Δευτέρα, 23 Δεκ, 2024

Εσφαλμένη η πεποίθηση ότι η μέτρια κατανάλωση αλκοόλ βοηθά στην μακροζωία

Ενδεχομένως να έχουμε ακούσει όλοι πως ένα ποτήρι κρασί μπορεί οδηγήσει σε μεγαλύτερη διάρκεια ζωής. Παρόλο που μπορεί να έχουμε αγκαλιάσει με ενθουσιασμό αυτή την συμβατική σοφία, νέα συστηματική αναθεώρηση και μέτα-ανάλυση υποδηλώνει ότι ίσως να βασίζεται σε εσφαλμένη επιστήμη.

Τα ευρήματα εμφανίστηκαν στο Περιοδικό Μελετών για το Αλκοόλ και τα Ναρκωτικά (Journal of Studies on Alcohol and Drugs).

Για χρόνια, αναρίθμητες μελέτες έχουν υποδείξει ότι όσοι πίνουν με μέτρο τείνουν να ζουν περισσότερο και έχουν χαμηλότερο κίνδυνο καρδιακής νόσου και άλλων χρόνιων παθήσεων σε σχέση με αυτούς που δεν πίνουν, όπως δηλώνει το δελτίο τύπου. Αυτό οδήγησε σε μια κοινή πεποίθηση πως η μέτρια κατανάλωση αλκοόλ είναι ωφέλιμη για την υγεία. Ωστόσο, δεν υποστηρίζουν όλες οι έρευνες αυτή την αισιόδοξη άποψη, και η νέα ανάλυση εξηγεί το γιατί.

Ο επικεφαλής ερευνητής της μελέτης, Τιμ Στόκγουελ, είναι επιστήμονας που συνεργάζεται με το Καναδικό Ινστιτούτο για την Έρευνα της Χρήσης των Ουσιών (Canadian Institute for Substance Use Research) στο Πανεπιστήμιο της Βικτόρια. Έλαβε το διδακτορικό του στο Ινστιτούτο Ψυχιατρικής στο Πανεπιστήμιο του Λονδίνου.

Ο κ. Στόκγουελ μίλησε στους Epoch Times, εξηγώντας πως οι προηγούμενες μελέτες οι οποίες βρήκαν πως η μέτρια κατανάλωση αλκοόλ θα μπορούσε να ωφελήσει την υγεία είχαν λάθη στον θεμελιώδη σχεδιασμό τους.

«Υπάρχει ένα πολύ βασικό πράγμα με αυτές τις μελέτες που περιλαμβάνει την σύγκριση αυτών που πίνουν με αυτούς που δεν πίνουν», είπε.

Το πρόβλημα

Ο κ. Στόκγουελ εξήγησε πως ένα πρόβλημα που είχαν οι προηγούμενες μελέτες είναι ότι τυπικά εστιάζουν στους ηλικιωμένους ενήλικες χωρίς να λαμβάνουν υπόψιν τις συνήθειες κατανάλωσης αλκοόλ καθ όλη τη διάρκεια της ζωής τους. Ως αποτέλεσμα, οι μέτριοι χρήστες αλκοόλ συγκρίνονται με ομάδες που χαρακτηρίζονται ως «μη χρήστες» και «περιστασιακοί χρήστες».

Ωστόσο, αυτές οι ομάδες σύγκρισης περιλαμβάνουν ηλικιωμένους ενήλικες οι οποίοι σταμάτησαν ή μείωσαν την κατανάλωση του αλκοόλ λόγω διαφόρων θεμάτων υγείας. Αυτό σημαίνει πως οι «μη χρήστες» και οι «περιστασιακοί χρήστες» δεν ήταν κατά ανάγκη άτομα που δεν ήπιαν ποτέ ή έπιναν σπάνια αλλά άτομα που πιθανόν να χρειάστηκε να σταματήσουν να πίνουν επειδή ήδη είχαν προβλήματα υγείας. Αυτή η εσφαλμένη σύγκριση έκανε τους μέτριους χρήστες να φαίνονται πιο υγιείς.

«Η πιο εύλογη εξήγηση είναι ότι τα άτομα που συνεχίζουν να πίνουν – πίνουν επειδή είναι υγιείς. Δεν είναι υγιείς επειδή πίνουν», είπε ο κ. Στόκγουελ.

Το πάει ένα βήμα παραπέρα, εξηγώντας γιατί η μελέτη της κατανάλωσης αλκοόλ είναι τόσο περίπλοκη.

«Για την πλειοψηφία της εργασιακής μου ζωής, διεξάγω έρευνα σχετικά με το αλκοόλ. Είναι το πεδίο ενδιαφέροντος μου, και η ψυχολογία είναι το υπόβαθρο μου. Με ενδιαφέρει πάρα πολύ το πως μετράμε το ποτό, και γνωρίζω πόσο περίπλοκο είναι να κάνεις αλλαγές κατά την διάρκεια της ζωής. Αυτές οι μεγάλες μελέτες κοιτάζουν για εκατό παράγοντες κινδύνου για την κακή υγεία, και έχουν μονάχα μία ή δύο ερωτήσεις για το αλκοόλ. Επομένως είναι πολύ δύσκολο να ξεχωρίσουμε αυτές τις μικροδιαφορές», είπε.

«Κάνουμε μεγάλη προσπάθεια να λύσουμε μερικά από αυτά τα προβλήματα κατά την διαδικασία του σχεδιασμού και της μέτρησης.»

 

Η ανάλυση

Ο κ. Στόκγουελ και η ομάδα του εξέτασαν 107 διαχρονικές μελέτες που παρακολουθούσαν άτομα κατά καιρούς για να εξερευνήσουν τον συσχετισμό μεταξύ των συνηθειών κατανάλωσης αλκοόλ και την διάρκειας της ζωής τους. Οι ερευνητές ανέλυσαν 4.838.825 άτομα, και βρήκαν 724 εκτιμήσεις σχετικά με τον συσχετισμό μεταξύ κατανάλωσης αλκοόλ και γενικής θνησιμότητας και 425.564 καταγεγραμμένους θανάτους.

Όταν συγκέντρωσαν τα δεδομένα, αρχικά φάνηκε πως οι ελαφριοί έως μέτριοι χρήστες (αυτοί που έπιναν από ένα ποτό την εβδομάδα έως δύο ποτά την ημέρα) είναι 14% χαμηλότερο κίνδυνο θανάτου κατά την διάρκεια της περιόδου μελέτης σε σχέση με τους μη χρήστες.

Ωστόσο, όταν οι ερευνητές έσκαψαν λίγο πιο βαθειά, βρήκαν μερικές μελέτες «υψηλής ποιότητας» με διαφορετικά κριτήρια ένταξης που φαίνονταν να κάνουν όλη την διαφορά. Αυτές οι μελέτες περιελάμβαναν άτομα που ήταν νεαρά (κατά μέσο όρο μικρότερα των 55 ετών) και σιγουρεύτηκαν πως αυτοί που έπιναν παλαιότερα ή ήταν περιστασιακοί χρήστες δεν συμπεριλήφθηκαν με τον χαρακτηρισμό του «μη χρήστη». Αυτές οι μελέτες συμπέραναν πως η μέτρια κατανάλωση αλκοόλ δεν οδηγούσε σε μακροζωία.

Οι πιο «αδύναμες μελέτες» – αυτές που περιελάμβαναν ηλικιωμένους συμμετέχοντες και δεν έκαναν τον διαχωρισμό μεταξύ αυτών που έπιναν παλαιότερα και αυτών που δεν είχαν πιει ποτέ – είναι αυτές που έκαναν τον συσχετισμό μεταξύ μέτρια κατανάλωσης και οφελών για την υγεία.

 

Το «Γαλλικό παράδοξο»

Η ιδέα πως η μέτρια κατανάλωση αλκοόλ είναι καλή για εμάς υπάρχει εδώ και δεκαετίες. Ένα παράδειγμα είναι το «Γαλλικό παράδοξο», το οποίο έγινε διάσημο την δεκαετία του 90, ισχυριζόμενο πως οι Γάλλοι είναι πιο υγιείς και έχουν χαμηλότερες περιπτώσεις καρδιακής νόσου παρά την δίαιτα υψηλών λιπαρών λόγω την συχνής κατανάλωσης κρασιού.

Ο κ. Στόκγουελ λέει πως αυτό έχει να κάνει με ένα επεισόδιο της σειράς «60 Minutes» που μεταδόθηκε στις αρχές του 1990 που εξερευνούσε την αιτία που οι Γάλλοι είχαν τόσο χαμηλές περιπτώσεις καρδιακής νόσου και σχεδόν καθόλου παχυσαρκία παρά την δίαιτα τους που αποτελούνταν από πλούσια, λιπαρά γεύματα και καθημερινή κατανάλωση κρασιού. Από τότε, η ιδέα διαμορφώθηκε και έγινε κομμάτι της κυρίαρχης συνείδησης.

«Έχω ταξιδέψει αρκετά στην ζωή μου, και συχνά, το ζήτημα αναδύεται. Σχεδόν παντού στον πλανήτη, αυτή η ιδέα έχει κυριαρχήσει πως η μέτρια κατανάλωση αλκοόλ είναι υγιής, ειδικά η κατανάλωση κόκκινου κρασιού […] Δεν υπήρχε το διαδίκτυο εκείνη την εποχή, αλλά η ιδέα διαδόθηκε ευρέως», είπε.

 

Οι συνέπειες της κατανάλωσης αλκοόλ στην υγεία

Όταν ερωτήθηκε για μερικές από τις πιο σημαντικές ζημιές της κατανάλωσης αλκοόλ, ο κ. Στόκγουελ είπε στους Epoch Times πως υπάρχει έλλειψη επίγνωσης των κινδύνων. Λέει πως ένας από τους μεγαλύτερους κινδύνους είναι ο καρκίνος και ο κίνδυνος μπορεί να μεγαλώσει ακόμα και με χαμηλά επίπεδα κατανάλωσης – όπως για παράδειγμα ένα ποτό την ημέρα.

«Αν η θεωρία μας είναι σωστή – πως τα οφέλη στην υγεία είναι υπερβολικά επειδή οι χρήστες συγκρίνονται με μη υγιείς μη χρήστες– τότε αυτή η κριτική εφαρμόζεται επίσης και στην υπόλοιπη επιδημιολογία του αλκοόλ. Αν κοιτάξει κανείς την κίρρωση του ήπατος, τον καρκίνο και οποιαδήποτε από αυτά τα άλλα πράγματα που υποτίθεται ότι δεν έχουν ωφέλιμη επίδραση, και πάλι σημαίνει πως συγκρίνεις τους κινδύνους για τους χρήστες με μια πολύ ανθυγιεινή ομάδα ατόμων. Επομένως, είναι πολύ πιθανό να έχουν υποτιμήσει σε μεγάλο βαθμό την επίδραση του αλκοόλ στην υγεία.»

 

Της Emma Suttie, D.Ac, AP

Ζάχαρη και καρκίνος του παγκρέατος

Ο παγκρεατικός καρκίνος, μερικές φορές επονομαζόμενος και «βασιλιάς των καρκίνων» λόγω της κακοήθειάς του, θέτει προκλήσεις τόσο στην πρόωρη ανίχνευση του όσο και στην αντιμετώπιση του τελικού σταδίου του. Η κατανόηση των αιτίων και των προειδοποιητικών συμπτωμάτων του μάς βοηθά να λάβουμε κατάλληλα προληπτικά μέτρα. Ο Ρονγκ Σου, διευθυντής της κλινικής Ρονγκ TCM στο Ηνωμένο Βασίλειο και έμπειρος θεράπων της παραδοσιακής κινέζικης ιατρικής (ΠΚΙ) με πάνω από 30 χρόνια εμπειρίας, επισημαίνει τις αιτίες, τα πρώιμα συμπτώματα και τις πιο αποτελεσματικές στρατηγικές πρόληψης για τον καρκίνο του παγκρέατος στο πρόγραμμα των Epoch Times «Health 1+1».

Ο διπλός ρόλος του παγκρέατος

Στη δυτική ιατρική, το πάγκρεας αναγνωρίζεται ως πεπτικό και ενδοκρινικό όργανο. Ως πεπτικό όργανο, εκκρίνει διάφορα ένζυμα για τη διάσπαση των πρωτεϊνών, των λιπών και των υδατανθράκων των τροφών. Ως ενδοκρινές όργανο, παράγει την ινσουλίνη και τη γλυκαγόνη για τη ρύθμιση των επιπέδων σακχάρου στο αίμα, διατηρώντας τα στα επίπεδα που πρέπει για την εύρυθμη λειτουργία των σημαντικότερων οργάνων του σώματος.

Ο κος Ρονγκ τονίζει πως, από την οπτική της ΠΚΙ, το πάγκρεας θεωρείται μέρος του συστήματος του σπλήνα, το οποίο περιλαμβάνει το πάγκρεας, το ήπαρ, τη χοληδόχο κύστη, τον σπλήνα, το στομάχι και τα έντερα. Το σύστημα αυτό είναι υπεύθυνο για την πέψη, την απορρόφηση, τη μεταμόρφωση και τη μεταφορά των θρεπτικών συστατικών από την τροφή, παρέχοντας ενέργεια στους διάφορους ιστούς και συστήματα στο σώμα.

Ζάχαρη και καρκίνος του παγκρέατος

Στο αρχαίο κινέζικο ιατρικό έγγραφο «Κλασική Εσωτερική Ιατρική του Κίτρινου Αυτοκράτορα» ή «Huangdi Neijing», αναφέρεται πως ο σπλήνας αντιστοιχεί στη γλυκύτητα. Ο κος Ρονγκ εξηγεί πως, ενώ μια μικρή ποσότητα γλυκύτητας τρέφει τον σπλήνα, η υπερβολική γλυκύτητα αποβαίνει ζημιογόνος. Η ζάχαρη βρίσκεται στις επεξεργασμένες γλυκές τροφές. Η υπερβολική κατανάλωση υψηλά επεξεργασμένων γλυκών τροφών για μεγάλο χρονικό διάστημα μπορεί να οδηγήσει σε χρόνια βλάβη του σπλήνα, με πιθανό αποτέλεσμα τις καρκινικές αλλοιώσεις.

