Σάββατο, 12 Ιούλ, 2025

Συνεχίζονται οι συνομιλίες για κατάπαυση πυρός στη Γάζα – Η Χαμάς δέχεται να απελευθερώσει 10 ομήρους

Η Χαμάς ανακοίνωσε στις 9 Ιουλίου ότι συμφώνησε στην απελευθέρωση δέκα ομήρων, στο πλαίσιο της προσπάθειάς της να συνεργαστεί «με θετικό πνεύμα» με τους διαμεσολαβητές για την επίτευξη κατάπαυσης του πυρός στη Γάζα. Ωστόσο, ανέφερε ότι παραμένουν σε εκκρεμότητα κρίσιμα ζητήματα, όπως η ροή ανθρωπιστικής βοήθειας και η αποχώρηση των ισραηλινών στρατευμάτων από τον παλαιστινιακό θύλακα.

Σύμφωνα με μετάφραση των δηλώσεών της που δημοσίευσε το δίκτυο Al Jazeera, η οργάνωση φέρεται να υποστήριξε ότι, στο πλαίσιο της δέσμευσής της για επιτυχία των συνεχιζόμενων διαπραγματεύσεων, επέδειξε την απαιτούμενη ευελιξία και αποδέχθηκε την απελευθέρωση δέκα κρατουμένων.

Ισραηλινοί αξιωματούχοι εκτιμούν ότι περίπου 50 όμηροι εξακολουθούν να κρατούνται, μεταξύ των οποίων 49 που απήχθησαν κατά την επίθεση του Οκτωβρίου και το πτώμα του Χαντάρ Γκόλντιν, ο οποίος σκοτώθηκε το 2014 και δεν έχει ακόμη επιστραφεί.

Ο Ισραηλινός πρωθυπουργός Μπενιαμίν Νετανιάχου έχει διαμηνύσει ότι ο πόλεμος, ο οποίος διαρκεί πλέον 21 μήνες, θα συνεχιστεί έως ότου καταστραφεί ολοκληρωτικά η Χαμάς. Ισραηλινοί αξιωματούχοι έχουν επίσης επισημάνει την πρόθεσή τους να διατηρηθεί στρατιωτική παρουσία σε νότιο διάδρομο της Λωρίδας της Γάζας — κάτι που απορρίπτει κατηγορηματικά η Χαμάς.

Η ανακοίνωση της Χαμάς έγινε περίπου μία εβδομάδα μετά τη δημόσια τοποθέτηση του Ντόναλντ Τραμπ, ο οποίος είχε παρουσιάσει μια «τελική πρόταση» για κατάπαυση του πυρός διάρκειας 60 ημερών. Ο πρόεδρος των ΗΠΑ είχε δηλώσει την 1η Ιουλίου ότι αναμένει ταχεία απάντηση από τα δύο μέρη.

Σε ανάρτησή του στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, ο Τραμπ είχε αναφέρει πως οι εκπρόσωποί του είχαν «μια μακρά και παραγωγική συνάντηση με τους Ισραηλινούς» και ότι το Ισραήλ είχε αποδεχθεί τις αναγκαίες συνθήκες για την ολοκλήρωση της δίμηνης εκεχειρίας, κατά την οποία «θα εργαστούμε με όλα τα μέρη για τον τερματισμό του πολέμου».

Προσέθεσε δε ότι το τελικό σχέδιο θα παραδοθεί από το Κατάρ και την Αίγυπτο, τους οποίους ευχαρίστησε για τις μεσολαβητικές τους προσπάθειες. Ο Τραμπ υποστήριξε ότι η Χαμάς θα πρέπει να αποδεχθεί τη συμφωνία, καθώς «δεν θα υπάρξει καλύτερη πρόταση – τα πράγματα μόνο θα χειροτερεύσουν».

Η Χαμάς είχε ανακοινώσει στις 4 Ιουλίου ότι έδωσε «θετική απάντηση» στην πρόταση για εκεχειρία, δηλώνοντας έτοιμη να συμμετάσχει στις συνομιλίες «με πλήρη σοβαρότητα».

Ο Νετανιάχου, ο οποίος συναντήθηκε με τον Τραμπ στην Ουάσιγκτον στις 9 Ιουλίου, δήλωσε ότι συμμερίζεται τον στόχο του για επίτευξη κατάπαυσης του πυρός — υπό την προϋπόθεση ότι θα διασφαλιστεί η ασφάλεια του Ισραήλ.

Μιλώντας σε δημοσιογράφους στο Καπιτώλιο, ο Νετανιάχου υποστήριξε ότι ο ίδιος και ο Τραμπ έχουν κοινό στόχο: την απελευθέρωση των ομήρων, τον τερματισμό της διακυβέρνησης της Χαμάς στη Γάζα και την εξασφάλιση ότι η περιοχή δεν θα απειλήσει ξανά το Ισραήλ.

Όπως ανέφερε, για την επίτευξη αυτού του στόχου υπάρχει κοινή στρατηγική και κοινές τακτικές, χωρίς πίεση ή εξαναγκασμό, αλλά με συντονισμό, «όπως επιδιώκει ο πρόεδρος Τραμπ». Τόνισε, πάντως, ότι αυτό δεν μπορεί να γίνει «πάση θυσία», καθώς το Ισραήλ έχει αδιαπραγμάτευτες απαιτήσεις σε θέματα ασφάλειας.

Ο Τραμπ βάζει τέλος στην παράταση των δασμών – Αμετακίνητη η προθεσμία της 1ης Αυγούστου

Ο πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ ξεκαθάρισε στις 8 Ιουλίου πως δεν θα δοθεί καμία επιπλέον παράταση πέραν της 1ης Αυγούστου για τις χώρες στις οποίες προβλέπεται να επιβάλουν οι ΗΠΑ αμοιβαίους δασμούς, υιοθετώντας σκληρή στάση μετά τις προηγούμενες νύξεις του για πιθανή ευελιξία σε όσες προσέφεραν σημαντικές παραχωρήσεις ή παρουσίαζαν ιδιαίτερες προτάσεις στις εμπορικές διαπραγματεύσεις.

«Όπως αναφέρεται στις επιστολές που εστάλησαν χθες σε διάφορες χώρες, αλλά και σε όσες θα σταλούν σήμερα, αύριο και στο προσεχές διάστημα, οι δασμοί θα αρχίσουν να εισπράττονται από την 1η Αυγούστου 2025. Δεν έχει υπάρξει καμία αλλαγή στην ημερομηνία αυτή και δεν πρόκειται να υπάρξει. Με άλλα λόγια, όλα τα ποσά καθίστανται απαιτητά και πληρωτέα από την 1η Αυγούστου 2025, χωρίς καμία παράταση», αναφέρει ο Τραμπ σε ανάρτησή του στην πλατφόρμα Truth Social.

Της ανακοίνωσης προηγήθηκε το εκτελεστικό διάταγμα της 7ης Ιουλίου, με το οποίο παρατάθηκε επισήμως η προηγούμενη διορία εμπορικών διαπραγματεύσεων από τις 9 Ιουλίου στην 1η Αυγούστου.

Η παράταση αυτή διατηρούσε τον ισχύοντα χαμηλότερο δασμό 10% για πολλές χώρες κατά τη διάρκεια των διαπραγματεύσεων, προσφέροντας παράθυρο «ανάσας» από τα υψηλότερα ποσοστά που είχε ανακοινώσει ο Τραμπ τον Απρίλιο, αλλά ανέστειλε για 90 ημέρες ώστε να δώσει χρόνο για διαπραγματεύσεις.

Ο Τραμπ είχε χαρακτηρίσει την παράταση απαραίτητη και ενδεδειγμένη, υπονοώντας πως οι συνομιλίες με άλλες χώρες προχωρούσαν αλλά απαιτούσαν περισσότερο χρόνο. «Αποφάσισα, με βάση επιπλέον στοιχεία και εισηγήσεις ανώτατων αξιωματούχων, συμπεριλαμβανομένων πληροφοριών για την πορεία των διαπραγματεύσεων με εμπορικούς εταίρους, πως είναι αναγκαία και κατάλληλη η παράταση της αναστολής», ανέφερε στη σχετική διαταγή.

Η κατηγορηματική προσήλωση του προέδρου στην καταληκτική ημερομηνία της 1ης Αυγούστου φαίνεται να αντικρούει δηλώσεις του στις 7 Ιουλίου, όπου εμφανιζόταν να αφήνει «παράθυρο» ευελιξίας για ορισμένους εταίρους υπό ειδικές περιστάσεις.

