Τετάρτη, 02 Ιούλ, 2025

Οι ΗΠΑ δηλώνουν υποστήριξη στην Ουκρανία μαζί με τους συμμάχους G7, προτρέποντας την Ρωσία να αποδεχθεί εκεχειρία

Οι Ηνωμένες Πολιτείες προσχώρησαν στους συμμάχους της Ομάδας των Επτά (G7) την Παρασκευή για να εκφράσουν «ακλόνητη υποστήριξη» για την εδαφική ακεραιότητα της Ουκρανίας και να προτρέψουν τη Ρωσία να αποδεχθεί μια συμφωνία κατάπαυσης του πυρός που θα τερματίσει τον πόλεμο στην Ουκρανία.

Τα κράτη της G7 καλωσόρισαν μια συμφωνία εκεχειρίας 30 ημερών με τη μεσολάβηση των ΗΠΑ, στην οποία η Ουκρανία συμφώνησε, και κάλεσαν τη Ρωσία να «ανταποδώσει συμφωνώντας σε μια κατάπαυση του πυρός επί ίσοις όροις».

Σε κοινό ανακοινωθέν, τα έθνη της G7 συμφώνησαν στην ανάγκη για «ισχυρές και αξιόπιστες ρυθμίσεις ασφαλείας» για να διασφαλιστεί ότι η Ουκρανία μπορεί να αμυνθεί από πιθανή μελλοντική ρωσική επιθετικότητα κατά τη διάρκεια εκεχειρίας.

Οι υπουργοί Εξωτερικών της G7 από τον Καναδά, τη Γαλλία, τη Γερμανία, την Ιταλία, την Ιαπωνία, το Ηνωμένο Βασίλειο και τις Ηνωμένες Πολιτείες, μαζί με την Ευρωπαϊκή Ένωση, εξέδωσαν τη δήλωση μετά από συνάντηση στο Σαρλεβουά του Καναδά.

Οι υπουργοί συζήτησαν την επιβολή πρόσθετων κυρώσεων στη Ρωσία εάν αρνηθεί να συμφωνήσει σε κατάπαυση του πυρός, συμπεριλαμβανομένων ανώτατων ορίων τιμών πετρελαίου και αυξημένης υποστήριξης προς την Ουκρανία.

Εξέτασαν επίσης τη χρήση έκτακτων εσόδων που προέρχονται από ακινητοποιημένα ρωσικά κρατικά περιουσιακά στοιχεία, σύμφωνα με τη δήλωση.

Η Ουκρανία συμφώνησε να συνάψει εκεχειρία 30 ημερών με τη Ρωσία μετά τις συνομιλίες στις 11 Μαρτίου μεταξύ Ουκρανών και Αμερικανών αξιωματούχων στην Τζέντα της Σαουδικής Αραβίας. Οι Ηνωμένες Πολιτείες, με τη σειρά τους, ξεκίνησαν εκ νέου τις προμήθειες όπλων και την ανταλλαγή πληροφοριών με την Ουκρανία.

Ο Ρώσος πρόεδρος Βλαντίμιρ Πούτιν εξέφρασε την υποστήριξή του στις προσπάθειες κατάπαυσης πυρός, αλλά επέμεινε ότι πρέπει να επιλυθούν οι υπόλοιπες ανησυχίες προτού συμφωνήσει να σταματήσει την εισβολή.

Μιλώντας σε δημοσιογράφους στο Σαρλεβουά, ο Αμερικανός υπουργός Εξωτερικών Μάρκο Ρούμπιο είπε ότι τα μέλη της G7 εξέδωσαν μια «πολύ ισχυρή δήλωση» που αντικατοπτρίζει τις αμοιβαίες ανησυχίες των συμμάχων.