Αναρίθμητες μελέτες έχουν επιβεβαιώσει τη στενή σχέση μεταξύ ζάχαρης και καρκίνου του παγκρέατος. Μελέτη του 2019, που δημοσιεύθηκε στο περιοδικό Cell Metabolism, βρήκε πως τα αυξημένα επίπεδα σακχάρου στο αίμα πυροδότησαν μεταβολικές ανισορροπίες στα ποντίκια, οδηγώντας σε καρκίνο του παγκρέατος.

Μια άλλη μελέτη, που δημοσιεύθηκε στο περιοδικό Cell Reports το 2020, ύστερα από παρακολούθηση σχεδόν 500.000 Ευρωπαίων για περισσότερα από 20 χρόνια, έδειξε πως μία υψηλή σε σάκχαρα δίαιτα αυξάνει τον κίνδυνο καρκίνου του παγκρέατος σε κάποια άτομα και προωθεί την ανάπτυξη και τη διάδοση όγκων.

Προκλήσεις στον εντοπισμό και την αντιμετώπιση

Ο κος Ρονγκ εξηγεί πως η δυσκολία στον εντοπισμό του καρκίνου του παγκρέατος στα πρώιμα στάδιά του έγκειται στη θέση του παγκρέατος. Συχνά αναφερόμενο ως «κρυφό όργανο», το πάγκρεας βρίσκεται πίσω από αρκετά άλλα όργανα. Αυτή η θέση καθιστά σχεδόν αδύνατο για τους ιατρούς να το ψηλαφίσουν κατά την εξέταση, και ακόμα και με υπερήχους, η καθαρή απεικόνιση του παγκρέατος αποτελεί πρόκληση.

Επιπλέον, όταν αρχίζουν να σχηματίζονται και να μεγαλώνουν όγκοι στο πάγκρεας, τυπικά δεν προκαλούν εμφανή συμπτώματα. Ακόμα και αν εμφανιστούν συμπτώματα, σπάνια αναγνωρίζονται ως σχετικά με παγκρεατικά ζητήματα, καθιστώντας την πρώιμη ανίχνευση απίθανη. Συνήθως, μόνο όταν τα καρκινικά κύτταρα έχουν κάνει μετάσταση σε άλλα όργανα τα συμπτώματα γίνονται εμφανή.

Σύμφωνα με τον Λίμορ Άππελμπαουμ, εκπαιδευτή της Ιατρικής Σχολής του Χάρβαρντ και ακτινοθεραπευτή ογκολόγο, «περίπου το 80% με 85% των ασθενών με καρκίνο του παγκρέατος διαγιγνώσκονται σε προχωρημένο, μη ιάσιμο στάδιο.»

Στα τέλη του 2023, ερευνητές της Ιατρικής Σχολής του Χάρβαρντ και του Ινστιτούτου Τεχνολογίας της Μασαχουσέτης (Massachusetts Institute of Technology – MIT) ανέπτυξαν μαζί ένα νέο μοντέλο ανίχνευσης του καρκίνου του παγκρέατος με την ονομασία PRISM, το οποίο μπορεί να ανιχνεύσει το 35% των αδενοκαρκινωμάτων του παγκρεατικού πόρου, του πιο κοινού τύπου καρκίνου του παγκρέατος, συγκριτικά με το 10% των συμβατικών εξετάσεων.

Περιορισμένες επιλογές αντιμετώπισης

Τα κύτταρα του καρκίνου του παγκρέατος είναι επιθετικά και ανθεκτικά σε πολλά επίπεδα θεραπειών, καθιστώντας την πλήρη θεραπεία πολύ δύσκολη. Σύμφωνα με την Αμερικανική Αντικαρκινική Εταιρία, το πενταετές σχετικό ποσοστό επιβίωσης για τον καρκίνο του παγκρέατος είναι μόλις 13%.

Οι επιλογές αντιμετώπισης του καρκίνου του παγκρέατος παραμένουν περιορισμένες. Η κύρια χειρουργική αντιμετώπιση είναι η παγκρεατοδωδεκαδακτυλεκτομή, αλλά λιγότερο από το 20% των ασθενών με καρκίνο του παγκρέατος πληρούν τις προϋποθέσεις για αυτή την επέμβαση.

Εκτός της επέμβασης, οι επιλογές αντιμετώπισης του καρκίνου του παγκρέατος περιλαμβάνουν τη χημειοθεραπεία, την ακτινοθεραπεία, τη στοχευμένη θεραπεία με φάρμακα και την ανοσοθεραπεία. Ωστόσο, αυτές οι μέθοδοι είναι γενικά αναποτελεσματικές στη θεραπεία του καρκίνου του παγκρέατος και, επιπλέον, μπορεί να προκαλέσουν σημαντικές βλάβες στον οργανισμό του ασθενούς.

Η ΠΚΙ ως επιπρόσθετος τρόπος αντιμετώπισης

Ο κος Ρονγκ διηγήθηκε μια πρόσφατη περίπτωση αντιμετώπισης καρκίνου του παγκρέατος ενός ασθενή. Ένας ασθενής τελικού σταδίου υποβλήθηκε σε πέντε μήνες χημειοθεραπείας χωρίς βελτίωση. Όταν ήρθε στην κλινική για έλεγχο, είχε χάσει όλα τα μαλλιά του, το πρόσωπό του ήταν παραμορφωμένο από τον πόνο και το στομάχι πρησμένο σαν μπαλόνι. Ύστερα από θεραπεία με βελονισμό, τα συμπτώματα του ασθενή βελτιώθηκαν σημαντικά, όπως επίσης και η συναισθηματική του κατάσταση.

Ο κος Ρονγκ δήλωσε πως η παρέμβαση με ΠΚΙ μπορεί να ανακουφίσει τα συμπτώματα του καρκίνου του παγκρέατος, να μειώσει σημαντικά τον πόνο και να βελτιώσει την ποιότητα ζωής σε ασθενείς στα τελευταία στάδια. Επιδεικνύει, επίσης, κάποιες δυνατότητες καταστολής της διάδοσης των καρκινικών κυττάρων ή ακόμη και επούλωσης. Οι ασθενείς μπορούν να λάβουν υπ’ όψιν την ΠΚΙ ως μια εναλλακτική θεραπεία ή να επιλέξουν έναν συνδυασμό Δυτικής ιατρικής και ΠΚΙ για την αντιμετώπιση του καρκίνου του παγκρέατος.

Πρώιμα συμπτώματα

Ο κος Ρονγκ επισημαίνει πως ορισμένοι ασθενείς με καρκίνο του παγκρέατος δεν έχουν καθόλου συμπτώματα, ενώ άλλοι μόνο λίγα, τα οποία συχνά παραβλέπονται, όπως:

  • Πρήξιμο και ενόχληση στην άνω κοιλιακή χώρα
  • Φαγούρα στο δέρμα
  • Ανεξήγητα απότομη αύξηση των επιπέδων του σακχάρου στο αίμα ή ξαφνική αναποτελεσματικότητα των φαρμάκων του διαβήτη
  • Πόνο χαμηλά στην πλάτη, ειδικά στο επίπεδο του ομφαλού, άσχετο με νεφρική νόσο ή τραυματισμό
  • Κιτρίνισμα στα μάτια και στο δέρμα (ίκτερος)

Παράγοντες κινδύνου

Παρόλο που η ακριβής αιτία οποιουδήποτε καρκίνου είναι άγνωστη, οι ακόλουθοι αποτελούν παράγοντες κινδύνου που ενδεχομένως επηρεάζουν την ανάπτυξη του καρκίνου του παγκρέατος:

  • Υψηλό στρες, κατάθλιψη και άγχος: Μελέτη έδειξε ότι η κατάθλιψη μπορεί να είναι πρόδρομος του καρκίνου του παγκρέατος, με τους μισούς από τους ασθενείς με καρκίνο του παγκρέατος να εκδηλώνουν ψυχιατρικά συμπτώματα 43 μήνες προτού εμφανιστούν τα σωματικά συμπτώματα.
  • Ανθυγιεινός τρόπος ζωής: Ανεξέλεγκτη διατροφή και ακανόνιστες ώρες ύπνου.
  • Μη ισορροπημένη δίαιτα: Ανθυγιεινή διατροφή χωρίς ποικιλία, όπως υπερβολική κατανάλωση κρέατος και ελάχιστα φρούτα και λαχανικά.
  • Κακές συνήθειες: Κάπνισμα, κατανάλωση αλκοόλ, κατανάλωση υπερβολικής ποσότητας καφέ και συχνή κατανάλωση καψαλισμένων τροφών.
  • Υποκείμενοι υγειονομικοί παράγοντες: Ο διαβήτης είναι γνωστός παράγοντας κινδύνου για τον καρκίνο του παγκρέατος.
  • Παγκρεατίτιδα: Χρόνια φλεγμονή του παγκρέατος μπορεί να οδηγήσει σε ανάπτυξη καρκίνου, και οι καλοήθεις όγκοι μπορεί να γίνουν κακοήθεις.
  • Γονίδια: Ο καρκίνος του παγκρέατος έχει ένα συγκεκριμένο ποσοστό οικογενειακής κληρονομικότητας.

Προληπτικά μέτρα

Ο κος Ρονγκ τονίζει πως, προκειμένου να αποτραπεί η ανάπτυξη καρκίνου του παγκρέατος, είναι απαραίτητο να ρυθμίσουμε τον τρόπο ζωής μας, εισάγοντας υγιεινές συνήθειες στην καθημερινότητά μας, όπως:

  • Μειώστε την πρόσληψη τροφών με σάκχαρα: Αντιθέτως, προτιμήστε τροφές με υψηλή περιεκτικότητα σε πρωτεΐνες, καθώς και οργανικές τροφές, ξηρούς καρπούς και όσπρια. Για παράδειγμα, ενσωματώστε βραστά ή ελαφρώς ψημένα ψάρια, κοτόπουλο, αυγά, βρώμη, καλαμπόκι, κεχρί και σίκαλη στη διατροφή σας.
  • Καταναλώστε ποικιλία λαχανικών και φρούτων: Τα λαχανικά και τα φρούτα είναι πλούσια σε αντιοξειδωτικά, τα οποία καταπολεμούν το οξειδωτικό στρες και τη χρόνια φλεγμονή, μειώνοντας τις πιθανότητες ανάπτυξης καρκίνου.
  • Αυξήστε την πρόσληψη υγιεινών λιπαρών: Έρευνες έχουν δείξει πως η κατανάλωση ελαιόλαδου μπορεί να μειώσει τον κίνδυνο ανάπτυξης καρκίνου.
  • Συχνή άσκηση: Η σωματική δραστηριότητα μπορεί να ενδυναμώσει το ανοσοποιητικό σύστημα και να μειώσει την πιθανότητα εμφάνισης καρκίνου.
  • Διαχειριστείτε το στρες και διατηρήστε μια θετική νοοτροπία: Η κατάθλιψη ενδεχομένως συνδέεται με τον καρκίνο του παγκρέατος. Είναι απαραίτητο να διαχειρίζεστε ενεργά το στρες και να ενσωματώσετε ασκήσεις χαλάρωσης στην καθημερινή σας ρουτίνα.

Των Sham Lam και JoJo Novaes

Μετάφραση: Βλαδίμηρος Αλεξάντρωφ

Επιμέλεια: Αλία Ζάε

 

Σύνδρομο χρόνιας κόπωσης: εξίσου πιθανό ύστερα από COVID ή οποιαδήποτε άλλη λοίμωξη

Οι πιθανότητες να αναπτύξουν οι άνθρωποι σύνδρομο χρόνιας κόπωσης ύστερα από COVID-19 ή οποιαδήποτε άλλη λοίμωξη, είναι περίπου οι ίδιες σύμφωνα με μελέτη που δημοσιεύθηκε την Τετάρτη.

«Ο COVID-19 μπορεί να προκαλέσει ΜΕ/ΣΧΚ (μυαλγική εγκεφαλομυελίτιδα ή αλλιώς σύνδρομο χρόνιας κόπωσης), αλλά υπάρχουν και άλλες λοιμώδεις ασθένειες που επίσης οδηγούν σε ΜΕ/ΣΧΚ», είπε στους Epoch Times η Δρ Μπεθ Ούνγκερ, επικεφαλής συγγραφέας της μελέτης στα Κέντρα Ελέγχου και Πρόληψης Νοσημάτων (CDC) των ΗΠΑ.

Η νέα μελέτη βρήκε πως 2% – 3% πρώην ασθενών COVID ανέπτυξαν συμπτώματα ΜΕ/ΣΧΚ, που συχνά συνδέονται με το σύνδρομο χρόνιου COVID, έναν χρόνο αφού κόλλησαν COVID-19. Το ποσοστό αυτό βρίσκεται πολύ κοντά στο 3% – 4% των ατόμων που ανέφεραν συμπτώματα ΜΕ/ΣΧΚ μετά από ασθένειες άσχετες με τον COVID.

Η ΜΕ/ΣΧΚ είναι μια κατάσταση χρόνιας κόπωσης η οποία χαρακτηρίζεται από μια σειρά συμπτωμάτων, που περιλαμβάνουν χρόνια κόπωση, προβλήματα ύπνου, ομίχλη εγκεφάλου, αδιαθεσία μετά την άσκηση και πολλά άλλα.

