυτού. Εάν ένα αστείο παρερμηνευτεί ως σοβαρό, μπορεί να υπάρξει μεγάλη σύγχυση. Πρώτα πρέπει να καταλάβουμε τι διαβάζουμε: ένα επιστημονικό έργο, ένα άρθρο, ένα προσωπικό δοκίμιο, έναν πολιτικό λόγο, μια σάτιρα, ένα πειραματικό μυθιστόρημα, ένα ποίημα ή ένα θεατρικό έργο; Αυτά τα διαφορετικά είδη λογοτεχνικών έργων δεν μπορούν να διαβαστούν με τον ίδιο τρόπο.

Προσδιορίστε τα ζητήματα που θίγει ο συγγραφέας

Έχοντας καθορίσει το γενικό είδος και τον σκοπό του έργου, θέλουμε να μάθουμε τα ερωτήματα και τους προβληματισμούς που θέτει ο συγγραφέας. Αυτές οι πληροφορίες περιέχονται συνήθως στην εισαγωγή του βιβλίου ή στις πρώτες λίγες παραγράφους ενός άρθρου ή δοκιμίου. Αν αποκτήσουμε μια βασική κατανόηση της δομής του έργου, θα έχουμε έναν ‘χάρτη’ που θα μας βοηθά να γνωρίζουμε από πού περάσαμε και πού πηγαίνουμε.

Ανοιχτείτε στο κείμενο

Αυτή η συμβουλή ισχύει ιδιαίτερα για τη μυθοπλασία και την ποίηση, όπου ο συγγραφέας επιδιώκει να μεταφέρει μια εμπειρία και όχι ένα συγκεκριμένο σύνολο γεγονότων. Αλλά ισχύει επίσης για τη μη λογοτεχνία ότι πρέπει να προσεγγίσουμε το κείμενο με ανοιχτό μυαλό, αν θέλουμε να αντλήσουμε πολλά από αυτό. Η φιλόλογος Τζέσσικα Μηκ [Jessica Meek] γράφει:

«Διαβάζω καλά σημαίνει παραμερίζω τις προκαταλήψεις μου για να κατανοήσω πλήρως τα επιχειρήματα.»

Αυτό δεν σημαίνει ότι δεν μπορούμε να επικρίνουμε ή να διαφωνήσουμε με ένα βιβλίο, αλλά ακόμα και αυτό μπορεί να είναι καρποφόρο μόνο αν πρώτα το κατανοήσουμε πραγματικά και κάνουμε ό,τι καλύτερο μπορούμε για να το δούμε μέσα από τα μάτια του συγγραφέα.

Στο «Πειραματισμός στην κριτική» (An Experiment in Criticism, 1961), ο C.S. Lewis γράφει:

«Μπορούμε να αναγνωρίσουμε ένα βιβλίο ως κακό μόνο διαβάζοντάς το σαν να μπορούσε να είναι πολύ καλό. Πρέπει να καθαρίσουμε το μυαλό μας και να ανοιχτούμε. Δεν υπάρχει δουλειά στην οποία δεν μπορούμε να βρούμε κενά. Δεν υπάρχει έργο που να μπορεί να γίνει επιτυχημένο χωρίς να προηγηθεί μία πράξη καλής θέλησης από την πλευρά του αναγνώστη.»

Μιλώντας συγκεκριμένα για λογοτεχνικά ή καλλιτεχνικά έργα, ο Λιούις τονίζει την ανάγκη να ανοιχτούμε, να «παραδοθούμε» στο έργο, τουλάχιστον στην πρώτη ανάγνωση:

«Η πρώτη απαίτηση ενός έργου οποιασδήποτε τέχνης είναι η παράδοση. Κοιτάζω. Ακούω. Αποδέχομαι. Παραμερίζω τον εαυτό μου.»

Βρείτε ένα επιχείρημα στη μη μυθοπλασία

Γενικά, κάθε μη μυθοπλαστικό έργο (non-fiction) επιβεβαιώνει και αρνείται τον τρόπο που λειτουργεί ο κόσμος. Ως αναγνώστες, θέλουμε να εστιάσουμε σε αυτές τις στιγμές γιατί αποτελούν τον πυρήνα της ιστορίας από την οποία εξαρτώνται τα πάντα. Πρέπει να διαβάζουμε τις σημαντικές ή διφορούμενες προτάσεις αργά και προσεκτικά.

Οι Άντλερ και βαν Ντόρεν συμβουλεύουν:

«Από την οπτική του αναγνώστη, οι προτάσεις που είναι σημαντικές είναι εκείνες που απαιτούν προσπάθεια στην ερμηνεία γιατί δεν είναι απολύτως σαφείς με την πρώτη ματιά… Αυτές είναι οι προτάσεις που διαβάζει κανείς πολύ πιο αργά και πιο προσεκτικά από τις άλλες… Πιθανότατα, θα έχετε τη μεγαλύτερη δυσκολία με τα πιο σημαντικά πράγματα που θέλει να πει ο συγγραφέας.»

Είναι χρήσιμο να υπογραμμίσετε ή να τονίσετε τέτοιες προτάσεις με αστερίσκους.

Κάντε ερωτήσεις και συμμετάσχετε στη συζήτηση

Όταν αρχίζουμε να προσδιορίζουμε τις βασικές προϋποθέσεις και τα συμπεράσματα του συγγραφέα ή τα βασικά χαρακτηριστικά του κόσμου που δημιουργεί ο συγγραφέας, πρέπει να τα αμφισβητήσουμε. Είναι αλήθεια; Τι ζητούν ή υπαινίσσονται; Ταιριάζουν με την εμπειρία μου; Έχουν νόημα τα στοιχεία; Πώς συγκρίνονται με άλλα πράγματα που έχω διαβάσει; Ποιες δηλώσεις του συγγραφέα με μπερδεύουν, εμπνέουν ή συγκινούν;

Οι Άντλερ και βαν Ντόρεν λένε:

«Ο αναλυτικός αναγνώστης πρέπει να κάνει πολλές ερωτήσεις σχετικά με αυτό που διαβάζει.»

Αν και οι ερωτήσεις μπορεί να διαφέρουν κατά την ανάγνωση μυθοπλασίας και μη μυθοπλασίας, μπορούμε να εμβαθύνουμε και στους δύο τύπους έργων θέτοντας ερωτήσεις και συνδέοντάς τα με άλλα πράγματα που έχουμε βιώσει ή διαβάσει.

Γράψτε και κάντε σχόλια καθώς διαβάζετε

Η συνομιλία μας με το κείμενο παίρνει συγκεκριμένη μορφή γραπτώς — ακόμα και αν πρόκειται μόνο για λίγες λέξεις σημειωμένες στο περιθώριο ή για την υπογράμμιση μιας σημαντικής πρότασης. Όπως έγραψαν οι Άντλερ και βαν Ντόρεν, «θα πρέπει να διακρίνετε τις κύριες προτάσεις σαν να ήταν ανάγλυφες στη σελίδα». Αυτό το κάνουμε υπογραμμίζοντας ή επισημαίνοντας φράσεις-κλειδιά.

Η υπογράμμιση και ο σχολιασμός όχι μόνο τονίζουν οπτικά τις βασικές φράσεις και τις καθιστούν εύκολα προσβάσιμες αργότερα, αλλά επίσης μάς αναγκάζουν να επιβραδύνουμε, να ξαναδιαβάζουμε και να σκεφτόμαστε περίπλοκες, υπέροχες, μυστηριώδεις και άλλες σημαντικές ιδέες. Το Πανεπιστήμιο του Όρεγκον συνιστά να κρατάτε σημειώσεις και να απαντάτε στο κείμενο καθώς διαβάζετε, συνοψίζοντας ή εξηγώντας δύσκολες έννοιες με δικά σας λόγια. Αν κάτι συγκεκριμένο τραβά το ενδιαφέρον μας ή μας κουράζει, θα πρέπει να το σημειώσουμε. Νιώθω ανεπαρκής αν προσπαθώ να διαβάσω χωρίς ένα μολύβι στα χέρια μου. Έχει γίνει ένα απαραίτητο εργαλείο στην ενεργή διαδικασία ανάγνωσης μου. Χρησιμοποιώντας αστερίσκους, υπογραμμίσεις, ερωτηματικά και σημειώσεις στο περιθώριο, το μολύβι μου εκφράζει τον εσωτερικό μου διάλογο με το κείμενο.

Όπως κάθε άλλη δεξιότητα, η καλή, εις βάθος ανάγνωση δεν είναι έμφυτο χαρακτηριστικό. Απαιτεί εξάσκηση, πειραματισμό και ανάπτυξη. Η ανάγνωση είναι ένας διάλογος και μια σχέση μεταξύ του αναγνώστη, του συγγραφέα και του κόσμου. Μέσω των βιβλίων μπορούμε να έχουμε πρόσβαση στα μεγαλύτερα μυαλά στον κόσμο και μπορούν να μας διδάξουν πολλά. Πρέπει, όμως, να κάνουμε την απαραίτητη προσπάθεια για να δεχτούμε το δώρο που προσφέρεται και να μην το αφήνουμε να γλιστρά από τα χέρια μας σαν άμμος. Πρέπει να κάνουμε περισσότερα από το να θυμόμαστε αυτά που έχουν γραφτεί. Πρέπει να σκεφτούμε γιατί γράφτηκε αυτό και πώς σχετίζεται με την πραγματικότητα. Πρέπει να διαβάζουμε σωστά.

Του Walker Larson

«Έγκλημα και τιμωρία»: Διαψεύδοντας τον σοσιαλισμό 50 χρόνια πριν από τη Ρωσική Επανάσταση

Το εκτελεστικό απόσπασμα έστρεψε τα όπλα του προς τους κρατούμενους, οι οποίοι στέκονταν ακίνητοι, σαν παγωμένοι, όπως το κρυσταλλωμένο ρωσικό χειμωνιάτικο τοπίο. Λίγες στιγμές πριν, οι κρατούμενοι είχαν αναγκαστεί να φορέσουν τα λευκά πουκάμισα των καταδικασμένων και τους είχαν πει να φιλήσουν τον Σταυρό. Στη συνέχεια, τους έδεσαν σε έναν στύλο στο πεδίο ασκήσεων του Σεμιόνοφ, τρεις κάθε φορά.

Ήταν το τέλος. Ποιες σκέψεις πρέπει να πέρασαν από το μυαλό των κρατουμένων εκείνη τη στιγμή; Ένας από τους άνδρες, ο Φιόντορ Ντοστογιέφσκι, σε μια επιστολή προς τον αδελφό του, μας δίνει μια γεύση από τις λειτουργίες του μυαλού του όταν, όπως πίστευε, η ζωή του ήταν έτοιμη να του ξεφύγει.

«Δεν μου είχε απομείνει περισσότερο από ένα λεπτό για να ζήσω. Σε θυμήθηκα, αδελφέ, και όλα τα δικά σου. Κατά τη διάρκεια του τελευταίου λεπτού εσύ, εσύ μόνο, ήσουν στο μυαλό μου – μόνο τότε συνειδητοποίησα πόσο σε αγαπώ, αγαπημένε μου αδελφέ!»

Αλλά λίγο πριν ο Ντοστογιέφσκι οδηγηθεί στον στύλο, οι φρουροί ανακοίνωσαν ότι η αυτοκρατορική του Μεγαλειότητα, ο Τσάρος Νικόλαος Α΄, τους έδωσε χάρη, χαρίζοντάς τους τη ζωή. Ήταν, ίσως, ένα σκληρό είδος αστείου, μια τιμωρία από μόνη της, για να προειδοποιήσει αυτούς τους άνδρες να αναμορφώσουν τις ζωές που παραλίγο να χάσουν. Οι κρατούμενοι καταδικάστηκαν σε τετραετή εξορία στη Σιβηρία αντί της θανατικής ποινής. Ο Ντοστογιέφσκι πήρε την προειδοποίηση κατάκαρδα, γιατί η ζωή του και οι πεποιθήσεις του άλλαξαν ριζικά μετά από αυτή την εμπειρία. Βλέπουμε στο γράμμα του Ντοστογιέφσκι προς τον αδελφό του ότι η αλλαγή είχε ήδη αρχίσει, καθώς γράφει: «Ποτέ άλλοτε δεν εργάστηκε μέσα μου μια τόσο υγιής αφθονία πνευματικής ζωής όσο τώρα».

Η πεποίθησή του για το δώρο της ζωής – που εντυπώθηκε στο μυαλό του με εκπληκτική σαφήνεια και δύναμη από την παρ’ ολίγον απώλειά της – λάμπει με σχεδόν οραματική έμπνευση:

«Όταν αναλογίζομαι το παρελθόν και σκέφτομαι πόσος χρόνος έχει χαθεί μάταια, πόσος χρόνος χάθηκε σε πλάνες, σε λάθη, σε απραξία, σε άγνοια για το πώς να ζω, πόσο δεν εκτιμούσα τον χρόνο, πόσο συχνά αμάρτησα ενάντια στην καρδιά και το πνεύμα μου, η καρδιά μου ματώνει. Η ζωή είναι δώρο, η ζωή είναι ευτυχία, κάθε λεπτό θα μπορούσε να είναι μια εποχή ευτυχίας. […] Τώρα, αλλάζοντας τη ζωή μου, ξαναγεννιέμαι με μια νέα μορφή.»

 

ZoomInImage
Προσωπογραφία του Φιόντορ Ντοστογιέφσκι, 1872, από τον Βασίλι Περώφ. Λάδι σε καμβά. Πινακοθήκη Τρετυάκωφ, Μόσχα. (Public Domain)

 

Αφήνοντας τις προοδευτικές ιδέες

Ο Ντοστογιέφσκι είχε πράγματι ανάγκη από μια «νέα μορφή». Ο λόγος για τον οποίο ο Ντοστογιέφσκι παρ’ ολίγον να εκτελεστεί και στη συνέχεια εξορίστηκε στην ενδοχώρα ήταν η ανάμειξή του στον Κύκλο Πετρασέφσκι – μια λέσχη διανοουμένων που συζητούσε για τον ουτοπικό σοσιαλισμό – και μια μυστική επαναστατική και τρομοκρατική ομάδα ενσωματωμένη στην πρώτη, αφιερωμένη στην επίτευξη αυτής της ουτοπίας, ακόμη και με βίαια μέσα.

Η Ρωσία ήταν ώριμη για ριζοσπαστική πολιτική στην εποχή του Ντοστογιέφσκι και, όπως πολλοί νέοι τότε, έτσι κι εκείνος παρασύρθηκε από τη μέθη των νέων, «προοδευτικών» ιδεών, κυρίως του σοσιαλισμού. Αυτές τις ιδέες ο Ντοστογιέφσκι άρχισε να τις αποτινάσσει από πάνω του όπως τα ξερά φύλλα από το δέντρο κατά τη διάρκεια της παραμονής του στη Σιβηρία.

Εκείνη η μέρα, όταν ο Ντοστογιέφσκι κοίταξε από την κάννη του όπλου ενός δήμιου την πραγματικότητα του θανάτου, στοιχειώνει τη μυθοπλασία του, συμπεριλαμβανομένου του μυθιστορήματος «Έγκλημα και τιμωρία» του 1866.

ZoomInImage
Νικολάι Καραζίν, εικονογράφηση για το μυθιστόρημα «Έγκλημα και τιμωρία» του Φιόντορ Ντοστογιέφσκι, 1893. (Public Domain)

 

Στο μυθιστόρημα, ένας νεαρός φοιτητής, ο Ρασκόλνικωφ, ο οποίος έχει υιοθετήσει προοδευτικές και μηδενιστικές ιδέες, αποφασίζει να δολοφονήσει μία ηλικιωμένη τοκογλύφο. Καθώς πηγαίνει να διάπραξει το έγκλημα, κάθε είδους φαινομενικά ασήμαντες λεπτομέρειες τραβούν την προσοχή του.

«Καθώς περνούσε από τον κήπο του Γιουσούπωφ, ήταν βαθιά απορροφημένος σε σκέψεις για την κατασκευή μεγάλων σιντριβανιών και την αναζωογονητική επίδρασή τους στην ατμόσφαιρα όλων των πλατειών. […] Στη συνέχεια τον απασχόλησε το ερώτημα γιατί σε όλες τις μεγάλες πόλεις οι άνθρωποι δεν οδηγούνται απλώς από την ανάγκη, αλλά κατά κάποιον ιδιαίτερο τρόπο τείνουν να ζουν στα μέρη εκείνα της πόλης όπου δεν υπάρχουν ούτε κήποι ούτε σιντριβάνια. […] “Έτσι, πιθανόν, οι άνθρωποι που οδηγούνται στην εκτέλεση να σφίγγουν νοερά κάθε αντικείμενο που συναντούν στο δρόμο”, του πέρασε από το μυαλό.»

ZoomInImage
Χιούμπερτ Ρόμπερτ, «Το συντριβάνι», περ. 1775-1778. Λάδι σε καμβά. Μουσείο Τέχνης Kimbell, Φορτ Γουόρθ, Τέξας, ΗΠΑ. (Public Domain)

 

Η παρατήρηση του Ρασκόλνικωφ για την ψυχολογία ενός καταδικασμένου ανθρώπου είναι αναμφίβολα αντανάκλαση της εμπειρίας του ίδιου του Ντοστογιέφσκι. Μπορεί να φαίνεται παράδοξο ότι ένας άνθρωπος που πρόκειται να δολοφονηθεί (ή πρόκειται να διαπράξει φόνο) θα μπορούσε να σκεφτεί οτιδήποτε άλλο εκτός από αυτό το γεγονός και όμως, δεν είναι τόσο δύσκολο να φανταστεί κανείς ότι στα λίγα δευτερόλεπτα που απομένουν σε έναν άνθρωπο για να ζήσει, όλα γίνονται σημαντικά, αξιοσημείωτα. Το μυαλό προσκολλάται σε ό,τι μπορεί, αρνούμενο να αναγνωρίσει το μείζον γεγονός που πρόκειται να συντελεστεί. Ή, το μυαλό αποκτά ξαφνικά μια βαθύτερη εικόνα της σημασίας των πάντων, όταν αυτά απομακρύνονται.

