Τρίτη, 01 Ιούλ, 2025

Λέων ο Μαθηματικός, ο «ύπατος των φιλοσόφων»

Ο Λέων, γνωστός στην εποχή του ως Λέων ο φιλόσοφος ή Λέων ο Μαθηματικός, ασχολήθηκε με πολλούς κλάδους της επιστήμης και τα επιτεύγματά του αναγνωρίστηκαν και τιμήθηκαν τόσο από τους Βυζαντινούς όσο και από τους Άραβες.

Γεννήθηκε γύρω στα 790 μ.Χ. στη Θεσσαλία και μεγάλωσε στην Άνδρο. Έζησε στην Κωνσταντινούπολη για ένα χρονικό διάστημα όπου και διδάχτηκε γραμματική και προσωδία (κλάδοι του trivium – στα μεσαιωνικά πανεπιστήμια, το trivium αποτελείται από τρία αντικείμενα μελέτης. Στα ελληνικά μεταφράζεται ως «οι τρεις δρόμοι»). Στη συνέχεια, επέστρεψε στο νησί του και μελέτησε ρητορική, μαθηματικά και αστρονομία, υπό την καθοδήγηση ενός μοναχού-δασκάλου.

Ο Λέων αγαπούσε τη γνώση και γύριζε σε μοναστήρια και σε βιβλιοθήκες αποφασισμένος να συλλέξει όσο περισσότερη μπορούσε. Εμβάθυνε σε πολλές επιστήμες, όπως στα μαθηματικά (συγκεκριμένα στην αριθμητική και στη γεωμετρία), στην αστρονομία και στη μουσική (κλάδοι που αποτελούσαν το quadrivium – τους «τέσσερις δρόμους»). Το 835, πήγε πάλι στην Κωνσταντινούπολη και άρχισε να παραδίδει ιδιαίτερα μαθήματα.

Η πορεία του Λέοντα

Εκείνη την εποχή, ο Λέων δεν είχε γίνει ακόμα γνωστός. Μία από τις απόψεις που επικρατούν μεταξύ των ιστορικών είναι ότι ένας από τους πρώην μαθητές του, τον οποίο είχε διδάξει γεωμετρία και ο οποίος είχε γίνει γραμματέας ενός στρατηγού, συνελήφθη από τους Άραβες κατά τη διάρκεια μίας μάχης.

Έγινε σκλάβος στο παλάτι του χαλίφη αλ Μαμούν στη Βαγδάτη, εκπλήσσοντας τον με τις γνώσεις του στη γεωμετρία και ακόμα περισσότερο γνωστοποιώντας του ότι στο Βυζάντιο υπήρχαν χιλιάδες άνθρωποι με ανώτερη μόρφωση. Όταν ρωτήθηκε πού είχε μορφωθεί, μίλησε για τον Λέοντα. Ο χαλίφης αλ Μαμούν ελευθέρωσε τον μαθητή και τον έστειλε πίσω μαζί με μία σειρά από μαθηματικά προβλήματα. Ο μαθητής τα έδωσε στο δάσκαλό του, και ο Λέων τα έλυσε χωρίς δυσκολία.

Όταν ο χαλίφης τα είδε λυμένα, ενθουσιάστηκε και έγραψε δύο επιστολές: μία στον Λέοντα και μία στον αυτοκράτορα Θεόφιλο, όπου ισχυριζόταν ότι θα του προσέφερε τεράστιες ποσότητες χρυσού και αιώνια ειρήνη εάν ο αυτοκράτορας δεχόταν να στείλει τον Λέοντα για να διδάξει στη Βαγδάτη. Ο Θεόφιλος αρνήθηκε και διόρισε τον Λέοντα δημόσιο διδάσκαλο, παραχωρώντας του τον ναό των Αγίων Σαράντα, όπου γίνονταν δωρεάν επιστημονικές διαλέξεις. Το 840, τον έκανε και Μητροπολίτη Θεσσαλονίκης, όμως τρία χρόνια μετά – έναν χρόνο μετά τον θάνατο του αυτοκράτορα – καθαιρέθηκε ως εικονομάχος.

Η ιστορία του, όμως, δεν τελειώνει εκεί. Το 855, με την αμέριστη συμπαράσταση της αυτοκράτειρας Θεοδώρας (η οποία τον είχε καθαιρέσει από τον επισκοπικό θρόνο της Θεσσαλονίκης), του γιου της αυτοκράτορα Μιχαήλ Γ΄ (του Μέθυσου) και του Καίσαρα (πρωθυπουργού) Βάρδα, ανασυγκροτεί το «Πανδιδακτήριον» της Μαγναύρας, και το 855 μ.Χ. αναγορεύεται σε «ύπατο των φιλοσόφων», δηλαδή σε ένα είδος πρύτανη. Ξεκινάει να διδάσκει μαθηματικά (άλγεβρα και γεωμετρία), μουσική και αστρονομία. Μαθητές του υπήρξαν μεγάλες προσωπικότητες όπως ο Φώτιος ο Μέγας, ο Αρέθας, ο Κύριλλος και ο Μεθόδιος (οι διαφωτιστές των Σλάβων) και ο αστρονόμος Θεοδήγιος. Λίγα είναι γνωστά για τη λειτουργία αυτού του σχολείου.

Η επιστημονική συνεισφορά του

Ο Λέων ήταν ο πρώτος παγκοσμίως που εισήγαγε τα γράμματα αντί των αριθμών τόσο στη θεωρητική αριθμητική όσο και στην άλγεβρα (π.χ. στις εξισώσεις). Διέσωσε όλα τα συγγράμματα των μεγάλων Ελλήνων επιστημόνων, όπως του Απολλωνίου του Περγαίου, του Θεωνά του Αλεξανδρέως, του μεγάλου Ευκλείδη (με ερμηνευτικά σχόλια του ιδίου), του Αρχιμήδη και του Πτολεμαίου και φρόντισε για τη μεταφορά πολλών εξ αυτών των έργων στην αυλή του χαλίφη.

Επίσης, συνέταξε αστρονομικούς πίνακες και διόρθωσε ένα λάθος του αστρονόμου Πορφυρίου σχετικά με την κίνηση των πλανητών. Δυστυχώς, από το μεγάλο συγγραφικό του έργο σώζονται πολύ λίγα.

Ο Λέων έμεινε περισσότερο γνωστός για την τελειοποίηση του αρχαίου συστήματος τηλεπικοινωνίας, του οπτικού τηλεγράφου. Οι φρυκτωριανοί πύργοι χρησιμοποιούταν από την αρχαιότητα για να προειδοποιούν για επικείμενες επιδρομές. Οι αλυσίδες όμως των φρυκτωριών είχαν μήκος μόνο μερικών δεκάδων χιλιομέτρων. Ο Λέων δημιούργησε μία αλυσίδα επτά φρυκτωρικών πύργων-σταθμών, μήκους περίπου δύο χιλιάδων χιλιομέτρων, που ξεκινούσε από την Κωνσταντινούπολη και έφτανε ως την Ταρσό της Κιλικίας, τους οποίους και έκτισε στις ψηλότερες κορυφές των οροσειρών που μεσολαβούσαν μεταξύ των δύο πόλεων, ώστε η φωτιά τους να είναι ορατή από εκατοντάδες χιλιόμετρα μακριά. Το σύστημα μετέδιδε όχι ένα αλλά δώδεκα διαφορετικά μηνύματα (όπως επιδρομή, νίκη ή ήττα, υποχώρηση του εχθρού, πυρκαγιά, σεισμό ή πλημμύρα κ.ά.).

Αυτό ήταν δυνατό χάρη σε δύο τέλεια συγχρονισμένα μηχανικά ρολόγια, τα πρώτα μηχανικά ρολόγια στην ιστορία, τοποθετημένα στα δύο άκρα της φρυκτωρικής αλυσίδας, που λειτουργούσαν με βάση μία διαίρεση της ημέρας σε σταθερές ώρες με αντίστοιχα συμφωνημένα 12 μηνύματα.

Με το παραπάνω σύστημα, το αυτοκρατορικό επιτελείο στην Κωνσταντινούπολη μπορούσε να πληροφορηθεί για το τι συνέβαινε στο καίριας σημασίας ανατολικό μεθοριακό μέτωπο από μία έως το πολύ έντεκα ώρες.

Ο Λέων, ως γνώστης της αλεξανδρινής τεχνολογίας, δημιούργησε ακόμη διάφορες «αυτόματες» μεταλλικές κατασκευές για τα βυζαντινά ανάκτορα, αξιοποιώντας την υδροστατική και αεροστατική πίεση. Ένα από τα σημαντικότερα υπήρξε, κατά το «Περί βασιλείου τάξεως», έργο του Κωνσταντίνου Ζ΄ Πορφυρογέννητου (912-949), το «μηχανικόν σάρωθρον», δηλαδή μια μηχανική χελώνη που καθάριζε τους δρόμους της Βασιλεύουσας, κάτι παρόμοιο με τους οδοκαθαριστές.

Λέων ο αστρολόγος

Τέλος, ο Λέων υπήρξε και αστρολόγος και του αποδίδονται πολυάριθμες προβλέψεις όπως: μια καλή σοδειά στη Θεσσαλονίκη, η άνοδος του Βασιλείου Α΄ του Μακεδόνα και ο σεισμός του 869 στην Κωνσταντινούπολη – πρόβλεψη η οποία του επέτρεψε να φύγει εγκαίρως. Δεν προφήτευε όμως μόνο μέσω των αστεριών: σύμφωνα με τρεις χρονικογράφους, είδε την πτώση ενός αγάλματος ως οιωνό της δολοφονίας του Καίσαρα Βάρδα. Αρκετά αστρολογικά γραπτά έχουν διατηρηθεί με το όνομά του.

Δυστυχώς δεν μπορούν να επαληθευτούν όλες οι λεπτομέρειες για την ζωή του Λέοντα, με τους ιστορικούς να διαφωνούν για ορισμένα ζητήματα.

Πηγές

  1. Δημήτριος Ντούρτας, Λέων ο Μαθηματικός: ο μεγαλύτερος επιστήμονας του Βυζαντίου, Αντίβαρο, 2008
  2. Μάριος Νοβακόπουλος, Λέων ο μαθηματικός: Βυζαντινός επιστήμονας και εφευρέτης, mnovakopoulos.blogspot.gr, 2018
  3. Hrothsige Frithowulf, Leo the mathematician: The logician of Byzantinen Philosophy, Malevus, 2023

Η σπουδαία βιβλιοθήκη της Βαγδάτης: το ποτάμι κυλούσε μαύρο μελάνι από τη γνώση που χάθηκε

Ο Οίκος της Σοφίας θεωρείται μία από τις σπουδαιότερες βιβλιοθήκες στην παγκόσμια ιστορία. Τα πρώτα κείμενα που θρηνούν για την καταστροφή του εμφανίστηκαν περίπου 130 χρόνια μετά την πτώση του, εγείροντας ερωτήματα για το εάν τελικά ένα μέρος του επιβίωσε.

Στη Βαγδάτη του όγδοου αιώνα, το Χαλιφάτο των Αββασιδών παίρνει τη σημαντική απόφαση να ιδρύσει μία βιβλιοθήκη αφιερωμένη στη διατήρηση της γνώσης από όλο τον κόσμο, η οποία έγινε γνωστή ως Bayt al Hikmah, ο Οίκος της Σοφίας.

Η δημιουργία του Οίκου της Σοφίας

Το 750, η δυναστεία των Ομεϋαδών αντικαθίσταται από εκείνη των Αββασιδών. Δώδεκα χρόνια μετά, ο Αββασίδης χαλίφης αλ Μανσούρ χτίζει τη Βαγδάτη και μεταφέρει εκεί την πρωτεύουσα από τη Δαμασκό.

Ο φημισμένος Αββασίδης χαλίφης Χαρούν αλ Ρασίντ ανεβαίνει στην εξουσία το 786. Τα βιβλία και τα αντικείμενα που είχε συλλέξει φτάνουν να φτιάξουν μία βιβλιοθήκη από μόνα τους. Η αγάπη του για τη γνώση και η επιθυμία του για τη διάδοση της προωθούν τη μεταφορά ενός μέρους της ιδιωτικής βιβλιοθήκης του παλατιού σε δημόσιο χώρο. Μέχρι τότε, η μελέτη των έργων γινόταν αποκλειστικά από τους λογίους της αυλής. Τώρα, η βιβλιοθήκη ανοίγει για το ευρύ κοινό.

Ακαδημαϊκοί από διάφορα μέρη του κόσμου έρχονται να μελετήσουν στη βιβλιοθήκη της Βαγδάτης. Σταδιακά, ο Οίκος της Σοφίας διευρύνεται για να συμπεριλάβει παρατηρητήριο, Οίκο Μετάφρασης και καταλύματα για τους ακαδημαϊκούς επισκέπτες.

