Τρίτη, 29 Απρ, 2025

Οι Βανς επισκέπτονται την αμερικανική στρατιωτική βάση Γροιλανδίας καθώς η κυβέρνηση Τραμπ επιθυμεί την περιοχή

Ο αντιπρόεδρος των ΗΠΑ, Τζέιμς Βανς, και η δεύτερη κυρία, Ούσα Βανς, έφτασαν στη Γροιλανδία και επισκέφθηκαν μια στρατιωτική βάση των ΗΠΑ. Σε δηλώσεις του αργότερα την ίδια μέρα, ο αντιπρόεδρος είπε ότι η Κίνα και η Ρωσία κοιτάζουν το στρατηγικό νησί της Αρκτικής.

Αμέσως μετά την άφιξή του, ο Βανς μίλησε με τα στρατεύματα των ΗΠΑ που σταθμεύουν στη Διαστημική Βάση Pituffik (Πίτουφικ) στη βορειοδυτική ακτή της Γροιλανδίας, σύμφωνα με σχόλια στην κάμερα. Είπε ότι η κυβέρνηση «ενδιαφέρεται πραγματικά για την ασφάλεια της Αρκτικής» και θεώρησε ότι το θέμα θα ενταθεί τα επόμενα χρόνια.

Αργότερα την Παρασκευή, ο Βανς είπε ότι πιστεύει ότι η Δανία «δεν έχει αφιερώσει τους απαραίτητους πόρους για να διατηρήσει αυτή τη βάση, για να διατηρήσει τα στρατεύματά μας και κατά την άποψή μου, για να κρατήσει τον λαό της Γροιλανδίας ασφαλή από πολλές πολύ επιθετικές επιδρομές από τη Ρωσία, την Κίνα και άλλα έθνη».

Ο Βανς πρόσθεσε ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες δεν έχουν άμεσα σχέδια να επεκτείνουν τη στρατιωτική τους παρουσία στο έδαφος στη Γροιλανδία, αλλά θα επενδύσουν σε πόρους, όπως πρόσθετα πλοία.

Πριν από την επίσκεψη του Βανς, πολλά μεγάλα πολιτικά κόμματα της Γροιλανδίας σχημάτισαν κυβέρνηση συνασπισμού, μια κίνηση που χαιρέτισε η πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν, σε ανάρτηση στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης την Παρασκευή.

«Συγχαρητήρια στη νέα κυβέρνηση της Γροιλανδίας και τον εκλεγμένο πρωθυπουργό Γενς Φρέντερικ Νίλσεν», έγραψε. «Αξίζετε εταίρους που σας σέβονται και σας αντιμετωπίζουν ως ίσους. Και η Ευρωπαϊκή Ένωση είναι περήφανη που είναι ένας τέτοιος εταίρος για εσάς.»

«Είναι μια στιγμή που εμείς ως πληθυσμός βρισκόμαστε υπό πίεση», είπε ο Νίλσεν πριν από την υπογραφή της συμφωνίας με χειροκροτήματα και επευφημίες στην πρωτεύουσα Νουούκ. Πρόσθεσε ότι «πρέπει να μείνουμε ενωμένοι. Μαζί είμαστε πιο δυνατοί», ανέφερε ο ραδιοτηλεοπτικός σταθμός KNR της Γροιλανδίας.

Η πρωθυπουργός της Δανίας, Μέττε Φρέντερικσεν, συνεχάρη τον Νίλσεν και την επερχόμενη κυβέρνησή του και είπε ότι προσβλέπει σε «στενή συνεργασία σε μια χρονική περίοδο γεμάτη με συγκρούσεις χωρίς λόγο», σύμφωνα με μεταφρασμένη ανάρτηση στο Instagram.

Η Φρέντερικσεν είπε νωρίτερα στην εβδομάδα ότι η επίσκεψη των ΗΠΑ, η οποία είχε αρχικά οριστεί για τρεις ημέρες, δημιούργησε «απαράδεκτη πίεση». Είπε ότι η Δανία θέλει να συνεργαστεί με τις Ηνωμένες Πολιτείες για την άμυνα και την ασφάλεια, αλλά ότι η Γροιλανδία ανήκει στους Γροιλανδούς.

Κατά τη διάρκεια της επίσκεψής του, ο Βανς αναμενόταν να λάβει ενημερώσεις και να κάνει παρατηρήσεις στα μέλη των αμερικανικών δυνάμεων στη βάση, σύμφωνα με το γραφείο του αντιπροέδρου. Στην αντιπροσωπεία του περιλαμβάνονται ο σύμβουλος εθνικής ασφάλειας Μάικ Γουόλτς, ο υπουργός Ενέργειας Κρις Ράιτ, και η δεύτερη κυρία.

Ο αντιπρόεδρος Τζέιμς Βανς (2ος Δ) και η δεύτερη κυρία Ούσα Βανς (Δ), με τον σύμβουλο εθνικής ασφάλειας Μάικ Γουόλτς (2ος Α), περιοδεύουν στη διαστημική βάση Pituffik των ΗΠΑ στο Pituffik της Γροιλανδίας, στις 28 Μαρτίου 2025. Jim Watson/Pool via Getty Images

 

Ο πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ επανέλαβε αυτή την εβδομάδα την πρόθεση της κυβέρνησής του να αποκτήσει το νησί της Αρκτικής, το οποίο είναι μια ημιαυτόνομη περιοχή εντός του Βασιλείου της Δανίας.

«Χρειαζόμαστε τη Γροιλανδία για την εθνική ασφάλεια και τη διεθνή ασφάλεια. Έτσι, νομίζω, θα πάμε όσο πιο μακριά χρειάζεται», είπε ο Τραμπ σε δημοσιογράφους την Τετάρτη στον Λευκό Οίκο.

«Ο κόσμος χρειάζεται να έχουμε τη Γροιλανδία, συμπεριλαμβανομένης της Δανίας. Η Δανία πρέπει να μας έχει στην Γροιλανδία. Και, ξέρετε, θα δούμε τι θα συμβεί.

Αλλά αν δεν έχουμε την Γροιλανδία, δεν μπορούμε να έχουμε μεγάλη διεθνή ασφάλεια».

Δύο μήνες νωρίτερα, ο Τραμπ είπε σε δημοσιογράφους ότι ένας λόγος για τον οποίο οι Ηνωμένες Πολιτείες πρέπει να αποκτήσουν τη Γροιλανδία είναι επειδή «υπάρχουν ρωσικά σκάφη παντού, σκάφη της Κίνας παντού —πολεμικά πλοία— και δεν μπορούν [η Δανία] να την συντηρήσουν».

Ο πρόεδρος έχει επίσης βάλει στόχο να επανακτήσει τον έλεγχο των ΗΠΑ στη Διώρυγα του Παναμά και είπε ότι η Κίνα έχει τεράστια επιρροή στην κύρια πλωτή οδό. Τον περασμένο μήνα, η κυβέρνηση του Παναμά συμφώνησε να μειώσει τα τέλη για τα κυβερνητικά πλοία των ΗΠΑ που διέρχονται από το κανάλι, το οποίο η κυβέρνηση των ΗΠΑ κατασκεύασε και έλεγχε σε μεγάλο βαθμό πριν το παραδώσει στον Παναμά το 1999.

Το Associated Press και το Reuters συνέβαλαν σε αυτό το άρθρο.

Ο Βανς στέλνει τελεσίγραφο σε Ρωσία και Ουκρανία για την ειρήνη: «Δεχθείτε την πρόταση ή αποχωρούμε»

Επίσημο τελεσίγραφο προς τη Μόσχα και το Κίεβο έστειλε ο Τζέι Ντι Βανς, ξεκαθαρίζοντας πως οι ΗΠΑ είναι έτοιμες να αποχωρήσουν από τις συνομιλίες για το τέλος του πολέμου, εάν οι δύο πλευρές δεν αποδεχθούν την «ξεκάθαρη πρόταση» που έχει διατυπώσει η Ουάσιγκτον. Ο Αμερικανός Αντιπρόεδρος έκανε αυτές τις δηλώσεις έπειτα από επίσκεψή του στο Ταζ Μαχάλ της Ινδίας, επισημαίνοντας ότι η αμερικανική διπλωματία έχει καταβάλει σημαντική προσπάθεια για μια δίκαιη συμφωνία μεταξύ Ρωσίας και Ουκρανίας.

«Έχουμε καταθέσει μια πολύ συγκεκριμένη πρόταση τόσο στη ρωσική όσο και στην ουκρανική πλευρά. Τώρα ήρθε η ώρα να απαντήσουν θετικά ή αλλιώς οι ΗΠΑ να αποσυρθούν από τη διαδικασία», δήλωσε ο Βανς σε δημοσιογράφους, υπογραμμίζοντας τη μεγάλη προσπάθεια της αμερικανικής κυβέρνησης να λάβει υπόψη τις προτεραιότητες και των δύο εμπλεκόμενων χωρών.