«Αν και τα ποσοστά συχνότητας εμφάνισης ασθενειών σαν τη ΜΕ/ΣΧΚ ύστερα από νόσηση με COVID μπορεί να θεωρούνται χαμηλά, λαμβάνοντας υπ’ όψιν πόσα εκατομμύρια άτομα πέρασαν COVID-19, αυτό υποδηλώνει πως ένας εξαιρετικά μεγάλος αριθμός ατόμων μπορεί να πάσχει από ΜΕ/ΣΧΚ», είπε στους Epoch Times η Δρ Τζόαν Έλμορ, επικεφαλής συν-συγγραφέας και καθηγήτρια ιατρικής στο τμήμα της γενικής εσωτερικής ιατρικής και έρευνας υπηρεσιών υγείας στο Πανεπιστήμιο της Καλιφόρνια στο Λος Άντζελες (UCLA).

Η μελέτη διεξήχθη από ερευνητές από το CDC και το UCLA.

Παρόμοια ποσοστά 

Η μελέτη, που δημοσιοποιήθηκε στο JAMA Network Open, είναι μία από τις πολλές που υποδηλώνουν πως η συχνότητα εμφάνισης της ΜΕ/ΣΧΚ ύστερα από COVID-19 ίσως να είναι μικρότερη από ό,τι νόμιζαν προηγουμένως.

Η μελέτη παρακολούθησε περισσότερα από 4.700 άτομα για 12 μήνες, με συνολική διάρκεια από τον Δεκέμβριο του 2020 έως τον Αύγουστο του 2022.

Oι συμμετέχοντες εξετάζονταν κάθε τρεις μήνες σχετικά με τα συμπτώματα τους. Οι ερευνητές ακολούθησαν τα κριτήρια του Ινστιτούτου Ιατρικής του 2015 σχετικά με τη ΜΕ/ΣΧΚ για να καθορίσουν εάν οι συμμετέχοντες έχουν όντως σύνδρομο χρόνιας κόπωσης βασισμένοι στα συμπτώματα που ανέφεραν.

Κάποια από τα κριτήρια περιελάμβαναν μειωμένα επίπεδα δραστηριότητας για πάνω από έξι μήνες, κόπωση, ύπνο που δεν έφερνε ξεκούραση και αδιαθεσία μετά την άσκηση.

Από το σύνολο των συμμετεχόντων που μελετήθηκαν και οι οποίοι ανέπτυξαν συμπτώματα σαν αυτά του COVID, περίπου οι μισοί βγήκαν θετικοί στον COVID-19 και θεωρήθηκαν μολυσμένοι.

Τρεις μήνες μετά τη λοίμωξη, πάνω από το 3% και των δύο ομάδων, τόσο αυτών που ήταν θετικοί στον COVID-19  όσο και αυτών που ήταν αρνητικοί, ανέφεραν πως βίωσαν ασθένεια παρόμοια με τη ΜΕ/ΣΧΚ.

Μετά από επανεξέταση, μέσα σε 12 μήνες μετά από την αρχική λοίμωξη, το 2,8% με 3,7% της ομάδας που ήταν θετικοί στον COVID-19 ανέφεραν συμπτώματα παρόμοια με τη ΜΕ/ΣΧΚ, ενώ το 3,1% με 4,5% της ομάδας που ήταν αρνητικοί στον COVID-19 ανέφεραν παρόμοια συμπτώματα.

Αντικρουόμενα ευρήματα;

Προηγούμενες έρευνες υποδηλώνουν πως περίπου το 10% των ατόμων που νοσούν με COVID-19 θα αναπτύξουν σύνδρομο χρόνιου COVID, μια κατάσταση που έχει πολλά κοινά χαρακτηριστικά με τη ΜΕ/ΣΧΚ.

Η Λώρεν Γουίσκ, μια από τις επικεφαλής συν-συγγραφέας, τόνισε πως τα ευρήματα της  συγκεκριμένης μελέτης δεν αντικρούουν παλαιότερα συμπεράσματα.

«Δεν σχολιάζουμε συγκεκριμένα την επικράτηση του συνδρόμου χρόνιου COVID εδώ, αλλά μια ξεχωριστή κατάσταση η οποία έχει ξεκάθαρα κλινικά κριτήρια για τη διάγνωσή της», είπε στους Epoch Times. «Νομίζω πως υπάρχουν πολλά χαρακτηριστικά που επικαλύπτονται μεταξύ των δύο ομάδων, αλλά δεν νομίζω πως μπορούμε να πούμε κάτι ουσιαστικό από αυτές τις εκτιμήσεις σχετικά με την επικράτηση του συνδρόμου χρόνιου COVID.»

Πρόσθεσε πως ο υπάρχων ασαφής ορισμός του συνδρόμου χρόνιου COVID είναι βασικός παράγοντας στη δυσκολία της εκτίμησης της επικράτησης του συνδρόμου αυτού.

Παλαιότερη μελέτη του CDC, η οποία δημοσιεύθηκε τον Μάρτιο του 2024 και η οποία εκτίμησε τα ηλεκτρονικά δεδομένα υγείας περισσότερων από 4.500 ασθενών με COVID-19, βρήκε μια σημαντική αύξηση στη χρόνια κόπωση μετά τη λοίμωξη.

Η μελέτη έδειξε πως τα άτομα που κόλλησαν COVID-19 είχαν 68% περισσότερες πιθανότητες να εμφανίσουν κόπωση και 330% περισσότερες πιθανότητες να εμφανίσουν χρόνια κόπωση, σε σχέση με αυτούς που δεν κόλλησαν.

Η Δρ Έλμορ είπε πως η προηγούμενη μελέτη διαφέρει από τη νέα στο ότι βασίστηκε στα ηλεκτρονικά αρχεία υγείας.

Η Δρ Ούνγκερ εξήγησε με παρόμοιο τρόπο τις διαφορές, προσθέτοντας πως οι δύο μελέτες δεν είναι συγκρίσιμες επειδή η προηγούμενη εξέτασε μονάχα τον ρυθμό κόπωσης και τα συμπτώματα της χρόνιας κόπωσης. Αντιθέτως, η παρούσα μελέτη ερεύνησε την επικράτηση της διάγνωσης ΜΕ/ΣΧΚ ύστερα από COVID-19.

«Είναι σημαντικό να σημειώσουμε ότι η ‘κόπωση’ και η ‘χρόνια κόπωση’ είναι διαφορετικές από τη ΜΕ/ΣΧΚ. Για να διαγνωστεί κάποιος με ΜΕ/ΣΧΚ, το άτομο πρέπει να έχει μια ασθένεια που επηρεάζει πολλά συστήματα του σώματος… Τα συμπτώματα της ΜΕ/ΣΧΚ είναι κάτι παραπάνω από το να ‘νιώθει κάποιος κουρασμένος’, το οποίο είναι αυτό στο οποίο αναφέρεται η κόπωση και η χρόνια κόπωση», τόνισε η Δρ Ούνγκερ.

Οι συγγραφείς έγραψαν στη μελέτη τους πως η ΜΕ/ΣΧΚ μπορεί να παραληφθεί στην κλινική διάγνωση, καθιστώντας τα ηλεκτρονικά αρχεία υγείας πιθανώς αναξιόπιστα. Ωστόσο, σημείωσαν επίσης πως η έρευνά τους ίσως να υποτιμά τη συχνότητα εμφάνισης της κατάστασης σε ασθενείς που κόλλησαν COVID-19, καθώς ορισμένοι δεν αναφέρουν τα σωστά συμπτώματα, ενώ άλλοι μπορεί να βγουν αρνητικοί στη νόσο.

Η Δρ Έλμορ είπε πως δεν αποκλείεται τα μελλοντικά δεδομένα να αντικρούσουν τα τωρινά.

«Πιθανόν να υπάρξει μεταβλητότητα στους μελλοντικούς ρυθμούς συχνότητας εμφάνισης λόγω διαφορών στον πληθυσμό της μελέτης και τα είδη των δεδομένων που χρησιμοποιούνται για να καθορίσουν τη ΜΕ/ΣΧΚ [μετά από COVID-19]», είπε στους Epoch Times.

Της Marina Zhang

Μετάφραση: Βλαδίμηρος Αλεξάντρωφ

Επιμέλεια: Αλία Ζάε

 

Φυτοφάρμακα και κάπνισμα οι βασικοί υπαίτιοι για την αύξηση εμφάνισης ορισμένων μορφών καρκίνου

Μια πληθώρα βιβλιογραφίας δείχνει συνδέσεις μεταξύ της χρήσης φυτοφαρμάκων και του αυξημένου κινδύνου εμφάνισης διαφόρων τύπων καρκίνου. Ωστόσο, σε αντίθεση με το κάπνισμα, η έκθεση των περισσότερων ανθρώπων σε αυτές τις επιβλαβείς τοξίνες είναι πολύ μικρή για να αποτελέσει απειλή, γεγονός που μπορεί να εξηγεί γιατί πολλοί φαίνονται να ανησυχούν λιγότερο.

Ωστόσο, μελέτη που δημοσιεύθηκε τον Ιούνιο διαπίστωσε ότι τα φυτοφάρμακα ευθύνονται όσο και το κάπνισμα για την εμφάνιση καρκίνου, ιδίως σε κοινότητες με μεγάλη γεωργική παραγωγή.

«Εάν ζείτε σε μια κοινότητα με υψηλή έκθεση, υφίστασθε τις ίδιες βλαβερές συνέπειες με το κάπνισμα», δήλωσε ο Αϊσέιν Ζαπάτα, αντίστοιχος συγγραφέας της μελέτης και αναπληρωτής καθηγητής στο Κολέγιο Οστεοπαθητικής Ιατρικής του Πανεπιστημίου Rocky Vista στο Κολοράντο.

Χρήση φυτοφαρμάκων και υψηλότερη συχνότητα εμφάνισης καρκίνου

Η μελέτη, που δημοσιεύθηκε στο Frontiers in Cancer Control and Society, ανέλυσε εθνικά δεδομένα σε όλες τις πολιτείες των ΗΠΑ και 3.143 κομητείες για να προσδιορίσει την επίδραση των διαφορετικών προτύπων χρήσης φυτοφαρμάκων στα ποσοστά καρκίνου και τη συνέκρινε με το κάπνισμα, έναν γνωστό παράγοντα κινδύνου για καρκίνο.

Δεδομένου ότι οι άνθρωποι συχνά δεν εκτίθενται σε ένα μόνο φυτοφάρμακο αλλά σε ένα «κοκτέιλ» διαφόρων χημικών ουσιών, οι ερευνητές δημιούργησαν διαφορετικά προφίλ του τρόπου χρήσης των φυτοφαρμάκων στη γεωργία σε διάφορες κομητείες αντί να εξετάσουν κάθε φυτοφάρμακο ξεχωριστά. Στη συνέχεια εξέτασαν αυτά τα προφίλ σε σχέση με τα ποσοστά καρκίνου.

Η μελέτη εντόπισε τα πιο συχνά χρησιμοποιούμενα φυτοφάρμακα σε νομούς με μοτίβα χρήσης που συνδέονται με τα υψηλότερα ποσοστά καρκίνου. Για παράδειγμα, η ατραζίνη, που χρησιμοποιείται ευρέως για την εξόντωση ζιζανίων σε καλλιέργειες όπως το καλαμπόκι, το ζαχαροκάλαμο και το σόργο, συνδέθηκε με υψηλότερα ποσοστά καρκίνου του παχέος εντέρου. Η γλυφοσάτη, από την άλλη πλευρά, συνδέθηκε με υψηλότερα ποσοστά καρκίνου του παχέος εντέρου, του παγκρέατος και όλων των καρκίνων γενικά.

Παρόλο που φυτοφάρμακα όπως η κυπροδινίλη, τα οποία χρησιμοποιούνται για τον έλεγχο μιας σειράς μυκητολογικών ασθενειών, δεν έχουν ερευνηθεί τόσο ευρέως για τον κίνδυνο καρκίνου σε σύγκριση με την ατραζίνη και άλλα εκτενώς μελετημένα φυτοφάρμακα, βρέθηκε ότι και αυτά συνδέονται με υψηλά ποσοστά καρκίνου. Για παράδειγμα, οι ερευνητές διαπίστωσαν ότι η κυπροδινίλη σχετίζεται με τη λευχαιμία.

Ωστόσο, ο κ. Ζαπάτα, ο οποίος έχει διδακτορικό στην εφαρμοσμένη στατιστική, προειδοποίησε κατά της ερμηνείας του όρου «κορυφαίο» ως «χειρότερο». Είπε ότι το τι θεωρείται το χειρότερο εξαρτάται από το πόσο φυτοφάρμακο χρησιμοποιείται και γιατί. Ενώ η μελέτη δείχνει τα βασικά φυτοφάρμακα, ο αντίκτυπός τους ποικίλλει ανάλογα με τις γεωργικές πρακτικές της περιοχής. «Μια περιοχή που καλλιεργεί καλαμπόκι θα χρησιμοποιήσει διαφορετικές χημικές ουσίες από μια που καλλιεργεί πορτοκάλια. Η ‘χειρότερη’ ένωση σε μια περιοχή μπορεί να μην είναι σχετική σε μια άλλη», δήλωσε ο κ. Ζαπάτα στους Epoch Times.

Υψηλότερος κίνδυνος από τα φυτοφάρμακα από ό,τι το κάπνισμα

Σε περιοχές με έντονη γεωργική παραγωγή, οι συγγραφείς διαπίστωσαν ότι η έκθεση σε φυτοφάρμακα παρουσίαζε μεγαλύτερο κίνδυνο εμφάνισης ορισμένων καρκίνων -ιδίως του λεμφώματος non-Hodgkin, του καρκίνου της ουροδόχου κύστης και της λευχαιμίας- από ό,τι το κάπνισμα.

