Πέμπτη, 18 Σεπ, 2025

Χάκερ στοχοποιούν διακομιστές Microsoft SharePoint

Χάκερ επιτίθενται σε ευπάθειες διακομιστή Microsoft SharePoint, ο οποίος υπάρχει σε πολλές εταιρείες, ανακοίνωσε η Υπηρεσία Κυβερνοασφάλειας και Άμυνας Υποδομών των ΗΠΑ (CISA) σε έκθεση της 20ής Ιουλίου.

Οι διακομιστές SharePoint χρησιμοποιούνται από οργανισμούς για τη δημιουργία μιας ιδιωτικής υπηρεσίας intranet (εσωτερικού δικτύου) που δημιουργεί ιστότοπους, διαχειρίζεται την κοινή χρήση εγγράφων και υποστηρίζει άλλες συνεργατικές προσπάθειες εντός της εταιρείας.

«Αυτή η δραστηριότητα εκμετάλλευσης, που αναφέρεται δημόσια ως ToolShell, παρέχει μη εξουσιοδοτημένη πρόσβαση σε συστήματα και επιτρέπει σε κακόβουλους παράγοντες να έχουν πλήρη πρόσβαση στο περιεχόμενο του SharePoint, συμπεριλαμβανομένων των συστημάτων αρχείων και των εσωτερικών διαμορφώσεων, και να εκτελούν κώδικα μέσω του δικτύου», δήλωσε η CISA, προσθέτοντας ότι το εύρος και ο αντίκτυπος της νέας επίθεσης απομακρυσμένης εκτέλεσης κώδικα (RCE) αξιολογούνται.

Η Microsoft αναγνώρισε το πρόβλημα μια ημέρα νωρίτερα. Σε μια έκθεση καθοδήγησης της 19ης Ιουλίου, η εταιρεία ανέφερε ότι η απόπειρα εκμετάλλευσης εφαρμόστηκε μόνο σε διακομιστές SharePoint. Το SharePoint Online που βασίζεται στο cloud και είναι μέρος του Microsoft 365 είναι ένα διαφορετικό σύστημα και δεν επηρεάζεται.

Ολόκληρη η σουίτα SharePoint χρησιμοποιείται από περισσότερους από 200.000 οργανισμούς και 190 εκατομμύρια ανθρώπους παγκοσμίως, σύμφωνα με την εταιρεία.

Η ενημέρωση ασφαλείας του Ιουλίου αντιμετωπίζει μόνο εν μέρει τα υπάρχοντα τρωτά σημεία, δήλωσε η Microsoft. Έχουν κυκλοφορήσει νέες ενημερώσεις ασφαλείας που προστατεύουν πλήρως τους πελάτες που χρησιμοποιούν το SharePoint Subscription Edition και το SharePoint 2019.

Συνιστάται στους πελάτες να εφαρμόσουν αμέσως τις ενημερώσεις συστήματος για να διασφαλίσουν την προστασία τους. Οι ενημερώσεις ασφαλείας για τους χρήστες του SharePoint 2016 δεν έχουν ακόμη κυκλοφορήσει.

Η Microsoft δημοσίευσε μια λίστα με τρόπους με τους οποίους οι πελάτες μπορούν να μετριάσουν τις επιθέσεις. Περιλαμβάνουν την εγκατάσταση των πιο πρόσφατων ενημερώσεων ασφαλείας, τη χρήση υποστηριζόμενων εκδόσεων του SharePoint Server εσωτερικής εγκατάστασης, τη διασφάλιση ότι η Διασύνδεση Σάρωσης Antimalware είναι ενεργοποιημένη και ρυθμισμένη σωστά σε συνδυασμό με μια λύση προστασίας από ιούς, την ανάπτυξη υπηρεσιών όπως το Microsoft Defender για προστασία Endpoint και την εναλλαγή κλειδιών μηχανήματος ASP.NET του SharePoint Server.

Περισσότερες τεχνικές λεπτομέρειες για προηγμένες τεχνικές αναζήτησης και άλλες προσπάθειες μετριασμού βρίσκονται στον ιστότοπο της Microsoft.

Συστάσεις της CISA

Για τη μείωση των κινδύνων που σχετίζονται με την απόπειρα εκμετάλλευσης RCE, η CISA έχει αρκετές συστάσεις για τους οργανισμούς. Επανέλαβε τις οδηγίες της Microsoft σχετικά με την ενεργοποίηση της Διασύνδεσης Σάρωσης Antimalware (AMSI) και του MS Defender σε όλους τους διακομιστές.

Εάν το AMSI δεν μπορεί να αναπτυχθεί αμέσως, ο οργανισμός πρότεινε στις εταιρείες να αποσυνδέσουν όλα τα επηρεαζόμενα προϊόντα από το διαδίκτυο και να επανασυνδεθούν μόνο αφού μετριαστεί η απειλή.

Η CISA ζήτησε από τις εταιρείες να ακολουθήσουν το πρωτόκολλο καθοδήγησης BOD 22-01 για τη μείωση του κινδύνου.

Για την ανίχνευση και τα προηγμένα μέτρα κυνηγιού απειλών, οι οργανισμοί καλούνται να ακολουθήσουν τη συμβουλευτική της Microsoft για το θέμα ευπάθειας Server Spoofing ή CVE-2025-49706, το οποίο κυκλοφόρησε στις 8 Ιουλίου και προστέθηκε στον κατάλογο εκμετάλλευσης της CISA στις 20 Ιουλίου.

Οι εταιρείες θα πρέπει να ενημερώσουν τα συστήματα πρόληψης εισβολών και τους κανόνες τείχους προστασίας των διαδικτυακών εφαρμογών για να αποκλείουν τα πρότυπα εκμετάλλευσης και την ανώμαλη συμπεριφορά, και να εφαρμόσουν ολοκληρωμένη καταγραφή για τον εντοπισμό δραστηριότητας εκμετάλλευσης.

Τέλος, η CISA συμβούλευσε τον έλεγχο και την ελαχιστοποίηση των δικαιωμάτων διάταξης και διαχειριστή.

Εάν ένας κακόβουλος παράγοντας έχει αποκτήσει πρόσβαση ή η εταιρεία εντοπίσει ανώμαλη δραστηριότητα στους διακομιστές της, τέτοια περιστατικά θα πρέπει να αναφέρονται στο Κέντρο Επιχειρήσεων 24/7 της CISA στη διεύθυνση Report@cisa.gov ή στο (888) 282-0870.

Πρόσφατα, με την αυξημένη εξάπλωση των πλατφορμών cloud και των σχετικών τεχνολογιών, υπήρξε μια αντίστοιχη αύξηση στην εξελιγμένη απειλητική δραστηριότητα που στοχεύει συστήματα ταυτότητας και ελέγχου ταυτότητας που βασίζονται σε υποδομή cloud.

«Καθώς η υποδομή cloud έχει γίνει πανταχού παρούσα – υποστηρίζοντας βασικά δεδομένα κυβερνητικών και κρίσιμων υποδομών – οι εξελιγμένοι φορείς που συνδέονται με έθνη-κράτη έχουν εκθέσει αδυναμίες στον έλεγχο ταυτότητας διακριτικών, τη διαχείριση κλειδιών, τους μηχανισμούς καταγραφής, τις εξαρτήσεις τρίτων και τις πρακτικές διακυβέρνησης», δήλωσε η CISA στις 15 Ιουλίου.

Για την αντιμετώπιση αυτών των απειλών, η CISA ζήτησε την αύξηση των συνεργασιών ιδιωτικού-δημόσιου τομέα για την προστασία της υποδομής cloud.

Ο Τραμπ δεσμεύεται να αποτρέψει τη δημιουργία ψηφιακού νομίσματος κεντρικής τράπεζας στις ΗΠΑ

Ο πρόεδρος των Ηνωμένων Πολιτειών, Ντόναλντ Τραμπ, επανέλαβε τη δέσμευσή του να αποτρέψει τη δημιουργία ψηφιακού νομίσματος κεντρικής τράπεζας (CBDC) στη χώρα. Μιλώντας σε εκδήλωση στον Λευκό Οίκο στις 18 Ιουλίου, δήλωσε χαρακτηριστικά: «Εξακολουθώ να τηρώ πλήρως τη δέσμευσή μου: δεν θα επιτρέψω ποτέ τη δημιουργία ψηφιακού νομίσματος κεντρικής τράπεζας στην Αμερική».

Πρόσθεσε ακόμη: «Την πρώτη μου εβδομάδα στο αξίωμα υπέγραψα εκτελεστικό διάταγμα απαγόρευσης της δημιουργίας CBDC στις Ηνωμένες Πολιτείες» και εξέφρασε προσδοκία για νομοθετική επικύρωση, τονίζοντας: «Και πολύ σύντομα, ανυπομονώ να υπογράψω νομοθέτημα που θα θεσπίσει αυτήν την απαγόρευση ως πάγιο νόμο».