Οι δηλώσεις Βανς ήρθαν στη σκιά συνάντησης Ευρωπαίων αξιωματούχων στο Λονδίνο, όπου συζητήθηκαν τα επόμενα βήματα με φόντο την ανανεωμένη πίεση των Ηνωμένων Πολιτειών για ειρηνική διευθέτηση. Ο Πρόεδρος Τραμπ και ο Αντιπρόεδρός του επαναλαμβάνουν σταθερά την επιθυμία τους για ταχεία επίλυση της σύγκρουσης, με τον Ντόναλντ Τραμπ μάλιστα το τελευταίο διάστημα να εμφανίζεται ολοένα και πιο απογοητευμένος τόσο με τον Βολοντίμιρ Ζελένσκι όσο και με τον Βλαντιμίρ Πούτιν για το αδιέξοδο στις διαπραγματεύσεις.

«Ήρθε πλέον η στιγμή να γίνει ένα, αν όχι το τελικό, τουλάχιστον ένα από τα τελευταία βήματα: Να σταματήσει η αιματοχυσία και να παγώσουν οι γραμμές αντιπαράθεσης κάπου κοντά στην τρέχουσα κατάσταση», σημείωσε ο Βανς, αναγνωρίζοντας ότι αυτό θα απαιτήσει υποχωρήσεις από τις δύο πλευρές, ειδικά σε θέματα εδαφικών διεκδικήσεων.

Από την πλευρά του, ο Βολοντίμιρ Ζελένσκι επανέλαβε την Τρίτη τη σθεναρή του αντίθεση στο ενδεχόμενο παραχώρησης ουκρανικών εδαφών στη Ρωσία, τοποθετώντας τον όρο αυτό ως απαράβατο στη διαδικασία διαλόγου. Ο Ουκρανός πρόεδρος έθεσε ως προϋπόθεση την πλήρη και άνευ όρων κατάπαυση του πυρός, κάνοντας αναφορά στις αμερικανικές προτάσεις για μια εφικτή κατάπαυση κάτω από συγκεκριμένες συνθήκες.

Ο Ζελένσκι υπογράμμισε ότι το ενδεχόμενο εκεχειρίας εξαρτάται από τον τερματισμό των ρωσικών επιθέσεων, θυμίζοντας πως το Πάσχα παρατηρήθηκε σχετική ύφεση στη σύγκρουση.

Στην τοποθέτηση Βανς, το Κρεμλίνο απάντησε ότι δεν ερμηνεύει την αμερικανική πρόταση ως τελεσίγραφο. Ο εκπρόσωπος του Κρεμλίνου, Ντμίτρι Πεσκόφ, χαιρέτισε την όποια διαμεσολαβητική προσπάθεια των ΗΠΑ, επισημαίνοντας όμως την ανάγκη για λεπτομερείς και προσεκτικές συζητήσεις.

Ωστόσο, η βία επί του πεδίου διατηρείται αμείωτη. Την ίδια ώρα που εξελίσσονται οι επαφές, ρωσική επίθεση με drone στην περιοχή του Ντνιπροπετρόβσκ στην ανατολική Ουκρανία στοίχισε τη ζωή σε αρκετούς αμάχους.

Η πολυπλοκότητα της σύγκρουσης και οι σκληρές θέσεις εκατέρωθεν υπογραμμίζουν τις τεράστιες δυσκολίες για την εύρεση μιας λύσης που να μπορεί να γίνει αποδεκτή και από τις δύο πλευρές.

Ο Τραμπ επιμένει: «Αδύνατο να γίνεται δίκη για κάθε απέλαση μετανάστη»

Ο Ντόναλντ Τραμπ απάντησε την Κυριακή στις πρόσφατες εξελίξεις γύρω από το μεταναστευτικό, υποστηρίζοντας ότι οι ΗΠΑ είναι ανέφικτο να προσφέρουν δίκαιη δίκη σε κάθε άνθρωπο που βρίσκεται αντιμέτωπος με απέλαση. Η τοποθέτηση του πρώην προέδρου ήρθε λίγες μόλις ώρες μετά την προσωρινή απαγόρευση του Ανώτατου Δικαστηρίου για την απομάκρυνση παράτυπων μεταναστών βάσει του λεγόμενου Alien Enemies Act.

Ήταν η πρώτη δημόσια παρέμβαση του Τραμπ στο ζήτημα, μετά την απόφαση του Ανώτατου Δικαστηρίου να σταματήσει, έστω προσωρινά, τις απελάσεις μεταναστών που φέρονται ως μέλη συμμοριών σε φυλακές του Ελ Σαλβαδόρ.

Σε ανάρτησή του στα κοινωνικά δίκτυα, ο Τραμπ κατηγόρησε τα δικαστήρια, ανάμεσά τους και το Ανώτατο, ότι του βάζουν «τρικλοποδιές» σε κάθε βήμα όσον αφορά την εφαρμογή του Νόμου περί Εχθρικών Αλλοδαπών, που θεσπίστηκε το 1798. Πρωτοδίκης στην Ουάσιγκτον είχε ήδη μπλοκάρει αρχικά την εφαρμογή του νόμου από την κυβέρνηση Τραμπ.

«Κάνω αυτό για το οποίο με εξέλεξε ο αμερικανικός λαός, να απομακρύνω εγκληματίες από τη χώρα μας, αλλά τα δικαστήρια δε μου το επιτρέπουν», ανέφερε χαρακτηριστικά ο Τραμπ. «Η ομάδα μου κάνει εξαιρετική δουλειά, αλλά της βάζουν εμπόδια διαρκώς, ακόμη και το ίδιο το Ανώτατο Δικαστήριο, το οποίο πάντα σεβόμουν, αλλά δείχνει να μην θέλει να επιστρέψουμε βίαιους εγκληματίες και τρομοκράτες στη Βενεζουέλα ή οπουδήποτε αλλού.»

Συμπλήρωσε ότι εάν το αμερικανικό κράτος έπρεπε να εγγυηθεί δίκη σε κάθε παράνομο μετανάστη, «θα χρειάζονταν εκατοντάδες χιλιάδες δίκες για τους εκατοντάδες χιλιάδες παράτυπους που στέλνουμε εκτός της χώρας» – κάτι που χαρακτήρισε «αδύνατο στην πράξη».

Ο πρόεδρος  Τραμπ δεν δίστασε να καταλογίσει στην αμερικανική Δικαιοσύνη ότι «εκφοβίζεται και χειραγωγείται από την ριζοσπαστική Αριστερά» και να προειδοποιήσει πως «αν δεν διώξουμε αυτούς τους εγκληματίες, σύντομα δε θα έχουμε πατρίδα».

Η ανάρτηση του Τραμπ ουσιαστικά απάντησε και στους επικριτές που τον κατηγορούν για παραβίαση των δικαιωμάτων υπό απέλαση προσώπων. Στην υπόθεση που έχει προσελκύσει τα φώτα της δημοσιότητας, Δημοκρατικοί βουλευτές ταξίδεψαν πρόσφατα στο Ελ Σαλβαδόρ για να ζητήσουν την επιστροφή του Κιλμάρ Αμπρέγκο Γκαρσία, που απελάθηκε παρά τη σχετική δικαστική απόφαση.

Σύμφωνα με τις αρχές, ο Αμπρέγκο Γκαρσία διαμένει παράτυπα στις ΗΠΑ και φέρεται ως μέλος της συμμορίας MS-13, που χαρακτηρίστηκε τρομοκρατική οργάνωση επί διακυβέρνησης Τραμπ. Επιπλέον, φέρεται να είχε εμπλακεί το 2022 σε υπόθεση διακίνησης ανθρώπων, σύμφωνα με πρόσφατη έκθεση του Υπουργείου Εσωτερικής Ασφάλειας. Η απέλασή του πραγματοποιήθηκε τον Μάρτιο, παρά το προσωρινό δικαστικό πάγωμα.

Με τη σχετική του διαταγή, το Ανώτατο Δικαστήριο διέταξε – με εξαίρεση τους δικαστές Αλίτο και Τόμας που μειοψήφησαν – την αναστολή όλων των απελάσεων των εν λόγω κρατουμένων, μέχρι νεωτέρας εντολής. Ο δικαστής Αλίτο αντέτεινε ότι η συγκεκριμένη απόφαση της συνάδελφων του είναι «χωρίς προηγούμενο» και «νομικά αμφιλεγόμενη».

Η υπόθεση έφτασε ως κατεπείγουσα προσφυγή από την Αμερικανική Ένωση Πολιτικών Ελευθεριών (ACLU), που υποστήριξε ότι οι αρχές επιχειρούν να επανεκκινήσουν τις απελάσεις βάσει του παλαιού νόμου.