Ο αλ Ρασίντ προσέλαβε Πέρσες και χριστιανούς μεταφραστές για να μεταφράσουν τα έργα στα αραβικά. Η βιβλιοθήκη περιείχε έργα για την ιατρική, την αλχημεία, τη φυσική, τα μαθηματικά, την αστρολογία, τη γεωγραφία, τη χαρτογράφηση, τη ζωολογία, τη φιλοσοφία και άλλες επιστήμες.

Ο αλ Αμίν, γιος του αλ Ρασίντ και διάδοχος του θρόνου, συνέχισε το έργο του πατέρα του με τις μεταφράσεις των κειμένων από τα ελληνικά, τα κινεζικά, τα σανσκριτικά, τα περσικά και τα συριακά έως το 813, όπου εκθρονίστηκε από τον αδελφό του αλ Μαμούν.

Αλ Μαμούν

Ο αλ Μαμούν είχε ακόμα μεγαλύτερα σχέδια για τον Οίκο της Σοφίας. Εξοικειωμένος με τις επιστήμες από την πρώιμη παιδική του ηλικία, επένδυσε τεράστια ποσά στη βιβλιοθήκη, στη διδασκαλία και στην επέκταση του χώρου.

Η μετάφραση των έργων στα αραβικά ήταν και δικό του κυρίαρχο μέλημα και εφάρμοσε δύο διαφορετικές στρατηγικές για την επίτευξη του. Η πρώτη ήταν να διεκδικήσει σπάνια ειλητάρια και αρχαία κείμενα ως πολεμική λεία. Περισσότερα από 800 έργα της αρχαίας ελληνικής λογοτεχνίας αποκτήθηκαν με αυτό τον τρόπο.

Το δεύτερο ήταν να επιστρατεύσει στον αγώνα του αυτοκράτορες και άλλους ηγεμόνες για τη συγκέντρωση πολύτιμων χειρογράφων, όπως την αστρονομική πραγματεία του 2ου αιώνα από τον Έλληνα λόγιο Πτολεμαίο.

Οι κυριότερες γλώσσες που δουλεύονταν στον Οίκο της Σοφίας ήταν η ελληνική, η συριακή, η περσική και η αραβική. Αυτοί που αναλάμβαναν τις μεταφράσεις υπόκειντο σε τρεις προϋποθέσεις: θα έπρεπε α) να είναι έμπειροι μεταφραστές, β) να μιλούν άπταιστα τουλάχιστον δύο από τις επίσημες γλώσσες του Οίκου της σοφίας και γ) να αντλούν στοιχεία μόνο από τις πρωτότυπες πηγές.

Λέγεται ότι ο λόγος πίσω από το κίνημα των μεταφράσεων του αλ Μαμούν ήταν ότι συνάντησε τον Αριστοτέλη σε ένα από τα όνειρα του.

Η συνεισφορά του Οίκου της Σοφίας στον σύγχρονο κόσμο

Ο Οίκος της Σοφίας λειτούργησε ως φάρος για τα σπουδαία μυαλά της εποχής. Έγιναν έρευνες πάνω σε ινδικά βιβλία μαθηματικών, τα οποία χρησιμοποιούσαν ένα σύνολο δέκα συμβόλων για την αναπαράσταση των αριθμών αντί για γράμματα της λατινικής ή της ελληνικής αλφάβητου. Τα σύμβολα αυτά είναι οι αριθμοί όπως τους γνωρίζουμε σήμερα.

Επίσης, ο Οίκος της Σοφίας μπόρεσε να διατηρήσει γνώσεις από διαφορετικούς αρχαίους πολιτισμούς για ένα αρκετά μεγάλο χρονικό διάστημα και να προσφέρει τις γνώσεις του σε όσους πέρασαν από εκεί.

Η πτώση του Οίκου της Σοφίας

Οι διάδοχοι του αλ Μαμούν συνέχισαν το έργο του έως ότου ο αλ Μουταουακίλ έγινε χαλίφης. Ο αλ Μουταουακίλ δεν ενδιαφερόταν για την επιστήμη και ανέστειλε όλες τις επιστημονικές εργασίες που πραγματοποιούνταν στον Οίκο της σοφίας. Επίσης, προώθησε μία πιο κυριολεκτική ερμηνεία του Κορανίου και της Χαντίθ και πίστευε ότι η ελληνική φιλοσοφία ήταν αντι-ισλαμική.

Το 1258, η Βαγδάτη λεηλατήθηκε και καταστράφηκε από τους Μογγόλους, μαζί και ο Οίκος της Σοφίας. Πηγές αναφέρουν ότι τα βιβλία ρίχτηκαν στον ποταμό Τίγρη.

Το γεγονός όμως ότι οι παλαιότερες πηγές που σχετίζονται με την καταστροφή τον βιβλίων γράφτηκαν 130 χρόνια μετά μάς βάζει σε σκέψεις. Κάποιοι υποστηρίζουν ότι ένα μέρος των βιβλίων διασώθηκε από τον Νασίρ αλ Ντιν αλ Τουσί, λόγιο της εποχής.

Πηγές

  1. Yusuf C, Did the Mongols Really Destroy the Books of Baghdad (1258)? Examining the Tigris “River of Ink”, Yusuf chaudhary, 2019
  2. Πότε και γιατί καταστράφηκε ο Οίκος της Σοφίας στη Βαγδάτη (φωτό), PRONEWS,2019
  3. Amel Ait-Hamouda, Baghdad’s House of Wisdom: Uniting East and West to pursue knowledge, Middle East Eye, 2023
  4. House of Wisdom, American Museum of Natural History

 

 

 

Η θεωρία της ηθικής ανάπτυξης του Λώρενς Κόλμπεργκ

Η ηθική σκέψη καθορίζει το τι είναι λάθος και τι σωστό. Κοινοί κανόνες ηθικής διέπουν την κάθε κοινωνία, αντικατοπτρίζοντας τις αξίες της. Το τι κρίνει ο κάθε άνθρωπος ατομικά ως ηθικό εξαρτάται από την ανάπτυξη της ηθικής του σκέψης.

Ερωτήματα όπως πώς αναπτύσσουν οι άνθρωποι την ηθική τους, ποιοι φορείς βοηθάνε στην ανάπτυξη της, πώς μπορούμε να καλλιεργήσουμε την ηθική ενός παιδιού και εάν αναπτύσσεται με τον ίδιο τρόπο σε όλους, απασχολούν την ανθρωπότητα μέχρι σήμερα.

Ο Αμερικανός ψυχολόγος Λώρενς Κόλμπεργκ (Lawrence Kohlberg, 1927-1987), επηρεασμένος από την θεωρία του Ζαν Πιαζέ της ηθικής ανάπτυξης δύο σταδίων, επικεντρώνεται στην ερμηνεία της λογικής με την οποία τα άτομα αναπτύσσουν ηθική συνείδηση.

Ο Κόλμπεργκ επέκτεινε τη θεωρία του Πιαζέ, προτείνοντας ότι η ηθική ανάπτυξη είναι μία συνεχής διαδικασία που συμβαίνει σε όλη τη διάρκεια της ζωής.

Βάσισε τη θεωρία του σε μία σειρά από ηθικά διλήμματα που παρουσίασε στα υποκείμενα της μελέτης του, εξετάζοντας τη λογική που τους ώθησε στις αποφάσεις τους στο κάθε σενάριο. Το διασημότερο από αυτά είναι το «Heinz Steals the Drug» (Ο Χάινζ κλέβει το φάρμακο). Σε αυτό το σενάριο, οι γιατροί λένε σε μία γυναίκα που έχει καρκίνο πως υπάρχει μόνο ένα φάρμακο που μπορεί να τη σώσει. Το φάρμακο αυτό υπάρχει μόνο σε ένα φαρμακείο και η κάθε δόση κοστίζει πολύ ακριβά. Ο άντρας της γυναίκας πηγαίνει στο φαρμακείο με την ελπίδα να διαπραγματευτεί την τιμή ή να πείσει τον φαρμακοποιό να τον αφήσει να πληρώσει σε δόσεις. Όταν ο φαρμακοποιός αρνείται, εκείνος κλέβει τελικά το φάρμακο για να σώσει τη γυναίκα του. Το ενδιαφέρον του Κόλμπεργκ δεν ήταν ως προς την απάντηση εάν η πράξη του Χάινζ ήταν σωστή ή όχι, αλλά ποια ήταν η λογική του κάθε συμμετέχοντα πίσω από την απάντηση που έδωσε.

Τα τρία επίπεδα ηθικής ανάπτυξης του Κόλμπεργκ

Η θεωρία του Κόλμπεργκ χωρίζετε σε τρία βασικά επίπεδα, με δύο στάδια στο κάθε επίπεδο, δηλαδή συνολικά έξι στάδια.

Προσυμβατική ηθική

Η προσυμβατική ηθική διαρκεί περίπου μέχρι την ηλικία των 9 ετών. Μέχρι αυτή την ηλικία, οι αποφάσεις των παιδιών διαμορφώνονται κατά κύριο λόγο από τις προσδοκίες των ενηλίκων και τις συνέπειες της παραβίασης των κανόνων όταν τους παραβιάζουν. Υπάρχουν δύο στάδια σε αυτό το επίπεδο:

α) Υπακοή και τιμωρία: Οι κανόνες θεωρούνται ως υποχρεωτικοί και απόλυτοι. Η τήρηση τους είναι σημαντική για την αποφυγή της τιμωρίας. Το στάδιο αυτό είναι κοινό σε μικρές ηλικίες παιδιών.

β) Ατομικότητα και ανταλλαγή: Το άτομο κοιτάζει την εκπλήρωση του προσωπικού του συμφέροντος, αλλά αναγνωρίζοντας παράλληλα ότι διαφορετικά άτομα έχουν διαφορετικές απόψεις. Στο δίλημμα του Χάινζ, τα παιδιά υποστήριξαν ότι η καλύτερη πορεία δράσης ήταν η επιλογή που εξυπηρετούσε καλύτερα τις ανάγκες του Χάινζ.

Συμβατική ηθική

Αυτό το επίπεδο ηθικής ανάπτυξης χαρακτηρίζεται από την αποδοχή των κοινωνικών κανόνων. Κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου, οι έφηβοι και οι ενήλικες εσωτερικεύουν τα ηθικά πρότυπα που έχουν μάθει από την κοινωνία. Τα στάδια αυτού του επιπέδου είναι:

γ) Καλές διαπροσωπικές σχέσεις: Το άτομο δείχνει ενδιαφέρον για τη σημασία της επίδειξης καλής συμπεριφοράς, εστιάζοντας παράλληλα και στην επίτευξη της κοινωνικής αποδοχής. Συνειδητοποιεί πως οι επιλογές που κάνει επηρεάζουν τις διαπροσωπικές του σχέσεις.

δ) Διατήρηση της κοινωνικής τάξης: Σε αυτό το στάδιο τα άτομα αρχίζουν και βλέπουν την κοινωνία ως σύνολο και αναγνωρίζουν ότι οι αποφάσεις που παίρνουν μπορούν να την επηρεάσουν. Εστιάζουν στη διατήρηση του νόμου και της κοινωνικής τάξης, τηρώντας τους κανόνες, κάνοντας καλά τη δουλειά τους και δείχνοντας σεβασμό στην εξουσία.

Μετασυμβατική ηθική

Σε αυτό το επίπεδο οι άνθρωποι αναπτύσσουν κατανόηση των αφηρημένων αρχών της ηθικής. Υπάρχουν δύο στάδια:

ε) Κοινωνικό συμβόλαιο και ατομικά δικαιώματα: Το άτομο βλέπει ότι οι κανόνες, παρόλο που είναι αναγκαίοι για την ύπαρξη της κοινωνίας, δεν εξυπηρετούν το συμφέρον όλων και θεωρεί ότι τα ατομικά δικαιώματα έχουν προτεραιότητα έναντι των νόμων.

στ) Οικουμενικές αρχές: Τέλος, σε αυτό το στάδιο το άτομο ακολουθεί κάποιες εσωτερικευμένες αρχές δικαιοσύνης, ακόμα και αν έρχονται σε αντίθεση με τους νόμους και τους κανόνες. Το άτομο εστιάζει στην υπεράσπιση των αρχών της παγκόσμιας δικαιοσύνης και της ηθικής.

Σύμφωνα με τις έρευνες του Κόλμπεργκ, οι περισσότεροι άνθρωποι φτάνουν μέχρι το τέταρτο στάδιο ηθικής, με μόνο το 10 με 15% του πληθυσμού να φτάνει μέχρι το τέλος.

