Τρίτη, 01 Ιούλ, 2025

Κομισιόν: Κατηγορίες κατά της Shein για παραπλανητικές εμπορικές πρακτικές

Σε παραβίαση της ευρωπαϊκής νομοθεσίας για την προστασία των καταναλωτών φέρεται να προχώρησε η δημοφιλής πλατφόρμα ηλεκτρονικού εμπορίου Shein, σύμφωνα με τα αποτελέσματα έρευνας της Ευρωπαϊκής Επιτροπής και των εθνικών αρχών καταναλωτή. Η Κομισιόν σε ανακοινώσή της κάνει λόγο για «σειρά πρακτικών που αντίκεινται στη νομοθεσία της ΕΕ» από πλευράς της εταιρείας.

Όπως διαπιστώθηκε, η Shein προσέφερε παραπλανητικές εκπτώσεις προωθώντας μειωμένες τιμές που δεν βασίζονταν στην πραγματική προ έκπτωσης τιμή των προϊόντων. Επιπλέον, χρησιμοποιούσε πιεστικές τακτικές, όπως τεχνητά χρονικά όρια για αγορές, με στόχο να ωθήσει τους καταναλωτές να ολοκληρώσουν άμεσα τις παραγγελίες τους.

Η Κομισιόν επισημαίνει ακόμη ότι η Shein παρείχε ελλιπή και ανακριβή πληροφόρηση όσον αφορά τα δικαιώματα επιστροφής προϊόντων και επιστροφής χρημάτων, ενώ σε πολλές περιπτώσεις δεν επεξεργαζόταν δεόντως τις σχετικές αιτήσεις των καταναλωτών, κατά παράβαση των ισχυουσών διατάξεων.

Παράλληλα, η εταιρεία φέρεται να διαφήμιζε ψευδώς ή παραπλανητικά τα υποτιθέμενα οφέλη βιωσιμότητας των προϊόντων της, ενώ όσον αφορά την εξυπηρέτηση πελατών, φρόντιζε να δυσχεραίνει την επαφή με τους καταναλωτές αποκρύπτοντας τα στοιχεία επικοινωνίας της.

Η έρευνα έγινε σε συνεργασία με το Ευρωπαϊκό Δίκτυο Συνεργασίας για την Προστασία των Καταναλωτών (CPC), με πρωτοβουλία των αρχών της Ολλανδίας, της Γαλλίας, του Βελγίου και της Ιρλανδίας.

«Η Shein έχει πλέον διορία ενός μήνα να απαντήσει στα ευρήματα του Δικτύου CPC και να προτείνει συγκεκριμένες δεσμεύσεις για την αντιμετώπιση των προβλημάτων που εντοπίστηκαν. Εφόσον κριθεί σκόπιμο, ενδέχεται να ξεκινήσει διάλογος μεταξύ των δύο πλευρών», επισημαίνει η Κομισιόν.

Αν η εταιρεία δεν συμμορφωθεί με τις απαιτήσεις και δεν δώσει τις αναγκαίες εγγυήσεις, οι εθνικές αρχές μπορούν να λάβουν μέτρα επιβολής, μεταξύ των οποίων και την επιβολή προστίμων που υπολογίζονται βάσει του τζίρου της Shein στα κράτη μέλη της ΕΕ.

Η Shein, με έδρα τη Σιγκαπούρη και ιδρυτή τον Κινέζο δισεκατομμυριούχο Σκάι Χου, δραστηριοποιείται παγκοσμίως διαθέτοντας φθηνά προϊόντα μόδας απευθείας από την Κίνα στους καταναλωτές. Η εταιρεία δεν απάντησε σε σχετικό αίτημα για σχόλιο.

Τον περασμένο Φεβρουάριο, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή είχε ζητήσει επιπλέον στοιχεία και εσωτερικά έγγραφα από τη Shein σχετικά με την παρουσία παράνομου περιεχομένου ή προϊόντων στην πλατφόρμα, καθώς και πληροφορίες για την προστασία των προσωπικών δεδομένων των χρηστών.

Ανάλογη περίπτωση σημειώθηκε πέρυσι με την Temu, μια ακόμη ηλεκτρονική αγορά φθηνών κινεζικών προϊόντων, η οποία βρέθηκε να παραβιάζει την ευρωπαϊκή νομοθεσία για τις εκπτώσεις, τις κριτικές προϊόντων και τις επιθετικές μεθόδους πώλησης.

Αντιδράσεις για τα ανθρώπινα δικαιώματα και τις εφοδιαστικές αλυσίδες

Σε άρθρο γνώμης στις 29 Απριλίου, ο αναλυτής Άντερς Κορ της Epoch Times και της Corr Analytics Inc., πρότεινε τη μεταφορά της εφοδιαστικής αλυσίδας της Shein εκτός Κίνας ώστε να διασφαλισθούν τα συμφέροντα των δημοκρατιών. Ο Κορ τόνισε ότι η Shein έχει κατηγορηθεί για χρήση καταναγκαστικής εργασίας στην Κίνα, εκβιαστικές πρακτικές κατά προμηθευτών και για ξέπλυμα χρήματος, ενώ η προσπάθειά της να εισαχθεί στο χρηματιστήριο των ΗΠΑ απορρίφθηκε το προηγούμενο έτος.

«Οι αλυσίδες παραγωγής της Shein πρέπει να αποσυνδεθούν πλήρως από την Κίνα, πριν προχωρήσει σε διεθνή χρηματιστηριακή εισαγωγή. Η παραγωγή οφείλει να μεταφερθεί όχι μόνο εκτός Κίνας, αλλά και από οποιαδήποτε αυταρχική χώρα όπως το Βιετνάμ», τόνισε χαρακτηριστικά. «Διαφορετικά, οι διεθνείς επενδυτές θα εξακολουθούν να επενδύουν σε αυταρχικά καθεστώτα. Ήρθε η ώρα οι δημοκρατίες να χρησιμοποιήσουν τη δύναμη του καταναλωτικού τους κοινού υπέρ του καλού και όχι μόνο για το πιο φθηνό fast fashion».

Στις 22 Αυγούστου 2024, η Shein δημοσίευσε την ετήσια έκθεση βιωσιμότητας για το 2023, επιβεβαιώνοντας δύο περιπτώσεις παιδικής εργασίας στην αλυσίδα προμηθευτών της. Παιδική εργασία νοείται η απασχόληση ατόμων κάτω των 15 ετών ή κάτω από το νομικό όριο εργασίας κάθε χώρας. Η εταιρεία ανέφερε ότι διέκοψε προσωρινά τη συνεργασία με τους συγκεκριμένους υπεργολάβους και την επανέλαβε μόνο αφότου ελήφθησαν μέτρα διόρθωσης.

«Οι ασυνεπείς προμηθευτές έλαβαν διορία 30 ημερών να επιλύσουν τα ζητήματα», τονίζεται στην έκθεση. «Και στις δύο περιπτώσεις η επίλυση ήταν ταχεία, με μέτρα όπως η διακοπή συμβάσεων με ανήλικους, εξόφληση οφειλόμενων μισθών, ιατρικές εξετάσεις και επιστροφή των παιδιών στους γονείς ή κηδεμόνες τους».

Η Shein έχει δεχθεί πλήγμα και από την εμπορική πολιτική των ΗΠΑ κι ειδικά από τους τελωνειακούς δασμούς κατά των κινεζικών προϊόντων. Τον Απρίλιο, ο πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ υπέγραψε διάταγμα κατάργησης της φοροαπαλλαγής («de minimis») για πακέτα αξίας έως 800 δολάρια που απευθύνονται σε ΗΠΑ, επιβάλλοντας από 2 Μαΐου δασμό 120% ακόμη και στα φθηνότερα δέματα.

Λίγο πριν τεθεί σε ισχύ ο νέος δασμός, η Shein ενημέρωσε τους Αμερικανούς καταναλωτές για επερχόμενες αυξήσεις τιμών από τις 25 Απριλίου.

Στις 12 Μαΐου, ΗΠΑ και Κίνα συμφώνησαν σε προσωρινή μείωση των αμοιβαίων δασμών, με την κυβέρνηση Τραμπ να μειώνει τον σχετικό συντελεστή για τα φθηνότερα πακέτα στο 54%. Δύο ημέρες μετά, η Shein προχώρησε σε νέα μείωση τιμών για τους Αμερικανούς πελάτες της, ανακοινώνοντας σχετική ειδοποίηση.

Η υπόθεση της Shein αναδεικνύει τις προκλήσεις που καλείται να αντιμετωπίσει η διεθνής αγορά ηλεκτρονικού εμπορίου τόσο σε ζητήματα κατανάλωσης όσο και σε καίρια θέματα κοινωνικής ευθύνης

Αυστηρότεροι περιορισμοί στη δημοσιογραφική πρόσβαση του Πενταγώνου

Ο υπουργός Άμυνας των Ηνωμένων Πολιτειών, Πιτ Χέγκσεθ, προχώρησε στην επιβολή νέων αυστηρών περιορισμών όσον αφορά τη δημοσιογραφική πρόσβαση στο Πεντάγωνο, με στόχο την καλύτερη προστασία ευαίσθητων πληροφοριών, σύμφωνα με σχετική εγκύκλιο του υπουργείου Άμυνας που εκδόθηκε στις 23 Μαΐου.