Οι εμπειρίες του Ντοστογιέφσκι ως νεαρού άνδρα ενημερώνουν και διαμορφώνουν το «Έγκλημα και τιμωρία» με ακόμη πιο βαθύ τρόπο από αυτή την τυχαία αναφορά. Εξαιτίας του χωνευτηρίου της εικονικής του εκτέλεσης και της επακόλουθης εξορίας του στη Σιβηρία, ο Ντοστογιέφσκι από άνθρωπος πρόθυμος να διαπράξει βία για την επίτευξη μιας σοσιαλιστικής ουτοπίας μετατράπηκε σε έναν άνθρωπο που ήταν εντελώς αντίθετος στον σοσιαλισμό και στο «Έγκλημα και τιμωρία», που γράφτηκε περίπου 15 χρόνια μετά την επιστροφή του από τη Σιβηρία, επιτίθεται στις σοσιαλιστικές ιδέες με πολλούς τρόπους. Υπό ένα πρίσμα, το μυθιστόρημα είναι μια φιλοσοφική μάχη μεταξύ των νέων ιδεών – του μηδενισμού, του σοσιαλισμού και του ωφελιμισμού, μεταξύ άλλων – και της παλιάς θεώρησης του κόσμου που βασίζεται στη χριστιανική ηθική και στην επιθυμία να διατηρηθεί η παράδοση.

ZoomInImage
Σημαντικό θέμα του μυθιστορήματος είναι η λύτρωση μέσω του πόνου. Σε αυτήν την εικόνα του Μιχαήλ Πετρόβιτς Κλωντ, ο Ρασκόλνικωφ ακούει τον Μαρμελάντωφ, τον αλκοολικό πρώην υπάλληλο, να του αφηγείται τα βάσανα τα δικά του και της οικογένειάς του, κλαίγοντας από απόγνωση για τη δυστυχία που τους προκαλεί (1874). (Public Domain)

 

Μια από τις πιο εντυπωσιακές και εύγλωττες διαψεύσεις του Ντοστογιέφσκι για το σοσιαλιστικό λάθος προέρχεται από έναν φίλο του Ρασκόλνικωφ, τον ατίθασο, θρασύ αλλά καλόκαρδο Ραζουμίχιν, το όνομα του οποίου, παρεμπιπτόντως, σημαίνει ‘λόγος’ ή ‘νοημοσύνη’. Αξίζει να το παραθέσουμε εκτενώς:

«Γνωρίζετε το δόγμα [των σοσιαλιστών]: το έγκλημα είναι μια διαμαρτυρία κατά της ανωμαλίας της κοινωνικής οργάνωσης και τίποτα περισσότερο, και τίποτα περισσότερο – δεν γίνονται δεκτές άλλες αιτίες! […] Τα πάντα γι’ αυτούς είναι “η επίδραση του περιβάλλοντος” και τίποτε άλλο. Η αγαπημένη τους φράση! Από την οποία προκύπτει ότι, αν η κοινωνία είναι κανονικά οργανωμένη, όλο το έγκλημα θα σταματήσει αμέσως, αφού δεν θα υπάρχει τίποτα για να διαμαρτυρηθεί κανείς και όλοι οι άνθρωποι θα γίνουν δίκαιοι σε μια στιγμή.

»Η ανθρώπινη φύση δεν λαμβάνεται υπ’ όψιν, αποκλείεται, υποτίθεται ότι δεν υπάρχει! Δεν αναγνωρίζουν ότι η ανθρωπότητα, που αναπτύσσεται με μια ιστορική ζωντανή διαδικασία, θα γίνει επιτέλους μια κανονική κοινωνία, αλλά πιστεύουν ότι ένα κοινωνικό σύστημα που έχει βγει από κάποιο μαθηματικό μυαλό θα οργανώσει όλη την ανθρωπότητα μονομιάς και θα την κάνει δίκαιη και αναμάρτητη σε μια στιγμή, πιο γρήγορα από οποιαδήποτε ζωντανή διαδικασία!

»Γι’ αυτό και ενστικτωδώς αντιπαθούν την ιστορία, “μόνο ασχήμια και βλακεία έχει μέσα της”, και τα εξηγούν όλα ως βλακεία! Γι’ αυτό αντιπαθούν τόσο πολύ τη ζωντανή διαδικασία της ζωής – δεν θέλουν μια ζωντανή ψυχή! Η ζωντανή ψυχή απαιτεί ζωή, η ψυχή δεν υπακούει στους κανόνες της μηχανικής, η ψυχή είναι αντικείμενο καχυποψίας και η ψυχή είναι οπισθοδρομική! Αλλά αυτό που θέλουν, αν και μυρίζει θάνατο και μπορεί να γίνει από λάστιχο Ινδίας, τουλάχιστον δεν είναι ζωντανό, δεν έχει θέληση, είναι δουλικό και δεν επαναστατεί!

»Και καταλήγουν στο τέλος στο να περιορίσουν τα πάντα στην κατασκευή τοίχων και στον σχεδιασμό δωματίων και διαδρόμων σε ένα φαλάνδρι [κτίριο σχεδιασμένο για να επιτρέπει μια αυτόνομη ουτοπική κοινότητα]! Το φαλανστήριο είναι πράγματι έτοιμο, αλλά η ανθρώπινη φύση σας δεν είναι έτοιμη για το φαλανστήριο.»

Ο Ραζουμίχιν συνοψίζει και στη συνέχεια καταρρίπτει την κεντρική σοσιαλιστική αρχή: ότι τα ανθρώπινα όντα είναι, τελικά, απλές υλικές μηχανές που μπορούν να προγραμματιστούν να συμπεριφέρονται με ομαλό και ευημερούντα τρόπο χρησιμοποιώντας το σωστό σύστημα και τις κατάλληλες περιβαλλοντικές επιδράσεις. Για έναν σοσιαλιστή, η ρίζα των προβλημάτων στον κόσμο μας μπορεί να αναχθεί σε ένα άδικο κοινωνικό σύστημα. Διορθώστε το σύστημα και θα διορθώσετε τα προβλήματα. Αυτό το σύστημα, παρεμπιπτόντως, απαιτεί την κατεδάφιση της παλιάς δομής της κοινωνίας, η οποία είναι, φυσικά, εγγενώς άδικη και καταπιεστική. Με την εξάλειψη των παλαιών τρόπων και τη δημιουργία των νέων επιστημονικών κοινωνικών συστημάτων, η ανθρώπινη ζωή θα γίνει ευτυχισμένη, δίκαιη και ευημερούσα.

Όμως οι σοσιαλιστές, όπως επισημαίνει ο Ραζουμίχιν, έχουν παραβλέψει μόνο μια σημαντική λεπτομέρεια. Υπάρχει ένα γρανάζι σε αυτή την κοινωνική μηχανή που δεν ταιριάζει στη θέση του, μια μεταβλητή στην εξίσωση που δεν μπορεί να προβλεφθεί: η ανθρώπινη ψυχή. Υπάρχει κάτι μέσα μας που δεν μπορεί να προγραμματιστεί όπως μια μηχανή, κάτι που, από τη φύση του, παραμένει ελεύθερο, και ως εκ τούτου απρόβλεπτο. Είναι αυτή η δύναμη, περισσότερο από το περιβάλλον, που καθορίζει την έκβαση της ζωής μας και το πεπρωμένο ολόκληρων εθνών. Η προέλευση τόσο του καλού όσο και του κακού στην κοινωνία βρίσκεται σε αυτή τη μυστική ακρόπολη μέσα σε κάθε ανθρώπινο ον. Ο Αλεξάντρ Σολζενίτσιν, ένας άλλος μεγάλος Ρώσος συγγραφέας, ο οποίος βίωσε τον θρίαμβο των σοσιαλιστικών ιδεολογιών που ο Ντοστογιέφσκι είχε αμφισβητήσει στην εποχή του, έγραψε: «Η γραμμή που χωρίζει το καλό από το κακό τέμνει την καρδιά κάθε ανθρώπου».

Οι ανθρώπινες πράξεις είναι αποτέλεσμα του περιβάλλοντος ή της επιλογής; Η αδικία προκύπτει από επιστημονικό σφάλμα ή από αμαρτία; Μήπως οφείλεται στο σύστημα ή στην ψυχή; Όπως κάθε μεγάλη λογοτεχνία, το «Έγκλημα και τιμωρία» καταπιάνεται με τέτοια θεμελιώδη ερωτήματα.

Ένα επιχείρημα του Ντοστογιέφσκι ενάντια στο σοσιαλιστικό δόγμα, ακόμη πιο ισχυρό από αυτό του Ραζουμίχιν, δεν είναι καθόλου επιχείρημα. Είναι μια εμπειρία. Είναι η εμπειρία του Ρασκόλνικωφ πριν, κατά τη διάρκεια και μετά τη διάπραξη του φόνου – ενός φόνου που δικαιολογεί την εξόντωση ενός άχρηστου ατόμου που εμποδίζει τη δημιουργία ενός ‘σωστού’ κοινωνικού συστήματος.

Κατά τη διάρκεια αυτού του τεταμένου ψυχολογικού δράματος και πνευματικού έπους, βλέπουμε τον Ρασκόλνικωφ να συναντά δυνάμεις που δεν μπορούν να εξηγηθούν με την υλιστική σοσιαλιστική ερμηνεία του σύμπαντος, δυνάμεις που κανένα σύστημα ή ιδεολογία δεν μπορεί να ελέγξει: ενοχή, λύπη, αυτοθυσία, κρίση, συγχώρεση και αγάπη. Δεν είναι ότι κάποιος τον πείθει, λογικά, για την ύπαρξη αυτών των πραγμάτων – είναι απλώς εκεί, σε όλη τους τη μυστηριώδη δόξα. «Η ζωή είχε μπει στη θέση της θεωρίας», γράφει ο Ντοστογιέφσκι.

Όταν τελειώσετε το «Έγκλημα και τιμωρία», θα ξέρετε στο βαθύτερο μέρος της ύπαρξής σας ότι οι άνθρωποι δεν είναι μηχανές, ότι η ψυχή υπάρχει και, επομένως, μαζί με αυτήν υπάρχει και η ελεύθερη επιλογή, η ενοχή και η δυνατότητα πραγματικής λύπης και πραγματικής χαράς – μιας χαράς που κανένα  σύστημα δεν θα μπορούσε να δημιουργήσει τεχνητά.

ZoomInImage
Εξώφυλλο του «Έγκλημα και τιμωρία» του Φιόντορ Ντοστογιέφσκι, εκδόσεις Random House 1956.

 

Του Walker Larson

 

Το σιωπηλό μυστικό: Πώς να είμαστε καλοί ακροατές

Η ζωή μας κυλά μέσα σε έναν ηχητικό χείμαρρο, γεμάτη λέξεις που μας κατακλύζουν από παντού — το ραδιόφωνο, την τηλεόραση, τα podcast, τα ιστολόγια — λέξεις ανθρώπων που αποζητούν να μοιραστούν τη γνώμη τους. Παράλληλα, παλεύουμε και με τον εσωτερικό μας θόρυβο, τα συνεχή παράσιτα των σκέψεων, των σχεδίων, των ανησυχιών, των ελπίδων και των τύψεών μας που πηγαινοέρχονται άναρχα στο μυαλό μας. Υπό αυτές τις συνθήκες, πολλές φορές είναι δύσκολο να ακούσουμε κάτι άλλο, αυτό που προσπαθεί να μας πει ένας άλλος άνθρωπος. Είναι αρκετά συνηθισμένο φαινόμενο να ακούμε τους άλλους χωρίς να προσέχουμε πραγματικά αυτό που λένε, είτε επειδή είμαστε απορροφημένοι από τις δικές μας σκέψεις είτε επειδή παρασυρόμαστε από το ρεύμα των πληροφοριών που μας στέλνει αδιάλειπτα το κινητό μας.

Ωστόσο, η αληθινή ακρόαση φέρει μέσα της μια ισχυρή δύναμη. Όταν ακούμε πραγματικά τους άλλους, βελτιώνεται σχεδόν κάθε τομέας της ζωής μας, από την εργασία μέχρι την οικογένεια και την πολιτική. Η καλή ακρόαση μειώνει τις παρεξηγήσεις, αυξάνει τη σύνδεση, δείχνει σεβασμό στους άλλους και χτίζει εμπιστοσύνη. Ο συγγραφέας και ομιλητής Σάιμον Σίνεκ είπε ότι η ακρόαση είναι ο καλύτερος τρόπος για να χτίσετε εμπιστοσύνη και κοινό έδαφος με κάποιον, με επιπτώσεις στην αποκλιμάκωση των συγκρούσεων σε όλα τα επίπεδα, από το προσωπικό έως το διεθνές: «Το να ακούμε είναι ένας καλός τρόπος για να κερδίσουμε την εμπιστοσύνη του άλλου… είναι μία ικανή μέθοδος ανεύρεσης κοινού εδάφους στις αντιθέσεις όχι μόνο σε απλές περιπτώσεις επιχειρήσεων, αλλά και σε πιο περίπλοκες περιπτώσεις της εθνικής πολιτικής και της παγκόσμιας πολιτικής, ακόμα και στον πόλεμο».

Ο Σίνεκ επισημαίνει, επίσης, ότι η ακρόαση σπανίως διδάσκεται ως δεξιότητα. Ορισμένοι ίσως έχουν παρακολουθήσει μαθήματα ρητορικής, αλλά δεν θα βρείτε μάθημα ακρόασης στον κατάλογο μαθημάτων κανενός κολεγίου. «Ως κουλτούρα, αντιμετωπίζουμε την ακρόαση ως μια αυτόματη διαδικασία για την οποία δεν υπάρχουν πολλά να πούμε», γράφει ο Μ.Μ. Όουεν. «Όταν η έννοια της ακρόασης εξετάζεται εκτενώς, είναι στο πλαίσιο της επαγγελματικής επικοινωνίας, κάτι που πρέπει να τελειοποιήσουν οι ηγέτες και οι μέντορες, αλλά που όλοι οι άλλοι μπορούν να αγνοήσουν». Ωστόσο, όπως κάθε δεξιότητα, η ακρόαση δεν είναι συνήθως μια εγγενής ικανότητα – χρειάζεται καθοδήγηση και εξάσκηση για να γίνουμε καλύτεροι ακροατές και να αποκομίσουμε τις οφέλη της. Μην τη βλέπετε αφ’ υψηλού. «Μου πήρε πάρα πολύ καιρό να μάθω να ακούω πραγματικά», προσθέτει ο Όουεν. «Είναι ένα είδος μαγικού κόλπου: και τα δύο μέρη μαλακώνουν, ανθίζουν, είναι λιγότερο μόνα τους.»

Σίγουρα, όλοι μας θα θέλαμε να είμαστε λίγο λιγότερο μόνοι.

Αυτό το άρθρο προσφέρει μερικές υποδείξεις για να γίνετε καλύτερος ακροατής.

Εξασκηθείτε στην ενεργητική ακρόαση

Ο Μ.Μ. Όουενς παρατήρησε τη χαρά που νιώθουμε μιλώντας με κάποιον που δίνει την πλήρη προσοχή του και θέλησε να το επιτύχει αυτό και ο ίδιος. Στην προσπάθειά του να γίνει καλύτερος ακροατής, ο Όουενς στράφηκε στο έργο του ψυχολόγου του 20ου αιώνα Καρλ Ρότζερς, ο οποίος επινόησε τον όρο «ενεργητική ακρόαση».

Ο Ρότζερς πίστευε ότι η προσεκτική, βαθιά και συμπονετική ακρόαση μπορεί να μεταμορφώσει τους ανθρώπους και χρησιμοποίησε αυτήν τη μέθοδο στη θεραπευτική του πρακτική, αν και πίστευε ότι ήταν εξίσου εφαρμόσιμη στην καθημερινή ζωή. Ο Όουενς είπε ότι, για τον Ρότζερς, η ενεργητική ακρόαση ήταν «μια από τις βασικές μεθόδους για να κάνει τον άλλον να αισθάνεται λιγότερο μόνος, λιγότερο κολλημένος και πιο ικανός για αυτογνωσία».

Σύμφωνα με το The Harvard Business Review, η ενεργητική ακρόαση αποτελείται από τρία μέρη.

  • Γνωστικό. Αυτή η πτυχή απαιτεί να εστιάσετε νοητικά όλη την προσοχή σας στις πληροφορίες, τόσο τις ρητές όσο και τις σιωπηρές, που προσπαθεί να μεταφέρει ο συνομιλητής σας.
  • Συναισθηματικό. Ένας καλός ακροατής πρέπει να διατηρεί συναισθηματική ισορροπία, ακόμη και όταν οι πληροφορίες που λαμβάνει μπορεί να είναι ανατρεπτικές. Το βασικό συναίσθημα που πρέπει να καλλιεργήσετε εδώ είναι η συμπόνια.
  • Συμπεριφορικό. Δεν αρκεί να ακούτε – το άλλο άτομο πρέπει να ξέρει ότι ακούτε. Το δείχνετε αυτό μέσω λεκτικών και μη λεκτικών ενδείξεων (όπως η οπτική επαφή, τα νεύματα και το να κοιτάτε τον ομιλητή).

Όταν ανοίγεστε γνωστικά, συναισθηματικά και συμπεριφορικά σε αυτό που προσπαθεί να επικοινωνήσει ο άλλος, τότε γίνεται δυνατή μια πραγματική συνάντηση μυαλών και καρδιών χάρη στην οποία τα μυαλά και οι καρδιές μπορούν να συναντηθούν.