Εφαρμογές της θεωρίας του Κόλμπεργκ

Αρχικά, η θεωρία του Κόλμπεργκ μπορεί να εφαρμοστεί από τους γονείς στα παιδιά. Οι γονείς μπορούν να διδάξουν στα μικρά παιδιά την υπακοή στους κανόνες, ενώ στα μεγαλύτερα τις κοινωνικές προσδοκίες.

Επίσης, πολύ σημαντικό ρόλο μπορούν να παίξουν οι εκπαιδευτικοί. Για παράδειγμα, ένας νηπιαγωγός θα μπορούσε να ενισχύσει την ηθική ανάπτυξη, θέτοντας τους κανόνες που πρέπει να τηρούνται σε μία τάξη και τις συνέπειες της παραβίασής τους. Αυτό θα βοηθούσε τα παιδιά στο πρώτο στάδιο της ηθικής ανάπτυξης.

Ένας καθηγητής στο γυμνάσιο μπορεί να επικεντρωθεί περισσότερο στο τρίτο στάδιο (ανάπτυξη καλών διαπροσωπικών σχέσεων) και στο τέταρτο στάδιο (διατήρηση της κοινωνικής τάξης). Αυτό θα μπορούσε να επιτευχθεί με τη συμμετοχή των μαθητών στον καθορισμό των κανόνων που πρέπει να ακολουθούνται στην τάξη, βάζοντας τους με αυτόν τον τρόπο μέσα στη συλλογιστική διαδικασία που απαιτείται για τη θέσπιση των κανόνων.

Οι αδυναμίες της θεωρίας

Παρόλο που η θεωρία του Κόλμπεργκ έπαιξε σημαντικό ρόλο στην ανάπτυξη της ηθικής ψυχολογίας, εισέπραξε και αρνητική κριτική.

Μία ένσταση εκφράστηκε ως προς το ότι ο ηθικός συλλογισμός δεν είναι το ίδιο με την ηθική συμπεριφορά, είναι διαφορετικό το να γνωρίζουμε τι πρέπει να κάνουμε και το να το κάνουμε πράξη.

Δεύτερον, ο Κόλμπεργκ φαίνεται να υπερτονίζει την έννοια της δικαιοσύνης στις επιλογές που σχετίζονται με ζητήματα ηθικής, αφήνοντας απ’ έξω διαπροσωπικά συναισθήματα, όπως αυτό της συμπόνιας, καθώς και άλλων που μπορεί να παίξουν εξίσου σημαντικό ρόλο στον ηθικό συλλογισμό.

Επίσης, αγνοεί το ότι οι διαφορετικές πολιτισμικές κουλτούρες επηρεάζουν την ανάπτυξη της ηθικής.

Τέλος, φαίνεται ότι το δείγμα που πήρε δεν μπορεί να είναι αντιπροσωπευτικό, καθώς τα υποκείμενα μελέτης του ήταν κυρίως παιδιά κάτω από 16 ετών, τα οποία δεν είχαν εμπειρία με τον γάμο (εδώ θυμόμαστε το δίλημμα που τους έθεσε, σχετικά με τον σύζυγο που έκλεψε το φάρμακο για την άρρωστη γυναίκα του), και επιπλέον ήταν μόνο αγόρια.

Πηγές

Έλλη Γκαλτέμη, «Λώρενς Κόλμπεργκ» (Lawrence Kohlberg, 1927-1987), Πύλη Ψυχολογίας, 2016

Μορφιάδου Βασιλική, ψυχολόγος, «Η Θεωρία Ηθικής Ανάπτυξης του Lawrence Kohlberg», PsychologyNow.gr, 2021

Kendra Cherry, MSEd, Kohlberg’s Theory of Moral Development, «How we learn to tell right from wrong», Verywell Mind, 2025

Σίγκριντ Ούντσετ, μία αμφιλεγόμενη Σκανδιναβή συγγραφέας

Η Σίγκριντ Ούντσετ [Sigrid Undset] γεννήθηκε το 1882 στη μικρή πόλη Κάλουντμποργκ της Δανίας και μετακόμισε με την οικογένεια της στη Νορβηγία, συγκεκριμένα στο Όσλο (γνωστό ως Χριστιανία μέχρι το 1925), όταν ήταν μόλις δύο ετών. Το γνωστότερο έργο της είναι το «Kristin Lavransdatter» (Κρίστιν Λάβρανσντάτερ), μία τριλογία στην οποία αφηγείται τη ζωή στον Μεσαίωνα της Νορβηγίας από την οπτική μίας γυναίκας.

Η Ούντσετ ήταν τολμηρή σκεπτικίστρια απέναντι στη σύγχρονη οπτική. Θεωρούσε την εκβιομηχάνιση, τον υλισμό και τον ατομικισμό ως απειλές για την κοινωνική σταθερότητα. Πολλά από τα πρώτα της δοκίμια στράφηκαν ενάντια στη ρητορική του φεμινιστικού κινήματος. Πίστευε ότι το φεμινιστικό κίνημα παρέβλεπε την αξία του ρόλου της γυναίκας στους παραδοσιακούς κύκλους της οικογένειας. Η Ούντσετ υποστήριξε ότι τα δικαιώματα του εκλέγειν, της εργασίας και της απόφασης για την απόκτηση παιδιών πρέπει να λαμβάνονται υπ’ όψιν στο πλαίσιο της μεγαλύτερης ευθύνης του ατόμου απέναντι στην κοινωνία στο σύνολό της.

Η πορεία προς τη συγγραφή

Η Ούντσετ ήταν 16 ετών όταν ξεκίνησε να γράφει το πρώτο της μυθιστόρημα με φόντο τη Δανία του Μεσαίωνα, ενώ εργαζόταν ως γραμματέας σε μία εταιρεία μηχανικών στη Χριστιανία. Το μυθιστόρημα ολοκληρώθηκε έξι χρόνια αργότερα, αλλά απορρίφθηκε από τον εκδοτικό οίκο στον οποίο το υπέβαλε. Της πρότειναν να γράψει κάτι πιο μοντέρνο.

Έτσι, δύο χρόνια μετά, έγραψε μία ρεαλιστική ιστορία για μία γυναίκα της μεσαίας τάξης, στη Χριστιανία της εποχής της. Αρχικά απορρίφθηκε και αυτό, αλλά στη συνέχεια έγινε δεκτό.

Sigrid Undset (C) with her younger sisters Signe and Ragnhild, in a 1894 photograph. (Public Domain)
Η Σίγκριντ Ούντσετ (κέντρο) με τις μικρότερες αδελφές της Σίγκνε και Ράγκνχιλντ, σε φωτογραφία του 1894. (Public Domain)

 

Σε ηλικία 25 ετών, η Ούντσετ έγραψε ένα σύντομο μυθιστόρημα σχετικό με τη μοιχεία, το οποίο έγινε γρήγορα δημοφιλές και την ανέδειξε ως μία πολλά υποσχόμενη συγγραφέα.

Μέχρι το 1919, είχε ήδη εκδώσει μία σειρά επίκαιρων μυθιστορημάτων που αφορούσαν την πόλη της, με χαρακτήρες με τους οποίους οι σύγχρονοί της μπορούσαν να ταυτιστούν. Τα βιβλία της εξέταζαν τις σχέσεις μεταξύ παιδιών και γονέων, αφηγούνταν τις ιστορίες των εργαζομένων, καθώς και άλλες καθημερινές ιστορίες. Πολλά από τα πρώτα της μυθιστορήματα φαίνεται να πραγματεύονται τη θέση της γυναίκας στην εποχή της.

Συνέχισε να γράφει ακόμα και μετά τον γάμο της, ολοκληρώνοντας τα τελευταία της ρεαλιστικά μυθιστορήματα και συλλογές διηγημάτων. Επίσης συμμετείχε στις δημόσιες συζητήσεις για επίκαιρα θέματα όπως τη χειραφέτηση των γυναικών και την κοινωνική παρακμή μετά τον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο.

Έγραψε ακόμη μία νορβηγική διασκευή του θρύλου του Βασιλιά Αρθούρου. Για τη συγγραφή της μελέτησε αρχαία νορδικά (αρχαία σκανδιναβική γλώσσα) χειρόγραφα και μεσαιωνικά χρονικά και επισκέφτηκε και εξέτασε μεσαιωνικές εκκλησίες και μοναστήρια, τόσο στην πατρίδα της όσο και στο εξωτερικό.

Sigrid Undset, Nobel Laureate in Literature, 1928, by Aage Remfeldt. (PD-US)
Φωτογραφία της Σίγκριντ Ούντσετ από τον Άαγκε Ρέμφελντ, για τη βράβευσή της με το Νόμπελ Λογοτεχνίας, το 1928. (PD-US)

 

Χρόνια μετά, αποφασίζει και γράφει το αριστούργημα για το οποίο θα μείνει γνωστή, το «Kristin Lavransdatter», επιστρέφοντας στην εφηβική της ιδέα, με φόντο όμως τη Νορβηγία αντί για τη Δανία. Το 1928 κέρδισε το Νόμπελ λογοτεχνίας.

Ο ρόλος της πίστης στη ζωή και το έργο της

Η Ούντσετ παντρεύτηκε το 1912 τον Αντερς Κάστους Σβάρσταντ, ένα Νορβηγό ζωγράφο που γνώρισε στην Ιταλία. Ο Σβάρσταντ ήταν εννιά χρόνια μεγαλύτερός της και ήταν ήδη παντρεμένος με τρία παιδιά. Πήρε διαζύγιο από την πρώτη του γυναίκα περίπου τρία χρόνια μετά τον γάμο του με την Ούντσετ.

Όμως ούτε ο δικός τους γάμος κράτησε και μετά από τρία παιδιά πήραν διαζύγιο.

Οι γονείς της Ούντσετ ήταν άθεοι, αλλά λόγω της επιρροής του τόπου και της εποχής, μεγάλωσαν αυτήν και τις αδελφές της ως Λουθηρανές (κλάδος του Προτεσταντισμού). Η Ούντσετ πέρασε μεγάλο μέρος της ζωής της δηλώντας αγνωστικίστρια. Όμως, ο γάμος της σε συνδυασμό με το ξέσπασμα του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου, άλλαξαν τη στάση της. Η ανησυχία της ως προς την κατεύθυνση που η κοινωνία όδευε και τα ζητήματα ηθικής που την απασχολούσαν την έσπρωξαν στον Ρωμαιοκαθολικισμό.

Από εκείνη τη στιγμή και μετά η γραφή της περιελάμβανε δοκίμια για την Καθολική πίστη, τη ζωή των αγίων και τη νορβηγική ιστορία, καθώς και λογοτεχνία πριν από τη Μεταρρύθμιση. Στα ζητήματα της γυναίκας και της θρησκείας έδωσε ιδιαίτερη προσοχή σε συλλογές δοκιμίων όπως το «Et kvindesynspunkt» (Η οπτική μίας γυναίκας, 1919) και το «Katholsk propaganda» (Καθολική Προπαγάνδα, 1927).

Το ενδιαφέρον είναι ότι η Ούντσετ δεν έγραφε από αντίδραση στο ρεύμα της σύγχρονης σκέψης, απλά οι πεποιθήσεις της είχαν τις ρίζες τους στην ιδέα ότι η γνώση του παρελθόντος θα πρέπει να χρησιμοποιείται παραγωγικά ώστε να αποφεύγεται η επανάληψη των ίδιων ή παρόμοιων λαθών στο παρόν και στο μέλλον.

Το εάν πρέπει να χαρακτηριστεί αντιδραστική ή αντιφεμινίστρια βρίσκεται υπό συζήτηση από την εποχή της μέχρι σήμερα. Το μόνο που μπορεί κανείς να πει με βεβαιότητα είναι ότι η ενασχόλησή της με τα κοινωνικά ζητήματα της εποχής της ήταν η κύρια πηγή των λογοτεχνικών έργων της.

Η Ούντσετ είδε ότι υπάρχουν πολλά αναπάντητα ερωτήματα στον κόσμο και πίστεψε ότι μόνο μέσα από την πίστη και την πνευματική καλλιέργεια μπορούμε να έρθουμε πιο κοντά στην αλήθεια. Σε αυτό το συμπέρασμα οδηγήθηκε μετά από χρόνια παρατήρησης της κοινωνίας και των μελών της.

Στα μετέπειτα μυθιστορήματά της η επιρροή των θρησκευτικών της πεποιθήσεων γίνεται εμφανής. Όπως στο έργο της «Όλαφ», το οποίο λαμβάνει χώρα όταν η Νορβηγία ήταν ακόμα Καθολική.