Όπως τονίζεται στο έγγραφο, πρώτη προτεραιότητα του αμερικανικού Πενταγώνου παραμένει η εθνική ασφάλεια, η διασφάλιση διαβαθμισμένων πληροφοριών αλλά και η προστασία ευαίσθητων, μη διαβαθμισμένων στοιχείων που κρίνονται κρίσιμα για την επιχειρησιακή ασφάλεια.

«Παρότι το Υπουργείο παραμένει προσηλωμένο στη διαφάνεια, έχει ταυτόχρονα την υποχρέωση να προστατεύει διαβαθμισμένες και ευαίσθητες πληροφορίες — των οποίων η μη εξουσιοδοτημένη διαρροή θα μπορούσε να θέσει σε κίνδυνο ζωές Αμερικανών στρατιωτικών», σημειώνεται στην εγκύκλιο.

Με βάση τα νέα μέτρα, ο υπουργός Άμυνας καθιερώνει πρόσθετα επίπεδα ελέγχου για τους εκπροσώπους των ΜΜΕ που διαθέτουν ειδική κάρτα πρόσβασης στις εγκαταστάσεις του Πενταγώνου. Οι κανονισμοί αυτοί τίθενται σε ισχύ άμεσα.

Συγκεκριμένα, στους δημοσιογράφους απαγορεύεται πλέον η είσοδος σε γραφεία του υπουργού Άμυνας και του Κοινού Επιτελείου, χωρίς προηγούμενη έγκριση και επίσημη συνοδεία αρμόδιου προσωπικού. Επιπλέον, δεν τους επιτρέπεται η πρόσβαση στο Αθλητικό Κέντρο του Πενταγώνου.

Ανεξέλεγκτη, μη συνοδευόμενη πρόσβαση θα διατηρείται μόνο σε ορισμένους προκαθορισμένους χώρους.

Σε περιπτώσεις όπου δημοσιογράφος χρειάζεται να μεταβεί σε άλλα γραφεία ή περιοχές εντός του Πενταγώνου για συνεντεύξεις ή άλλες επαγγελματικές υποχρεώσεις, απαιτείται πλέον η υποχρεωτική συνοδεία από αρμόδιο υπάλληλο του Υπουργείου Άμυνας.

Επιπλέον, όλοι οι διαπιστευμένοι δημοσιογράφοι θα υποχρεώνονται να ολοκληρώσουν επικαιροποιημένο ενημερωτικό πρόγραμμα τις επόμενες εβδομάδες, σχετικά με τις ευθύνες τους όσον αφορά την προστασία ευαίσθητων και διαβαθμισμένων πληροφοριών.

Προβλέπεται επίσης η χορήγηση ανανεωμένης κάρτας πρόσβασης τύπου PFAC με εμφανέστερη σήμανση «PRESS», ενώ παράλληλα αυστηροποιούνται οι διαδικασίες έκδοσης και ελέγχου των διαπιστεύσεων.

Σε περίπτωση παράβασης των νέων κανονισμών, η εγκύκλιος προειδοποιεί για αυστηρότερα περιοριστικά μέτρα και ενδεχόμενη ανάκληση της διαπίστευσης.

Η Ένωση Ανταποκριτών του Πενταγώνου, που εκπροσωπεί τους διαπιστευμένους δημοσιογράφους στον χώρο της αμερικανικής άμυνας, έκανε λόγο για «ευθεία επίθεση κατά της ελευθεροτυπίας».

«Επικαλούνται θέματα επιχειρησιακής ασφάλειας, όμως η παρουσία δημοσιογράφων σε μη διαβαθμισμένους χώρους του Πενταγώνου αποτελεί παράδοση δεκαετιών, ανεξαρτήτως κυβέρνησης, ακόμη και μετά τα γεγονότα της 11ης Σεπτεμβρίου 2001, χωρίς να τεθεί ποτέ θέμα κινδύνου για την ασφάλεια από το Υπουργείο», υπογραμμίζει σε σχετική ανακοίνωση η Ένωση.

Ο κύριος εκπρόσωπος του Πενταγώνου, Σον Παρνέλ, επικρότησε τα νέα μέτρα με ανάρτησή του στα κοινωνικά δίκτυα. «Έως τώρα, οι δημοσιογράφοι μπορούσαν να κινούνται ανεξέλεγκτα σε όλο το Πεντάγωνο», ανέφερε. Οι αλλαγές ήταν «αναγκαίες και πρακτικές για να διασφαλιστεί η επιχειρησιακή ασφάλεια και να υπάρξει εναρμόνιση με τα υπόλοιπα κυβερνητικά κτίρια.»

Σε αντίστοιχες κινήσεις είχε προχωρήσει και ο Λευκός Οίκος ήδη από τον Φεβρουάριο, περιορίζοντας την πρόσβαση του Associated Press στο Οβάλ Γραφείο και το Air Force One, επικαλούμενος διαφωνίες για τον τρόπο αναφοράς του ειδησεογραφικού οργανισμού στην ονομασία του Κόλπου του Μεξικού, ο οποίος έχει επισήμως μετονομαστεί σε Κόλπο της Αμερικής.

«Το Associated Press συνεχίζει να αγνοεί τη νόμιμη μετονομασία του Κόλπου της Αμερικής», δήλωσε τότε ο αναπληρωτής επιτελάρχης του Λευκού Οίκου, Τέιλορ Μπουντόβιτς, μέσω ανάρτησης στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης.

Η προστασία των κυβερνητικών πληροφοριών

Τα νέα περιοριστικά μέτρα στο Πεντάγωνο αποτελούν μέρος μιας ευρύτερης στρατηγικής της κυβέρνησης Τραμπ για την ενίσχυση της ασφάλειας κρατικών μυστικών και την αποτροπή διαρροών.

Ήδη από τις 25 Απριλίου, η υπουργός Δικαιοσύνης, Πάμ Μπόντι, εξέδωσε εγκύκλιο που διευκολύνει την απόκτηση πληροφοριών από δημοσιογραφικούς οργανισμούς σε περιπτώσεις διαρροής κρατικών εγγράφων.

«Η διασφάλιση διαβαθμισμένων και ευαίσθητων πληροφοριών είναι ουσιώδης για τη λειτουργία της κυβέρνησης και την επιβολή του νόμου», τόνιζε η εγκύκλιος. «Οι συνειδητές διαρροές κυβερνητικών δεδομένων στους δημοσιογράφους υπονομεύουν την αποστολή του Υπουργείου Δικαιοσύνης και θέτουν σε αμφισβήτηση το κράτος δικαίου, τα πολιτικά δικαιώματα και την ασφάλεια της χώρας. Η πρακτική αυτή είναι παράνομη και απαράδεκτη και πρέπει να λήξει.»

Στο πλαίσιο αυτό, ακυρώθηκαν σχετικές πολιτικές του πρώην υπουργού Μέρικ Γκάρλαντ που απαγόρευαν στο Υπουργείο να ζητεί ή να απαιτεί καταθέσεις και στοιχεία από δημοσιογράφους κατά τη διερεύνηση παράνομων διαρροών.

Πλέον, οι δημοσιογραφικές οργανώσεις είναι υποχρεωμένες να συμμορφώνονται με κλητεύσεις του Υπουργείου Δικαιοσύνης, το οποίο μπορεί να προσφεύγει στα δικαστήρια ζητώντας κατάθεση ή παράδοση στοιχείων και μαρτυριών.

Παράλληλα, στέλεχος του Υπουργείου Άμυνας αποκάλυψε στις 18 Απριλίου ότι τρεις αξιωματούχοι του Πενταγώνου έχουν τεθεί σε διαθεσιμότητα, στο πλαίσιο έρευνας για διαρροή πληροφοριών – μεταξύ αυτών, σύμβουλος του υπουργού Άμυνας.

Με πληροφορίες από το πρακτορείο Reuters

 

ΗΠΑ: Επιτάχυνση αδειοδότησης ορυχείου ουρανίου για κάλυψη επείγουσων ενεργειακών αναγκών

Σε μια κίνηση μείζονος σημασίας για την ενεργειακή ασφάλεια των ΗΠΑ, το υπουργείο Εσωτερικών ανακοίνωσε στις 12 Μαΐου την επίσπευση της περιβαλλοντικής αξιολόγησης για το ορυχείο Velvet-Wood στην Πολιτεία της Γιούτα, ως μέρος της διαχείρισης της τρέχουσας εθνικής ενεργειακής κρίσης.

Το έργο, εφόσον λάβει τελικώς την έγκριση, θα εξορύξει ουράνιο — καύσιμο για τους πυρηνικούς αντιδραστήρες αλλά και βασικό στοιχείο για την παραγωγή τρίτιου που χρησιμοποιείται στα πυρηνικά όπλα — καθώς και βάνδιο, το οποίο αξιοποιείται κυρίως στη χαλυβουργία και στα αεροπορικά κράματα τιτανίου.

Η επιθετική επιτάχυνση της αδειοδοτικής διαδικασίας προβλέπει, σύμφωνα με το υπουργείο, ότι ο Οργανισμός Διαχείρισης Γης (BLM) θα έχει ολοκληρώσει την περιβαλλοντική εξέταση εντός μόλις 14 ημερών —ένα χρονοδιάγραμμα που χαρακτηρίζεται από το Υπουργείο ως κομβικό για την άμεση κάλυψη των πιεστικών ενεργειακών αναγκών και την ενίσχυση της εθνικής ασφάλειας.