Τότε, σε σχετική ερώτηση δημοσιογράφου, ο Τραμπ είχε απαντήσει: «Θα έλεγα πως είναι τελεσίδικη, αλλά όχι 100% τελεσίδικη» αναφορικά με το αν υπάρχει περιθώριο να μεταθέσει την προθεσμία. «Αν μας καλέσουν και προτείνουν κάτι διαφορετικό, θα είμαστε ανοιχτοί σε διάλογο». Οι δηλώσεις αυτές πυροδότησαν σενάρια πως η διορία της 1ης Αυγούστου θα παραμείνει διαπραγματεύσιμη. Η νεότερη ανάρτησή του, ωστόσο, ήρθε να βάλει οριστικό τέλος σε κάθε συζήτηση περί νέας παράτασης.

Στις 7 Ιουλίου, ο Τραμπ απέστειλε επιστολές σε 14 χώρες, ενημερώνοντάς τες για τα συγκεκριμένα ποσοστά δασμών που θα ισχύσουν από 1η Αυγούστου αν δεν υπάρξει συμφωνία. Προειδοποίησε πως οι επιβαρύνσεις θα μπορούσαν να αυξηθούν σε περίπτωση που τα κράτη αυτά επιβάλουν νέα εμπόδια στο εμπόριο ή δεν αντιμετωπίσουν τις χρόνιες ανισορροπίες στο ισοζύγιο με τις Ηνωμένες Πολιτείες.

Συγκεκριμένα, ανακοίνωσε νέους δασμούς ως εξής: 25% σε Ιαπωνία, Καζακστάν, Μαλαισία, Νότια Κορέα και Τυνησία· 30% σε Βοσνία-Ερζεγοβίνη και Νότια Αφρική· 32% στην Ινδονησία· 35% σε Μπαγκλαντές και Σερβία· 36% σε Καμπότζη και Ταϊλάνδη· και 40% σε Μιανμάρ (Βιρμανία) και Λάος.

Σε κάθε περίπτωση, επεσήμανε στις επιστολές ότι οι δασμοί ίσως μειωθούν αν οι χώρες ανοίξουν τις αγορές τους και περιορίσουν τα μη δασμολογικά εμπόδια, υπογραμμίζοντας ότι τα επίμονα ελλείμματα στο εμπορικό ισοζύγιο αποτελούν σοβαρή απειλή για την οικονομική και εθνική ασφάλεια των ΗΠΑ.

Οι επιστολές αυτές σφραγίζουν εβδομάδες μηνυμάτων του Τραμπ περί επιβολής αμοιβαίων δασμών σε χώρες που διατηρούν εμπορικά πλεονάσματα με τις Ηνωμένες Πολιτείες ή υιοθετούν εμπόδια που ο ίδιος θεωρεί άδικα. Μέχρι στιγμής, η Ουάσιγκτον έχει καταλήξει σε εμπορικές συμφωνίες με την Ινδία, την Κίνα και το Ηνωμένο Βασίλειο, ενώ παραμένουν σε εξέλιξη οι διαπραγματεύσεις με τον Καναδά, το Μεξικό και την Ευρωπαϊκή Ένωση, σύμφωνα με τον Λευκό Οίκο.

Ο Τραμπ έχει παρουσιάσει τη δασμολογική του στρατηγική ως προσπάθεια αναδιαμόρφωσης του παγκόσμιου εμπορίου και εξαναγκασμού ξένων κυβερνήσεων να διαπραγματευτούν όρους που θεωρεί δικαιότερους για τις αμερικανικές επιχειρήσεις και εργαζομένους. Το εμπορικό έλλειμμα των ΗΠΑ άγγιξε ιστορικό υψηλό  918 δισ. δολαρίων το 2024 και ο Τραμπ έχει κατ’ επανάληψιν προβάλει τους δασμούς ως εργαλείο για τη μείωσή του και τη θωράκιση των δημοσιονομικών της χώρας.

Από την επιστροφή του στον Λευκό Οίκο τον Ιανουάριο, η Τελωνειακή Υπηρεσία των ΗΠΑ έχει συγκεντρώσει έσοδα άνω των 106 δισ. δολαρίων από δασμούς, εκ των οποίων τα 81,5 δισ. αποδίδονται απευθείας στη δασμολογική πολιτική του προέδρου, σύμφωνα με το υπουργείο Εσωτερικής Ασφάλειας.

Σε συνεδρίαση του υπουργικού συμβουλίου στις 8 Ιουλίου, ο Τραμπ δήλωσε: «Μεγάλα ποσά θα αρχίσουν να εισρέουν στα δημόσια ταμεία από την 1η Αυγούστου». Επεσήμανε μάλιστα πως αυτό είναι ξεκάθαρο από τις επιστολές που έχει ήδη αποστείλει η κυβέρνησή του.

Ο Μασκ ιδρύει το «Κόμμα της Αμερικής», δεσμεύεται να αμφισβητήσει την κυριαρχία των δύο κομμάτων

Ο γνωστός μεγιστάνας της τεχνολογίας, Έλον Μασκ, ανακοίνωσε επίσημα την ίδρυση νέου πολιτικού κόμματος, του «Κόμματος της Αμερικής», με ανάρτησή του στις 5 Ιουλίου στην πλατφόρμα X, την οποία και ο ίδιος διαχειρίζεται.

«Σήμερα, δημιουργείται το Κόμμα της Αμερικής για να σας επιστραφεί η ελευθερία σας», γράφει ο Μασκ, αμέσως μετά από μια δημοσκόπηση που είχε απευθύνει στους ακολούθους του σχετικά με τη στήριξη μιας τέτοιας πρωτοβουλίας

«Η Ημέρα Ανεξαρτησίας είναι η κατάλληλη στιγμή για να αναρωτηθούμε αν θέλετε ανεξαρτησία από το σύστημα των δύο κομμάτων», ανέφερε ο Μασκ την 4η Ιουλίου, ρωτώντας χαρακτηριστικά: «Να ιδρύσουμε το Κόμμα της Αμερικής;» Στη δημοσκόπησή του, το 65,4% των συμμετεχόντων τάχθηκαν υπέρ της δημιουργίας του νέου κόμματος.

Η ανακοίνωση για το Κόμμα της Αμερικής ήρθε στον απόηχο της σφοδρής κριτικής του Μασκ στο νομοσχέδιο “One Big Beautiful Bill” («Ένας Μεγάλος, Υπέροχος Νόμος»), μια ευρείας κλίμακας μεταρρύθμιση που υπεγράφη από τον πρόεδρο Ντόναλντ Τραμπ στις 4 Ιουλίου.

Η αντίθεση του Μασκ εστιάζει κυρίως στις δαπάνες που καλύπτονται από ελλειμματική χρηματοδότηση. Ως υπέρμαχος της δημοσιονομικής πειθαρχίας, καλούσε διαχρονικά σε περιορισμό των κρατικών δαπανών, τόσο μέσα από την προσωπική του παρέμβαση όσο και κατά τη θητεία του στο υπουργικό εγχείρημα DOGE.

Το Γραφείο Προϋπολογισμού του Κογκρέσου έχει εκτιμήσει ότι το εν λόγω δημοσιονομικό μέτρο θα αυξήσει το ομοσπονδιακό έλλειμμα κατά περίπου 3,25 τρισεκατομμύρια δολάρια μέσα σε μία δεκαετία.

Ήδη από τις αρχές Ιουνίου, ο Μασκ είχε δώσει τροφή στα σενάρια για νέο πολιτικό κόμμα, επικαλούμενος το «80% της μέσης Αμερικής», όπως το αποκάλεσε. Με δημοσκόπηση στις 5 Ιουνίου, έδειξε ότι σχεδόν το 80% των συμμετεχόντων θεωρούσαν αναγκαία την εμφάνιση μιας νέας πολιτικής δύναμης, αποτέλεσμα που ο Μασκ χαρακτήρισε «μοιραίο».

Την επομένη, υιοθέτησε την πρόταση να ονομαστεί το νέο κόμμα «Κόμμα της Αμερικής», σε προέκταση της υπάρχουσας πολιτικής του οργάνωσης, AmericaPAC.

Η AmericaPAC, που ιδρύθηκε πέρσι, στόχευε στη στήριξη υποψηφίων που ταυτίζονται με τις θεμελιώδεις αξίες της Αμερικής σύμφωνα με τον Μασκ: ασφαλή σύνορα, υπεύθυνη διαχείριση δημοσίων πόρων, ασφάλεια στις πόλεις, δίκαιο δικαστικό σύστημα, αυτοπροστασία και ελευθερία του λόγου.

Η ενόχληση του Μασκ με το “One Big Beautiful Bill” ήταν έκδηλη τις τελευταίες εβδομάδες. Στις 30 Ιουνίου δεσμεύτηκε να αμφισβητήσει κάθε Ρεπουμπλικανό βουλευτή που ψήφισε υπέρ του μέτρου, δηλώνοντας: «Κάθε μέλος του Κογκρέσου που εξελέγη με την υπόσχεση να μειώσει τις δημόσιες δαπάνες και στη συνέχεια ψήφισε για τη μεγαλύτερη αύξηση χρέους στην ιστορία θα πρέπει να ντρέπεται», προσθέτοντας πως «θα χάσει τις προκριματικές εκλογές του χρόνου, κι αν είναι το τελευταίο πράγμα που κάνω σ’ αυτή τη ζωή».