Νωρίτερα τον Απρίλιο, το Ανώτατο Δικαστήριο είχε αποφανθεί ότι επιτρέπονται απελάσεις μόνο εάν οι προς απομάκρυνση έχουν τη δυνατότητα να ακουστούν σε δικαστήριο και τους δοθεί «εύλογος χρόνος» να αμφισβητήσουν το μέτρο εναντίον τους.

Στις 19 Απριλίου, η νομική ομάδα Τραμπ αντέδρασε στις αποφάσεις του Ανώτατου Δικαστηρίου, επιμένοντας πως η κυβέρνηση είχε ενημερώσει έγκαιρα τους κρατουμένους για τα σχέδια απέλασης.

«Οι κρατούμενοι που λαμβάνουν τέτοιες ειδοποιήσεις έχουν τον απαιτούμενο χρόνο να καταθέσουν αιτήσεις habeas corpus — πράγματι, οι αντιπρόσωποι της επίμαχης κατηγορίας και άλλοι έχουν καταθέσει τέτοιες προσφυγές», υπογράμμισε ο νομικός εκπρόσωπος του κράτους, D. John Sauer.

Με την συμβολή του Associated Press.

Η κυβέρνηση των ΗΠΑ αλλάζει την ιστοσελίδα της, δηλώνοντας ότι ο COVID-19 ξεκίνησε από κινεζικό εργαστήριο

Η κυβέρνηση Τραμπ άλλαξε χθες, Μ. Παρασκευή, την ιστοσελίδα του Λευκού Οίκου, στην οποία τώρα δηλώνεται ρητά η κυβερνητική θέση για την προέλευση του COVID-19 και επιρρίπτονται ευθύνες σε σειρά οντοτήτων και ατόμων για τις αντιδράσεις τους κατά τη διάρκεια της πανδημίας.

Την ίδια μέρα, η Άννα Κέλλυ, εκπρόσωπος Τύπου του Λευκού Οίκου,  επιβεβαίωσε την αλλαγή στην πλατφόρμα κοινωνικής δικτύωσης X δημοσιεύοντας έναν σύνδεσμο προς τη σελίδα covid.gov, η οποία, επί κυβέρνησης Μπάιντεν, περιελάμβανε πληροφορίες για τον τρόπο παραγγελίας εξετάσεων COVID-19, εμβολίων και θεραπείας, καθώς και πληροφορίες για τον χρόνιο COVID, τα συμπτώματα και άλλες λεπτομέρειες. Τώρα, στη σελίδα αναγράφεται με μεγάλα γράμματα η φράση «Διαρροή Εργαστηρίου» στη μέση της οποίας υπάρχει μία ολόσωμη εικόνα του Αμερικανού προέδρου. Χαμηλότερα στη σελίδα διαβάζουμε τη φράση: «Η πραγματική προέλευση του COVID-19».

Αναφέρεται επίσης το όνομα του Δρος Άντονυ Φαούτσι, πρώην συμβούλου του Λευκού Οίκου για τον ιό COVID-19, ο οποίος αποχώρησε από την κυβέρνηση το 2022, ως υπεύθυνου για την προώθηση της μελέτης που είχε δημοσιευθεί στο περιοδικό Nature με τίτλο «The Proximal Origin of SARS-CoV-2», η οποία απαξίωνε τη θεωρία της διαρροής του ιού από το κινεζικό εργαστήριο.

Στη συνέχεια, παρατίθενται σημεία του ιστορικού της πανδημίας όπως το ότι «στη Γούχαν βρίσκεται το σημαντικότερο ερευνητικό εργαστήριο SARS (σοβαρό οξύ αναπνευστικό σύνδρομο) της Κίνας, το οποίο έχει ιστορικό διεξαγωγής ερευνών GoF (έρευνες με τροποποιημένα γονίδια και υπερφόρτωση οργανισμών), με ανεπαρκή επίπεδα βιοασφάλειας».

Επίσης, το ότι οι ερευνητές του εργαστηρίου της Γούχαν ήταν άρρωστοι με συμπτώματα που έμοιαζαν με αυτά του COVID-19 στα τέλη του 2019 ή και μήνες πριν την επίσημη εμφάνιση του COVID-19 σε μια κοντινή υπαίθρια αγορά της Γούχαν. Το εργαστήριο είχε επίσης ιστορικό μη ασφαλών πρακτικών και εκτέλεσης αμφιλεγόμενων ερευνών, σύμφωνα με την ιστοσελίδα.

«Σύμφωνα με όλα σχεδόν τα μέτρα της επιστήμης, αν υπήρχαν ενδείξεις φυσικής προέλευσης, θα είχαν ήδη αναδυθεί. Αλλά κάτι τέτοιο δεν έχει συμβεί», λέει η διοίκηση για το COVID-19.

Η κυβέρνηση Τραμπ κατηγορεί ακόμη τη ΜΚΟ EcoHealth Alliance ότι χρησιμοποιούσε τις κρατικές επιχορηγήσεις για να συμμετάσχει σε έρευνες gain-of-function (GoFR) στο εργαστήριο της Γούχαν, κατά τις οποίες οι ερευνητές τροποποιούν γενετικά έναν οργανισμό για να ενισχύσουν τις βιολογικές του λειτουργίες. Το υπουργείο Υγείας και Ανθρωπίνων Υπηρεσιών απαγόρευσε αργότερα τη χρηματοδότηση της EcoHealth.

Πολλοί από τους ισχυρισμούς που ο Λευκός Οίκος κοινοποίησε τη Μ. Παρασκευή στην ιστοσελίδα είχαν ήδη δημοσιοποιηθεί από τους Ρεπουμπλικανούς στη Βουλή των Αντιπροσώπων στα τέλη του 2024. Η αναφορά τους κατέληγε στο συμπέρασμα ότι ο ιός προήλθε από ένα εργαστήριο της Γούχαν και κατηγορούσε την EcoHealth για τη διεξαγωγή έρευνας GoF.  Σύνδεσμος για την εν λόγω αναφορά περιλαμβάνεται στη νέα σελίδα του Λευκού Οίκου.

Η Epoch Times επικοινώνησε χθες τόσο με την EcoHealth όσο και με τον Φάουτσι, ο οποίος δεν έχει εκδώσει δήλωση, για σχόλια.

H EcoHealth έχει ήδη αρνηθεί ότι συμμετείχε με τη χρηματοδότηση που λάμβανε σε έρευνες GoF στη Γούχαν και έχει δηλώσει ότι πιστεύει ότι ο COVID-19 έχει φυσική προέλευση και όχι εργαστηριακή.

«Η έρευνα για τον κορονοϊό της νυχτερίδας που διεξήχθη από την EcoHealth Alliance και το Ινστιτούτο Ιολογίας της Wuhan δεν θα μπορούσε να έχει εκκινήσει την πανδημία», ανέφερε η εταιρεία σε δήλωση του Ιουνίου 2024. Αργότερα, επέκρινε την αναφορά των Ρεπουμπλικανών στη Βουλής των Αντιπροσώπων σχετικά με την προέλευση του COVID-19, χαρακτηρίζοντας τους ισχυρισμούς τους ως πολιτικά υποκινούμενους.

Τον Ιούνιο του 2024, ο Φάουτσι δήλωσε σε επιτροπή της Βουλής των Αντιπροσώπων ότι ποτέ δεν κατέστειλε τη θεωρία ότι ο ιός προέκυψε από το κινεζικό εργαστήριο ούτε επηρέασε την έρευνα σχετικά με την προέλευσή του.

«Ήμουν πάρα πολύ ξεκάθαρος, και το είπα πολλές φορές, ότι δεν νομίζω ότι η ιδέα μιας εργαστηριακής [διαρροής] είναι εγγενώς μια θεωρία συνωμοσίας», είπε στο πάνελ. «Αυτό που είναι συνωμοσία είναι το είδος των διαστρεβλώσεων του συγκεκριμένου θέματος, σαν να επρόκειτο για διαρροή από εργαστήριο και να με πέταξαν […] στη CIA για να τους πω ότι δεν θα έπρεπε να μιλούν για διαρροή από εργαστήριο.»

Ο Λευκός Οίκος επικρίνει επίσης τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας (ΠΟΥ) για «παταγώδη αποτυχία», όπως λέει, στην αντιμετώπιση του COVID-19, επειδή ο οργανισμός υγείας που υποστηρίζεται από τα Ηνωμένα Έθνη «υπέκυψε στις πιέσεις του Κομμουνιστικού Κόμματος Κίνας και έθεσε τα πολιτικά συμφέροντα της Κίνας πάνω από τα διεθνή του καθήκοντα». Στην αρχή του έτους, ο Τραμπ υπέγραψε διαταγή για την απομάκρυνση των Ηνωμένων Πολιτειών από τον ΠΟΥ και τερμάτισε τις συζητήσεις με τον οργανισμό για τη σύνταξη μιας συνθήκης για την πανδημία.