Τα στοιχεία καταδεικνύουν ότι οι ΗΠΑ εξαρτώνται σε «επικίνδυνο βαθμό» από εισαγωγές για την κάλυψη της ζήτησης τόσο σε ουράνιο όσο και σε βάνδιο. Το 2023, το 99% της ποσότητας ουρανίου που καταναλώθηκε από τους αμερικανικούς πυρηνικούς σταθμούς ήταν εισαγόμενο —σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία της Υπηρεσίας Πληροφοριών Ενέργειας (ΕΙΑ). Μετά τη δεκαετία του ’80, ο τερματισμός κινήτρων και προνομιακών εμπορικών πολιτικών είχε ως αποτέλεσμα κατακόρυφη μείωση της εγχώριας παραγωγής: Από 43,7 εκατομμύρια λίβρες ουρανίου το 1980, μόλις 174.000 λίβρες παρήχθησαν το 2019. Παρομοίως, σχεδόν το ήμισυ της ζήτησης σε βάνδιο καλύφθηκε πέρυσι από εισαγωγές.

Η έλλειψη εγχώριας παραγωγής αποτελεί κρίσιμο πρόβλημα ασφαλείας: Οι ΗΠΑ στηρίζονται σε ανταγωνιστικές χώρες για βασικές πρώτες ύλες. Πέρυσι, πυρηνικές μονάδες στις ΗΠΑ αγόρασαν ουράνιο από εταιρείες που εδρεύουν στη Ρωσία, ενώ Ρωσία και Κίνα ελέγχουν μεγάλο μέρος των παγκόσμιων εξαγωγών βανδίου.

Το αμερικανικό υπουργείο Εσωτερικών εξηγεί ότι η επίσπευση της περιβαλλοντικής αδειοδότησης βασίζεται σε εθνικό διάγγελμα έκτακτης ανάγκης που υπέγραψε ο πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ στις 20 Ιανουαρίου. Στο διάγγελμα επισημάνθηκε πως η ανεπάρκεια αξιοποίησης εγχώριων ενεργειακών πόρων καθιστά τη χώρα «ευάλωτη απέναντι σε εχθρικές δυνάμεις» και συνιστά απειλή για την εθνική ασφάλεια.

Ο υπουργός Εσωτερικών, Νταγκ Μπέργκαμ, δήλωσε σχετικά: «Η Αμερική αντιμετωπίζει μια ανησυχητική ενεργειακή κρίση εξαιτίας των ακραίων πολιτικών της προηγούμενης κυβέρνησης για το κλίμα. Ο πρόεδρος Τραμπ μαζί με την κυβέρνησή του αντεπιτίθενται άμεσα και αποτελεσματικά για να δώσουν λύση στο πρόβλημα. Η ταχύρρυθμη αξιολόγηση του εξορυκτικού έργου είναι το είδος αποφασιστικής ενέργειας που χρειαζόμαστε για να εξασφαλίσουμε το ενεργειακό μέλλον της χώρας. Καταπολεμώντας τις αδικαιολόγητες καθυστερήσεις στη γραφειοκρατία, στηρίζουμε αμερικανικές θέσεις εργασίας και θωρακίζουμε την εθνική ασφάλεια, δημιουργώντας τις βάσεις για πραγματική ενεργειακή ανεξαρτησία.»

Ταχύτερη ανάπτυξη κρίσιμων πόρων

Στις 23 Απριλίου, το υπουργείο Εσωτερικών προχώρησε σε εφαρμογή έκτακτων διαδικασιών αδειοδότησης, ώστε να επιταχυνθεί η ανάπτυξη εγχώριων ορυκτών και ενεργειακών πόρων. Οι προθεσμίες για εγκρίσεις μειώνονται δραστικά, σε μόλις 28 ημέρες, έναντι των μηνών ή ακόμη και ετών που απαιτούνταν μέχρι πρόσφατα.

Η νέα πολιτική αφορά πηγές όπως πετρέλαιο, φυσικό αέριο, ουράνιο, γεωθερμική ενέργεια, βιοκαύσιμα και άνθρακα —χωρίς ωστόσο να συμπεριλαμβάνονται τα φωτοβολταϊκά και η αιολική ενέργεια.

«Οι Ηνωμένες Πολιτείες δεν έχουν την πολυτέλεια να περιμένουν», σχολιάζει ο Μπέργκαμ. «Συμπιέζοντας μια διαδικασία που κρατούσε χρόνια σε μόλις 28 ημέρες, κατευθύνουμε κάθε προσπάθεια, αποφασιστικότητα και όραμα στην ενίσχυση της εθνικής ενεργειακής αυτονομίας.»

Η περιβαλλοντική οργάνωση Sierra Club, πάντως, ασκεί κριτική στην πολιτική του υπουργείου, υποστηρίζοντας ότι τα περιοριστικά χρονοδιαγράμματα δεν επιτρέπουν ουσιαστικό έλεγχο των περιβαλλοντικών κινδύνων, αφήνοντας τις τοπικές κοινότητες εκτεθειμένες σε πιθανές ρυπάνσεις.

Στις 20 Μαρτίου, ο Ντόναλντ Τραμπ υπέγραψε εκτελεστικό διάταγμα για άμεση ενίσχυση της παραγωγής ορυκτών στις ΗΠΑ, επισημαίνοντας ότι Κίνα, Ιράν και Ρωσία ελέγχουν μεγάλες ποσότητες στρατηγικών πρώτων υλών, γεγονός που απειλεί την αμερικανική ασφάλεια. Το 70% των σπάνιων γαιών που εισάγουν οι ΗΠΑ προέρχεται από την Κίνα.

Όπως σημειώνει το σχετικό ενημερωτικό δελτίο του Λευκού Οίκου, «τα κρίσιμα μέταλλα είναι απαραίτητα για τη στρατιωτική ετοιμότητα — είναι βασικά συστατικά σε μαχητικά αεροσκάφη, δορυφόρους, υποβρύχια, ‘έξυπνες’ βόμβες και συστήματα καθοδήγησης πυραύλων». Το διάταγμα προβλέπει χρηματοδότηση, δάνεια και επενδυτική υποστήριξη για νέα έργα ανάπτυξης πρώτων υλών.

Η Google καταβάλλει 1,4 δισ. δολάρια στο Τέξας για παραβίαση προσωπικών δεδομένων

Η Google συμφώνησε να καταβάλει το ποσό των 1,375 δισεκατομμυρίων δολαρίων, ύστερα από σειρά αγωγών που είχε καταθέσει ο Γενικός Εισαγγελέας του Τέξας, Κεν Πάξτον, με αντικείμενο παραβιάσεις προσωπικών δεδομένων, σύμφωνα με ανακοίνωση της εισαγγελίας στις 9 Μαΐου.

Η συγκεκριμένη αποζημίωση θεωρείται η μεγαλύτερη ανάλογου είδους που έχει καταβάλει η Google σε επίπεδο πολιτείας για παράβαση νομοθεσίας περί προστασίας προσωπικών δεδομένων. «Καμία άλλη πολιτεία μέχρι σήμερα δεν έχει επιτύχει μεγαλύτερο διακανονισμό με τη Google για παρόμοιες παραβάσεις, με το προηγούμενο ανώτατο ποσό να φθάνει τα 93 εκατομμύρια δολάρια», τονίζεται στην ανακοίνωση.

Ο συμβιβασμός αφορά στις αγωγές που κατατέθηκαν το 2022 για την παράνομη παρακολούθηση γεωεντοπισμού, τη διαχείριση βιομετρικών δεδομένων, αλλά και τις υποτιθέμενα ανώνυμες αναζητήσεις χρηστών – πρακτικές που, σύμφωνα με τον Πάξτον, παραβίαζαν κατάφωρα τα δικαιώματα ιδιωτικότητας των πολιτών του Τέξας.

Συγκεκριμένα, η πρώτη αγωγή τον Ιανουάριο του 2022 υποστήριζε πως η Google εντόπιζε παραπλανητικά τη γεωγραφική θέση των χρηστών χωρίς τη συναίνεσή τους, συνεχίζοντας να καταγράφει προσωπικά δεδομένα ακόμη και όταν οι ίδιοι θεωρούσαν ότι είχαν απενεργοποιήσει τη σχετική λειτουργία, με στόχο την εμπορική αξιοποίηση αυτής της πληροφορίας μέσω διαφημίσεων.

Τον Μάιο του ιδίου έτους, η αγωγή διευρύνθηκε, εντάσσοντας και τη λειτουργία «Incognito» του Chrome, η οποία, σύμφωνα με την πολιτεία του Τέξας, δημιουργούσε παραπλανητική αίσθηση ανωνυμίας στους χρήστες, ενώ στην πραγματικότητα καταγραφόταν τόσο η τοποθεσία όσο και το ιστορικό αναζήτησης.

Τον Οκτώβριο, ακολούθησε νέα αγωγή με επίκεντρο τον παράνομο χειρισμό βιομετρικών αναγνωριστικών εκατομμυρίων πολιτών του Τέξας – κυρίως χαρακτηριστικά προσώπου και ηχητικά αποτυπώματα μέσω υπηρεσιών όπως το Google Assistant και το Google Photos, χωρίς προηγούμενη ενημερωμένη συγκατάθεση.