Οι παραπάνω δηλώσεις έγιναν κατά την τελετή υπογραφής του νόμου «Guiding and Establishing National Innovation for U.S. Stablecoins Act».

Τον περασμένο Ιανουάριο, σε προεκλογική εκδήλωση, ο Τραμπ είχε αναφέρει: «Αφού γίνω πρόεδρος, δεν θα επιτρέψω ποτέ τη δημιουργία ψηφιακού νομίσματος από την κεντρική τράπεζα. Ένα τέτοιο νόμισμα θα προσέδιδε στην ομοσπονδιακή κυβέρνηση απόλυτο έλεγχο των χρημάτων σας, κάτι που θα αποτελούσε σοβαρή απειλή για την ελευθερία».

Μετά την ανάληψη των καθηκόντων του, στις 23 Ιανουαρίου, ο Τραμπ υπέγραψε το σχετικό εκτελεστικό διάταγμα, σημειώνοντας: «Τα αρμόδια γραφεία απαγορεύεται να αναλάβουν οποιαδήποτε πρωτοβουλία για τη δημιουργία, έκδοση ή προώθηση CBDC εντός της αμερικανικής δικαιοδοσίας ή στο εξωτερικό».

Σε παγκόσμιο επίπεδο, τα κράτη βρίσκονται σε διαφορετικά στάδια ως προς τα σχέδια για CBDC. Σύμφωνα με επικαιροποιημένο απολογισμό του «Central Bank Digital Currency Tracker» του Atlantic Council, παρακολουθούνται 137 χώρες, ενώ τρεις έχουν ήδη προχωρήσει στην υλοποίηση CBDC: η Νιγηρία, η Τζαμάικα και οι Μπαχάμες. Επιπλέον, 49 χώρες δοκιμάζουν πιλοτικά το ψηφιακό νόμισμα, 36 το ερευνούν, 20 βρίσκονται στη φάση ανάπτυξης, 21 παραμένουν ανενεργές και δύο ακύρωσαν τα σχετικά σχέδια.

Ο νόμος Genius Act, που αφορά τα σταθερά ψηφιακά νομίσματα (stablecoins) — ψηφιακά περιουσιακά στοιχεία που αντιστοιχούν αντικριστά σε κάποιο νόμισμα ή εμπορεύσιμο αγαθό — θεσπίζει νέο ρυθμιστικό πλαίσιο. Προβλέπει ότι τα stablecoins πρέπει να υποστηρίζονται πλήρως (100%) από ρευστά περιουσιακά στοιχεία, όπως δολάρια ΗΠΑ ή βραχυπρόθεσμα κρατικά ομόλογα.

Σύμφωνα με σχετικό δελτίο Τύπου του Λευκού Οίκου: «Επιβάλλεται επίσης στους εκδότες των stablecoins να δημοσιοποιούν σε μηνιαία βάση τη σύνθεση των αποθεματικών». Ειδικοί κανόνες εμπορικής προώθησης προστατεύουν τους καταναλωτές, καθώς οι εκδότες απαγορεύεται να προβάλλουν παραπλανητικούς ισχυρισμούς ότι τα stablecoins υποστηρίζονται από την αμερικανική κυβέρνηση, διαθέτουν ομοσπονδιακή ασφάλιση ή αναγνωρίζονται ως νόμιμο χρήμα.

Σε περίπτωση αφερεγγυότητας, ο Genius Act δίνει προτεραιότητα στις απαιτήσεις των κατόχων stablecoins έναντι λοιπών πιστωτών, ενισχύοντας έτσι την προστασία των καταναλωτών. Ο νόμος αναμένεται να ενισχύσει τη ζήτηση για αμερικανικό χρέος και να θωρακίσει το δολάριο ως παγκόσμιο αποθεματικό νόμισμα.

Κατά την εκδήλωση, ο Τραμπ δήλωσε: «Ο νόμος απελευθερώνει την τεράστια δυναμική των stablecoins που στηρίζονται στο δολάριο. Αυτό ενδέχεται να αποδειχθεί ίσως η μεγαλύτερη επανάσταση στην τεχνολογία των χρηματοοικονομικών από την εμφάνιση του Διαδικτύου».

Υπογράμμισε δε ότι τα stablecoins μπορούν να οδηγήσουν σε χαμηλότερα επιτόκια και συμπλήρωσε: «Αυτή η επανάσταση μπορεί να εκτοξεύσει την αμερικανική οικονομική ανάπτυξη και να δώσει τη δυνατότητα σε δισεκατομμύρια ανθρώπους να αποταμιεύσουν και να μεταβιβάσουν δολάρια ΗΠΑ».

Ο Ντέιβιντ Σακς, επονομαζόμενος «τσάρος των κρυπτονομισμάτων», χαρακτήρισε την ψήφιση του Genius Act «ιστορικό νομοθετικό επίτευγμα», επισημαίνοντας ότι τα stablecoins εκτιμάται πως θα δημιουργήσουν ζήτηση τρισεκατομμυρίων δολαρίων για αμερικανικά κρατικά ομόλογα.

Η υποστήριξη του Τραμπ στα stablecoins, σε αντίθεση με την αντίθεσή του στα CBDC, υπαγορεύεται από την έγνοια του για τη διασφάλιση της ελευθερίας.

Η αγορά αμερικανικού LNG από ευρωπαϊκούς κολοσσούς ενέργειας πυροδοτεί εξελίξεις στο εμπόριο

Η ιταλική ενεργειακή εταιρεία ENI ανακοίνωσε στις 16 Ιουλίου ότι προχώρησε σε συμφωνία για την αγορά υγροποιημένου φυσικού αερίου (LNG) από τις Ηνωμένες Πολιτείες.

Σύμφωνα με τη σχετική ανακοίνωση, «η ENI θα αγοράζει δύο εκατομμύρια τόνους ετησίως για 20 χρόνια, με την παράδοση να ξεκινά έως το τέλος της δεκαετίας».

Το LNG θα προέρχεται από την πρώτη φάση της εγκατάστασης CP2 LNG της εταιρείας Venture Global, η οποία εδρεύει στη Βιρτζίνια. Όπως ανέφερε η ENI, το εν λόγω τερματικό, που βρίσκεται υπό κατασκευή στην Κάμερον Παρίς της Λουιζιάνα, θα έχει μέγιστη παραγωγική ικανότητα 28 εκατ. τόνων LNG ετησίως. 

Πρόκειται για το πρώτο μακροχρόνιο συμβόλαιο προμήθειας LNG από τις ΗΠΑ για την ENI, σηματοδοτώντας έναν σημαντικό σταθμό στη στρατηγική της εταιρείας για διεύρυνση και διαφοροποίηση της παγκόσμιας παρουσίας της στον τομέα του LNG.

Η Venture Global, σε δική της ανακοίνωση στις 16 Ιουλίου, ανέφερε ότι «το CP2 LNG αποτελεί το τρίτο project της εταιρείας, με την πρώτη φάση του ήδη να έχει αποφέρει πωλήσεις περίπου 13,5 εκατ. τόνων LNG ετησίως».

Η Ιταλία αποτελεί σημαντικό σύμμαχο και εμπορικό εταίρο των Ηνωμένων Πολιτειών, και είμαστε ευγνώμονες για την εμπιστοσύνη που μας δείχνει η ENI ως νέος πελάτης μας, σημείωσε ο διευθύνων σύμβουλος της Venture Global, Μάικ Σέιμπλ.

Την ίδια στιγμή, η Venture Global υπέγραψε πρόσφατα συμφωνία και με τη γερμανική εταιρεία Securing Energy for Europe GmbH (SEFE), όπως ανακοίνωσε στις 9 Ιουλίου. Σύμφωνα με τη συμφωνία, οι δύο πλευρές τροποποιούν υπάρχον συμβόλαιο αγοραπωλησίας που είχε υπογραφεί το 2023, ώστε η Venture να προμηθεύσει επιπλέον 0,75 εκατ. τόνους LNG ετησίως από το CP2 LNG στη θυγατρική της SEFE.

Τον Απρίλιο, ο πρόεδρος των ΗΠΑ, Ντόναλντ Τραμπ, δήλωσε: «Η ΕΕ πρέπει να αγοράσει φυσικό αέριο αξίας δισεκατομμυρίων δολαρίων από τις ΗΠΑ, ως μέρος της εξισορρόπησης των εμπορικών συναλλαγών μεταξύ των δύο περιοχών».