Κατά τη διάρκεια της προεκλογικής εκστρατείας του 2024, ο Μασκ διέθεσε σχεδόν 300 εκατ. δολάρια σε ρεπουμπλικανικές καμπάνιες μέσω της AmericaPAC, παρέχοντας σημαντική στήριξη και στην υποψηφιότητα του Τραμπ. Παρά το ότι άφησε να εννοηθεί πως θα περιορίσει τις πολιτικές δωρεές στο μέλλον, έχει καταστήσει σαφές ότι θα συνεχίσει να ενισχύει σημαντικές, κατά τη γνώμη του, υποθέσεις.

Τώρα, με την εκκίνηση του Κόμματος της Αμερικής, ο Μασκ δείχνει αποφασισμένος να μεταμορφώσει την πολιτική του επιρροή από τη στήριξη υποψηφίων σε πρωταγωνιστικό ρόλο στη δημιουργία ενός εναλλακτικού κινήματος ενάντια στο δίπολο του αμερικανικού πολιτικού συστήματος.

Η ώθηση του Μασκ για τη δημιουργία νέας πολιτικής κίνησης έρχεται και σε συνέχεια της δημόσιας αντιπαράθεσης με τον Τραμπ, που αντέδρασε έντονα στην αντίθεση του Μασκ στον “One Big Beautiful Bill”, αλλά και στην απειλή του να αμφισβητήσει τους βουλευτές που τον υποστήριξαν.

Ο Τραμπ πρόσφατα απάντησε στον Μασκ μέσω των social media, αφήνοντας αιχμές ότι το DOGE –οργανισμός που στο παρελθόν συμβούλευε ο Μασκ– θα έπρεπε να ερευνήσει τα δισεκατομμύρια κρατικών επιχορηγήσεων που έχουν λάβει οι εταιρείες του Μασκ, συμπεριλαμβανομένων των SpaceX και Tesla. Οι δύο άνδρες είχαν κάποτε βρεθεί στην ίδια πλευρά της προσπάθειας για αποδοτικότητα στο κράτος, με τον Μασκ να υπηρετεί επί 130 ημέρες ως ειδικός σύμβουλος της κυβέρνησης Τραμπ για την πάταξη της σπατάλης και της απάτης.

Η Χαμάς αφήνει ανοιχτό το ενδεχόμενο εκεχειρίας με τη μεσολάβηση ΗΠΑ

Η Χαμάς ανακοίνωσε ότι παρέδωσε «θετική» απάντηση στην πρόταση για κατάπαυση του πυρός στη Γάζα που προωθείται με τη μεσολάβηση των Ηνωμένων Πολιτειών, γεγονός που ενίσχυσε τις προσδοκίες για πρόοδο προς τον τερματισμό της πολύμηνης σύρραξης με το Ισραήλ.

Σύμφωνα με σχετική ανακοίνωση της οργάνωσης, η Χαμάς ολοκλήρωσε τις εσωτερικές της διαβουλεύσεις, καθώς και τις συζητήσεις με παλαιστινιακές οργανώσεις και κινήματα, αναφορικά με την πιο πρόσφατη πρόταση των διαμεσολαβητών για τον τερματισμό της ισραηλινής επίθεσης στη Λωρίδα της Γάζας. Όπως αναφερόταν, η απάντηση που διαβιβάστηκε στους «αδελφούς διαμεσολαβητές» δόθηκε σε θετικό κλίμα, ενώ εκφραζόταν ετοιμότητα για άμεση έναρξη νέου γύρου διαπραγματεύσεων σχετικά με τον μηχανισμό εφαρμογής της συμφωνίας.

Ωστόσο, Παλαιστίνιος αξιωματούχος, που προέρχεται από οργάνωση σύμμαχο της Χαμάς, δήλωσε στο πρακτορείο Reuters ότι εξακολουθούν να υφίστανται σοβαρά εμπόδια. Μεταξύ αυτών, περιλαμβάνονται οι εγγυήσεις για τη ροή ανθρωπιστικής βοήθειας, η πρόσβαση μέσω του συνοριακού περάσματος της Ράφα προς την Αίγυπτο και το σαφές χρονοδιάγραμμα για την αποχώρηση των ισραηλινών στρατευμάτων από τη Γάζα.

Η ανακοίνωση της Χαμάς ακολούθησε την ανακοίνωση της 1ης Ιουλίου από τον πρόεδρο των Ηνωμένων Πολιτειών Ντόναλντ Τραμπ, μιας «τελικής πρότασης» για 60ήμερη κατάπαυση του πυρός, στο πλαίσιο της προσπάθειας για τον τερματισμό του πολέμου διάρκειας σχεδόν 21 μηνών. Ο Αμερικανός πρόεδρος έχει ταχθεί υπέρ μιας ειρηνευτικής συμφωνίας και φέρεται να αναμένει άμεσες απαντήσεις από τα εμπλεκόμενα μέρη.

Σε ανάρτησή του στα κοινωνικά δίκτυα, ο Τραμπ ανέφερε πως εκπρόσωποί του είχαν μακρά και παραγωγική συνάντηση με το Ισραήλ για τη Γάζα και ότι η ισραηλινή πλευρά συμφώνησε στις απαραίτητες προϋποθέσεις για την ολοκλήρωση της εκεχειρίας, διάρκειας 60 ημερών. Όπως επεσήμανε, κατά την περίοδο αυτή οι Ηνωμένες Πολιτείες θα συνεργαστούν με όλους τους εμπλεκόμενους για τον τερματισμό του πολέμου.

Πρόσθεσε ότι η τελική πρόταση θα παραδοθεί από το Κατάρ και την Αίγυπτο, που, όπως είπε, έχουν καταβάλει σημαντικές προσπάθειες για την επίτευξη ειρήνης. Τόνισε επίσης πως «για το καλό της Μέσης Ανατολής» η Χαμάς θα πρέπει να αποδεχθεί τη συμφωνία, υπογραμμίζοντας ότι «δεν πρόκειται να υπάρξει καλύτερη – μόνο χειρότερη».

Ο πρωθυπουργός του Ισραήλ, Μπενιαμίν Νετανιάχου, ο οποίος αναμένεται να συναντήσει τον Αμερικανό πρόεδρο στην Ουάσιγκτον στις 7 Ιουλίου, δεν είχε προβεί μέχρι χθες σε δημόσιο σχόλιο σχετικά με την πρόταση Τραμπ. Ο Νετανιάχου έχει επανειλημμένως ζητήσει τον πλήρη αφοπλισμό της Χαμάς, ζήτημα που παραμένει άλυτο, καθώς η οργάνωση – η οποία φέρεται να κρατά ακόμη περί τους 20 ζωντανούς ομήρους – δεν έχει ανταποκριθεί.

Αιγύπτιος αξιωματούχος ασφαλείας, που επίσης μίλησε στο Reuters, δήλωσε ότι η Αίγυπτος, η οποία από κοινού με το Κατάρ έχει αναλάβει ρόλο μεσολαβητή, εξέτασε την απάντηση της Χαμάς και διέκρινε ενθαρρυντικά σημάδια για την επίτευξη συμφωνίας, αν και ορισμένα από τα αιτήματα της παλαιστινιακής πλευράς εξακολουθούν να χρήζουν περαιτέρω διαβούλευσης.

Ο Τραμπ έχει επισημάνει πως σκοπεύει να τηρήσει σκληρή στάση έναντι του Νετανιάχου προκειμένου να εξασφαλιστεί ταχεία εκεχειρία, αν και αναγνωρίζει ότι και ο Ισραηλινός πρωθυπουργός επιθυμεί να λήξουν οι εχθροπραξίες.

Με τη συμβολή του Reuters

Επικοινωνία Τραμπ – Ζελένσκι για την ενίσχυση της αεράμυνας της Ουκρανίας

Τηλεφωνική επικοινωνία είχαν στις 4 Ιουλίου ο Ντόναλντ Τραμπ και ο Βολοντίμιρ Ζελένσκι, με αντικείμενο την ενίσχυση της αεράμυνας της Ουκρανίας, σε μια περίοδο έντασης των ρωσικών επιθέσεων.

Σύμφωνα με ουκρανικές πηγές, η συνομιλία χαρακτηρίστηκε «πολύ σημαντική και καρποφόρα». Ο Ουκρανός πρόεδρος ανέφερε σε ανάρτησή του στα κοινωνικά δίκτυα ότι οι δύο ηγέτες συμφώνησαν να συνεργαστούν στενά για την περαιτέρω ενίσχυση των συστημάτων αεράμυνας της Ουκρανίας, με προοπτική να πραγματοποιηθεί συνάντηση ανάμεσα σε αμερικανικά και ουκρανικά κλιμάκια.