Μετά από χρόνια νομικών συγκρούσεων, η Google δέχτηκε να πληρώσει το ποσό-μαμούθ για να μπει τέλος στις δικαστικές εκκρεμότητες, όπως σημειώνεται στη σχετική ανακοίνωση της 9ης Μαΐου.

Απαντώντας με δήλωση που εστάλη στην Epoch Times, εκπρόσωπος της εταιρείας τόνισε ότι «κινούμαστε σε διακανονισμό για μια σειρά παλαιών διεκδικήσεων, οι περισσότερες εκ των οποίων έχουν ήδη επιλυθεί αλλού και αφορούν πολιτικές προϊόντων που έχουμε αλλάξει εδώ και καιρό. Είμαστε ικανοποιημένοι που το αφήνουμε πίσω μας και δεσμευόμαστε να ενισχύσουμε περαιτέρω τους ελέγχους προστασίας της ιδιωτικότητας. Δεν απαιτούνται περαιτέρω αλλαγές στα προϊόντα μας – όλα όσα χρειαζόταν έχουν ήδη γίνει πράξη ή έχουν ανακοινωθεί».

Από την πλευρά του, ο Κεν Πάξτον χαρακτήρισε τη συμφωνία μεγάλη νίκη για τους πολίτες του Τέξας. «Οι κολοσσοί της τεχνολογίας δεν είναι υπεράνω του νόμου», δήλωσε. «Επί χρόνια η Google παρακολουθούσε παρασκηνιακά μετακινήσεις, αναζητήσεις, ακόμα και βιομετρικά στοιχεία όπως η φωνή και το πρόσωπο πολιτών μέσω των προϊόντων της. Αντιμετώπισα την εταιρεία και νίκησα. Ο διακανονισμός αυτός δείχνει ότι κάθε εταιρεία που θα παραβιάζει την εμπιστοσύνη μας, θα πληρώνει. Θα συνεχίσω να υπερασπίζομαι τους Τεξανούς, αποτρέποντας την Big Tech από το να μετατρέπει τα δικαιώματα και τις ελευθερίες μας σε εμπόρευμα για κέρδος».

Διακανονισμοί της Google παγκοσμίως

Δεν είναι η πρώτη φορά που η Google προχωρά σε εξωδικαστικούς συμβιβασμούς. Τον Δεκέμβριο του 2023, η εταιρεία συμφώνησε να καταβάλει 700 εκατομμύρια δολάρια σε Αμερικανικές πολιτείες, μετά από κατηγορίες ότι λειτουργούσε μονοπώλιο μέσω του Play Store, επιβάλλοντας αυθαίρετους περιορισμούς στη διάθεση εφαρμογών στις Android συσκευές και υπερβολικές χρεώσεις εντός εφαρμογών, επιβαρύνοντας άμεσα τους καταναλωτές. Από το συνολικό ποσό, τα 630 εκατ. προορίστηκαν για τους καταναλωτές και τα υπόλοιπα 70 εκατ. διαχειρίζονται οι πολιτείες.

Αρχές του 2024, η Google έφτασε σε διακανονισμούς και με ξένες αρχές. Τον Φεβρουάριο, το ιταλικό κράτος απέσυρε φορολογικές αξιώσεις αξίας 326 εκατομμυρίων ευρώ έναντι της Google, μετά από σχετική πληρωμή της εταιρείας για οφειλές της περιόδου 2015-2019.

Τον Απρίλιο, η Επιτροπή Ανταγωνισμού της Ινδίας ενέκρινε διακανονισμό με τη Google σχετικά με κατηγορίες για αθέμιτες εμπορικές πρακτικές στην πλατφόρμα Android TV.

Βαρύ πρόστιμο $168 εκατ. στην NSO Group για κατασκοπευτικό λογισμικό στο WhatsApp

Σε μια υπόθεση-ορόσημο για την προστασία της ιδιωτικότητας, σώμα ενόρκων στην Καλιφόρνια επιδίκασε στις 6 Μαΐου στη Meta αποζημίωση σχεδόν 168 εκατ. δολαρίων εις βάρος της ισραηλινής εταιρείας κατασκοπευτικού λογισμικού NSO Group.

Η υπόθεση ξεκίνησε τον Οκτώβριο του 2019, όταν WhatsApp και Facebook, θυγατρικές της Meta, προσέφυγαν στη Δικαιοσύνη εναντίον της NSO Group. Στη μήνυση ισχυρίστηκαν ότι, το διάστημα Απριλίου-Μαΐου 2019, η NSO εκμεταλλεύτηκε την πλατφόρμα του WhatsApp για να υποκλέψει δεδομένα από περίπου 1.400 κινητές συσκευές, παρακολουθώντας ανυποψίαστους χρήστες.

Τον Δεκέμβριο του 2024, το Ομοσπονδιακό Δικαστήριο Βόρειας Καλιφόρνιας καταδίκασε την NSO για παραβίαση του αμερικανικού νόμου περί ηλεκτρονικής απάτης και κακόβουλης χρήσης συστημάτων, για παράβαση σχετικής πολιτειακής νομοθεσίας της Καλιφόρνια και για παράβαση συμβολαίου.

Το σώμα των ενόρκων αποφάσισε στις 6 Μαΐου την επιβολή χρηματικής αποζημίωσης στη Meta ύψους 444.719 δολαρίων και την καταβολή προστίμου ύψους 167,3 εκατ. δολαρίων, δηλώνοντας πως η Meta απέδειξε «πέραν πάσης αμφιβολίας ότι η NSO ενήργησε με δόλο, καταπίεση ή απάτη» παραβιάζοντας τη νομοθεσία της Καλιφόρνιας περί πρόσβασης σε ηλεκτρονικά δεδομένα.

Η αγωγή του WhatsApp επικεντρωνόταν στο διαβόητο Pegasus, το κατασκοπευτικό λογισμικό της NSO που μπορεί να εγκατασταθεί εξ αποστάσεως σε Android, iOS και BlackBerry, παρέχοντας πλήρη έλεγχο – από μηνύματα μέχρι τοποθεσία – σε οποιονδήποτε το χειρίζεται.

Η WhatsApp ισχυρίστηκε ότι το Pegasus φυτεύτηκε σκόπιμα σε συσκευές χρηστών, με τα συλλεγόμενα δεδομένα να διοχετεύονται όχι μόνο στην NSO, αλλά και στους πελάτες της.

Από την πλευρά της, με προσφυγή τον Απρίλιο του 2020, η NSO αρνήθηκε τις κατηγορίες, ισχυριζόμενη ότι η δίωξη συγχέει τις πράξεις της εταιρείας με εκείνες πελατών της, όπως κρατικών υπηρεσιών. Η NSO δήλωσε ότι το Pegasus πωλείται αποκλειστικά σε κυβερνήσεις, προσφέροντας μόνο τεχνική υποστήριξη. Υποστήριξε δε πως η ίδια δεν εγκαθιστά ποτέ το λογισμικό σε συσκευές και ότι απαγορεύει συμβατικά τη χρήση του λογισμικού της σε μη εμπλεκόμενα σε εγκληματικές ενέργειες άτομα.

Η Meta χαιρέτισε με ικανοποίηση την ετυμηγορία, σημειώνοντας σε ανακοίνωσή της πως «η σημερινή δικαστική απόφαση σηματοδοτεί ένα σημαντικό βήμα για την ιδιωτικότητα και την ασφάλεια, καθώς αποτελεί την πρώτη νίκη κατά της ανάπτυξης και χρήσης παράνομου λογισμικού κατασκοπείας που απειλεί την ασφάλεια και τα δικαιώματα όλων».

Απαντώντας στην απόφαση, ο Γκιλ Λάινερ, αντιπρόεδρος επικοινωνίας της NSO, δήλωσε στην Epoch Times: «Η τεχνολογία μας διαδραματίζει κρίσιμο ρόλο στην αποτροπή σοβαρών εγκλημάτων και τρομοκρατικών επιθέσεων, προστατεύοντας και ζωές Αμερικανών. Αυτή η διάσταση δυστυχώς δεν εξετάστηκε από τους ένορκους.»

Το Access Now, διεθνής οργάνωση προάσπισης ψηφιακών δικαιωμάτων, επίσης χαιρέτισε την απόφαση, υπενθυμίζοντας ότι εδώ και έξι χρόνια πιέζει για τέτοιου είδους λογοδοσία. Όπως ανέφερε ο Μάικλ Ντε Ντόρα, υπεύθυνος πολιτικής στις ΗΠΑ για το Access Now, «η απόφαση στέλνει ηχηρό μήνυμα προς τις εταιρείες λογισμικού κατασκοπείας ότι το να στοχοποιούν ανθρώπους δια μέσου αμερικανικών πλατφορμών θα έχει πλέον βαρύ κόστος».

Υπενθυμίζεται ότι το Νοέμβριο του 2021, το αμερικανικό υπουργείο Εμπορίου ενέταξε την NSO Group και τρεις ακόμη εταιρείες στη λίστα οντοτήτων που θεωρούνται απειλή για την εθνική ασφάλεια των ΗΠΑ, καταδεικνύοντας την αυξανόμενη ανησυχία γύρω από τις δραστηριότητές τους.