Ανακλάστε τα λόγια του ομιλητή

Όταν ανακλάτε τα λόγια του άλλου, επαναλαμβάνετε αυτά που σας είπε για να επιβεβαιώσετε αν τα έχετε καταλάβει σωστά ή όχι. Αυτό έχει πολλά οφέλη. Ο κλινικός ψυχολόγος Άλι Μάττου λέει σχετικά: «Δείχνει στο άλλο άτομο ότι όντως ακούτε και ότι σας ενδιαφέρει πραγματικά αυτό που λέει. Δεύτερον, σας αναγκάζει να ‘σβήσετε’ το μέρος του εγκεφάλου σας που θέλει να διακόψει ή να προσφέρει συμβουλές και σας αναγκάζει να ενεργοποιήσετε το μέρος του εγκεφάλου σας που αφορά την ενσυναίσθηση, την κατανόηση και τη συμπόνια».

Ο Μάττου επισημαίνει ότι αυτή η διαδικασία ελαχιστοποιεί τις παρεξηγήσεις. Στη δική του θεραπευτική πρακτική, ανακάλυψε ότι η ανάκλαση των λόγων και των εμπειριών του πελάτη είναι ενίοτε λανθασμένη. Έχει παρεξηγήσει κάτι ή του έχει διαφύγει μια σημαντική λεπτομέρεια και η διατύπωση της κατανόησής του φωναχτά επιτρέπει την άμεση αποσαφήνιση.

Φυσικά, όταν ανακλάτε, είναι σημαντικό να είστε όσο το δυνατόν πιο δίκαιοι και ακριβείς. Μη διαστρεβλώνετε τα λόγια των άλλων σύμφωνα με τις δικές σας απόψεις.
Αυτό δημιουργεί μόνο απογοήτευση.

Ο ψυχολόγος Τζόρνταν Πήτερσον αποκαλεί αυτή την τεχνική «περίληψη αυτοϊκανοποίησης». Δηλαδή, πρέπει να βεβαιωθείτε ότι μπορείτε να επαναδιατυπώσετε την έκφραση του συνομιλητή σας με τρόπο που εκείνος να θεωρεί ακριβή και ικανοποιητικό.

Αποφύγετε τις «απαντήσεις μετατόπισης»

Πίσω από την κακή ακρόαση κρύβεται συνήθως το ‘τέρας’ του εγωισμού.

Συχνά αποτυγχάνουμε να ακούσουμε επειδή είμαστε πολύ απασχολημένοι με τον εαυτό μας. Με ειλικρίνεια, ο Όουενς ομολόγησε: «Ο νεότερος εαυτός μου απολάμβανε τη συζήτηση.
Αλλά λόγω του εγωισμού μου, αυτό που πραγματικά απολάμβανα ήταν να μιλάω. Όταν ήταν η σειρά κάποιου άλλου να μιλήσει, η ακρόαση έμοιαζε με αγγαρεία. Μπορεί να απορροφούσα παθητικά ό,τι λέγονταν, αλλά το μεγαλύτερο μέρος του εαυτού μου ονειροπολούσε, αναπολούσε, έκανε σχέδια. Είχα τη συνήθεια να διακόπτω».

Στην προσπάθεια να υποτάξουμε τον εγωισμό μας και να είμαστε πραγματικά παρόντες όταν μιλούν οι άλλοι, μαθαίνουμε να σταματάμε να ονειροπολούμε και να αρχίζουμε να δίνουμε προσοχή σε αυτό που πραγματικά λένε. Αλλά το τέρας του εγώ έχει και πιο λεπτά κόλπα. Ένα τέτοιο τέχνασμα είναι η «αντίδραση μετατόπισης», κατά την οποία ακούμε τι λέει ο άλλος μεν αλλά βρίσκουμε έναν τρόπο να το συσχετίσουμε με ή να το μετατοπίσουμε στον εαυτό μας.

«Σήμερα έπρεπε να πληρώσω έναν πολύ μεγάλο λογαριασμό για τα υδραυλικά», λέει ο φίλος σας.

«Αλήθεια; Κάποτε χρειάστηκε να πληρώσω 3.000 ευρώ για να κάνω τον νεροχύτη της κουζίνας μου να αποστραγγίζει σωστά. Ήταν απίστευτο! Ο τύπος έλειπε όλη μέρα και φαινόταν να χαζεύει, αλλά όταν επιτέλους…»

Είναι σαφές σε αυτή την περίπτωση ότι άκουγα μόνο για να μπορέσω να μιλήσω ξανά – και μόνο – για τον εαυτό μου.

Στοχεύστε στο συνολικό νόημα

Στο παράδειγμα με τα υδραυλικά, ένας προσεκτικός ακροατής πιθανόν να αντιλαμβανόταν ότι ο φίλος του αναζητούσε λίγη συμπόνια για τον υπέρογκο λογαριασμό.

Οι λέξεις – «Είχα έναν πολύ μεγάλο λογαριασμό υδραυλικών εγκαταστάσεων» – λένε μόνο ένα μέρος της ιστορίας. Ο ομιλητής προσπαθεί να επικοινωνήσει κάτι περισσότερο από ένα γεγονός, πολύ πιθανόν ένα συναίσθημα και μια ανάγκη για συμπόνια.

Ο Καρλ Ρότζερς κατανόησε τι σημαίνει να προσπαθούμε να κατανοήσουμε όχι μόνο τι λέγεται, αλλά και το γιατί. Το ονόμασε «συνολικό νόημα». Ο Όουενς το συνόψισε ως εξής: «Αυτό σημαίνει να καταγράψουμε τόσο το περιεχόμενο αυτού που λέγεται όσο και (πιο διακριτικά) το «συναίσθημα ή τη στάση που διέπει αυτό το περιεχόμενο». Συχνά, το συναίσθημα είναι αυτό που πραγματικά εκφράζεται, ενώ το περιεχόμενο χρησιμεύει απλώς σαν όχημα. Η σύλληψη αυτού του συναισθήματος απαιτεί πραγματική συγκέντρωση, ιδίως καθώς οι μη λεκτικές ενδείξεις – ο δισταγμός, η μουρμούρα, οι αλλαγές στη στάση του σώματος – είναι ζωτικής σημασίας. Αν είμαστε αφηρημένοι και μισοακούμε μόνο, το «συνολικό νόημα» θα μας διαφύγει εντελώς».

Όταν μισοακούμε και τα λεγόμενα του άλλου αντιμετωπίζονται με αδιαφορία, μπορεί να αποσυρθεί στον εαυτό του και η ευκαιρία για σύνδεση να εξαφανιστεί τόσο γρήγορα όσο η φλόγα ενός σπίρτου. Το να αντιλαμβάνόμαστε τις λέξεις αλλά όχι το συνολικό νόημα είναι συχνά χειρότερο από το να μην αντιλαμβανόμαστε καθόλου.

Αυτός ο κατάλογος τεχνικών ακρόασης δεν είναι διεξοδικός ούτε θα γίνετε καλός ακροατής μόλις αρχίσετε να τις εφαρμόζετε.

Ο ψυχολόγος Τζόρνταν Πήτερσον έχει παρατηρήσει σχετικά με την ακρόαση: «Δεν υπάρχει τίποτα που οι άνθρωποι δεν θα σας πουν αν τους ακούτε». Αυτό μπορεί να είναι ένα μεγάλο δώρο, που μας επιτρέπει να συνδεθούμε βαθιά με τους άλλους και να ανακαλύψουμε έναν ευρύτερο κόσμο, αρκεί να ανοίξουμε τα αυτιά μας. Ο Πήτερσον θυμάται: «Κατά τη διάρκεια της κλινικής πρακτικής μου, είχα ανθρώπους που ήταν εξαιρετικά μειωμένης νοημοσύνης και υπέφεραν από κάθε είδους παθολογίες. Αν τους άκουγα σωστά, ήταν τόσο συναρπαστικοί όσο οποιοσδήποτε άλλος που είχα στο ας πούμε άκρο του φάσματος με τις περισσότερες ικανότητες».

Ακούγοντας υπομονετικά τους άλλους με όλη μας την προσοχή δεν θα μας αποκαλύψει μόνο τον κόσμο με πιο ολοκληρωμένο τρόπο, αλλά μπορεί επίσης να μας βοηθήσει να θεραπεύσουμε τις διχόνοιες που τον ταλαιπωρούν.

Του Walker Larson

Ο ηρωισμός του πατρικού ρόλου όπως αναδεικνύεται στη λογοτεχνία, από τα αρχαία έπη μέχρι σήμερα

Εξετάζοντας την ιστορία της λογοτεχνίας, παρατηρούμε ότι είναι εξαιρετικά σπάνιο να συναντήσουμε θετικές πατρικές μορφές στα σπουδαία λογοτεχνικά έργα. Αντιθέτως, είναι πολύ εύκολο να βρούμε σωρεία αδύναμων, τυραννικών ή απλώς απόντων πατέρων.

Ωστόσο, αυτό δεν πρέπει να μας εκπλήσσει. Για να δημιουργηθεί μια ιστορία απαιτείται μια σύγκρουση. Ο εντάσεις, οι αντιπαραθέσεις, τα προβλήματα και οι ταραχές που πρέπει να ξεπεράσουν οι ήρωες διαμορφώνουν τη βάση όσων διαβάζουμε. Αν προσπαθήσουμε να φανταστούμε μια ιστορία όπου ο ήρωας πετυχαίνει οτιδήποτε θέλει χωρίς καμία προσπάθεια, θα διαπιστώσουμε ότι βαρεθήκαμε πριν καν ξεκινήσουμε. Τα πρόσωπα ενός λογοτεχνικού έργου πρέπει να υπομένουν βάσανα, να παλεύουν με εχθρούς και να ξεπερνούν εμπόδια. Τέτοιες ιστορίες είναι όχι μόνο πιο ενδιαφέρουσες, αλλά και πιο αυθεντικές.

Σε μεγάλο βαθμό οι συγκρούσεις έχουν τη ρίζα τους στις ενδοοικογενειακές σχέσεις. Τόσο οι κοινωνικές επιστήμες και η ψυχολογία όσο και η λογοτεχνία μάς διδάσκουν ότι τα οικογενειακά και κοινωνικά προβλήματα συνδέονται άμεσα με τους γονείς. Όταν οι γονείς απουσιάζουν ή δεν είναι αυτοί που θα έπρεπε, δημιουργούνται ευκολότερα οι προϋποθέσεις για την ανάπτυξη κοινωνικών και οικογενειακών δραμάτων.

Φυσικά, όσο κι αν αντιτίθενται στη δημιουργία μιας καλής ιστορίας, υπάρχουν και οι καλές πατρικές λογοτεχνικές μορφές, όπως ήρωες που θυσιάζονται για το καλό των οικογενειών τους, παρέχοντας στις κοινωνίες τα απαραίτητα παραδείγματα. Μερικοί από τους πιο εξέχοντες που μπορούμε να απαριθμήσουμε είναι ο Έκτωρ από την ομηρική «Ιλιάδα», ο Ιππότης από τις «Ιστορίες του Κάντερμπερι» του Τσώσερ, ο Πρόσπερο από τη σαιξπηρική «Τρικυμία», ο Μπομπ Κράτσιτ από τη «Χριστουγεννιάτικη Ιστορία» του Καρόλου Ντίκενς και ο ανώνυμος πατέρας του «Δρόμου» του σύγχρονου Κόρμακ Μακάρθι.

Όπως είπε και ο Γάλλος ποιητής Σαρλ Πεγκί [Charles Péguy], «στον σύγχρονο κόσμο, δεν υπάρχει παρά μια μεγάλη περιπέτεια για τους άντρες: η πατρότητα».

Έκτωρ: Ο ήρωας που υπερασπιζόταν αυτά που αγαπούσε

Ζαν Β΄ Ρεστού, «Ο Έκτωρ αποχαιρετά την Ανδρομάχη», 1727. Λάδι σε καμβά. (Public Domain)

 

Ο Έκτωρ είναι, σύμφωνα με τον Όμηρο, η μόνη άμυνα της Τροίας ενάντια στους Αχαιούς που την πολιορκούν. Οδηγεί τους στρατιώτες στη μάχη, τους εμψυχώνει, ανεβάζει το ηθικό τους και σκοτώνει αθρόα τους εχθρούς στη μάχη.

Ταυτόχρονα είναι αφοσιωμένος στην οικογένειά του, κάτι που τον κινητοποιεί περαιτέρω και τον κάνει ακόμα πιο τρομερό πολεμιστή. Όπως και ένας άλλος λογοτεχνικός πολεμιστής, θα μπορούσε να πει: «Δεν αγαπώ το λαμπερό σπαθί για την κόψη του ούτε το βέλος για την ταχύτητά του ούτε τον πολεμιστή για τη δόξα του. Αγαπώ μονάχα αυτά που υπερασπίζονται.» [1]

Στο παρακάτω απόσπασμα, ο Έκτωρ αποχαιρετά τη γυναίκα του Ανδρομάχη και τον γιο τους Αστυάνακτα και καθησυχάζει τους φόβους της πριν φύγει για τη μάχη:

Ζ 399 «που τότε τον απάντησε με την τροφόν σιμά της,
οπού βαστούσε το μικρό μονάκριβο παιδί της,
τον Εκτορίδην, όμοιον με εύμορφον αστέρα· […]

Εκείνος χαμογέλασε κοιτώντας το παιδί του
ήσυχα· […]

Και […] άπλωσε τα χέρια στο παιδί του·
έσκουξ’ εκείνο κι έγειρε στο στήθος της βυζάστρας·
φοβήθη τον πατέρα του καθώς είδε ν’ αστράφτουν
τ’ άρματα και απ’ την κόρυθα της περικεφαλαίας
Ζ 470 την χαίτην που τρομακτικώς επάνω του εσειόνταν·
εγέλασε ο πατέρας του και η σεβαστή μητέρα·
και ο μέγας Έκτωρ έβγαλε την περικεφαλαία
και καταγής την έθεσεν οπού λαμποκοπούσε.
Εφίλησε κι εχόρευσε στα χέρια το παιδί του

Ζ 475 κι έπειτα ευχήθη στους θεούς …» [2]

Ενώ έπαιρνε μια ανάπαυλα από τη μάχη, «εφίλησε κι εχόρευσε στα χέρια το παιδί του…», έγραψε ο Όμηρος στην Ιλιάδα. Κρίστοφερ Βίλχελμ Έκερσμπεργκ, «Ο Έκτορας αποχαιρετά την Ανδρομάχη και τον Αστυάνακτα», περίπου 1813-1816. Λάδι σε καμβά. Μουσείο Thorvaldsens, Κοπεγχάγη, Δανία. (Public Domain)

 

Ο Ιππότης: Άγρυπνη, αυστηρή, αλλά πάντα ευγενική καθοδήγηση 

Τζορτζόνε, προσωπογραφία ιππότη με τον ακόλουθο και γιο του, περ. 1501-1502. Λάδι σε καμβά. Πινακοθήκη Ουφίτσι, Φλωρεντία. (Public Domain)

 

Στις «Ιστορίες του Κάντερμπερι» (The Canterbury Tales, 14οο) του Άγγλου συγγραφέα Τζέφρυ Τσώσερ (Geoffrey Chaucer, περ. 1340-1400), ανάμεσα στους προσκυνητές είναι και ένας ιππότης. Ο συγγραφέας τον περιγράφει ως ευγενή άντρα, έντιμο, ιπποτικό. Οι τρόποι του είναι αβροί, παρόλο που και αυτός, όπως ο Έκτωρ, πολεμά θαρραλέα για να υπερασπιστεί όσα αγαπά και έχει πάρει μέρος σε πολέμους.

Μαζί του στο ταξίδι έρχεται και ο γιος του, ο Ακόλουθος, ένας 20χρονος νέος, παθιασμένος, όπως όλοι οι νέοι της ηλικίας του με τις τελευταίες μόδες στο χτένισμα και στο ντύσιμο και με μεγάλη εμμονή με τις γυναίκες: για αυτές  έχανε τον ύπνο του, σαν «αηδόνι», και τις αγαπούσε με μια εξιδανικευμένη λατρεία.

Στο έργο του Τσώσερ, κάθε προσκυνητής διασκεδάζει τους συνταξιδιώτες του με ιστορίες για να περάσουν την ώρα του στο δρόμο προς το ιερό του Αγίου Τόμας Μπέκετ. Η «Ιστορία του Ιππότη» είναι μια από αυτές τις ιστορίες, αλλά όπως έχει επισημάνει ο πρώην καθηγητής Αγγλικών στη Ναυτική Ακαδημία των ΗΠΑ David Άλλεν Γουάιτ, στην πραγματικότητα η συγκεκριμένη ιστορία απευθύνεται κυρίως στον γιο του ιππότη ως μια πατρική ευγενική διόρθωση. Η ιστορία αφορά τις επιπολαιότητες και τους κινδύνους της νεανικής, παράλογης αγάπης (ή λαγνείας) στην ιστορία του Πάλαμον, του Αρσίτη και της Έμιλι. Ουσιαστικά, πρόκειται για μια αυστηρή προειδοποίηση για τη λανθασμένη μορφή του αυλικού έρωτα και τη νεανική παρορμητικότητα, η οποία ωστόσο εκφέρεται με έναν ευγενικό, γοητευτικό τρόπο στον νεαρό γιο του.

Πρόσπερο: Κατευθύνοντας τα γεγονότα για το καλό του παιδιού του

Εξορισμένοι από το Μιλάνο, ο Πρόσπερο και η Μιράντα ταξιδεύουν προς το απομακρυσμένο νησί, όπου διαδραματίζεται η «Τρικυμία». Χένρι Τόμσον, «Πρόσπερο και Μιράντα», 1803.  Λάδι σε καμβά. Βασιλική Ακαδημία Τεχνών, Λονδίνο. (Public Domain)

 

Η κεντρική φιγούρα του έργου του Σαίξπηρ «Η Τρικυμία» είναι ο μάγος Πρόσπερο, ο οποίος έχασε άδικα το δουκάτο του στο Μιλάνο και εξορίστηκε με τη μικρή του κόρη σε ένα μυστηριώδες νησί. Ο Πρόσπερο ενορχηστρώνει τα γεγονότα του έργου καθώς, χρησιμοποιώντας τη μαγεία του και τον πιστό του υπηρέτη, τον Άριελ, τραβά τους ναυαγισμένους εχθρούς του στο νησί και στη μετάνοια.