Το 2021, ο ΠΟΥ είχε δηλώσει ότι είναι «εξαιρετικά απίθανο» ο ιός να μεταδόθηκε από το εργαστήριο στους πολίτες της Γούχαν πυροδοτώντας την πανδημία. Ο υγειονομικός οργανισμός του ΟΗΕ δημοσίευσε έκθεση ένα χρόνο αργότερα, σημειώνοντας ότι υπάρχει έρεισμα για βαθύτερη διερεύνηση της θεωρίας.

Η ομάδα εμπειρογνωμόνων του ΠΟΥ ανέφερε σε έκθεση του Ιουνίου του 2022 ότι εξακολουθούν να λείπουν «βασικά στοιχεία» για να εξηγηθεί πώς ξεκίνησε η πανδημία και ότι η ομάδα «θα παραμείνει ανοικτή σε όλα τα επιστημονικά στοιχεία που θα γίνουν διαθέσιμα στο μέλλον, ώστε να καταστεί δυνατή η ολοκληρωμένη εξέταση όλων των λογικών υποθέσεων».

Οι αξιωματούχοι των αμερικανικών μυστικών υπηρεσιών δημοσίευσαν πολλαπλές εκτιμήσεις κατά τη διάρκεια των ετών λέγοντας ότι οι αμερικανικές υπηρεσίες κατασκοπείας παραμένουν διχασμένες σχετικά με το πώς ξεκίνησε η πανδημία, συμπεριλαμβανομένου του κατά πόσον προήλθε από εργαστήριο ή προέκυψε με φυσικό τρόπο. Στις 26 Ιανουαρίου, η CIA  δήλωσε στα μέσα ενημέρωσης ότι μια πρόσφατη ανασκόπηση σχετικά με την προέλευση του COVID-19 δείχνει ότι η θεωρία της διαρροής από το εργαστήριο είναι «πιο πιθανή από τη φυσική προέλευση», αν και δήλωσε ότι έχει «λίγη εμπιστοσύνη» σε αυτή την εκτίμηση.

Οι μέθοδοι που επιστρατεύθηκαν παγκοσμίως για την αντιμετώπιση της πανδημίας, όπως η διατήρηση απόστασης δύο μέτρων μεταξύ των ανθρώπων, η απαγόρευση κυκλοφορίας και η υποχρεωτική χρήση μάσκας, επικρίνονται επίσης από την κυβέρνηση Τραμπ, η οποία σημειώνει ότι το μέτρο της απόστασης των δύο μέτρων ήταν «αυθαίρετο» και επικαλείται δηλώσεις του Φάουτσι ότι η οδηγία «κατά κάποιο τρόπο απλά εμφανίστηκε».

«Δεν υπήρχαν επαρκή στοιχεία ότι οι μάσκες προστάτευαν αποτελεσματικά [τον κόσμο] από τον COVID-19. Οι αξιωματούχοι της δημόσιας υγείας έλεγαν μία το ένα και μία το άλλο, χωρίς να παρέχουν στους Αμερικανούς επιστημονικά δεδομένα – προκαλώντας μια μαζική αύξηση της δυσπιστίας του κοινού», αναφέρει ο Λευκός Οίκος στην ιστοσελίδα του.

Όσον αφορά την απαγόρευση κυκλοφορίας και τα ‘λουκέτα’ που ξεκίνησαν το 2020, προκάλεσαν σημαντική ζημιά στην αμερικανική οικονομία και στην υγεία των Αμερικανών, ιδίως των παιδιών, επισημαίνει ο Λευκός Οίκος.

Με πληροφορίες από το Associated Press 

Ο Τραμπ ζητά εξηγήσεις για τις απόπειρες δολοφονίας

Ο πρόεδρος των ΗΠΑ Ντόναλντ Τραμπ είπε σε συνέντευξή του την Τετάρτη ότι θέλει περισσότερες πληροφορίες για τις δύο απόπειρες δολοφονίας εναντίον του πέρυσι — η μία στη Φλόριντα και η άλλη στην Πενσυλβάνια.

Σε συνέντευξή του στο Fox News, ο Τραμπ είπε ότι του είπαν αξιωματούχοι ότι οι απόπειρες κατά της ζωής του —σε μια προεκλογική εκδήλωση στο Μπάτλερ της Πενσυλβάνια, τον Ιούλιο και στο γήπεδο του γκολφ στο West Palm Beach της Φλόριντα, τον Σεπτέμβριο— έγιναν από «τρελούς».

Όταν ρωτήθηκε αν πιστεύει αυτόν τον ισχυρισμό, είπε: «Δεν ξέρω … Δεν ξέρω τι να πιστέψω».

Οι ομοσπονδιακοί εισαγγελείς και αξιωματούχοι της Μυστικής Υπηρεσίας είπαν ότι ο ύποπτος από τη Φλόριντα, Ράιαν Γουέσλι Ρουθ, παρέμεινε κοντά στο Διεθνές Γήπεδο Γκολφ Τραμπ για περίπου 12 ώρες προτού τον εντοπίσουν να στρέφει μια κάννη όπλου μέσα από θάμνους σε έναν περιμετρικό φράκτη καθώς ο Τραμπ έπαιζε γκολφ.

Ένας πράκτορας της Μυστικής Υπηρεσίας άνοιξε πυρ, αναγκάζοντας τον Ρουθ να φύγει από τη σκηνή με ένα όχημα. Συνελήφθη ώρες αργότερα ενώ ταξίδευε με προορισμό βορρά σε άλλη κομητεία της Φλόριντα.

Ο Τραμπ σημείωσε ότι ο Ρουθ είχε πολλά τηλέφωνα όταν συνελήφθη.

«Δεν μου έχει εξηγηθεί τέλεια από τη Μυστική Υπηρεσία ή το FBI», είπε ο πρόεδρος για εκείνη την απόπειρα δολοφονίας. «Έχουμε κάποιον, δύο καλούς ανθρώπους που το τρέχουν και θα ήθελα να ακούσω την εξήγηση. Ακόμα κι αν δεν κυκλοφορήσει στο κοινό, θα πρέπει να μου επιτραπεί να την ακούσω και μπορεί κάλλιστα να την δημοσιεύσω».

Οι εισαγγελείς ανέφεραν στα δικαστικά έγγραφα ότι αξιωματούχοι ερεύνησαν 18 τηλεφωνικές συσκευές, 17 από τις οποίες ανήκαν στον ύποπτο. Είπαν επίσης ότι ο Ρουθ είχε αφήσει πίσω του υλικό με έναν γνωστό του που έλεγε ότι ήθελε να δολοφονήσει τον Τραμπ, ειδικά για την απόφαση του προέδρου κατά την πρώτη του θητεία να κατευθύνει τις Ηνωμένες Πολιτείες να εγκαταλείψουν μια πυρηνική συμφωνία της εποχής Ομπάμα με το Ιράν.

Οι λογαριασμοί των μέσων κοινωνικής δικτύωσης που σχετίζονται με τον Ρουθ ανέφεραν επίσης ότι είναι ένθερμος υποστηρικτής της Ουκρανίας στον συνεχιζόμενο πόλεμο με τη Ρωσία. Δημοσίευσε βίντεο από το Κίεβο που δείχνει τον εαυτό του σε διαδηλώσεις. Άλλες μαρτυρίες έδειχναν ότι προσπαθούσε να στρατολογήσει ανθρώπους για να πολεμήσουν στην Ουκρανία.

Ο Ρουθ βρίσκεται επί του παρόντος στη φυλακή με ομοσπονδιακές κατηγορίες για απόπειρα δολοφονίας ενός σημαντικού προεδρικού υποψηφίου, κατοχή πυροβόλου όπλου για την προώθηση εγκλήματος βίας, επίθεση σε ομοσπονδιακό αξιωματικό, παρανομία στην κατοχή πυροβόλου όπλου και πυρομαχικών και κατοχή πυροβόλου όπλου με σβησμένο αύξοντα αριθμό.

Αναμένεται ενώπιον του δικαστηρίου για τις ομοσπονδιακές κατηγορίες τον Σεπτέμβριο. Η καθυστέρηση μεταξύ της σύλληψής του και της επόμενης ημερομηνίας του δικαστηρίου χορηγήθηκε για να δώσει στους δικηγόρους του χρόνο να ελέγξουν εκατοντάδες ώρες βίντεο από κάμερες σώματος των αστυνομικών και κάμερες παρακολούθησης και να εξετάσουν υλικό από τα 17 κινητά τηλέφωνα και άλλες ηλεκτρονικές συσκευές του Ρουθ.