Συμπλήρωσε επίσης: «Η Ευρωπαϊκή Ένωση έχει υπάρξει πραγματικά σκληρή όλα αυτά τα χρόνια. Έχουμε έλλειμμα με την Ευρώπη 350 δισ. δολαρίων, το οποίο θα μηδενιστεί σύντομα. Και ένας από τους εύκολους και γρήγορους τρόπους να γίνει αυτό, είναι να αγοράσουν την ενέργειά μας. Μπορούν να το κάνουν, και να καλύψουμε τα 350 δισ. δολάρια μέσα σε μία εβδομάδα».

Σύμφωνα με ενημέρωση του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου της 12ης Ιουνίου, η ΕΕ είχε το 2024 πλεόνασμα στο ισοζύγιο εμπορίου με τις ΗΠΑ ύψους 50 δισ. ευρώ, συμπεριλαμβανομένων αγαθών και υπηρεσιών. Μόνο στα αγαθά, το εμπορικό πλεόνασμα της ΕΕ έναντι της Αμερικής ανερχόταν σε 198 δισ. ευρώ.

Οι συμβάσεις για την πώληση LNG υπογράφονται σε μια περίοδο στασιμότητας των εμπορικών διαπραγματεύσεων μεταξύ ΗΠΑ και Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Προσφάτως, ο Τραμπ ανακοίνωσε την επιβολή δασμών 30% στις εισαγωγές από την ΕΕ, από 1η Αυγούστου. Από την πλευρά της, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή πρότεινε δεύτερο κατάλογο αμερικανικών προϊόντων συνολικής αξίας περίπου 72 δισ. ευρώ, τα οποία ενδέχεται να στοχοποιηθούν με δασμούς.

Ο αρμόδιος για το εμπόριο επίτροπος της ΕΕ, Μάρος Σέφτσοβιτς, δήλωσε στους δημοσιογράφους στις 14 Ιουλίου ότι «ο δασμός 30% των ΗΠΑ στις ευρωπαϊκές εισαγωγές είναι απολύτως απαράδεκτος και εντελώς απαγορευτικός για οποιαδήποτε μορφή εμπορίου».

Παρά την προτίμηση των ευρωπαίων υπουργών για μια εμπορική συμφωνία με την Ουάσιγκτον, η ΕΕ θα προχωρήσει στην επιβολή νέων δασμών σε αμερικανικά προϊόντα, αν αποτύχουν οι συνομιλίες, πρόσθεσε.

Σε επιστολή του προς τους ευρωπαίους ηγέτες για τους δασμούς της 1ης Αυγούστου, ο Τραμπ τόνισε πως «το 30% είναι πολύ λιγότερο από αυτό που απαιτείται για να εξαλειφθεί το εμπορικό έλλειμμα της Αμερικής έναντι της ΕΕ».

Ο Αμερικανός πρόεδρος κάλεσε την Ευρωπαϊκή Ένωση να καταργήσει κάθε δασμό στα αμερικανικά προϊόντα και να επιτρέψει την πλήρη πρόσβαση των αμερικανικών εταιρειών στην ευρωπαϊκή αγορά, επισημαίνοντας ότι το ύψος του δασμού θα διαμορφώνεται, αυξητικά ή μειωτικά, ανάλογα με την εξέλιξη των εμπορικών σχέσεων.

Ο Τραμπ διατάσσει κινεζική εταιρεία να αποεπενδύσει από αμερικανικές επιχειρήσεις

Ο πρόεδρος των ΗΠΑ, Ντόναλντ Τραμπ, εξέδωσε διάταγμα με το οποίο υποχρεώνει την εταιρεία Sui Rui International Company Limited με έδρα το Χονγκ Κονγκ να εκχωρήσει όλα τα συμφέροντά της στην Jupiter Systems LLC, που εδρεύει στο Ντέλαγουερ, επικαλούμενος λόγους εθνικής ασφάλειας, σύμφωνα με ανακοίνωση του αμερικανικού υπουργείου Οικονομικών στις 11 Ιουλίου.

Η Sui Rui International αποτελεί κατά πλειοψηφία θυγατρική της Sui Rui Group Company Limited, μιας εταιρείας που εδρεύει στην Κίνα, όπως αναφέρει το διάταγμα. Η Sui Rui International είχε αποκτήσει το σύνολο των μετοχικών της δικαιωμάτων στην Jupiter τον Φεβρουάριο του 2020. Η εξαγορά περιλάμβανε δύο θυγατρικές της Jupiter, μία στο Χονγκ Κονγκ και μία στην Κίνα.

Η Επιτροπή Ξένων Επενδύσεων στις Ηνωμένες Πολιτείες (CFIUS), μία διατμηματική επιτροπή που εξετάζει συναλλαγές με ξένες επενδύσεις, ανέλυσε τη συμφωνία και διαπίστωσε κίνδυνο για την εθνική ασφάλεια εξαιτίας της κυριότητας της Jupiter από τη Sui Rui. Σύμφωνα με το υπουργείο Οικονομικών των ΗΠΑ, ο κίνδυνος σχετίζεται με την πιθανή έκθεση προϊόντων της Jupiter που χρησιμοποιούνται σε στρατιωτικές εφαρμογές και κρίσιμες υποδομές.

Για την αντιμετώπιση αυτού του κινδύνου, το προεδρικό διάταγμα διατάσσει τη Sui Rui να εκχωρήσει όλα τα δικαιώματα και συμφέροντά της στην Jupiter. Επιπλέον, το διάταγμα ορίζει ότι η Jupiter δεν θα διατηρεί κανένα συμφέρον ή δικαίωμα σε περιουσιακά στοιχεία ή δραστηριότητες των κινεζικών θυγατρικών που αποκτήθηκαν ή δημιουργήθηκαν μετά την ολοκλήρωση της επίμαχης συναλλαγής.

Όπως αναφέρει η ίδια η Jupiter, «η εταιρεία παρέχει επεξεργαστές συνεργατικών οπτικοποιήσεων και λογισμικό που επιτρέπουν τη λήψη κρίσιμων αποφάσεων 24/7. Προμηθεύει προϊόντα σε τομείς όπως ο στρατός, η κυβέρνηση, ο διαστημικός τομέας, η αστυνομία, οι τράπεζες και η υγεία».

Σε δήλωσή της, στις 12 Ιουλίου, η Jupiter ανακοίνωσε ότι γνωρίζει το ομοσπονδιακό διάταγμα που απαγορεύει την εξαγορά της από τη Sui Rui το 2020 και ότι εξετάζει ενεργά την απόφαση, σε συνεργασία με νομικούς συμβούλους και μετόχους.

«Δεν αναμένουμε κανενός είδους διακοπή στη λειτουργία ή την εξυπηρέτηση πελατών όσο εξελίσσεται η δικαστική διαδικασία. Παραμένουμε προσηλωμένοι στην ανάπτυξη και κατασκευή πρωτοποριακών τεχνολογιών για αίθουσες ελέγχου και συστήματα οθονών σε κρίσιμα περιβάλλοντα. Η αφοσίωσή μας, ως αμερικανική εταιρεία, στην καινοτομία, στην εθνική ασφάλεια και στη συμμόρφωση με τη νομοθεσία των ΗΠΑ υπήρξε πάντοτε αδιαπραγμάτευτη», σημειώνει η ανακοίνωση.

Η απόφαση της CFIUS έρχεται σε συνέχεια μνημονίου που υπέγραψε ο Τραμπ στις 21 Φεβρουαρίου, στοχεύοντας την αντιμετώπιση απειλών εθνικής ασφάλειας από κινεζικές επενδύσεις στις ΗΠΑ.

Όπως αναφέρει σχετικό ενημερωτικό σημείωμα του Λευκού Οίκου, η CFIUS θα χρησιμοποιείται για τον περιορισμό κινεζικών επενδύσεων σε τομείς όπως κρίσιμες υποδομές, τεχνολογία, πρώτες ύλες, ενέργεια, υγεία και αγροτική παραγωγή.

Οι Ηνωμένες Πολιτείες σχεδιάζουν θέσπιση νέων κανόνων για να αποτρέψουν την εκμετάλλευση του αμερικανικού κεφαλαίου, τεχνολογίας και τεχνογνωσίας από ανταγωνιστικές χώρες όπως η Κίνα, ώστε να επιτρέπονται μόνο επενδύσεις που υπηρετούν τα αμερικανικά συμφέροντα. Το διάταγμα στοχεύει επίσης στην προστασία της αγροτικής γης και στην αποτροπή εξαγοράς ακινήτων κοντά σε ευαίσθητες εγκαταστάσεις.

«Ξένα φυσικά και νομικά πρόσωπα κατέχουν περίπου 43 εκατομμύρια στρέμματα γεωργικής γης στις ΗΠΑ, που αντιστοιχεί στο 2% όλης της γης της χώρας», αναφέρει το σημείωμα του Λευκού Οίκου, προσθέτοντας ότι μόνο η Κίνα έχει στην ιδιοκτησία της πάνω από 350.000 στρέμματα, σε 27 πολιτείες.