"Kristin Lavransdatter" by Sigrid Undset.
Το εξώφυλλο της αγγλικής έκδοσης του βιβλίου της Ούντσετ «Kristin Lavransdatter».

 

Στην εξορία 

Όταν η Ναζιστική Γερμανία εισέβαλε στη Νορβηγία το 1940, η Ούντσετ, μαζί με τον μικρότερο γιο της αναγκάστηκαν να διαφύγουν στη Σουηδία και από εκεί, λίγο αργότερα, στις Ηνωμένες Πολιτείες.

Η Ούντσετ καταφερόταν ανοιχτά ενάντια στον Χίτλερ, ο οποίος απαγόρευσε τα γραπτά της στη Ναζιστική Γερμανία. Από τις Ηνωμένες Πολιτείες, η Ούντσετ ανέδειξε ακούραστα την υπόθεση της κατεχόμενης χώρας της και εκείνη των Εβραίων της Ευρώπης με γραπτά, ομιλίες και συνεντεύξεις.

Μετά την εκτέλεση από τους Γερμανούς του Δανού Λουθηρανού ιερέα Κάι Μουνκ, η δανέζικη αντιστασιακή εφημερίδα De frie Danske δημοσίευσε αρκετά άρθρα από σημαντικούς Σκανδιναβούς, μεταξύ των οποίων και της Ούντσετ.

Η Ούντσετ επέστρεψε στη Νορβηγία όταν η χώρα ελευθερώθηκε από τους κατακτητές, το 1945. Από τότε δεν δημοσίευσε τίποτα καινούργιο και απεβίωσε τέσσερα χρόνια μετά την επιστροφή της.

Πηγές

  1. Sigrid Undset Norwegian author, Britannica
  2. Σίγκριντ Ούντσετ (1882 – 1949) Νορβηγίδα μυθιστοριογράφος, που κέρδισε το Βραβείο Νόμπελ Λογοτεχνίας το 1928, Times news, 2023
  3. Sigrid Undset (1882-1949), Gale

Η ερευνητική δημοσιογραφία της Ελίζαμπεθ Κόκρεϊν

Η Ελίζαμπεθ Κόκρεϊν, ευρέως γνωστή με το ψευδώνυμο Νέλλι Μπλάυ, γεννήθηκε το 1864 στο Κόκρεϊν Μιλς της Πενσυλβάνια. Η καριέρα της ξεκίνησε όταν έστειλε ένα θυμωμένο γράμμα ως απάντηση σε άρθρο της τοπικής εφημερίδας Pittsburgh Dispatch. Το άρθρο ονομαζόταν «What Girls Are Good For» (Σε τι είναι καλά τα κορίτσια) και σύμφωνα με αυτό, όχι για πολλά . Η απάντηση της Κόκρεϊν και ο τρόπος έκφρασής της, τράβηξαν αμέσως την προσοχή του εκδότη της εφημερίδας με αποτέλεσμα να της προσφέρει δουλειά.

Η Κόκρεϊν χαρακτηριζόταν από παρατηρητικότητα και ευσυνειδησία. Τα πρώτα της άρθρα σχετίζονταν με τις συνθήκες των εργαζομένων γυναικών και με την ζωή στις φτωχογειτονιές. Το 1886-87 ταξίδεψε για αρκετούς μήνες στο Μεξικό, στέλνοντας αναφορές για τη διαφθορά των αξιωματούχων του Μεξικού, εξετάζοντας και συγκρίνοντας τη ζωή των φτωχών σε διαφορετικές περιοχές. Τα άρθρα της εξόργισαν τους Μεξικανούς αξιωματούχους και προκάλεσαν την απέλασή της από τη χώρα.

Photograph of Nellie Bly in 1890 from the Museum of the City of New York. (Public domain)
Φωτογραφία της Ελίζαμπεθ Κόκρεϊν (Νέλλι Μπλάυ) το 1890, από το Μουσείο της Πόλης της Νέας Υόρκης. (Public domain)

 

Το 1887 η Κόκρεϊν έφυγε από την εφημερίδα Pittsburgh Dispatch και έπιασε δουλειά στη New York World του Τζόζεφ Πούλιτζερ, στη Νέα Υόρκη.

Η Κόκρεϊν έδειξε ενδιαφέρον για την αντιμετώπιση των ψυχικά ασθενών στα άσυλα και αποφάσισε να διεξάγει μία εμπειρική έρευνα, όπου η ίδια θα παρίστανε την ψυχικά ασθενή για δέκα ημέρες. Η έρευνα έλαβε χώρα στο άσυλο του νησιού Blackwell (τώρα ονομάζεται Roosevelt) που βρίσκεται κοντά στη Νέα Υόρκη. Τα αποτελέσματα της έρευνάς της, η οποία και εκδόθηκε, ήταν τόσο σοκαριστικά που παρακίνησαν περαιτέρω έρευνες, οι οποίες οδήγησαν στην εφαρμογή αλλαγών.

Ακόμη, η Κόκρεϊν διεξήγαγε έρευνες για τη μεταχείριση και την ποιότητα ζωής στις φυλακές και σε εργοστάσια (sweatshop), αποκάλυψε μία μαύρη αγορά που γινόταν αγοραπωλησία βρεφών και, τέλος, ερεύνησε τη νομοθετική εξουσία για διαφθορά, φέρνοντας στο φως δωροδοκίες και δωροληψίες στο σύστημα των λομπιστών.

ZoomInImage
Σκίτσο που δείχνει την Κόκρεϊν να εξασκείται σε συμπτώματα παραφροσύνης, από το βιβλίο της «Δέκα ημέρες σε ένα τρελοκομείο» του 1887. (Public domain)

 

Ο γύρος του κόσμου σε 72 ημέρες

Επηρεασμένη από το βιβλίο του Ιουλίου Βερν «Ο γύρος του κόσμου σε 80 ημέρες», αποφάσισε να προσπαθήσει να σπάσει αυτό το ρεκόρ. Ξεκίνησε το ταξίδι της, στις 14 Νοεμβρίου 1889, με την υποστήριξη της εφημερίδας στην οποία εργαζόταν.

Η New York World δημοσίευε καθημερινά άρθρα για την πορεία της και θέσπισε έναν διαγωνισμό με έπαθλο ένα δωρεάν ταξίδι στην Ευρώπη. Όποιος έπεφτε πιο κοντά στον χρόνο που η Κόκρεϊν θα ολοκλήρωνε τον γύρο του κόσμου, θα ήταν ο νικητής. Υπήρξαν σχεδόν ένα εκατομμύριο συμμετοχές στον διαγωνισμό.

Η Κόκρεϊν ταξίδεψε με πλοία, με τρένα, με άλογα και με γαϊδούρια. Στο τελευταίο μέρος του ταξιδιού της, η New York World την μετέφερε από το Σαν Φρανσίσκο στη Νέα Υόρκη με ειδικό τρένο. Στη επιστροφή της, την υποδέχτηκαν με μπάντες χάλκινων πνευστών και με πυροτεχνήματα. Ο χρόνος που έκανε ήταν 72 ημέρες, 6 ώρες, 11 λεπτά και 14 δευτερόλεπτα.

A publicity photograph taken by the New York World newspaper to promote Bly's around-the-world voyage. (Public Domain)
Η διαφημιστική φωτογραφία που τραβήχτηκε από την εφημερίδα New York World για την προώθηση του παγκόσμιου ταξιδιού της Κόκρεϊν. (Public Domain)

 

Μετά το μεγάλο ταξίδι

Σε ηλικία των 30 ετών, η Κόκρεϊν παντρεύτηκε τον εκατομμυριούχο Ρόμπερτ Σίμεν και αποσύρθηκε από τη δημοσιογραφία. Ο σύζυγος της πέθανε το 1903, αφήνοντάς της τον έλεγχο της των τεράστιων εταιρειών Iron Clad Manufacturing Company και American Steel Barrel Company.

Στις επιχειρήσεις, το ερευνητικό και ανεξάρτητο πνεύμα της άνθισε. Η Κόκρεϊν κατοχύρωσε με δίπλωμα ευρεσιτεχνίας αρκετές εφευρέσεις που σχετίζονται με την παραγωγή πετρελαίου, πολλές από τις οποίες εξακολουθούν να χρησιμοποιούνται μέχρι σήμερα. Έδωσε επίσης προτεραιότητα στην ευημερία των εργαζομένων, παρέχοντας υγειονομική περίθαλψη και εγκαταστάσεις αναψυχής. Ωστόσο, δεν διαχειρίστηκε καλά τα οικονομικά της και έπεσε θύμα απάτης υπαλλήλων της, γεγονός που οδήγησε την εταιρεία να κηρύξει πτώχευση.

Στα τελευταία της χρόνια, η Κόκρεϊν επέστρεψε στη δημοσιογραφία, γράφοντας για τον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο από την Ευρώπη και συνεχίζοντας να ρίχνει φως σε σημαντικά ζητήματα που επηρέαζαν τις γυναίκες.

Η Κόκρεϊν έφερε ένα νέο είδος δημοσιογραφίας, την ερευνητική. Χρησιμοποιούσε τη φαντασία σε συνεργασία με τη λογική της και ύστερα, αφού ανέπτυσσε μία θεωρία, την εξέταζε εμπειρικά. Βασική της κινητήρια δύναμη, το πνεύμα της αμφισβήτησης και της αναζήτησης της αλήθειας.

Πηγές

  1. Michael MacDonough, 8 of Nellie Bly’s Most Sensational Stories, Britannica
  2. Nellie Bly American journalist, Britannica, 2025
  3. Arlisha R. Norwood, Updated by: Mariana Brandman, Nellie Bly, National Women’s History Museum, (1864-1922), 2022

Οι Πυθαγόρειες γυναίκες

Η παραγωγική σκέψη, η φιλοσοφία, εμφανίζεται από την αρχαιότητα και έρχεται να ερμηνεύσει τόσο τον εξωτερικό όσο και τον εσωτερικό κόσμο.

Ανά την ιστορία, ο τίτλος του φιλοσόφου (φίλος της σοφίας) έχει δοθεί σε διάφορα πρόσωπα, με πρώτον τον Πυθαγόρα, ο οποίος και εισήγαγε τον όρο. Ο Πυθαγόρας πέρα από φιλόσοφος ήταν επίσης, μαθηματικός, γεωμέτρης, θεωρητικός της μουσικής και ιδρυτής της πυθαγόρειας σχολής.

Παρόλο που δεν γνωρίζουμε ακριβώς πόσοι ήταν οι Πυθαγόρειοι φιλόσοφοι, ο Ιάμβλιχος αναφέρει πως οι γυναίκες πλειοψηφούσαν των αντρών. Παρακάτω, θα δούμε κάποιες από αυτές.

Θεανώ

Η Θεανώ από τον Κρότωνα, ήταν αρχαία Ελληνίδα μαθηματικός, αστρονόμος και σύζυγος του Πυθαγόρα. Δίδαξε στις πυθαγόρειες σχολές της Σάμου και του Κρότωνα. Θεωρείται η ψυχή της θεωρίας των αριθμών, που έπαιξαν κυρίαρχο ρόλο στην πυθαγόρεια διδασκαλεία. Επίσης, λέγεται ότι εκείνη διατύπωσε τη θεωρία της «χρυσής τομής» και τη θεωρία της «αρμονίας των σφαιρών», καθώς και άλλες κοσμογονικές θεωρίες.

Μετά τον θάνατο του Πυθαγόρα, η Θεανώ ανέλαβε ως επικεφαλής στην Πυθαγόρεια κοινότητα και με τη βοήθεια των παιδιών της επιμελήθηκε τη διάδοση του έργου του συζύγου της στην Ελλάδα και στην Αίγυπτο.

Αριγνώτη, Μυία, Δαμώ

Η Αριγνώτη, η Μυία και η Δαμώ ήταν κόρες του Πυθαγόρα και της Θεανούς.

Η Δαμώ δίδαξε τα Πυθαγόρεια δόγματα στη σχολή του Κρότωνα. Ο πατέρας της της είχε εμπιστευτεί τα γραπτά του με την προϋπόθεση να μην τα ανακοινώσει σε αμύητους. Για ένα χρονικό διάστημα κράτησε την υπόσχεση της, ώσπου δημοσίευσε τη γεωμετρική διδασκαλία. Επίσης, βρίσκονται αναφορές ότι η κατασκευή του κανονικού τετραέδρου και του κύβου οφείλονται στη Δαμώ.

Η Αριγνώτη, φιλόσοφος, συγγραφέας και μαθηματικός, έγραψε πολλά φιλοσοφικά έργα, καθώς και το βιβλίο «Περί αριθμών», το οποίο δυστυχώς χάθηκε.