Εάν καταδικαστεί για την κατηγορία της απόπειρας δολοφονίας, ο Ρουθ μπορεί να καταδικαστεί σε ισόβια κάθειρξη.

Στην απόπειρα δολοφονίας στο Μπάτλερ, οι αξιωματούχοι αναγνώρισαν αργότερα τον Τόμας Μάθιου Κρουκς, 20 ετών, ως ύποπτο που πυροβόλησε πολλές φορές σε μια πολιτική συγκέντρωση από τη θέση του σε μια κοντινή ταράτσα. Ένας από τους πυροβολισμούς χτύπησε το αυτί του Τραμπ και ένας άνδρας της κομητείας Μπάτλερ σκοτώθηκε και δύο τραυματίστηκαν, προτού ο Κρουκς πυροβοληθεί και σκοτωθεί από τις αρχές επιβολής του νόμου.

Η Epoch Times επικοινώνησρ με το FBI για σχόλια.

Ο ΠΟΥ ανακοινώνει «συμφωνία για τις πανδημίες», πέντε χρόνια μετά τον COVID-19

Ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας (ΠΟΥ) ανακοίνωσε στις 15 Απριλίου ότι τα κράτη-μέλη του κατέληξαν σε μια «συμφωνία για τις πανδημίες», πέντε χρόνια μετά το ξέσπασμα της πανδημίας COVID-19, με στόχο την καλύτερη προετοιμασία και προστασία της διεθνούς κοινότητας από μελλοντικές υγειονομικές κρίσεις.

«Έπειτα από τρία χρόνια έντονων και απαιτητικών διαπραγματεύσεων, τα κράτη-μέλη πραγματοποίησαν ένα σημαντικό βήμα για να διασφαλίσουν έναν πιο ασφαλή κόσμο απέναντι στις πανδημίες», ανέφερε σε ανακοίνωσή του ο διεθνής οργανισμός υγείας των Ηνωμένων Εθνών.

Ο Γενικός Διευθυντής του ΠΟΥ, Τέντρος Αντχανόμ Γκεμπρεγέσους, χαιρέτισε την εξέλιξη αυτή και δήλωσε ότι η συμφωνία θα καταστήσει τον κόσμο «ασφαλέστερο», αποδεικνύοντας παράλληλα ότι «η πολυμερής συνεργασία είναι ζωντανή και συνεχίζει να αποδίδει καρπούς ακόμη και σε έναν διχασμένο κόσμο, όπου τα κράτη μπορούν ακόμη να βρίσκουν κοινό έδαφος».

Ένα από τα βασικά σημεία του σχεδίου συμφωνίας είναι η πρόβλεψη που διασφαλίζει ότι χώρες που μοιράζονται κρίσιμα δείγματα ιών θα λαμβάνουν αντίστοιχα πρόσβαση σε διαγνωστικά τεστ, φάρμακα και εμβόλια τα οποία θα αναπτυχθούν από αυτά τα δείγματα. Ο ΠΟΥ θα κρατά ένα 20% αυτών των προϊόντων, ώστε να εξασφαλίζεται η διάθεσή τους σε πιο φτωχές χώρες.

Οι διαπραγματεύσεις γύρω από τη συγκεκριμένη διάταξη αναμένεται να συνεχιστούν και μετά την αποδοχή της συμφωνίας από τα κράτη-μέλη, που αναμένεται επίσημα τον Μάιο.

Ήδη σήμερα οι χώρες δεσμεύονται νομικά από τους Διεθνείς Υγειονομικούς Κανονισμούς να αναφέρουν άμεσα νέες απειλητικές επιδημίες. Ωστόσο, στο παρελθόν οι κανονισμοί αυτοί παραβιάστηκαν επανειλημμένα, τόσο από ορισμένα αφρικανικά κράτη κατά τη διάρκεια της επιδημίας Έμπολα όσο και από το κινεζικό κομμουνιστικό καθεστώς στα πρώτα στάδια της πανδημίας COVID-19 στα τέλη του 2019 και τις αρχές του 2020.

Η Αν Κλερ Αμπρού, μία εκ των επικεφαλής του Διακυβερνητικού Διαπραγματευτικού Οργάνου που δημιουργήθηκε από τα κράτη-μέλη του ΠΟΥ το 2021, υπογράμμισε ότι η νέα συμφωνία αποτελεί «ένα σημαντικό βήμα προς την προστασία των πληθυσμών», με μια αντίδραση στις πανδημίες που θα είναι «πιο γρήγορη, αποτελεσματική και δίκαιη», ενισχύοντας «την ισότητα και την παγκόσμια ασφάλεια».

Σύμφωνα με το σχέδιο, τα κράτη διατηρούν πλήρη κυριαρχία στη διαχείριση ζητημάτων δημόσιας υγείας εντός των συνόρων τους.

«Τίποτα στην προτεινόμενη συμφωνία δεν μπορεί να ερμηνευτεί ως χορήγηση εξουσίας στον ΠΟΥ να διατάσσει, να αλλάζει ή να επιβάλλει την εθνική νομοθεσία ή πολιτική, ούτε να υποχρεώνει τα κράτη να λαμβάνουν συγκεκριμένα μέτρα, όπως η απαγόρευση ταξιδιών, οι υποχρεωτικοί εμβολιασμοί, θεραπείες, διαγνωστικές εξετάσεις ή lockdown», διευκρινίζεται στην ανακοίνωση του Οργανισμού.

Από τις διαπραγματεύσεις απείχαν οι ΗΠΑ, μετά την απόφαση του προέδρου Ντόναλντ Τραμπ να ξεκινήσει τον περασμένο Ιανουάριο τη διαδικασία απόσυρσης της χώρας από τον ΠΟΥ. Ο Τραμπ, μέσω εκτελεστικού διατάγματος, κατηγόρησε τον ΠΟΥ για «αδυναμία διαχείρισης της πανδημίας που ξεκίνησε στη Γουχάν της Κίνας και άλλων υγειονομικών κρίσεων», καθώς και για έλλειψη μεταρρυθμίσεων και «ανάρμοστη πολιτική επιρροή» του Πεκίνου.

Στο ίδιο διάταγμα, ο Τραμπ έδωσε οδηγίες στον υπουργό Εξωτερικών Μάρκο Ρούμπιο να «σταματήσει τις διαπραγματεύσεις για τη συγκεκριμένη συμφωνία καθώς και για τις τροποποιήσεις στους Διεθνείς Υγειονομικούς Κανονισμούς». Τόνισε επίσης ότι «ενέργειες που απορρέουν από αυτές τις συμφωνίες δεν θα δεσμεύουν τις ΗΠΑ».

Παράλληλα, απαγορεύθηκε σε ομοσπονδιακούς αξιωματούχους υγείας να συμμετέχουν σε συνομιλίες με τον ΠΟΥ. Σημειώνεται ότι κατά τη διάρκεια της πανδημίας COVID-19 οι ΗΠΑ ανέπτυξαν ορισμένα από τα πιο ευρέως χρησιμοποιούμενα εμβόλια.

Λίγες εβδομάδες μετά την ανακοίνωση Τραμπ, ο πρόεδρο της Αργεντινής Χαβιέρ Μιλέι ανακοίνωσε επίσης την αποχώρηση της χώρας του από τον ΠΟΥ, χαρακτηρίζοντάς τον ως «επιβλαβή οργανισμό» και ως τον εκτελεστικό βραχίονα «του μεγαλύτερου πειράματος κοινωνικού ελέγχου στην ιστορία», αναφερόμενος στα μέτρα αντιμετώπισης της COVID-19.

Με την συμβολή του Associated Press.

Τελεσίγραφο των Δημοκρατικών προς τον Έλον Μασκ: «Αποχωρήστε από την Kυβέρνηση μετά τις 130 ημέρες»

Περισσότεροι από 70 Δημοκρατικοί μέλη της Βουλής των Αντιπροσώπων έστειλαν επιστολή στην κυβέρνηση Τραμπ την Τετάρτη ζητώντας διαβεβαίωση ότι ο ειδικός σύμβουλος Έλον Μασκ θα αποχωρήσει από την ομοσπονδιακή κυβέρνηση μετά τη συμπλήρωση των 130 ημερών της θητείας του.

Ο Έλον Μασκ, δισεκατομμυριούχος επιχειρηματίας στον τομέα της τεχνολογίας και επικεφαλής του Τμήματος Κυβερνητικής Αποδοτικότητας (DOGE), υπηρετεί ως ειδικός κυβερνητικός υπάλληλος, κάτι που σημαίνει ότι βάσει κανονισμών πρέπει να αποχωρήσει μέσα σε αυτό το χρονικό διάστημα.