Στις 8 Ιουλίου, η υπουργός Γεωργίας, Μπρουκ Ρόλλινς, ανακοίνωσε ότι οι ΗΠΑ θα επιδιώξουν να απαγορεύσουν την κινεζική ιδιοκτησία αμερικανικής αγροτικής γης για λόγους εθνικής ασφάλειας. «Η γη που ανήκει σε αλλοδαπούς, ιδιαίτερα από χώρες δυνητικής απειλής ή ανταγωνιστικές προς τις ΗΠΑ, συνιστά πιθανό κίνδυνο για την εθνική ασφάλεια και την οικονομική ευημερία της χώρας», αναφέρεται στο Εθνικό Σχέδιο Δράσης Ασφάλειας του υπουργείου Γεωργίας, το οποίο δημοσίευσε η Epoch Times.

«Το υπουργείο Γεωργίας θα διασφαλίσει τη διαφάνεια στην ξένη ιδιοκτησία αγροτικής γης στις ΗΠΑ και θα προχωρήσει σε εκτενείς και απαιτούμενες επικαιροποιήσεις στη συλλογή, ανάλυση και δημοσιοποίηση δεδομένων.»

Με τη συμβολή του Τζάκσον Ρίτσμοντ

Ο Τραμπ υπογράφει επιστολές για δασμούς σε 12 χώρες ενόψει κρίσιμης προθεσμίας

Ο πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ υπέγραψε επιστολές που θα αποσταλούν σε περίπου δώδεκα χώρες, ενόψει της προσεχούς προθεσμίας για την επίτευξη εμπορικής συμφωνίας, σύμφωνα με ανάρτηση στις 5 Ιουλίου από λογαριασμό του Λευκού Οίκου στην πλατφόρμα X.

Σε βίντεο που συνοδεύει την ανάρτηση, ο Τραμπ διακρίνεται να απαντά σε ερώτηση δημοσιογράφου, δηλώνοντας: «Οι επιστολές περιγράφουν διαφορετικά ποσά χρημάτων, διαφορετικούς δασμούς και κάπως διαφορετικές δηλώσεις». Οι επιστολές πρόκειται να σταλούν τη Δευτέρα.

Τον περασμένο Απρίλιο, η κυβέρνηση Τραμπ επέβαλε οριζόντιο δασμό της τάξης του 10%, καθώς και ανταποδοτικούς δασμούς σε αρκετές χώρες, με αφορμή εμπορικά εμπόδια κατά των Ηνωμένων Πολιτειών.

Λίγο αργότερα, ο πρόεδρος ανακοίνωσε 90ήμερη αναστολή των ανταποδοτικών δασμών, η οποία λήγει στις 9 Ιουλίου. Οι 12 επιστολές αποστέλλονται ενόψει αυτής της λήξης.

Την Πέμπτη, ο Τραμπ τόνισε τη δυσκολία σύναψης εμπορικών συμφωνιών με τόσο πολλούς εταίρους, δηλώνοντας: «Είναι τόσες πολλές οι χώρες. Και έπειτα περνούν σε λεπτομέρειες—μοσχαρίσιο κρέας, αιθανόλη—εγώ θα προτιμούσα μια απλή συμφωνία, που να την ελέγχεις και να τη διατηρείς. Θα πληρώσετε δασμό 20% ή 25% ή 30%».

Ανάμεσα στις μεγάλες οικονομίες που έχουν συνάψει εμπορικές συμφωνίες με τη διοίκηση Τραμπ βρίσκονται το Ηνωμένο Βασίλειο και η Κίνα. Η Ουάσιγκτον βρίσκεται σε φάση διαπραγματεύσεων με την Ευρωπαϊκή Ένωση, την Ινδία, την Ιαπωνία και τον Καναδά.

Την 1η Ιουλίου, ο υπουργός Οικονομικών Σκοτ Μπέσον δήλωσε: «Οι Ηνωμένες Πολιτείες και η Ινδία βρίσκονται πολύ κοντά σε εμπορική συμφωνία».

Τη 2α Ιουλίου, το Βιετνάμ υπέγραψε συμφωνία που προβλέπει αδασμολόγητη είσοδο αμερικανικών προϊόντων στην αγορά του, ενώ τα προϊόντα από το Βιετνάμ θα υπόκεινται σε δασμό 20% στις ΗΠΑ. Τα προϊόντα που διαμετακομίζονται μέσω Βιετνάμ, όπως αυτά που προέρχονται από την Κίνα, θα επιβαρύνονται με δασμό 40%.

Έπειτα από αυτή τη συμφωνία, εκπρόσωπος του κινεζικού υπουργείου Εμπορίου ανέφερε στις 3 Ιουλίου: «Το καθεστώς του Κομμουνιστικού Κόμματος της Κίνας αντιτίθεται σθεναρά σε οποιαδήποτε συμφωνία που συνάπτεται εις βάρος των συμφερόντων της Κίνας».

Παράλληλα, στα τέλη Ιουνίου, ο Γάλλος υπουργός Οικονομικών ζήτησε παράταση του χρόνου για την επίτευξη εμπορικής συμφωνίας μεταξύ Ε.Ε. και ΗΠΑ.

Τόσο η Ευρωπαϊκή Ένωση όσο και οι Ηνωμένες Πολιτείες αποτελούν σημαντικούς εμπορικούς εταίρους, με το διμερές εμπόριο να αγγίζει σχεδόν τα 2 τρισεκατομμύρια δολάρια το περασμένο έτος.

Σύμφωνα με ανάλυση του «δεξαμενή σκέψης» Geopolitical Intelligence Services στις 4 Ιουλίου, το πιθανότερο σενάριο για τις σχέσεις Ε.Ε.-ΗΠΑ είναι ο περιφερειακός κατακερματισμός και η επιλεκτική αντεκδίκηση.

«Ενδέχεται το παγκόσμιο εμπόριο να διασπαστεί σε ανταγωνιστικά μπλοκ στο μέλλον. Η Ε.Ε. αντιμετωπίζει αμερικανικούς δασμούς, όπως ο προτεινόμενος δασμός 50% στις εισαγωγές από την Ένωση, και απαντά με προστατευτικά αντίμετρα», εκτιμά ο GIS. «Το διατλαντικό εμπόριο μειώνεται σημαντικά, οι προστατευτικές τάσεις ενισχύονται, και η Ε.Ε. ενισχύει την αμυντική της εμπορική πολιτική».

Ο Γάλλος υπουργός ζητά παράταση της προθεσμίας για εμπορική συμφωνία ΕΕ-ΗΠΑ

Ο υπουργός Οικονομικών της Γαλλίας ζήτησε παράταση της προθεσμίας για την επίτευξη εμπορικής συμφωνίας μεταξύ Ευρωπαϊκής Ένωσης και Ηνωμένων Πολιτειών, καθώς η διορία των 90 ημερών που είχε επιβάλει η κυβέρνηση Τραμπ λήγει την επόμενη εβδομάδα.

Στις 2 Απριλίου, ο πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ εφάρμοσε νέα, ευρείας κλίμακας δασμολογική πολιτική προς τους εμπορικούς εταίρους των ΗΠΑ, επιβάλλοντας ανταποδοτικούς δασμούς σε χώρες που θεωρεί πως θέτουν εμπορικά εμπόδια στα αμερικανικά προϊόντα.

Για την Ευρωπαϊκή Ένωση, οι δασμοί ορίστηκαν στο 20%. Μια εβδομάδα αργότερα, στις 9 Απριλίου, ο Τραμπ ανακοίνωσε την αναστολή των ανταποδοτικών δασμών για διάστημα τριών μηνών, το οποίο ολοκληρώνεται στις 9 Ιουλίου.

«Πιστεύω πως θα καταλήξουμε σε συμφωνία με τους Αμερικανούς», δήλωσε ο υπουργός Οικονομικών της Γαλλίας, Ερίκ Λομπάρ, στη γαλλική εφημερίδα La Tribune de Manche σε συνέντευξη που δημοσιεύθηκε την Κυριακή. «Όσον αφορά την προθεσμία, η επιθυμία μου είναι να υπάρξει νέα αναβολή. Προτιμώ να έχουμε μια καλή συμφωνία παρά μια κακή στις 9 Ιουλίου.»

Ωστόσο, ο Τραμπ, μιλώντας την Κυριακή στο Fox News, ξεκαθάρισε πως δεν εξετάζει το ενδεχόμενο παράτασης της προθεσμίας: «Αυτό που θα κάνω λίγο πριν λήξει [η προθεσμία], θα είναι να στείλω μια επιστολή σε όλες αυτές τις χώρες. Προτιμώ να τους στείλω μια πολύ δίκαιη επιστολή, λέγοντάς τους ‘συγχαρητήρια, θα μπορείτε να έχετε εμπορικές δοσοληψίες με τις Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής, αλλά θα πληρώνετε δασμό 25% ή 20% ή 40 ή 50%. Αυτό θα προτιμούσα.»