Η Μυία δίδαξε στη σχολή του Κρότωνα. Ήταν γνώστρια γεωμετρίας και της αποδίδεται η επινόησης της τρίτης (ή εστηκυίας) μεσότητος, δηλαδή αναλογίας.

Φίντυς

Η Φίντυς, η οποία αναφέρεται και ως Φίλτυς, δίδαξε στην Σχολή του Κρότωνα. Ο Ρωμαίος συγγραφέας Βοήθιος την αναφέρει ως εμπνεύστρια της ισότητος που συνδέει τις Πυθαγόρειες τριάδες.

Τιμύχα

Η Τιμύχα, γυναίκα του Κροτωνιάτη Μυλλίου, Σπαρτιάτισσα γεννημένη στον Κρότωνα, από πολύ νωρίς έγινε μέλος της Πυθαγόρειας κοινότητας και αργότερα σύμβολο θάρρους μπροστά στις αντιξοότητες.

Η φιλοσοφία του Πυθαγόρα κήρυττε την αθανασία της ψυχής και την ιερότητα της ζωής και έτσι οι Πυθαγόρειοι ήταν αυστηρά χορτοφάγοι – επιπλέον, απαγορευόταν να τρώνε κουκιά. Ο ακριβής λόγος γι’ αυτό δεν είναι γνωστός, αλλά θεωρείται ότι πίστευαν πως το σχήμα των κουκιών, όπως και της φάβας, λειτουργούσε ως μέσο για την επιστροφή των ψυχών στη γη. Η μετενσάρκωση (που την αποκαλούσαν μετανάστευση των ψυχών) ήταν θεμελιώδης πεποίθηση των Πυθαγορείων, που πίστευαν ότι οι ψυχές επέστρεφαν από τον κάτω κόσμο μέσω της γης και ιδιαίτερα μέσω των κουκιών. Αυτή η γνώση, όπως και το μεγαλύτερο μέρος της πυθαγόρειας διδασκαλίας, προοριζόταν για τους μυημένους στα μυστήρια και δεν έπρεπε να αποκαλύπτεται στον καθένα.

Μετά την πτώση της σχολής του Πυθαγόρα, η Τιμύχα κατέφυγε στις Συρακούσες.

Ο τύραννος των Συρακουσών Διονύσιος απαίτησε από την Τυμίχα να του αποκαλύψει τα μυστικά της Πυθαγόρειας διδασκαλίας έναντι μεγάλης αμοιβής. Αυτή αρνήθηκε κατηγορηματικά και μάλιστα έκοψε με τα δόντια τη γλώσσα της και την έφτυσε στο πρόσωπο του Διονυσίου.

Αισάρα

Η Αισάρα της Λουκανίας ήταν Πυθαγόρεια φιλόσοφος, η οποία έζησε περίπου τον 4ο ή 3ο αιώνα π.Χ. Δεν γνωρίζουμε τίποτα για τη ζωή της. Είναι γνωστή μόνο για ένα απόσπασμα των γραπτών της, του φιλοσοφικού της έργου, με τίτλο «Περί Ανθρώπινης Φύσης» που διασώθηκε από τον Ιωάννη Στοβαίο (συγγραφέας που έζησε τον 5ο αιώνα μ.Χ).

Το μόνο που πραγματικά γνωρίζουμε για την Αισάρα είναι ότι καταγόταν από τη Λουκανία, μία αρχαία περιοχή της νότιας Ιταλίας και μέρος της Μεγάλης Ελλάδας, όπου υπήρχαν πολλές πυθαγόρειες κοινότητες. Το έργο της ήταν γραμμένο στη δωρική διάλεκτο που χρησιμοποιούταν περίπου μέχρι τον 3ο αιώνα π.Χ., δεν αποκλείεται όμως το ενδεχόμενο να γράφτηκε αργότερα.

Η Αισάρα υποστηρίζει ότι μελετώντας την ανθρώπινη φύση (και, συγκεκριμένα, την ανθρώπινη ψυχή) μπορούμε να κατανοήσουμε τη φιλοσοφική βάση για τον φυσικό νόμο και την ηθική. Συγκεκριμένα, χωρίζει την ψυχή σε τρία μέρη: το μυαλό που ασκεί κρίση και σκέψη, το πνεύμα που περιέχει θάρρος και δύναμη, και την επιθυμία που παρέχει αγάπη και φιλικότητα. Σύμφωνα με την Αισάρα, αυτά τα πράγματα, όντας θεϊκά, είναι οι λογικές, μαθηματικές και λειτουργικές αρχές που λειτουργούν στην ψυχή. Η θεωρία της του φυσικού δικαίου, αφορά τρεις εφαρμογές της ηθικής, οι οποίες αφορούν το άτομο, την οικογένεια και τους κοινωνικούς θεσμούς.

Ο Πυθαγόρας όχι μόνο επηρέασε, αλλά και επηρεάστηκε. Η Θεμιστόκλεια, γνωστή και ως Αριστόκλεια ή Θεόκλεια, φημιζόταν για τις μαθηματικές της γνώσεις και δίδασκε στον ναό του Απόλλωνα στους Δελφούς όποιον είχε την διάθεση να μάθει. Πέρα από μαθηματικά, δίδασκε επίσης, γεωμετρία και ήθος. Ο Πυθαγόρας την μνημόνευε σαν δασκάλα του και λέγεται ότι έλαβε από αυτή γνώσεις σχετικά με την ηθική, τη γεωμετρία και την αριθμοσοφία.

Πέρα από τις γυναίκες που αναφέραμε παραπάνω, υπάρχουν και άλλες Πυθαγόρειες φιλόσοφοι, όπως η Δεινώ, η Ελορίς, η Μελίσσα, η Πτολεμαΐς κ.ά.

Τέλος, υπάρχουν πολλές ακόμα γυναίκες που κέρδισαν τον τίτλο της Φιλοσόφου στην ιστορία, και οι οποίες αποτελούν έμπνευση και για τις γυναίκες του σήμερα.

Πηγές

  1. Αρχαία Ελλάδα: Οι γυναίκες μαθηματικοί της αρχαιότητας, AlfaVita, 2022
  2. terpsykeraunos, An Impressive List of Female Authors from Antiquity, sententiae antiquae ΕΥΔΟΞΑ ΑΓΝΩΣΤΑ ΚΑΤΑΓΕΛΑΣΤΑ, 2016
  3. A woman to know: Aesara of Lucania, BARING THE AEGIS, 2016
  4. Αθανασίου. Αθ., Οι μεγάλοι Πυθαγόρειοι φιλόσοφοι και μαθηματικοί ήταν κυρίως… γυναίκες, 2014
  5. admin, Θεανώ η Θουρία , η σύζυγος του Πυθαγόρα, Ο κόσμος των μαθηματικών, 2021
  6. Joshua J, Mark μεταφρασμένο από Christina Garila, Δέκα ευγενείς και διαβόητες γυναίκες της αρχαίας Ελλάδας, World History Encyclopedia, 2014
  7. Δημήτρης Συμεωνίδης, Θεμιστόκλεια, η Δασκάλα του Πυθαγόρα, greekradiofl.com, 2024

Η μαθηματική ιδιοφυΐα του Τζον φον Νόιμαν

Ο Τζον φον Νόιμαν θεωρείται μέχρι σήμερα ένα από τα μεγαλύτερα μαθηματικά μυαλά του 20ου αιώνα. Γεννήθηκε το 1903 στη Βουδαπέστη, σε μία εβραϊκή οικογένεια με μέτρια οικονομική κατάσταση. Η προσήλωσή του στα μαθηματικά και τις επιστήμες σημάδεψε την πρώιμη ζωή και εκπαίδευσή του. Σε ηλικία μόλις οκτώ ετών ήταν ήδη εξοικειωμένος με τον λογισμό (μαθηματικά) και γνώριζε αρχαία ελληνικά. Οι γονείς του ενθάρρυναν την πνευματική του περιέργεια, αναγνωρίζοντας την αξία της εκπαίδευσης στη βελτίωση της κοινωνικοοικονομικής τους κατάστασης.

Ο Νόιμαν συνεισέφερε σημαντικά στον κλάδο των μαθηματικών με τη θεωρία του των συνόλων και στη γεωμετρία, καθώς και σε διάφορους άλλους τομείς της επιστήμης, όπως στην επιστήμη των υπολογιστών, στον κλάδο της φυσικής, στα οικονομικά (με την πολύ γνωστή θεωρία του των παιγνίων), στη μετεωρολογία, και τέλος δημιούργησε έναν νέο κλάδο μοντελοποίησης και υπολογισμών με το όνομα «κυψελιδωτά».

Β΄ Παγκόσμιος Πόλεμος

Στο τέλος του 1943, μετά από πρόταση του Ρόμπερτ Οπενχάιμερ, ο Νόιμαν ξεκίνησε να δουλεύει στο πρόγραμμα Μανχάτταν. Ο Νόιμαν ήταν ειδικός στη μη γραμμική φυσική της υδροδυναμικής και των κρουστικών κυμάτων, μία τεχνογνωσία που είχε ήδη εφαρμόσει στα βρετανικά χημικά όπλα.

Στο Λος Άλαμος του Νέου Μεξικού, ξεκινά να εργάζεται πάνω στο σχέδιο του Σεθ Σεντερμάιερ, κάνοντας τους απαραίτητους υπολογισμούς για τη δημιουργία της ατομικής βόμβας.

Σύμφωνα με τον Νόιμαν, για την επίτευξη της δημιουργίας της ατομικής βόμβας θα απαιτείτο μία κούφια σφαίρα που περιέχει πλουτώνιο (το πλουτώνιο μπορεί να υποστεί πυρηνική σχάση), η οποία να διαρρηγνύεται με τρόπο συμμετρικό ώστε να το οδηγήσει σε μία κρίσιμη μάζα που βρίσκεται στο κέντρο. Η έκρηξη θα έπρεπε να είναι τόσο συμμετρική που να μπορεί να συγκριθεί με τη σύνθλιψη ενός κουτιού μπύρας χωρίς να χυθεί καθόλου μπύρα. Προσαρμόζοντας την ιδέα που πρότεινε ο Τζέημς Τακ, ο φον Νόιμαν υπολόγισε ότι ένας «φακός» εκρηκτικών χημικών ουσιών ταχύτερης και βραδύτερης καύσης θα μπορούσε να επιτύχει τον απαιτούμενο βαθμό συμμετρίας.

Ο Νόιμαν ήταν επίσης μέλος της επιτροπής επιλογής στόχων, που ήταν υπεύθυνη για την επιλογή των ιαπωνικών πόλεων Χιροσίμα και Ναγκασάκι ως πρώτων στόχων για τη ρίψη της ατομικής βόμβας.

Θεωρία των παιγνίων

Η θεωρία των παιγνίων, που αναπτύχθηκε από τον Τζον φον Νόιμαν σε συνεργασία με τον Όσκαρ Μόργκενστερ, ανήκει στον κλάδο των εφαρμοσμένων μαθηματικών και μελετά στρατηγικές νίκης. Σκοπός της είναι να βρει τη βέλτιστη στρατηγική νίκης για έναν παίκτη σε ένα παιχνίδι σε ανταγωνιστικό περιβάλλον. Στη θεωρία αυτή έχουμε δύο ή παραπάνω παίκτες με αντικρουόμενα συμφέροντα, που βρίσκονται σε καταστάσεις σύγκρουσης ή συνεργασίας και καλούνται να πάρουν μία σειρά αποφάσεων με στόχο τη μεγιστοποίηση του κέρδους τους. Η θεωρία αυτή βρίσκει εφαρμογή στις οικονομικές επιστήμες, στη διπλωματία, καθώς επίσης και στις πολεμικές στρατηγικές.

Η συμβολή του στην επιστήμη των υπολογιστών

Μία από τις πιο σημαντικές συνεισφορές του ήταν η συμβολή του στην αρχιτεκτονική των υπολογιστών. Ο σχεδιασμός του Νόιμαν του προγράμματος αποθήκευσης στον υπολογιστή, το οποίο και παρουσίασε το 1945, εξακολουθεί να αποτελεί τη βάση για τους περισσότερους σύγχρονους υπολογιστές. Αυτό το σχέδιο διέθετε μία κεντρική μονάδα επεξεργασίας που μπορούσε να εκτελεί εντολές από τη μνήμη του υπολογιστή.