Στην επιστολή τους προς τον Λευκό Οίκο, οι Δημοκρατικοί με επικεφαλής τον βουλευτή Γκρεγκ Κασάρ, υποστηρίζουν ότι μετά την αποχώρησή του από τη θέση αυτή, «ο Μασκ δεν θα έχει το δικαίωμα να επιστρέψει στην ομοσπονδιακή κυβέρνηση φέτος, εάν δεν αποεπενδύσει πρώτα από όλες τις επιχειρήσεις του, συμπεριλαμβανομένων της Tesla και της SpaceX».

Οι βουλευτές τονίζουν ότι με την ιδιότητα του ειδικού κυβερνητικού υπαλλήλου ο Έλον Μασκ «είναι υποχρεωμένος να εγκαταλείψει τη θέση του μέχρι τις 30 Μαΐου».

«Ζητάμε από την κυβέρνησή σας μια άμεση δημόσια δήλωση που να ξεκαθαρίζει ότι ο κ. Μασκ θα παραιτηθεί και θα παραδώσει κάθε αρμοδιότητα λήψης αποφάσεων», αναφέρει χαρακτηριστικά η επιστολή.

Παρότι απαιτούν τη δημόσια δέσμευση της κυβέρνησης, οι Δημοκρατικοί μέχρι στιγμής δεν έχουν παρουσιάσει κάποια πρόθεση να κινηθούν νομικά ή πολιτικά κατά της κυβέρνησης ή του ίδιου του Μασκ, αν δεν τηρηθεί αυτή η προθεσμία.

Η κυβέρνηση Τραμπ δεν έχει απαντήσει ακόμη επίσημα στην επιστολή των Δημοκρατικών.

Δημοσιογράφοι της Epoch Times επιχείρησαν να επικοινωνήσουν με τον Λευκό Οίκο για κάποιο σχόλιο την Πέμπτη, ωστόσο μέχρι τη στιγμή της δημοσίευσης δεν υπήρξε κάποια απάντηση.

Νωρίτερα αυτόν τον μήνα, ο Πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ είχε αναφέρει σε δηλώσεις του προς δημοσιογράφους ότι ο Μασκ θα αποχωρήσει «σε λίγους μήνες», σημειώνοντας χαρακτηριστικά πως «έρχεται η στιγμή που θα πρέπει να φύγει».

Από την πλευρά του, ο αντιπρόεδρος Τζ. Ντ. Βανς δήλωσε στο δίκτυο Fox News ότι ο Μασκ θα εξακολουθήσει να συμβουλεύει ανεπίσημα την κυβέρνηση, ακόμα και μετά την αποχώρησή του.

«Το DOGE έχει πολύ δρόμο ακόμη μπροστά του και αυτό θα συνεχιστεί και μετά την αποχώρηση του Έλον», δήλωσε ο Βανς στις 3 Απριλίου, προσθέτοντας: «Σε κάθε περίπτωση, ο Έλον θα παραμείνει ένας πολύτιμος φίλος και σύμβουλος τόσο για εμένα όσο και για τον Πρόεδρο».

Σε πρόσφατες δηλώσεις σε εκδήλωση στο Ουισκόνσιν, ο Μασκ παραδέχθηκε ότι η ανάμειξή του στην κυβέρνηση Τραμπ έχει επηρεάσει αρνητικά την τιμή της μετοχής της Tesla, ενώ παράλληλα ανέφερε πως οι επιθέσεις και οι διαμαρτυρίες εναντίον ακινήτων και αυτοκινήτων της εταιρείας ίσως να έχουν συμβάλει στη μείωση αυτή.

Έως την Πέμπτη, η μετοχή της Tesla είχε υποχωρήσει περισσότερο από 36% από την αρχή του 2025, ωστόσο σημείωνε άνοδο 41% σε σχέση με το προηγούμενο έτος.

Παράλληλα, ο Μασκ δήλωσε τον Μάρτιο στον Μπρετ Μπάιερ του Fox News, ότι το DOGE παραμένει επικεντρωμένο στον στόχο του και σημειώνει σημαντική πρόοδο κόστους. «Πιστεύω ότι μέχρι τη λήξη της θητείας μου θα έχουμε επιτύχει το μεγαλύτερο μέρος της απαιτούμενης δουλειάς για τη μείωση του ελλείμματος κατά ένα τρισεκατομμύριο δολάρια», ανέφερε χαρακτηριστικά.

Ο Λευκός Οίκος δεν έχει δηλώσει σαφώς πότε ακριβώς θα διακοπεί η λειτουργία του DOGE, το οποίο είχε εξαρχής προσωρινό χαρακτήρα και προοριζόταν να λειτουργήσει μέχρι τις 4 Ιουλίου 2026.

Αρχικά, το DOGE είχε δημιουργηθεί ως ανεξάρτητη συμβουλευτική επιτροπή, με συν-επικεφαλής τον Μασκ και τον επιχειρηματία στον τομέα της βιοτεχνολογίας, Βιβέκ Ραμασγουάμι, ο οποίος αποχώρησε, προκειμένου να θέσει υποψηφιότητα ως κυβερνήτης του Οχάιο. Έτσι, η επιτροπή εντάχθηκε στον κυβερνητικό μηχανισμό.

Παρά τα εμπόδια που αντιμετώπισε στις δικαστικές αίθουσες, πρόσφατη απόφαση του Εφετείου των ΗΠΑ για την 4η Περιφέρεια επέτρεψε στο DOGE να αποκτήσει πρόσβαση σε αρχεία του Υπουργείου Παιδείας και του Γραφείου Διοίκησης Προσωπικού, ανατρέποντας προηγούμενη απόφαση κατώτερου δικαστηρίου που είχε εκδοθεί ύστερα από προσφυγή συνδικαλιστικών οργανώσεων.

Με την συμβολή του Associated Press.

Η επικεφαλής της αμερικανικής κατασκοπείας συγκροτεί ομάδα για εσωτερική έρευνα

Η διευθύντρια της Εθνικής Υπηρεσίας Πληροφοριών των Ηνωμένων Πολιτειών, Τούλσι Γκάμπαρντ, ανακοίνωσε στις 8 Απριλίου τη συγκρότηση ειδικής ομάδας εργασίας με σκοπό τη μείωση των δαπανών και την εξάλειψη της «εργαλειοποίησης» του κρατικού μηχανισμού.

Σύμφωνα με την ανακοίνωσή της, η εν λόγω ομάδα στοχεύει στην «αποκατάσταση της εμπιστοσύνης προς την Κοινότητα των Μυστικών Υπηρεσιών» και στην ευθυγράμμιση με τα προεδρικά διατάγματα του προέδρου Ντόναλντ Τραμπ.

Η Γκάμπαρντ δήλωσε ότι ήδη εντοπίζονται σπατάλες σε πραγματικό χρόνο, απλοποιούνται ξεπερασμένες διαδικασίες, εξετάζονται έγγραφα προς αποχαρακτηρισμό και υλοποιούνται συνεχιζόμενες προσπάθειες για την αντιμετώπιση καταχρήσεων εξουσίας και πολιτικοποίησης.

Όπως διευκρινίστηκε, αρκετές από τις ενέργειες αυτές εντάσσονται στα προεδρικά διατάγματα που ίδρυσαν το Υπουργείο Αποδοτικότητας της Διακυβέρνησης (Department of Government Efficiency-DOGE) — έναν οργανισμό περιορισμού κόστους, που συνδέεται με τον ανώτατο σύμβουλο του Τραμπ, Έλον Μασκ. Η Υπηρεσία της Διευθύντριας Εθνικών Πληροφοριών δεν παρείχε περαιτέρω λεπτομέρειες, ωστόσο ανέφερε ότι εξετάζονται ενεργά περιπτώσεις σπατάλης, αναποτελεσματικότητας και διοικητικής υπερφόρτωσης.

Η ίδια υπηρεσία γνωστοποίησε πως αξιολογούνται έγγραφα προς αποχαρακτηρισμό, μεταξύ των οποίων περιλαμβάνονται πληροφορίες για την προέλευση της COVID-19, για τα αποκαλούμενα «ανώμαλα περιστατικά υγείας», για την έρευνα «Crossfire Hurricane» του FBI σχετικά με τους ισχυρισμούς περί συμπαιγνίας του Τραμπ με τη Ρωσία το 2016, καθώς και για τις «δράσεις εσωτερικής παρακολούθησης και λογοκρισίας» της κυβέρνησης Μπάιντεν.

Ο όρος «ανώμαλα περιστατικά υγείας» αναφέρεται στο αποκαλούμενο «σύνδρομο της Αβάνας» — μια σειρά ανεξήγητων και αιφνίδιων συμπτωμάτων όπως ζάλη, πόνος και γνωστικές δυσκολίες, που αναφέρθηκαν από υπαλλήλους της αμερικανικής κυβέρνησης ήδη από το 2016.