Σύμφωνα με τον Τραμπ, μέχρι στιγμής οι ΗΠΑ έχουν συνάψει εμπορικές συμφωνίες με το Ηνωμένο Βασίλειο και την Κίνα, ενώ οι διαπραγματεύσεις με την ΕΕ, την Ιαπωνία, το Μεξικό και τον Καναδά εκκρεμούν.

Οι Ηνωμένες Πολιτείες έχουν εμπορικές σχέσεις με περίπου 200 χώρες, γεγονός που καθιστά δύσκολη τις διαπραγματεύσεις με καθεμία ξεχωριστά, πρόσθεσε.

Σύμφωνα με ενημέρωση του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου της 12ης Ιουνίου, η ΕΕ και οι ΗΠΑ διαθέτουν τις ισχυρότερες διμερείς σχέσεις εμπορίου και επενδύσεων διεθνώς. Μαζί αντιπροσωπεύουν σχεδόν το 30% του παγκόσμιου εμπορίου αγαθών και υπηρεσιών και το 43% του παγκόσμιου ΑΕΠ. Το 2024, το διμερές εμπόριο έφτασε τα 1,68 τρισ. ευρώ.

Το 2023, η ΕΕ σημείωσε εμπορικό πλεόνασμα ύψους 50 δισ. ευρώ έναντι των Ηνωμένων Πολιτειών, συνυπολογίζοντας αγαθά και υπηρεσίες. Στα αγαθά, το πλεόνασμα της Ευρώπης ανήλθε στα 198 δισ. ευρώ, ενώ στις υπηρεσίες το ισοζύγιο ήταν ελλειμματικό για την ΕΕ κατά περίπου 148 δισ. ευρώ. «Υπό αυτή την έννοια, οι οικονομίες της ΕΕ και των ΗΠΑ συμπληρώνουν αρμονικά η μία την άλλη», σημείωσε το Συμβούλιο.

Συμφωνία με την Κίνα

Στις 25 Ιουνίου, ο Ντόναλντ Τραμπ δήλωσε σε δημοσιογράφους πως οι ΗΠΑ υπέγραψαν εμπορική συμφωνία με την Κίνα, χωρίς όμως να αποκαλύψει λεπτομέρειες.

Η αρχική συμφωνία είχε επιτευχθεί τον προηγούμενο μήνα, οδηγώντας στη μείωση των ασυνήθιστα υψηλών δασμών και από τις δύο πλευρές. Η συμφωνία υπογράφηκε μία ημέρα αφότου ο Τραμπ ανακοίνωσε ότι θα επιτρέψει και πάλι στην Κίνα να εισάγει πετρέλαιο από το Ιράν.

Στις 30 Ιουνίου, το Γραφείο Πληροφοριών του Συμβουλίου της Επικρατείας της Κίνας προειδοποίησε τις χώρες που διαπραγματεύονται εμπορικές συμφωνίες με τις Ηνωμένες Πολιτείες να μην το κάνουν εις βάρος των κινεζικών συμφερόντων.

«Εάν προκύψει τέτοια κατάσταση, η Κίνα δεν θα το αποδεχθεί και θα λάβει αποφασιστικά αντίμετρα για την προστασία των νόμιμων δικαιωμάτων και συμφερόντων της», δήλωσε εκπρόσωπος του υπουργείου Εμπορίου της Κίνας.

Συνεχίζονται οι συνομιλίες με την Ινδία

Οι διαπραγματεύσεις ΗΠΑ και Ινδίας για μια αμοιβαία επωφελή εμπορική συμφωνία παραμένουν σε εξέλιξη.

Οι ΗΠΑ ζητούν διευρυμένη πρόσβαση σε αγροτικά προϊόντα και αιθανόλη, επικαλούμενες το σημαντικό εμπορικό έλλειμμα, καθώς και μεγαλύτερο άνοιγμα των αγορών για γαλακτοκομικά, αλκοολούχα ποτά, αυτοκίνητα, φαρμακευτικά προϊόντα και ιατρικές συσκευές.

Από την άλλη, οι ινδικές επιχειρήσεις αυτοκινήτων, φαρμάκων και μικρής κλίμακας πιέζουν για σταδιακό άνοιγμα αυτών των προστατευόμενων τομέων, φοβούμενες τον ανταγωνισμό από τις αμερικανικές εταιρείες.

Υποχωρεί ο Καναδάς

Εν τω μεταξύ, οι εμπορικές διαπραγματεύσεις ΗΠΑ-Καναδά συνάντησαν εμπόδια όταν η Οττάβα ανακοίνωσε την επιβολή φόρου ψηφιακών υπηρεσιών ο οποίος θα επηρέαζε τις αμερικανικές τεχνολογικές εταιρείες.

Ο φόρος, ύψους 3% στα έσοδα που προέρχονται από την παροχή ψηφιακών υπηρεσιών σε Καναδούς χρήστες, επρόκειτο να τεθεί σε ισχύ τη Δευτέρα και θα έπληττε εταιρείες όπως η Amazon, η Google και η Airbnb.

Σε ανάρτησή του στο Truth Social, στις 27 Ιουνίου, ο Τραμπ χαρακτήρισε τον φόρο απευθείας και κατάφωρη επίθεση κατά των ΗΠΑ και ανακοίνωσε την αναστολή όλων των διαπραγματεύσεων με τον Καναδά.

Μετά τις απειλές Τραμπ, ο Καναδάς απέσυρε τη φορολόγηση των ψηφιακών υπηρεσιών, ώστε να μην παγώσουν οι εμπορικές συνομιλίες με τις Ηνωμένες Πολιτείες.

Με πληροφορίες από το Reuters

Ο Τραμπ διαψεύδει δημοσιεύματα για προσφορά 30 δισ. δολαρίων στο Ιράν για μη στρατιωτικό πυρηνικό πρόγραμμα

Ο πρόεδρος των ΗΠΑ, Ντόναλντ Τραμπ, διέψευσε αμερικανικά δημοσιεύματα που ανέφεραν πως η Ουάσιγκτον εξετάζει το ενδεχόμενο να προσφέρει οικονομικά κίνητρα στην Τεχεράνη.

Σε ανάρτησή του στις 27 Ιουνίου στην πλατφόρμα Truth Social, ο Τραμπ απάντησε σε ισχυρισμούς ότι η κυβέρνηση εξετάζει να διαθέσει στο ιρανικό καθεστώς το ποσό των 30 δισ. δολαρίων για την ανάπτυξη ενός πολιτικού πυρηνικού προγράμματος.

«Δεν έχω ακούσει ποτέ αυτή τη γελοία ιδέα. Πρόκειται για ακόμη μια απάτη των ψευδών ειδήσεων με σκοπό τη δυσφήμηση», δήλωσε χαρακτηριστικά ο Τραμπ.

Η δήλωση ήρθε εν μέσω έντασης μεταξύ Ισραήλ και Ιράν, που κλιμακώθηκε μετά από σημαντικό αμερικανικό πλήγμα σε ιρανικές πυρηνικές εγκαταστάσεις στις 21-22 Ιουνίου. Νωρίτερα, ο Τραμπ είχε επικρίνει τον Ιρανό ανώτατο ηγέτη, αγιατολάχ Αλί Χαμενεΐ, για τους θριαμβευτικούς ισχυρισμούς του περί νίκης κατά του Ισραήλ στη συνεχιζόμενη σύγκρουση.

«Γιατί ο αυτοαποκαλούμενος ανώτατος ηγέτης, αγιατολάχ Αλί Χαμενεΐ, μιας χώρας που μαστίζεται από τον πόλεμο, να δηλώνει τόσο προκλητικά και ανόητα ότι νίκησε το Ισραήλ, ενώ γνωρίζει ότι είναι ψέμα; Δεν είναι έτσι», ανέφερε ο Τραμπ σε νέα ανάρτησή του στις 27 Ιουνίου.

«Ως άνθρωπος της πίστης, δεν θα έπρεπε να ψεύδεται. Η χώρα του καταστράφηκε, οι τρεις διαβολικές πυρηνικές του εγκαταστάσεις ισοπεδώθηκαν και γνώριζα ακριβώς πού είχε βρει καταφύγιο· δεν θα επέτρεπα στο Ισραήλ ή στις ένοπλες δυνάμεις των ΗΠΑ —τις καλύτερες και ισχυρότερες του κόσμου— να του αφαιρέσουν τη ζωή. Τον έσωσα από έναν πολύ άσχημο και ντροπιαστικό θάνατο».