Το ενδιαφέρον του Νόιμαν για τους ψηφιακούς υπολογισμούς οφείλεται εν μέρει στην ανάγκη για γρήγορους υπολογισμούς στον σχεδιασμό πυρηνικών όπλων. Στη δεκαετία του 1940, περιέγραψε την αρχιτεκτονική που χρησιμοποιήθηκε στους πρώτους σύγχρονους υπολογιστές. Έδειξε επίσης πως μπορεί να κατασκευαστεί ένα αυτοαναπαραγόμενο αυτόματο: μία συσκευή που θα μπορούσε να παράγει αντίγραφα του εαυτού της. Πρότεινε ότι στο μέλλον θα μπορούσαμε να στείλουμε μερικά ρομπότ στη Σελήνη. Αυτά τα αυτόματα θα μπορούσαν να αναπαραχθούν και να δημιουργήσουν μία ολόκληρη αποικία που θα μπορούσε να στέλνει ορυκτά από το φεγγάρι πίσω στη Γη.

Ακόμη, ο Νόιμαν υποστήριξε ότι οι εγκέφαλοι, όπως και οι ψηφιακοί υπολογιστές, επεξεργάζονται πληροφορίες και άρα ότι θα έπρεπε ο εγκέφαλος να μελετάται με τον ίδιο τρόπο που μελετάμε τους υπολογιστές. Συνόψισε τις απόψεις του σε μία διάλεξη που δεν μπόρεσε ποτέ να δώσει. Πέθανε από καρκίνο το 1956, αλλά οι σημειώσεις του για τη διάλεξη τυπώθηκαν σε ένα μικρό βιβλίο «The Computer and the Brain» («Ο υπολογιστής και ο εγκέφαλος»).

Ωατόσο, η κατανόησή μας για το νευρικό σύστημα και την τεχνολογία των υπολογιστών έχει προχωρήσει πάρα πολύ από την εποχή του Νόιμαν.

Ο Νόιμαν βοήθησε επίσης στην ανάπτυξη του Electronic Numerical Integrator And Computer (ENIAC), του πρώτου ηλεκτρονικού υπολογιστή γενικής χρήσης. Ένα από τα πρώτα του προγράμματα ήταν η μελέτη της σκοπιμότητας της βόμβας υδρογόνου. Η ομάδα του Νόιμαν πραγματοποίησε επίσης τις πρώτες αριθμητικές προβλέψεις καιρού στον κόσμο, στον υπολογιστή ENIAC.

Πηγές

  • Kyrlynn D, John von Neumann, The Genius Behind Modern Day Computing Architecture, Quantum Zeitgeist, 2024
  • Biography of John von Neumann, John von Neumann computer society
  • Jorgen Veisdal, the unparalleled Genius of John von Neumann, privatdozent, 2021
  • William Poundstone, john von Neumann – Mathematician, scientist, WWII, Britanica, 2025
  • Kreso Josic, Von Neumann, computers, and Brains, The Engines Of Our Ingenuity
  • John von Neumann – Atomic heritage foundation, Nuclear Museum
  • Η θεωρία των παγνίων και τρία πανέμορφα μυαλά, philenews, 2022

 

Επανορθωτική δικαιοσύνη: μία εναλλακτική μορφή δικαιοσύνης και η εφαρμογή της στα σχολεία

Ο όρος «επανορθωτική δικαιοσύνη» ή «αποκαταστατική δικαιοσύνη» (restorative justice) παρόλο που εισήχθη για πρώτη φορά στην εγκληματολογία το 1977 από τον Άλμπερτ Έγκλας [Albert Eglash, γεν. 1920], έχει βαθύτερες ρίζες που φθάνουν στο «επανορθωτικόν δίκαιον» του Αριστοτέλη.

Για τον Αριστοτέλη, η δικαιοσύνη αντανακλάται στην εξωτερική συμπεριφορά του ατόμου και την καθημερινή ζωή και τη διακρίνει στη διανεμητική δικαιοσύνη, που αφορά την κατανομή των αγαθών, των τιμών και του πλούτου στους πολίτες, και στην επανορθωτική δικαιοσύνη, που αφορά τις ιδιωτικές υποθέσεις.

Στο πλαίσιο της επανορθωτικής δικαιοσύνης διαχωρίζει τις άδικες πράξεις σε ακούσιες και εκούσιες. Στις ακούσιες πράξεις περιλαμβάνονται: η ανθρωποκτονία, η κλοπή, η μοιχεία, η ληστεία, η προσβολή και η λεκτική επίθεση. Αυτές οι πράξεις απειλούν την κοινωνική δικαιοσύνη στον βαθμό που απουσιάζει η βούληση του ενός μέρους, δηλαδή του θύματος. Η επανορθωτική δικαιοσύνη κατά τον Αριστοτέλη στοχεύει στην επανόρθωση των αγαθών και της βλάβης που έχουν υποστεί τα θύματα μέσω της κρίσιμης συμβολής του δικαστή.

Επίσης, ο Αριστοτέλης προβαίνει σε μία διάκριση των ποινών, μεταξύ της τιμωρίας (τιμώ+ορώ), που σηματοδοτεί το δικαίωμα και την υποχρέωση της πολιτείας να αποκαταστήσει την τιμή του θύματος, και του κολασμού, που αφορά την την τιμωρία του δράστη για το αδίκημα που διέπραξε. Ως σκοπό της ποινής θεωρούσε την έναρξη της διαδικασίας συγχώρεσης του δράστη από την οικογένεια του θύματος (αίδεσις) και την αποφυγή της αντεκδίκησης (βεντέτα).

Στην αρχαία Ελλάδα ασκούνταν διάφορες επανορθωτικές πρακτικές, όπως επίσης και σε άλλες χρονικές περιόδους και κοινωνίες.

Παρά τις πολλαπλές προσπάθειες συγκρότησης ενός κοινά αποδεκτού ορισμού της επανορθωτικής δικαιοσύνης, κάτι τέτοιο δεν έχει ακόμα επιτευχθεί, ίσως επειδή το περιεχόμενο της είναι αρκετά εμβριθές, με εύρος από την «πολιτική της ποινικής δικαιοσύνης έως την πολιτική για τη ρύθμιση της ευημερίας των παιδιών, σχολείων, εταιρειών», των αστικών υποθέσεων και για τις παραβιάσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων από αυταρχικά καθεστώτα.

Παίρνοντας κάποια κοινά στοιχεία από τους ορισμούς που έχουν διατυπωθεί μέχρι σήμερα, μπορούμε να πούμε ότι η επανορθωτική δικαιοσύνη φαίνεται να είναι μία εναλλακτική μορφή δικαιοσύνης, η οποία, σε αντίθεση με το παραδοσιακό τιμωρητικό μοντέλο, στοχεύει στην επανόρθωση της σχέσης μεταξύ θύματος, δράστη, κοινότητας και κοινωνίας με τη βοήθεια ενός διαμεσολαβητή. Στο άρθρο αυτό θα ρίξουμε μια ματιά στα οφέλη της επανορθωτικής δικαιοσύνης στο σχολικό πλαίσιο και θα δούμε εάν τελικά, όταν εφαρμόζεται σε μεγάλη κλίμακα στην εκπαίδευση, μπορεί να συνεισφέρει μακροπρόθεσμα στη μείωση της εγκληματικότητας.

Η επανορθωτική δικαιοσύνη στα σχολεία εφαρμόζεται ως μία εναλλακτική λύση για την αντιμετώπιση της παραβίασης των σχολικών κανόνων έναντι της τετριμμένης τιμωρητικής/ανταποδοτικής αντιμετώπισης, η οποία δίνει στους μαθητές χαρακτηρισμούς και βάζει την ετικέτα του καλού ή του κακού. Σύμφωνα με την επανορθωτική δικαιοσύνη, ο καθηγητής θα πει: «ένιωσα ασέβεια από αυτό που έκανες» και όχι «είσαι ασεβής». Επίσης, βοηθάει στην επανένταξη των ανηλίκων που αντιμετωπίζουν προβλήματα με τον νόμο πίσω στο σχολικό περιβάλλον, και σε μία μεγαλύτερη κλίμακα κτίζει ηθικό χαρακτήρα.

Οι πρακτικές αποκατάστασης επικεντρώνονται στην επίλυση συγκρούσεων, στην αποκατάσταση της βλάβης και στη θεραπεία των σχέσεων. Υποστηρίζουν ένα θετικό και ασφαλές σχολικό κλίμα, αποτρέπουν τον εκφοβισμό και μειώνουν τα πειθαρχικά περιστατικά.

Για την επιτυχή εφαρμογή της επανορθωτικής δικαιοσύνης στα σχολεία χρειάζεται ένα κατάλληλα εκπαιδευμένο προσωπικό που να νοιάζεται για την ουσιαστική μόρφωση των μαθητών του, καθώς και η εφαρμογή της σε ευρεία κλίμακα και όχι μόνο σε μεμονωμένα περιστατικά.

Το εκπαιδευτικό προσωπικό καλείται να εφαρμόσει προληπτικές στρατηγικές σε όλο το σχολείο με στόχο τη δημιουργία του αισθήματος της κοινότητας, τη δημιουργία υγειών σχέσεων, την ανάπτυξη δεξιοτήτων επίλυσης συγκρούσεων και, τέλος, του αισθήματος του ανήκειν.

Το πρόγραμμα της διαμεσολάβησης συνομηλίκων αποτελεί μία μορφή διαμεσολάβησης και ειρηνικής επίλυσης των συγκρούσεων, η οποία οργανώνεται και εφαρμόζεται εντός του σχολικού πλαισίου, μεταξύ των μαθητών. Όταν δύο οι περισσότεροι μαθητές έχουν μία διαφωνία θα προβούν σε συζήτηση για την επίλυσή της με την βοήθεια ενός τρίτου και ουδέτερου μαθητή (του διαμεσολαβητή). Η διαδικασία για την επίλυση της διαφωνίας είναι δομημένη, με σαφή όρια, ενεργητική συμμετοχή και άμεση επικοινωνία των μερών για την εποικοδομητική επίλυση της διαφωνίας. Θεωρείται, επιπλέον, ως τρόπος διαπραγμάτευσης μέσα σε ένα εποικοδομητικό πλαίσιο συνεργασίας που στοχεύει στο μέγιστο κέρδος και των δύο πλευρών. Η εκπαίδευση στη διαμεσολάβηση συνομηλίκων αφορά την εκπαίδευση μαθητών στη διαχείριση των συγκρούσεων και την εκμάθηση νέων δεξιοτήτων επικοινωνίας και συμπεριφοράς.

Η οικοδόμηση μίας σχολικής κοινότητας με κοινές αξίες και κοινό λεξιλόγιο, που προωθεί το πνεύμα της συνεργασίας και της υποστήριξης και διατήρησης των κοινών ιδανικών, παίζει καθοριστικό ρόλο στη μετατόπιση από το σύστημα της ανταπόδοσης σε ένα σύστημα που δίνει έμφαση στην ανθρώπινη αξία και στο να κατανοήσει ο παραβάτης τη βλάβη που προκάλεσε και τη σημασία των κανόνων.

Δεν υπάρχουν στοιχεία ότι τα τιμωρητικά μέτρα κάνουν τα σχολεία πιο ασφαλή. Επιπλέον, ίσως συχνά χρησιμοποιούνται δυσανάλογα απέναντι σε αλλοδαπούς μαθητές ή σε άτομα από οικογένειες χαμηλού εισοδήματος, με σοβαρές αρνητικές συνέπειες για αυτούς τους μαθητές. Οι πολιτικές τύπου μηδενικής ανοχής ωθούν και θέτουν σε περαιτέρω μειονεκτική θέση τα παιδιά εκείνα που έχουν περισσότερο ανάγκη τη μόρφωση και την ύπαρξη μίας σχολικής κοινότητας.

Χαρακτηριστικά των προγραμμάτων της επανορθωτικής δικαιοσύνης είναι η εμπλοκή ολόκληρης της κοινότητας στην επίλυση της σύγκρουσης και η ισότιμη συμμετοχή στη διαδικασία.

Σύμφωνα με όσα είδαμε παραπάνω, εάν εξετάσουμε:

α) τις τεχνικές εξουδετέρωσης των Γκρέσαμ Σάικς και Ντέηβιντ Μάτσα που εξηγούν πώς οι παραβάτες του νόμου τείνουν να εξορθολογίζουν και να δικαιολογούν τη συμπεριφορά τους,

β) τη θεωρία της ετικέτας του Χάουαρντ Σ. Μπέκερ, που λέει ότι εάν τα άτομα χαρακτηρίζονται ως εγκληματίες, ως αποτέλεσμα της μεταχείρισής τους στη διαδικασία της ποινικής δικαιοσύνης, είναι πιο πιθανό να εσωτερικεύσουν αυτήν την ετικέτα και να ενεργούν βάσει αυτής,

γ) τη θεωρία του Τζον Μπρεϊθγουέιτ της ντροπής της επανενσωμάτωσης, η οποία μάς λέει ότι εάν αποδώσουμε την ντροπή στην εγκληματική πράξη και όχι στον δράστη, τότε μπορεί να αποτραπεί η επισήμανση του δράστη ως εγκληματία. Δηλαδή εάν αντιμετωπιστεί ο δράστης με ενσυναίσθηση και σεβασμό και ως ένα καλό άτομο που έχει διαπράξει μία κακή πράξη, η υποτροπή μπορεί να αποτραπεί. Σύμφωνα με τη θεωρία αυτή, το αίσθημα της ντροπής επιτρέπει στον δράστη να καταλάβει τι έχει κάνει λάθος και να αισθανθεί γνήσιο ενδιαφέρον για τους ανθρώπους που έβλαψε.

