Δευτέρα, 30 Δεκ, 2024

Κουρκουμίνη: Ένας ισχυρός σύμμαχος κατά της φλεγμονής

Φανταστείτε την κουρκουμίνη ως πυροσβέστη του σώματός σας, πάντα έτοιμη να αναλάβει δράση και να σβήσει τις φλόγες της φλεγμονής και του οξειδωτικού στρες που σιγοκαίνε και βλάπτουν τα κύτταρα, τους ιστούς και τα όργανα αν αφεθούν ανεξέλεγκτες.

Η κουρκουμίνη είναι το κύριο συστατικό του κουρκουμά, του χρυσού μπαχαρικού από τη ρίζα του φυτού Curcuma longa. Μέλος της οικογένειας του τζίντζερ, ο κουρκουμάς οφείλει την κίτρινο-πορτοκαλί απόχρωσή του στην κουρκουμίνη.

Στο φαρμακείο της φύσης, ο κουρκουμάς είναι από παλιά γνωστός για την ικανότητά του να αντιμετωπίζει ένα ευρύ φάσμα παθήσεων, από την αρθρίτιδα και τις πεπτικές διαταραχές έως την επούλωση πληγών.

Η σύγχρονη επιστήμη έχει επίσης αρχίσει να εκτιμά τις θεραπευτικές του ιδιότητες. Το 1800, οι επιστήμονες Ανρί Ωγκύστ Βόγκελ και Πιερ Ζοζέφ Πελλιτιέ [Henri Auguste Vogel,  Pierre Joseph Pellitier] ανέφεραν ότι είχαν απομονώσει μια «κίτρινη χρωστική ουσία» από τον κουρκουμά, την οποία ονόμασαν κουρκουμίνη.

Το 1949, οι συγγραφείς μίας εργασίας που δημοσιεύτηκε στο Nature ήταν οι πρώτοι που εντόπισαν την ικανότητα της κουρκουμίνης να καταπολεμά τα βακτήρια. Το ενδιαφέρον για την κουρκουμίνη αυξήθηκε τη δεκαετία του 1970, με αποτέλεσμα τη διεξαγωγή περισσότερων από 17,000 δημοσιευμένων μελετών τα τελευταία 50 χρόνια.

Από αυτές τις μελέτες προκύπτει ότι η κουρκουμίνη είναι μία αντιφλεγμονώδης, αντιοξειδωτική, αντι-ιική, αντιβακτηριακή, αντιμυκητιασική και αντικαρκινική ουσία.

Είτε προσθέτετε κουρκουμά στα γεύματά σας είτε τον λαμβάνετε ως συμπλήρωμα, η κουρκουμίνη είναι ένα θρεπτικό συστατικό που μπορεί πραγματικά να ωφελήσει την υγεία σας εν γένει.

ZoomInImage
Το μαύρο πιπέρι βοηθά την απορρόφηση της κουρκουμίνης από τον οργανισμό. (Εικόνα: Fei Meng, Shutterstock)

 

Ιδιότητες

Η κουρκουμίνη δρα προς όφελος της υγείας μας με πολλούς τρόπους:

  1. Καταπραΰνει

Η κουρκουμίνη είναι γνωστή για την ικανότητά της να καταπραΰνει τη φλεγμονή και το οξειδωτικό στρες, παράγοντες που συντελλούν στη χρόνιων ασθενειών όπως οι καρδιακές παθήσεις και ο διαβήτης.

Η κουρκουμίνη βοηθά στη διαχείριση του διαβήτη τύπου 2, αναστέλλοντας τον πυρηνικό παράγοντα κάππα Β, ένα μόριο που τροφοδοτεί τη φλεγμονή. Ενισχύει επίσης τη λειτουργία των Β-κυττάρων ενισχύοντας την ευαισθησία στην ινσουλίνη. Με το τη βελτίωση του ενδοθηλιακή λειτουργία και μειώνοντας το οξειδωτικό στρες και τη φλεγμονή, η κουρκουμίνη διατηρεί τα αιμοφόρα αγγεία σας καθαρά και συμβάλλει στην προστασία από καταστάσεις όπως η αθηροσκλήρωση και η καρδιακή ανεπάρκεια.

Εάν τα επίπεδα οξυγόνου μειωθούν, όπως σε απόφραξη των αιμοφόρων αγγείων ή σε καταστάσεις όπως η χρόνια αποφρακτική πνευμονοπάθεια (ΧΑΠ), το άσθμα ή το εμφύσημα, η κουρκουμίνη παρεμβαίνει για να προστατεύσει τα κύτταρα της καρδιάς σας από βλάβη και θάνατο. Η κουρκουμίνη θωρακίζει, επίσης, την καρδιά από βλάβες που προκαλούνται από ορισμένα φάρμακα, σύμφωνα με αναθεώρηση του 2024

Η κουρκουμίνη έχει τη δυνατότητα να αντιμετωπίσει μια ποικιλία ‘πυρκαγιών’, από τη νόσο του Πάρκινσον (όπως έχει φανεί σε έρευνες σε ζώα) έως την γήρανση και τον καρκίνο (όπως έχει φανεί σε έρευνες σε ανθρώπους). Σύμφωνα με αναθεώρηση του 2015, η κουρκουμίνη όχι μόνο επιβραδύνει τον σχηματισμό διαφόρων όγκων, αλλά μπορεί επίσης να περιορίσει την ανάπτυξη και την εξάπλωσή τους.

  1. Προστατεύει τις αρθρώσεις

Έρευνα έχει δείξει ότι η κουρκουμίνη είναι ανάλογη της ιβουπροφαίνης στην ανακούφιση του πόνου και τη βελτίωση της λειτουργίας σε άτομα με οστεοαρθρίτιδα. Σε τυχαιοποιημένη ελεγχόμενη μελέτη του 2009, το εκχύλισμα κουρκουμά λειτούργησε εξίσου καλά με την ιβουπροφαίνη στη θεραπεία της οστεοαρθρίτιδας του γόνατος. Το εύρημα αυτό επιβεβαιώθηκε το 2014, όταν μια άλλη μελέτη έδειξε ότι ο κουρκουμάς παρείχε συγκρίσιμη ανακούφιση από τον πόνο και τη δυσκαμψία του γόνατος. Αλλά η κουρκουμίνη δεν αφορά μόνο τον πόνο – επίσης επιβραδύνει τον εκφυλισμό των αρθρώσεων.

Αυτό που κάνει επίσης τον κουρκουμά να ξεχωρίζει είναι η ικανότητά του να παρέχει αυτά τα οφέλη με λιγότερες παρενέργειες από αυτές της ιβουπροφαίνης – κυρίως όσον αφορά τον κοιλιακό πόνο και τη δυσφορία.

  1. Ενισχύει την εγκεφαλική λειτουργία

Η κουρκουμίνη μπορεί να είναι σε θέση να βοηθήσει στην πρόληψη και τη θεραπεία της νόσου Αλτσχάιμερ, τον πιο κοινό τύπος άνοιας μεταξύ των ηλικιωμένων. Δύο είναι οι βασικότεροι υπαίτιοι: η φλεγμονή του εγκεφάλου και η συσσώρευση πλακών β-αμυλοειδούς, οι οποίες συνδέονται με τη νόσο Αλτσχάιμερ. Η κουρκουμίνη βελτιώνει τη μνήμη κατά 28% σε ενήλικες με ήπια προβλήματα μνήμης, δείχνοντας δυνατότητες για την όξυνση της γνωστικής λειτουργίας, σύμφωνα με μια έρευνα του 2018 μελέτη.

Η κουρκουμίνη ενισχύει επίσης τη διάθεσή σας. Μία μετα-ανάλυση του 2017 αποκάλυψε ότι η κουρκουμίνη μπορεί να αντιστρέψει την κατάθλιψη και το άγχος, κερδίζοντας φήμη και ως φυσικό αντικαταθλιπτικόΚλινική δοκιμή του 2013 έδειξε ότι είναι εξίσου αποτελεσματική με τη φλουοξετίνη (κοινώς γνωστή ως Prozac) – χωρίς τον κίνδυνο αυτοκτονικών σκέψεων που συνοδεύουν ενίοτε το συνταγογραφούμενο φάρμακο.

Άλλες ιδιότητες

Εκτός από τους παραπάνω ρόλους, η κουρκουμίνη έχει ηπατοπροστατευτικές ιδιότητες, αποτρέποντας δυνητικά ηπατικές διαταραχές που σχετίζονται με το οξειδωτικό στρες.

Επίσης, αλληλεπιδρά άμεσα με τα βακτήρια του εντέρου. Μελέτες δείχνουν ότι η κουρκουμίνη προάγει τα ωφέλιμα βακτήρια όπως τα μπιφιδοβακτηρίδια και οι γαλακτοβάκιλλοι, ενώ μειώνει τα επιβλαβή βακτήρια όπως οι εντερόκοκκοι και τα εντεροβακτήρια. Αυτή η αλλαγή στη χλωρίδα του εντέρου μπορεί να βοηθήσει στην εξήγηση των ανοσοενισχυτικών, αντιφλεγμονωδών και ρυθμιστικών της χοληστερόλης επιδράσεων της κουρκουμίνης.