Οι περιοχές που επηρεάστηκαν περισσότερο από τους κινδύνους καρκίνου που σχετίζονται με τα φυτοφάρμακα βρίσκονταν κυρίως στις μεσοδυτικές πολιτείες, γνωστές για την έντονη γεωργική δραστηριότητα, ιδίως την παραγωγή καλαμποκιού. Πολιτείες όπως η Αϊόβα, το Ιλινόις, η Νεμπράσκα, το Μιζούρι, η Ιντιάνα και το Οχάιο εμφανίζονται συνήθως σε περιοχές που συνδέονται με υψηλότερο πρόσθετο κίνδυνο. Η Φλόριντα, κομβικής σημασίας στην παραγωγή λαχανικών και φρούτων, παρουσίασε επίσης αυξημένο κίνδυνο καρκίνου.

Επιπτώσεις στην υγεία

Ενώ οι νόμοι σχετικά με τη χρήση φυτοφαρμάκων έχουν βελτιωθεί χάρη στην έρευνα σχετικά με πανταχού παρούσες, επιβλαβείς χημικές ουσίες όπως η ατραζίνη, η μελέτη αναδεικνύει τους κινδύνους που εγκυμονούν οι χημικοί συνδυασμοί που αφορούν ειδικά τη χρήση γης και τις περιφερειακές καλλιέργειες, δήλωσαν οι συγγραφείς.

«Οι γεωργικές χημικές ουσίες που περιλαμβάνουν φυτοφάρμακα και αποφυλλωτικά, όπως το Roundup (γλυφοσάτη) και άλλες τέτοιες χημικές ουσίες, φαίνεται ότι, σε γενικές γραμμές, έχουν προκαρκινική επίδραση. Αυτές οι χημικές ουσίες μπορούν να το κάνουν αυτό παρεμβαίνοντας στο ανοσοποιητικό σύστημα του ανθρώπινου σώματος, το οποίο είναι η πρώτη γραμμή άμυνας για την καταπολέμηση του καρκίνου», δήλωσε ο γιατρός ολιστικής και ολοκληρωμένης ιατρικής Δρ Γιουσούφ Σαλίμπι στην εφημερίδα The Epoch Times.

Ανεξάρτητα από τους πιθανούς κινδύνους αυτών των φυτοφαρμάκων, η γεωργική παραγωγή βασίζεται σε αυτά για τη διατήρηση της παραγωγικότητας, δήλωσε ο κ. Ζαπάτα. «Ακόμα και όταν εντοπίζουμε αυτές τις ενώσεις που είναι πολύ επιβλαβείς, τις χρειαζόμαστε γιατί δεν μπορείτε να έχετε το μέγεθος της παραγωγικότητας σε αυτές τις περιοχές χωρίς τη χρήση αυτών των χημικών ουσιών. Είναι απλά μη ρεαλιστικό να πιστεύουμε ότι μπορούμε απλά να τις αφαιρέσουμε».

Οι ερευνητές ελπίζουν ότι τα ευρήματά τους θα ενθαρρύνουν τους ανθρώπους να προσέχουν από πού προέρχονται τα προϊόντα τους και σε ποιες χημικές ουσίες μπορεί να εκτίθενται τα τρόφιμά τους.

Η αποφυγή είναι το κλειδί

Παρά τις προσπάθειες για τη μείωση των ασθενειών που σχετίζονται με τα φυτοφάρμακα μέσω της επιτήρησης και της παρακολούθησης, οι εργαζόμενοι στη γεωργία και οι αγρότες δεν λαμβάνουν τακτική βιολογική παρακολούθηση. Ο Δρ Σαλίμπι, ο οποίος έχει πάνω από 25 χρόνια εμπειρίας στη λειτουργική ιατρική, μερικές φορές εξετάζει για αυτές τις χημικές ουσίες σε δείγματα ούρων για να ξεκινήσει θεραπείες. Ωστόσο, οι εξετάσεις ρουτίνας μπορεί να μην περιλαμβάνουν τέτοιες εξετάσεις, οι οποίες θα ωφελούσαν αυτούς τους πληθυσμούς.

Ο Δρ Σαλίμπι πρότεινε ορισμένες απλές λύσεις για τους ανθρώπους.

«Το νούμερο 1 πράγμα που μπορείτε να κάνετε είναι η αποφυγή. Αποφύγετε την έκθεση, όπως η μετακίνηση σε μια φάρμα που χρησιμοποιεί χημικά μέσα, η αποφυγή ψεκασμένων καλλιεργειών ή τροφίμων, και να καταναλώνετε όσο το δυνατόν πιο βιολογικά προϊόντα.»

Πρότεινε επίσης τη χορήγηση φαρμακευτικών και διατροφικών προϊόντων που βοηθούν στο να «τραβήξουν» τις τοξίνες από το σύστημα. Αυτά μπορεί να περιλαμβάνουν συνδετικά και χλωρέλλα, μια άλγη του γλυκού νερού.

Προτείνει επίσης να συμμετέχετε σε δραστηριότητες που ενθαρρύνουν την αποβολή υγρών, όπως η κατανάλωση περισσότερου νερού για την προώθηση της ούρησης και η επίσκεψη σε σάουνες για να αποβάλλετε τις πιθανές τοξίνες με ιδρώτα.

Ο Δρ Σαλίμπι δήλωσε ότι δεν υπάρχει «συνταγή» για τη διαχείριση της έκθεσης σε φυτοφάρμακα. Αντίθετα, χρειάζεται μια εξατομικευμένη προσέγγιση.

Της Rachel Ann T. Melegrito

Είναι πράγματι η LDL «κακή χοληστερίνη»;

Για δεκαετίες, η λιποπρωτεΐνη χαμηλής πυκνότητας χοληστερόλη (low-density lipoprotein – LDL) αναφερόταν συνήθως ως η «κακή χοληστερίνη» λόγω του συσχετισμού της με αυξημένο κίνδυνο καρδιαγγειακών νοσημάτων, όπως το έμφραγμα και το εγκεφαλικό.

Ωστόσο, νέα μελέτη που περιλαμβάνει πάνω από 4 εκατομμύρια άτομα από όλη την Κίνα αμφισβητεί αυτή την πεποίθηση, υποδηλώνοντας πως η LDL μπορεί να μην είναι τόσο επιβλαβής όσο νομίζαμε μέχρι τώρα – τουλάχιστον, όχι για όλους.

Έρευνα με επικεφαλής τον Δρα Λιανγκ Τσεν αποκαλύπτει μια πιο περίπλοκη εικόνα. Ενώ τα υψηλά επίπεδα LDL συνδέονται με την αύξηση της θνησιμότητας σε κάποιες ομάδες , δεν ενέχουν τους ίδιους κινδύνους για άλλους, όπως ανακάλυψαν. Η σχέση μεταξύ της LDL και της θνησιμότητας ποικίλει σημαντικά με βάση τον κίνδυνο εμφάνισης καρδιαγγειακής πάθησης του ατόμου και τη γενική κατάσταση της υγείας του.

Αυτά τα ευρήματα υποδηλώνουν την ανάγκη αναθεώρησης της μονόπλευρης προσέγγισης σχετικά με τη διαχείριση της χοληστερίνης. Ενδεχομένως οι εξατομικευμένες θεραπευτικές στρατηγικές να είναι πιο κατάλληλες για την αποτελεσματική διαχείριση της χοληστερίνης και τη βελτίωση της υγείας.

Σχετικά με τη μελέτη

Οι συμμετέχοντες στη μελέτη ήταν μέλη του προγράμματος China Health Evaluation and Risk Reduction through Nationwide Teamwork (ChinaHEART), το οποίο περιελάμβανε άτομα ηλικίας 35 έως 75 ετών από διάφορες περιοχές της Κίνας.

Οι συμμετέχοντες χωρίστηκαν σε τρεις ομάδες, με βάση τον κίνδυνο εμφάνισης αθηροσκληρωτικής καρδιαγγειακής νόσου (ΑΚΝ), μιας καρδιακής ασθένειας που προκαλείται από την συσσώρευση πλάκας στα τοιχώματα των αρτηριών:

  • Ομάδα χαμηλού κινδύνου: Άτομα χωρίς ιστορικό καρδιαγγειακής νόσου και με χαμηλό κίνδυνο εμφάνισης αυτής.
  • Ομάδα πρωτογενούς πρόληψης: Άτομα με παράγοντες υψηλού κινδύνου για εμφάνιση καρδιαγγειακής νόσου, χωρίς όμως κάποια ασθένεια.
  • Ομάδα δευτερογενούς πρόληψης: Άτομα με ιστορικό καρδιαγγειακής νόσου.

Οι ερευνητές παρακολούθησαν τα δεδομένα των συμμετεχόντων, περιλαμβανομένων των επιπέδων χοληστερίνης και διάφορες παραμέτρους του τρόπου ζωής τους, όπως το κάπνισμα και το ποτό. Έλαβαν, επίσης, υπ’ όψιν το ιατρικό ιστορικό, συμπεριλαμβάνοντας περιστατικά όπως ο διαβήτης και η χρόνια αποφρακτική πνευμονοπάθεια (ΧΑΠ). Ο στόχος ήταν να καθορίσουν πώς τα διαφορετικά επίπεδα χοληστερίνης LDL επηρεάζουν τον κίνδυνο θνησιμότητάς τους από καρδιακή νόσο.

Ύστερα από επανεξέταση με μέσο όρο μια περίοδο 4,6 ετών, η μελέτη κατέγραψε σχεδόν 93.000 θανάτους, από τους οποίους περισσότεροι από 38.000 οφείλονταν σε καρδιαγγειακές επιπλοκές. Τα αποτελέσματα αποκάλυψαν σχέση μορφής U μεταξύ των επιπέδων χοληστερίνης LDL και θνησιμότητας στις ομάδες χαμηλού κινδύνου και πρωτογενούς πρόληψης, υποδεικνύοντας ότι τόσο τα πολύ υψηλά όπως και τα πολύ χαμηλά επίπεδα LDL σχετίζονται με την αυξημένη θνησιμότητα.

Στην ομάδα δευτερογενούς πρόληψης, ο συσχετισμός ήταν μορφής J, που σημαίνει ότι τα εξαιρετικά χαμηλά επίπεδα LDL συνδέονται με υψηλότερο κίνδυνο θανάτου, ενώ τα μέτρια επίπεδα συνδέονται με χαμηλότερο κίνδυνο.

Σύμφωνα με την Αμερικανική Ένωση Καρδιολογίας, «κανονικά» επίπεδα LDL θεωρούνται λιγότερο από 100 mg/dL. Επίπεδα πάνω από 160 mg/dL κατηγοριοποιούνται ως υψηλά, και αυτά κάτω από 70mg/dL θεωρούνται πολύ χαμηλά. Ωστόσο, η μελέτη βρήκε πως τα βέλτιστα επίπεδα LDL για τη μείωση του κινδύνου θνησιμότητας από καρδιαγγειακό νόσημα διαφέρει από ομάδα σε ομάδα:

  • Ομάδα χαμηλού κινδύνου: 8 mg/dL
  • Ομάδα πρωτογενούς πρόληψης: 0 mg/dL
  • Ομάδα δευτερογενούς πρόληψης: 8 mg/dL

Η Αμερικανική Ένωση Καρδιολογίας δηλώνει πως «διάφορες ερευνητικές μελέτες πάνω στην LDL έχουν δείξει πως ‘το λιγότερο είναι και καλύτερο’.» Ωστόσο, αυτά τα ευρήματα υποδηλώνουν πως αυτό δεν είναι πάντα αληθές. Η μελέτη υποδεικνύει πως «άτομα με χαμηλότερη LDL-C με αυξημένο κίνδυνο εμφάνισης αθηροσκληρωτικής καρδιαγγειακής νόσου θα πρέπει να λαμβάνονται υπ’ όψιν στη θνησιμότητα λόγω καρδιαγγειακής νόσου.»

Η μελέτη επίσης ανακάλυψε πως άτομα με διαβήτη ίσως να χρειάζονται πιο αυστηρό έλεγχο της χοληστερίνης από αυτούς που δεν έχουν. Βρήκε πως τα βέλτιστα επίπεδα LDL χοληστερίνης για τη μείωση θανάτου λόγω καρδιακής νόσου σε άτομα με διαβήτη είναι 87 mg/dL, ενώ για τους μη διαβητικούς είναι 114,6 mg/dL.

Οι συγγραφείς της μελέτης ομολόγησαν πως χαμηλά επίπεδα χοληστερίνης LDL μπορεί να έχουν ως αποτέλεσμα σοβαρές επιπλοκές στην υγεία και όχι τόσο υψηλότερα ποσοστά θανάτου. Απέκλεισαν άτομα με χρόνιες παθήσεις από την ανάλυση τους, αλλά και πάλι βρήκαν μία σχέση μεταξύ χαμηλών επιπέδων LDL και υψηλών ρυθμών θανάτου. Αυτό υποδηλώνει πως άλλοι παράγοντες, όπως η αδυναμία, μπορεί να εμπλέκονται. Χρειάζεται περαιτέρω έρευνα για την πλήρη κατανόηση αυτών των σχέσεων.

Ο Δρ Τζακ Γούλφσον, καρδιολόγος και ιδιοκτήτης του Natural Heart Doctor, εξήγησε τα ευρήματα της μελέτης στους Epoch Times. Δήλωσε πως τα πολύ χαμηλά επίπεδα χοληστερίνης LDL μπορεί να υποδεικνύουν ηπατική δυσλειτουργία, λόγω της οποίας το ήπαρ δεν μπορεί να παράγει αρκετή LDL. Αντιθέτως, πολύ υψηλά επίπεδα LDL υποδεικνύουν πως το σώμα δεν την καθαρίζει σωστά. Τελικά, και οι δύο περιπτώσεις είναι επικίνδυνες για την υγεία.