Πριν από τους βομβαρδισμούς, ο Χαμενεΐ φέρεται να είχε καταφύγει σε υπόγειο καταφύγιο. Ο Τραμπ είχε ήδη τονίσει σε ανάρτησή του στις 17 Ιουνίου ότι γνώριζε την τοποθεσία του Χαμενεΐ, σημειώνοντας: «Είναι εύκολος στόχος, αλλά εκεί είναι ασφαλής. Δεν πρόκειται να τον εξοντώσουμε, τουλάχιστον όχι προς το παρόν».

Μετά την εκεχειρία, ο Χαμενεΐ εμφανίστηκε δημοσίως, εκφωνώντας ομιλία στην οποία διακήρυξε τη νίκη του Ιράν.

«Η Ισλαμική Δημοκρατία χαστούκισε την Αμερική στο πρόσωπο. Εξαπέλυσε επίθεση σε μια από τις σημαντικότερες αμερικανικές βάσεις στην περιοχή», ανέφερε ο Χαμενεΐ, αναφερόμενος σε πυραυλική επίθεση εναντίον αμερικανικών βάσεων στη Ντόχα του Κατάρ.

Υπογράμμισε, ακόμη, ότι οι ΗΠΑ δεν πέτυχαν καμία ουσιαστική επιτυχία μετά τα χτυπήματα στις πυρηνικές εγκαταστάσεις, αφήνοντας να εννοηθεί πως οι ενέργειες του Τραμπ ήταν εντυπωσιασμοί χωρίς αντίκρισμα.

Αναφορικά με οποιοδήποτε μελλοντικό στρατιωτικό πλήγμα κατά του Ιράν, ο Τραμπ εμφανίστηκε βέβαιος: «Φυσικά, χωρίς καμία αμφιβολία. Δεν νομίζω πως θα επιστρέψουν σύντομα σε πυρηνικά σχέδια. Ξόδεψαν πάνω από ένα τρισεκατομμύριο δολάρια σε πυρηνικά και δεν κατάφεραν τίποτα —τίποτα δεν μεταφέρθηκε από τον χώρο», δήλωσε σε συνέντευξη Τύπου στον Λευκό Οίκο στις 27 Ιουνίου.

Με την συμβολή του Reuters

Γερμανία: Αντιμέτωπο με απαγόρευση το DeepSeek λόγω παράνομης μεταφοράς δεδομένων στην Κίνα

Η υπηρεσία τεχνητής νοημοσύνης DeepSeek βρίσκεται πλέον αντιμέτωπη με ενδεχόμενο αποκλεισμό από τη γερμανική αγορά, καθώς ανεξάρτητη έρευνα κατέληξε ότι η εφαρμογή χρησιμοποιείται ως εργαλείο προώθησης της προπαγάνδας του Κομμουνιστικού Κόμματος Κίνας (ΚΚΚ).

Η Επίτροπος Προστασίας Δεδομένων του Βερολίνου, Μέικε Καμπ, ζήτησε από τα καταστήματα εφαρμογών της Google και της Apple να αφαιρέσουν την εφαρμογή από τις πλατφόρμες τους στη Γερμανία. Όπως δήλωσε σε δελτίο Τύπου στις 27 Ιουνίου, η υπηρεσία παραβιάζει τη νομοθεσία της Ευρωπαϊκής Ένωσης για την προστασία των προσωπικών δεδομένων.

Σύμφωνα με την πολιτική απορρήτου του DeepSeek, η εφαρμογή συλλέγει προσωπικά δεδομένα χρηστών, καθώς και πληροφορίες για τη συσκευή και το δίκτυο, τα οποία διαβιβάζονται στην Κίνα για επεξεργασία. Όπως αναφέρεται χαρακτηριστικά στην πολιτική: «Προκειμένου να σας παρέχουμε τις υπηρεσίες μας, συλλέγουμε, επεξεργαζόμαστε και αποθηκεύουμε τα προσωπικά σας δεδομένα απευθείας στη Λαϊκή Δημοκρατία της Κίνας», επισημαίνοντας ότι οι διακομιστές της βρίσκονται εντός της κινεζικής επικράτειας.

Η Καμπ υπογράμμισε ότι η μεταφορά δεδομένων χρηστών στην Κίνα από την εν λόγω υπηρεσία είναι παράνομη και ανέφερε πως το DeepSeek δεν κατόρθωσε να προσκομίσει επαρκή αποδεικτικά στοιχεία που να αποδεικνύουν ότι τα δεδομένα των Γερμανών χρηστών προστατεύονται στην Κίνα με τρόπο αντίστοιχο με τα ευρωπαϊκά πρότυπα. Όπως τόνισε, οι κινεζικές αρχές διαθέτουν ευρείες εξουσίες πρόσβασης στα προσωπικά δεδομένα που τηρούνται από κινεζικές εταιρείες.

Επιπλέον, παρατήρησε ότι οι χρήστες της εφαρμογής εντός Κίνας δεν διαθέτουν έννομα δικαιώματα και αποτελεσματικά ένδικα μέσα, όπως προβλέπεται στην ΕΕ. Η επίτροπος δήλωσε πως, έχοντας διαπιστώσει τις παραβάσεις, ενημέρωσε τις εταιρείες Google και Apple και αναμένει την άμεση αξιολόγηση του αιτήματος αποκλεισμού της εφαρμογής.

Η Καμπ επεσήμανε επίσης ότι το DeepSeek παραβιάζει το Άρθρο 46(1) του Γενικού Κανονισμού για την Προστασία Δεδομένων (GDPR), το οποίο επιτρέπει τη μεταφορά δεδομένων εκτός ΕΕ μόνο εφόσον παρέχονται κατάλληλες εγγυήσεις και διασφαλίζονται τα δικαιώματα των υποκειμένων των δεδομένων.

Μετά τη διαπίστωση της παραβίασης, το DeepSeek κλήθηκε στις 6 Μαΐου να αποσύρει οικειοθελώς την εφαρμογή από τα καταστήματα εφαρμογών στη Γερμανία. Καθώς η εταιρεία δεν συμμορφώθηκε, η Επίτροπος χαρακτήρισε πλέον την εφαρμογή «παράνομο περιεχόμενο» βάσει του Κανονισμού για τις Ψηφιακές Υπηρεσίες και εξέδωσε εντολή προς τις Google και Apple για την απομάκρυνσή της στις 27 Ιουνίου.

Η εφημερίδα The Epoch Times επικοινώνησε με το DeepSeek σχετικά με τις δηλώσεις της Επιτρόπου, χωρίς να λάβει απάντηση μέχρι τη δημοσίευση.

Το DeepSeek είχε προκαλέσει αίσθηση στον τομέα της τεχνητής νοημοσύνης φέτος, όταν ανακοίνωσε ότι μπορούσε να επιτυγχάνει αποτελέσματα αντίστοιχα του ChatGPT, χρησιμοποιώντας σημαντικά λιγότερους πόρους. Οι ανακοινώσεις προκάλεσαν αναταραχή στην αγορά, επηρεάζοντας τις μετοχές εταιρειών όπως η Nvidia, πριν αυτές ανακάμψουν πλήρως.

Έκτοτε, αποκαλύφθηκε ότι το DeepSeek λειτουργεί ως εργαλείο του ΚΚΚ, ενώ οι ισχυρισμοί της για απόδοση κρίθηκαν αβάσιμοι. Η εφαρμογή έχει ήδη απαγορευτεί σε αρκετές χώρες, καθώς και σε πολιτείες των ΗΠΑ.

Σχετικά με την Nvidia, η εταιρεία ανέκτησε την αξία της και η μετοχή της καταγράφει πλέον αυξητική πορεία.

Απαγορεύσεις και διεθνείς ανησυχίες

Το DeepSeek έχει τεθεί υπό αυστηρή επιτήρηση τόσο στις Ηνωμένες Πολιτείες όσο και στην Ευρώπη για ζητήματα που αφορούν την ασφάλεια των προσωπικών δεδομένων.

Η Ιταλία προχώρησε ήδη στον αποκλεισμό της εφαρμογής από τα καταστήματα εφαρμογών, επικαλούμενη έλλειψη διαφάνειας για τη χρήση των προσωπικών δεδομένων, ενώ η Ολλανδία την έχει απαγορεύσει σε κρατικές συσκευές. Το Βέλγιο, από την πλευρά του, έχει συστήσει στους δημόσιους λειτουργούς να μην τη χρησιμοποιούν, ενώ — όπως ανέφερε κυβερνητικός εκπρόσωπος — βρίσκονται σε εξέλιξη περαιτέρω αξιολογήσεις.

Τον Φεβρουάριο, η ισπανική οργάνωση καταναλωτών OCU ζήτησε από την εθνική αρχή προστασίας δεδομένων να διερευνήσει πιθανές απειλές που θέτει το DeepSeek, χωρίς ωστόσο να έχει επιβληθεί ακόμη επίσημη απαγόρευση.