Γνωρίζετε ότι…

  • Ο κουρκουμάς χρησιμοποιείται συνήθως ως φυσική βαφή τροφίμων και υφασμάτων.
  • Η κουρκουμίνη και το κύμινο προέρχονται από δύο εντελώς διαφορετικά φυτά: η κουρκουμίνη είναι η δραστική ένωση που βρίσκεται στη ρίζα του κουρκουμά (Curcuma longa), ενώ το κύμινο προέρχεται από τους σπόρους του φυτού Cuminum cyminum, που ανήκει στην οικογένεια των καροτοειδών. Και τα δύο έχουν ισχυρή αντιοξειδωτική και αντιφλεγμονώδη δράση, αλλά διαφέρουν ως προς την ισχύ και τα οφέλη για την υγεία.
  • Σύμφωνα με κατάλογο που συνέταξε η GreenMedInfo, ο κουρκουμάς έχει δείξει αποτελεσματικότητα συγκρίσιμη με τουλάχιστον 14 συνταγογραφούμενα φάρμακα, όπως ατορβαστατίνη (εμπορική ονομασία Lipitor), ασπιρίνη, και οξαλιπλατίνη (φάρμακο για τον καρκίνο του παχέος εντέρου).
  • Αν και η κουρκουμίνη είναι ο ‘σταρ’, στον κουρκουμάς βρίσκεται κι άλλο ένα αξιόλογο συστατικό: η αρωματική τουρμερόνη. Σε μελέτη του 2014, η αρωματική τουρμερόνη αναγέννησε νευρώνες σε αρουραίους, γεγονός που υποδηλώνει την πιθανότητα χρήσης σε νευρολογικές διαταραχές.
  • Ο κουρκουμάς  χρησιμοποιείται με ασφάλεια στα τρόφιμα και την ιατρική για περισσότερα από 3.000 χρόνια.

Πηγές κουρκουμίνης

Λάβετε την κουρκουμίνη από πηγές τροφίμων αν μπορείτε. Ολόκληρη η ρίζα του κουρκουμά, η οποία περιέχει κουρκουμίνη, αρωματική τουρμερόνη και μια σειρά από άλλες βιοδραστικές ενώσεις που ακόμη διερευνώνται, προσφέρει πολύ πιο ολοκληρωμένα οφέλη από ό,τι τα συμπληρώματα από μόνα τους.

Διατροφικές πηγές κουρκουμίνης είναι οι εξής:

  • Κουρκουμάς (φυτό Curcuma longa): είναι η πλουσιότερη φυσική πηγή κουρκουμίνης, με την κουρκουμίνη να αποτελεί περίπου το 3 – 8 % της σύνθεσής του, ανάλογα με τις συνθήκες καλλιέργειας.
  • Αλεσμένος κουρκουμάς: μία κουταλιά κουρκουμά σε σκόνη (περίπου 3 γραμμάρια) περιέχει συνήθως μεταξύ 30 και 90 χιλιοστόγραμμα κουρκουμίνης. Η υψηλότερη συγκέντρωση κουρκουμίνης βρίσκεται στην καθαρή σκόνη κουρκουμά, με μέσο όρο 3,14 %  κατά βάρος.
  • Μάνγκο τζίντζερ: συγγενής του κουρκουμά με ήπιο άρωμα που θυμίζει μάνγκο, το τζίντζερ μάνγκο περιέχει κουρκουμίνη, την ίδια ένωση που είναι υπεύθυνη για τα αντιφλεγμονώδη οφέλη του κουρκουμά, και χρησιμοποιείται παραδοσιακά τόσο στα τρόφιμα όσο και στην ιατρική.
  • Σκόνη κάρυ: Παρόλο που η κουρκουμίνη είναι ένα από τα κύρια συστατικά των μειγμάτων κάρυ, οι περισσότερες σκόνες κάρυ περιέχουν σχετικά χαμηλά επίπεδα κουρκουμίνης και η περιεκτικότητά τους ποικίλλει σημαντικά.
  • Άλλα είδη διατροφής: Μπορεί να καταναλώνετε ήδη κουρκουμίνη χωρίς καν να το γνωρίζετε. Λόγω του ζωηρού του χρώματος, ο κουρκουμάς προστίθεται συχνά στη μουστάρδα, τα δημητριακά, το τυρί, τα τσιπς, τη μαγιονέζα, το βούτυρο, τα τουρσιά και τα αρτοσκευάσματα. Αυτά τα τρόφιμα περιέχουν μικρές ποσότητες κουρκουμίνης.

Συνταγή: Χρυσό γάλα με μπαχαρικά

΄Σε πέντε λεπτά μπορείτε να φτιάξετε ένα ζεστό, αντιφλεγμονώδες ρόφημα γεμάτο κουρκουμίνη. Το μαύρο πιπέρι ενισχύει την απορρόφηση της κουρκουμίνης, ενισχύοντας λίγο ακόμα την υγεία σας!

Υλικά για 1 φλιτζάνι

  • 1 φλιτζάνι γάλα (γαλακτοκομικό, αμυγδάλου, βρώμης ή καρύδας)
  • 1 κουταλάκι του γλυκού λάδι καρύδας
  • ½ κουταλάκι του γλυκού τριμμένο κουρκουμά
  • ¼ κουταλάκι του γλυκού κανέλα
  • Μία πρέζα μαύρο πιπέρι
  • 1 κουταλάκι του γλυκού ακατέργαστο μέλι ή σιρόπι σφενδάμου (προαιρετικά)

Εκτέλεση

  • Βάλτε όλα τα υλικά σε ένα κατσαρολάκι και ζεστάνετε σε μέτρια προς χαμηλή θερμοκρασία μέχρι να λιώσει το λάδι.
  • Χτυπήστε τα μαζί και αφήστε το μείγμα να σιγοβράσει για περίπου 5 λεπτά, ανακατεύοντας περιστασιακά.
  • Αφαιρέστε από τη φωτιά και σερβίρετε. Απολαύστε το ζεστό.

Άλλοι τρόποι χρήσης του κουρκουμά στα γεύματα:

  • Τρίψτε φρέσκια ρίζα κουρκουμά στις σαλάτες για μια πικάντικη, γήινη γεύση και ζωντανό χρώμα.
  • Πασπαλίστε αλεσμένο κουρκουμά σε ομελέτα ή τόφου για ένα χρυσαφένιο, γεμάτο θρεπτικά συστατικά πρωινό.
  • Ανακατέψτε κουρκουμά σε smoothies με μπανάνα, ανανά και γάλα καρύδας.
  • Προσθέστε κουρκουμά σε σούπες όπως φακές, καρότου ή κολοκύθας για μια ζεστή, θρεπτική γεύση.
  • Ανακατέψτε τον κουρκουμά στο ρύζι ή την κινόα κατά το μαγείρεμα για ένα διακριτικά καρυκευμένο, χρυσαφένιο συνοδευτικό πιάτο.
  • Ανακατέψτε τον κουρκουμά με ελαιόλαδο, χυμό λεμονιού και μαύρο πιπέρι σε σάλτσες σαλάτας για ένα πικάντικο άρτυμα.
  • Ενσωματώστε κουρκουμά σε μαρινάδες για κοτόπουλο, τόφου ή ψάρι για πιο έντονη γεύση.
  • Ρίξτε τον κουρκουμά στα ψητά λαχανικά όπως κουνουπίδι, καρότα ή πατάτες που ετοιμάζετε για συνοδευτικό.
  • Προσθέστε κουρκουμά σε κάρυ και βραστά φαγητά για πιο κλασική, γήινη γεύση.
  • Πασπαλίστε με κουρκουμά καβουρδισμένους ξηρούς καρπούς ή σπόρους για ένα αλμυρό, αντιφλεγμονώδες σνακ.

Για μέγιστη απορρόφηση

Η κουρκουμίνη έχει μια αδυναμία: απορροφάται δύσκολα από τον οργανισμό. Ωστόσο, ο συνδυασμός της με μαύρο πιπέρι (που περιέχει πιπερίνη) αυξάνει την απορρόφησή της κατά 2.000 %, σύμφωνα με πρώιμη μελέτη. Στην παραδοσιακή ινδική κουζίνα, θα δείτε συχνά τον κουρκουμά και το μαύρο πιπέρι να χρησιμοποιούνται μαζί σε μείγματα μπαχαρικών.

Η κουρκουμίνη είναι λιπόφιλη, δηλαδή διαλύεται στο λίπος, οπότε η κατανάλωσή της με λάδι ή λίπος επίσης βοηθά τον οργανισμό σας να την απορροφήσει πιο αποτελεσματικά.

Άλλες πηγές

Πέρα από τη λήψη μέσω της τροφής, υπάρχουν και άλλοι τρόποι για να αποκομίσετε τα οφέλη της κουρκουμίνης.