Το τηλεφώνημα ήρθε στον απόηχο μιας νύχτας σφοδρών ρωσικών επιθέσεων με drones και πυραύλους, οι οποίες – σύμφωνα με το Κίεβο – έφτασαν τον αριθμό-ρεκόρ των 539 drones και 11 πυραύλων.

Το γραφείο του Ζελένσκι ανέφερε πως «οι ηγέτες συζήτησαν περαιτέρω πρακτικά μέτρα για την ενίσχυση της αεράμυνας και συμφώνησαν να εργαστούν από κοινού για την καλύτερη προστασία του ουκρανικού εναέριου χώρου», καθώς και να οργανώσουν σχετική συνάντηση των δύο ομάδων σύντομα.

Η Ουάσιγκτον, ωστόσο, δεν έχει επιβεβαιώσει ακόμη την επικοινωνία ούτε έχει δημοσιοποιήσει ενημερωτικό σημείωμα για το περιεχόμενό της, ενώ το Epoch Times έχει ζητήσει σχετικό σχόλιο.

Το τηλεφώνημα έρχεται σε μια περίοδο μεταβαλλόμενου τοπίου ως προς τη στήριξη της Ουκρανίας.

Στις 2 Ιουλίου το Πεντάγωνο ανακοίνωσε πως παγώνει ορισμένες αποστολές οπλισμού προς το Κίεβο, επικαλούμενο διαδικασία «επανεξέτασης δυνατοτήτων» ώστε η παρεχόμενη στρατιωτική βοήθεια να συμβαδίζει με τις προτεραιότητες της αμερικανικής άμυνας.

Ο εκπρόσωπος του Πενταγώνου Σον Παρνέλ δήλωσε σε συνέντευξη Τύπου: «Δεν θα υπάρξει ενημέρωση για συγκεκριμένες ποσότητες ή τύπους πυρομαχικών που παρέχονται στην Ουκρανία, ούτε και για τα χρονοδιαγράμματα των αποστολών». Τόνισε ότι η εξέταση αυτή αποτελεί «μια λογική και ρεαλιστική ενέργεια» ώστε να διασφαλιστεί η σωστή διάθεση των αμερικανικών αποθεμάτων.

Την απόφαση υπερασπίστηκε ο Τραμπ, εξαπολύοντας πυρά κατά του προκατόχου του Τζο Μπάιντεν, τον οποίο κατηγόρησε πως «άδειασε όλη τη χώρα από όπλα δίνοντάς τα στην Ουκρανία, και πρέπει να βεβαιωθούμε ότι έχουμε αρκετά για εμάς».

Ο Γενικός Γραμματέας του ΝΑΤΟ Μαρκ Ρούτε αναγνώρισε ότι οι ΗΠΑ οφείλουν να διατηρούν επαρκή αποθέματα, υπογράμμισε ωστόσο ότι «βραχυπρόθεσμα, η Ουκρανία δεν μπορεί να στερηθεί καμία στήριξη, ειδικά όσον αφορά αντιαεροπορικά και πυρομαχικά».

Η Ουκρανία έχει εκφράσει την ανησυχία της ότι μια ενδεχόμενη παύση των αμερικανικών αποστολών θα μειώσει δραματικά την ικανότητά της να αποκρούσει ρωσικές αεροπορικές και χερσαίες επιθέσεις.

Το ουκρανικό Υπουργείο Εξωτερικών προειδοποίησε ότι κάθε καθυστέρηση στη χορήγηση βοήθειας όχι μόνο θα δυσχέραινε την άμυνά της, αλλά θα έδινε κίνητρο στη Μόσχα να συνεχίσει την επιθετικότητά της αντί να επιδιώξει την ειρήνη.

Ο Ζελένσκι σημείωσε ότι στη συνομιλία με τον Τραμπ εξετάστηκε και το ενδεχόμενο συμπαραγωγής αμυντικoύ υλικού από ΗΠΑ και Ουκρανία, με έμφαση στα drones και τις συναφείς τεχνολογίες, χαρακτηρίζοντας το ζήτημα «ζωτικής σημασίας» για τη χώρα του, καθώς τα drones εξακολουθούν να διαμορφώνουν τις εξελίξεις στο πεδίο.

Παράλληλα, η Γερμανία εμφανίστηκε διατεθειμένη να καλύψει ενδεχόμενα κενά στην ουκρανική αεράμυνα. Ο καγκελάριος Φρίντριχ Μερτς συζήτησε σε τηλεφωνική επικοινωνία με τον Τραμπ στις 3 Ιουλίου τη δυνατότητα ενίσχυσης της Ουκρανίας με συστήματα Patriot, όπως ανέφερε εκπρόσωπος της γερμανικής κυβέρνησης. Ο Μερτς πήρε την πρωτοβουλία, επιδιώκοντας να προωθήσει τις παραδόσεις οπλικών συστημάτων στην Ουκρανία ως αντίδραση στο «πάγωμα» των αμερικανικών αποστολών.

Ο Τραμπ φέρεται να κινείται προς μεσολαβητικές πρωτοβουλίες ανάμεσα σε Κίεβο και Μόσχα για κατάπαυση πυρός.

Στις 3 Ιουλίου ανέφερε ότι η επικοινωνία του με τον Ρώσο πρόεδρο Βλαντιμίρ Πούτιν δεν οδήγησε σε απτές προόδους και εξέφρασε την απογοήτευσή του για την αδιαλλαξία της Μόσχας.

Αν και δείχνει διάθεση να μεσολαβήσει μεταξύ Ρωσίας και Ουκρανίας, αποφεύγει να ξεκαθαρίσει ποια στάση θα τηρήσει στην πράξη. Σε συνάντηση με τον Μερτς στον Λευκό Οίκο στις 5 Ιουνίου, προειδοποίησε πως αν οι δύο πλευρές δεν επιτύχουν συμφωνία, θα εξετάσει ένα «πολύ σκληρό» πλάνο, ακόμα και κατά των δύο. Παρομοίασε, μάλιστα, τη σύγκρουση με «καβγά μεταξύ δύο πιτσιρικάδων που αρνούνται να σταματήσουν» και πρόσθεσε: «Καμιά φορά καλύτερα να τους αφήσεις να μαλώσουν λίγο, και μετά να τους τραβήξεις χώρια».

Τον Μάιο, ο Τραμπ είχε προειδοποιήσει τον Πούτιν ότι «παίζει με τη φωτιά» καθώς οι διαπραγματεύσεις για την ειρήνη έχουν βαλτώσει, και απείλησε με νέες κυρώσεις εάν συνεχιστούν τα ρωσικά πλήγματα κατά της Ουκρανίας.

Με την συμβολή των Εμέλ Ακάν, Τζέικομπ Μπεργκ και Reuters

Μείωση κατά ένα εκατομμύριο στον αριθμό των παράνομων μεταναστών από την έναρξη της προεδρίας Τραμπ

Περίπου ένα εκατομμύριο παράνομοι μετανάστες φέρονται να έχουν αποχωρήσει από τις Ηνωμένες Πολιτείες από τον Ιανουάριο, με την έναρξη της δεύτερης θητείας του Ντόναλντ Τραμπ στην προεδρία των ΗΠΑ, σύμφωνα με νέα μελέτη του Κέντρου Μελετών Μετανάστευσης (Center for Immigration Studies – CIS).

Τα ευρήματα δημοσιοποιήθηκαν ενώ η κυβέρνηση Τραμπ εντείνει τις προσπάθειες για περαιτέρω απελάσεις, δίνοντας έμφαση σε μεγάλες πόλεις με πολιτικές «ασφαλών καταφυγίων» και επαναλαμβάνοντας επιχειρήσεις σε αγροκτήματα, ξενοδοχεία και άλλους χώρους εργασίας.

Όπως ανέφερε το CIS σε έκθεσή του στις 19 Ιουνίου, η εκτιμώμενη μείωση φαίνεται να συνδέεται με την εντατικοποίηση της επιβολής της μεταναστευτικής νομοθεσίας από την αρχή της χρονιάς. Σύμφωνα με το Κέντρο, ο αριθμός των παράνομων μεταναστών μειώθηκε κατά ένα εκατομμύριο από την αρχή του έτους, ενδεχομένως λόγω της αντίδρασής τους στην εκλογή Τραμπ και στα αυξημένα μέτρα ελέγχου. Όπως σημειώθηκε, η μείωση αυτή προήλθε από τον περιορισμό του αριθμού μεταναστών από τη Λατινική Αμερική που είχαν φτάσει στις ΗΠΑ από το 1980 και μετά και παρέμεναν χωρίς να έχουν αποκτήσει την ιδιότητα του πολίτη — ομάδα που, όπως αναφέρεται, συμπίπτει σε μεγάλο βαθμό με τον παράτυπο πληθυσμό.