Η Νότια Κορέα έχει απαγορεύσει τη λήψη της εφαρμογής από νέους χρήστες, ενώ η Ινδία, η Αυστραλία και η Ταϊβάν — χώρες με ισχυρές βιομηχανίες ημιαγωγών — την έχουν αποκλείσει από όλες τις κρατικές συσκευές.

Η Εθνική Υπηρεσία Πληροφοριών της Νότιας Κορέας ανέφερε ότι, σε αντίθεση με άλλες πλατφόρμες τεχνητής νοημοσύνης, το DeepSeek έχει δυνατότητα μεταφοράς ιστορικού συνομιλιών, ενώ περιλαμβάνει λειτουργία συλλογής προτύπων πληκτρολόγησης που μπορεί να ταυτοποιήσει άτομα και να διαβιβάσει τα δεδομένα σε διακομιστές κινεζικών εταιρειών.

Στις Ηνωμένες Πολιτείες, οι πολιτείες της Νέας Υόρκης και του Τέξας έχουν απαγορεύσει τη χρήση της εφαρμογής σε κρατικά δίκτυα και συσκευές. Ο κυβερνήτης του Τέξας, Γκρεγκ Άμποτ, ανέφερε ότι το Τέξας δεν θα επιτρέψει στο ΚΚΚ να διεισδύσει στις κρίσιμες υποδομές της Πολιτείας μέσω εφαρμογών που συλλέγουν δεδομένα.

Ο Οικονομικός Επόπτης της Φλόριντα, Τζίμμυ Πατρώνης, απαγόρευσε την εφαρμογή στο υπουργείο Οικονομικών της Πολιτείας στις 20 Φεβρουαρίου. Τον Απρίλιο, το Κάνσας επιχείρησε να νομοθετήσει την απαγόρευσή της μέσω του Νομοσχεδίου 2313, το οποίο προβλέπει ότι κρατικοί φορείς πρέπει να αποκλείσουν πρόσβαση σε πλατφόρμες τεχνητής νοημοσύνης που ελέγχονται από χώρες όπως η Κίνα, η Κούβα, το Ιράν, η Βόρεια Κορέα, η Ρωσία και η Βενεζουέλα.

Έρευνα της Epoch Times στις αρχές του έτους κατέληξε ότι το DeepSeek περιλαμβάνει κώδικα ενσωματωμένης λογοκρισίας και προπαγάνδας του ΚΚΚ. Όπως επεσήμανε ο Ντάνιελ Κάστρο, αντιπρόεδρος του Information Technology and Innovation Foundation, οι κινεζικές εταιρείες υποχρεούνται να παραδίδουν πληροφορίες — συμπεριλαμβανομένων των δεδομένων πελατών — στο Πεκίνο, εφόσον τους ζητηθεί για λόγους «εθνικής ασφάλειας».

Σύμφωνα με τον ίδιο, η μεταφορά πληροφοριών σε μια τέτοια εταιρεία ισοδυναμεί με μεταφορά τους στο ίδιο το ΚΚΚ.

Τέλος, αυτό που διαφοροποιεί το DeepSeek από άλλες κινεζικές εφαρμογές είναι ότι διανέμεται υπό την ιδιαίτερα ελαστική άδεια χρήσης λογισμικού του Massachusetts Institute of Technology (MIT), γεγονός που ενθαρρύνει τη μαζική ενσωμάτωσή της από νεοφυείς επιχειρήσεις διεθνώς.

Με τη συμβολή των Andrew Thornebrooke και Eva Fu και πληροφορίες από το Reuters

Διαμάχη μεταξύ Apple και ΕΕ: Η ένσταση για τη συμβατότητα στο iOS

Η Apple κατέθεσε προσφυγή κατά της εντολής της Ευρωπαϊκής Ένωσης που απαιτεί να αυξήσει τη συμβατότητα των δημοφιλέστερων προϊόντων της με εκείνα ανταγωνιστικών εταιρειών.

Στις 30 Μαΐου, η Apple κατέθεσε επίσημη έφεση στο Γενικό Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης στο Λουξεμβούργο, αμφισβητώντας την απόφαση του Μαρτίου να διευρύνει τη διαλειτουργικότητα των συσκευών της με προϊόντα ανταγωνιστών.

Σε δήλωσή της προς τα μέσα ενημέρωσης, η εταιρεία σημείωσε: «Σχεδιάζουμε την τεχνολογία μας ώστε να λειτουργεί απρόσκοπτα, προσφέροντας τη μοναδική εμπειρία που αγαπούν και περιμένουν οι χρήστες μας. Οι απαιτήσεις διαλειτουργικότητας της ΕΕ απειλούν αυτό το θεμέλιο, δημιουργώντας παράλληλα μια διαδικασία παράλογη, δαπανηρή και ανασταλτική για την καινοτομία.»

Πρόσθεσε, επίσης, ότι «οι απαιτήσεις αυτές θα δώσουν σε εταιρείες που διψούν για δεδομένα πρόσβαση σε ευαίσθητες πληροφορίες, γεγονός που ενέχει τεράστιους κινδύνους για την ιδιωτικότητα και την ασφάλεια των χρηστών μας στην ΕΕ».

Η Apple δεν απάντησε άμεσα σε αίτημα για σχολιασμό από την Epoch Times. Η απόφαση του Μαρτίου, που εκδόθηκε από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή βάσει του Νόμου για τις Ψηφιακές Αγορές (DMA), επιβάλλει στην Apple να κάνει το λειτουργικό σύστημα iOS των φορητών συσκευών της πιο συμβατό με αντίστοιχα προϊόντα άλλων κατασκευαστών.

Αυτό περιλαμβάνει την υποχρέωση να διευκολύνει την πρόσβαση προγραμματιστών λογισμικού και εταιρειών κατασκευής συσκευών στο iOS, καθώς και να επιτρέπει την απεικόνιση ειδοποιήσεων του iOS σε φορητές συσκευές τρίτων, κάτι που μέχρι σήμερα ίσχυε μόνο για δικά της προϊόντα.

Σε περίπτωση μη συμμόρφωσης, η Apple μπορεί να βρεθεί αντιμέτωπη με έρευνα και στη συνέχεια με πρόστιμο που μπορεί να φτάσει έως και το 10% του ετήσιου παγκόσμιου κύκλου εργασιών της.

Η Επιτροπή ξεκίνησε τη σχετική εφαρμογή του DMA το 2023. Ο νόμος αυτός, που ψηφίστηκε το 2022, αποτελεί ένα εκτενές ρυθμιστικό πλαίσιο που αποσκοπεί στην αποτροπή καταχρήσεων δεσπόζουσας θέσης και στον περιορισμό εμποδίων εισόδου νέων ανταγωνιστών στην αγορά.

Ως ηγέτιδα εταιρεία, η Apple χαρακτηρίζεται από το DMA ως «θυροφύλακας», δηλαδή ελέγχει μεγάλες διαδικτυακές πλατφόρμες που λειτουργούν ως διαμεσολαβητές ανάμεσα σε επιχειρήσεις και χρήστες. Σύμφωνα με το σκεπτικό της Επιτροπής, εταιρείες όπως η Apple ασκούν υπέρμετρη επιρροή στον τρόπο πρόσβασης των επιχειρήσεων σε πελάτες.

Η Google (μέσω της μητρικής Alphabet), η Amazon, η Meta (μητρική του Facebook) και η Microsoft έχουν λάβει επίσης τον χαρακτηρισμό του «θυροφύλακα» από την ΕΕ. Η Apple, με έδρα το Κουπερτίνο της Καλιφόρνια, βρίσκεται εδώ και χρόνια στο στόχαστρο των ευρωπαϊκών ρυθμιστικών αρχών.

Ήδη από τον Μάρτιο του 2024, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή άνοιξε έρευνα εις βάρος της για μη συμμόρφωση με το DMA, με το αιτιολογικό πως το App Store της Apple δεν προσφέρει στους καταναλωτές επαρκή ελευθερία επιλογών.

Τον Απρίλιο, η Επιτροπή έκρινε ότι η Apple παραβίασε την υποχρέωση μη παρεμπόδισης εναλλακτικών προσφορών (anti-steering) που επιβάλλει ο DMA και επέβαλε πρόστιμο 500 εκατ. ευρώ.

Όπως ανέφερε σε σχετική ανακοίνωση στις 22 Απριλίου, οι προγραμματιστές που διανέμουν εφαρμογές μέσω του App Store θα πρέπει να έχουν τη δυνατότητα να ενημερώνουν τους καταναλωτές, χωρίς κόστος, για εναλλακτικές προσφορές εκτός του App Store, να τους κατευθύνουν σε αυτές και να τους επιτρέπουν να πραγματοποιούν αγορές, κάτι που, κατά την Επιτροπή, η Apple παραλείπει να πράττει.