Συμπληρώματα από το στόμα

Τα εμπορικά συμπληρώματα κουρκουμίνης αποτελούνται συνήθως από ένα μείγμα κουρκουμίνης, ντεμεθοξυκουρκουμίνης και δισδεμεθοξυκουρκουμίνης. Ωστόσο, μπορεί να περιέχουν πλήθος συστατικών και οι αποκλίσεις μεταξύ των αναγραφόμενων και των πραγματικών συστατικών ή των ποσοτήτων τους είναι συχνές. Διάφοροι τύποι συμπληρωμάτων κουρκουμίνης και κουρκουμά είναι διαθέσιμοι στην αγορά των ΗΠΑ, μεταξύ των οποίων:

  • Κουρκουμάς σε σκόνη: Αυτή είναι η απλούστερη μορφή, η οποία παρασκευάζεται με ξήρανση και άλεση ολόκληρης της ρίζας κουρκουμά σε σκόνη. Αν και περιέχει κουρκουμίνη, η συγκέντρωση είναι σχετικά χαμηλή, συνήθως γύρω στο 2 – 5%.
  • Εκχυλίσματα κουρκουμίνης: Αυτά τα εκχυλίσματα λαμβάνονται με απομόνωση και συμπύκνωση της κουρκουμίνης από τη ρίζα του κουρκουμά, με αποτέλεσμα υψηλότερο ποσοστό κουρκουμινοειδών (συχνά έως και 95%). Στην πραγματικότητα, 95% σκόνες κουρκουμίνης χρησιμοποιούνται συχνά σε ιατρικές μελέτες και ορισμένα εκχυλίσματα υψηλής ισχύος φθάνουν σε συγκεντρώσεις 98% ή υψηλότερες.
  • Κάψουλες: Ο κουρκουμάς και η σκόνη κουρκουμίνης συχνά ενθυλακώνονται για εύκολη και ακριβή δοσολογία.
  • Υγρό: Τόσο ο κουρκουμάς όσο και η κουρκουμίνη διατίθενται σε υγρή μορφή. Τα υγρά συμπληρώματα περιέχουν συχνά πρόσθετα συστατικά, οπότε φροντίστε να διαβάσετε την ετικέτα των συστατικών.
  • Τσίχλες: Οι τσίχλες κουρκουμίνης είναι μια διασκεδαστική και βολική επιλογή για τους ανθρώπους που δεν τους αρέσει να καταπίνουν χάπια. Ωστόσο, συνήθως είναι επιβεβαρυμένα με πρόσθετη ζάχαρη και υλικά πλήρωσης, που εξουδετερώνουν τα οφέλη για την υγεία – διαβάστε προσεκτικά την ετικέτα των συστατικών.

Η πιπερίνη, μια βασική ένωση του μαύρου πιπεριού, προστίθεται συνήθως στα συμπληρώματα για να αυξήσει τη βιοδιαθεσιμότητα της κουρκουμίνης, αν και υψηλότερες δόσεις μπορεί να παρεμβαίνουν με την μεταβολισμό ορισμένων φαρμάκων, αυξάνοντας δυνητικά την συγκέντρωση στην κυκλοφορία του αίματος και επιβαρύνοντας το συκώτι. Επιπλέον, η πιπερίνη μπορεί να προκαλέσει πεπτικές ευαισθησίες σε ορισμένους ανθρώπους, ενώ δεν υπάρχουν μακροχρόνιες μελέτες ασφάλειας για τακτική χρήση υψηλών δόσεων.

Εκτός από την πιπερίνη, μερικές φορές χρησιμοποιούνται διαφορετικές μέθοδοι χορήγησης για τη βελτίωση της απορρόφησης της κουρκουμίνης από τον οργανισμό στα συμπληρώματα, όπως μικροσκοπικά σωματίδια (νανοσωματίδια), φορείς με βάση το λίπος (λιποσώματα) και άλλες δομές που βοηθούν την κουρκουμίνη να εισέλθει πιο αποτελεσματικά στον οργανισμό.

Ενώ τα εκχυλίσματα κουρκουμίνης πωλούνται ως μη συνταγογραφούμενα συμπληρώματα διατροφής στις Ηνωμένες Πολιτείες, συχνά με ετικέτες που ισχυρίζονται ότι περιέχουν κατά 95% κουρκουμινοειδή, ο Οργανισμός Τροφίμων και Φαρμάκων των ΗΠΑ (FDA) δεν ρυθμίζει αυστηρά αυτούς τους ισχυρισμούς. Δεδομένου ότι τα συμπληρώματα διατροφής στις Ηνωμένες Πολιτείες δεν απαιτούν εκτεταμένη έγκριση πριν από την κυκλοφορία τους από τον FDA, οι κατασκευαστές είναι οι ίδιοι υπεύθυνοι για την ασφάλειά τους. Παρόλα αυτά, δεν υποχρεούνται να αποδείξουν την ασφάλεια ή την αποτελεσματικότητά τους πριν από την κυκλοφορία τους στην αγορά.

Πέρα από τους ενίοτε διογκωμένους ισχυρισμούς των κατασκευαστών σχετικά με την περιεκτικότητα σε κουρκουμίνη, η οποία, μαζί με τη χρήση συνθετικών κουρκουμινοειδών, αποτελεί την πρωταρχική ανησυχία στη Βόρεια Αμερική και την Ευρώπη, οι προσμείξεις αποτελούν επίσης πρόβλημα με τα μπαχαρικά και τα συμπληρώματα. Μελέτη του 2023, στο Food and Chemical Toxicology, διαπίστωσε ότι σχεδόν το ένα τρίτο από 233 δείγματα κουρκουμά από μια περιοχή στο Πακιστάν περιείχαν χρωστικές ουσίες Sudan, οι οποίες είναι παράνομα πρόσθετα τροφίμων που χρησιμοποιούνται για τον χρωματισμό μπαχαρικών. Ο Διεθνής Οργανισμός Έρευνας για τον Καρκίνο (IARC) θεωρεί τις χρωστικές ουσίες Σουδάν έμμεσα καρκινογόνες.

Η μελέτη διαπίστωσε επίσης ότι πάνω από το 30% των δειγμάτων κουρκουμά περιείχαν επίπεδα αφλατοξινών ακατάλληλα για ανθρώπινη κατανάλωση. Οι αφλατοξίνες είναι ουσίες που παράγονται από το είδος του μύκητα Aspergillus και χαρακτηρίζονται ως καρκινογόνα κατηγορίας 1 από την IARC. Άλλη μελέτη του 2020 κατέληξε στο συμπέρασμα ότι ο κουρκουμάς μπορεί να έχει «πολύ υψηλά επίπεδα μόλυνσης από βακτηριακούς σπόρους».

Σε μια μελέτη περιοχών που παράγουν πάνω από το 80% της παγκόσμιας προσφοράς κουρκουμά, οι ερευνητές διαπίστωσαν ότι το 14% των δειγμάτων κουρκουμά περιείχαν επίπεδα μολύβδου πάνω από 500 φορές το ρυθμιστικό όριο στο Πακιστάν, την Ινδία και το Νεπάλ.

Τα ευρήματα αυτά καταδεικνύουν τη σημασία της προμήθειας συμπληρωμάτων υψηλής ποιότητας. Όταν επιλέγετε ένα συμπλήρωμα κουρκουμά, φροντίστε να ελέγξετε την ετικέτα ή να ρωτήσετε τον κατασκευαστή αν έχει ελεγχθεί για βαρέα μέταλλα, μυκοτοξίνες (όπως οι αφλατοξίνες), συνθετικά κουρκουμινοειδή και συνολική καθαρότητα, συμπεριλαμβανομένης της ύπαρξης προσμίξεων όπως οι χρωστικές ουσίες του Σουδάν. Εναλλακτικά, μπορείτε να επιλέξετε την ολική μορφή κουρκουμά για να μειώσετε τον κίνδυνο αυτών των προσμίξεων. Όποτε είναι δυνατόν, επιλέξτε βιολογικά προϊόντα για να ελαχιστοποιήσετε την έκθεση σε πιθανές τοξίνες, όπως φυτοφάρμακα και ζιζανιοκτόνα όπως η γλυφοσάτη.

Τοπικές εφαρμογές

Το αιθέριο έλαιο κουρκουμά εξάγεται από τη ρίζα κουρκουμά. Περιέχει κουρκουμόνες, μια άλλη κατηγορία βιοδραστικών ενώσεων που βρίσκονται στον κουρκουμά.

Επιπλέον, έχουν αναπτυχθεί κρέμες κουρκουμίνης για την υγεία του δέρματος. Μελέτη του 2012 έδειξε ότι ένα τοπικό σκεύασμα κουρκουμίνης ήταν εξίσου αποτελεσματικό με την από του στόματος χορηγούμενη κουρκουμίνη στην καταστολή της ανάπτυξης όγκων σε έρευνα για τον καρκίνου του δέρματος σε ποντίκια.

Η κουρκουμίνη μπορεί να ληφθεί μέσω διαδερμικών επιθεμάτων που την απελευθερώνουν αργά στο δέρμα. Σε μελέτη του 2022, αυτά τα επιθέματα βρέθηκαν αποτελεσματικά ως βοηθητικό αναλγητικό στη μείωση του οξέος μετεγχειρητικού πόνου σε ασθενείς.

Υποστηρικτικές θρεπτικές ουσίες

Η λήψη μεγάλων ποσοτήτων κουρκουμίνης σε μορφή συμπληρώματος μπορεί μερικές φορές να προκαλέσει ήπιες πεπτικές ενοχλήσεις όπως αέρια, διάρροια και κράμπες, μαζί με περιστασιακούς πονοκεφάλους και ναυτία. Αλλά αν συνδυάσετε τον κουρκουμά με τζίντζερ, είναι σαν να καλείτε ένα επιπλέον πυροσβεστικό όχημα.

Αυτό το δίδυμο λειτουργεί για τη μείωση της φλεγμονής και του πόνου, ενώ παράλληλα ηρεμεί τη ναυτία και αποσοβεί πιθανές πεπτικές παρενέργειες.

Ανεπάρκεια

Καθώς η κουρκουμίνη δεν είναι απαραίτητο θρεπτικό συστατικό, δεν υπάρχει κατάσταση αναγνωρισμένη ως «ανεπάρκεια κουρκουμίνης». Σε αντίθεση με τις βιταμίνες ή ορισμένα μέταλλα, η έλλειψη κουρκουμίνης στη διατροφή δεν προκαλεί συγκεκριμένα συμπτώματα.