Για τον υπολογισμό του αριθμού, το CIS ανέλυσε μηνιαία στοιχεία από την Έρευνα Τρέχουσας Πληθυσμιακής Κατάστασης (Current Population Survey – CPS) του Γραφείου Στατιστικής Εργασίας, εστιάζοντας σε μη πολίτες από τη Λατινική Αμερική που εισήλθαν στις ΗΠΑ μετά το 1980. Η ομάδα αυτή χρησιμοποιείται συχνά από ομοσπονδιακές υπηρεσίες και ερευνητές ως ενδεικτική του συνολικού παράνομου πληθυσμού. Αφαιρώντας τις εκτιμήσεις για όσους βρίσκονται νομίμως στη χώρα, το Κέντρο υπολόγισε καθαρή μείωση 957.000 ατόμων μεταξύ Ιανουαρίου και Μαΐου.

Σύμφωνα με την έκθεση, η προκαταρκτική εκτίμηση για τον Μάιο του 2025 υπολογίζει ότι 14,8 εκατομμύρια παράνομοι μετανάστες βρίσκονταν στις ΗΠΑ, δηλαδή ένα εκατομμύριο λιγότεροι σε σύγκριση με τον Ιανουάριο.

Το CIS επεσήμανε πάντως ότι τα ευρήματα είναι προκαταρκτικά και πρέπει να ερμηνεύονται με προσοχή. Αν και η μείωση των μη πολιτών είναι στατιστικά σημαντική, η μεταβολή στο σύνολο του πληθυσμού αλλοδαπών δεν είναι.

Το Κέντρο αναγνώρισε επίσης ότι η αυστηρότερη επιβολή του νόμου ενδεχομένως να αποτρέπει ορισμένους μετανάστες — και ιδιαίτερα όσους βρίσκονται χωρίς νόμιμο καθεστώς — από το να συμμετέχουν σε κυβερνητικές έρευνες ή να αποκαλύπτουν ακριβώς το καθεστώς τους. Επιπλέον, κάποια από τα διοικητικά δεδομένα που απαιτούνται για την ακριβέστερη εκτίμηση του Μαΐου δεν έχουν ακόμη δημοσιευθεί.

Αν και το Κέντρο εκτιμά ότι τα δεδομένα «υποδεικνύουν έντονα» ότι η πολιτική επιβολής του Τραμπ συνέβαλε στη μείωση, αναγνωρίζει ότι δεν μπορεί να τεκμηριωθεί οριστικά η αιτιώδης σχέση.

Οι εκτιμήσεις για τον συνολικό αριθμό παράνομων μεταναστών στις ΗΠΑ ποικίλλουν σημαντικά — από περίπου 11 εκατομμύρια έως και πάνω από 30 εκατομμύρια — ανάλογα με την πηγή και τη μεθοδολογία. Το υπουργείο Εσωτερικής Ασφάλειας (Department of Homeland Security – DHS) είχε υπολογίσει ότι ο αριθμός ήταν 11 εκατομμύρια τον Ιανουάριο του 2022. Ο πρόεδρος Τραμπ έχει υποστηρίξει ότι ο πραγματικός αριθμός μπορεί να φτάνει τα 21 εκατομμύρια, ενώ ο υπουργός Εξωτερικών Μάρκο Ρούμπιο ανέφερε ότι ενδέχεται να ανέρχεται έως και στα 30 εκατομμύρια.

Η έκθεση του CIS δημοσιεύθηκε λίγες ημέρες μετά την ανακοίνωση του προέδρου Τραμπ ότι κινητοποιεί «κάθε διαθέσιμο πόρο» για αυτό που χαρακτήρισε ως «το μεγαλύτερο πρόγραμμα μαζικών απελάσεων στην ιστορία», δίνοντας προτεραιότητα σε πόλεις όπως το Λος Άντζελες, η Νέα Υόρκη και το Σικάγο, όπου εφαρμόζονται πολιτικές που έρχονται σε αντίθεση με την ομοσπονδιακή νομοθεσία για τη μετανάστευση.

Σε ανάρτησή του στο Truth Social, ο πρόεδρος ανέφερε ότι η ομοσπονδιακή κυβέρνηση θα παραμείνει επικεντρωμένη στην «επιστροφή των αλλοδαπών στις χώρες από τις οποίες προήλθαν», προσθέτοντας ότι η ICE, η Συνοριοφυλακή, το Πεντάγωνο και άλλες υπηρεσίες έχουν την «ακλόνητη υποστήριξή» του ώστε να «φέρουν εις πέρας την αποστολή τους».

Παρότι οι παράνομες διελεύσεις των συνόρων έχουν μειωθεί από την επανεκλογή Τραμπ, ο πρόεδρος έχει εκφράσει τη δυσαρέσκεια του για τον αργό, κατά την άποψή του, ρυθμό των απελάσεων. Στο πλαίσιο της νέας προσπάθειας, το υπουργείο Εσωτερικής Ασφάλειας επιβεβαίωσε ότι θα συνεχίσει τις επιχειρήσεις σε αγροκτήματα, ξενοδοχεία και άλλους χώρους εργασίας — κυρίως σε εκείνους που θεωρείται ότι απασχολούν παράνομους μετανάστες με εγκληματικό υπόβαθρο.

Ο Μάιος αποτέλεσε, σύμφωνα με τις αρχές, σημείο καμπής: για πρώτη φορά από τότε που τηρούνται στοιχεία, η Υπηρεσία Τελωνείων και Προστασίας Συνόρων (Customs and Border Protection – CBP) δεν απελευθέρωσε κανέναν παράνομο μετανάστη εντός Ηνωμένων Πολιτειών. Σε ανακοίνωσή της στις 17 Ιουνίου, η υπηρεσία χαρακτήρισε αυτήν την εξέλιξη ως «κατακόρυφη πτώση» σε σχέση με τους 62.000 μετανάστες που είχαν αφεθεί ελεύθεροι τον Μάιο του 2024.

Η CBP ανέφερε επίσης ότι οι συνοριοφύλακες εντόπισαν μόλις 8.725 παράνομους μετανάστες να διασχίζουν τα νότια σύνορα εκτός των επίσημων σημείων εισόδου τον περασμένο μήνα — μείωση 93% σε σχέση με τον Μάιο του 2024, όπου είχαν καταγραφεί 117.905 αντίστοιχες περιπτώσεις.

Όπως σημειώθηκε στην ανακοίνωση, οι αριθμοί παραμένουν σε ιστορικά χαμηλά επίπεδα, γεγονός που —κατά τη CBP— αντανακλά σύνορα «πιο ασφαλή, πιο ελεγχόμενα» και «άνευ προηγουμένου επιχειρησιακή επιτυχία».

Ο FDA εγκρίνει ενέσιμο φάρμακο πρόληψης HIV με σχεδόν απόλυτη αποτελεσματικότητα στις κλινικές δοκιμές

Η Υπηρεσία Τροφίμων και Φαρμάκων των Ηνωμένων Πολιτειών (Food and Drug Administration – FDA) ενέκρινε, στις 18 Ιουνίου, ένα νέο ενέσιμο φάρμακο για την πρόληψη της λοίμωξης HIV, το οποίο προορίζεται να χορηγείται δύο φορές τον χρόνο και παρουσίασε εξαιρετικά αποτελέσματα στις κλινικές δοκιμές. Όπως ανακοίνωσε η φαρμακευτική εταιρεία Gilead Sciences, το σκεύασμα με την εμπορική ονομασία Yeztugo (δραστική ουσία: λενακαπαβίρη) προσφέρει «μια πολύ ρεαλιστική δυνατότητα» να τερματιστεί η επιδημία του HIV.

Σύμφωνα με την ανακοίνωση της εταιρείας, το φάρμακο αποδείχθηκε ιδιαίτερα αποτελεσματικό στις δοκιμές, καθώς σχεδόν όλοι οι συμμετέχοντες που το έλαβαν, παρέμειναν αρνητικοί στον HIV. Ο πρόεδρος και διευθύνων σύμβουλος της Gilead, Ντάνιελ Ο’ Ντέυ, χαρακτήρισε την ημέρα της έγκρισης «ιστορική» στον μακρόχρονο αγώνα κατά του HIV και δήλωσε ότι το Yeztugo αποτελεί μία από τις σημαντικότερες επιστημονικές ανακαλύψεις της εποχής, προσφέροντας μία πραγματική προοπτική για τον τερματισμό της επιδημίας.

Η έγκριση από τον FDA βασίστηκε στα αποτελέσματα δύο μεγάλων κλινικών μελετών. Σε μία από αυτές, στην οποία συμμετείχαν περισσότεροι από 2.100 άνθρωποι από την υποσαχάρια Αφρική, κανείς από τους συμμετέχοντες που έλαβαν το ενέσιμο σκεύασμα δεν μολύνθηκε από HIV. Σε δεύτερη μελέτη, με αντίστοιχο αριθμό συμμετεχόντων, σημειώθηκαν μόνο δύο λοιμώξεις, ποσοστό που αντιστοιχεί σε 99,9% αποτελεσματικότητα. Η εταιρεία ανέφερε ότι το φάρμακο χαρακτηρίστηκε ασφαλές, χωρίς να εντοπιστούν σοβαρές παρενέργειες.