Πάνω από 55.000 φορητοί φορτιστές από την Κίνα ανακαλούνται λόγω κινδύνου πυρκαγιάς

Η Shenzhen Baseus Technology Co. Ltd. με έδρα την Κίνα ανακαλεί χιλιάδες μονάδες φορητών φορτιστών από τις Ηνωμένες Πολιτείες, καθώς η μπαταρία ιόντων λιθίου στο προϊόν μπορεί να υπερθερμανθεί, δημιουργώντας κίνδυνο πυρκαγιάς, ανέφερε η Επιτροπή Ασφάλειας Καταναλωτικών Προϊόντων (CPSC) των ΗΠΑ σε ανακοίνωση ανάκλησης της 1ης Μαΐου.

Η ανάκληση ισχύει για περίπου 55.380 μονάδες φορητών φορτιστών Baseus 65W 30000mAh, με αριθμό μοντέλου BS-30KP365.

Το προϊόν που κατασκευάζεται στην Κίνα πωλήθηκε online μέσω των Baseus, AliExpress, Amazon και Walmart μεταξύ Απριλίου 2020 και Απριλίου 2025 για 39 έως 90 δολάρια.

Η εταιρεία έλαβε 76 αναφορές για περιστατικά ασφαλείας που αφορούσαν τους φορτιστές, συμπεριλαμβανομένων 72 περιπτώσεων στις οποίες τα προϊόντα διογκώθηκαν και τεσσάρων περιπτώσεων πυρκαγιάς. Τρεις από τις αναφορές ανέφεραν υλικές ζημιές.

«Οι καταναλωτές θα πρέπει να σταματήσουν αμέσως να χρησιμοποιούν τους ανακληθέντες φορητούς φορτιστές και να επικοινωνήσουν με την Baseus για να λάβουν έναν δωρεάν φορτιστή αντικατάστασης. Ο φορητός φορτιστής αντικατάστασης θα έχει τον ίδιο αριθμό μοντέλου», ανέφερε η ειδοποίηση.

«Οι καταναλωτές θα πρέπει να υποβάλουν μια φωτογραφία του ανακληθέντος φορητού φορτιστή που να δείχνει τον αριθμό μοντέλου και τον σειριακό αριθμό στη σελίδα εγγραφής ανάκλησης της εταιρείας. Οι καταναλωτές χωρίς αριθμό παραγγελίας θα πρέπει να υποβάλουν μια φωτογραφία του φορητού φορτιστή με το όνομά τους και την ημερομηνία τους γραμμένα στον φορητό φορτιστή με μόνιμο μαρκαδόρο».

Για να λάβουν αντικατάσταση, οι πελάτες πρέπει να επιβεβαιώσουν ότι έχουν απορρίψει τον φορτιστή σύμφωνα με τους ισχύοντες κανόνες.

Η CPSC προειδοποίησε να μην τοποθετούνται μπαταρίες ιόντων λιθίου στον κάδο απορριμμάτων ή σε γενικά συστήματα ανακύκλωσης, όπως κάδους ανακύκλωσης στο πεζοδρόμιο. Οι μπαταρίες ιόντων λιθίου πρέπει να απορρίπτονται με διαφορετικό τρόπο από άλλους τύπους μπαταριών, καθώς ενέχουν υψηλότερο κίνδυνο πυρκαγιάς.

Πολλά άλλα προϊόντα έχουν ανακληθεί τους τελευταίους μήνες λόγω ελαττωματικών μπαταριών λιθίου.

Τον Απρίλιο, η Casely Inc. με έδρα τη Νέα Υόρκη απέσυρε περίπου 429.200 μονάδες φορητών power bank της, προειδοποιώντας ότι οι μπαταρίες ιόντων λιθίου θα μπορούσαν να «υπερθερμανθούν και να αναφλεγούν, δημιουργώντας κίνδυνο πυρκαγιάς και εγκαυμάτων για τους καταναλωτές».

Η εταιρεία είχε λάβει 51 αναφορές από πελάτες που παραπονιόντουσαν για υπερθέρμανση ή πυρκαγιά της μπαταρίας κατά τη φόρτιση τηλεφώνων. Αναφέρθηκαν έξι ελαφρά εγκαύματα.

Νωρίτερα στις 20 Μαρτίου, ο όμιλος VC με έδρα τη Νέα Υόρκη ανακάλεσε σχεδόν 90.000 μονάδες φορητών power bank, αναφέροντας ένα παρόμοιο πρόβλημα με τις μπαταρίες λιθίου που θέτουν κίνδυνο εγκαύματος.

Νομοθεσία για την πυρκαγιά λιθίου

Οι νομοθέτες λαμβάνουν μέτρα για την αντιμετώπιση των απειλών πυρκαγιάς που προκαλούν οι μπαταρίες ιόντων λιθίου.

Στις 28 Απριλίου, η Βουλή των Αντιπροσώπων των ΗΠΑ ψήφισε τον «Νόμο για τον καθορισμό προτύπων καταναλωτών για μπαταρίες ιόντων λιθίου» με ψήφους 365-42. Το διμερές νομοσχέδιο απαιτεί από την CPSC να «δημοσιεύσει ένα τελικό πρότυπο ασφάλειας καταναλωτικών προϊόντων για τις επαναφορτιζόμενες μπαταρίες ιόντων λιθίου που χρησιμοποιούνται σε ηλεκτρικά ποδήλατα και άλλες συσκευές μικροκινητικότητας για την προστασία από τον κίνδυνο πυρκαγιών που προκαλούνται από τέτοιες μπαταρίες», ανέφερε σε δήλωση της 28ης Απριλίου το γραφείο του βουλευτή Ρίτσι Τόρρες (Δ-ΝΥ), ενός από τους νομοθέτες που εισήγαγαν το νομοσχέδιο.

Το νομοσχέδιο έρχεται σε μια εποχή που οι πυρκαγιές από αυτές τις μπαταρίες έχουν αυξηθεί «εκθετικά» στη Νέα Υόρκη, ανέφερε.

Μια δήλωση της Πυροσβεστικής Υπηρεσίας της πόλης της Νέας Υόρκης στις 8 Ιανουαρίου ανέφερε ότι 277 πυρκαγιές ξεκίνησαν από μπαταρίες ιόντων λιθίου πέρυσι, με έξι άτομα να χάνουν τη ζωή τους σε αυτά τα περιστατικά. Μια ομάδα εργασίας που συστάθηκε από την υπηρεσία επιθεώρησε 585 καταστήματα ηλεκτρικών ποδηλάτων το 2024, εκδίδοντας αρκετές κλήσεις και εντολές παραβίασης.

Το νομοσχέδιο έχει την υποστήριξη της Διεθνούς Ένωσης Αρχηγών Πυροσβεστικής, με τον πρόεδρο του διοικητικού συμβουλίου της ομάδας, Τζος Γουάλντο, να λέει ότι η νομοθεσία είναι το πρώτο βήμα για την προστασία των Αμερικανών από επικίνδυνες πυρκαγιές λιθίου, σύμφωνα με δήλωση της ένωσης στις 14 Απριλίου.

«Για πάρα πολύ καιρό, τα μέλη της πυροσβεστικής υπηρεσίας έπρεπε να αντιμετωπίσουν αυτές τις επικίνδυνες και τοξικές πυρκαγιές. Είναι καιρός να σταματήσει αυτή η βλάβη και η καταστροφή», είπε.

Οι παγκόσμιες στρατιωτικές δαπάνες ξεπέρασαν τα 2,7 τρισ. δολάρια

Η παγκόσμια στρατιωτική δαπάνη ανήλθε το 2024 στα 2,178 τρισ. δολάρια, συνεχίζοντας την ανοδική της πορεία για δέκατη συνεχή χρονιά, σύμφωνα με ανακοίνωση του Διεθνούς Ινστιτούτου Ερευνών για την Ειρήνη της Στοκχόλμης (Stockholm International Peace Research Institute-SIPRI) στις 28 Απριλίου.

Όπως επισημαίνεται στην έκθεση, η δαπάνη αυξήθηκε κατά 9,4% σε πραγματικούς όρους σε σχέση με το 2023, καταγράφοντας τη μεγαλύτερη ετήσια άνοδο από το τέλος του Ψυχρού Πολέμου.

Οι 15 χώρες με τις υψηλότερες στρατιωτικές δαπάνες αύξησαν τις αμυντικές τους προϋπολογισμούς, ενώ το ποσοστό του παγκόσμιου ΑΕΠ που διατίθεται για στρατιωτικές δαπάνες ανήλθε σε 2,5%.

Οι Ηνωμένες Πολιτείες δαπάνησαν 997 δισ. δολάρια, σημειώνοντας αύξηση 5,7% σε σχέση με το προηγούμενο έτος. Σύμφωνα με το SIPRI, σημαντικό μέρος του αμερικανικού προϋπολογισμού για το 2024 αφορούσε στον εκσυγχρονισμό των στρατιωτικών δυνατοτήτων και του πυρηνικού οπλοστασίου, με στόχο τη διατήρηση στρατηγικού πλεονεκτήματος έναντι της Ρωσίας και της Κίνας.

Οι ΗΠΑ αντιπροσώπευαν το 66% των συνολικών δαπανών του ΝΑΤΟ, ενώ τα ευρωπαϊκά κράτη-μέλη δαπάνησαν 454 δισ. δολάρια, ποσοστό 30% του συνόλου της Συμμαχίας. Από τις 32 χώρες του ΝΑΤΟ, μόνο οι 18 κάλυψαν τον στόχο του 2% του ΑΕΠ για άμυνα, στόχο που έχει τεθεί από το 2014.