«Νομίζω ότι υπάρχει λόγος να είμαστε προσεκτικά αισιόδοξοι, αλλά με την ίδια λογική συνεχίζουμε να αναγνωρίζουμε ότι πρόκειται για μια δύσκολη και περίπλοκη κατάσταση. Δεν θα είναι εύκολο», είπε. «Αλλά σίγουρα αισθανόμαστε ότι βρισκόμαστε τουλάχιστον μερικά βήματα πιο κοντά στον τερματισμό αυτού του πολέμου και την ειρήνη».

Η υπουργός Εξωτερικών του Καναδά, Μέλανι Τζόλι, δήλωσε ότι τα μέλη της G7 έχουν «ισχυρή ενότητα» για την υπεράσπιση της Ουκρανίας και θα υποστηρίξουν μια πρόταση κατάπαυσης του πυρός που υποστηρίζεται από Ουκρανούς.

Η Τζόλι είπε ότι η μπάλα βρίσκεται τώρα «στο γήπεδο της Ρωσίας», και εξαρτάται από εκείνη να δείξει ότι είναι επίσης έτοιμη για κατάπαυση του πυρός, προσθέτοντας ότι η G7 «μελετά» την απάντηση της Ρωσίας στην πρόταση των ΗΠΑ για κατάπαυση του πυρός.

Πέρα από την ιδέα της άμεσης κατάπαυσης πυρός, η Ρωσία υπέβαλε στις Ηνωμένες Πολιτείες μια λίστα με αιτήματα για μια συμφωνία για τον τερματισμό του πολέμου κατά της Ουκρανίας και την επαναφορά των σχέσεων με την Ουάσιγκτον.

Ο Πούτιν προσέθεσε ότι εάν η Μόσχα και η Ουάσιγκτον συμφωνήσουν για ενεργειακή συνεργασία, αυτό θα σήμαινε πιθανόν και την επανεκκίνηση της προμήθειας φυσικού αερίου στην Ευρώπη, αφού η Ρωσία έχει χάσει τον ρόλο του κύριου προμηθευτή της ηπείρου εξαιτίας του πολέμου.

Με τη συμβολή του Andrew Thornebrooke 

ΗΠΑ: Γενικός εισαγγελέας δεσμεύεται να κατασχέσει κινεζικά περιουσιακά στοιχεία ως αποζημίωση για την πανδημία

Ο γενικός εισαγγελέας του Μιζούρι, Άντριου Μπέιλι, δήλωσε την Τρίτη ότι σκοπεύει να εισπράξει «κάθε δεκάρα» από τα 24,5 δισεκατομμύρια δολάρια που επιδικάστηκαν σε αγωγή κατά της Κίνας, ακόμα και μέσω κατάσχεσης κινεζικών περιουσιακών στοιχείων στις Ηνωμένες Πολιτείες.

Η δήλωσή του ήρθε μετά από απόφαση της 7ης Μαρτίου του ομοσπονδιακού δικαστή Στίβεν Λίμπο, ο οποίος έκρινε ότι η κομμουνιστική ηγεσία της Κίνας φέρει ευθύνη για τις ζημιές που προκλήθηκαν από την απόκρυψη πληροφοριών σχετικά με τον ιό COVID-19, καθώς και από την αποθήκευση προστατευτικού εξοπλισμού (PPE) που παραγόταν ή προοριζόταν για πώληση στις ΗΠΑ.

Η απόφαση εκδόθηκε ερήμην, καθώς Κινέζοι αξιωματούχοι δεν εμφανίστηκαν για να υπερασπιστούν την υπόθεσή τους—μια συνηθισμένη εξέλιξη σε αγωγές που αφορούν ξένες κυβερνήσεις.

Ο Μπέιλι χαρακτήρισε την απόφαση «ιστορική νίκη» στη διαδικασία λογοδοσίας του Κομμουνιστικού Κόμματος της Κίνας (ΚΚΚ) και διαφόρων κρατικών του φορέων για τον ρόλο τους στην επιδείνωση της πανδημίας.