Συνιστώμενη διατροφική πρόσληψη

Ο FDA έχει χαρακτηρίσει την κουρκουμίνη ως γενικά αναγνωρισμένη ως ασφαλής (GRAS). Ωστόσο, δεδομένου ότι η κουρκουμίνη δεν είναι απαραίτητο θρεπτικό συστατικό, η Εθνική Ακαδημία Ιατρικής δεν έχει καθορίσει Συνιστώμενη Διατροφική Δόση (RDA).

Η Κοινή Επιτροπή Εμπειρογνωμόνων FAO/WHO για τα Πρόσθετα Τροφίμων (JECFA) και η Ευρωπαϊκή Αρχή για την Ασφάλεια των Τροφίμων (EFSA) δημιούργησαν μια αποδεκτή ημερήσια πρόσληψη (ADI) για την κουρκουμίνη έως 3 χιλιοστόγραμμα ανά χιλιόγραμμο σωματικού βάρους. Μελέτη του 2001 κατέδειξε καλή ανεκτικότητα και ασφαλές προφίλ της κουρκουμίνης, ακόμη και σε δόσεις που κυμαίνονται από 4.000 έως 8.000 χιλιοστόγραμμα ημερησίως. Οι δόσεις που υπερέβαιναν αυτό το όριο θεωρήθηκαν απαράδεκτες για τους συμμετέχοντες στη μελέτη ασθενείς λόγω του μεγάλου όγκου του συμπληρώματος. Άλλες έρευνες έχουν αποδείξει την ασφάλεια της κουρκουμίνης σε δόσεις έως και 12 γραμμάρια την ημέρα επί τρεις μήνες.

Τοξικότητα

Ο κουρκουμάς στα τρόφιμα είναι γενικά ασφαλής για τους περισσότερους ανθρώπους. Ωστόσο, όταν πρόκειται για συμπληρώματα ή υψηλότερες δόσεις, ορισμένες ομάδες θα πρέπει να είναι προσεκτικές και να συμβουλεύονται έναν γιατρό, ειδικά αν λαμβάνουν φάρμακα. Πρέπει να λαμβάνονται υπ’ όψιν οι ακόλουθοι παράγοντες κινδύνου:

  • Θέματα χοληδόχου κύστης: Η κουρκουμίνη μπορεί να διεγείρει την παραγωγή χολής, γεγονός που μπορεί να επιδεινώσει προβλήματα της χοληδόχου κύστης, όπως πέτρες στη χολή ή αποφράξεις των χοληφόρων πόρων.
  • Κύηση: Η λήψη συμπληρωμάτων κουρκουμά ή υψηλών δόσεων θα μπορούσε να διεγείρει τις συσπάσεις της μήτρας ή να επηρεάσει την εγκυμοσύνη.
  • Αιμορραγικές διαταραχές: Ο κουρκουμάς μπορεί να επιβραδύνει την πήξη του αίματος, αυξάνοντας δυνητικά τον κίνδυνο αιμορραγίας σε άτομα με παθήσεις όπως η αιμορροφιλία ή σε άτομα που μελανιάζουν εύκολα.
  • Ανεπάρκεια σιδήρου: Όσοι πάσχουν από αναιμία ή χαμηλά επίπεδα σιδήρου θα πρέπει να αποφεύγουν την υπερβολική κατανάλωσή του.

Σε μια μελέτη του 2006 για τη σχέση δόσης-απόκρισης, στην οποία συμμετείχαν 24 συμμετέχοντες που έλαβαν δόσεις που κυμαίνονταν από 500 έως 12.000 χιλιοστόγραμμα, το 30% εμφάνισε ελάχιστη τοξικότητα με συμπτώματα όπως διάρροια, πονοκέφαλο, εξάνθημα και κίτρινα κόπρανα. Ωστόσο, τα συμπτώματα αυτά δεν φάνηκε να σχετίζονται με τη δόση.

Σε κλινική δοκιμή του 2004, 15 ασθενείς με καρκίνο του παχέος εντέρου έλαβαν δόσεις κουρκουμίνης που κυμαίνονταν από 0,45 έως 3,6 γραμμάρια ημερησίως επί τέσσερεις μήνες. Ανέφεραν ότι παρουσίασαν ναυτία και διάρροια, μαζί με αυξημένα επίπεδα αλκαλικής φωσφατάσης ορού και γαλακτικής αφυδρογονάσης, τα οποία θα μπορούσαν να υποδηλώνουν ηπατικά, οστικά ή προβλήματα ιστών (αλλά αυτά θα μπορούσαν να σχετίζονται με την εξέλιξη του καρκίνου σε αυτούς τους ασθενείς).

Άλλες πιθανές ανεπιθύμητες ενέργειες της κουρκουμίνης περιλαμβάνουν σοβαρή κοιλιακή πληρότητα ή πόνο. Άτομα που λάμβαναν συμπληρώματα κουρκουμά βίωσαν ξηροστομία, μετεωρισμό, ερεθισμό του στομάχου και ηπατοτοξικότητα (τα συμπτώματα περιλαμβάνουν ίκτερος, σκούρα ούρα, κόπωση και πολλαπλούς πόνους στις αρθρώσεις). Η μακροχρόνια λήψη υψηλών δόσεων κουρκουμά ή συμπληρωμάτων κουρκουμίνης μπορεί να προκαλέσει στομαχικές διαταραχές,  ακόμη και έλκος στομάχου.

Αλληλεπιδράσεις

Εργαστηριακές μελέτες έχουν δείξει ότι η κουρκουμίνη εμποδίζει τη συσσωμάτωση των αιμοπεταλίων. Έτσι, μπορεί να αυξήσει τον κίνδυνο αιμορραγίας στα άτομα που λαμβάνουν φάρμακα για την αραίωση του αίματος, όπως η ασπιρίνη, η κλοπιδογρέλη, η δαλτεπαρίνη, η ενοξαπαρίνη, η ηπαρίνη, η τικλοπιδίνη και η βαρφαρίνη.

Η κουρκουμίνη μπορεί επίσης να αλληλεπιδράσει με φάρμακα που μειώνουν τα οξέα του στομάχου, αυξάνοντας δυνητικά την παραγωγή στομαχικού οξέος. Αυτά τα φάρμακα περιλαμβάνουν τη σιμετιδίνη, τη φαμοτιδίνη, τη ρανιτιδίνη, την εσομεπραζόλη, την ομεπραζόλη και τη λανσοπραζόλη. Η κουρκουμίνη μπορεί επίσης να ενισχύσει τις επιδράσεις των φαρμάκων για τον διαβήτη, αυξάνοντας τον κίνδυνο χαμηλού σακχάρου στο αίμα.

Ορισμένα συμπληρώματα κουρκουμίνης περιλαμβάνουν επίσης πιπερίνη για καλύτερη απορρόφηση. Ωστόσο, η πιπερίνη μπορεί να ενισχύσει τη συσσώρευση ορισμένων φαρμάκων στο σύστημα του σώματος και να επιβραδύνει την απομάκρυνσή τους από τον οργανισμό. Τα φάρμακα που μπορεί να επηρεαστούν περιλαμβάνουν τη φαινυτοΐνη, την  προπρανολόλη, τη θεοφυλλίνη και την καρβαμαζεπίνη.

Των Sina McCulloughMercura Wang

Νέο στέλεχος mpox ανιχνεύεται στις ΗΠΑ

Οι υγειονομικοί υπάλληλοι επιβεβαίωσαν το πρώτο κρούσμα του νέου στελέχους mpox στις ΗΠΑ.

Το στέλεχος clade I, το οποίο αναφέρθηκε για πρώτη φορά στο ανατολικό Κονγκό φέτος, βρέθηκε σε έναν ταξιδιώτη ο οποίος είχε επιστρέψει από την ανατολική Αφρική στη βόρεια Καλιφόρνια, όπως ανέφερε το Τμήμα Δημόσιας Υγείας της Καλιφόρνια (California Department of Public Health – CDPH)  στις 16 Νοεμβρίου.

Επί του παρόντος, εξακολουθεί να υπάρχει μια συνεχιζόμενη εστία του νέου στελέχους mpox στην κεντρική και ανατολική Αφρική, το οποίο διαδίδεται κυρίως μέσω σεξουαλικής επαφής και μέσω στενής επαφής, και επηρεάζει περισσότερο τα παιδιά, τις εγκύους και άλλες ευπαθείς ομάδες.

Άλλες χώρες που ανέφεραν κρούσματα του στελέχους clade I είναι η Γερμανία, η Σουηδία, το Ηνωμένο Βασίλειο, η Ινδία, η Ταϊλάνδη, η Κένυα και η Ζιμπάμπουε.

Το στέλεχος clade I ξεχωρίζει από το στέλεχος clade II του mpox που είχε εξαπλωθεί το 2022 παγκοσμίως, κατά κανόνα σε ομοφυλόφιλους άντρες.

Ο mpox (Monkeypox) είναι μια σπάνια ασθένεια που προκαλείται από έναν ιό της ευλογιάς των πιθήκων. Όντας ενδημικός σε τμήματα της Αφρικής, οι άνθρωποι εκεί μολύνονται μέσω δαγκωμάτων τρωκτικών ή μικρών ζώων.

Ήπια συμπτώματα της νόσου μπορεί να περιλαμβάνουν πυρετό, ρίγος και σωματικό άλγος. Πιο σοβαρά συμπτώματα περιλαμβάνουν πληγές στο πρόσωπο, τα χέρια, το στήθος και τα γεννητικά όργανα.

Χωρίς ανησυχία

Κρατικοί υγειονομικοί υπάλληλοι λένε ότι ο κίνδυνος για τη δημόσια υγεία στις ΗΠΑ από τον ταξιδιώτη που επέστρεψε με το στέλεχος clade I είναι «πολύ μικρός».