Εξελισσόμενες απόψεις πάνω στη χοληστερίνη

Η Αμερικανική Ένωση Καρδιολογίας περιγράφει τη χοληστερίνη ως μια κηρώδη ουσία απαραίτητη για την κατασκευή του κυτταρικού τοιχώματος και την παραγωγή ορμονών. Η χοληστερίνη ταξιδεύει μέσω του αίματος σε σωματίδια που ονομάζονται λιποπρωτεΐνες – κυρίως λιποπρωτεΐνες χαμηλής πυκνότητας (LDL) και λιποπρωτεΐνες υψηλής πυκνότητας (HDL).

Η LDL, συχνά αποκαλούμενη και «κακή χοληστερίνη», μεταφέρει τη χοληστερίνη στα κύτταρα και τις αρτηρίες, όπου μπορεί να σχηματίσει πλάκες, στενεύοντας τις αρτηρίες και αυξάνοντας τον κίνδυνο εμφράγματος και εγκεφαλικού. Αντιθέτως, η HDL, γνωστή και ως «καλή χοληστερίνη», μεταφέρει τη χοληστερίνη από τις αρτηρίες στο συκώτι για εξάλειψη, σύμφωνα με άρθρο της Δρ Έιμι Μπ. Μπατ, καρδιολόγου και Επικεφαλής Καινοτομίας στο Αμερικανικό Κολλέγιο Καρδιολογίας (Chief Innovation Officer at the American College of Cardiology).

Ο Δρ Γούλφσον αμφισβητεί την αντίληψη πως η LDL είναι καθαρά επιβλαβής. «Δεν υπάρχει τέτοιο πράγμα όπως ‘κακή χοληστερίνη’», είπε. «Όλα τα θηλαστικά έχουν LDL – εκτελεί διάφορες λειτουργίες. Όταν οξειδώνεται, μπορεί να θεωρηθεί «κακή», αλλά αυτό αντικατοπτρίζει μονάχα τη γενική οξειδωτική καταπόνηση», εξήγησε προσθέτοντας πως η παρουσία οξειδωμένης LDL (ox-LDL) μπορεί να υποδεικνύει υποκείμενα ζητήματα και να μην είναι από μόνη της το πρόβλημα.

Πρόσφατη έρευνα έχει μετατοπίσει το ενδιαφέρον της από την ποσότητα της LDL στο μέγεθος των σωματιδίων. Μεγαλύτερα σωματίδια LDL είναι λιγότερο βλαβερά από τα μικρότερα, πιο συμπαγή σωματίδια, τα οποία είναι πιο πιθανό να διαπεράσουν το αρτηριακό τοίχωμα και να σχηματίσουν πλάκα. Ειδικοί όπως ο Δρ Ρόναλντ Κράους, επικεφαλής επιστήμονας και διευθυντής της Έρευνας Αθηροσκλήρωσης στο Ερευνητικό Ινστιτούτο του Νοσοκομείου Παίδων του Όκλαντ (Atherosclerosis Research at Children’s Hospital Oakland Research Institute), έχει τονίσει πως τα μικρά, συμπαγή σωματίδια LDL είναι πιο πιθανό να σχηματίσουν αρτηριακή πλάκα από τα μεγαλύτερα, πιο ελαφριά σωματίδια. Ο Δρ Κράους, ο οποίος έχει δημοσιεύσει πάνω από 400 μελέτες πάνω σε αυτό το θέμα, υπογραμμίζει τη σημασία του μεγέθους των σωματιδίων κατά την εκτίμηση του καρδιαγγειακού κινδύνου.

Η αναλογία HDL και LDL φαίνεται, επίσης, ως καλύτερο μέτρο πρόγνωσης κινδύνου καρδιακής νόσου, παρά τα επίπεδα LDL από μόνα τους. Μια υψηλή αναλογία υποδεικνύει μεγαλύτερο ποσοστό προστατευτικής HDL, μειώνοντας τον κίνδυνο καρδιαγγειακών περιστατικών, όπως σημειώνεται σε μελέτη του BMC του 2022 των Καρδιαγγειακών Διαταραχών (Cardiovascular Disorders).

Ο Δρ Γούλφσον προειδοποιεί κατά της μονόπλευρης προσέγγισης σχετικά με την καρδιαγγειακή υγεία και τη χοληστερίνη. «Το κάθε άτομο έχει τα δικά του ιδανικά επίπεδα», είπε. «Αυτό που είναι καλό για εσένα μπορεί να είναι υψηλό ή χαμηλό για μένα.»

Πρεσβεύει την εκτίμηση της φλεγμονής στο σώμα, την υποκείμενη αιτία της καρδιακής νόσου. Προτείνει τους δείκτες φλεγμονής και οξειδωτικού στρες, όπως τη C-αντιδρώσα πρωτεΐνη, τη φωσφολιπάση Α2 και την οξειδωμένη LDL, ως καλύτερους παράγοντες πρόγνωσης κινδύνου καρδιαγγειακών νοσημάτων, παρά την LDL μονάχα.

Καθώς η έρευνα προχωρά, μια πιο ειδικά σχεδιασμένη προσέγγιση σχετικά με τη διαχείριση της χοληστερίνης θα μπορούσε να βελτιώσει την αντιμετώπιση της καρδιαγγειακής υγείας.

Της Sheramy Tsai

Μετάφραση: Βλαδίμηρος Αλεξάντρωφ

Επιμέλεια: Αλία Ζάε

Τα μικροπλαστικά στο αίμα αυξάνουν τον κίνδυνο εγκεφαλικού κατά 4,5 φορές.

Το ζήτημα της μόλυνσης από μικροπλαστικά στο περιβάλλον λαμβάνει ολοένα αυξανόμενη προσοχή από την κοινωνία. Έρευνα δείχνει πως μόλις τα μικροπλαστικά εισέλθουν στο σώμα αυξάνεται ο κίνδυνος εμφράγματος, εγκεφαλικού, ακόμη και θανάτου. Ποιες είναι οι καθημερινές μας συνήθειες που αυξάνουν τον κίνδυνο κατάποσης μικροπλαστικών;

Ο Λιν Σιαοσού (Lin Xiaoxu), Αμερικανός ειδικός στην ιολογία με διδακτορικό στην μικροβιολογία, εξήγησε στην εκπομπή «Health 1+1» του New Tang Dynasty TV πώς είναι τα μικροπλαστικά και τα νανοπλαστικά και πώς μπορούμε να μειώσουμε την έκθεση σε αυτά.

Το πλαστικό είναι ένα βασικό προϊόν της βιομηχανικής παραγωγής και είναι βαθειά συνδεδεμένο με την καθημερινότητά μας. Όταν τα πλαστικά διασπώνται, γίνονται μικροπλαστικά και ακόμη και μικρότερα νανοπλαστικά. Τα μικροπλαστικά είναι κομμάτια πλαστικού μικρότερα από 5 χιλιοστά, ενώ τα νανοπλαστικά είναι μικρότερα από 1 μικρόμετρο (1.000 νανόμετρα).

Πηγές μικροπλαστικών

Ο κος Λιν εξήγησε πως τα πλαστικά προϊόντα απελευθερώνουν μικροπλαστικά. Τα συνθετικά υφάσματα αποβάλουν θραύσματα ινών και τα φθαρμένα λάστιχα παράγουν σκόνη που περιέχει πλαστικά. Ακόμη και τα φαινομενικά λεία πλαστικά μπουκάλια νερού μπορούν να αποβάλουν μικροπλαστικά κατά την πλύση.

Στη φύση, το φως του ήλιου και η υπεριώδης ακτινοβολία συνεχώς διασπούν τα πλαστικά σε μικρότερα σωματίδια. Τα υφάσματα, τα προϊόντα υγιεινής, τα μπουκάλια, οι σακούλες, τα σωματίδια που εκπέμπονται από τα εργοστάσια, η σκόνη από τα λάστιχα, τα δίχτυα ψαρέματος και πολλά άλλα συμβάλουν στη μόλυνση από μικροπλαστικά. Οι άνθρωποι και τα ζώα καταπίνουν κάποια από αυτά τα σωματίδια, ενώ άλλα συσσωρεύονται και διασπώνται στους ωκεανούς και το χώμα. Θαλάσσιοι οργανισμοί όπως τα μαλάκια, τα μικρά ψάρια και οι γαρίδες, ειδικά αυτοί κοντά στις ακτογραμμές, είναι ιδιαίτερα επιρρεπείς στην κατάποση μικροπλαστικών.

Ο κος Λιν τόνισε πως οι κύριες πηγές μικροπλαστικών είναι τα βιομηχανικά απόβλητα και η απόρριψη λυμάτων, τα οποία είναι δυνατό να προκαλέσουν σοβαρή περιβαλλοντική βλάβη αν δεν επεξεργαστούν επαρκώς.

Επομένως, προτού τα λύματα αποβληθούν από τα εργοστάσια, πρέπει να περάσουν από διαδικασίες όπως επεξεργασία, αφαίρεση άμμου, ιζημάτων, βιολογικών αντιδρώντων, χλωρίωση, επεξεργασία με υπεριώδες φως, τεχνολογία μεμβράνης, κλπ, για να αφαιρεθούν πάνω από το 90% των μικροπλαστικών. Ωστόσο, η ολοκληρωτική αφαίρεση δεν είναι επιτεύξιμη. Το φυσικό περιβάλλον μπορεί να χρειαστεί χιλιάδες ή και δεκάδες χιλιάδες χρόνια για να διασπάσει πλήρως τα μικροπλαστικά.

Κίνδυνοι υγείας από τα μικροπλαστικά

Τα μικροπλαστικά συνήθως εισέρχονται στο σώμα μέσω της τροφής και των ποτών, ενώ τα νανοπλαστικά τα εισπνέουμε. Εκτός του ότι ερεθίζουν άμεσα τις βλεννώδεις μεμβράνες, τα μικροπλαστικά μπορεί να μεταφέρουν βακτήρια και ιούς μέσα στο σώμα.

«Εάν καταπιούν κάτι τοξικό, οι άνθρωποι συνήθως λένε να κάνετε γρήγορα πλύση στομάχου. Ωστόσο, τα μικροπλαστικά είναι πολύ μικροσκοπικά σωματίδια και προσκολλώνται στην επιφάνεια του στομάχου. Δεν είναι εγγυημένο πως η πλύση θα τα αφαιρέσει – το σώμα πρέπει να τα εξολοθρεύσει αργά, επιβαρύνοντας περαιτέρω τον οργανισμό», σημείωσε ο κος Λιν.

Μελέτες έχουν βρει πως μετά από έκθεση σε υπεριώδες φως και ύστερα από τη μικροβιακή αποδόμηση στο φυσικό περιβάλλον, τα μικροπλαστικά γίνονται πιο απορροφήσιμα, σχηματίζοντας συμπλέγματα με διάφορους περιβαλλοντικούς ρύπους στις επιφάνειές τους, καθιστώντας τα πιο τοξικά για τους οργανισμούς.

Τα μικροπλαστικά, τα οποία λειτουργούν και ως μεταφορείς για βαρέα μέταλλα και παθογόνα, επιδεικνύουν διάφορες τοξικότητες καθώς εισέρχονται στο σώμα. Τα περισσότερα μικροπλαστικά που καταπίνονται μέσω της τροφής αποβάλλονται μέσω των κοπράνων, αλλά ένα μικρό μέρος μπορεί να παραμείνει στα έντερα για μέρες, προκαλώντας εντερική βλάβη, φλεγμονή και διατάραξη της μικροχλωρίδας του εντέρου. Με τον καιρό, τα μικροπλαστικά μπορεί να απορροφηθούν από τα εντερικά κύτταρα και να εισέλθουν στη ροή του αίματος, προκαλώντας ζημιά στα όργανα και τα συστήματα σε όλο το σώμα. Όργανα όπως το συκώτι, οι νεφροί και σωματικά συστήματα όπως το ανοσοποιητικό, το αναπαραγωγικό και το νευρικό επηρεάζονται ιδιαιτέρως. Επιπροσθέτως, υπερβολική εισπνοή νανοπλαστικών μπορεί να προκαλέσει ζημιά στους ιστούς του αναπνευστικού, καθώς και ασθένειες.

Τον Μάρτιο, μελέτη που δημοσιεύθηκε στο New England Journal of Medicine (Περιοδικό Ιατρικής της Νέας Αγγλίας) βρήκε πως οι περισσότερες πλάκες στις καρωτίδες περιείχαν μικροπλαστικά. Η μελέτη περιελάμβανε 257 ασθενείς ηλικίας 18 έως 75 ετών με ασυμπτωματική στένωση καρωτίδων. Ύστερα από την αφαίρεση της πλάκας από τις αρτηρίες, οι ερευνητές εντόπισαν πολυαιθυλένιο σε 150 ασθενείς (58,4%) και πολυβινυλοχλωρίδιο σε 31 ασθενείς (12,1%) στις πλάκες των καρωτίδων που είχαν αφαιρεθεί.

Μακροφάγα μέσα στις πλάκες περιείχαν ορατά ξένα σωματίδια, κάποια με τραχιές γωνίες και περιεκτικότητα σε χλώριο. Η μελέτη πρότεινε πως οι ασθενείς με εντοπισμένα μικροπλαστικά διέτρεχαν πάνω από 4,5 φορές μεγαλύτερο κίνδυνο εμφράγματος, εγκεφαλικού ή θανάτου σε σχέση με αυτούς χωρίς μικροπλαστικά.