Η έρευνα «Crossfire Hurricane» είχε προκαλέσει αντιδράσεις στους κόλπους των Ρεπουμπλικανών, οι οποίοι υποστήριξαν ότι βασίστηκε σε ψευδείς πληροφορίες για να εκδοθεί ένταλμα παρακολούθησης του πρώην συμβούλου της εκστρατείας Τραμπ, Κάρτερ Πέιτζ.

Ο πρώην πρόεδρος Τραμπ έχει επανειλημμένα καταγγείλει την έρευνα του FBI, χαρακτηρίζοντάς την μέρος μιας διαρκούς εκστρατείας σπίλωσης με στόχο τη βλάβη της προεδρίας και της εκστρατείας επανεκλογής του. Η έρευνα του πρώην ειδικού εισαγγελέα Ρόμπερτ Μάλερ διαπίστωσε ότι η Ρωσία παρενέβη στις εκλογές του 2016, χωρίς ωστόσο να εντοπίσει αποδείξεις ότι ο Τραμπ ή η εκστρατεία του συνεργάστηκαν με το Κρεμλίνο.

Η ανακοίνωση ανέφερε επίσης ότι η ομάδα της Γκάμπαρντ θα επιδιώξει να αντιμετωπίσει την εδραιωμένη πολιτικοποίηση στον χώρο των πληροφοριών και να αποκαλύψει «μη εξουσιοδοτημένες αποκαλύψεις διαβαθμισμένων πληροφοριών».

Μεταξύ των ενεργειών που εξετάζονται είναι και η ανάκληση των διαπιστεύσεων ασφαλείας σε άτομα που «δεν έχουν πλέον ενεργό ρόλο στην εθνική ασφάλεια», μεταξύ των οποίων κατονομάζονται η πρώην βουλευτής Λιζ Τσένεϊ (R-Wyo.), η πρώην Υπουργός Εξωτερικών Χίλαρι Κλίντον και ο πρώην πρόεδρος Τζο Μπάιντεν.

Άλλες δράσεις περιλαμβάνουν τον αποχαρακτηρισμό υλικού που αφορά τις δολοφονίες των Τζ. Φ. Κέννεντυ, Μάρτιν Λούθερ Κινγκ Τζ. και Ρ. Φ. Κέννεντυ. Τον Μάρτιο, η κυβέρνηση Τραμπ αποχαρακτήρισε έγγραφα σχετικά με τη δολοφονία Κέννεντυ το 1963, σε εφαρμογή εκτελεστικού διατάγματος που είχε εκδοθεί με την έναρξη της θητείας του προέδρου, τον Ιανουάριο.

Η Γκάμπαρντ ανέφερε στην ανακοίνωση ότι «ο πρόεδρος Τραμπ υποσχέθηκε στον αμερικανικό λαό τη μέγιστη διαφάνεια και λογοδοσία», προσθέτοντας πως η Υπηρεσία είναι αποφασισμένη να υλοποιήσει το όραμα του προέδρου και να επικεντρώσει την Κοινότητα Πληροφοριών στην αποστολή της.

Η Τούλσι Γκάμπαρντ, πρώην βουλευτής των Δημοκρατικών από τη Χαβάη, είχε εγκριθεί από τη Γερουσία τον Φεβρουάριο με ψήφους 52 υπέρ και 48 κατά — με τον γερουσιαστή Μιτς Μακόνελ (R-Ky.) να είναι ο μόνος Ρεπουμπλικανός που καταψήφισε τον διορισμό της.

Κατά την πρώτη της ακρόαση στο Κογκρέσο μετά την ανάληψη των καθηκόντων της, η Γκάμπαρντ ρωτήθηκε σχετικά με μια ομάδα συνομιλιών στην εφαρμογή Signal, στην οποία συμμετείχαν μέλη του Λευκού Οίκου του Τραμπ και ανταλλάχθηκαν μηνύματα για επιθέσεις στην Υεμένη. Η ίδια απάντησε ότι δεν είχε διαβιβάσει διαβαθμισμένες πληροφορίες εκτός των επίσημων διαύλων.

Ο Τραμπ ανακοινώνει τρίμηνη παύση των αμοιβαίων δασμών, αλλά εκτοξεύει τους δασμούς κατά της Κίνας

Ο πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ ανακοίνωσε την Τετάρτη ότι αποφάσισε να αναστείλει για 90 ημέρες τους αντισταθμιστικούς δασμούς που είχαν μόλις τεθεί σε ισχύ, πολλαπλασιάζοντας παράλληλα τους δασμούς στις εισαγωγές προϊόντων από την Κίνα.

Σε ανακοίνωσή του στην πλατφόρμα Truth Social, ο Τραμπ δήλωσε ότι ενέκρινε μια παύση 90 ημερών, κατά τη διάρκεια της οποίας τα αντίμετρα θα βρίσκονται στο ποσοστό του 10%, με άμεση ισχύ».

Ο πρόεδρος ανέφερε ότι οδηγήθηκε σε αυτήν την απόφαση επειδή περισσότερες από 75 χώρες έχουν ήδη επικοινωνήσει με αξιωματούχους του Λευκού Οίκου για να «διαπραγματευτούν λύσεις» για τους νέους δασμούς.

Οι συγκεκριμένες χώρες, όπως ανέφερε, «δεν έχουν σε καμία περίπτωση προβεί σε αντίποινα οποιασδήποτε μορφής έναντι των Ηνωμένων Πολιτειών».

Την ίδια στιγμή, ο Τραμπ ανακοίνωσε ότι η Κίνα θα αντιμετωπίσει δασμό ύψους 125%, λίγες μόνο ώρες αφότου το Πεκίνο είχε ανακοινώσει την αύξηση των δασμών στις εισαγωγές αμερικανικών προϊόντων.

Στην ανάρτησή του, ο Αμερικανός πρόεδρος επέκρινε δριμύτατα το κινεζικό καθεστώς, κατηγορώντας το για «έλλειψη σεβασμού προς τον κόσμο και προς τις Ηνωμένες Πολιτείες» ως προς τον τρόπο που διαχειρίζεται τον τομέα του διεθνούς εμπορίου.

«Κάποια στιγμή, ελπίζω στο άμεσο μέλλον, η Κίνα πρέπει να συνειδητοποιήσει ότι οι μέρες που εκμεταλλευόταν τις Ηνωμένες Πολιτείες και άλλες χώρες οικονομικά έχουν παρέλθει και αυτό δεν είναι πλέον ούτε βιώσιμο ούτε αποδεκτό», σημείωσε χαρακτηριστικά.

Με βάση την ανακοίνωσή του στο Truth Social, ο Τραμπ δεν διευκρίνισε εάν θα ανασταλεί και ο ελάχιστος βασικός δασμός 10%, που τέθηκε σε ισχύ το περασμένο σαββατοκύριακο.

Λίγα λεπτά μετά την ανακοίνωση του προέδρου, η εκπρόσωπος τύπου του Λευκού Οίκου, Καρολίν Λίβιτ, δήλωσε ενώπιον των δημοσιογράφων ότι το επίπεδο των δασμών θα επανέλθει σε «ενιαίο ποσοστό 10%» για όλες τις χώρες, πλην της Κίνας.

Υπενθυμίζεται ότι την περασμένη εβδομάδα ο πρόεδρος Τραμπ είχε ανακοινώσει την επιβολή βασικού δασμού 10% σε σχεδόν κάθε χώρα, με υψηλότερα ποσοστά που θα αφορούσαν μεγάλους εμπορικούς εταίρους των ΗΠΑ, όπως την Κίνα. Η απάντηση του Πεκίνου την Τετάρτη με υψηλότερους δασμούς στις αμερικανικές εισαγωγές οδήγησε στον νέο δασμό ύψους 125% που ανακοίνωσε ο Τραμπ.

Ο υπουργός Εμπορίου Χάουαρντ Λάτνικ σημείωσε επίσης την Τετάρτη ότι συναντήθηκε με τον υπουργό Οικονομικών Σκοτ Μπέσσεντ και τον ίδιο τον πρόεδρο Τραμπ ακριβώς την ώρα της ανακοίνωσης στο Truth Social.

«Ο κόσμος είναι έτοιμος να συνεργαστεί με τον πρόεδρο Τραμπ για να επιλυθούν τα ζητήματα του διεθνούς εμπορίου· αντίθετα, η Κίνα έχει επιλέξει διαφορετική κατεύθυνση», σχολίασε ο Λάτνικ στην πλατφόρμα κοινωνικών δικτύων X.