Η παρούσα κυβέρνηση των ΗΠΑ έχει ζητήσει από τους συμμάχους να αυξήσουν ακόμη περισσότερο τις δαπάνες τους. Κατά την ομιλία του στις 23 Ιανουαρίου στο Παγκόσμιο Οικονομικό Φόρουμ, ο πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ ζήτησε από όλα τα κράτη-μέλη του ΝΑΤΟ να αυξήσουν τις αμυντικές τους δαπάνες στο 5% του ΑΕΠ. Είπε πως αυτό θα έπρεπε να είχε γίνει εδώ και χρόνια, καθώς το όριο ήταν μόλις στο 2%, το οποίο οι περισσότερες χώρες δεν τηρούσαν μέχρι που, όπως ανέφερε, ανέλαβε ο ίδιος και απαίτησε την εφαρμογή του.

Την ίδια ημέρα, ο γενικός γραμματέας του ΝΑΤΟ, Μαρκ Ρούτε, δήλωσε πως ο Τραμπ είχε δίκιο να ζητά την αύξηση του στόχου στο 5%.

Όσον αφορά την Ευρώπη, το SIPRI αναφέρει ότι οι δαπάνες αυξήθηκαν κατά 17% το 2024, φθάνοντας τα 693 δισ. δολάρια. Το Ινστιτούτο προσδιόρισε την Ευρώπη ως τον κύριο συντελεστή της παγκόσμιας αύξησης.

Σύμφωνα με τον Λορέντσο Σκαρατσάτο, ερευνητή του SIPRI, για πρώτη φορά από την ενοποίηση της Γερμανίας, η χώρα αναδείχθηκε ως ο μεγαλύτερος στρατιωτικός δαπανητής στη Δυτική Ευρώπη, γεγονός που αποδίδεται στο ειδικό ταμείο άμυνας ύψους 100 δισ. ευρώ που ανακοινώθηκε το 2022. Ο ίδιος εκτίμησε ότι οι πρόσφατες πολιτικές στη Γερμανία και σε άλλα ευρωπαϊκά κράτη υποδεικνύουν την έναρξη μιας περιόδου αυξημένων και διαρκώς ενισχυόμενων στρατιωτικών δαπανών.

Οι στρατιωτικές δαπάνες της Κίνας

Η Κίνα, σύμφωνα με το SIPRI, αύξησε τις στρατιωτικές της δαπάνες κατά 7%, φθάνοντας κατ’ εκτίμηση τα 314 δισ. δολάρια, παραμένοντας στη δεύτερη θέση στρατιωτικών δαπανών παγκοσμίως.

Η χώρα αντιπροσωπεύει το 50% των στρατιωτικών δαπανών στην Ασία και την Ωκεανία, επενδύοντας στον εκσυγχρονισμό των ενόπλων δυνάμεών της, καθώς και στην ενίσχυση του κυβερνοπολέμου και του πυρηνικού οπλοστασίου της.

Αύξηση παρουσίασαν και οι στρατιωτικές δαπάνες άλλων χωρών της περιοχής. Η Ιαπωνία κατέγραψε αύξηση 21%, τη μεγαλύτερη από το 1952. Η Ταϊβάν ενίσχυσε τον προϋπολογισμό της κατά 1,8% και η Ινδία κατά 1,6%.

Ο διευθυντής του προγράμματος στρατιωτικών δαπανών του SIPRI, Ναν Τιάν, σχολίασε ότι οι μεγάλες δυνάμεις της Ασίας-Ειρηνικού επενδύουν ολοένα και περισσότερους πόρους σε προηγμένα στρατιωτικά μέσα. Όπως ανέφερε, ταυτόχρονα με τις άλυτες διαφορές και την αυξανόμενη ένταση στην περιοχή, αυτές οι επενδύσεις ενδέχεται να οδηγήσουν σε μια επικίνδυνη κούρσα εξοπλισμών.

Η Κίνα συνεχίζει να αυξάνει σημαντικά τις στρατιωτικές της δαπάνες και το 2025. Σχέδιο προϋπολογισμού που παρουσιάστηκε στο Εθνικό Λαϊκό Κογκρέσο στις 5 Μαρτίου προβλέπει αύξηση 7,2% στις αμυντικές δαπάνες, ποσοστό μεγαλύτερο από τον στόχο 5% για την οικονομική ανάπτυξη της χώρας.

Σε άρθρο του στην Epoch Times στις 18 Μαρτίου, ο οικονομολόγος Αντόνιο Γκρατσέφο υποστήριξε ότι, αν και οι στρατιωτικές δαπάνες της Κίνας εμφανίζονται μικρότερες από αυτές των ΗΠΑ, η εικόνα αλλάζει όταν συνυπολογιστεί η αγοραστική δύναμη των δύο οικονομιών. Επικαλέστηκε τη μεγάλη διαφορά στους μισθούς, εξηγώντας πως για κάθε έναν εργαζόμενο που μπορεί να προσλάβει ο αμερικανικός στρατός, ο κινεζικός μπορεί να προσλάβει επτά, καθιστώντας τις κινεζικές δαπάνες πιο αποδοτικές.

Παρ’ όλα αυτά, επεσήμανε ότι το Πεκίνο αντιμετωπίζει σημαντικά κόστη, κυρίως για την εισαγωγή τεχνολογίας, εξαρτημάτων και πρώτων υλών που πρέπει να πληρωθούν σε δολάρια, γεγονός που καθιστά αυτά τα αγαθά ακριβότερα για την Κίνα απ’ ό,τι για τις Ηνωμένες Πολιτείες.

Βαρύ πρόστιμο σε Apple και Meta από την Κομισιόν για παραβίαση των ευρωπαϊκών κανονισμών

Σημαντικά πρόστιμα επέβαλε η Ευρωπαϊκή Επιτροπή στους τεχνολογικούς κολοσσούς Apple και Meta, συνολικού ύψους περίπου 700 εκατομμυρίων ευρώ (500 εκατ. ευρώ στην Apple και 200 εκατ. ευρώ στη Meta), μετά από διαπιστώσεις ότι περιόριζαν τις επιλογές των καταναλωτών, όπως ανακοίνωσε η Κομισιόν στις 22 Απριλίου.

Οι δύο εταιρείες κρίθηκαν ότι παραβίασαν τον Κανονισμό Ψηφιακών Αγορών (Digital Markets Act – DMA) της Ευρωπαϊκής Ένωσης, ο οποίος θεσπίστηκε για να διασφαλίσει ότι οι μεγάλες πλατφόρμες – «πύλες» – λειτουργούν δίκαια και επιτρέπουν τον ανταγωνισμό.

Στο μικροσκόπιο το App Store – Υπόλογη η Apple

Η Apple βρέθηκε να μην τηρεί τις υποχρεώσεις που απορρέουν από τον DMA αναφορικά με το λεγόμενο «anti-steering», δηλαδή το δικαίωμα των προγραμματιστών που διανέμουν τις εφαρμογές τους μέσω του App Store να ενημερώνουν δωρεάν τους χρήστες για εναλλακτικές προσφορές εκτός App Store, να τους κατευθύνουν και να διευκολύνουν αγορές εκτός του οικοσυστήματος της Apple.

Όπως σημείωσε η Κομισιόν, η Apple επέβαλλε μια σειρά περιορισμών που εμπόδιζαν τους προγραμματιστές εφαρμογών να εκμεταλλεύονται πλήρως άλλα κανάλια διανομής, στερώντας έτσι από τους χρήστες τη δυνατότητα πρόσβασης σε φθηνότερες ή εναλλακτικές προτάσεις.

«Η εταιρεία απέτυχε να αποδείξει πως οι περιορισμοί αυτοί είναι αντικειμενικά αναγκαίοι ή αναλογικοί», ανέφερε η ανακοίνωση της Επιτροπής, ζητώντας από την Apple να άρει κάθε εμπορικό ή τεχνικό περιορισμό που αφορά το steering.

Meta: Στο στόχαστρο λόγω «consent or pay» διαφήμισης

Όσον αφορά τη Meta, το πρόστιμο συνδέεται με το μοντέλο διαφημίσεων που εισήγαγε το Νοέμβριο του 2023, σύμφωνα με το οποίο οι χρήστες Facebook και Instagram στην ΕΕ κλήθηκαν να επιλέξουν αν συναινούν στην αξιοποίηση των προσωπικών τους δεδομένων με σκοπό την προσωποποιημένη διαφήμιση ή αν θα καταβάλουν μηνιαία συνδρομή για να αποφεύγουν τις διαφημίσεις.

Η Κομισιόν έκρινε πως το μοντέλο αυτό δεν συνάδει με το DMA, διότι ο κανονισμός απαιτεί από τις «gatekeeper» πλατφόρμες να προσφέρουν μια εναλλακτική υπηρεσία, ισοδύναμη με αυτή των προσωποποιημένων διαφημίσεων, αλλά με περιορισμένη χρήση προσωπικών δεδομένων αν ο χρήστης δεν δώσει τη συναίνεση του. Σύμφωνα με την Κομισιόν, η Meta δεν έδωσε επαρκή και συγκεκριμένη επιλογή στους χρήστες για μια παρόμοια υπηρεσία με μικρότερη επεξεργασία προσωπικών δεδομένων.