«Δεν υπάρχει λόγος ανησυχίας ή αποδεικτικά στοιχεία ότι ο mpox clade I εξαπλώνεται επί του παρόντος στην Καλιφόρνια ή τις Ηνωμένες Πολιτείες γενικότερα», δήλωσε το CDPH.

Τα Κέντρα Ελέγχου και Πρόληψης Νοσημάτων των ΗΠΑ (ΚΕΠΝ ή CDC) δήλωσαν ότι «το ασθενής νοσηλεύτηκε αμέσως αφού επέστρεψε στις ΗΠΑ σε τοπική μονάδα υγείας και πήρε εξιτήριο» και τώρα σε απομόνωση στο σπίτι του στην Πολιτεία του Σαν Ματέο.

Τα συμπτώματα του ατόμου βελτιώνονται, λένε οι υγειονομικοί υπάλληλοι, και δεν έχουν ανιχνευτεί άλλα κρούσματα στον στενό κύκλο του ατόμου.

«Η περιστασιακή επαφή, όπως αυτή που μπορεί να έχετε ταξιδεύοντας, είναι απίθανο να επιφέρει τη μετάδοση του mpox», δήλωσαν τα ΚΕΠΝ, αναφέροντας τη μη μετάδοση του στελέχους εκτός των οικείων του ασθενούς στο Ηνωμένο Βασίλειο, και καμία μετάδοση στη Σουηδία, την Ταϊλάνδη, τη Γερμανία και την Ινδία.

Μέχρι στιγμής, έχουν υπάρξει 3.100 επιβεβαιωμένες περιπτώσεις του στελέχους, κυρίως στη Λαϊκή Δημοκρατία του Κονγκό, το Μπουρούντι και την Ουγκάντα, χώρες της κεντρικής Αφρικής, σύμφωνα με τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας. Οι αναφερόμενες περιπτώσεις αυξήθηκαν στα τέλη Σεπτεμβρίου.

Αξιωματούχοι υγείας ανέφεραν τον Νοέμβριο ότι η κατάσταση στο Κονγκό φαίνεται να σταθεροποιείται.

Σοβαρότητα της ασθένειας

Τα αφρικανικά ξεσπάσματα του clade I mpox αναφέρθηκε αρχικά να είναι πιο σοβαρά από αυτά του clade II, με ποσοστό θνησιμότητας περίπου στο 3-11%. Ωστόσο, πρόσφατα δεδομένα υποδεικνύουν πως όταν οι ασθενείς έχουν πρόσβαση σε καλή υγειονομική περίθαλψη και υποστηρικτική κλινική φροντίδα, όπως έχουν στις ΗΠΑ, τα ποσοστά θανάτου είναι περίπου στο 1%.

Τα παρόντα δεδομένα υποστηρίζουν ότι ο subclade Ib έχει ποσοστά θανάτου λιγότερα από 1% «τόσο εντός όσο και εκτός Αφρικής», σύμφωνα με τα ΚΕΠΝ. Η περίπτωση της Καλιφόρνια έχει αναγνωριστεί ως clade I, subclade Ib.

Ο ιός έχει περίοδο επώασης 3 έως 17 ημερών, κατά τη διάρκεια της οποίας ένα άτομο δεν εμφανίζει καθόλου συμπτώματα και αισθάνεται καλά.

Πληροφορίες σχετικά με τις συστάσεις των ΚΕΠΝ προς τα άτομα με κίνδυνο μόλυνσης από mpox είναι διαθέσιμες στο διαδίκτυο.

Της Melanie Sun

Πληροφορίες: Associated Press.

 

 

Κάταγμα ισχίου: Πιο θανατηφόρο από ορισμένα είδη καρκίνου

Στα άτομα άνω των 50, ο κίνδυνος κατάγματος λόγω οστεοπόρωσης αυξάνεται σημαντικά, οδηγώντας σε υψηλότερο ποσοστό θνησιμότητας. Πρόσφατες μελέτες έχουν δείξει ότι τα ποσοστά επιβίωσης των ηλικιωμένων ατόμων ύστερα από κάταγμα ισχίου είναι χαμηλότερα και από αυτά του καρκίνου του παχέος εντέρου, της δεύτερης κυριότερης αιτίας θανάτου από καρκίνο στις ΗΠΑ.

Το κάταγμα ισχίου, συχνά αποκαλούμενο και «ο σιωπηρός δολοφόνος των ηλικιωμένων», συμβαίνει όταν το μηριαίο οστό σπάει κοντά στην άρθρωση του ισχίου. Πρόσφατη έρευνα, που δημοσιεύθηκε στο περιοδικό Journal of Bone and Mineral Research Plus τον Μάιο, ανακάλυψε πως το ποσοστό επιβίωσης των ηλικιωμένων μειώνεται δραστικά ύστερα από κάταγμα, με τα κατάγματα ισχίου να έχουν τη χειρότερη πρόγνωση.

Χαμηλά ποσοστά επιβίωσης μετά από κάταγμα ισχίου

Η μελέτη εξέτασε 98.474 ασθενείς ηλικίας 65 ετών και άνω, οι οποίοι υπέστησαν κάταγμα σε διάφορα σημεία, μεταξύ του 2011 και του 2015. Σε αντιστοιχία 1:1 με αυτούς  τους ασθενείς, εξετάστηκαν άτομα που δεν είχαν υποστεί κάταγμα, με βάση το φύλο, την ηλικία, το αν διαμένουν στην πόλη ή την εξοχή και τις όποιες ασθένειες συνδέονται με κίνδυνο κατάγματος. Ύστερα από παρακολούθηση έως και έξι ετών, οι ερευνητές εκτίμησαν το γενικό ποσοστό επιβίωσης των ασθενών με κάταγμα και το συνέκριναν με το σχετικό ποσοστό επιβίωσης των ατόμων χωρίς κάταγμα.

Τα αποτελέσματα έδειξαν ότι αυτοί που είχαν υποστεί κάταγμα ισχίου είχαν το χαμηλότερο ποσοστό επιβίωσης, ακολουθούμενο από αυτούς με κάταγμα σπονδύλου. Το γενικό ποσοστό επιβίωσης ενός έτους για ασθενείς με κάταγμα ισχίου ήταν 67,7% για τους άντρες και 78,5% για τις γυναίκες. Για τους ασθενείς με κάταγμα σπονδύλου, το γενικό ποσοστό επιβίωσης ενός έτους ήταν 75,5% για τους άντρες και 84,9% για τις γυναίκες. Αντιθέτως, το γενικό ποσοστό επιβίωσης ενός έτους για τους συμμετέχοντες χωρίς κάταγμα παρέμεινε πάνω από 90% και για τα δύο φύλα.

Ανάμεσα στους ασθενείς με κάταγμα ισχίου, λιγότερο από το ένα τρίτο (32,3%) των αντρών και λιγότερο από το μισό (44,7%) των γυναικών επιβίωσαν για πάνω από πέντε χρόνια. Για τους ασθενείς με κάταγμα σπονδύλου, το γενικό ποσοστό επιβίωσης πέντε ετών ήταν 37,6% για τους άντρες και 54,1% για τις γυναίκες.

Να σημειωθεί ότι οι ασθενείς ηλικίας 85 ετών και άνω είχαν τη χειρότερη πρόγνωση. Συγκεκριμένα, οι άντρες με κάταγμα ισχίου είχαν το χαμηλότερο γενικό ποσοστό επιβίωσης πέντε ετών, με μόλις 17,9%, ενώ οι άντρες με κάταγμα σπονδύλου είχαν ποσοστό επιβίωσης 19,7%. Οι γυναίκες είχαν ελάχιστα μεγαλύτερο γενικό ποσοστό επιβίωσης πέντε ετών, με 30% για κάταγμα ισχίου και 35,7% για κάταγμα σπονδύλου.

Επιπροσθέτως, η μελέτη βρήκε πως σε σχέση με τα άτομα χωρίς κάταγμα, το γενικό ποσοστό επιβίωσης πέντε ετών ύστερα από κάταγμα ισχίου ήταν το χαμηλότερο, στο 49,9% για τους άντρες και 65% για τις γυναίκες. Για τα κατάγματα σπονδύλου, το γενικό ποσοστό επιβίωσης πέντε ετών ήταν ελαφρώς μεγαλύτερο, στο 53,9% για τους άντρες και 72,7% για τις γυναίκες.

Η μελέτη επίσης έδειξε πως, ενώ το ποσοστό επιβίωσης ύστερα από κάταγμα ήταν γενικά υψηλότερο στις γυναίκες από ό,τι στους άντρες, οι γυναίκες διατρέχουν σημαντικά μεγαλύτερο κίνδυνο κατάγματος και είναι πιο πιθανό να πάθουν μεταγενέστερα κατάγματα. Αυτά τα μεταγενέστερα κατάγματα ευθύνονται για έως και τα δύο τρίτα των συνολικών θανάτων των γυναικών με κάταγμα.

Ο Ζακ Μπράουν, επικεφαλής συγγραφέας της έρευνας και καθηγητής ιατρικής στο Πανεπιστήμιο Λαβάλ στον Καναδά, είπε σε δήλωση Τύπου ότι «τα ποσοστά επιβίωσης μειώθηκαν δραματικά εντός ενός μηνός ύστερα από οποιοδήποτε είδος κατάγματος, με το ποσοστό επιβίωσης πέντε ετών να είναι ίδιο ή χειρότερο από αυτό κάποιων κοινών καρκίνων».