Σε δηλώσεις του έξω από τον Λευκό Οίκο, ο υπουργός Οικονομικών υπογράμμισε ότι ο Τραμπ «είχε το σθένος να επιμείνει μέχρι αυτή τη στιγμή», προσθέτοντας πως η κυβέρνηση έχει ξεκαθαρίσει ότι «οι χώρες που δεν θα προβούν σε αντίποινα, θα ανταμειφθούν, οπότε είμαστε έτοιμοι να ακούσουμε κάθε χώρα που θέλει να διαπραγματευτεί μαζί μας».

Νωρίτερα την ίδια ημέρα, ο Μπέσσεντ, κατά τη διάρκεια τραπεζικής διάσκεψης, προειδοποίησε τις χώρες που επιχειρούν να συσφίξουν τους εμπορικούς τους δεσμούς με την Κίνα πως ενδέχεται «να αντιμετωπίσουν συνέπειες».

Η ανακοίνωση της προσωρινής αναστολής των νέων δασμών από τον πρόεδρο Τραμπ έγινε δεκτή με ενθουσιασμό στις χρηματοπιστωτικές αγορές, με τον Dow Jones να εκτινάσσεται σχεδόν 2.000 μονάδες (5,7%), τον Nasdaq να καταγράφει άλμα 8,7% και τον S&P 500 να σημειώνει άνοδο 6,8% μέχρι τις 13:45 (ώρα Ανατολικής Ακτής).

Από την αρχική ανακοίνωση του νέου δασμολογικού του σχεδίου τη 2α Απριλίου, οι τρεις κύριοι χρηματιστηριακοί δείκτες των ΗΠΑ είχαν καταγράψει σημαντικές απώλειες, με την αστάθεια στις αγορές να επιτείνεται και τους οικονομολόγους και τραπεζίτες να εφιστούν την προσοχή.

Τραμπ προς επιχειρήσεις: «Μετακομίστε στις ΗΠΑ για να αποφύγετε τους δασμούς»

Την πρόταση οι εταιρείες να μεταφέρουν τις δραστηριότητές τους στις Ηνωμένες Πολιτείες προέβαλε ο πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ την Τετάρτη, χαρακτηρίζοντας αυτή τη στρατηγική ως τον καλύτερο τρόπο αντιμετώπισης των αυξημένων δασμών που ανακοίνωσε πρόσφατα η κυβέρνησή του και οι οποίοι τέθηκαν ήδη σε ισχύ νωρίτερα μέσα στη μέρα.

«Τώρα είναι μια ΙΔΑΝΙΚΗ στιγμή να μεταφέρετε την επιχείρησή σας στις Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής, όπως έχουν ήδη αρχίσει να κάνουν μαζικά η Apple και τόσες άλλες εταιρείες», έγραψε ο Τραμπ σε ανάρτησή του στο Truth Social.

Ο πρόεδρος υπογράμμισε πως με τη μετακόμιση στις ΗΠΑ, οι εταιρείες θα πληρώνουν «ΜΗΔΕΝ ΔΑΣΜΟΥΣ», δεν θα έχουν εμπόδια λόγω περιβαλλοντικών κανονισμών, ενώ θα αποκτήσουν επίσης σχεδόν άμεση πρόσβαση σε δίκτυα ηλεκτροδότησης.

Οι δηλώσεις αυτές έγιναν την ώρα που τα προθεσμιακά συμβόλαια των αμερικανικών χρηματιστηριακών δεικτών έδειχναν μικρή ανάκαμψη, μετά την ανακοίνωση της κινεζικής κυβέρνησης για επιβολή πρόσθετων δασμών σε αμερικανικά προϊόντα.

Ωστόσο, με το που ξεκίνησαν οι συναλλαγές, ο βιομηχανικός δείκτης Dow Jones σημείωσε απώλειες άνω των 100 μονάδων. Αντίθετα, ο Nasdaq Composite κατέγραψε κέρδη που ξεπερνούσαν τις 100 μονάδες. Ο S&P 500 βρέθηκε ελαφρώς ενισχυμένος, ενώ ο δείκτης μεταβλητότητας CBOE, που αποκαλείται και «δείκτης φόβου» της Wall Street, σημείωσε άνοδο κατά 0,6%.

Στην Ασία, ο ιαπωνικός δείκτης Nikkei 225 υπέστη βαριές απώλειες 3,9%, ενώ ο δείκτης Hang Seng του Χονγκ Κονγκ και ο Shanghai Composite κατέγραψαν άνοδο 0,7% και 1,3% αντίστοιχα. Ανοδικά κινήθηκε και η χρηματιστηριακή αγορά της Ταϊλάνδης.

Η κινεζική κυβέρνηση ανακοίνωσε ότι οι δασμοί ύψους 84% σε εισαγόμενα προϊόντα από τις ΗΠΑ θα τεθούν σε ισχύ στις 10 Απριλίου, αγνοώντας προειδοποιήσεις υψηλόβαθμων στελεχών της αμερικανικής κυβέρνησης να αποφευχθεί μια τέτοια κίνηση. Υπενθυμίζεται ότι οι ΗΠΑ είχαν ήδη ανακοινώσει νέους δασμούς της τάξεως του 104% σε κινεζικά προϊόντα, οι οποίοι τέθηκαν επίσημα σε εφαρμογή νωρίς την Τετάρτη.

Παράλληλα, το Πεκίνο επέβαλε περιοριστικά μέτρα σε 18 ακόμη αμερικανικές εταιρείες, κυρίως στον τομέα της άμυνας, ανεβάζοντας στις περίπου 60 τον συνολικό αριθμό των επιχειρήσεων στις οποίες έχουν επιβληθεί αντίποινα λόγω των αμερικανικών δασμών.

Ο Αμερικανός υπουργός Οικονομικών Σκοτ Μπέσεντ δήλωσε την Τετάρτη στο δίκτυο Fox Business πως η Κίνα έχει «την πλέον ανισόρροπη οικονομία στη σύγχρονη παγκόσμια ιστορία».

«Μπορώ να σας πω με βεβαιότητα πως αυτή η κλιμάκωση είναι χαμένη υπόθεση για την Κίνα», είπε χαρακτηριστικά ο κ. Μπέσεντ, προσθέτοντας πως είναι «λυπηρό που οι Κινέζοι δεν είναι πρόθυμοι να καθίσουν στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων».

«Η Κίνα είναι η χώρα με το εμπορικό πλεόνασμα. Οι εξαγωγές τους προς τις ΗΠΑ είναι πέντε φορές μεγαλύτερες από τις δικές μας προς αυτούς. Ας αυξήσουν τους δασμούς, και τι μ’ αυτό;», διερωτήθηκε.

Ο υπουργός Οικονομικών κάλεσε επίσης την Κίνα να λάβει σοβαρά μέτρα ελέγχου ώστε να σταματήσει τη ροή φαιντανύλης και πρόδρομων χημικών ουσιών προς τις ΗΠΑ — ένα ζήτημα που είχε αναδείξει ο Τραμπ κατά τη διάρκεια της προεκλογικής του εκστρατείας για τις προεδρικές εκλογές του 2024 και στα πρώτα στάδια της προεδρίας του.

«Γιατί δεν εφαρμόζουν τους ίδιους αυστηρούς κανόνες και στους εξαγωγείς αυτών των χημικών προς τις ΗΠΑ;», σχολίασε ο Μπέσεντ.

Από την πλευρά της, η εκπρόσωπος Τύπου του Λευκού Οίκου, Καρολίν Λίβιτ, υπογράμμισε την Τρίτη πως αν η Κίνα προσεγγίσει την αμερικανική κυβέρνηση με στόχο επανεκκίνησης των διαπραγματεύσεων, ο πρόεδρος Τραμπ «θα δείξει μεγάλη καλή θέληση, όμως η προτεραιότητά του πάντοτε θα είναι το συμφέρον του αμερικανικού λαού».

Η κλιμάκωση της εμπορικής αντιπαράθεσης επηρεάζει απευθείας εμπορικές συναλλαγές ύψους περίπου 600 δισ. δολαρίων μεταξύ ΗΠΑ και Κίνας, με τους Αμερικανούς αξιωματούχους να επιμένουν ότι οι δασμοί είναι απαραίτητοι για τη μείωση του εμπορικού ελλείμματος.

Εκτός από την Κίνα, τα μεσάνυχτα της Τετάρτης τέθηκαν επίσης σε ισχύ αμερικανικοί δασμοί σε εισαγωγές από άλλες χώρες, με τις περισσότερες αγορές ανά τον κόσμο να επιβαρύνονται με βασικό ποσοστό 10%. Ωστόσο, υψηλότερους συντελεστές αντιμετωπίζουν ορισμένοι σημαντικότεροι εμπορικοί εταίροι των ΗΠΑ.

Με την συμβολή των Reuters και Associated Press.