Η απόφαση αφορά τη λειτουργία της Meta στην ΕΕ μέχρι τον Νοέμβριο του 2024. Έκτοτε, η εταιρεία υιοθέτησε νεότερη έκδοση του διαφημιστικού της μοντέλου, την οποία οι ευρωπαϊκές αρχές εξετάζουν αυτή τη στιγμή.

Τα πρώτα πρόστιμα για παράβαση του DMA 

Η Επιτροπή υπογράμμισε ότι τα πρόστιμα λαμβάνουν υπ’ όψιν τη «σοβαρότητα και τη διάρκεια της μη συμμόρφωσης». Αυτές είναι οι πρώτες καταδικαστικές αποφάσεις για παραβάσεις του DMA, ένα γεγονός που εκτιμάται ότι μπορεί να καθορίσει τη στάση ΕΕ-ΗΠΑ στον τομέα της τεχνολογίας.

Οι Apple και Meta οφείλουν να συμμορφωθούν με την απόφαση εντός 60 ημερών, διαφορετικά αναμένεται να τους επιβληθούν και πρόσθετα, περιοδικά πρόστιμα.

Αντιδράσεις από τη Meta 

Εκπρόσωπος της Meta, απαντώντας σε ερώτηση της Epoch Times, τόνισε πως η Ευρωπαϊκή Επιτροπή επιχειρεί να «θέσει σε μειονεκτική θέση τις επιτυχημένες αμερικανικές επιχειρήσεις, επιτρέποντας την ίδια στιγμή σε κινεζικές και ευρωπαϊκές εταιρείες να λειτουργούν υπό διαφορετικούς όρους».

«Το ζήτημα δεν είναι μόνο το πρόστιμο. Η παρέμβαση της Επιτροπής που μας αναγκάζει να αλλάξουμε το επιχειρηματικό μας μοντέλο, λειτουργεί πρακτικά ως δασμός πολλών δισεκατομμυρίων σε βάρος της Meta, ενώ μας υποχρεώνει να παρέχουμε μια υποβαθμισμένη υπηρεσία», σχολίασε ο ίδιος εκπρόσωπος, προσθέτοντας ότι οι περιορισμοί στην προσωποποιημένη διαφήμιση πλήττουν τελικά και τις ευρωπαϊκές επιχειρήσεις και οικονομίες.

Η Apple αρνήθηκε να σχολιάσει, μέχρι τη στιγμή της δημοσίευσης του ρεπορτάζ.

ΗΠΑ–ΕΕ: Σε τροχιά τεχνολογικής σύγκρουσης

Οι εξελίξεις στα πρόστιμα έρχονται τη στιγμή που οι εμπορικές σχέσεις ΗΠΑ–Ευρώπης είναι τεταμένες. Η διοίκηση Τραμπ έχει ήδη επιβάλει μια σειρά δασμών στην ΕΕ (25% σε αλουμίνιο, χάλυβα, αυτοκίνητα και 20% σε αντισταθμιστικούς δασμούς, αν και προσωρινά έχουν παγώσει).

Η αμερικανική κυβέρνηση έχει εκφράσει την ανησυχία ότι ξένες κυβερνήσεις στοχοποιούν τις αμερικανικές τεχνολογικές εταιρείες. Τον Φεβρουάριο, ο Ντόναλντ Τραμπ υπέγραψε μνημόνιο για την προστασία των αμερικανικών επιχειρήσεων από αυτό που αποκάλεσε «εκβιασμό από το εξωτερικό».

«Οι κανονισμοί που ορίζουν πώς λειτουργούν οι αμερικανικές εταιρείες στην ΕΕ, όπως ο Κανονισμός Ψηφιακών Αγορών και ο Κανονισμός Ψηφιακών Υπηρεσιών, θα τύχουν ενδελεχούς ελέγχου από την κυβέρνηση», σύμφωνα με σχετικό ενημερωτικό σημείωμα του Λευκού Οίκου.

Η επιβολή φόρων στις ψηφιακές υπηρεσίες, τα πρόστιμα ή η υποχρέωση να υιοθετήσουν οι αμερικανικές εταιρείες συγκεκριμένες πολιτικές και πρακτικές μπορεί να συναντήσουν «αντίρροπες ενέργειες, όπως δασμούς».

Πρόσφατα, ο σύμβουλος εμπορικής πολιτικής του Τραμπ, Πήτερ Ναβάρο, κατηγόρησε την ΕΕ για «πόλεμο μέσω νομοθεσίας» κατά των αμερικανικών τεχνολογικών επιχειρήσεων. Η ΕΕ, από την πλευρά της, ξεκαθαρίζει ότι δεν προτίθεται να υποχωρήσει όσον αφορά τους ψηφιακούς κανονισμούς της στο πλαίσιο των εμπορικών διαπραγματεύσεων με τις ΗΠΑ, ενώ μεγάλες εταιρείες σαν τη Meta και τη Google ενδέχεται να βρεθούν αντιμέτωπες με φόρους επί των διαφημιστικών τους εσόδων στην ευρωπαϊκή αγορά.

Ο Τραμπ εξαιρεί κινητά, υπολογιστές και άλλες ηλεκτρονικές συσκευές από τους αμοιβαίους δασμούς

Ο Πρόεδρος των ΗΠΑ, Ντόναλντ Τραμπ, αποφάσισε να εξαιρέσει μια σειρά προϊόντων καθημερινής χρήσης, κυρίως από τον κλάδο των ηλεκτρονικών, από τους αμοιβαίους δασμούς που έχει επιβάλει κατά την εισαγωγή τους στις Ηνωμένες Πολιτείες.

Σύμφωνα με την πρόσφατη οδηγία από την αμερικανική Υπηρεσία Τελωνείων και Συνοριακής Προστασίας που δημοσιοποιήθηκε στις 11 Απριλίου, προϊόντα όπως τα smartphones, οι προσωπικοί υπολογιστές, οι διακομιστές (servers), οι φορητοί υπολογιστές, τα tablets, οι μητρικές πλακέτες, οι επεξεργαστές, οι μονάδες μνήμης, οι συσκευές που χρησιμοποιούνται στην κατασκευή ημιαγωγών, τα ολοκληρωμένα κυκλώματα, οι επίπεδες οθόνες και ο σχετικός ηλεκτρονικός εξοπλισμός θα απαλλαχθούν από τους δασμούς.

Η συγκεκριμένη απόφαση σημαίνει εξαίρεση από τους γενικευμένους δασμούς που επιβλήθηκαν σε διάφορες χώρες από τον πρόεδρο Τραμπ, συμπεριλαμβανομένου του εξαιρετικά υψηλού ποσοστού 145% που εφαρμόζεται στην Κίνα, τον κορυφαίο κατασκευαστή και προμηθευτή αυτών των προϊόντων και εξαρτημάτων.

Η ελάφρυνση των δασμών αναμένεται να προσφέρει σημαντική στήριξη σε τεχνολογικές εταιρείες όπως η Apple, οι μετοχές της οποίας παρουσίασαν καθίζηση αμέσως μετά την ανακοίνωση των νέων δασμών από τον Τραμπ στις 2 Απριλίου.

Η τιμή της μετοχής της Apple υποχώρησε σχεδόν 23%, από τα 223,89 δολάρια στις 2 Απριλίου στα 172,42 δολάρια στις 8 Απριλίου. Η εταιρεία είδε έτσι την κεφαλαιοποίησή της να μειώνεται σχεδόν κατά 640 δισεκατομμύρια δολάρια. Μετά την ανακοίνωση της εξαίρεσης έχει σημειωθεί κάποια ανάκαμψη, με τη μετοχή να διαπραγματεύεται στην τιμή των 198,15 δολαρίων κατά τη δημοσίευση του άρθρου.

Επιπλέον συσκευές που περιλαμβάνονται στην εξαίρεση είναι οι δρομολογητές (routers), τα modem, οι μονάδες δικτύου (network switches), οι μονάδες δίσκων στερεάς κατάστασης (SSD), τα USB στικάκια, οι κάρτες SD, οι οθόνες τεχνολογίας LCD και OLED, οι οθόνες υπολογιστών, συγκεκριμένοι τύποι τρανζίστορ, οι ηλιακές κυψέλες, τα LED, τα μικροτσίπ, οι μικροεπεξεργαστές, τα τσιπ μνήμης κ.α.

Αντίποινα και κλιμάκωση στον εμπορικό πόλεμο με την Κίνα

Ο πρόεδρος Τραμπ ανακοίνωσε πρόσφατα μια σειρά αμοιβαίων δασμών σε απάντηση των εμπορικών φραγμών που επιβάλλουν στις εισαγωγές των ΗΠΑ διάφορες χώρες. Ως βασική γραμμή τέθηκε παγκόσμιος δασμός 10%, με επιπλέον εξατομικευμένους δασμούς για χώρες βάσει της εμπορικής πολιτικής που ακολουθούν έναντι των Ηνωμένων Πολιτειών.

Ο Υπουργός Οικονομικών των ΗΠΑ, Σκοτ Μπέσεντ, είχε προειδοποιήσει τις χώρες να μη λάβουν αντίμετρα μετά την ανακοίνωση των αμερικανικών δασμών. Ωστόσο η Κίνα αρνήθηκε να συμμορφωθεί και προχώρησε σε δικά της αντίποινα, με αποτέλεσμα να κηρυχτεί εμπορικός πόλεμος που κορυφώθηκε σε έναν δυσβάσταχτο δασμό της τάξης του 145% για κινεζικά προϊόντα. Το Πεκίνο ανταπέδωσε άμεση επιβολή δασμών, φτάνοντας στο 125% για αμερικανικά προϊόντα.