Η έγκριση καθιστά το Yeztugo το πρώτο και μοναδικό ενέσιμο φάρμακο πρόληψης HIV στις Ηνωμένες Πολιτείες που πρέπει χορηγείται δύο φορές ετησίως. Εντάσσεται στην κατηγορία της προφύλαξης προ έκθεσης (Pre-Exposure Prophylaxis – PrEP), με τη διαφορά ότι προσφέρει εξάμηνη προστασία με μία μόνο δόση, σε αντίθεση με τα καθημερινά χάπια ή τις ενέσεις ανά δίμηνο. Το χαρακτηριστικό αυτό εκτιμάται ότι μπορεί να διευκολύνει άτομα που δυσκολεύονται να ακολουθήσουν ένα πρόγραμμα πιο τακτικής χορήγησης ή να επισκέπτονται συχνά ιατρικές μονάδες. Σήμερα, περίπου 400.000 Αμερικανοί χρησιμοποιούν κάποια μορφή προφύλαξης PrEP.

Η λενακαπαβίρη είχε ήδη εγκριθεί στις ΗΠΑ, από το 2022, για την αντιμετώπιση του HIV, υπό την εμπορική ονομασία Sunlenca. Ωστόσο, η χρήση του ως προληπτικού μέσου, δηλαδή πριν την έκθεση στον ιό, και η εξάμηνη διάρκεια δράσης, είναι τα στοιχεία που διαφοροποιούν το Yeztugo. Ο Ο’ Ντέυ υποστήριξε ότι πρόκειται για ένα φάρμακο που χορηγείται μόνο δύο φορές τον χρόνο και το οποίο έχει αποδώσει εξαιρετικά αποτελέσματα στις μελέτες, γεγονός που ενδέχεται να φέρει ριζική αλλαγή στον τομέα της πρόληψης.

Η Gilead ανακοίνωσε ότι εργάζεται ώστε το νέο σκεύασμα να είναι ευρέως προσβάσιμο στις Ηνωμένες Πολιτείες, μέσω ασφαλιστικής κάλυψης, προγραμμάτων συγχρηματοδότησης και δωρεάν διάθεσης για ανασφάλιστους πολίτες.

Όπως διευκρίνισε εκπρόσωπος της εταιρείας σε δήλωση προς την εφημερίδα The Epoch Times, η ετήσια τιμή καταλόγου για τη λενακαπαβίρη στις ΗΠΑ ανέρχεται στα 28.218 δολάρια, προ της εφαρμογής ασφαλιστικής κάλυψης. Ο ίδιος ανέφερε ότι η Gilead εργάζεται ώστε το Yeztugo να είναι προσιτό σε κάθε ενδιαφερόμενο και εκτίμησε πως θα υπάρξει ευρεία κάλυψη από τις ασφαλιστικές εταιρείες.

Παράλληλα, η εταιρεία έχει ξεκινήσει διαδικασίες για να εξασφαλίσει την ευρύτερη κυκλοφορία του σκευάσματος και εκτός Ηνωμένων Πολιτειών. Συγκεκριμένα, έχει καταθέσει αιτήματα για επιταχυμένες εγκρίσεις στην Ευρωπαϊκή Ένωση, στην Αυστραλία, στη Βραζιλία, στον Καναδά και στη Νότιο Αφρική.

Σύμφωνα με τα Κέντρα Ελέγχου και Πρόληψης Νοσημάτων (CDC) των ΗΠΑ, περίπου 30.000 νέες λοιμώξεις HIV καταγράφονται ετησίως στη χώρα, με τη σεξουαλική επαφή μεταξύ ανδρών να ευθύνεται για τα δύο τρίτα των περιστατικών. Σε παγκόσμιο επίπεδο, οι ετήσιες νέες λοιμώξεις υπολογίζονται σε 1,3 εκατομμύρια.

Σύγκρουση Ισραήλ-Ιράν: Οι θέσεις Τραμπ και Κάρλσον για την Αμερικανική εμπλοκή

Ο αντιπρόεδρος Τζ.Ντ. Βανς δήλωσε στις 17 Ιουνίου: «Ο πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ διατηρεί αξιοσημείωτη συνέπεια απέναντι στο Ιράν εν μέσω της σύγκρουσης με το Ισραήλ». Σε εκτενές σχόλιό του στην πλατφόρμα κοινωνικής δικτύωσης X, ο Βανς ανέλυσε αυτή τη σταθερότητα, υπογραμμίζοντας: «Καταρχάς, ο πρόεδρος εδώ και δέκα χρόνια δηλώνει με απόλυτη συνέπεια πως το Ιράν δεν μπορεί να αποκτήσει πυρηνικό όπλο. Τους τελευταίους μήνες, μάλιστα, παρότρυνε το επιτελείο του στις διεθνείς σχέσεις να συζητήσει με τους Ιρανούς ώστε να επιτευχθεί αυτός ο στόχος».

Ο Βανς τόνισε ότι ο Τραμπ έχει καταστήσει σαφές πως «το Ιράν δεν μπορεί να προχωρήσει σε εμπλουτισμό ουρανίου» και πως έχει επανειλημμένα δηλώσει ότι αυτό το ζήτημα θα λυθεί «ή με τον εύκολο τρόπο ή με τον άλλο». Προσπάθησε επίσης να διαχωρίσει την ύπαρξη πυρηνικού προγράμματος από ένα που στοχεύει αποκλειστικά στην πολιτική χρήση της ενέργειας, επισημαίνοντας: «Το Ιράν θα μπορούσε να έχει πολιτική πυρηνική ενέργεια χωρίς εμπλουτισμό, αλλά το Ιράν το απέρριψε. Την ίδια στιγμή, έχουν εμπλουτίσει ουράνιο σε επίπεδο πολύ υψηλότερο από αυτό που απαιτείται για οποιονδήποτε πολιτικό σκοπό. Ο Διεθνής Οργανισμός Ατομικής Ενέργειας – ο οποίος κάθε άλλο παρά ανήκει στην δεξιά – τους έχει ήδη βρει να παραβιάζουν τις υποχρεώσεις τους ως προς τη μη διάδοση των πυρηνικών όπλων».

Συνέχισε λέγοντας: «Άλλο είναι να θέλεις πυρηνική ενέργεια για πολιτική χρήση, άλλο να ζητάς προηγμένες δυνατότητες εμπλουτισμού. Και τελείως διαφορετικό είναι να επιμένεις στον εμπλουτισμό παραβιάζοντας βασικές αρχές της μη διάδοσης και φτάνοντας το ουράνιο στα όρια σχεδόν οπλικού βαθμού».

Ο Βανς εξέφρασε την εκτίμησή του στην προσήλωση του Τραμπ στην προστασία των Αμερικανών πολιτών και στρατιωτικών, σημειώνοντας: «Μπορεί να αποφασίσει ότι χρειάζεται να λάβει περαιτέρω μέτρα για να σταματήσει τον εμπλουτισμό ουρανίου από το Ιράν. Τελικά, η απόφαση ανήκει στον πρόεδρο. Πιστεύω όμως πως έχει κερδίσει την εμπιστοσύνη πάνω σε αυτό το ζήτημα και, καθώς το έχω ζήσει προσωπικά από κοντά, μπορώ να διαβεβαιώσω ότι το μόνο που τον ενδιαφέρει είναι η χρήση της αμερικανικής στρατιωτικής ισχύος για την προώθηση των στόχων του αμερικανικού λαού. Ό,τι κι αν πράξει, αυτό θα είναι το επίκεντρό του».

Την ίδια ώρα, ο Ντόναλντ Τραμπ επέκρινε τον πρώην παρουσιαστή του Fox News, Τάκερ Κάρλσον, επειδή προειδοποίησε για τον κίνδυνο πολέμου με το Ιράν και πρότεινε ότι οι ΗΠΑ θα έπρεπε να παραμείνουν αμέτοχες. Στις 16 Ιουνίου, ο Τραμπ ανάρτησε μήνυμα στην πλατφόρμα Truth Social απευθυνόμενος στον Κάρλσον, γράφοντας με κεφαλαία: «Το Ιράν δεν μπορεί να έχει πυρηνικό όπλο».

Στις 13 Ιουνίου, ο Κάρλσον χαρακτήρισε «πολεμοχαρείς» όσους επιδιώκουν αμερικανική εμπλοκή σε σύρραξη με το Ιράν, δηλώνοντας: «Το πραγματικό χάσμα δεν είναι ανάμεσα σε όσους στηρίζουν το Ισραήλ και όσους στηρίζουν το Ιράν ή τους Παλαιστίνιους. Το πραγματικό χάσμα εντοπίζεται ανάμεσα σε όσους προτρέπουν ευκαιριακά σε βία και σε όσους προσπαθούν να την αποτρέψουν· ανάμεσα στους πολεμοχαρείς και στους ειρηνοποιούς». Αναρωτήθηκε μάλιστα: «Ποιοι είναι οι πολεμοχαρείς; Σε αυτούς συγκαταλέγονται όσοι σήμερα τηλεφωνούν στον Ντόναλντ Τραμπ απαιτώντας αεροπορικά πλήγματα και άμεση στρατιωτική εμπλοκή των ΗΠΑ στον πόλεμο με το Ιράν».