Παίζει επίσης τον προξενητή, φέρνοντας τον πρίγκιπα Φερδινάνδο στην ενήλικη πλέον κόρη του Μιράντα και δοκιμάζοντας την ποιότητα, την αγνότητα και την αποφασιστικότητα του νεαρού άνδρα -όπως θα έπρεπε να κάνει ένας καλός πατέρας- προτού του δώσει τη Μιράντα για σύζυγό του.

Αφηγούμενος την ιστορία της εξορίας του σε μια μικρή βάρκα με ελάχιστα υπάρχοντα από το Μιλάνο, ο Πρόσπερο εκφράζει αυτό που όλοι οι καλοί πατέρες γνωρίζουν, στους οποίους και μόνο η θέα του παιδιού τους μπορεί να τους δώσει τη δύναμη και το κίνητρο να εκτελέσουν ακόμα και υπεράνθρωπους άθλους. Μιλώντας στη Μιράντα, λέει:

«Ω, ένα χερουβείμ. /Ήσουν εσύ που με διαφύλαξες. Εσύ χαμογελούσες./ Εμποτισμένος με μια δύναμη από τον ουρανό,/ Όταν έχω στρώσει τη θάλασσα με σταγόνες γεμάτες αλάτι,/ Κάτω από το φορτίο μου στενάζω – που ανέδειξε μέσα μου/ ένα στομάχι που υπομένει, για να αντέξω/ ενάντια σε ό,τι θα έπρεπε να επακολουθήσει.»

Ο Πρόσπερο παίρνει θάρρος και ανακτά τη δύναμή του σε αυτή την πιο σκοτεινή στιγμή της ζωής του χάρη στην παρουσία και την αγάπη του μικρού κοριτσιού του.

Και συνεχίζει να κατευθύνει τα γεγονότα προς όφελός της καθ’ όλη τη διάρκεια του έργου: «Κανένα κακό./ Δεν έκανα τίποτε παρά για σένα να φροντίζω,/ Για σένα, αγαπημένη μου, για σένα, την κόρη μου.»

Μπομπ Κράτσιτ: ένας ήρωας της καθημερινότητας

Ο Μπομπ Κράτσιτ κουβαλάει τον Μικρούλη Τιμ στους ώμους του. Σκηνή από το «Μια χριστουγεννιάτικη ιστορία” του Καρόλου Ντίκενς, περ.1844. Εικονογράφηση του Fred Barnard. (Hulton Archive/Getty Images)

 

Στην αγαπημένη «Χριστουγεννιάτικη ιστορία» του Ντίκενς, ο Μπομπ Κράτσιτ είναι ο αφοσιωμένος υπάλληλος ενός δεσποτικού και τσιγγούνη εργοδότη, του Σκρουτζ, για τον οποίο δουλεύει με ελάχιστη αμοιβή. Ο Κράτσιτ αντιπροσωπεύει όλους εκείνους τους αμέτρητους πατέρες στην ιστορία, οι οποίοι μπορεί να μην διακρίθηκαν ποτέ από μια μοναδική στιγμή εξαιρετικού ηρωισμού ή γενναιότητας, αλλά μάλλον κατέκτησαν έναν όχι λιγότερο σημαντικό, αν και λιγότερο αισθητό, βαθμό ευγένειας και θυσίας με την επιμονή στην καθημερινή βιοπάλη.

Καλοκαίρι και χειμώνα, χρόνο με το χρόνο, αυτοί οι άνδρες σηκώνουν στους ώμους τους το βάρος ενός άχαρου και άδοξου καθήκοντος, απλώς και μόνο για να στηρίξουν εκείνους που εξαρτώνται από αυτούς. Θα μπορούσαμε να το ονομάσουμε αυτό «συνηθισμένο ηρωισμό» και είναι κάτι που κάθε οικογενειάρχης μπορεί να διεκδικήσει.

Ο Κράτσιτ μάς φέρνει στο νου το ποίημα του Ρόμπερτ Χέιντεν «Εκείνες οι Κυριακές του χειμώνα»:

«Και τις Κυριακές ο πατέρας μου σηκωνόταν νωρίς
και φόραγε τα ρούχα του μέσα στο μαύρο κρύο,
και μετά με ραγισμένα χέρια που πονούσαν
από τη δουλειά τις καθημερινές έκανε
να ανάψει τις φωτιές. Κανείς δεν τον ευχαρίστησε ποτέ.
[…]
[Θα του μιλούσα] αδιάφορα,
αυτού που είχε διώξει το κρύο
και μου γυάλισε και τα καλά μου παπούτσια.
Τι ήξερα, τι ήξερα
για τα αυστηρά και μοναχικά γραφεία της αγάπης;»

Αλλά, εκτός από τη φτώχεια, ο Κράτσιτ -όπως τόσοι πολλοί απλοί πατέρες- έχει το πρόσθετο βάρος των ιατρικών προβλημάτων στην οικογένεια. Ο γιος του, ο Μικρούλης Τιμ, είναι άρρωστος, αλλά η οικογένεια δεν έχει αρκετά χρήματα για να τον φροντίσει σωστά. Παρ’ όλα αυτά, ο Κράτσιτ κουβαλάει το ανάπηρο παιδί του στον ώμο του και το εμψυχώνει όσο καλύτερα μπορεί. Ο Κράτσιτ διαθέτει υπομονή και επίμονα καλή διάθεση μπροστά στις δυσκολίες. Και στο τέλος, η υπομονή του ανταμείβεται.

Ο Πατέρας: Διατηρώντας ζωντανή τη χαμένη ελπίδα και το φως μες στο σκοτάδι

Ο πατέρας έχει μόνο ένα σκοπό, τον οποίο θα επιδιώξει ακόμη και μέχρι θανάτου: να φροντίσει τον γιο του. Καρλ Φρήντριχ Λέσινγκ, “Ο ληστής και το παιδί του”, 1832. Λάδι σε καμβά. Μουσείο Τέχνης της Φιλαδέλφειας. (Public Domain)

 

Το μυθιστόρημα του Κόρμακ Μακάρθι «Ο δρόμος» (2006) διαδραματίζεται σε ένα ζοφερό, μετα-αποκαλυπτικό φόντο. Είναι το οδοιπορικό ενός πατέρα και του γιου του σε μια κατεστραμμένη Αμερική, όπου ο πολιτισμός έχει εξαφανιστεί λόγω ενός καταστροφικού συμβάντος, οι οποίοι εγκαταλείπουν το σπίτι τους στον βορρά, όπου δεν πιστεύει ο πατέρας ότι μπορούν να βγάλουν άλλον ένα χειμώνα, ψάχνοντας για κάτι «καλύτερο».

Κατά βάθος, ο πατέρας γνωρίζει ότι δεν έχουν πουθενά να πάνε, ότι δεν υπάρχει κανένα καλύτερο μέρος. Η προσπάθειά του, ωστόσο, συγκεντρώνεται, στο να διατηρήσει ζωντανή την ελπίδα στο αγόρι του, στο γιο του, το μόνο πράγμα που του έχει απομείνει σε αυτό τον πικρό κόσμο.

Οι λίγοι επιζώντες που συναντούν ο άντρας και το αγόρι στην πορεία τους είναι κυρίως δολοφόνοι που έχουν χάσει την ανθρωπιά τους μέσα στην απελπισία και την απόγνωσή τους. Αλλά ο πατέρας κάνει ό,τι μπορεί για να εμφυσήσει στο γιο του την αίσθηση του καλού και του κακού, σε μια εποχή που έχει εγκαταλείψει κάθε ηθικό πρότυπο. Έτσι, λέει στο αγόρι ότι είναι «οι καλοί» που «κουβαλούν τη φωτιά».

Η σκληρότητα του σκηνικού αναδεικνύει περισσότερο την καρδιά της ιστορίας. Όσο πιο σκοτεινό είναι το φόντο τόσο μεγαλύτερη είναι η αντίθεση με το φως στον πυρήνα της ιστορίας και αυτό το φως είναι η αγάπη και η θυσία ενός πατέρα και ενός γιου ο ένας για τον άλλον. Ο πατέρας δεν έχει πια παρά μόνο ένα πράγμα, στο οποίο θα εμμείνει ακόμη και μέχρι θανάτου: τη φροντίδα του γιου του.

Τα λόγια του Πατέρα θα ταίριαζαν στο στόμα κάθε πατέρα που μιλάει στο παιδί του: «Έχεις όλη μου την καρδιά. Πάντα την είχες. Είσαι το καλύτερο παιδί. Πάντα ήσουν.»

Τέοντορ Χίλντεμπραντ, «Ένας πολεμιστής με το παιδί του», 1832. Λάδι σε καμβά. Παλιά Εθνική Πινακοθήκη του Βερολίνου. (Public Domain)

 

ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ

1. Τα λόγια ανήκουν στον Φαραμίρ, από το έργο του Τζ.Ρ. Τόλκιν «Ο Άρχοντας των Δαχτυλιδιών», βιβλίο 2ο («Οι Δύο Πύργοι»), σελ. 328. Εκδόσεις Κέδρος 1983, μετάφραση Ευγενία Χατζηθανάση-Κόλλια.

2. Ομήρου Ιλιάδα, Ραψωδία Ζ΄, στίχοι 399-475, μετάφραση Ι. Πολυλά.

 

Επιμέλεια: Αλία Ζάε

Μέσα από τα μάτια της αγάπης: «Ο Μικρός Πρίγκιπας»

Ο «Μικρός Πρίγκιπας» του Αντουάν ντε Σαιντ-Εξυπερύ είναι ένα από τα δημοφιλέστερα βιβλία παγκοσμίως, με πωλήσεις που ξεπερνούν τα 200 εκατομμύρια αντίτυπα παγκοσμίως. Ωστόσο, αποτελεί ένα μικρό αίνιγμα.

Φαινομενικά ένα παιδικό βιβλίο, διαβάζεται σαν ένας συνδυασμός παιδικού μύθου, σουρεαλιστικής μυθοπλασίας, ποίησης, απομνημονευμάτων, ονειρικής αφήγησης και πλατωνικού διαλόγου – ένα απίθανο μείγμα που καταφέρνει να είναι βαθιά συγκινητικό και μαγευτικό. Το νόημά του είναι ασαφές, το τέλος του ανοιχτό σε πολλαπλές ερμηνείες. Διαβάζεται σαν παραμύθι ή παραβολή, αλλά αψηφά τους απλούς ορισμούς για το τι είναι παραμύθι.

Παρόλα αυτά, είναι ένα διεθνώς αγαπημένο, σύγχρονο και κλασικό ταυτόχρονα έργο, που φτάνει σε σημαντικές αλήθειες για την παιδική ηλικία και την ενηλικίωση, την αγάπη και τις σχέσεις, το θαύμα, την πίστη, τη λαχτάρα και την απώλεια.

Στο βιβλίο «Ο Μικρός Πρίγκιπας» ο Αντουάν ντε Σαιντ-Εξυπερύ γράφει: «Μόνο με την καρδιά μπορεί κανείς να δει σωστά – το ουσιώδες είναι αόρατο στο μάτι». (Fair Use)

 

Σχετικά με τον συγγραφέα

Μεγάλο μέρος αυτής της μυστηριώδους ιστορίας αντικατοπτρίζει τη ζωή του συγγραφέα της, του Αντουάν ντε Σαιντ-Εξυπερύ, ο οποίος σκοτώθηκε κατά τη διάρκεια μιας πολεμικής πτήσης στον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Ο Γάλλος ποιητής και αεροπόρος γεννήθηκε το 1900 στη Λυών της Γαλλίας και έχασε από ρευματικό πυρετό τον 15χρονο, χρυσομάλλη μικρότερο αδελφό του. Αυτή η πρώιμη απώλεια αντανακλά στο βιβλίο, με τον ομώνυμο Μικρό Πρίγκιπα να παραπέμπει στη φιγούρα του αδελφού του Σαιντ-Εξυπερύ.

Ο συγγραφέας, ποιητής και αεροπόρος Αντουάν ντε Σαιντ-Εξυπερύ γύρω στα τέλη της δεκαετίας του 1930. Δημοτικό Περιφερειακό Μουσείο Arruabarrena Palace, Κονκόρντια, Αργεντινή. (Public Domain)

 

 

Ο  Αντουάν ντε Σαιντ-Εξυπερύ είχε εμμονή με τις πτήσεις και πέρασε πολλά χρόνια στον αέρα, παρά τις πολλαπλές συντριβές του. Μια φορά έπεσε στην έρημο της Λιβύης – όπως ακριβώς και ο αεροπόρος στον «Μικρό Πρίγκιπα».

Μια άλλη ομοιότητα μεταξύ ζωής και μυθοπλασίας είναι η αναλογία του χαρακτήρα της συζύγου του συγγραφέα, Κονσουέλο, η οποία είχε δύσκολο και απρόβλεπτο ταμπεραμέντο, με τον χαρακτήρα του τριαντάφυλλου στον πλανήτη του Μικρού Πρίγκιπα. Ορισμένοι κριτικοί έχουν παραλληλίσει τα περίπλοκα συναισθήματα του Μικρού Πρίγκιπα για το τριαντάφυλλο και τη σχέση του Σαιντ-Εξυπερύ με τη σύζυγό του. Η ίδια η Κονσουέλο προφανώς είδε αυτή τη σύνδεση – στην αυτοβιογραφία της έδωσε τον τίτλο «Η ιστορία του ρόδου». Πέραν αυτού, ωστόσο, οι άμεσες βιογραφικές αναφορές είναι ελάχιστες.

Το μυθιστόρημα πραγματεύεται θέματα και ερωτήματα οικουμενικά. Αφηγείται την ιστορία ενός πιλότου που συντρίβεται στην έρημο, όπου συναντά ένα παιδί που αναφέρεται απλά ως «ο μικρός πρίγκιπας». Το αγόρι ζητά από τον πιλότο να του ζωγραφίσει ένα πρόβατο για να το πάρει μαζί του στον πλανήτη του, έναν αστεροειδή στο μέγεθος ενός μικρού σπιτιού. Σιγά-σιγά, ο πιλότος μαθαίνει ότι ο πρίγκιπας είχε στον πλανήτη του ένα τριαντάφυλλο, οι συναισθηματικές απαιτήσεις του οποίου οδήγησαν τον πρίγκιπα να εγκαταλείψει τον πλανήτη του, παρά την αγάπη του για το λουλούδι.

Ταξίδεψε σε διάφορους πλανήτες όπου συνάντησε ενηλίκους που αντιπροσωπεύουν ο καθένας έναν τύπο: έναν βασιλιά που δεν κυβερνά τίποτα, έναν ξιπασμένο άντρα που νομίζει ότι όλοι τον θαυμάζουν, έναν μεθύστακα που πίνει επειδή ντρέπεται για το ποτό, έναν επιχειρηματία που νομίζει ότι του ανήκουν όλα τα αστέρια και έναν φανοποιό που ολοκληρώνει μηχανικά την εργασία του μια φορά κάθε λεπτό.

Η επιθυμία του πρίγκιπα για φιλία και συντροφικότητα τον οδηγεί τελικά στη γη, όπου συναντά μια αλεπού που του μαθαίνει για την αγάπη και την αφοσίωση. Ύστερα, συναντά τον πιλότο στην έρημο. Όμως, όσο περισσότερο ταξιδεύει τόσο περισσότερο λαχταρά να επιστρέψει στο τριαντάφυλλό του.

Βαθιά μαθήματα

Η απλότητα της αφήγησης, από την οποία απουσιάζουν οι πολύπλοκοι χαρακτήρες, το ιστορικό πλαίσιο και το ρεαλιστικό σκηνικό, επιτρέπει στην ιστορία να διεισδύσει πιο γρήγορα και άμεσα στα κεντρικά της ζητήματα ακολουθώντας έναν ποιητικό, μυθολογικό δρόμο. Ποια είναι αυτά τα κεντρικά ζητήματα; Για τόσο σύντομο έργο, ο «Μικρός Πρίγκιπας» προσφέρει έναν μακρύ κατάλογο απαντήσεων. Αλλά εδώ θα επικεντρωθώ σε τρία μόνο: την παιδική ηλικία, τη μοναξιά και το πώς μεταμορφώνει τα πάντα το να κοιτάς τον κόσμο με τα μάτια της αγάπης.

Ο αφηγητής πιλότος ξεκινά την ιστορία με ένα ανέκδοτο από την παιδική του ηλικία, όταν οι ενήλικοι δεν κατάφεραν να καταλάβουν μια από τις ζωγραφιές του. Η αδυναμία των «μεγάλων» να καταλάβουν τι έχει πραγματικά σημασία στη ζωή (σε αντίθεση με τα παιδιά) γίνεται ένα επαναλαμβανόμενο θέμα. Εδώ, πρέπει να καταλάβουμε ότι ο όρος «ενήλικος» του Σαιντ-Εξυπερύ δεν αφορά γενικά τους ενηλίκους, αλλά συγκεκριμένα εκείνους που έχουν αποβάλει την παιδική αίσθηση του θαύματος.