Στη μελέτη, οι ερευνητές σημείωσαν ότι, στις περιοχές όπου διέμεναν οι συμμετέχοντες, το γενικό ποσοστό επιβίωσης πέντε ετών για τους ασθενείς με καρκίνο που διεγνώσθησαν μεταξύ του 2012 και του 2016 ήταν 94% για τους άντρες με καρκίνο του προστάτη και 89% για γυναίκες με καρκίνο του μαστού.

Όσον αφορά τα πιο συνηθισμένα είδη καρκίνου στις ΗΠΑ, το γενικό ποσοστό επιβίωσης πέντε ετών για το μελάνωμα (καρκίνο του δέρματος) είναι περίπου στο 94%, ενώ το γενικό ποσοστό επιβίωσης πέντε ετών για τον καρκίνο του παχέος εντέρου, του δεύτερου κυριότερου καρκίνου που ευθύνεται για τους θανάτους στις ΗΠΑ, είναι γύρω στο 65%.

Συγκριτικά, το γενικό ποσοστό επιβίωσης πέντε ετών για κάταγμα ισχίου σε άτομα ηλικίας 65 ετών και άνω είναι χαμηλότερο από αυτό των καρκίνων που προαναφέρθηκαν.

Παράγοντες που συμβάλουν σε χαμηλά ποσοστά επιβίωσης σε ασθενείς με κάταγμα

Η έρευνα αποκάλυψε ότι, το έτος πριν το κάταγμά τους, το 32% με 45% των γυναικών ασθενών και το 7% με 14% των αντρών ασθενών είχαν λάβει θεραπεία για οστεοπόρωση, με υψηλότερα ποσοστά θεραπείας για αυτούς με κάταγμα σπονδύλου. Επιπλέον, οι ασθενείς με κάταγμα σπονδύλου ήταν πιο πιθανό να έχουν ιστορικό θεραπείας με οπιοειδή, τα οποία συνταγογραφούνται για τον πόνο που σχετίζεται με την οστεοπόρωση, σε σχέση με αυτούς που είχαν κάταγμα σε άλλα σημεία.

Εκτός από παλαιότερη θεραπεία για την οστεοπόρωση, οι ερευνητές μίλησαν επίσης και για άλλους λόγους που ευθύνονται για τα χαμηλά ποσοστά επιβίωσης των ατόμων ηλικίας 65 ετών και άνω. Για παράδειγμα, τα μεταγενέστερα κατάγματα είναι ένας από τους πιθανούς βραχυπρόθεσμους παράγοντες για το μειωμένο ποσοστό επιβίωσης ενός έτους, καθώς το αρχικό κάταγμα αυξάνει τον κίνδυνο περαιτέρω καταγμάτων. Περιεγχειρητικές επιπλοκές σε ασθενείς που υποβάλλονται σε χειρουργική επέμβαση επίσης φαίνεται να αυξάνουν την θνησιμότητα τους πρώτους μήνες έπειτα από κάταγμα. Επιπλέον, η συνολική αδυναμία των ηλικιωμένων συνδέεται με μεγαλύτερα ποσοστά θνησιμότητας – αυτή η αδυναμία είναι πιθανό να αυξηθεί ύστερα από ένα κάταγμα, δημιουργώντας έναν φαύλο κύκλο.

Οι ερευνητές δήλωσαν ότι η μελέτη εστίασε σε προγνώσεις για τους ασθενείς με κάταγμα και στις αντίστοιχες επεμβάσεις για τη βελτίωση του αποτελέσματος, αυξάνοντας έτσι τα ποσοστά επιβίωσης στους ηλικιωμένους με κάταγμα. Ο Δρ Μπράουν τόνισε σε δήλωση Τύπου πως «αυτές οι παρατηρήσεις υπογραμμίζουν την επείγουσα ανάγκη για αλλαγή της στάσης μας προς αυτούς τους ασθενείς και για παροχή δευτερεύουσας προληπτικής παρέμβασης πριν το εξιτήριο από το νοσοκομείο, όπως συνιστάται από την Αμερικανική Εταιρεία Έρευνας Οστών και Μετάλλων (American Society for Bone and Mineral Research)».

Αυξημένα ποσοστά κατάγματος ισχίου ανάλογα με την ηλικία

Σύμφωνα με το Johns Hopkins Medicine, τα κατάγματα ισχίου είναι συνηθισμένα στις ΗΠΑ, με 350.000 αναφερόμενες περιπτώσεις ετησίως.

Σε πιο νεαρά άτομα, τα κατάγματα ισχίου συνήθως προκαλούνται από σοβαρό τραυματισμό, όπως ένα αυτοκινητιστικό ατύχημα. Καθώς το άτομο μεγαλώνει, τα οστά του γίνονται πιο εύθραυστα. Μετά την ηλικία των 50 ετών, η περίπτωση κατάγματος ισχίου διπλασιάζεται κάθε δέκα χρόνια. Επομένως, τα περισσότερα κατάγματα ισχίου συμβαίνουν σε αυτούς πάνω από 60 ετών, με την πτώση να είναι η πιο συνηθισμένη αιτία μεταξύ των ηλικιωμένων.

Πέντε προληπτικά βήματα για την μείωση του κινδύνου κατάγματος ισχίου

Το κάταγμα ισχίου στους ηλικιωμένους μπορεί να προκαλέσει διάφορες επιπλοκές, αυξάνοντας την πιθανότητα θανάτου και κάνοντας την ανάρρωση πιο δύσκολη, έχοντας προκαλέσει πιθανώς απώλεια της ανεξαρτησίας, υποβάθμιση της ποιότητας ζωής και κατάθλιψη.

Η Δρ Ντέμπορα Σέλμεϊερ, διευθύνουσα ιατρός στο Κέντρο Μεταβολισμού Οστών Johns Hopkins (Johns Hopkins Metabolic Bone Center), δήλωσε στην επίσημη ιστοσελίδα του Κέντρου ότι «οι πιο ηλικιωμένοι μπορεί να έχουν απειλητικές για τη ζωή επιπλοκές κατά τη διάρκεια ή μετά την εγχείρηση για την αντιμετώπιση ενός κατάγματος ισχίου, όπως θρόμβους στο αίμα, μόλυνση και καρδιακή αρρυθμία». Έδωσε έμφαση στη σημασία λήψης όλων των πιθανών μέτρων πρόληψης ενός κατάγματος, και δη του κατάγματος του ισχίου. Τα παρακάτω βήματα αποτελούν σημαντικούς τρόπους μείωσης της πιθανότητας κατάγματος ισχίου:

  1. Ελέγξτε την οστική μάζα και διατηρείστε την δύναμη των οστών: Συνιστάται σε όλες τις γυναίκες 65 ετών και άνω, όπως επίσης και στις νεαρές γυναίκες με υψηλό κίνδυνο κατάγματος, να υποβληθούν σε μέτρηση οστικής μάζας. Η Δρ Σέλμεϊερ σημείωσε πως ο έλεγχος για οστεοπόρωση επιτρέπει στον ιατρό σας να αναπτύξει ένα σχέδιο αντιμετώπισης για να διατηρήσει τα οστά σας δυνατά και να αποτρέψει τα κατάγματα. Οι άντρες ηλικίας άνω των 70 ετών ή αυτοί που χρησιμοποιούν κορτικοστεροειδή φάρμακα, όπως πρεδνιζόνη, για εκτεταμένη χρονική περίοδο, έχουν μεγαλύτερες πιθανότητες να πάσχουν από λέπτυνση των οστών και θα πρέπει να μιλήσουν με τον ιατρό τους σχετικά με τον έλεγχο οστεοπόρωσης.
  2. Διατηρήστε τους μυς σας δυνατούς: Οι ασκήσεις που χτίζουν τη δύναμη, την αντοχή και την ισορροπία των μυών συμβάλλουν στη μείωση του κινδύνου των καταγμάτων που προκαλούνται από το γλίστρημα, το παραπάτημα ή την πτώση. Μια μελέτη βρήκε πως η συχνή άσκηση μπορεί να μειώσει τον κίνδυνο πτώσης στους ηλικιωμένους κατά 14,3%.
  3. Εξασφαλίστε επαρκή διατροφή για την υγεία των οστών: Οι γυναίκες κάτω των 50 ετών και οι άντρες κάτω των 70 ετών θα πρέπει να στοχεύουν στα 1.000 mg ασβεστίου ημερησίως, ενώ οι γυναίκες άνω των 50 ετών και οι άντρες άνω των 70 ετών θα πρέπει να στοχεύουν στα 1.200 mg ημερησίως. Η Δρ Σέλμεϊερ υπέδειξε πως η βιταμίνη D είναι απαραίτητη για την απορρόφηση του ασβεστίου. Συνιστάται η λήψη 600 IU βιταμίνης D ημερησίως πριν την ηλικία των 70 ετών και 800 IU ημερησίως μετά την ηλικία των 70 ετών. Αυτός ο συνδυασμός μπορεί να μειώσει σημαντικά την πιθανότητα κατάγματος. Επιπροσθέτως, είναι σημαντική η κατανάλωση φρούτων και λαχανικών πλούσιων σε κάλιο, όπως οι μπανάνες και το σπανάκι. Προηγούμενη μελέτη της Δρος Σέλμεϊερ και των συνεργατών της βρήκε ότι το κάλιο έχει θετική επίδραση στον μεταβολισμό του ασβεστίου. Οι πρωτεΐνες επίσης βοηθούν στη διατήρηση της μυϊκής μάζας και υποστηρίζεουν την ανάπτυξη των οστών.
  4. Ελέγξτε τα φάρμακα και την όρασή σας: Αν έχετε ζαλάδες, ίλιγγο, αδυναμία ή απώλεια ισορροπίας ενώ περπατάτε, συμβουλευτείτε τον ιατρό σας για να αναθεωρήσει τα φάρμακά σας, καθώς κάποια από αυτά μπορεί να έχουν παρενέργειες που αυξάνουν τον κίνδυνο πτώσης. Επιπλέον, σιγουρευτείτε πως ελέγχετε τακτικά τα μάτια σας και αναβαθμίστε τη συνταγή των γυαλιών σας εάν κριθεί απαραίτητο, καθώς η καθαρή όραση μπορεί να αποτρέψει τις πτώσεις.
  5. Βελτιώστε την ασφάλεια του σπιτιού: Καθώς οι περισσότερες πτώσεις συμβαίνουν στο σπίτι, κάποιες απλές αλλαγές μπορούν να μειώσουν σημαντικά τον κίνδυνο. Για παράδειγμα, διατηρείτε το πάτωμα και τα σκαλιά τακτικά και σκεφτείτε μήπως τοποθετήσετε κιγκλιδώματα στις σκάλες. Χρησιμοποιείτε αντιολισθητικά πατάκια στην μπανιέρα και το δάπεδο του μπάνιου, και τοποθετήστε μπάρες στο μπάνιο και το ντους. Αφαιρέστε τα χαλιά και βελτιώστε τον φωτισμό. Επιπλέον, το να περπατάτε ξυπόλυτοι ή με κάλτσες αυξάνει τον κίνδυνο πτώσης, οπότε και για το σπίτι συνιστάται η χρήση παπουτσιών που εφαρμόζουν καλά.