Στις 17 Ιουνίου, ο Λευκός Οίκος δημοσιοποίησε κατάλογο δηλώσεων του Τραμπ που υπογραμμίζουν πως «το Ιράν δεν πρέπει να του επιτραπεί να αποκτήσει πυρηνικό όπλο». Μέχρι την ώρα που έκλεινε η ύλη, ο Τραμπ αναμενόταν να συμμετάσχει σε σύσκεψη στην αίθουσα επιχειρήσεων του Λευκού Οίκου σχετικά με τα επόμενα βήματα για τη διαχείριση της κρίσης, από την οποία οι ΗΠΑ έχουν μέχρι στιγμής παραμείνει αμέτοχες. Νωρίτερα είχε αποχωρήσει πρόωρα από τη σύνοδο της G7 στον Καναδά.

Τραμπ: «Όλοι πρέπει να εκκενώσουν άμεσα την Τεχεράνη»

Ο πρόεδρος των Ηνωμένων Πολιτειών, Ντόναλντ Τραμπ, κάλεσε τους πολίτες να εγκαταλείψουν άμεσα την Τεχεράνη, επαναλαμβάνοντας την πάγια προειδοποίησή του ότι το Ιράν δεν πρέπει να αποκτήσει πυρηνικό όπλο, ενώ άφησε να εννοηθεί ότι η άρνηση της Τεχεράνης να συνάψει συμφωνία για τον πυρηνικό αφοπλισμό θα μπορούσε να οδηγήσει σε καταστροφή.

Σε ανάρτησή του στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης στις 16 Ιουνίου, ο Τραμπ ανέφερε ότι το Ιράν όφειλε να είχε υπογράψει τη συμφωνία που του είχε προτείνει, εκφράζοντας τη λύπη του για την απώλεια ανθρώπινων ζωών. «Το έχω πει ξανά και ξανά: το ΙΡΑΝ ΔΕΝ ΜΠΟΡΕΙ ΝΑ ΕΧΕΙ ΠΥΡΗΝΙΚΟ ΟΠΛΟ. Όλοι πρέπει να εκκενώσουν άμεσα την Τεχεράνη!» έγραψε χαρακτηριστικά.

Λίγο αργότερα, ιρανικά κρατικά μέσα ενημέρωσης μετέδωσαν πληροφορίες για εκρήξεις και έντονη δραστηριότητα της αντιαεροπορικής άμυνας πάνω από την πρωτεύουσα.

Ταυτόχρονα, οι Ισραηλινές Ένοπλες Δυνάμεις (IDF) εξέδωσαν εντολή εκκένωσης για περιοχές της Τεχεράνης, προειδοποιώντας για επικείμενες αεροπορικές επιδρομές κατά στρατιωτικών εγκαταστάσεων. Σε ανάρτηση στα φαρσί στην πλατφόρμα Χ, ο εκπρόσωπος Τύπου των IDF για τον αραβόφωνο κόσμο, συνταγματάρχης Αβιχάι Αντραΐ, κάλεσε τους πολίτες να εγκαταλείψουν άμεσα την περιοχή του 3ου διαμερίσματος της Τεχεράνης, «για τη δική σας ασφάλεια», όπως ανέφερε.

Ο Αντραΐ σημείωσε ότι «τις επόμενες ώρες, ο ισραηλινός στρατός θα πλήξει τη στρατιωτική υποδομή του ιρανικού καθεστώτος στην περιοχή αυτή, όπως έχει πράξει και τις προηγούμενες ημέρες στην Τεχεράνη», προσθέτοντας ότι «η παραμονή σας εκεί θέτει σε κίνδυνο τη ζωή σας».

Βίντεο που κυκλοφόρησαν στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης φέρονται να δείχνουν μαζική αποχώρηση πολιτών από την ιρανική πρωτεύουσα, όπου διαμένουν περίπου 9 εκατομμύρια άνθρωποι.

Οι προειδοποιήσεις από τον Τραμπ και τις IDF έρχονται εν μέσω συνεχώς κλιμακούμενης σύγκρουσης. Την περασμένη εβδομάδα, το Ισραήλ εξαπέλυσε ευρείας κλίμακας αεροπορική επιχείρηση με την κωδική ονομασία «Επιχείρηση Rising Lion», πλήττοντας πυρηνικές εγκαταστάσεις και στρατιωτικούς στόχους του Ιράν. Σε αντίποινα, η Τεχεράνη εκτόξευσε πολλαπλά κύματα πυραύλων και μη επανδρωμένων αεροσκαφών κατά ισραηλινών πόλεων, προκαλώντας εκτεταμένο συναγερμό και ενεργοποίηση των ισραηλινών συστημάτων αεράμυνας.

Ο πρωθυπουργός του Ισραήλ, Μπενιαμίν Νετανιάχου, δήλωσε ότι στόχος της επιχείρησης είναι η εξάλειψη της υπαρξιακής απειλής που συνιστούν τα πυρηνικά και τα βαλλιστικά προγράμματα του Ιράν. Σε συνέντευξή του στο Fox News, υποστήριξε ότι το Ισραήλ είναι έτοιμο να κάνει ό,τι χρειάζεται για να εξουδετερώσει τις δύο υπαρξιακές απειλές –την πυρηνική και τη βαλλιστική– προσθέτοντας ότι επιδιώκει να προστατεύσει τον κόσμο από το «εμπρηστικό καθεστώς» του Ιράν.

Ο Τραμπ, από την πλευρά του, έχει επανειλημμένα καλέσει το Ιράν να εγκαταλείψει τις πυρηνικές του φιλοδοξίες και να επιστρέψει στις διαπραγματεύσεις, προειδοποιώντας ότι η περαιτέρω καθυστέρηση μπορεί να οδηγήσει στην πλήρη κατάρρευση του καθεστώτος. Σε παλαιότερη ανάρτησή του στην πλατφόρμα Truth Social, είχε γράψει: «Το Ιράν πρέπει να κάνει συμφωνία, προτού δεν απομείνει τίποτα, και να σώσει αυτό που κάποτε ήταν γνωστό ως Περσική Αυτοκρατορία. Όχι άλλο θάνατο, όχι άλλη καταστροφή. ΚΑΝΤΕ ΤΟ, ΠΡΙΝ ΕΙΝΑΙ ΠΟΛΥ ΑΡΓΑ. Ο Θεός να σας ευλογεί όλους!»

Μέσα σε αυτό το κλίμα έντασης, οι προγραμματισμένες συνομιλίες μεταξύ Ηνωμένων Πολιτειών και Ιράν στο Ομάν ματαιώθηκαν. Ιρανοί αξιωματούχοι ανέφεραν ότι ο διάλογος δεν έχει πλέον κανένα νόημα μετά τις ισραηλινές επιθέσεις.

Στην Ουάσινγκτον, η κυβέρνηση Τραμπ ανακοίνωσε την ενίσχυση της αμερικανικής στρατιωτικής παρουσίας στην περιοχή. Το Σαββατοκύριακο, ο υπουργός Άμυνας Πιτ Χέγκσεθ ανακοίνωσε νέες αποστολές δυνάμεων στην περιοχή ευθύνης της Κεντρικής Διοίκησης των ΗΠΑ, η οποία περιλαμβάνει τη Μέση Ανατολή. Σε δήλωσή του τη Δευτέρα, ανέφερε ότι «η προστασία των αμερικανικών δυνάμεων αποτελεί ύψιστη προτεραιότητα και οι αναπτύξεις αυτές στοχεύουν στην ενίσχυση της αμυντικής μας θέσης».

Την Παρασκευή, ο υπουργός Εξωτερικών Μάρκο Ρούμπιο δήλωσε ότι οι ισραηλινές επιθέσεις έγιναν μονομερώς, ενώ προειδοποίησε το Ιράν να μην στοχεύσει αμερικανικά συμφέροντα ή προσωπικό.

Σύμφωνα με το ιρανικό υπουργείο Υγείας, τουλάχιστον 224 άνθρωποι έχουν σκοτωθεί στο Ιράν από την Παρασκευή, μεταξύ των οποίων και αρκετά υψηλόβαθμα στρατιωτικά στελέχη. Το Ισραήλ από την πλευρά του ανακοίνωσε ότι έχει καταγράψει 24 νεκρούς πολίτες.