Γλυπτική απεικόνιση του αεροπόρου και συγγραφέα Αντουάν ντε Σαιντ-Εξυπερύ μαζί με τον Μικρό Πρίγκιπα, στη Λυών της Γαλλίας. (prochasson Frederic/Shutterstock)

 

Το θέμα της παιδικής θεώρησης του κόσμου λαμβάνει περαιτέρω έμφαση σε μια πρώιμη ανταλλαγή απόψεων μεταξύ του πιλότου και του πρίγκιπα. Ο πιλότος είναι απασχολημένος προσπαθώντας να φτιάξει το αεροπλάνο του. Ενοχλείται από τις συνεχείς ερωτήσεις του πρίγκιπα, η τελευταία από τις οποίες αφορά το αν το πρόβατο που ζωγράφισε και χάρισε στον πρίγκιπα θα φάει το λουλούδι στον πλανήτη του. Ο πιλότος, εξοργισμένος, φωνάζει: «Δεν καταλαβαίνεις – είμαι πολύ απασχολημένος με σημαντικά θέματα!»

Ο πρίγκιπας απαντά: «Μιλάς σαν τους μεγάλους! … Τα μπερδεύεις όλα… Τα μπερδεύεις όλα… Τα λουλούδια βγάζουν αγκάθια εδώ και εκατομμύρια χρόνια. Εδώ και εκατομμύρια χρόνια, τα πρόβατα τα τρώνε με τον ίδιο τρόπο. Και δεν είναι σημαντικό να προσπαθήσουμε να καταλάβουμε γιατί τα λουλούδια μπαίνουν σε τόσο μεγάλο κόπο για να αναπτύξουν αγκάθια που δεν τους είναι ποτέ χρήσιμα; Δεν είναι σημαντικός ο πόλεμος μεταξύ των προβάτων και των λουλουδιών; … Και αν ξέρω – εγώ, προσωπικά – ένα λουλούδι που είναι μοναδικό στον κόσμο, που δεν φυτρώνει πουθενά αλλού παρά μόνο στον πλανήτη μου, αλλά που ένα μικρό πρόβατο μπορεί να το καταστρέψει με ένα μόνο δάγκωμα κάποιο πρωί, χωρίς καν να καταλάβει τι κάνει – Α! Νομίζετε ότι αυτό δεν είναι σημαντικό!»

Ο Σαιντ-Εξυπερύ επισημαίνει εδώ πολλά πράγματα: Πρώτον, αυτό που φαίνεται ασήμαντο στους ενηλίκους μπορεί να έχει τεράστια σημασία στα μάτια ενός παιδιού και δεν πρέπει να απορρίπτεται αβασάνιστα από τους μεγάλους. Δεύτερον, οι ασχολίες που ενίοτε απασχολούν τους ενηλίκους – όπως η πρόσθεση ατελείωτων ποσών στην οποία επιδίδεται ο επιχειρηματίας στον μοναχικό του πλανήτη – μπορεί να είναι λιγότερο σημαντικές από κάποια από τα ερωτήματα που έχουν τα παιδιά. Το παιδί ασχολείται με τις λεπτομέρειες: τα πράγματα που γνωρίζει, βλέπει και βιώνει. Θέτει «μη πρακτικές» ερωτήσεις. Για τον λόγο αυτό, το παιδί έχει μερικές φορές περισσότερες πιθανότητες να κατανοήσει τη σπανιότητα και την ομορφιά κάθε καλού πράγματος, ακόμη και του πιο μικρού, του λιγότερο «χρήσιμου», του πιο κρυμμένου.

Ο Μικρός Πρίγκιπας εξηγεί ότι η αγάπη για ένα συγκεκριμένο πράγμα μπορεί να μεταμορφώσει την άποψή μας για ολόκληρο το σύμπαν: «Αν κάποιος αγαπάει ένα λουλούδι, που ανθίζει κάπου πέρα ανάμεσα στα εκατομμύρια αστέρια, νιώθει ευτυχισμένος και μόνο που κοιτάζει τα αστέρια. Μπορεί να πει στον εαυτό του: ‘Κάπου εκεί είναι το λουλούδι μου’.»

Μνημείο αφιερωμένο στον χαρακτήρα του Αντουάν ντε Σεντ-Εξυπερύ, τον Μικρό Πρίγκιπα, που στέκεται στον πλανήτη του με το κόκκινο τριαντάφυλλο. Εϊλάτ, Ισραήλ. (AllyE/Shutterstock)

 

Η αφοσίωση του Μικρού Πρίγκιπα στο χαμένο του λουλούδι αναδεικνύει το θέμα της μοναξιάς. Η μοναξιά είναι παντού: Ο πιλότος κάνει αναγκαστική προσγείωση στη μέση του πουθενά, απομονωμένος από τον πολιτισμό. Ο Μικρός Πρίγκιπας ζει μόνος του σε έναν μικροσκοπικό πλανήτη μέχρι τον ερχομό του τριαντάφυλλου, το οποίο τελικά αφήνει μόνο του γιατί, σύμφωνα με τα λόγια του, «ήμουν πολύ μικρός για να ξέρω πώς να το αγαπήσω». Όταν ο Μικρός Πρίγκιπας έρχεται στη γη, προσγειώνεται σε μια άδεια, μοναχική έρημο. Η πρώτη του γνωριμία, ένα φίδι, του λέει: «Είναι μοναχικά και μεταξύ των ανθρώπων». Το επόμενο πλάσμα που συναντά ο Μικρός Πρίγκιπας είναι μια αλεπού που είναι τόσο μόνη που παρακαλεί τον Μικρό Πρίγκιπα να την εξημερώσει. Αλλά ο Μικρός Πρίγκιπας πρέπει τελικά να εγκαταλείψει και την αλεπού.

Αυτή η διαπεραστική αίσθηση της απομόνωσης ενισχύει την πολυτιμότητα της αγάπης και των σχέσεων όταν αυτές εμφανίζονται στο βιβλίο, γεγονός που μας επαναφέρει στον τρόπο με τον οποίο η αγάπη μεταμορφώνει το όραμα του ανθρώπου για τη ζωή. Είναι η αλεπού που μιλάει πιο εύγλωττα για το θέμα και τα λόγια φαίνεται να αποκαλύπτουν την καρδιά του βιβλίου. Λέει στον Μικρό Πρίγκιπα: «Αν με εξημερώσεις, τότε θα έχουμε ανάγκη ο ένας τον άλλον. Για μένα, θα είσαι μοναδικός στον κόσμο. Για σένα, θα είμαι μοναδική στον κόσμο […] Θα είναι σαν να ήρθε ο ήλιος να λάμψει στη ζωή μου. Θα γνωρίσω τον ήχο ενός βήματος που θα είναι διαφορετικό από όλα τα άλλα. Τα άλλα βήματα με στέλνουν βιαστικά πίσω κάτω από το έδαφος. Το δικό σου θα με καλεί, σαν μουσική, να βγω από το λαγούμι μου. Και μετά κοίτα: βλέπεις τα χωράφια με τα σιτηρά εκεί κάτω; Δεν τρώω ψωμί. Αυτό δεν μου είναι χρήσιμο. Τα σιτοχώραφα δεν έχουν τίποτα να μου πουν. Και αυτό είναι λυπηρό. Αλλά εσύ έχεις μαλλιά που έχουν το χρώμα του χρυσού. Σκέψου πόσο υπέροχα θα είναι όταν με εξημερώσεις! Το σιτάρι, που είναι επίσης χρυσό, θα σε φέρνει στη σκέψη μου. Και θα μου αρέσει να ακούω τον άνεμο στο σιτάρι.»

Η σχέση ανάμεσα στο αγόρι και την αλεπού αλλάζει τα πάντα, ακόμη και τη σημασία ενός χωραφιού με σιτάρι. Η πιο πολυδιαφημισμένη ρήση του μυθιστορήματος προέρχεται επίσης από την αλεπού: «Μόνο με την καρδιά μπορεί κανείς να δει σωστά – το ουσιώδες είναι αόρατο στο μάτι».

«Ο Μικρός Πρίγκιπας» του Αντουάν ντε Σαιντ-Εξυπερύ.

 

Όταν αγαπάμε κάτι και δεσμευόμαστε, αυτό γίνεται πολύτιμο και μοναδικό. Ο Μικρός Πρίγκιπας αντιλαμβάνεται την αξία του τριανταφύλλου του ακριβώς επειδή είναι δικό του. Το περιποιείται, το φροντίζει και το ανέχεται – εκείνο συγκεκριμένα, όχι οποιοδήποτε λουλούδι. Και αυτό βάζει όλο τον κόσμο του να φλέγεται με μια νέα λάμψη. Τα πάντα γίνονται πολύτιμα υπό το φως αυτής της κεντρικής αγάπης. Τα πάντα την αντανακλούν, έτσι ώστε να βλέπουμε τον κόσμο, ας πούμε, με πιο καθαρά μάτια.

Ο Μικρός Πρίγκιπας το διδάσκει αυτό στον αεροπόρο: «Τα αστέρια είναι όμορφα εξαιτίας ενός λουλουδιού που δεν φαίνεται. … Αυτό που κάνει την έρημο όμορφη είναι ότι κάπου κρύβει ένα πηγάδι.»Το παιδί και ο ενήλικος με την παιδική ματιά βλέπουν πέρα από την απλή επιφάνεια των πραγμάτων, ξέρουν ότι στην καρδιά του κόσμου, και σε όλες τις ιδιαιτερότητες του κόσμου, κρύβεται κάτι αξιαγάπητο – αρκεί να το δούμε και να αγαπήσουμε.

Η αέναη ανανέωση της πίστης στην “Οδύσσεια”

Τι σημαίνει επιστροφή; Τι σημαίνει να γυρίζεις σπίτι; Το σπίτι μας βρίσκεται εκεί όπου ανήκουμε, οι άνθρωποι και οι τόποι που είναι δικοί μας ενώ κι εμείς είμαστε δικοί τους. Ωστόσο, αυτό το ανήκειν φτάνει στην πληρότητά του μόνο μέσω της ενεργής επιλογής μας και της συμμόρφωσής μας με τους περιορισμούς που μας θέτει η αφοσίωσή μας σε έναν λαό και έναν τόπο. Μια τέτοια αφοσίωση απαιτεί συνεχή επιλογή, επαναβεβαίωση και επιστροφή.

Η “Οδύσσεια” του Ομήρου διερευνά σε μεγάλο βάθος αυτές τις έννοιες της επιστροφής και του ανήκειν. Ο “νόστος” – η “επιστροφή”- ξεχωρίζει ως η σημαίνουσα λέξη και έννοια στο ποίημα, όπως λέει η Εύα Μπραν στο βιβλίο της “Ομηρικές Στιγμές”. Υπάρχουν, ωστόσο, διαφορετικά είδη επιστροφής. Γράφει: “Φαίνεται ότι το “γυρίζω σπίτι”, η επιστροφή, δεν είναι τόσο απλό όσο το να επιβιώσεις από τη θάλασσα και να ξαναπάρεις ένα παλάτι- μπορεί να γυρίσεις σπίτι αλλά να μην είσαι εκεί, μπορεί να επιστρέψεις αλλά να μην είσαι εσύ”. Στην “Οδύσσεια”, ο Όμηρος μας τραγουδά για ένα βαθύτερο είδος νόστου – τον αέναο νόστο της αληθινής πίστης και αφοσίωσης.

Πίστη στον άνθρωπο

Αταλάντευτη στην πίστη της στον Οδυσσέα, η Πηνελόπη (α) κάθεται μόνη στον αργαλειό της, ενώ μια υπηρέτρια μαζεύει μήλα, αντιπροσωπεύοντας τους πειρασμούς που την περιβάλλουν. “Πηνελόπη”, 1864, του Τζον Ρόνταμ Σπένσερ Στάνχοπ. Λάδι σε καμβά. Ιδιωτική συλλογή. (Public Domain)

 

Αν και το θέμα της πίστης διατρέχει όλο το ποίημα, βρίσκει τη βαθύτερη και σημαντικότερη έκφρασή του στο γάμο του Οδυσσέα και της Πηνελόπης.

Στη δυτική λογοτεχνία, η Πηνελόπη αποτελεί υπόδειγμα πίστης. Περιμένει 20 χρόνια να επιστρέψει ο σύζυγός της, αποκρούοντας τους μνηστήρες που προσπαθούν να σφετεριστούν το στέμμα και το κρεβάτι του βασιλιά, γαντζωμένη στην ελπίδα και τους γαμήλιους όρκους της, όταν πολλές κατώτερες γυναίκες θα εγκατέλειπαν τον Οδυσσέα και θα υπέκυπταν στην τεράστια πίεση να ξαναπαντρευτούν.

Η ακλόνητη καρδιά της δεν παύει ποτέ να νοσταλγεί τον σύζυγό της. Ο χρόνος δεν φαίνεται να επουλώνει την πληγή της απώλειάς της, αλλά ούτε και να πνίγει εντελώς την ελπίδα. “Όλη μέρα επιδίδομαι σε αναστεναγμούς και δάκρυα”, θρηνεί, σαν να είχε φύγει ο Οδυσσέας μόλις την προηγούμενη μέρα.

Αλλά και ο Οδυσσέας θρηνεί για τη σύζυγό του. Και παρόλο που η πίστη του δεν φτάνει την πίστη της Πηνελόπης, είναι ωστόσο αξιοσημείωτη. Στην πρώτη μας συνάντηση στο έπος με τον “πολυτλα” Οδυσσέα -για να χρησιμοποιήσουμε το σημαντικότερο ομηρικό επίθετο- αυτός μαραζώνει από νοσταλγία για την Πηνελόπη και την πατρίδα του, ενώ είναι παγιδευμένος στο νησί της νύμφη Καλυψούς, η οποία τον θέλει για σύζυγο. Ο Όμηρος λέει ότι η καρδιά του είναι “προσηλωμένη στη γυναίκα του και στην επιστροφή του”. Σε μια οδυνηρή εικόνα, ο Όμηρος απεικονίζει τον Οδυσσέα στο νησί ως εξής:

“ἀλλ᾿ ὅ γ᾿ ἐπ᾿ ἀκτῆς κλαῖε καθήμενος, ἔνθα πάρος περ,
δάκρυσι καὶ στοναχῇσι καὶ ἄλγεσι θυμὸν ἐρέχθων.
πόντον ἐπ᾿ ἀτρύγετον δερκέσκετο δάκρυα λείβων.”

“…εκείνος στο γιαλό καθούμενος, ως πάντα που, θρηνούσε,
με πίκρες, στεναγμούς και κλάματα σπαράζοντας τα στήθη,
την άκαρπη θωρώντας θάλασσα με βουρκωμένα μάτια.” [1]

Αν και ο Οδυσσέας δεν παραμένει πιστός στην Πηνελόπη με το σώμα του, ωστόσο, αποδεικνύει την απόλυτη αφοσίωσή του σε αυτήν όταν παίρνει την καίρια απόφαση να εγκαταλείψει όχι μόνο την Καλυψώ, μια δευτερεύουσα θεά, αλλά και την ίδια την αθανασία που εκείνη του υπόσχεται αν παραμείνει κοντά της, για χάρη της Πηνελόπης.

Παρά την ομορφιά, την αθανασία και την αρχοντιά της Καλυψούς, ο Οδυσσέας λαχταρούσε τη γυναίκα του και την ελευθερία του, την οποία του απέδωσαν εν τέλει οι θεοί του Ολύμπου. “Ο Ερμής διατάζει την Καλυψώ να απελευθερώσει τον Οδυσσέα”, 1665, του Ζεράρ ντε Λαιρές. Λάδι σε καμβά. Μουσείο Τέχνης του Κλήβελαντ. (Public Domain)

 

Αλλά ακόμη και όταν ο Δίας την έχει διατάξει να αφήσει τον Οδυσσέα να φύγει, η Καλυψώ δεν μπορεί να μην κάνει μια τελευταία προσπάθεια να τον πείσει να μείνει κοντά της:

“σὺ δὲ χαῖρε καὶ ἔμπης.
εἴ γε μὲν εἰδείης σῇσι φρεσὶν ὅσσα τοι αἶσα
κήδε᾿ ἀναπλῆσαι, πρὶν πατρίδα γαῖαν ἱκέσθαι,
ἐνθάδε κ᾿ αὖθι μένων σὺν ἐμοὶ τόδε δῶμα φυλάσσοις
ἀθάνατός τ᾿ εἴης, ἱμειρόμενός περ ἰδέσθαι

σὴν ἄλοχον, τῆς τ᾿ αἰὲν ἐέλδεαι ἤματα πάντα.
οὐ μέν θην κείνης γε χερείων εὔχομαι εἶναι,
οὐ δέμας οὐδὲ φυήν, ἐπεὶ οὔ πως οὐδὲ ἔοικεν
θνητὰς ἀθανάτῃσι δέμας καὶ εἶδος ἐρίζειν.»

“Ας είναι, γεια χαρά σου!
Μονάχα αν κάτεχες στα φρένα σου τα βάσανα που η μοίρα
να σύρεις γράφει, πριν τα χώματα τα πατρικά πατήσεις,
εδώ θ᾿ απόμενες, κοιτάζοντας το σπήλιο αυτό μαζί μου,
και θα ‘σουν από πάνω αθάνατος, κι ας έχεις τόσο πόθο

να ιδείς το ταίρι σου, που ατέλειωτα σε τυραννά ο καημός του.
Θαρρώ από κείνη εγώ χειρότερη στην ελικιά δεν είμαι
κι ουδέ στο ανάριμμα᾿ κι αταίριαστο να παραβγαίνουν θα ‘ταν
έτσι κι αλλιώς θνητές με αθάνατες στην ελικιά, στην όψη.» [2]

Ο Οδυσσέας απαντά θαυμάσια σε αυτά τα λόγια της νύμφης:

«πότνα θεά, μή μοι τόδε χώεο: οἶδα καὶ αὐτὸς
πάντα μάλ᾿, οὕνεκα σεῖο περίφρων Πηνελόπεια
εἶδος ἀκιδνοτέρη μέγεθός τ᾿ εἰσάντα ἰδέσθαι:
ἡ μὲν γὰρ βροτός ἐστι, σὺ δ᾿ ἀθάνατος καὶ ἀγήρως.
ἀλλὰ καὶ ὣς ἐθέλω καὶ ἐέλδομαι ἤματα πάντα

οἴκαδέ τ᾿ ἐλθέμεναι καὶ νόστιμον ἦμαρ ἰδέσθαι.»