Τα μικροπλαστικά βρίσκονται παντού στον κόσμο. (iStock/Getty Images Plus)

 

Ανησυχίες του Κογκρέσου των ΗΠΑ για τα μικροπλαστικά

Στις 27 Φεβρουαρίου, η Επιτροπή της Γερουσίας των Ηνωμένων Πολιτειών για το Περιβάλλον και τα Δημόσια Έργα πραγματοποίησε ακρόαση για τα μικροπλαστικά στο νερό.

Η Σουζάν Μπράντερ (Susanne Brander), αναπληρώτρια καθηγήτρια στο Κολλέγιο Γεωπονικών Επιστημών του Πανεπιστημίου της Πολιτείας του Όρεγκον, η οποία ερευνά τα μικροπλαστικά και την πλαστική μόλυνση για σχεδόν μια δεκαετία, σημείωσε στην ακρόαση πως τα μικροπλαστικά σωματίδια υπάρχουν στην ανθρώπινη καρδιά, στον πλακούντα και στους ιστούς των πνευμόνων και κυκλοφορούν στο αίμα. Τα μικροπλαστικά προκαλούν ζημιά στους θαλάσσιους και χερσαίους οργανισμούς, μειώνοντας την ανάπτυξη, αλλάζοντας τα μοντέλα συμπεριφοράς και προκαλώντας αναπαραγωγικές διαταραχές, επηρεάζοντας δυσμενώς ειδικά τα θηλαστικά.

Περιέγραψε την πλαστική μόλυνση ως την πιο σημαντική περιβαλλοντική δοκιμασία της ανθρωπότητας και ένα από τα «πιο ακριβά» προβλήματα του κόσμου. Προκαλεί ετήσιες οικονομικές απώλειες της τάξεως των 13 δισεκ. δολαρίων στα είδη αλιείας, στον τουρισμό και στη βιομηχανία ναυτιλίας. Το 2018, το κόστος υγειονομικής περίθαλψης όσον αφορά τα χημικά που σχετίζονται με τα πλαστικά στις ΗΠΑ εκτιμάται πως έφτασε τα 249 δισεκ. δολάρια.

Πώς να αποφύγετε την κατάποση μικροπλαστικών

Πώς μπορούμε να μειώσουμε την κατάποση μικροπλαστικών στην καθημερινή μας ζωή; Ο κος Λιν προτείνει τα εξής προληπτικά μέτρα:

  • Φιλτραρισμένο νερό: Επενδύστε σε ένα υψηλής ποιότητας φίλτρο νερού ικανό να αφαιρεί τα μικροπλαστικά. Κοιτάξτε για φίλτρα με λεπτό μέγεθος πόρων ή αυτά που είναι ειδικά σχεδιασμένα να φιλτράρουν τα μικροπλαστικά.
  • Αποφύγετε τα πλαστικά σκεύη: Επιλέξτε δοχεία νερού από γυαλί ή ανοξείδωτο ατσάλι αντί για πλαστικά. Τα πλαστικά μπουκάλια μπορεί να αποβάλουν μικροπλαστικά, ειδικά όταν εκτίθενται σε ζέστη ή το φως του ήλιου. Αλλάξτε τα πλαστικά σκεύη με γυάλινα για την αποθήκευση του φαγητού. Το γυαλί δεν αποσυντίθενται σε μικροπλαστικά και είναι πιο ασφαλές για την αποθήκευση της τροφής.
  • Να προσέχετε τη συσκευασία του φαγητού: Επιλέξτε φρέσκα, μη συσκευασμένα τρόφιμα έναντι των προσυσκευασμένων. Όταν αγοράζετε συσκευασμένα τρόφιμα, επιλέξτε αυτά που είναι σε γυάλινες ή χάρτινες συσκευασίες παρά σε πλαστικές.
  • Ελαττώστε την κατανάλωση επεξεργασμένης τροφής: Τα επεξεργασμένη τρόφιμα συχνά βρίσκονται σε πλαστικές συσκευασίες και μπορεί να περιέχουν υψηλά επίπεδα μικροπλαστικών. Το μαγείρεμα στο σπίτι χρησιμοποιώντας φρέσκα υλικά μειώνει την έκθεση.
  • Αποφύγετε τα πλαστικά μιας χρήσης: Μειώστε τη χρήση των πλαστικών μιας χρήσης, όπως τα πλαστικά μαχαιροπήρουνα, τα καλαμάκια και οι σακούλες. Αυτά τα είδη συμβάλουν στη μόλυνση και εκφυλίζονται σε μικροπλαστικά με τον καιρό.
  • Χρησιμοποιήστε φυσικά υφάσματα: οι συνθετικές ίνες από τα ρούχα μπορεί να αποβάλουν μικροπλαστικά κατά τη διάρκεια της πλύσης. Επιλέξτε φυσικά υφάσματα όπως το βαμβάκι, το μαλλί και το μετάξι, και χρησιμοποιήστε σακούλα πλύσης σχεδιασμένη ειδικά για να αιχμαλωτίζει τις μικροΐνες.
  • Να πλένετε τα χέρια σας συχνά: Να πλένετε τα χέρια σας συχνά, ειδικά αφού χρησιμοποιήσετε γάντια, καθώς τα πλαστικά υπολείμματα στο εσωτερικό των γαντιών μπορεί να μεταφερθούν στα χέρια.
  • Εξετάστε λεπτομερώς τα καλλυντικά: Αποφύγετε τα καλλυντικά που περιέχουν μικροπλαστικά, όπως μικροσφαιρίδια σε κρέμες απολέπισης και το γκλίττερ στα προϊόντα makeup. Ψάξτε για φυσικές εναλλακτικές λύσεις.

Των Jojo Novaes και Ben Lam

Μαστογραφία: Απαραίτητη μετά τα 40 ή μετά τα 50;

Περίπου το 20% των γυναικών στα 40 τους θα καθυστερούσαν τον έλεγχο για καρκίνο του μαστού μέχρι περίπου την ηλικία των 50 ετών, εάν τους δινόταν η δυνατότητα ενημερωμένης επιλογής, σύμφωνα με τα αποτελέσματα έρευνας που δημοσιεύθηκε τη Δευτέρα στο περιοδικό Annals of Internal Medicine.

Η μελέτη βρήκε πως οι γυναίκες που επέλεξαν να καθυστερήσουν τη μαστογραφία (απεικονιστικός έλεγχος για τον πρώιμο εντοπισμό του καρκίνου του μαστού) είχαν καταταχθεί σε κατηγορία χαμηλού κινδύνου και ανησυχούσαν περισσότερο για τη ζημιά που θα μπορούσε να προκληθεί από την υπερδιάγνωση.

«Συνήθεις λόγοι για την αναβολή του ελέγχου περιλαμβάνουν την έλλειψη οικογενειακού ιστορικού, τον μικρό κίνδυνο εμφάνισης καρκίνου και τις ανησυχίες για τυχόν βλάβες από τους απεικονιστικούς ελέγχους», αναφέρουν στη μελέτη τους οι συγγραφείς, οι περισσότεροι εκ των οποίων είναι ερευνητές από το Πανεπιστήμιο του Κολοράντο.

«Αυτά τα δεδομένα υποδεικνύουν πως πολλές γυναίκες που θέλουν να αναβάλουν τον απεικονιστικό έλεγχο λαμβάνουν υπ’ όψιν τους τα αποδεικτικά στοιχεία και αποφασίζουν πως, για αυτές, οι ζημιές υπερτερούν των πλεονεκτημάτων στην ηλικία τους», αναφέρουν οι συγγραφείς.

Η ενημέρωση επηρεάζει την απόφαση

Η έρευνα αξιολόγησε σχεδόν 500 γυναίκες ηλικίας 39 έως 49, στις οποίες δόθηκε ένα βοήθημα σχετικά με τη λήψη απόφασης για το εάν θα ήθελαν να συμμετάσχουν σε απεικονιστικό έλεγχο για τον καρκίνο του μαστού. Τα 2/3 των γυναικών είχαν ήδη υποβληθεί σε μαστογραφία.

Το βοήθημα που έλαβαν αποκάλυπτε τις πιθανές επιπλοκές της υπερδιάγνωσης. Για παράδειγμα, σημειώθηκε πως από τις 1.000 γυναίκες που ελέγχονται μεταξύ 40 και 49 ετών, οι 239 λαμβάνουν ψευδώς θετικό αποτέλεσμα, όπως και 220 γυναίκες ηλικίας 50 έως 59 ετών.

Το βοήθημα ανέφερε, επίσης, πως η έναρξη του απεικονιστικού ελέγχου στην ηλικία των 40 ετών θα μπορούσε να σώσει μια ακόμη ζωή από τα 1.000 άτομα που υποβάλλονται σε έλεγχο. Ωστόσο, δεν ανέφερε άλλα οφέλη της πρώιμης ανίχνευσης, όπως την πιθανότητα για λιγότερο εντατική θεραπεία σε περίπτωση που ανιχνευτεί καρκίνος.

Οι συμμετέχουσες στην έρευνα έλαβαν, επίσης, μια προσωπική βαθμολόγηση κινδύνου εμφάνισης καρκίνου του μαστού, με βάση τον υπολογισμό κινδύνου του Εθνικού Ινστιτούτου Καρκίνου (National Cancer Institute).

Οι περισσότερες γυναίκες που ερωτήθηκαν (το 57,2%) επέλεξαν να κάνουν μαστογραφία ακόμη και αφού ενημερώθηκαν για τα πλεονεκτήματα και τους πιθανούς κινδύνους.

Προτού διαβάσουν το βοήθημα επιλογής, το 8% είπε πως θα ήθελαν να καθυστερήσουν τη μαστογραφία τους. Αφού το διάβασαν, το 18% είπε πως θα ανέβαλαν τη μαστογραφία μέχρι να κλείσουν τα 50.

Οι περισσότερες γυναίκες που επέλεξαν να την καθυστερήσουν ήταν αυτές που κρίθηκαν πως διέτρεχαν μικρότερο κίνδυνο εμφάνισης καρκίνου του μαστού, ενώ αυτές με τις περισσότερες πιθανότητες δεν θέλησαν να αναβάλουν την εξέταση.

Ωστόσο, οι συγγραφείς δεν παρατήρησαν αύξηση στον αριθμό των γυναικών που δήλωσαν πως δεν ήθελαν ποτέ να υποβληθούν σε μαστογραφία, αφού διάβασαν το βοήθημα.

Έκπληξη από τα δεδομένα της υπερδιάγνωσης

Παρόλο που η μαστογραφία μπορεί να σώσει ζωές, ενέχει και ορισμένους κινδύνους, περιλαμβανομένων των ψευδώς θετικών αποτελεσμάτων, των μη αναγκαίων βιοψιών και της υπερδιάγνωσης.

Τα ψευδώς θετικά αποτελέσματα είναι πολύ συχνά. Μια μελέτη έδειξε ότι 1 στις 10 γυναίκες που υποβάλλεται σε απεικονιστικό έλεγχο για καρκίνο του μαστού για πρώτη φορά θα λάβει ψευδώς θετικό αποτέλεσμα.

Στις ΗΠΑ, η πιθανότητα να έχει πράγματι καρκίνο του μαστού μια γυναίκα που βγαίνει θετική στην εξέταση είναι περίπου 7%, σύμφωνα με μελέτη του Εθνικού Ινστιτούτου Καρκίνου. Ωστόσο, άλλες έρευνες δηλώνουν πως αυτό το ποσοστό θα μπορούσε να κυμαίνεται από 4% έως και 50%.

Τα αποτελέσματα της συγκεκριμένης έρευνας έδειξαν ότι οι γυναίκες ξαφνιάστηκαν από τα στατιστικά της υπερδιάγνωσης, με ποσοστό περίπου 37% να εκφράζει έκπληξη.

Σχεδόν το ίδιο ποσοστό γυναικών ανέφερε, επίσης, πως τα δεδομένα που παρουσιάστηκαν σχετικά με την υπερδιάγνωση ήταν «πολύ διαφορετικά» από αυτό που πίστευαν προηγουμένως.

Από το 2009 μέχρι το 2022 που διεξήχθη η έρευνα, η Ειδική Ομάδα Προληπτικών Υπηρεσιών των Ηνωμένων Πολιτειών (U.S. Preventive Services Task Force – USPSTF) συμβούλευε πως ο απεικονιστικός έλεγχος θα πρέπει να είναι ατομική απόφαση του καθενός για άτομα ηλικίας 40 έως 49 ετών. Ωστόσο, τον Απρίλιο του 2024, η USPSTF άλλαξε τις οδηγίες της, συστήνοντας τον διετή απεικονιστικό έλεγχο για καρκίνο του μαστού σε όλες τις γυναίκες που έχουν κλείσει τα 40.

Της Marina Zhang

Μετάφραση: Βλαδίμηρος Αλεξάντρωφ

Επιμέλεια: Αλία Ζάε

Κίνδυνος για την υγεία: Βακτήρια σε σφραγισμένα και αποστειρωμένα μελάνια για τατουάζ και μόνιμο μακιγιάζ

Τα μελάνια που χρησιμοποιούνται στην τέχνη της δερματοστιξίας ενέχουν κινδύνους, όπως αποκαλύφθηκε πρόσφατα από νέα μελέτη που έλαβε χώρα  στις ΗΠΑ. Σύμφωνα με τα ευρήματα, ακόμη και σφραγισμένα, τα δηλωμένα ως αποστειρωμένα προϊόντα μελάνης μπορεί να αποτελούν περιοχές αναπαραγωγής μολυσματικών μικροβίων.

Βακτήρια στο 35% των μελανιών

Η μελέτη, που δημοσιεύθηκε στις 2 Ιουλίου στο περιοδικό Εφαρμοσμένη και Περιβαλλοντική Μικροβιολογία (Applied and Environmental Microbiology), ερεύνησε την παρουσία τόσο αερόβιων όσο και αναερόβιων βακτηρίων στα εμπορικά μελάνια για τατουάζ και στα μελάνια μόνιμου μακιγιάζ.