Της Ellen Wan

Μετάφραση: Βλαδίμηρος Αλεξάντρωφ

Επιμέλεια: Αλία Ζάε

Μαστογραφία: Απαραίτητη μετά τα 40 ή μετά τα 50;

Περίπου το 20% των γυναικών στα 40 τους θα καθυστερούσαν τον έλεγχο για καρκίνο του μαστού μέχρι περίπου την ηλικία των 50 ετών, εάν τους δινόταν η δυνατότητα ενημερωμένης επιλογής, σύμφωνα με τα αποτελέσματα έρευνας που δημοσιεύθηκε τη Δευτέρα στο περιοδικό Annals of Internal Medicine.

Η μελέτη βρήκε πως οι γυναίκες που επέλεξαν να καθυστερήσουν τη μαστογραφία (απεικονιστικός έλεγχος για τον πρώιμο εντοπισμό του καρκίνου του μαστού) είχαν καταταχθεί σε κατηγορία χαμηλού κινδύνου και ανησυχούσαν περισσότερο για τη ζημιά που θα μπορούσε να προκληθεί από την υπερδιάγνωση.

«Συνήθεις λόγοι για την αναβολή του ελέγχου περιλαμβάνουν την έλλειψη οικογενειακού ιστορικού, τον μικρό κίνδυνο εμφάνισης καρκίνου και τις ανησυχίες για τυχόν βλάβες από τους απεικονιστικούς ελέγχους», αναφέρουν στη μελέτη τους οι συγγραφείς, οι περισσότεροι εκ των οποίων είναι ερευνητές από το Πανεπιστήμιο του Κολοράντο.

«Αυτά τα δεδομένα υποδεικνύουν πως πολλές γυναίκες που θέλουν να αναβάλουν τον απεικονιστικό έλεγχο λαμβάνουν υπ’ όψιν τους τα αποδεικτικά στοιχεία και αποφασίζουν πως, για αυτές, οι ζημιές υπερτερούν των πλεονεκτημάτων στην ηλικία τους», αναφέρουν οι συγγραφείς.

Η ενημέρωση επηρεάζει την απόφαση

Η έρευνα αξιολόγησε σχεδόν 500 γυναίκες ηλικίας 39 έως 49, στις οποίες δόθηκε ένα βοήθημα σχετικά με τη λήψη απόφασης για το εάν θα ήθελαν να συμμετάσχουν σε απεικονιστικό έλεγχο για τον καρκίνο του μαστού. Τα 2/3 των γυναικών είχαν ήδη υποβληθεί σε μαστογραφία.

Το βοήθημα που έλαβαν αποκάλυπτε τις πιθανές επιπλοκές της υπερδιάγνωσης. Για παράδειγμα, σημειώθηκε πως από τις 1.000 γυναίκες που ελέγχονται μεταξύ 40 και 49 ετών, οι 239 λαμβάνουν ψευδώς θετικό αποτέλεσμα, όπως και 220 γυναίκες ηλικίας 50 έως 59 ετών.

Το βοήθημα ανέφερε, επίσης, πως η έναρξη του απεικονιστικού ελέγχου στην ηλικία των 40 ετών θα μπορούσε να σώσει μια ακόμη ζωή από τα 1.000 άτομα που υποβάλλονται σε έλεγχο. Ωστόσο, δεν ανέφερε άλλα οφέλη της πρώιμης ανίχνευσης, όπως την πιθανότητα για λιγότερο εντατική θεραπεία σε περίπτωση που ανιχνευτεί καρκίνος.

Οι συμμετέχουσες στην έρευνα έλαβαν, επίσης, μια προσωπική βαθμολόγηση κινδύνου εμφάνισης καρκίνου του μαστού, με βάση τον υπολογισμό κινδύνου του Εθνικού Ινστιτούτου Καρκίνου (National Cancer Institute).

Οι περισσότερες γυναίκες που ερωτήθηκαν (το 57,2%) επέλεξαν να κάνουν μαστογραφία ακόμη και αφού ενημερώθηκαν για τα πλεονεκτήματα και τους πιθανούς κινδύνους.

Προτού διαβάσουν το βοήθημα επιλογής, το 8% είπε πως θα ήθελαν να καθυστερήσουν τη μαστογραφία τους. Αφού το διάβασαν, το 18% είπε πως θα ανέβαλαν τη μαστογραφία μέχρι να κλείσουν τα 50.

Οι περισσότερες γυναίκες που επέλεξαν να την καθυστερήσουν ήταν αυτές που κρίθηκαν πως διέτρεχαν μικρότερο κίνδυνο εμφάνισης καρκίνου του μαστού, ενώ αυτές με τις περισσότερες πιθανότητες δεν θέλησαν να αναβάλουν την εξέταση.

Ωστόσο, οι συγγραφείς δεν παρατήρησαν αύξηση στον αριθμό των γυναικών που δήλωσαν πως δεν ήθελαν ποτέ να υποβληθούν σε μαστογραφία, αφού διάβασαν το βοήθημα.

Έκπληξη από τα δεδομένα της υπερδιάγνωσης

Παρόλο που η μαστογραφία μπορεί να σώσει ζωές, ενέχει και ορισμένους κινδύνους, περιλαμβανομένων των ψευδώς θετικών αποτελεσμάτων, των μη αναγκαίων βιοψιών και της υπερδιάγνωσης.

Τα ψευδώς θετικά αποτελέσματα είναι πολύ συχνά. Μια μελέτη έδειξε ότι 1 στις 10 γυναίκες που υποβάλλεται σε απεικονιστικό έλεγχο για καρκίνο του μαστού για πρώτη φορά θα λάβει ψευδώς θετικό αποτέλεσμα.

Στις ΗΠΑ, η πιθανότητα να έχει πράγματι καρκίνο του μαστού μια γυναίκα που βγαίνει θετική στην εξέταση είναι περίπου 7%, σύμφωνα με μελέτη του Εθνικού Ινστιτούτου Καρκίνου. Ωστόσο, άλλες έρευνες δηλώνουν πως αυτό το ποσοστό θα μπορούσε να κυμαίνεται από 4% έως και 50%.

Τα αποτελέσματα της συγκεκριμένης έρευνας έδειξαν ότι οι γυναίκες ξαφνιάστηκαν από τα στατιστικά της υπερδιάγνωσης, με ποσοστό περίπου 37% να εκφράζει έκπληξη.

Σχεδόν το ίδιο ποσοστό γυναικών ανέφερε, επίσης, πως τα δεδομένα που παρουσιάστηκαν σχετικά με την υπερδιάγνωση ήταν «πολύ διαφορετικά» από αυτό που πίστευαν προηγουμένως.

Από το 2009 μέχρι το 2022 που διεξήχθη η έρευνα, η Ειδική Ομάδα Προληπτικών Υπηρεσιών των Ηνωμένων Πολιτειών (U.S. Preventive Services Task Force – USPSTF) συμβούλευε πως ο απεικονιστικός έλεγχος θα πρέπει να είναι ατομική απόφαση του καθενός για άτομα ηλικίας 40 έως 49 ετών. Ωστόσο, τον Απρίλιο του 2024, η USPSTF άλλαξε τις οδηγίες της, συστήνοντας τον διετή απεικονιστικό έλεγχο για καρκίνο του μαστού σε όλες τις γυναίκες που έχουν κλείσει τα 40.

Της Marina Zhang

Μετάφραση: Βλαδίμηρος Αλεξάντρωφ

Επιμέλεια: Αλία Ζάε

Πώς η μουσική επηρεάζει τις διατροφικές μας συνήθειες

Η αργή και απαλή μουσική μάς κάνει να τρώμε πιο ήρεμα, να μασάμε το φαγητό μας πιο διεξοδικά και να παραμένουμε στο τραπέζι για περισσότερη ώρα, σύμφωνα με μια νέα έρευνα από την Ιταλία.