«Θεά σεβάσμια, μη μου οργίζεσαι᾿ κι εγώ καλά το ξέρω᾿
αλήθεια, η Πηνελόπη η φρόνιμη δε δύνεται ποτέ της
στην ομορφιά και στο παράστημα να παραβγεί μαζί σου᾿
τι είναι θνητή, μα εσύ κι αθάνατη κι αγέραστη λογιέσαι.
Μα κι έτσι θέλω κι ακατάπαυτα με δέρνει ο πόθος, πίσω

να στρέψω, την ημέρα κάποτε να ιδώ του γυρισμού μου.» [3]

Αυτό που κάνει την απάντησή  του τόσο υπέροχη είναι ότι ο Οδυσσέας δεν αρνείται την άποψη της θεάς, ότι είναι ωραιότερη και ανώτερη από την Πηνελόπη. Και είναι αθάνατη, σε αντίθεση με τη σύζυγο του Οδυσσέα, η οποία είναι προορισμένη να γεράσει και να πεθάνει. Ο Οδυσσέας τα αναγνωρίζει όλα αυτά, αλλά επιλέγει την Πηνελόπη ούτως ή άλλως.

Ακόμα και με όλα τα ελαττώματά της, κανείς δεν μπορεί να αντικαταστήσει τη μοναδική ψυχή που επέλεξε ο Οδυσσέας για σύντροφο της ζωής του πριν από τόσα χρόνια. Και εδώ έχουμε μια βαθιά αλήθεια για τον γάμο και την πίστη. Όπως το θέτει ο Γουέντελ Μπέρι στο δοκίμιό του “Το σώμα και η γη” (“The Body and the Earth”) από το βιβλίο του “The Unsettling of America”: “Πρόκειται, στην πραγματικότητα, για ένα γαμήλιο τελετουργικό που μοιάζει πολύ με το δικό μας, κατά το οποίο ο Οδυσσέας απαρνιέται τους άλλους, αρχίζοντας από την αθάνατη θηλυκότητα της θεάς, και ανανεώνει την υπόσχεσή του στους γήινους όρους του γάμου του”.

“Η συνάντηση του Οδυσσέα και της Πηνελόπης”, 1788, του Φραντσέσκο Μπαρτολότσι, από το έργο του Τζον Φράνσις Ριγκώ. Χαρακτική και διακεκομμένη χαλκογραφία σε χαρτί. Rijksmuseum, Άμστερνταμ. (Public Domain)

 

Πράγματι, κάτι πρέπει να θυσιάσουμε όταν παντρευόμαστε. Πριν από το γάμο, όλοι μας έχουμε ένα πρότυπο, ένα ιδεώδες του ατόμου που ελπίζουμε να παντρευτούμε. Κατά κάποιον τρόπο, οι άνδρες αγαπούν τη γυναικεία φύση και οι γυναίκες αγαπούν την ανδρική φύση αφηρημένα, ως ιδανικά. Αλλά όταν ερωτευόμαστε και παντρευόμαστε, αυτό το αφηρημένο ιδανικό πρέπει να γίνει συγκεκριμένο και χειροπιαστό. Δεν αγαπάμε πλέον τη γυναικεία ή την ανδρική φύση ή κάποιο αθάνατο, τέλειο δείγμα αυτών, αλλά ένα συγκεκριμένο, υπέροχο, ατελές ον και μόνον αυτό.

Ο Όμηρος μας δείχνει ότι αληθινή πίστη σημαίνει να εγκαταλείπεις όλους τους άλλους πιθανούς συντρόφους -ακόμα και το “ιδανικό” που υπάρχει αφηρημένα, κάπου “εκεί έξω”, αυτήν τη θεά ή τον θεό που οι άνθρωποι περιμένουν μερικές φορές κοροϊδεύοντας τον εαυτό τους- υπέρ ενός πραγματικού, θνητού όντος. Το ιδανικό πρέπει να θυσιαστεί για τον πραγματικό άνθρωπο, τον άνθρωπο που έχει κανείς πραγματικά.

“Η Ευρύκλεια ξυπνά την Πηνελόπη για να της πει για την επιστροφή του Οδυσσέα”, 18ος αιώνας, από την Αντζέλικα Κάουφμαν. Λάδι σε καμβά. Ιδιωτική συλλογή. (Public Domain)

 

Και αυτό το πρόσωπο, αν και δεν είναι θεός ή θεά, είναι κατά έναν μυστηριώδη τρόπο πολύ ανώτερο από την εξιδανικευμένη εκδοχή του συντρόφου μας. Η ιστορία του Οδυσσέα τα δραματοποιεί όλα αυτά.

Ο γάμος, ένας ριζωμένος θεσμός

Η τελική δοκιμασία στην οποία υποβάλλει η Πηνελόπη τον Οδυσσέα με το γαμήλιο κρεβάτι τους αφορά το αν έχει επιστρέψει μόνο στο σώμα ή και στην καρδιά. Είναι ο ίδιος άνθρωπος; Είναι πιστός σε εκείνη και στο σπίτι τους; Γνωρίζοντας το αμετακίνητο του κρεβατιού τους (το οποίο είναι κυριολεκτικά ριζωμένο στη γη), ο Οδυσσέας δείχνει να παραμένει αναλλοίωτος. “Η δοκιμασία που έχει περάσει τώρα είναι αυτή της ταυτότητας με την κυριολεκτική της έννοια, της αυτο-ομοιότητας”, γράφει η Μπραν. “Εξακολουθεί να είναι ο άνθρωπος που ήταν πριν πάει στην Τροία, ο σύζυγός της που επέστρεψε με ακλόνητη και φορτισμένη με μνήμες αγάπη του για τη γυναίκα του και με ακατάλυτη πίστη στον φυσικά ριζωμένο θεσμό του γάμου”.

“Η Αθηνά απομακρύνει τις αμφιβολίες της Πηνελόπης”, μεταξύ 1632 και 1633, από τον Θεόδωρο βαν Θούλντεν, από το έργο του Φραντσέσκο Πριματίτσο. Χαρακτικό. Rijksmuseum, Άμστερνταμ. (Public Domain)

 

Η πίστη απαιτεί μια συνεχή επιστροφή, μια συνεχή επιλογή, παρ’ όλες τις δυσκολίες της ξηράς και της θάλασσας. Και αν κάποιος είναι πιστός, η χαρά θα επιστρέψει επίσης. Ο Μπέρι σχολιάζει: “Αυτό που προσφέρει ο γάμος -και αυτό που η πίστη έχει σκοπό να προστατεύσει- είναι η δυνατότητα στιγμών όπου αυτό που έχουμε επιλέξει και αυτό που επιθυμούμε ταυτίζονται”.

Αυτές οι στιγμές δεν μπορούν να είναι συνεχείς, μας υπενθυμίζει. Ο Οδυσσέας και η Πηνελόπη χωρίζονται για μεγάλο χρονικό διάστημα -συμβολικά, η αγάπη τους είναι στεγνή, επώδυνη, μη ανταποδοτική. Αλλά η πίστη τους ανταμείβεται όταν βιώνουν, κατά κάποιον τρόπο, μια δεύτερη γαμήλια νύχτα μετά την περίφημη επανένωσή τους στο τέλος του ποιήματος. Στη μέση ηλικία τους, η αγάπη τους γίνεται φρέσκια, καινούργια και πάλι. Η χαρά αναβλύζει με μεγαλύτερη ένταση, ακόμη και από ό,τι όταν παντρεύτηκαν για πρώτη φορά. Μια τέτοια εμπειρία έρχεται μόνο μέσα από την πίστη και την αφοσίωση.

“Η επιστροφή του Οδυσσέα στην Ιθάκη”, περ. 1814, του Γκασπάρε Μαρτελίνι για τον Φερδινάνδο Γ’. Φρέσκο σε οροφή, με ζωφόρο διακοσμημένη στις γωνίες με αλληγορίες της Πίστης, της Δύναμης, του Ηρακλή και του Απόλλωνα. Παλάτι Πίτι, Φλωρεντία, Ιταλία. (Diego Delso/CC BY-SA 4.0)

 

ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ

1. Ομήρου Οδύσσεια, Ραψωδία Ε΄, στίχοι 82-84. Από την ιστοσελίδα uoa.gr

2. Ομήρου Οδύσσεια, Ραψωδία Ε΄, στίχοι 205-213. Από την ιστοσελίδα uoa.gr

3. Ομήρου Οδύσσεια, Ραψωδία Ε΄, στίχοι 215-220. Από την ιστοσελίδα uoa.gr

 

Επιμέλεια: Αλία Ζάε

Ο Έκτορας, ο Αχιλλέας και η κακώς εννοούμενη αρρενωπότητα

Μετάφραση και επιμέλεια: Αλία Ζάε

Διαβάζοντας την «Ιλιάδα», δεν αργούμε να καταλάβουμε ότι ο Αχιλλέας και ο Έκτορας είναι δυο ήρωες που αντιπαρατίθενται και που προορίζονται να αντιμετωπίσουν ο ένας τον άλλον στη μάχη. Η μονομαχία τους προοικονομείται με πολλούς τρόπους στο ομηρικό έπος και πλανάται συνεχώς κατά κάποιον τρόπο στον αέρα, πάνω από τα ‘ψηλά τείχη της Τροίας’ και πάνω από τη ‘γεμάτη ψάρια θάλασσα’ στα νώτα των Αχαιών.

Οι μορφές όμως των δυο ηρώων δεν αντιπροσωπεύουν μόνο δυο γενναίους πολεμιστές, αλλά παρουσιάζουν και δυο διαφορετικούς τύπους αρρενωπότητας. Οι ομοιότητές τους δεν είναι λίγες: η ανταγωνιστική, επιθετική, βίαιη συμπεριφορά τους όταν πολεμούν και ο τρόμος που κι οι δυο σκορπούν ισόποσα στο πεδίο της μάχης είναι χαρακτηριστικά κοινά. Τα κίνητρά τους ωστόσο είναι διαφορετικά. Ο μεν Αχιλλέας επιτίθεται και εκδικείται, ο Έκτορας αμύνεται της πόλης και του λαού του.

Η μήνις του Αχιλλέα

Το θέμα της Ιλιάδας δεν είναι τόσο ο Τρωικός πόλεμος, όσο η μήνις – η οργή – του Αχιλλέα. Το έπος διαδραματίζεται σε διάστημα 51 μόλις ημερών, κατά το τελευταίο έτος του πολέμου, και αφορά τον θυμό του ημίθεου ήρωα απέναντι στον αρχιστράτηγο Αγαμέμνονα που του πήρε τη σκλάβα, την απόσυρσή του κατόπιν από τις μάχες και τελικά την επιστροφή του για να εκδικηθεί τον θάνατο του αγαπημένου του φίλου.

Τζοβάνι Μπατίστα Τιέπολο, «Η μήνις του Αχιλλέα», 1757. Νωπογραφία στη Βίλα Valmarana ai Nani, Βιτσέντσα. (Public Domain). Η Αθηνά αναγκάζεται να τραβήξει τον Αχιλλέα από τα μαλλιά, προκειμένου να τον εμποδίσει να σκοτώσει τον Αγαμέμνονα – πράξη απόλυτα καταδικαστέα από θεούς κι ανθρώπους.

 

Το έπος αρχίζει με αυτούς τους στίχους:

«Μῆνιν ἄειδε, θεά, Πηληιάδεω Ἀχιλῆος
οὐλομένην, ἣ μυρί’ Ἀχαιοῖς ἄλγε’ ἔθηκε,
πολλὰς δ’ ἰφθίμους ψυχὰς Ἄϊδι προΐαψεν
ἡρώων, αὐτοὺς δὲ ἑλώρια τεῦχε κύνεσσιν
οἰωνοῖσί τε πᾶσι· Διὸς δ’ ἐτελείετο βουλή·
ἐξ οὗ δὴ τὰ πρῶτα διαστήτην ἐρίσαντε
Ἀτρεΐδης τε ἄναξ ἀνδρῶν καὶ δῖος Ἀχιλλεύς.»

Δηλαδή:

«Τη μάνητα, θεά, τραγούδα μας του ξακουστού Αχιλλέα,
ανάθεμά τη, πίκρες που ‘δωκε στους Αχαιούς περίσσιες
και πλήθος αντρειωμένες έστειλε ψυχές στον Άδη κάτω
παλικαριών, στους σκύλους ρίχνοντας να φάνε τα κορμιά τους
και στα όρνια ολούθε —έτσι το θέλησε να γίνει τότε ο Δίας—
απ’ τη στιγμή που πρωτοπιάστηκαν και χώρισαν οι δυο τους,
του Ατρέα ο γιος ο στρατοκράτορας κι ο μέγας Αχιλλέας.»

(μετάφραση Καζαντζάκη-Κακριδή)

Η φιλονικία του Αχιλλέα με τον Αγαμέμνονα κοστίζει – ανάθεμά τη – πολλές ζωές στους Αχαιούς. Εγκαταλείποντας τον πόλεμο – αυτός, ο δυνατότερος πολεμιστής τους – αφήνει την ελληνική παράταξη σημαντικά αποδυναμωμένη.

Στις περισσότερες ραψωδίες, ο Αχιλλέας παρουσιάζεται έρμαιο των συναισθημάτων του: του θυμού, της μνησικακίας, της εκδικητικότητας… Περνά τις μέρες μέσα στη σκηνή του, αναμασώντας την προσβολή που νιώθει πως του έκανε ο Αγαμέμνων. Οι ικεσίες των συντρόφων του δεν τον συγκινούν, δεν μετριάζουν την οργή του ούτε αλλάζουν τη γνώμη του.

Η ίδια σκηνή με τη θεά Αθηνά («Η μήνις του Αχιλλέα»), από τον Πέτερ Πάουλ Ρούμπενς, περ. 1630-1635. Μουσείο Boijmans Van Beuningen, Ρότερνταμ, Ολλανδία. (Public Domain). Ο Όμηρος παρουσιάζει τον Αχιλλέα ανώριμο και εκδικητικό.

 

Χρειάζεται να σκοτωθεί ο Πάτροκλος, για να αποφασίσει ο Αχιλλέας να επιστρέψει στο πεδίο των μαχών. Το κίνητρό του όμως είναι και πάλι η εκδίκηση. Πόνος και τυφλή οργή, που στρέφονται κατά των αντιπάλων, ζητώντας αίμα για να απαλύνουν. Κυρίως το αίμα του Έκτορα, του δολοφόνου του προσφιλούς προσώπου.

Η επιθετικότητα του Αχιλλέα είναι σαρωτική και καταστροφική, όχι μόνο για τους Τρώες αλλά και για τους Έλληνες, καθώς κατευθύνεται από τα πάθη του και είναι παράλογη και ανεξέλεγκτη.

Εν τέλει, οι δυο αντίπαλοι συναντούν ο ένας τον άλλον και αναμετρώνται.

Η αυτοθυσία του Έκτορα

 Το αντίπαλο δέος του Αχιλλέα, ο γιος του βασιλιά Πριάμου, έχει πολλά κοινά σημεία με τον γιο της θεάς Θέτιδας. Εξίσου ατρόμητος πολεμιστής, ο Έκτορας είναι ο ‘πύργος της Τροίας’, αυτός που απωθεί μόνος του τα στίφη των εχθρών και εμπνέει στον λαό του θάρρος και δύναμη. Ο Όμηρος τον παρομοιάζει με λιοντάρι και με δυνατό δυτικό άνεμο και τον αποκαλεί κορυθαίολο, δηλαδή ‘λοφοσείστη’.

Είναι ο τρόμος των Αχαιών, αυτός που παραλίγο να τους ρίξει στη θάλασσα και να τους κάψει τα καράβια.

Πέτερ Πάουλ Ρούμπενς, «Ο θάνατος του Έκτορα», περ. 1630-1635 (ατελείωτο έργο). Μουσείο Boijmans Van Beuningen, Ρότερνταμ, Ολλανδία. (Public Domain)

 

Όμως ο Έκτορας είναι κάτι παραπάνω από άγριος μαχητής. Η κυριότερη διαφορά του με τον Αχιλλέα συνίσταται στο ότι διαθέτει και μια τρυφερή, ήπια πλευρά, που εκφράζεται μακριά από τη μάχη, με τους δικούς του εντός των τειχών της πόλης. Μέσα στην Τροία είναι ευγενής και ήρεμος. Μιλά όμορφα ακόμα και στην Ελένη, την πηγή των δεινών τους. Απέναντι στη γυναίκα του Ανδρομάχη και στον γιο τους Αστυάνακτα δείχνεται γεμάτος φροντίδα.