Τα αερόβια βακτήρια επιβιώνουν και ευδοκιμούν μόνο υπό την παρουσία οξυγόνου, ενώ τα αναερόβια – όπως τα βακτήρια που προκαλούν τέτανο – δεν χρειάζονται οξυγόνο για να ζήσουν και να διαδοθούν. Στην περίπτωση ενός μολυσμένου μελανιού τατουάζ, αυτά τα παθογόνα μπορούν να μολύνουν τον τραυματισμένο ανθρώπινο ιστό, και συγκεκριμένα την περιοχή κάτω από την επιδερμίδα.

Ερευνητές ανέλυσαν 75 μελάνια τατουάζ από 14 κατασκευαστές στην αγορά των ΗΠΑ, χρησιμοποιώντας συνηθισμένες μεθόδους επώασης για αερόβια βακτήρια και έναν αναερόβιο θάλαμο για την ανίχνευση των αναερόβιων βακτηρίων.

Η μελέτη βρήκε πως περίπου το 35% των σφραγισμένων, κλειστών μελανιών περιείχαν και τα δύο είδη βακτηρίων. Αυτό ίσχυε ακόμη και όταν η ετικέτα του προϊόντος ανέγραφε πως είναι αποστειρωμένο. Πάνω από τα μισά μελάνια χαρακτηρίζονταν αποστειρωμένα και ωστόσο ήταν μολυσμένα από βακτήρια. Αυτό υποδηλώνει πως είτε η μέθοδος αποστείρωσης ήταν αναποτελεσματική είτε ο ισχυρισμός της αποστείρωσης ήταν ανακριβής.

Τα ευρήματα «επαναλαμβάνουν τη σημασία της επαγρύπνησης σχετικά με τα σημάδια μόλυνσης μετά τη λήψη ενός τατουάζ», είπε στους Epoch Times ο Δρ Ραμάν Μαντάν, διευθυντής κοσμητικής δερματολογίας στο Northwell Health, ο οποίος δεν έλαβε μέρος στην εν λόγω έρευνα. Οι κίνδυνοι για την υγεία είναι «πολύ πραγματικοί».

Κατανοώντας τους κινδύνους της δερματοστιξίας

Σύμφωνα με έρευνα του Κέντρου Έρευνας Pew που διεξήχθη το 2023, πάνω από το 30% των ενηλίκων στις ΗΠΑ φέρουν τουλάχιστον ένα τατουάζ στο σώμα τους, με το 22% να έχει περισσότερα από ένα.

Κατά τη διαδικασία της δερματοστιξίας καταστρέφεται το δέρμα και ο κίνδυνος εμφάνισης δερματικών προβλημάτων αυξάνεται.

Σύμφωνα με τον Δρα Μαντάν, η μόλυνση δεν είναι ο μόνος κίνδυνος που ενέχουν τα τατουάζ. Η αλλεργική αντίδραση στο μελάνι που χρησιμοποιήθηκε είναι επίσης πιθανή, επεσήμανε. «Επιπλέον, εάν δεν χρησιμοποιηθούν καθαρά εργαλεία, υπάρχει ο κίνδυνος της διάδοσης ασθενειών όπως η ηπατίτιδα και ο HIV», πρόσθεσε.

Κάποιοι από τους κινδύνους της δερματοστιξίας είναι οι εξής:

  • Αλλεργική αντίδραση: Τα μελάνια των τατουάζ μπορεί να προκαλέσουν αλλεργικές αντιδράσεις, μερικές φορές και χρόνια μετά τη διαδικασία. Το κόκκινο μελάνι συγκεκριμένα είναι ιδιαίτερα προβληματικό, πιθανόν λόγω της περιεκτικότητάς του σε υδράργυρο. Αυτοί με υπάρχουσες αλλεργίες έχουν μεγαλύτερες πιθανότητες να εμφανίσουν αρνητικές ατνιδράσεις στα μελάνια του τατουάζ.
  • Δερματικές μολύνσεις: Τα τατουάζ μπορεί να οδηγήσουν σε λοιμώξεις από μολυσμένα μελάνια ή τα μη αποστειρωμένα εργαλεία. Τα συμπτώματα κυμαίνονται από τοπικό πόνο, οίδημα και κοκκινίλες έως και πυρετό και πρησμένους λεμφαδένες. Κάποιοι αναπτύσσουν και αλλεργία στον ήλιο στο σημείο όπου έχει γίνει το τατουάζ. Σοβαρές αντιδράσεις μπορεί να περιλαμβάνουν δυσκολία στην αναπνοή, ταχυπαλμία, σφίξιμο στο στήθος, ζαλάδα και έντονη εφίδρωση. Επιπλοκές όπως το κοκκίωμα (φλεγμονή του δέρματος) ή τα χηλοειδή (υπερανάπτυξη ουλώδους ιστού) είναι επίσης πιθανές.
  • Ασθένειες που μεταδίδονται με το αίμα: Τα μολυσμένα εργαλεία ενέχουν επίσης τον κίνδυνο της μετάδοσης ασθενειών που μεταδίδονται με το αίμα, όπως ο ανθεκτικός στη μεθικιλλίνη Staphylococcus aureus (MRSA), η ηπατίτιδα Β και η ηπατίτιδα Γ.

 

Αποφύγετε αυτές τις συνηθισμένες αλλά βλαβερές μεθόδους δροσίσματος σε καιρό καύσωνα

Οι αυξημένες περίοδοι έντονης ζέστης (καύσωνα) μπορεί να προκαλέσουν συσσώρευση στρες στο σώμα, αυξάνοντας τον κίνδυνο ασθένειας ή θανάτου που σχετίζεται με αυτήν.

Σε αυτό το άρθρο, ένας θεράπων της παραδοσιακής κινεζικής ιατρικής εξηγεί πώς η έκθεση στη ζέστη επηρεάζει την υγεία και περιγράφει αρκετές συνηθισμένες μεθόδους δροσίσματος που ενδέχεται να προκαλέσουν ζημιά στον οργανισμό μας.

Αυξημένος κίνδυνος εμφάνισης διαβήτη και νεφρικής νόσου

Η υπερβολική ζέστη αυξάνει τον κίνδυνο εμφάνισης χρόνιων νοσημάτων όπως ο διαβήτης και η καρδιαγγειακή νόσος, ασκώντας θερμικό στρες στο σώμα. Μελέτη που παρουσιάστηκε στις Επιστημονικές Συνεδρίες «Επιδημιολογία, Πρόληψη, Τρόπος Ζωής & Καρδιομεταβολική Υγεία» της Αμερικανικής Ένωσης Καρδιολογίας τον Μάρτιο βρήκε πως η υπερβολική ζέστη μπορεί να μειώσει την επίκτητη ανοσία του σώματος και να προάγει συστημική φλεγμονή, και πιθανόν να βλάψει την καρδιαγγειακή υγεία.

Λόγω μειωμένης απαγωγής θερμότητας, άτομα με διαβήτη είναι πιο πιθανό να εμφανίσουν ασθένειες που σχετίζονται με τη ζέστη κατά τη διάρκεια ενός καύσωνα και σωματικής άσκησης. Μια μελέτη έδειξε πως οι διαβητικοί ασθενείς έχουν πιο αδύναμη ροή αίματος στο δέρμα και αντιδράσεις εφίδρωσης σε περιβάλλοντα υψηλών θερμοκρασιών, τα οποία μπορούν να έχουν σοβαρό αντίκτυπο στην καρδιαγγειακή ρύθμιση και στον έλεγχο του σακχάρου στο αίμα. Άτομα με κακό έλεγχο σακχάρου στο αίμα και διαβητικές επιπλοκές είναι ιδιαίτερα ευάλωτα σε τέτοιου είδους θερμικό στρες.

Οι υψηλές θερμοκρασίες αποτελούν επίσης γνωστό παράγοντα κινδύνου εμφάνισης νεφρικής νόσου. Όταν το σώμα ρυθμίζει τη θερμοκρασία και την κυκλοφορία του αίματος για να ανταπεξέλθει στην αυξημένη θερμοκρασία, καταπονεί τους νεφρούς, μειώνοντας τη λειτουργία τους. Επιπλέον, η συνεχής θερμική καταπόνηση μπορεί να οδηγήσει σε χρόνια νεφρική νόσο.

Πώς επηρεάζει η ζέστη την υγεία, από την οπτική της παραδοσιακής κινεζικής ιατρικής

Ο Κούο-Πιν Γου, ο επόπτης της Καρδιολογικής Κλινικής Σινγιτάνγκ της Ταϊβάν δήλωσε σε συνέντευξή του στους Epoch Times πως κατά τη διάρκεια των ζεστών θερινών μηνών, είναι κρίσιμο να αποφεύγουμε να βασιζόμαστε στα κλιματιστικά ή στα κρύα αφεψήματα, καθώς η χρήση τους μειώνει την ικανότητα του σώματος να αποβάλει τις τοξίνες και επιτρέπει στον κρύο αέρα να εισβάλει στο σώμα, προκαλώντας διάφορα προβλήματα υγείας.

Εξήγησε πως, σύμφωνα με την παραδοσιακή κινεζική ιατρική, ο αέρας θεωρείται η κύρια αιτία εμφάνισης διαφόρων ασθενειών. Το σώμα προσαρμόζεται στις περιβαλλοντικές θερμοκρασίες ανοίγοντας ή κλείνοντας τους πόρους του δέρματος και ρυθμίζοντας έτσι τη θερμοκρασία του. Εάν φυσάει αέρας κατευθείαν πάνω στο σώμα κατά τη διάρκεια της ζέστης, εισέρχεται από τους ανοιχτούς πόρους και σταδιακά διαχέεται στο σώμα μέσω των μεσημβρινών, επηρεάζοντάς το συνολικά.

Ο κος Γου πρόσθεσε πως η παραδοσιακή κινεζική ιατρική προτείνει ότι υπάρχει μια αντιστοιχία μεταξύ των ανθρώπων και της Γης. Κατά τη διάρκεια του θερινού καύσωνα, η ενέργεια γιανγκ (η ζέστη) της Γης καλύπτει την επιφάνεια, ενώ το υπέδαφος παραμένει ψυχρό, καθιστώντας τις σπηλιές ένα δροσερό καταφύγιο. Αντίστοιχα, κατά τη διάρκεια του χειμώνα, η ενέργεια γιανγκ της Γης βυθίζεται στο υπέδαφος, θερμαίνοντας τις σπηλιές.

Αυτές οι αρχές έχουν εφαρμογή και στο ανθρώπινο σώμα. Κατά τη διάρκεια του καλοκαιριού, οι πόροι του σώματος ανοίγουν, επιτρέποντας στην ενέργεια να διαχέεται στην επιφάνεια και διευκολύνοντας την εφίδρωση. Ωστόσο, τα εσωτερικά όργανα παραμένουν σχετικά δροσερά. Επομένως, ακολουθώντας τον νόμο της φύσης, είναι σημαντικό να ενθαρρύνεται η εφίδρωση το καλοκαίρι για την αποβολή της εσωτερικής δροσιάς και των τοξινών. Αυτό προωθεί τη χαλάρωση και τη γενικότερη ευεξία. Αν η εφίδρωση παραμένει σε χαμηλά επίπεδα καθ’ όλη τη διάρκεια του έτους, οι τοξίνες δεν αποβάλλονται, οδηγώντας σταδιακά σε προβλήματα υγείας.

Με άλλα λόγια, τις καυτές καλοκαιρινές μέρες, οποιαδήποτε μέθοδος δροσίσματος που περιλαμβάνει το απότομο κλείσιμο των πόρων, την καταστολή της εφίδρωσης ή που επιτρέπει στον κρύο αέρα να εισέλθει είναι επιζήμια για το σώμα.

Επτά ακατάλληλοι τρόποι δροσίσματος

Οι ακατάλληλες μέθοδοι δροσίσματος μπορεί ακούσια να επηρεάσουν αρνητικά την υγεία. Προσπαθήστε να αποφύγετε τις ακόλουθες μεθόδους δροσίσματος:

  1. Κλιματισμός

Ο κος Γου εξηγεί πως όταν το σώμα είναι ζεστό και ιδρωμένο, οι πόροι είναι ανοιχτοί. Αν χρησιμοποιείται κλιματισμός για δροσιά, οι πόροι του σώματος θα συσταλούν, εμποδίζοντας τη ζέστη να διαφύγει από μέσα. Αυτό μπορεί να οδηγήσει σε πονοκεφάλους, οίδημα, εμετό ή κοιλιακό άλγος.

Μοιράστηκε δύο κλινικές περιπτώσεις. Ένας ασθενής κοιμόταν με ανεμιστήρα που φύσαγε απευθείας το κορμί του από τα πόδια και ξύπνησε την τέταρτη μέρα με παράλυση στο πρόσωπο. Ομοίως, ένας άλλος ασθενής που αποκοιμήθηκε σε ταξίδι με λεωφορείο με δυνατό κλιματισμό, ξύπνησε με παράλυση στο πρόσωπο αφού το πρόσωπό του εκτέθηκε σε κρύο αέρα για μία με δύο ώρες. Σύμφωνα με την παραδοσιακή κινεζική ιατρική, αυτό προκαλείται από τον αποκλεισμό  μεσημβρινών και τη συνεπακόλουθη κακή κυκλοφορία του αίματος.

Επιπροσθέτως, μερικοί άνθρωποι αναπτύσσουν το ‘κρυολόγημα του κλιματιστικού’ από την παρατεταμένη έκθεση στο κλιματιστικό στη δουλειά. Ο κος Γου προτείνει τη χρήση ενός λεπτού σακακιού όταν κινείστε μεταξύ εσωτερικών και εξωτερικών χώρων το καλοκαίρι, για να εμποδίσετε τον ψυχρό αέρα να εισέλθει απευθείας στο σώμα σας. Αυτό επιτρέπει στη θερμότητα του σώματος σας να διασκορπίζεται σταδιακά σε διάστημα περίπου πέντε λεπτών.