Ταυτόχρονα, ο Τραμπ έχει προσωρινά παγώσει τους δασμούς για τις υπόλοιπες χώρες, επιδιώκοντας τη διαπραγμάτευση ευνοϊκότερων εμπορικών συμφωνιών για τις Ηνωμένες Πολιτείες.

Η απόφαση Τραμπ προκάλεσε έντονες αναταράξεις στις παγκόσμιες και αμερικανικές αγορές, επηρεάζοντας σημαντικά τα κρατικά ομόλογα και τις αποδόσεις τους.

Την ίδια στιγμή, το Πεκίνο προσπαθεί να μειώσει τις αρνητικές επιπτώσεις των δασμών μέσω της υποτίμησης του κινεζικού γουάν, όπως δήλωσαν αναλυτές στην Epoch Times. Στις 8 Απριλίου, η Λαϊκή Τράπεζα της Κίνας καθόρισε την ισοτιμία του γουάν στις 7,2038 μονάδες ανά δολάριο, ξεπερνώντας το όριο των 7,20 μονάδων για πρώτη φορά από τον Σεπτέμβριο του 2023. Στις 11 Απριλίου, η ισοτιμία ήταν περίπου 7,291 γουάν ανά δολάριο.

Η τεχνητή υποτίμηση του γουάν θεωρείται ως ένας από τους βασικούς λόγους που ώθησαν την αμερικανική κυβέρνηση στην αυστηροποίηση των μέτρων κατά της Κίνας, σε συνδυασμό με τις καταγγελίες περί κλοπής πνευματικής ιδιοκτησίας, dumping στις αγορές του εξωτερικού, και τη μεγάλη ανισορροπία στο εμπορικό ισοζύγιο με τις ΗΠΑ.

Με την συμβολή της Σίντι Λι.

Φαρμακευτικές Επενδύσεις άνω των 100 δισ. δολαρίων απειλούν να μετακινηθούν από την Ευρώπη στις ΗΠΑ

Της προειδοποίησης κώδωνα από την Ευρωπαϊκή Ομοσπονδία Φαρμακευτικών Βιομηχανιών και Συνδέσμων (EFPIA) για άμεση ανάγκη ριζικών αλλαγών σε ευρωπαϊκές πολιτικές ακολούθησαν δεδομένα τα οποία δείχνουν ότι κεφάλαια άνω των 100 δισ. δολαρίων για έρευνα, ανάπτυξη και παραγωγή ενδέχεται να μεταφερθούν στις Ηνωμένες Πολιτείες.

Σύμφωνα με έρευνα που διεξήχθη την προηγούμενη εβδομάδα μεταξύ 18 μεγάλων εταιρειών–μελών της EFPIA και δημοσιεύθηκε σε ανακοίνωση της 8ης Απριλίου προς την Πρόεδρο της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν, έως και 85% των προγραμματισμένων κεφαλαιακών δαπανών αξίας 50,6 δισ. ευρώ (56 δισ. δολάρια) και έως το 50% των δαπανών για έρευνα και ανάπτυξη ύψους 52,6 δισ. ευρώ (58 δισ. δολάρια), κινδυνεύουν να φύγουν από την Ευρώπη προς τις ΗΠΑ.

Οι συγκεκριμένες επενδύσεις σε κίνδυνο αποτελούν μέρος μιας συνολικής προγραμματισμένης επένδυσης 164,8 δισ. ευρώ (182 δισ. δολάρια) στην ΕΕ των 27 κρατών–μελών για την περίοδο 2025–2029.

Μέσα στους επόμενους τρεις μήνες, η ΕΕ διακινδυνεύει να χάσει το 10% (16,5 δισ. ευρώ ή 18 δισ. δολάρια) αυτών των σχεδιασμένων επενδύσεων, προειδοποιεί η EFPIA.

«Οι Ηνωμένες Πολιτείες πλέον ξεπερνούν την Ευρώπη σε κάθε σημαντικό δείκτη που αφορά τους επενδυτές: από τη διαθεσιμότητα κεφαλαίων και την πνευματική ιδιοκτησία, έως την ταχύτητα εγκρίσεων και τα κίνητρα για καινοτομία», ανέφερε χαρακτηριστικά η EFPIA, επισημαίνοντας: «Πέρα από την αβεβαιότητα που προκαλεί η απειλή νέων δασμών, δεν υπάρχει επαρκές κίνητρο για επενδύσεις στην ΕΕ, ενώ η προοπτική μετεγκατάστασης στις ΗΠΑ φαντάζει ιδιαίτερα ελκυστική».

Προκειμένου η Ευρώπη να διατηρήσει την ανταγωνιστικότητα της φαρμακοβιομηχανίας της, οι επικεφαλής των εταιρειών ζητούν τη δημιουργία μιας αγοράς που να ενισχύει και να επιβραβεύει την καινοτομία, να ισχυροποιεί τους θεσμούς προστασίας της πνευματικής ιδιοκτησίας και άλλων σχετικών μέτρων.

«Η Ευρώπη θα πρέπει να δεσμευθεί σοβαρά για επένδυση σε ένα φαρμακευτικό οικοσύστημα παγκόσμιας κλάσης, διαφορετικά θα περιοριστεί, στην καλύτερη περίπτωση, σε απλό καταναλωτή καινοτομιών που παράγονται αλλού», τονίζει η EFPIA.

Η προειδοποίηση της EFPIA έρχεται εν μέσω ανακοινώσεων του Αμερικανού Προέδρου Ντόναλντ Τραμπ περί επικείμενων δασμών στις εισαγωγές φαρμάκων. Σε πρόσφατη ομιλία του στο Εθνικό Ρεπουμπλικανικό Κογκρέσο, ο Τραμπ δήλωσε ότι σκοπεύει να επιβάλλει σύντομα σημαντικούς δασμούς στις φαρμακευτικές εισαγωγές, κάτι που κατά την άποψή του θα αναγκάσει τις εταιρείες να μετεγκατασταθούν στις ΗΠΑ λόγω του μεγάλου μεγέθους της αγοράς τους.

«Μόλις τους επιβάλουμε (τους δασμούς), θα επιστρέψουν αμέσως στη χώρα μας, διότι εμείς είμαστε η μεγαλύτερη αγορά», δήλωσε χαρακτηριστικά ο αμερικανός πρόεδρος.

Επιπτώσεις δασμών στο εμπόριο ΗΠΑ–ΕΕ

Πρόσφατη έρευνα της Biotechnology Innovation Organization (BIO) στις ΗΠΑ διαπίστωσε ότι οι δασμοί στις εισαγωγές από την Ευρωπαϊκή Ένωση ενδέχεται να προκαλέσουν σοβαρά προβλήματα στην ιατρική καινοτομία και να μειώσουν την πρόσβαση των ασθενών σε προσιτές θεραπείες.

«Το 94% των εταιρειών βιοτεχνολογίας προβλέπει αύξηση στο κόστος παραγωγής από πιθανές δασμολογικές επιβαρύνσεις στα εισαγόμενα προϊόντα από την ΕΕ», προειδοποίησε ο οργανισμός. Επίσης, οι μισές από τις εταιρείες ανέφεραν πως θα χρειαστεί να βρουν νέα συνεργατικά σχήματα στον ερευνητικό και παραγωγικό τομέα, ενώ το 50% υπογράμμισε ότι ενδέχεται να καθυστερήσουν σημαντικά οι αιτήσεις εγκρίσεων, επιβραδύνοντας την καινοτομία.

Την προηγούμενη χρονιά, φαρμακευτικά και ιατρικά προϊόντα ήταν η κορυφαία κατηγορία εξαγωγών της ΕΕ προς τις ΗΠΑ, αγγίζοντας σχεδόν 80 δισ. ευρώ, ενώ οι αντίστοιχες αμερικανικές εξαγωγές στην Ευρώπη ξεπέρασαν τα 30 δισ. ευρώ.

Σύμφωνα με πρόσφατα στοιχεία της ING Bank, οι Ηνωμένες Πολιτείες κατανάλωσαν περίπου 560 δισ. δολάρια σε φαρμακευτικά προϊόντα την περασμένη χρονιά, εκ των οποίων περίπου το 36% (περίπου 200 δισ. δολάρια) είχαν εισαχθεί, με κυριότερους προμηθευτές την Ιρλανδία, τη Γερμανία και την Ελβετία.

Η Ευρωπαϊκή Ένωση ήδη αντιμετωπίζει δασμούς 25% σε χάλυβα, αλουμίνιο και οχήματα από τις ΗΠΑ και έχει προτείνει αντίμετρα. Όπως έγινε γνωστό, η ΕΕ προτιμά τη διαπραγμάτευση που θα ωφελεί και τις δύο πλευρές και θα αποτρέπει οικονομική βλάβη.

Παράλληλα, ο Πρόεδρος Τραμπ ζήτησε πρόσφατα από την ΕΕ να αγοράσει αμερικανική ενέργεια, ως προϋπόθεση για ελάφρυνση των δασμών, αναφέροντας χαρακτηριστικά: «Το έλλειμμα των 350 δισ. δολαρίων με την ΕΕ μπορεί να εξαφανιστεί γρήγορα, αν αγοράσουν την ενέργειά μας».