Στη ραψωδία Ζ΄, περιγράφεται η συνάντησή τους στον πύργο, όπου η Ανδρομάχη είχε σκαρφαλώσει μαζί με το παιδί τους, φοβούμενη ότι ο άντρας της είχε σκοτωθεί στη μάχη:

«ἥ οἱ ἔπειτ’ ἤντησ’, ἅμα δ’ ἀμφίπολος κίεν αὐτῇ
Ζ 400παῖδ’ ἐπὶ κόλπῳ ἔχουσ’ ἀταλάφρονα νήπιον αὔτως
Ἑκτορίδην ἀγαπητὸν ἀλίγκιον ἀστέρι καλῷ […]

ἤτοι ὃ μὲν μείδησεν ἰδὼν ἐς παῖδα σιωπῇ·
Ζ 405Ἀνδρομάχη δέ οἱ ἄγχι παρίστατο δάκρυ χέουσα,
ἔν τ’ ἄρα οἱ φῦ χειρὶ ἔπος τ’ ἔφατ’ ἔκ τ’ ὀνόμαζε· […]

Τὴν δ’ αὖτε προσέειπε μέγας κορυθαίολος Ἕκτωρ·
ἦ καὶ ἐμοὶ τάδε πάντα μέλει γύναι· ἀλλὰ μάλ’ αἰνῶς
αἰδέομαι Τρῶας καὶ Τρῳάδας ἑλκεσιπέπλους,
αἴ κε κακὸς ὣς νόσφιν ἀλυσκάζω πολέμοιο·
οὐδέ με θυμὸς ἄνωγεν, ἐπεὶ μάθον ἔμμεναι ἐσθλὸς
Ζ 445αἰεὶ καὶ πρώτοισι μετὰ Τρώεσσι μάχεσθαι
ἀρνύμενος πατρός τε μέγα κλέος ἠδ’ ἐμὸν αὐτοῦ.
εὖ γὰρ ἐγὼ τόδε οἶδα κατὰ φρένα καὶ κατὰ θυμόν·
ἔσσεται ἦμαρ ὅτ’ ἄν ποτ’ ὀλώλῃ Ἴλιος ἱρὴ
καὶ Πρίαμος καὶ λαὸς ἐϋμμελίω Πριάμοιο.
Ζ 450ἀλλ’ οὔ μοι Τρώων τόσσον μέλει ἄλγος ὀπίσσω,
οὔτ’ αὐτῆς Ἑκάβης οὔτε Πριάμοιο ἄνακτος
οὔτε κασιγνήτων, οἵ κεν πολέες τε καὶ ἐσθλοὶ
ἐν κονίῃσι πέσοιεν ὑπ’ ἀνδράσι δυσμενέεσσιν,
ὅσσον σεῦ, ὅτε κέν τις Ἀχαιῶν χαλκοχιτώνων
Ζ 455δακρυόεσσαν ἄγηται ἐλεύθερον ἦμαρ ἀπούρας·
καί κεν ἐν Ἄργει ἐοῦσα πρὸς ἄλλης ἱστὸν ὑφαίνοις…»

(στίχοι 399-456)

Δηλαδή:

«που τότε τον απάντησε με την τροφόν σιμά της,
οπού βαστούσε το μικρό μονάκριβο παιδί της,
τον Εκτορίδην, όμοιον με εύμορφον αστέρα· […]

Εκείνος χαμογέλασε κοιτώντας το παιδί του
ήσυχα· κι απ’ το χέρι του πιασμένη η Ανδρομάχη
εδάκρυσε και του ‘λεγεν: […]

«Όλα τα αισθάνομαι κι εγώ, γυνή μου, αλλά φοβούμαι
και των ανδρών το πρόσωπο και των σεμνών μητέρων,
αν μ’ έβλεπαν ως άνανδρος να φεύγω από την μάχην·
ούδ’ η καρδιά μου θέλει το, που μ’ έμαθε να είμαι
γενναίος πάντοτε κι εμπρός να μάχομαι των Τρώων
χάριν της δόξας του πατρός και της δικής μου ακόμη·
ότ’ είναι τούτο φανερό στα βάθη της ψυχής μου·
θα φθάσ’ η μέρα να χαθεί κι η Ίλιος η αγία
και ο Πρίαμος ο δυνατός με όλον τον λαόν του.
Αλλά των Τρώων η φθορά δεν με πληγώνει τόσο
και του πατρός μου ο θάνατος και της σεμνής μητρός μου
και των γλυκών μου αδελφών, οπού πολλοί και ανδρείοι
από τες λόγχες των εχθρών θα κυλισθούν στο χώμα
όσ’ ο καημός σου, όταν κανείς των Αχαιών σε πάρει
εις την δουλείαν, ενώ συ θα οδύρεσαι, θα κλαίεις,
εις τ’ Άργος ξένον ύφασμα θα υφαίνεις προσταγμένη·…»

(μετάφραση Ι. Πολυλά)

Στο παραπάνω απόσπασμα, βλέπουμε πόσο ο Έκτορας νοιάζεται για τους δικούς του και με πόσο παρηγορητικά λόγια απευθύνεται στην τρομαγμένη γυναίκα του. Ο Όμηρος περιγράφει επίσης πώς παίζει με το παιδί του, απολαμβάνοντας τις τελευταίες στιγμές μαζί του, γεμάτος στοργή και κατανόηση.

Η εμπλοκή του Έκτορα στον πόλεμο δεν οφείλεται σε δική του εμπάθεια ούτε είναι προσωπική του επιλογή. Ο πόλεμος ήρθε στο σπίτι του – έστω και μέσω του αδερφού του – και το καθήκον του είναι να υπερασπιστεί τα τείχη της πόλης, το λαό του και τα αγαπημένα του πρόσωπα.

Καρλ Φρήντριχ Ντέκλερ, «Ο Έκτορας αποχαιρετά την Ανδρομάχη και τον γιο του, Αστυάνακτα», πριν από το 1918. (Public Domain)

 

Θα μπορούσαμε να ισχυριστούμε ότι ο Έκτορας δείχνει πραγματική ανδρεία και αυτοθυσία, χρησιμοποιώντας τη δύναμή του για αμυντικούς λόγους, χωρίς να τη στρέφει ενάντια στους αδύναμους, αλλά προστατεύοντας αυτούς που αγαπά.

Αντίθετα, ο Αχιλλέας δεν χρησιμοποιεί τη δύναμή του για να ωφελήσει τους άλλους ούτε την ελέγχει. Τα κίνητρά του είναι εγωιστικά και αφορούν αποκλειστικά την ικανοποίηση των διαθέσεών του.

Στην εποχή μας, μια συμπεριφορά σαν του Αχιλλέα ίσως αποκαλούνταν ‘τοξική αρρενωπότητα’, η οποία περιγράφεται ως «συμβατική άποψη για τον ανδρισμό, που θεωρεί αναπόσπαστα χαρακτηριστικά του τη δύναμη και την κυριαρχικότητα και εμποδίζει το άτομο να ζει αρμονικά με τους άλλους ή ακόμα και βλάπτει την ψυχική του υγεία». Η τοξική αρρενωπότητα  αφορά «αντρικές συμπεριφορές σεξουαλικής και ψυχολογικής παραβίασης, επίδειξη ισχύος, εκδηλώσεις βίας και κακοποιητικές συμπεριφορές όλων των μορφών».

Είναι, με άλλα λόγια, ο κακώς εννοούμενος ανδρισμός, ο εγκλωβισμένος στα κλισέ και τις κοινωνικές πιέσεις, ο οποίος τρεφόμενος από τον εγωισμό του υποκειμένου στρέφεται τελικά όχι μόνο ενάντια στους άλλους αλλά και ενάντια στον ίδιο του τον εαυτό.

Ζαν Ζοζέφ Ταϊγιασόν, «Ο Αχιλλέας προσφέρει το πτώμα του Έκτορα στον νεκρό Πάτροκλο», 1769. Λάδι σε καμβά, Krannert Art Museum, Champaign, Ill. (Public Domain)

 

Ο ανδρισμός και η αρρενωπότητα δεν είναι εγγενώς κακά. Κάθε φύλο έχει τα χαρακτηριστικά του, που κάποιο λόγο έχουν που υπάρχουν. Η εύρυθμη λειτουργία της κοινωνίας εξαρτάται σε έναν βαθμό και από το πόσο καλά οι άντρες και οι γυναίκες εναρμονίζονται με τους ρόλους τους, που σχετίζονται με τις ιδιαιτερότητες της φύσης τους. Πάνω απ’ όλα όμως η ευημερία μιας κοινωνίας εξαρτάται από την ανιδιοτέλεια κάθε ατόμου ανεξαρτήτως φύλου, από την ευγένεια που είμαστε ικανοί να δείχνουμε ο ένας προς τον άλλον και από την καλή προαίρεσή μας.

Ας είναι οι ρόλοι οδηγοί και όχι δεσμοφύλακες και ας βρούμε έναν τρόπο μέσα από την καρδιά μας να συνδυάσουμε την κοινωνική αρμονία με τις ατομικές μας ιδιαιτερότητες, χωρίς κανέναν να προσβάλλουμε ή να υποτιμούμε. Ακόμα κι αν διαφωνούμε.

Τα 5 στάδια του ολοκληρωτισμού

Σχολιασμός

Οι φόβοι για μια αυξανόμενη ολοκληρωτική τάση στις Ηνωμένες Πολιτείες έχουν διογκωθεί κατά τη διάρκεια του 2020-2022. Πόσο κοντά όμως βρισκόμαστε πραγματικά σε ένα ολοκληρωτικό κράτος; Πώς έχουν προκύψει ιστορικά τέτοια καθεστώτα και ποια είναι τα προειδοποιητικά σημάδια; Αυτό το άρθρο θα απαντήσει σε αυτά τα ερωτήματα εξετάζοντας τα ολοκληρωτικά καθεστώτα κατά τον δέκατο όγδοο και τον εικοστό αιώνα και το σχέδιο με το οποίο ήρθαν στην εξουσία.

Στάδιο 1: Δυσαρέσκεια και ενδείξεις

Κάθε νέα τάξη πραγμάτων υψώνεται πάνω στα ερείπια της παλιάς.

Εκείνοι που θα εγκαθιδρύσουν ένα νέο καθεστώς πρέπει να αξιοποιήσουν ή να δημιουργήσουν δυσαρέσκεια για το status quo. Όσο κι αν αυτοί που επιθυμούν μια επανεκκίνηση απεχθάνονται την παλιά τάξη πραγμάτων, δεν μπορούν να πετύχουν πολλά χωρίς να αξιοποιήσουν ή να κατασκευάσουν μια παρόμοια στάση στο κοινό. Τότε ο επαναστατικός ολοκληρωτισμός εμφανίζεται ως η λύση σε αυτά τα προβλήματα.

Η Περίοδος της Τρομοκρατίας στην επαναστατική Γαλλία, για παράδειγμα, δεν ξεκίνησε με αίμα αλλά με ψωμί. Μεταξύ του 1715 και του 1800, ο πληθυσμός της Ευρώπης διπλασιάστηκε, δημιουργώντας ελλείψεις τροφίμων στους Γάλλους. Πολλοί Γάλλοι δυσανασχετούσαν με την αυξανόμενη συγκεντρωτική εξουσία του βασιλιά. Επιπλέον, οι ιδέες των διανοητών του «Διαφωτισμού» ξεσήκωναν επαναστατικά αισθήματα. Τέλος, η γαλλική κυβέρνηση ήταν βαθιά χρεωμένη λόγω των πολλών πολέμων του 18ου αιώνα και αύξησε τη φορολογία ακόμη και στους ευγενείς.

Ήταν αυτά τα βάσανα και οι φόβοι, σε συνδυασμό με τις μηχανορραφίες των μυστικών αδελφοτήτων (που παραδέχτηκε ο Μαρκήσιος ντε Ροζανμπό στη συνεδρίαση της Βουλής των Αντιπροσώπων την 1η Ιουλίου 1904) που οδήγησαν στην επανάσταση και στην ολοκληρωτική κυβέρνηση των Ιακωβίνων. Η Περίοδος της Τρομοκρατίας ήρθε μετά την πτώση του βασιλιά και του Ancien Régime (Παλαιού Καθεστώτος), την οποία οι επαναστάτες πέτυχαν εν μέρει λόγω των προβλημάτων και των δεινών της γαλλικής κοινωνίας πριν από την επανάσταση.

Η Επανάσταση των Μπολσεβίκων στη Ρωσία το 1917 -η οποία εγκαθίδρυσε ένα ολοκληρωτικό καθεστώς τόσο αιματηρό που θα έκανε την Περίοδο της Τρομοκρατίας να μοιάζει με απλή κόκκινη σταγόνα στον κουβά της γκιλοτίνας- ακολούθησε ένα παρόμοιο σχέδιο. Οι μπολσεβίκοι κομμουνιστές εκμεταλλεύτηκαν τα βάσανα του ρωσικού λαού για επαναστατικούς σκοπούς. Ποια ήταν αυτά τα βάσανα; Ο ρωσικός λαός είχε χάσει την πίστη του στον τσάρο Νικόλαο Β’ και την κυβέρνησή του, η Ρωσία περιείχε ανήσυχες εθνικές μειονότητες και οι ανεπαρκώς εξοπλισμένοι και καθοδηγούμενοι ρωσικοί στρατοί έχαναν από τους Γερμανούς στον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Τον Ιανουάριο του 1917, οι μεταφορές εμπορευμάτων σε πόλεις όπως η Αγία Πετρούπολη διακόπηκαν, και αυτό προκάλεσε ελλείψεις τροφίμων και καυσίμων και, τελικά, ταραχές.

Λίγο καιρό μετά την άνοδο του μπολσεβικισμού στη Ρωσία, ο Αδόλφος Χίτλερ ενεπλάκη με το ναζιστικό κόμμα κατά τη διάρκεια της Δημοκρατίας της Βαϊμάρης. Η δοκιμαζόμενη μεταπολεμική Γερμανία έσφυζε από δυσαρέσκεια. Η Συνθήκη των Βερσαλλιών ήταν σκληρή: Η Γερμανία αναμενόταν να αναλάβει πλήρως την ευθύνη για τον πόλεμο, να πληρώσει τεράστιες αποζημιώσεις στους Συμμάχους, να παραδώσει μεγάλες εδαφικές εκτάσεις, να μην διαθέτει αξιόμαχο στρατό και να παρακολουθείται από συμμαχικά στρατεύματα. Στα χρόνια που ακολούθησαν τον πόλεμο και τη συνθήκη, η γερμανική οικονομία υπέφερε πολύ, μεταξύ άλλων και από υπερπληθωρισμό. Όταν η Γερμανία αθέτησε ορισμένες από τις πληρωμές της, γαλλικά και βελγικά στρατεύματα κατέλαβαν την πλουσιότερη βιομηχανική περιοχή της Γερμανίας, την περιοχή του Ρουρ, γεγονός που έκανε τη Γερμανία φτωχότερη και τον λαό πιο θυμωμένο.

Στάδιο 2: Ο ψεύτικος σωτήρας και η πρώτη επανάσταση

Αφού εντοπίζει και επικαλείται τη δυσαρέσκεια του λαού, ο δικτάτορας παρουσιάζεται ως σωτήρας. Στο δεύτερο στάδιο, ο επαναστατικός ολοκληρωτικός θεσπίζει μια δραματική αλλαγή για να «λύσει» τα προβλήματα και τη δυσαρέσκεια του πρώτου σταδίου.

Για να βρει μια λύση για την κρίση χρέους της, η γαλλική κυβέρνηση συγκάλεσε τη γενική συνέλευση των Τάξεων για να συμβουλεύσει τον βασιλιά σχετικά με το τι πρέπει να κάνει. Η Τρίτη Τάξη διεκδίκησε γρήγορα πλήρη κυβερνητική εξουσία ως «Εθνοσυνέλευση». Η Εθνοσυνέλευση ήθελε να συντάξει ένα νέο σύνταγμα που θα άλλαζε τη φύση της κυβέρνησης για να αντιμετωπίσει τις αδικίες. Μετά την έφοδο στη Βαστίλη, οι αγρότες στις αγροτικές περιοχές εξεγέρθηκαν εναντίον των αρχόντων τους. Η Εθνοσυνέλευση κήρυξε την κατάργηση της φεουδαρχίας και εισήγαγε τη Διακήρυξη των δικαιωμάτων του ανθρώπου και του πολίτη. Με την εκτέλεση του Λουδοβίκου ΙΣΤ’ στις 21 Ιανουαρίου 1793, το πρώτο στάδιο της επανάστασης ολοκληρώθηκε. Η βασιλοκτονία άφησε ένα τεράστιο κενό εξουσίας. Διάφορες ομάδες αγωνίστηκαν να καλύψουν αυτό το κενό, αλλά τελικά οι Ιακωβίνοι -οι ριζοσπάστες- κυριάρχησαν στη νέα επαναστατική κυβέρνηση.

Στη Ρωσική Επανάσταση, οι Μπολσεβίκοι εκμεταλλεύτηκαν τις επισιτιστικές εξεγέρσεις που ξεκίνησαν στις αρχές του 1917. Όταν ο στρατός άρχισε να παίρνει το μέρος των εξεγερμένων εργατών, αντί να αποκαταστήσει τον νόμο και την τάξη, ο τσάρος Νικόλαος κατάλαβε ότι όλα είχαν χαθεί. Παραιτήθηκε στις 2 Μαρτίου 1917 (και αργότερα εκτελέστηκε). Το Σοβιέτ της Πετρούπολης που διοικούνταν από τους Μπολσεβίκους ανέλαβε γρήγορα τον έλεγχο της μετατσαρικής Ρωσίας. Το σύνθημά τους -Ειρήνη, Γη και Ψωμί- προσέλκυσε πολλούς φοβισμένους και οργισμένους ανθρώπους σε αυτούς που έψαχναν σωτηρία. Στις 6-7 Νοεμβρίου πραγματοποίησαν πραξικόπημα που ανέτρεψε τελικά την προσωρινή κυβέρνηση.

Η αρχική άνοδος του ναζισμού στη Γερμανία ήταν λιγότερο αιματηρή, αλλά βασίστηκε επίσης σε μεσσιακές υποσχέσεις. Εκμεταλλευόμενο τη δυσαρέσκεια στη Γερμανία λόγω της Συνθήκης των Βερσαλλιών και της παγκόσμιας οικονομικής ύφεσης το 1929, το Ναζιστικό Κόμμα μεγάλωσε σε μέγεθος και επιρροή. Οι Ναζί είχαν επιχειρήσει ένα βίαιο πραξικόπημα τον Νοέμβριο του 1923, αλλά απέτυχαν, και στράφηκαν σε νόμιμα μέσα για να αποκτήσουν τον έλεγχο της κυβέρνησης. Λόγω της δεξιοτεχνίας του Χίτλερ στην προπαγάνδα, το Ναζιστικό Κόμμα κέρδιζε όλο και μεγαλύτερο μέρος των ψήφων μέχρι τις αρχές της δεκαετίας του 1930. Τελικά, έγινε το δεύτερο μεγαλύτερο πολιτικό κόμμα της χώρας. Σε αυτό το σημείο, ο Χίτλερ απαίτησε από τον πρόεδρο Πάουλ φον Χίντενμπουργκ να τον διορίσει καγκελάριο, κάτι στο οποίο ο Χίντενμπουργκ συμφώνησε το 1933. Δεν επρόκειτο για βίαιη επανάσταση, αλλά η αποτυχημένη προσπάθεια του 1923 δείχνει τις βίαιες τάσεις του κόμματος.