Παρότι η Apple δεν έχει τοποθετηθεί επισήμως έναντι της απόφασης και του προστίμου, σε ανακοίνωση που εξέδωσε στις 29 Μαΐου ανέφερε πως το App Store διευκόλυνε χρεώσεις και πωλήσεις άνω των 400 δισ. δολαρίων για προγραμματιστές στις Ηνωμένες Πολιτείες το 2024. «Για πάνω από το 90% των χρεώσεων και πωλήσεων που διεκπεραιώνονται μέσω του App Store, οι προγραμματιστές δεν καταβάλλουν καμία προμήθεια στην Apple», αναφέρει η ανακοίνωση.

Η Nestlé αφαιρεί τα συνθετικά χρώματα από τα προϊόντα των ΗΠΑ

Η Nestle USA σχεδιάζει να αφαιρέσει πλήρως τα συνθετικά χρώματα από το χαρτοφυλάκιο τροφίμων και ποτών της στις Ηνωμένες Πολιτείες έως τα μέσα του επόμενου έτους, όπως ανακοίνωσε η εταιρεία σε δήλωσή της στις 25 Ιουνίου.

Την τελευταία δεκαετία, η Nestle έχει προχωρήσει στην απομάκρυνση συνθετικών χρωμάτων από τα προϊόντα της και εργάζεται για την εύρεση εναλλακτικών λύσεων στις συνταγές όπου αυτά εξακολουθούν να χρησιμοποιούνται. Σύμφωνα με την ίδια, πάνω από το 90% των προϊόντων που διανέμει σήμερα στις ΗΠΑ δεν περιέχουν τέτοιου είδους χρώματα.

Η πρωτοβουλία αυτή εντάσσεται στη δέσμευση της εταιρείας να προσφέρει στους καταναλωτές μια ποικιλία ποιοτικών και θρεπτικών τροφίμων και ποτών, που αντανακλούν τις σύγχρονες επιλογές και προτιμήσεις τους.

Συγκεκριμένα, η Nestle καταργεί τη χρήση των χρωστικών FD&C, δηλαδή τα επτά πρόσθετα χρώματος που έχουν εγκριθεί για τρόφιμα από τον Οργανισμό Τροφίμων και Φαρμάκων των ΗΠΑ (FDA). H ονομασία FD&C αναφέρεται στον Ομοσπονδιακό Νόμο Τροφίμων, Φαρμάκων και Καλλυντικών του 1938.

Εκτός από τη Nestle, η ConAgra Brands Incorporated—μία από τις σημαντικότερες εταιρείες επώνυμων τροφίμων στη Βόρεια Αμερική—ανακοίνωσε στις 25 Ιουνίου ότι θα ολοκληρώσει την αφαίρεση των χρωστικών ουσιών από τα κατεψυγμένα προϊόντα της στις ΗΠΑ μέχρι το τέλος του έτους. Δημοφιλή εμπορικά σήματα της ConAgra είναι μεταξύ άλλων τα Bird’s Eye, Healthy Choice και Marie Calendars.

«Η μετάβασή μας μακριά από τα χρώματα FD&C αποτελεί μόνο μία πτυχή της ευρύτερης στρατηγικής μας να εκσυγχρονίσουμε το χαρτοφυλάκιό μας ώστε να ανταποκρίνεται στις προτιμήσεις των καταναλωτών», δήλωσε ο διευθύνων σύμβουλος της ConAgra, Τομ ΜακΓκο.

Η εταιρεία ανακοίνωσε ότι δεν θα προσφέρει προϊόντα με χρώματα FD&C στα σχολεία πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης από την αρχή της σχολικής χρονιάς 2026-27 και δεσμεύεται να διακόψει πλήρως τη χρήση τους στο λιανικό της χαρτοφυλάκιο στις ΗΠΑ έως το τέλος του 2027.

Ο υπουργός Υγείας, Ρόμπερτ Κέννεντυ Τζούνιορ, χαιρέτισε με ανάρτησή του στην πλατφόρμα X στις 26 Ιουνίου την απόφαση των δύο εταιρειών, αναφέροντας: «Χαίρομαι που βλέπω περισσότερες εταιρείες όπως η Nestle και η ConAgra Brands να αναλαμβάνουν δράση για να αφαιρέσουν τα τεχνητά χρώματα από τα τρόφιμα. Προτρέπω και άλλες εταιρείες να ακολουθήσουν και να συμβάλουν στην αποκατάσταση της υγείας των Αμερικανών».

Επιπλέον, σημείωσε ότι οι αποφάσεις της Nestle και της ConAgra ακολουθούν την ανακοίνωση του Υπουργείου Υγείας και του FDA, στις 22 Απριλίου, σχετικά με τη σταδιακή απόσυρση χρωστικών ουσιών που προέρχονται από πετρέλαιο από την αμερικανική αγορά τροφίμων.

Σύμφωνα με μελέτη που δημοσιεύθηκε στις 24 Ιουνίου στο περιοδικό Journal of the Academy of Nutrition and Dietetics, ερευνητές διαπίστωσαν ότι συνθετικές χρωστικές υπήρχαν στο 19% των συσκευασμένων τροφίμων στις ΗΠΑ.

Περίπου ένα στα πέντε συσκευασμένα προϊόντα και ποτά που πωλούνται στις ΗΠΑ περιείχε χρώματα τροφίμων, αντιπροσωπεύοντας πωλήσεις άνω των 46 δισεκατομμυρίων δολαρίων το 2020.

Η δρ Ελίζαμπεθ Ντάνφορντ, επιστημονική συνεργάτις στο Ινστιτούτο George και επίκουρη καθηγήτρια στο Τμήμα Διατροφής του Πανεπιστημίου της Βόρειας Καρολίνας, σχολίασε: «Δεδομένης της συσσωρευμένης επιστημονικής τεκμηρίωσης τις τελευταίες τέσσερις δεκαετίες για τους κινδύνους των συνθετικών βαφών στην υγεία, είναι απογοητευτικό το γεγονός ότι συνεχίζουν να είναι τόσο διαδεδομένες στο διατροφικό μας σύστημα, ειδικά σε προϊόντα που απευθύνονται σε παιδιά».

Συνέχισε λέγοντας: «Τα υψηλά επίπεδα ζάχαρης σε αυτά τα έντονα χρωματισμένα προϊόντα δείχνουν ότι οι εταιρείες χρησιμοποιούν συνθετικές βαφές για να προωθήσουν γλυκά τρόφιμα και ποτά, με τα δύο συστατικά να συνδέονται με αρνητικές επιπτώσεις στην υγεία».

Ο FDA έχει ξεκινήσει διαδικασία ανάκλησης της έγκρισης για δύο χρωστικές τροφίμων—το citrus red number two και το orange B—και έχει ζητήσει από τις εταιρείες να αποσύρουν το FD&C red number three νωρίτερα από το προηγούμενο χρονοδιάγραμμα 2027-28. Ο Οργανισμός συνεργάζεται επίσης με τη βιομηχανία για την εξάλειψη έξι συνθετικών χρωμάτων από την αγορά μέχρι το τέλος του 2026.

Όπως είχε αναφέρει τότε ο Κέννεντυ: «Για υπερβολικά μεγάλο χρονικό διάστημα, ορισμένοι παραγωγοί τροφίμων τάιζαν τους Αμερικανούς με χημικά προερχόμενα από πετρέλαιο, εν αγνοία ή χωρίς τη συναίνεσή τους. Αυτές οι τοξικές ενώσεις δεν προσφέρουν καμία διατροφική αξία και ενέχουν πραγματικούς, μετρήσιμους κινδύνους για την υγεία και την ανάπτυξη των παιδιών μας. Αυτή η εποχή τελειώνει. Επαναφέρουμε την επιστημονική τεκμηρίωση, εφαρμόζουμε κοινή λογική και αρχίζουμε να ανακτούμε την εμπιστοσύνη του κοινού. Και το πετυχαίνουμε σε συνεργασία με τη βιομηχανία, απομακρύνοντας τις τοξικές βαφές από τα τρόφιμα που καταναλώνουν καθημερινά οι οικογένειές μας».

Επιπλέον, και άλλες εταιρείες τροφίμων έχουν ανακοινώσει πρόσφατα την αφαίρεση των συνθετικών χρωμάτων από τα προϊόντα τους. Στις αρχές του μήνα, η Sam’s Club γνωστοποίησε ότι έως το τέλος του έτους θα εξαλείψει πάνω από 40 συστατικά—μεταξύ αυτών και τα τεχνητά χρώματα—από τα προϊόντα ιδιωτικής ετικέτας Member’s Mark. Στις 17 Ιουνίου, και η Kraft Heinz ανακοίνωσε πως προτίθεται να αποσύρει τα τεχνητά χρώματα από το χαρτοφυλάκιό της μέχρι το τέλος του 2027.