Μυστήριο με πτήση της Cargolux προς Ιράν: Υποψίες για αερογέφυρα Κίνας–Ιράν

Ανησυχία και σενάρια συνωμοσίας έχει προκαλέσει η πορεία εμπορευματικής πτήσης της Cargolux, αεροπορικής εταιρείας με έδρα το Λουξεμβούργο και μερική κινεζική ιδιοκτησία, η οποία φέρεται να εκτράπηκε από το προγραμματισμένο δρομολόγιο της μεταξύ Κίνας και Λουξεμβούργου και αντί αυτού να κατευθύνθηκε προς το Ιράν, εν μέσω κλιμάκωσης της έντασης στη Μέση Ανατολή.

Σύμφωνα με δεδομένα από το Flightradar24, η πτήση CV9736 της Cargolux Airlines International απογειώθηκε στις 15 Ιουνίου από το Τζενγκζού της Κίνας με προορισμό το Λουξεμβούργο. Ωστόσο, τα στοιχεία παρακολούθησης πτήσεων δείχνουν ότι το αεροσκάφος άλλαξε πορεία, κατευθυνόμενο προς τον εναέριο χώρο του Ιράν, προτού εξαφανιστεί από τα δημόσια ραντάρ αφού απενεργοποίησε τον αναμεταδότη του πάνω από το Τουρκμενιστάν — χώρα που συνορεύει με το Ιράν και διατηρεί στενούς δεσμούς με την Τεχεράνη. Επιπλέον, τα δεδομένα του FlightAware υποδεικνύουν ότι έγινε στάση στην Τουρκμενμπάσι του Τουρκμενιστάν, προτού η πτήση συνεχίσει προς το Λουξεμβούργο, ενώ και το Airnavradar κατέγραψε την πορεία της πτήσης μέσω του Τουρκμενιστάν προτού χαθεί το σήμα.

Η Cargolux διέψευσε κατηγορηματικά ότι το αεροσκάφος εισήλθε στον ιρανικό εναέριο χώρο, απαντώντας έτσι στις φημολογίες περί μυστικής μεταφοράς μεταξύ Κίνας και Ιράν.

«Είμαστε ενήμεροι για τους πρόσφατους ισχυρισμούς που κυκλοφορούν στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης σχετικά με πτήσεις της Cargolux που φέρεται να χρησιμοποιούν τον ιρανικό εναέριο χώρο, βάσει δεδομένων που αντλούνται από δημόσια διαθέσιμες εφαρμογές. Η Cargolux δηλώνει κατηγορηματικά ότι καμία πτήση της δεν χρησιμοποιεί τον εναέριο χώρο του Ιράν. Τα συστήματα παρακολούθησης πτήσεων που διαθέτουμε σε πραγματικό χρόνο επιβεβαιώνουν πως καμία πτήση δεν έχει εισέλθει στον εναέριο χώρο του Ιράν», ανέφερε σε ανακοίνωσή της η εταιρεία. «Οποιαδήποτε αντίθετη αναφορά είναι απολύτως αβάσιμη. Παραμένουμε προσηλωμένοι στα υψηλότερα πρότυπα ασφάλειας και διαφάνειας σε όλες τις δραστηριότητές μας».

Η Epoch Times απηύθυνε ερωτήματα στην Cargolux για περαιτέρω διευκρινίσεις σχετικά με τη διαδρομή και τις στάσεις της πτήσης CV9736. Σημειώνεται ότι το 2014, η κινεζική εταιρεία Hunan Civil Aviation Development and Investment Company LTD απέκτησε μερίδιο 35% στην Cargolux, ενώ η συμφωνία προέβλεπε την καθιέρωση του Τζενγκζού ως δεύτερου κόμβου, μετά το Λουξεμβούργο.

Την ίδια στιγμή, πληθαίνουν οι αναφορές για στενή συνεργασία του Κομμουνιστικού Κόμματος της Κίνας με το ιρανικό καθεστώς. Αναλυτές προειδοποιούν για τον σχηματισμό άξονα Κίνας–Ιράν–Ρωσίας, σε αντιπαράθεση με τα συμφέροντα των ΗΠΑ. Στη σύμπλευση αυτή συντελεί η εξάρτηση της κινεζικής οικονομίας από το ιρανικό πετρέλαιο, αλλά και η ευθυγράμμιση της Κίνας με το αντιδυτικό μπλοκ που περιλαμβάνει το Ιράν και τη Ρωσία του Πούτιν.

Η Κλερ Λόπεζ, πρώην στέλεχος της CIA και εκτελεστική διευθύντρια της Επιτροπής Πολιτικής για το Ιράν, δήλωσε στην Epoch Times το 2023: «Ορισμένοι ειδικοί υποστηρίζουν ότι το Ιράν εδώ και καιρό επιδιώκει εγγυήσεις ασφαλείας από την Κίνα για να προστατευτεί σε περίπτωση κυρώσεων ή συνεπειών από τη στρατηγική υποστήριξής του προς αντιαμερικανικές δυνάμεις στη Μέση Ανατολή. Άλλοι πιστεύουν ότι το Πεκίνο χρησιμοποιεί το Ιράν ως αποσταθεροποιητικό παράγοντα στην περιοχή, στο πλαίσιο του μακροπρόθεσμου στόχου του να αντικαταστήσει τις ΗΠΑ ως παγκόσμιο ηγεμόνα».

Ο Τζόζεφ Χιούμαγερ, διευθυντής του Κέντρου για μια Ασφαλή Ελεύθερη Κοινωνία, δήλωσε στην εκπομπή American Thought Leaders της Epoch Times το 2024: «Οι διπλωματικές κινήσεις της Κίνας προς χώρες όπως το Ιράν αποβλέπουν, εν πολλοίς, στο να καταστήσουν μια περιοχή λιγότερο φιλόξενη για τις ΗΠΑ. Η σύνδεση Κίνας–Ιράν είναι ίσως η πλέον επικίνδυνη, ακόμα και πιο απειλητική από τη συνεργασία Κίνας–Ρωσίας, παρότι αυτή προβάλλεται συχνότερα στον παγκόσμιο διάλογο».

Το περιστατικό της Κυριακής έρχεται σε μια περίοδο αυξημένης έντασης στη Μέση Ανατολή. Την περασμένη εβδομάδα, οι ισραηλινές δυνάμεις εξαπέλυσαν μαζική αεροπορική επιχείρηση με την κωδική ονομασία «Ανατέλλων Λέων» κατά ιρανικών πυρηνικών εγκαταστάσεων και στρατιωτικών στόχων. Ως αντίποινα, ιρανικές δυνάμεις εξαπέλυσαν καταιγισμό πυραύλων και drones σε ισραηλινούς στόχους. Σύμφωνα με το ισραηλινό επιτελείο, μέχρι τη Δευτέρα το Ισραήλ είχε καταστρέψει 120 ιρανικούς εκτοξευτές πυραύλων εδάφους–εδάφους που βρισκόταν σε δράση, ενώ σημειώθηκε πλήρης υπεροχή της ισραηλινής αεροπορίας πάνω από την Τεχεράνη.

Ο πρωθυπουργός του Ισραήλ, Μπενιαμίν Νετανιάχου, άφησε ανοιχτό το ενδεχόμενο αλλαγής καθεστώτος στο Ιράν μετά την «Επιχείρηση Ανατέλλων Λέων», διευκρινίζοντας ωστόσο πως αυτό δεν αποτελεί τον πρωταρχικό της στόχο. «Είμαστε έτοιμοι να πράξουμε ό,τι χρειαστεί για να επιτύχουμε τον διττό στόχο μας: να εξαλείψουμε δύο υπαρξιακές απειλές, την πυρηνική και την απειλή των βαλλιστικών πυραύλων», δήλωσε στο Fox News, προσθέτοντας ότι το Ισραήλ «προσπαθεί να προστατεύσει τον κόσμο από αυτό το εμπρηστικό καθεστώς».

Το ιρανικό υπουργείο Υγείας ανακοίνωσε ότι από την Παρασκευή έχουν χάσει τη ζωή τους τουλάχιστον 224 άτομα στη χώρα, μεταξύ τους και ανώτατα στρατιωτικά στελέχη. Από το βράδυ της Κυριακής έως τα ξημερώματα της Δευτέρας, το Ιράν εκτόξευσε σωρεία πυραύλων εναντίον ισραηλινών πόλεων, όπως το Τελ Αβίβ και η Πετάχ Τίκβα, ενεργοποιώντας το ισραηλινό πολυστρωματικό σύστημα αεράμυνας, το οποίο περιλαμβάνει και τον Σιδηρούν Θόλο. Πριν τα χαράματα, ακούστηκαν πολλαπλές εκρήξεις στο Τελ Αβίβ, που αποδίδονται στη δράση αναχαιτιστικών συστημάτων. Στην Πετάχ Τίκβα, ένας πύραυλος χτύπησε πολυκατοικία, προκαλώντας ζημιές χωρίς ωστόσο να αναφερθούν θύματα.