Στάδιο 3: Λογοκρισία, διώξεις, προπαγάνδα και τερματισμός της αντιπολίτευσης

Στο τρίτο στάδιο, η αρχική αναταραχή του δεύτερου σταδίου έχει παρέλθει. Η παλιά τάξη πραγμάτων έχει αλλάξει ριζικά και τώρα αρχίζουν να αντιδρούν διάφορες δυνάμεις. Η ανερχόμενη ολοκληρωτική κυβέρνηση αντιμετωπίζει πολλούς εχθρούς, που συχνά βαφτίζονται «αντεπαναστάτες» ή «εξτρεμιστές». Εδώ στα σπάργανα, η νέα τάξη πραγμάτων πρέπει να παλέψει για να αποκτήσει περισσότερη εξουσία και να διατηρήσει αυτό που έχει αποκτήσει. Για το λόγο αυτό, ξεκινά την καταπολέμηση των εχθρών της μέσω της λογοκρισίας και των διώξεων.

Μόλις κέρδισαν την κυριαρχία στις χώρες τους, η πρώτη κίνηση των δικτατόρων όπως ο Χίτλερ και ο Βλαντιμίρ Λένιν ήταν να λογοκρίνουν την αντιπολίτευση και να βγάλουν προπαγάνδα. Καθένας από αυτούς τους ολοκληρωτικούς ηγέτες απέκτησε επίσης τον έλεγχο της εκπαίδευσης και διέθετε μυστικές αστυνομικές δυνάμεις που παρακολουθούσαν και σκότωναν ακόμη και οποιονδήποτε χαρακτηριζόταν ως εχθρός. Μια άλλη στρατηγική ήταν η δημιουργία οργανώσεων νεολαίας για να κατηχήσουν τους πολίτες στην προπαγάνδα του κράτους από μικρή ηλικία και να αποσπάσουν την πίστη τους από την οικογένεια ή τη θρησκεία. Η θρησκεία διώχθηκε σχεδόν καθολικά μόλις αυτά τα καθεστώτα ανέβηκαν στην εξουσία.

Τέλος, ο Χίτλερ και ο Λένιν έθεσαν εκτός νόμου (είτε de jure είτε de facto) όλα τα πολιτικά κόμματα και τις απόψεις εκτός των δικών τους μετά την ανάληψη της εξουσίας. Οι δικτάτορες δημιουργούν ένα μονοκομματικό σύστημα που συχνά διατηρεί μια πρόσοψη δημοκρατίας.

Στάδιο 4: Η κρίση

Το τέταρτο στάδιο προετοιμάζει το έδαφος ώστε η ολοκληρωτική κυβέρνηση να αποκτήσει τον απόλυτο έλεγχο σε όσους βρίσκονται υπό την εξουσία της. Αποτελείται από μια στιγμή κρίσης, η οποία μπορεί να είναι είτε μια πραγματική απειλή είτε αντιπερισπασμός που φαίνεται να απειλεί το έθνος.

Το 1793, η Γαλλική Επανάσταση βρισκόταν σε σημείο κρίσης. Οι υπερασπιστές της παλιάς τάξης ξεσηκώθηκαν από όλες τις πλευρές για να συντρίψουν τη νέα τάξη. Αυστριακοί και πρωσικοί στρατοί περικύκλωσαν τη Γαλλία, ενώ οι αγρότες της Βεντέα εξεγέρθηκαν εναντίον της επαναστατικής κυβέρνησης και του στρατού. Και έτσι, στο όνομα της «δημόσιας ασφάλειας», η κυβέρνηση αποφάσισε να λάβει σκληρά μέτρα εναντίον όλων των εχθρών της επανάστασης. Και έτσι, φυσικά, χρειάζονταν περισσότερο έλεγχο. Αυτό ήταν το καθήκον της Επιτροπής Δημόσιας Ασφάλειας, και δεν είχε καμία ηθική αναστολή για τις μεθόδους της.

Στις 3 Αυγούστου 1918, ο Λένιν πυροβολήθηκε μετά από ομιλία του σε ένα εργοστάσιο. Ενώ ανάρρωνε στο νοσοκομείο, έγραψε σε έναν υφιστάμενό του: «Είναι απαραίτητο κρυφά -και επειγόντως- να προετοιμάσουμε την τρομοκρατία». Αυτό ξεκίνησε μια εκστρατεία μαζικών δολοφονιών και συλλήψεων από την κυβέρνηση, γνωστή στην ιστορία ως Κόκκινη Τρομοκρατία. Όπως πάντα, η δικαιολογία για τις πράξεις αυτές ήταν η «έκτακτη ανάγκη» που υποδείκνυε η απόπειρα δολοφονίας. Οι «ριζοσπάστες» και οι «αντεπαναστάτες» ήταν δήθεν «στην πύλη» και ήταν απαραίτητο να χρησιμοποιηθούν ακραία μέτρα για την αντιμετώπιση αυτής της επικείμενης «απειλής». Έτσι έλεγε το αφήγημα. Και έτσι γίνεται πάντα.

Ο Χίτλερ χρησιμοποίησε επίσης μια «κατάσταση έκτακτης ανάγκης» για να δικαιολογήσει την καταστολή του. Στις 27 Φεβρουαρίου 1933, το Ράιχσταγκ τυλίχθηκε στις φλόγες. Ως απάντηση, ο Χέρμαν Γκόριν, υπουργός Εσωτερικών, διέταξε έφοδο στα κεντρικά γραφεία των κομμουνιστών, δήθεν για στοιχεία εξέγερσης και κομμουνιστικής συνωμοσίας για επιθέσεις σε δημόσια κτίρια. Αυτό, στο μυαλό του Χίτλερ, ήταν το σήμα για την κατάληψη του πλήρους ελέγχου. Στις 28 Φεβρουαρίου, το υπουργικό συμβούλιο κατήργησε την ελευθερία του λόγου, του συνέρχεσθαι, της ιδιωτικής ζωής και του Τύπου. Περίπου τέσσερις χιλιάδες άνθρωποι συνελήφθησαν εκείνη τη νύχτα. Αυτή η «κρίση», με τη συνήθη γλώσσα περί ασφάλειας και αντιμετώπισης των απειλών, εγκαινίασε τον ολοκληρωτισμό στη Γερμανία.

Στάδιο 5: Εκκαθαρίσεις, γενοκτονία και απόλυτος έλεγχος

Χρησιμοποιώντας την κρίση του τέταρτου σταδίου ως δικαιολογία, η ολοκληρωτική κυβέρνηση καταλαμβάνει τώρα τον απόλυτο έλεγχο της ζωής των πολιτών της. Το καθεστώς ξεπερνά τους εχθρούς των σταδίων τρία και τέσσερα. Αρχίζει να επιβάλλει βάναυσα την «ουτοπία» και την ιδεολογία του στον πληθυσμό. Σε αυτό το στάδιο διαπράττονται επίσης οι μεγαλύτερες φρικαλεότητες εναντίον του πληθυσμού, επειδή η αντίσταση στο ολοκληρωτικό καθεστώς έχει συντριβεί. Ο λαός είναι ανυπεράσπιστος και αποθαρρυμένος. Τίποτα δεν στέκεται ανάμεσα στο καθεστώς και τα θύματά του. Αυτό το στάδιο περιλαμβάνει μαζικές δολοφονίες, καθώς το καθεστώς εξοντώνει κάθε εναπομείναντα εχθρό, ενώ επιδιώκει να ελέγξει κάθε λεπτομέρεια της ζωής των πολιτών.

Κατά τα τελευταία στάδια της Γαλλικής Επανάστασης, η Επιτροπή Δημόσιας Ασφάλειας (Committee of Public Safety-CPS) έλαβε δικτατορικές εξουσίες για να νικήσει οποιονδήποτε αντιδρούσε στην επαναστατική κυβέρνηση. Κατά τη διάρκεια του 1793-1794, η CPS εξουδετέρωσε αντίπαλες επαναστατικές ομάδες προτού ψηφίσει νόμο που ανέστειλε τα δικαιώματα των πολιτών σε δημόσια δίκη ή νομική συνδρομή και έδωσε στους ενόρκους μόνο δύο επιλογές, αθώωση ή θάνατο. Το αποτέλεσμα ήταν τρομακτικό: σε όλη τη Γαλλία, 300.000 ύποπτοι συνελήφθησαν, 17.000 εκτελέστηκαν και περίπου 10.000 πέθαναν στη φυλακή ή χωρίς δίκη.

Αλλά δεν ήταν τίποτα σε σύγκριση με την Κόκκινη Τρομοκρατία και τις εκκαθαρίσεις του Ιωσήφ Στάλιν. Το κόμμα χρησιμοποίησε την απόπειρα δολοφονίας του Λένιν ως δικαιολογία για την έντονη δίωξη των εχθρών του. Δεκάδες χιλιάδες άνθρωποι έπεσαν θύματα, όπως αναφέρεται στο βιβλίο του Ρίτσαρντ Πάιπς «Η Ρωσική Επανάσταση»(Richard Pipes’s “The Russian Revolution”) . Αλλά το έργο του Λένιν ήταν μόνο ο πρόδρομος των «εκκαθαρίσεων» του Στάλιν κατά των πολιτικών εχθρών. Οι ιστορικοί διχάζονται για το πόσους ακριβώς ανθρώπους σκότωσε ο Στάλιν, αλλά οι εκτιμήσεις φτάνουν τα 60 εκατομμύρια.

Οι εκτιμήσεις για τους ανθρώπους που σκοτώθηκαν από τον Χίτλερ και το ναζιστικό κόμμα του ποικίλλουν επίσης. Σύμφωνα με το Μουσείο Μνήμης του Ολοκαυτώματος των Ηνωμένων Πολιτειών, ο αριθμός ανέρχεται σε 17 εκατομμύρια, αλλά μόνο ο Θεός γνωρίζει με βεβαιότητα.

Εκτός από τη διενέργεια μαζικών δολοφονιών, τα καθιερωμένα ολοκληρωτικά καθεστώτα προσπαθούν να ελέγχουν την καθημερινή ζωή με μέτρα όπως η λογοκρισία, η προπαγάνδα, ο έλεγχος των όπλων και τα εσωτερικά διαβατήρια.

Οι Ηνωμένες Πολιτείες το 2022

Οδεύουν λοιπόν οι Ηνωμένες Πολιτείες προς τον ολοκληρωτισμό; Εδώ περνάμε από τα γεγονότα στις εικασίες – μια επικίνδυνη υπόθεση. Η απάντηση δεν είναι απλή. Αλλά αν προσέξουμε να αποφύγουμε τις υπερβολές, μπορούν να γίνουν κάποιες χρήσιμες συγκρίσεις:

  • Έχουν εκμεταλλευτεί οποιεσδήποτε δυνάμεις στις Ηνωμένες Πολιτείες τα πραγματικά ή φανταστικά προβλήματα της χώρας για να υποκινήσουν τη δυσαρέσκεια, ακόμη και τη βία; Ο θάνατος του Τζορτζ Φλόιντ και οι συναφείς ισχυρισμοί περί συστημικού ρατσισμού το 2020 προκάλεσαν βίαιες και καταστροφικές ταραχές. Ευτυχώς, αυτό έχει καταλαγιάσει, αλλά, όπως και στην προ-σοβιετική Ρωσία, οι συνεχιζόμενες εντάσεις γύρω από τις φυλετικές μειονότητες εξακολουθούν να απειλούν με περισσότερες κοινωνικές αναταραχές. Η αναταραχή αυτή θα μπορούσε να ενταθεί εάν οι προβλέψεις για ελλείψεις τροφίμων και αυξανόμενο πληθωρισμό επαληθευτούν τους επόμενους μήνες και χρόνια.
  • Έχει παρουσιαστεί κάποια μορφή ή ομάδα ως σωτήρας με τη λύση στα προβλήματά μας, μια λύση που θα απαιτήσει τον περιορισμό των ατομικών δικαιωμάτων; Η ελευθερία του συνέρχεσθαι, η ελευθερία του λόγου, η δίκαιη διαδικασία ή τα θρησκευτικά δικαιώματα δέχονται επίθεση; Η πανδημία COVID χρησιμοποιήθηκε από τις κυβερνήσεις σε όλο τον κόσμο για να δικαιολογήσει τεράστιους περιορισμούς στην προσωπική ελευθερία, συμπεριλαμβανομένων των περιορισμών στην ελευθερία του συνέρχεσθαι, του κλεισίματος θρησκευτικών κέντρων και της λογοκρισίας πληροφοριών ή απόψεων που αντιτίθενται στο επίσημο αφήγημα και τις επιταγές του COVID. Πολλοί από αυτούς τους δημόσιους λειτουργούς παρουσιάστηκαν ως «ειδικοί», των οποίων οι δυναμικές πολιτικές ήταν «αναγκαίες» για τη «δημόσια ασφάλεια». Φορείς όπως το Παγκόσμιο Οικονομικό Φόρουμ (World Economic Forum) και πολλοί παγκόσμιοι ηγέτες συνεχίζουν να συζητούν την ανάγκη για μια «Μεγάλη Επανεκκίνηση»(“Great Reset”), εν μέρει ως απάντηση στην «απειλή» του COVID. Αυτή η επαναφορά περιλαμβάνει τα πάντα, από τον επανασχεδιασμό των συστημάτων υγείας και της εκπαίδευσης έως την εφαρμογή διαβατηρίων εμβολίων. Αυτό μας παρουσιάζεται ως η «σωτηρία» μας από το COVID και άλλους κινδύνους, συμπεριλαμβανομένου του ρατσισμού.
  • Βιώνουμε κάποια λογοκρισία στις Ηνωμένες Πολιτείες; Είναι οι πηγές των μέσων ενημέρωσης μας ανεξάρτητες και αντικειμενικές ή εξαναγκασμένες και ελεγχόμενες; Όπως ανέδειξε το πρόσφατο φιάσκο Musk/Twitter, οι Μεγάλες Εταιρείες Τεχνολογίας φέρουν ευθύνη για τη λογοκρισία ορισμένων πληροφοριών και απόψεων με αυξανόμενη συχνότητα τα τελευταία χρόνια, και ιδιαίτερα κατά των συντηρητικών φωνών.
  • Ζουν οι Ηνωμένες Πολιτείες κάτω από ένα μονοκομματικό σύστημα; Από όσο μπορούμε να πούμε, η απάντηση σε αυτό το ερώτημα είναι όχι. Ωστόσο, αν οι ισχυρισμοί για εκλογική απάτη που αφθονούν από τις εκλογές του 2020 είναι αληθείς και η απάτη δεν αποκατασταθεί, ζούμε ουσιαστικά σε μονοκομματικό σύστημα, αφού ένα κόμμα μπορεί να διατηρεί την εξουσία επ’ αόριστον με παράνομα μέσα. Αλλά αυτό είναι ένα σημαντικό «αν».
  • Γινόμαστε μάρτυρες μαζικών συλλήψεων ή μαζικών δολοφονιών; Σαφώς και δεν έχουμε προχωρήσει σε μαζικές συλλήψεις και δολοφονίες τύπου σταδίου πέντε αυτή τη στιγμή, αν και τα δεδομένα για τις ανεπιθύμητες ενέργειες γύρω από το εμβόλιο COVID είναι ανησυχητικά. Παρόλα αυτά, τα δεδομένα, ακόμη και αν είναι ακριβή, δεν δείχνουν οριστικά ότι η προμελέτη ή ένα ολοκληρωτικό καθεστώς είναι ο ένοχος πίσω από αυτές τις ζημιές και τους θανάτους. Ωστόσο, νομίζω ότι η πιθανότητα αυτή δεν πρέπει να αποκλειστεί εντελώς.

Πρέπει να επισημανθεί ένα τελευταίο σημείο. Αν και υπάρχουν ανησυχητικές ομοιότητες μεταξύ της πορείας των Ηνωμένων Πολιτειών και των ιστορικών παραδειγμάτων ολοκληρωτισμού που περιγράφηκαν παραπάνω, πρέπει να αποφύγουμε τόσο τα άκρα της κινδυνολογίας και της μοιρολατρίας όσο και της ρομαντικής άρνησης. Από τη μία πλευρά, τα γεγονότα των τελευταίων ετών στις ΗΠΑ είναι ζοφερά. Από την άλλη, η ιστορία δεν λειτουργεί σαν μηχανή, και πολλοί παράγοντες παίζουν ρόλο εδώ. Δεν ισχυρίζομαι ότι γνωρίζω το μέλλον και δεν πιστεύω στον ιστορικό αιτιοκρατισμό. 

Τελικά, το αν οι Ηνωμένες Πολιτείες οδεύουν προς τον ολοκληρωτισμό ή όχι εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από τον κόσμο και από το αν θα αντισταθεί ή όχι σε αυτές τις τάσεις.

Οι απόψεις που εκφράζονται σε αυτό το άρθρο είναι οι απόψεις του συγγραφέα και δεν αντανακλούν απαραίτητα τις απόψεις της Epoch Times.

Ο Walker Larson διδάσκει λογοτεχνία και ιστορία σε μια ιδιωτική ακαδημία στο Ουισκόνσιν, όπου διαμένει με τη σύζυγό του. Είναι κάτοχος μεταπτυχιακού τίτλου στην αγγλική λογοτεχνία και γλώσσα, και τα γραπτά του έχουν δημοσιευτεί στα περιοδικά The Hemingway Review, Intellectual Takeout και στο Substack του, “TheHazelnut“.