  1. Ψύξη στο πίσω μέρος του κεφαλιού

Το σημείο βελονισμού φενγκφού βρίσκεται στο πίσω μέρος του κεφαλιού. Όταν εισέρχεται κρύος αέρας μέσω αυτού του σημείου, μπορεί να προκαλέσει πονοκεφάλους και άλλα συμπτώματα.

The location of the Fengfu acupoint. (The Epoch Times)
Η τοποθεσία του σημείου βελονισμού Φένγκφου. (The Epoch Times)

 

  1. Κρύο ντους όταν είστε ιδρωμένοι

Όταν το σώμα σας καλύπτεται από ιδρώτα, οι πόροι σας είναι ορθάνοιχτοι. Αν εκτεθείτε σε κρύο νερό ή αέρα εκείνη την ώρα, θα μπουν ανεμπόδιστα μέσα, δημιουργώντας τις προϋποθέσεις για ρευματοειδή αρθρίτιδα στο μέλλον. Σας συμβουλεύουμε να κάνετε ντους με χλιαρό ή ζεστό νερό κατά τη διάρκεια του καλοκαιριού.

  1. Φυσικό στέγνωμα των μαλλιών

Κάποια άτομα τείνουν να αφήνουν τα μαλλιά τους να στεγνώσουν στον αέρα κατά τη διάρκεια του καύσωνα. Αυτή η διαδικασία τραβάει θερμότητα από το σώμα για να εξατμίσει την υγρασία, κάτι που μπορεί να επηρεάσει το δέρμα του κεφαλιού και να μειώσει τη θερμοκρασία του σώματος, και πιθανόν να προκαλέσει ημικρανίες με τον καιρό. Είναι καλύτερο να χρησιμοποιείτε πιστολάκι παρά να αφήνετε τα μαλλιά σας να στεγνώσουν από μόνα τους.

  1. Βρεγμένες ή κρύες πετσέτες στο σβέρκο

Παρόλο που αυτό μπορεί να είναι δροσιστικό, επιτρέπει στο κρύο και την υγρασία να εισέλθουν στο σώμα. Αν πρέπει να παραμείνετε στεγνοί, σκουπίστε τον ιδρώτα με μια πετσέτα, αλλά θυμηθείτε πως ο ιδρώτας μάς δροσίζει όταν εξατμίζεται.

  1. Κρύα αφεψήματα αμέσως μετά την άσκηση

Αυτή η συνήθεια μπορεί να είναι πολύ επιβλαβής. Όταν η θερμοκρασία του σώματος ανεβαίνει, η ραγδαία ψύξη με κρύα ποτά μεταφέρει ψύχος από τον λαιμό στην τραχεία και ύστερα στο στομάχι. Αυτή η απότομη εισροή κρύου μπορεί να προκαλέσει ζημιά στην τραχεία και τους πνεύμονες και μπορεί ακόμη και να επηρεάσει την καρδιά λόγω της τοπικής πτώσης της θερμοκρασίας.

  1. Παγωμένα αφεψήματα μετά από γεύμα

Αυτό μπορεί να κάνει τα λιπαρά στο στομάχι και τα έντερα να στερεοποιηθούν, επιβραδύνοντας την πέψη και επηρεάζοντας τον μεταβολισμό. Επιπλέον, η απότομη εναλλαγή μεταξύ ζεστού και κρύου μπορεί να είναι επώδυνη για το σώμα, οδηγώντας ενδεχομένως σε μειωμένη λειτουργία του σπλήνα και του στομάχου, κακή πέψη, μειωμένη όρεξη και, σε σοβαρές περιπτώσεις, διάρροια, κοιλιακό άλγος και άλλες γαστρεντερολογικές διαταραχές.

Η σημασίας της ενυδάτωσης και της άσκησης το καλοκαίρι

Ο Ντενγκ Τζενγκλιάνγκ, διευθυντής της κλινικής παραδοσιακής κινέζικης ιατρικής Τζάιντ στην Ταϊβάν, είπε στους Epoch Times πως η ενυδάτωση είναι κρίσιμη το καλοκαίρι. Η λήψη αρκετού νερού κατά τη διάρκεια ενός καύσωνα είναι απαραίτητη για τη διατήρηση της ισορροπίας των υγρών του σώματος και την πρόληψη της αφυδάτωσης.

Ο κος Γου επίσης τόνισε πως παρά τον καύσωνα του καλοκαιριού, είναι καλύτερα να πίνετε ζεστό νερό, για να βοηθήσετε στην εφίδρωση. Βέβαια, αυτό εξαρτάται από την ατομική σύσταση του καθενός. Γι’ αυτούς που συνήθως ιδρώνουν πολύ, η κατανάλωση ζεστού νερού δεν θα έχει μεγάλη διαφορά, οπότε είναι καλύτερο να πίνουν νερό σε θερμοκρασία δωματίου. Παρόλα αυτά, όλοι θα πρέπει να αποφεύγουν να πίνουν παγωμένο νερό.

Γι’ αυτούς που αρέσκονται στα παγωμένα ποτά (νερό, αναψυκτικά κλπ.), ενδείκνυται να τα βγάζετε από το ψυγείο μια ώρα τουλάχιστον πριν τα πιείτε. Αυτό επιτρέπει στο κρύο να διασκορπιστεί πριν την κατανάλωση, κάνοντας το ποτό λιγότερο επιβλαβές.

Επιπροσθέτως, ο κος Ντενγκ συνιστά μέτρια σωματική άσκηση το καλοκαίρι, η οποία βελτιώνει την κυκλοφορία του αίματος, ενισχύει τον μεταβολισμό και συμβάλλει στην αποβολή τοξινών. Ωστόσο, όταν έχει καύσωνα, είναι απαραίτητο να γυμνάζεστε σε δροσερό περιβάλλον και ώρες, όπως επίσης και να ασκείστε πιο ήπια για την αποφυγή υπερκόπωσης και μείωση του κινδύνου θερμοπληξίας.

Οι καλύτεροι τρόποι κατανάλωσης φρούτων το καυτό καλοκαίρι

Ο κος Γου τονίζει πως πολλά φρούτα έχουν δροσιστικές ιδιότητες, ειδικά όταν καταναλώνονται με άδειο στομάχι πριν το πρωινό, κάτι που μπορεί να αυξήσει την ευαισθησία του σώματος στο κρύο και να προκαλέσει πιθανόν ζημιά. Αντίθετα, η κατανάλωση φρούτων αμέσως μετά το πρωινό είναι αποδεκτή, ενώ ο καλύτερος χρόνος για να τα φάτε είναι αμέσως μετά το μεσημεριανό, όταν η θερμοκρασία του σώματος είναι πιο υψηλή. Αυτός ο συνδυασμός επιτρέπει την πρόσληψη πιο δροσερών τροφών, περιλαμβανομένων και των φρούτων. Η κατανάλωση φρούτων μετά το μεσημεριανό αφ’ ενός βοηθάει στη ρύθμιση των επιπέδων του σακχάρου στο αίμα αφ’ ετέρου μετριάζει τη δροσιστική επίδραση τους.

Σημειώστε πως, ενώ κάποιες από τις πρακτικές που αναφέρονται σε αυτό το άρθρο μπορεί να έχουν γίνει συνήθεια για ορισμένους από εμάς, είναι σημαντικό να τις τροποποιήσουμε, προκειμένου να διατηρήσουμε την υγεία μας το καλοκαίρι.

Ομάδες πιο ευάλωτες στον καύσωνα

Τα παρακάτω άτομα είναι τα πιο επιρρεπή στις δυσμενείς επιδράσεις της ζέστης:

  • Τα νεογνά και οι ηλικιωμένοι: Τα συστήματα ρύθμισης της θερμοκρασίας τους είναι υποανάπτυκτα ή φθαρμένα αντίστοιχα, καθιστώντας τους ευάλωτους στο θερμικό στρες.
  • Άτομα με χρόνιες παθήσεις: Ορισμένα φάρμακα επηρεάζουν την ικανότητα του σώματος να ρυθμίζει την αλλαγή της θερμοκρασίας, επιδεινώνοντας έτσι τις υποκείμενες καταστάσεις.
  • Εργάτες που εκτίθενται συχνά σε υψηλές θερμοκρασίες: Η εργασία σε περιβάλλοντα με υψηλές θερμοκρασίες, υπό έντονο ηλιακό φως και με υψηλή σωματική κόπωση, αυξάνει τις πιθανότητες να πάθουμε κράμπα, λιποθυμία ή θερμοπληξία. Οι εργάτες πρέπει να ενυδατώνονται καλά, να φορούν προστατευτικά ρούχα ή να χρησιμοποιούν αντιηλιακό όταν είναι απαραίτητο, και να αναζητούν σκιά στο διάλειμμα τους για να παραμείνουν δροσεροί.

Της Ellen Wan

Μετάφραση: Βλαδίμηρος Αλεξάντρωφ

Επιμέλεια: Αλία Ζάε

 

Ανακαλύπτεται νέα μέθοδος ακριβούς εξόντωσης των καρκινικών κυττάρων

Καρκινικές θεραπείες που στοχεύουν να καταστρέψουν τα θανατηφόρα κύτταρα συχνά προκαλούν ζημιά και πόνο καθώς σπέρνουν τον όλεθρο και στα γειτονικά κύτταρα και ιστούς. Ωστόσο, οι επιστήμονες ανακάλυψαν μια νέα μέθοδο στόχευσης των βλαβερών κυττάρων, η οποία χρησιμοποιεί το φως για να τα  καταστρέψει με ακρίβεια, σύμφωνα με πρόσφατη μελέτη.

«Συνήθως οι θεραπείες για τον καρκίνο χρησιμοποιούν φάρμακα για να σκοτώσουν τα κύτταρα, αλλά αυτά τα χημικά τείνουν να διηθούνται μέσα από τους ιστούς και είναι δύσκολο να συγκρατηθούν σε μια συγκεκριμένη περιοχή», είπε σε δελτίο Τύπου ο Κάι Τζανγκ, καθηγητής βιοχημείας στο Πανεπιστήμιο του Ιλινόι στο Ουρμπάνα-Σαμπέιν και επικεφαλής της μελέτης. «Έτσι, έχουμε πολλές ανεπιθύμητες επιπτώσεις.»

Οι ερευνητές επιστράτευσαν την οπτογενετική, μια προσέγγιση που χρησιμοποιεί οπτικά συστήματα για να ελέγχει τις κυτταρικές λειτουργίες, για να εστιάσει μια ακτίνα φωτός σε έναν στόχο μικρότερο από ένα κύτταρο.

«Με αυτόν τον τρόπο μπορούμε να χρησιμοποιήσουμε το φως για να στοχεύσουμε με μεγάλη ακρίβεια ένα κύτταρο και να επιφέρουμε τον θάνατό του», δήλωσε ο κος Τζανγκ σε δελτίο Τύπου.

Εκτός από τον θάνατο του καρκινικού κυττάρου, προκαλούμε επίσης την ενεργοποίηση του ανοσοποιητικού συστήματος ως ανταπόκριση στο φως. Ο κος Τζανγκ είπε πως η λύση των κυττάρων απελευθερώνει κυτοκίνες, ένα είδος μικρής πρωτεΐνης, προσελκύοντας τα λευκά αιμοσφαίρια που βοηθούν το ανοσοποιητικό σύστημα να καταπολεμήσει τη λοίμωξη. Με το να σκοτώνουν τα καρκινικά κύτταρα, οι ερευνητές ελπίζουν να εκπαιδεύσουν τα Τ-λεμφοκύτταρα να αναγνωρίζουν και να επιτίθενται στον καρκίνο, εξήγησε ο κος Τζανγκ.

Οι ερευνητές έκαναν τα κύτταρα να αντιδρούν στο φως δανειζόμενοι ένα γονίδιο, το οποίο ενεργοποιείται με το φως, από τα φυτά και εισάγοντας το στις κυτταροκαλλιέργειες του εντέρου. Ύστερα, επισύναψαν αυτά τα γονίδια στα γονίδια της πρωτεΐνης RIPK3, η οποία ρυθμίζει τη νεκρόπτωση, μια μορφή κυτταρικού θανάτου που προκαλείται από διάφορα ερεθίσματα.

Ο Τέακ-Τζουνγκ Όου, σπουδαστής μεταπτυχιακού και πρώτος συγγραφέας της έρευνας, είπε πως η διαδικασία ενεργοποίησης από το φως κάνει τις πρωτεΐνες RIPK3 να δημιουργούν συστάδες, μιμούμενες τη φυσική οδό του θανάτου.

«Η κατανόηση της κυτταρικής νεκρόπτωσης είναι ιδιαίτερα σημαντική επειδή είναι γνωστό πως σχετίζεται με ασθένειες όπως η νευροεκφυλιστική νόσος και η φλεγμονώδης νόσος του εντέρου», είπε ο κος Όου. «Είναι σημαντικό να γνωρίζουμε πώς η νεκρόπτωση επηρεάζει την πρόοδο σε αυτές τις ασθένειες. Εάν δεν γνωρίζεις τους μοριακούς μηχανισμούς, δεν γνωρίζεις πραγματικά τι να στοχεύσεις για να επιβραδύνεις την πρόοδο.»

Η μελέτη δημοσιεύθηκε στο τεύχος Ιουλίου του Περιοδικού Μοριακής Βιολογίας (Journal of Molecular Biology).

Του Huey Freeman

Μετάφραση: Βλαδίμηρος Αλεξάντρωφ

Επιμέλεια: Αλία Ζάε