δ) τη θεωρία της ντροπής και της οργής των Τόμας Σεφ και Σουζάν Μ. Ρέτζινγκερ, που προτείνει ότι οι άνθρωποι έχουν διαφορετικές συναισθηματικές αντιδράσεις στις κυρώσεις και στην ντροπή, και υποστηρίζει ότι όταν ο δράστης δεν νιώθει ντροπή για την πράξη του ούτε υποβοηθείται να νιώσει, δεν θα αντιληφθεί πραγματικά την έκταση του λάθους του και είναι πιο πιθανό να αντιδράσει με θυμό, ακόμα και βία, στην ποινή, κάτι που αυξάνει την πιθανότητα υποτροπής και ελαττώνει την πιθανότητα αποκατάστασης της σχέσης του με το θύμα. Επίσης, εάν λάβουμε υπ’ όψιν τη διαδικαστική δικαιοσύνη του Τομ Ρ. Τάιλερ που μας λέει ότι εάν οι εμπειρίες και οι αντιλήψεις της κοινότητας για τον νόμο (κανόνες σχολείου) και τους φορείς επιβολής (καθηγητές) είναι δίκαιες και διαφανείς, τότε η συμμόρφωση με τη νομοθεσία είναι πιο πιθανή,

ε) τη θεωρία της περιφρόνησης του Λόρενς Σ. Σέρμαν, σύμφωνα με την οποία εάν ένας δράστης αισθάνεται ότι του φέρονται άδικα ή ότι μία κύρωση είναι παράνομη, είναι πιο πιθανό να αψηφήσει το νόμο και να συνεχίσει να προσβάλλει τα έννομα αγαθά,

στ) τη θεωρία του Ράνταλ Κόλινς, ότι σε επιτυχημένες τελετουργίες (όπως αυτή της επανορθωτικής δικαιοσύνης), οι μεμονωμένοι συμμετέχοντες βρίσκονται όλοι μαζί στον ίδιο χώρο με έναν κοινό σκοπό και διάθεση και ότι ο κάθε ένας από αυτούς έχει έναν ρόλο να παίξει στη διαδικασία και ότι αυτό δημιουργεί έναν συγχρονισμό στη συζήτηση, τη σωματική κίνηση και το συναίσθημα, που αυτή η κοινή εστίαση και κατανόηση προάγει ένα αίσθημα αλληλεγγύης μεταξύ των συμμετεχόντων, με αποτέλεσμα αισθήματα «καλής θέλησης». Η εμπειρία κοινών συναισθημάτων μπορεί να έχει μακροπρόθεσμες επιπτώσεις στην ατομική εμπιστοσύνη και την εκ νέου δέσμευση στα πρότυπα ηθικής της ομάδας,

τότε θα δούμε το πώς η εφαρμογή της επανορθωτικής δικαιοσύνης στα σχολεία σε ευρεία κλίμακα μπορεί να συνεισφέρει μακροπρόθεσμα στη μείωση της εγκληματικότητας.

Σε μία κοινωνία όπου προωθείται το αίσθημα της κοινότητας, η καλή επικοινωνία και η ουσιαστική μόρφωση από μικρή ηλικία, η αποφυγή των παραβατικών συμπεριφορών φαίνεται να είναι πιο πιθανή.

Το σχολείο θεωρείται ένας από τους πιο σημαντικούς φορείς κοινωνικοποίησης. Ένα σχολικό περιβάλλον το οποίο καλεί τον μαθητή που εκδήλωσε παραβατική συμπεριφορά να αναλύσει την πράξη του, να συνομιλήσει με το θύμα και να συνειδητοποιήσει τη βλάβη που προκάλεσε, χωρίς να του αποδίδει τον χαρακτηρισμό του ‘κακού παιδιού’, αλλά προσφέροντάς του την ευκαιρία να μιλήσει ελεύθερα σε έναν τουλάχιστον από τους ενήλικες στο περιβάλλον του, όχι μόνο βοηθά αυτό το παιδί να κατανοήσει την αξία και τη σημασία των σχολικών κανόνων, αλλά του παρέχει επίσης τα πρώτα εφόδια μίας υγιούς κοινωνικά ζωής.

* * * * *

Πηγές:

  1. Βάσω Αρτινοπούλου. Επανορθωτική δικαιοσύνη. Η πρόκληση των σύγχρονων δικαιικών συστημάτων, Νομική βιβλιοθήκη, 2010.
  2. NGLC, Restorative Practices in Schools Designing for Equity.
  3. College of Policing, Appendix A: Theoretical mechanisms for restorative justice.
  4. Learning Policy Institute, Building a Positive School Climate Through Restorative Practices.

Λεονάρντο ντα Βίντσι: Μελετώντας τις αναλογίες μεταξύ ανθρώπινου σώματος και φύσης

Ο Λεονάρντο ντα Βίντσι πίστευε ότι τα πάντα στο σύμπαν είναι αλληλένδετα. Εφευρέτης, μηχανικός, ερευνητής, παρατηρητής της ζωής και καλλιτέχνης, ο ντα Βίντσι διαπίστωσε μία σχέση αναλογίας ανάμεσα στο ανθρώπινο σώμα και τη φύση.

Κατά πολύ αρχαιότερος του ντα Βίντσι, ο Αριστοτέλης πίστευε στην αναλογία μεταξύ του μικρόκοσμου (του μεμονωμένου ανθρώπου) και του μακρόκοσμου (ολόκληρης της γης και του σύμπαντος), αντίληψη που ήταν γενικότερα διαδεδομένη μεταξύ των αρχαίων Ελλήνων και η οποία μέσω του Αριστοτέλη επηρέασε και τους μεσαιωνικούς στοχαστές. Η αναλογία είναι αμφίδρομη, υποδηλώνοντας ότι μπορούμε να μάθουμε περισσότερα για τον άνθρωπο μελετώντας τη φύση και περισσότερα για τη φύση μελετώντας τον άνθρωπο. Μεταφέροντας την ιδέα στη σύγχρονη εποχή, θα μπορούσαμε να πούμε ότι μία τέτοια αναλογία υπάρχει μεταξύ του εγκεφάλου και του υπολογιστή.

Η αναλογική σκέψη αναγνωρίζεται ευρέως ως μία κοινή μηχανή δημιουργικότητας. Μάλιστα οι αναλογίες συνέβαλαν στους πίνακες, την αρχιτεκτονική και τις ιατρικές ανακαλύψεις του Λεονάρντο, ο οποίος προσπάθησε να εξερευνήσει τη σύνδεση μεταξύ ανθρώπου και φύσης μέσω του τέλειου συνδυασμού μαθηματικών και τέχνης.

Λεονάρντο ντα Βίντσι, «Fol. 14v, Οι μύες του ώμου και του βραχίονα και τα οστά του ποδιού». Πένα και μελάνι πάνω σε ίχνη μαύρης κιμωλίας, 29 x 20 εκ. Βασιλική Βιβλιοθήκη. (Public Domain)

 

Ο Λεονάρντο θεώρησε τα μοτίβα των διακλαδώσεων των αρτηριών στο ανθρώπινο σώμα ανάλογα των μοτίβων των κλαδιών των δέντρων ή των ποταμών και των παραποτάμων. Δεν σταμάτησε όμως εκεί: μη όντας ικανοποιημένος με την παρατήρηση μόνο των επιφανειακών ομοιοτήτων, ανέλυσε τις σχέσεις αυτών των συστημάτων διακλάδωσης με βάση το μέγεθος του κορμού του δέντρου, της αρτηρίας ή του ποταμού. Εμβάθυνε περαιτέρω στις αναλογίες εφαρμόζοντας γεωμετρικά σχήματα όπως τρίγωνα. Ακόμη, συνέκρινε τις φλέβες και τις αρτηρίες με άλλα βιολογικά συστήματα όπως αυτά του πεπτικού, ουρικού και αναπνευστικού, και χρησιμοποίησε μεγαλύτερες αναλογίες όπως αυτή της κίνησης του αίματος με τον ποταμό που ρέει ή με τις κινήσεις του αέρα και τις διακλαδώσεις των φυτών.

Οι αναλογίες αυτές επηρέασαν την επιστημονική έρευνα του Λεονάρντο. Οι ανατομικές μελέτες του για το ανθρώπινο πεπτικό σύστημα ήταν εν μέρει επηρεασμένες από την ομοιότητα της χολής που πηγαίνει στο στομάχι με το νερό που ρέει στο ποτάμι. Ακόμη, συνέκρινε ένα έμβρυο στη μήτρα με ένα φυτό που ακόμα αναπτύσσεται, καθώς και την καρδιά και τις αρτηρίες με τους σπόρους. Αντιστοίχισε, ακόμη, τις αθηροσκληρωτικές φλέβες ενός ηλικιωμένου άνδρα με τα αποξηραμένα υπολείμματα ενός πορτοκαλιού.

Η ιδέα της αναλογίας μικρόκοσμου-μακρόκοσμου επηρέασε τη ζωγραφική του. Ο συγγραφέας Γουόλτερ Άιζακσον επισημαίνει ότι το φόντο της Μόνα Λίζα είναι ένα τοπίο που δείχνει το ζωντανό σώμα της γης να ρέει μέσα στη γυναίκα και να γίνεται μέρος της. Άλλοι πίνακες, όπως η Παναγία των Βράχων, ενώνουν επίσης τρόπο τίνα τη γη και το νερό με τους ανθρώπους που απεικονίζονται.

Λεονάρντο ντα Βίντσι, «Βιτρούβιος άνθρωπος», περ. 1492. Μελάνι σε χαρτί. Πινακοθήκη της Ακαδημίας. (Φωτογράφος: Luc Viatour)

 

Ο εμβληματικός «Βιτρούβιος άνθρωπος» του Λεονάρντο πήρε το όνομά του από τον Ρωμαίο αρχιτέκτονα Βιτρούβιο και αντανακλά τις γεωμετρικές σχέσεις μεταξύ του ανθρώπινου σώματος και των καλοσχεδιασμένων κτιρίων, αλλά και του σύμπαντος στο σύνολό του.

Η ικανότητα του Λεονάρντο να σχεδιάζει με ρεαλιστικό τρόπο τα ανθρώπινα μαλλιά βασιζόταν στην αντίληψή του για μία αναλογία μεταξύ του κατσαρώματος των μαλλιών και της κίνησης του νερού.

Ο Άιζακσον περιγράφει και το ότι ο Λεονάρντο παρατήρησε τους περιορισμούς της αναλογίας μικρόκοσμουμακρόκοσμου, όταν προσπάθησε να εξηγήσει πώς ρέει το νερό από τα ποτάμια στην κορυφή των βουνών. Η αναλογία πρότεινε την αναζήτηση ροών που μοιάζουν με φλέβες, οι οποίες μεταφέρουν νερό μέχρι την κορυφή του βουνού. Μετά από πολλές μάταιες προσπάθειες να καταλάβει πώς θα μπορούσε να λειτουργήσει αυτό, κατέληξε σε μία εντελώς διαφορετική εξήγηση, βασισμένη στην εξάτμιση των επιφανειακών υδάτων, το σχηματισμό νεφών και τις επακόλουθες βροχές. Αυτή η σκέψη του δείχνει την ικανότητά του να ανακαλύπτει και να αξιοποιεί τις αναλογίες, αλλά και να τις υπερβαίνει όταν αυτό χρειάζεται.

Οι ιδέες του γύρω από τη σύγκριση μικρόκοσμου και μακρόκοσμου απηχούσαν την ιδεολογία της εποχής του, τον αναγεννησιακό ουμανισμό. Ο ουμανισμός δεν ήταν η απόρριψη της θρησκείας ή του χριστιανισμού, καθώς πολλοί από τους πρώτους ανθρωπιστές ήταν εκκλησιαστικοί. Ο ουμανισμός επικεντρώθηκε στην ανθρώπινη έκφραση, στα επιτεύγματα και την ομορφιά, και στην επιδίωξη της πνευματικής και θρησκευτικής ελευθερίας. Οπότε, η ιδέα ότι τα ανθρώπινα όντα είναι μία μικρογραφία του μεγαλειώδους κόσμου, θα σήμαινε ότι η ανθρώπινη ζωή περιέχει ακόμη περισσότερες δυνατότητες για μεγαλείο και επιτεύγματα.