Στο Πανεπιστήμιο Γαστρονομικών Επιστημών στο Πολένζο, διεξήχθη ένα πείραμα για να καθορίσουν πώς ο ρυθμός της μουσικής επηρεάζει τη διατροφική συμπεριφορά των δειπνούντων μέσα από την πρόκληση συναισθημάτων.

Τα αποτελέσματα δημοσιοποιήθηκαν πρόσφατα στο περιοδικό Food Quality and Preference και δείχνουν ότι η μουσική έχει τη δυνατότητα να βοηθήσει τους ανθρώπους να αλλάξουν τις διατροφικές τους συνήθειες – ωφελώντας πιθανώς εκείνους με διατροφικές διαταραχές, όπως επίσης και αυτούς που κάνουν δίαιτα ή απλά επιθυμούν να περιορίσουν ή να μετριάσουν την πρόσληψη της τροφής τους.

Μουσική και διάθεση

Όλοι έχουμε δει τη διάθεσή μας να αλλάζει όταν ακούμε ένα συγκεκριμένο είδος μουσικής, και οι επιστήμονες έχουν επανειλημμένα παρατηρήσει, επιβεβαιώσει και ποσοτικοποιήσει αυτό το φαινόμενο.

Μια πρόσφατη εφαρμογή μουσικής θεραπείας σε τρόφιμους γηροκομείου της Αυστραλίας βρήκε ότι η μουσική λειτούργησε «παρηγορητικά» και «καταπραϋντικά» για αυτούς, και ότι τους βοήθησε να ξεχάσουν τις έγνοιές τους. Το προσωπικό του νοσοκομείου είπε πως οι συνεδρίες μουσικής θεραπείας ηρέμησαν και ανέβασαν τη διάθεση των ηλικιωμένων ασθενών.

Η κλασική μουσική, συγκεκριμένα, φαίνεται να προωθεί την απελευθέρωση ενός νευροδιαβιβαστή, της ντοπαμίνης, οδηγώντας σε μειωμένο αίσθημα άγχους και στρες και έχει θετικό αποτέλεσμα στους παλμούς της καρδιάς και την πίεση.

Ιταλοί ερευνητές, με επικεφαλής τον Ρικάρντο Μιλιαβάντα, ο οποίος κατέχει διδακτορικό στην οικογαστρονομία, την εκπαίδευση και την κοινωνία, ισχυρίζονται πως πέρα από τη δύναμη να επηρεάζει τη διάθεση, η μουσική έχει επίσης τη δύναμη να επηρεάζει και τη συμπεριφορά μας καθώς τρώμε, περιλαμβανομένης και «της γευστικής αντίληψης, της όρεξης και των διατροφικών επιλογών». Σημειώνουν δε πως υπάρχει ένα σύνολο ερευνών που δείχνουν ότι η μουσική που παίζουν τα εστιατόρια επηρεάζει την ποσότητα του φαγητού που τρώνε οι πελάτες, το πώς αντιλαμβάνονται τη γεύση του και το πόσο γρήγορα το τρώνε.

Αναφέρουν συγκεκριμένα μια έρευνα σύμφωνα με την οποία οι συμμετέχοντες αντιλαμβάνονταν την τροφή (σε αυτήν την περίπτωση το παγωτό σοκολάτα) πιο γλυκιά όταν την έτρωγαν ενώ άκουγαν μουσική που τους αρέσει.

Οι ερευνητές έχουν ονομάσει αυτό το φαινόμενο ως «ηχο-γευστική αλληλεπίδραση» και ισχυρίζονται ότι το είδος της μουσικής επηρεάζει τη «συναισθηματική γεύση» του φαγητού και του ποτού που απολαμβάνουν οι άνθρωποι ενώ την ακούνε – και κατ’ επέκταση το πώς οι άνθρωποι βιώνουν και περιγράφουν τη γεύση.

Ακόμα και ασθενείς που λαμβάνουν θεραπεία για διατροφικές διαταραχές έδειξαν βελτίωση στις διατροφικές τους συνήθειες ενώ άκουγαν μουσική, σύμφωνα με έρευνα που εκδόθηκε τον Ιανουάριο στο Περιοδικό Διατροφικών Διαταραχών (Journal of Eating Disorders). Οι 51 γυναίκες που έλαβαν μέρος στη μελέτη ανέφεραν πως τόσο η ήρεμη μουσική πιάνου καθώς και η ποπ μουσική βελτίωσαν τη διάθεσή τους κατά τη διάρκεια των γευμάτων, διαδικασία συχνά αγχωτική για άτομα με διατροφικές διαταραχές.

Διαιτολόγοι που παρακολούθησαν τους ασθενείς ανέφεραν επίσης πως οι ασθενείς έδειξαν βελτιωμένη συμπεριφορά κατά τη διάρκεια των γευμάτων (αφήνοντας λιγότερο φαγητό στο πιάτο και εκτελώντας λιγότερες διατροφικές ‘τελετουργίες’) όταν έπαιζε ήρεμη μουσική.

‘Πιάνοντας τον ρυθμό’

Νέα έρευνα στην Ιταλία εξέτασε την ιδιαίτερη επίδραση του ρυθμού, ανεξάρτητα από το είδος της μουσικής, την ένταση ή άλλους παράγοντες. Οι ερευνητές επέλεξαν να απομονώσουν αυτό το κομμάτι επειδή, όπως γράφουν και οι ίδιοι, «ανάμεσα στις διάφορες τεχνικές μεταβλητές, ο ρυθμός της μουσικής είναι αυτό που φαίνεται να επηρεάζει τη διατροφική συμπεριφορά περισσότερο, επηρεάζοντας την ταχύτητα με την οποία τρώει και πίνει κανείς όπως επίσης και τη διάρκεια του γεύματος».

Ο κος Μιλιαβάντα και οι ερευνητές του μοίρασαν τυχαία 124 εξεταζόμενους σε δύο ομάδες: μια που άκουγε μουσική με γρήγορο ρυθμό στους 145 χτύπους ανά λεπτό (BPM) και σε άλλη μια που άκουγε μουσική με ρυθμό 85 χτύπους ανά λεπτό, ενώ έτρωγαν φοκάτσα.

Παρατήρησαν τη συμπεριφορά τους κατά την διάρκεια του γεύματος αναλύοντας το βίντεο που κατέγραψαν, μετρώντας τα υπολείμματα στο πιάτο και δίνοντας τους ένα ερωτηματολόγιο.

Αυτοί που άκουγαν τη μουσική με τον γρήγορο ρυθμό ανέφεραν πως ένιωθαν πιο «δραστήριοι, γεμάτοι ενέργεια και ενθουσιώδεις» από αυτούς που άκουγαν την πιο αργή μουσική. Αυτοί στην ομάδα με την πιο αργή μουσική ανέφεραν πως ένιωθαν πιο «ήρεμοι και γαλήνιοι» σε σχέση με την άλλη ομάδα.

Οι ερευνητές βρήκαν πως εκτός του ότι ένιωθαν πιο ήρεμοι, αυτοί που άκουγαν την πιο αργή μουσική πήραν τον χρόνο τους για να φάνε και να μασήσουν την τροφή τους πιο διεξοδικά από αυτούς που άκουγαν τη γρήγορη μουσική. Αυτό, γράφουν οι ερευνητές, «επιβεβαιώνει την επίδραση του ρυθμού της μουσικής στη διατροφική συμπεριφορά».

Αναφέρουν πως «συγκεκριμένα, αυτή είναι η πρώτη μελέτη που δείχνει ότι η μουσική με αργό ρυθμό μπορεί να αυξήσει τον αριθμό των μασημάτων και της διάρκεια της μάσησης». Η μάσηση της τροφής, που συχνά παραβλέπεται ως μέρος μιας υγιούς διατροφικής διαδικασίας, αποτελεί σημαντικό κομμάτι της πέψης. Βοηθάει στην αφομοίωση των θρεπτικών συστατικών και ακόμη και στην υγεία του εγκεφάλου, σύμφωνα με ερευνητές.

Αντιθέτως, καθώς ο ρυθμός της μουσικής αυξάνεται, φαίνεται να αυξάνεται και η κατανάλωση της τροφής από τους εξεταζόμενους ενώ μειώνεται ο χρόνος που απαιτείται για να καταναλωθεί αυτή. Ωστόσο, δεν υπήρξε διαφορά στον συνολικό όγκο τροφής που καταναλώθηκε στις δύο ομάδες.

Το να μασάμε την τροφή πιο αργά και διεξοδικά – αυξάνοντας έτσι τον χρόνο του γεύματος – επηρεάζει το πόσο γρήγορα αισθανόμαστε «γεμάτοι» ή ικανοποιημένοι, και ίσως είναι μια καλή μέθοδος για απώλεια βάρους.

Όπως το έθεσαν και οι ερευνητές, «ο μεγαλύτερος χρόνος παραμονής της τροφής στο στόμα λόγω της μάσησης επιτρέπει στις αισθητηριακές ιδιότητες της τροφής να αλληλεπιδράσουν με τους αισθητήριους δέκτες, ενεργώντας ως αισθητήρια σινιάλα σχετικά με τον κορεσμό». Το αίσθημα του κορεσμού μειώνει το αίσθημα της πείνας ύστερα από ένα γεύμα και μπορεί να εμποδίσει την υπερκατανάλωση τροφής στο επόμενο γεύμα, σημείωσαν, οδηγώντας σε βελτιωμένες διατροφικές συνήθειες που θα διατηρηθούν σε βάθος χρόνου.

Της Susan C. Olmstead

Μετάφραση: Βλαδίμηρος Αλεξάντρωφ

Επιμέλεια: Αλία Ζάε