Πηγές:

  • Da Vinci’s Big Idea. Culture Critic

  • Leonardo’s Analogies and Creativity. Psychology Today

  • Humanism, Leonardo da Vinci, and the Vitruvian Man. beacou.wordpress.com

  • The “Vitruvian Man” by Da Vinci- Famous Human Proportion Study. Art in Context

Μιχαήλ Άγγελος, ο μυστικιστής

Η τέχνη που εξυμνεί το θείο θα μπορούσε να θεωρηθεί ως μία μορφή προσευχής. Η έντονη πίστη του Μιχαήλ Άγγελου, από τα πρώτα του χρόνια, ήταν η κυριότερη αιτία για την καλλιτεχνική του επιτυχία. Δεν επηρέασε μόνο το είδος της δουλειάς του, αλλά και τον τρόπο σκέψης του ως προς την προέλευση και τη λειτουργία της τέχνης. Ωστόσο, η πίστη που ήταν βαθιά ριζωμένη μέσα του δεν ήταν απόρροια μίας συγκεκριμένης θρησκείας, αλλά μάλλον κάτι που προέρχεται από την καρδιά. Κατά τη διάρκεια της ζωής του επηρεάστηκε και πήρε πράγματα από ανθρώπους που είχαν διαφορετικές πνευματικές πορείες, ίσως όμως με κάποιους κοινούς παρονομαστές.

Ο Μιχαήλ Άγγελος όχι μόνο γνώρισε τα σπουδαιότερα μυαλά της Αναγέννησης, αλλά ως νέος διδάχθηκε από τους πιο διάσημους ακαδημαϊκούς της εποχής του τις πιο πρόσφατες νεοπλατωνικές ιδέες, αλλά και την παραδοσιακή ιουδαϊκή θρησκευτική σκέψη, ειδικά τη Μιδράς, το Ταλμούδ και την Καμπάλα. Ο νεοπλατωνισμός είναι μία οιονεί θρησκευτική φιλοσοφία, που συνδυάζει την κεντρική θέση και την ομορφιά του ανθρώπου (ουμανισμό) με παγανιστικές, χριστιανικές και εβραϊκές ιδέες, βάσει της πίστης σε μία παγκόσμια αλήθεια που μπορεί να βρεθεί σε όλες τις θρησκείες.

Η Αγία Οικογένεια, 1239. Πινακοθήκη Ουφφίτσι, Φλωρεντία.

 

Μία από τις σπουδαιότερες επιρροές του ήταν ο Τζιρόλαμο Σαβοναρόλα, ένας Δομινικανός μοναχός ο οποίος κήρυσσε την εγκράτεια, την αποστροφή από την αμαρτία και τη μετάνοια, και ήταν ενάντια στη ματαιοδοξία που χαρακτήριζε τη Φλωρεντία της Αναγέννησης. Ο Μιχαήλ Άγγελος επηρεάστηκε επίσης από τον Ισπανό Ιγνάτιο Λογιόλα και μάλιστα προσφέρθηκε εθελοντικά να χτίσει την εκκλησία για το Τάγμα της Κοινωνίας του Ιησού (τους Ιησουίτες).

Μία από της καλύτερες του φίλες ήταν η Βιττόρια Κολόνα, αριστοκρατική θρησκευτική ποιήτρια και μέλος μίας ομάδας με μεγάλη επιρροή που ονομαζόταν «spirituali», της οποίας ο μοναδικός στόχος ήταν η μεταρρύθμιση του Βατικανού και της Καθολικής Εκκλησίας. Τα περισσότερα από τα μέλη της ομάδας  ήθελαν μία ενοποιημένη, εξαγνισμένη και αναγεννημένη εκκλησία που να περιέχει και τις προτεσταντικές και τις καθολικές πεποιθήσεις.

Ο Μιχαήλ Άγγελος πίστευε ότι ο Θεός δημιούργησε όλη την ομορφιά στον κόσμο και στη συνέχεια προίκισε μία ορισμένη μειοψηφία καλλιτεχνών με το ταλέντο να βρίσκει αυτήν την ομορφιά. Αυτό το ονόμασε ευφυΐα (intelletto). Πίστευε επίσης ότι η ικανότητα να ζωγραφίζει γρήγορα ήταν ένα δώρο που έλαβε από τον Θεό. Ο Μιχαήλ Άγγελος κάποτε είπε: «Κατά την κρίση μου, η αριστεία και η ζωγραφική που περιέχει το θεϊκό στοιχείο είναι αυτό που μοιάζει περισσότερο και μιμείται καλύτερα κάποιο έργο του Θεού». Με αυτό, ο Μιχαήλ Άγγελος εννοούσε την πραγματικότητα στην ιδανική της μορφή, δηλαδή όπως ήταν στο μυαλό του Θεού όταν δημιούργησε την πλάση. Πίστευε επίσης ότι η ζωγραφική προέρχεται από τον ουρανό και ο Θεός είναι ο αρχικός καλλιτέχνης.

Ακόμη, ο Μιχαήλ Άγγελος ασχολήθηκε με τη σύνδεση μεταξύ τέχνης και ηθικής. Ένα από τα πιστεύω του ήταν ότι ο σπουδαιότερος σκοπός της τέχνης είναι να εμπνεύσει συναισθήματα θρησκευτικής ευσέβειας στον θεατή , παρατηρώντας ότι η θρησκευτική ζωγραφική είναι το προσευχητάριο των αναλφάβητων. Επίσης αμφισβήτησε την ισχύουσα άποψη, η οποία ήταν επηρεασμένη από τον μεσαίωνα, ως προς τη ζωγραφική του γυμνού σώματος. Ένα από τα επιχειρήματά του ήταν ότι το ανθρώπινο σώμα είναι ένα από τα πιο ευγενή δημιουργήματα του Θεού, καθώς φτιάχτηκε κατ’ εικόνα Του – μία θέση επηρεασμένη από το νέο-πλατωνισμό.

Αν και βαθιά θρησκευόμενος, δεν υποστήριξε τυφλά τους αξιωματούχους της εκκλησίας. Δεν έβλεπε τον Πάπα ως μία απόλυτη, αλάθητη αυθεντία. Πίστευε ότι είτε κάποιος ήταν Πάπας, καρδινάλιος, επίσκοπος, ιερέας ή ζωγράφος, ήταν όλοι υπηρέτες του Θεού και ήταν καθήκον του καθενός ξεχωριστά να υπηρετήσει τον Θεό τόσο με την αριστεία του όσο και με τον τρόπο ζωής του. Μάλιστα, κάθε φορά που ο Μιχαήλ Άγγελος περιελάμβανε τη δική του αυτοπροσωπογραφία σε ένα έργο, ήταν πάντα σε ρόλο αγίου, κάτι που αποδείκνυε την αυτοβιογραφική του ταύτιση.

Κατά τη διάρκεια της ζωής του, στην τέχνη του, ο Μιχαήλ Άγγελος προσπάθησε να συμφιλιώσει την ελληνική με τη χριστιανική σκέψη. Για παράδειγμα, στην Καπέλα Σιξτίνα απεικονίζονται ήρωες από την Ιουδαϊκή Βίβλο δίπλα σε Σίβυλλες (αρχαίο αντίστοιχο των προφητών) και σε γυμνές μορφές.

Σίβυλλα της Λιβύης. Από την Καπέλα Σιξτίνα, Βατικανό.

 

Ο Μιχαήλ Άγγελος αρνιόταν οποιαδήποτε σεξουαλική δραστηριότητα, ισχυριζόμενος ότι αποστραγγίζει ενέργειες που διαφορετικά θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν για την τέχνη. Παραδέχεται ότι έζησε για την ομορφιά. Εάν λάβουμε υπ’ όψιν μας τα παραπάνω, η ομορφιά που αναφέρει είναι μία ουράνια ομορφιά που βρίσκεται κρυμμένη στον κόσμο μας και εκδηλώνεται με διάφορες μορφές, η οποία μας φέρνει πιο κοντά στον Θεό. Η ύστερη ποίησή του αποκαλύπτει ότι βρισκόταν σε μία συνεχή μάχη ανάμεσα στην επίγεια αγάπη και στην αγάπη του για τον Θεό.

Κατά τη διάρκεια της ζωής του, αποκαλούνταν ο «θεϊκός Μιχαήλ Άγγελος» από τους συγχρόνους του, αλλά αυτό δεν αφορά αποκλειστικά το καλλιτεχνικό του ταλέντο. Αντανακλά επίσης τον χαρακτήρα του. Επέβαλλε στον εαυτό του διάφορα βάσανα και στερήσεις επιδιώκοντας την αγνότητα και την αγιοσύνη.

Ημιτελές έργο. Εθνικό Μουσείο Φλωρεντίας.

 

Εξ αυτών, ως γνήσιος μυστικιστής, ο Μιχαήλ Άγγελος βυθίζεται εντός του για να ανακαλύψει το νόημα της ζωής. Στα έργα του αποτυπώνονται αναγνωρίσιμες εσωτερικές αλήθειες. Αξιοσημείωτο είναι ότι η τέχνη που παρήγαγε εν τέλει αγαπήθηκε από όλους, ανεξαρτήτως των πνευματικών πεποιθήσεών τους.

Το πρόσωπο του Θεού, όπως απεικονίζεται στην Καπέλα Σιξτίνα δείχνει ότι ο Μιχαήλ Άγγελος συνδυάζει τον Αναγεννησιακό ουμανισμό με την παραδοσιακή θρησκευτική εικονογραφία. Παρουσιάζοντας τον Θεό με ανθρώπινα χαρακτηριστικά, γεφυρώνει το χάσμα μεταξύ του θείου και του θνητού, δίνοντας τη δυνατότητα στους ανθρώπους να σχετιστούν με το θείο με πιο προσωπικό τρόπο. Το πρόσωπο του Θεού, απεικονίζεται ως γενειοφόρος άνδρας με διαπεραστικά μάτια και ενσαρκώνει την αυστηρότητα και το έλεος.

Διαφορετικές θρησκευτικές οπτικές εμπλουτίζουν την κατανόηση μας για την εικόνα. Στην ιουδαϊκή/χριστιανική οπτική, το Πρόσωπο του Θεού ενσωματώνει θεϊκές ιδιότητες όπως συμπόνια, δικαιοσύνη και παντοδυναμία. Επίσης, αντικατοπτρίζει έναν προσωπικό Θεό που ασχολείται με τις ανθρώπινες υποθέσεις. Η απεικόνιση του Μιχαήλ Άγγελου απηχεί την πεποίθηση των Εβραίων ότι το πρόσωπο του Θεού σημαίνει παρουσία και ευλογία. Οι ραβινικές διδασκαλίες τονίζουν συχνά το πρόσωπο του Θεού ως μεταφορά για την καθοδήγηση και την προστασία του. Στη χριστιανική θεολογία, το πρόσωπο γίνεται κομβικό σημείο για τον στοχασμό της διπλής φύσης του Ιησού Χριστού – ανθρώπινη και θεϊκή. Τα διαπεραστικά μάτια του αντανακλούν τόσο το έλεος όσο και την κρίση, ιδιότητες βασικές για την κατανόηση της θεϊκής αλληλεπίδρασης με την ανθρωπότητα. Στον ινδουισμό και στον βουδισμό, η τέχνη παρουσιάζει θεότητες που μπορεί να είναι περισσότερο συμβολικές αφηρημένες αρετές. Ενώ στον ισλαμισμό απαγορεύεται η απεικόνιση του Θεού και τονίζεται η υπερβατική Του φύση.

Εν τέλει, ο τρόπος που ο Μιχαήλ Άγγελος ερμηνεύει το πρόσωπο του Θεού είναι επηρεασμένος από την εποχή του, τα άτομα που γνώρισε, την πνευματική του πορεία και από την ευφυΐα του.

Θα έλεγα ότι ο κάθε ένας από εμάς είναι προικισμένος με αυτή την «ευφυΐα», αλλά το εάν θα επιλέξει να την χρησιμοποιήσει για την εύρεση της ομορφιάς είναι δική του υπόθεση.

Πηγές

  • Art in context. “The Face of God” by Michelangelo – Exploring the Celestial Vision
  • Aish.com. The Michelangelo Code
  • The British Museum. Between faith and heresy: Michelangelo in the 1540s
  • Kingdom Winds. Michelangelo’s Spiritual Life