«Η Κίνα αρνήθηκε να παρουσιαστεί στο δικαστήριο, αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι θα ξεφύγει από την ευθύνη για το ανυπολόγιστο ανθρώπινο και οικονομικό κόστος που προκάλεσε», δήλωσε ο γενικός εισαγγελέας.

Ο ίδιος δεσμεύτηκε να επιβάλει την αποζημίωση των 24,5 δισ. δολαρίων και τόνισε ότι το Μιζούρι θα συνεργαστεί, εάν χρειαστεί, με τη διοίκηση του Ντόναλντ Τραμπ για τον εντοπισμό και την κατάσχεση κινεζικών περιουσιακών στοιχείων.

«Σκοπεύουμε να εισπράξουμε κάθε δεκάρα κατασχέτοντας κινεζικά περιουσιακά στοιχεία, συμπεριλαμβανομένων γεωργικών εκτάσεων του Μιζούρι», δήλωσε.

Νομικές προκλήσεις και αντιδράσεις

Σε ξεχωριστή δήλωση προς τα μέσα ενημέρωσης, ο Μπέιλι ανέφερε ότι τα προς κατάσχεση περιουσιακά στοιχεία ενδέχεται να βρίσκονται οπουδήποτε στις Ηνωμένες Πολιτείες, όχι μόνο στο Μιζούρι.

Η αγωγή, που κατατέθηκε το 2020, κατηγορεί το ΚΚΚ ότι κρατικοποίησε αμερικανικά εργοστάσια στην Κίνα που παρήγαγαν προστατευτικό εξοπλισμό και περιόρισε τις εξαγωγές τους, συμβάλλοντας στις ελλείψεις στις Ηνωμένες Πολιτείες.

Στην απόφασή του, ο δικαστής Λίμπο ανέφερε ότι «η εκστρατεία της Κίνας να αποθηκεύσει τον παγκόσμιο εφοδιασμό PPE συνδυάστηκε με τις επανειλημμένες παραπλανητικές δηλώσεις της σχετικά με την ύπαρξη, την έκταση και τη μεταδοτικότητα του ιού COVID-19».

Το υπουργείο Εξωτερικών της Κίνας έχει δηλώσει ότι τα αμερικανικά δικαστήρια δεν έχουν δικαιοδοσία να εξετάσουν τις ενέργειές της κατά τη διάρκεια της πανδημίας και προειδοποίησε ότι «η Κίνα έχει το δικαίωμα να λάβει αντίμετρα σύμφωνα με το διεθνές δίκαιο για την προάσπιση των νόμιμων δικαιωμάτων και συμφερόντων της». Δεν διευκρίνισε, ωστόσο, ποια μέτρα θα λάβει.

Ο Ντάνκαν Λέβιν, πρώην ομοσπονδιακός και πολιτειακός εισαγγελέας στη Νέα Υόρκη, εξέφρασε σκεπτικισμό για τη νομική βάση της απόπειρας κατάσχεσης περιουσιακών στοιχείων από το Μιζούρι, ειδικά εκτός των ορίων της πολιτείας.

«Καλή τύχη με αυτό», σχολίασε. «Αυτό είναι κυρίως ρητορική σκληρής γραμμής που πιθανότατα θα καταρρεύσει όταν φτάσει στις δικαστικές αίθουσες».

Ο Πολ Νολέτ, πολιτικός επιστήμονας στο Πανεπιστήμιο Μαρκέτ, σημείωσε ότι η επιβολή μιας τέτοιας απόφασης κατά της Κίνας από μία μόνο πολιτεία θα είναι δύσκολη, καθώς «αυτό μπορεί να περιπλέξει τις διεθνείς σχέσεις μεταξύ των δύο χωρών».

Πρόσθεσε ότι πιθανώς η ομοσπονδιακή κυβέρνηση θα πρέπει να αναλάβει δράση εκ μέρους του Μιζούρι.

Απόκρυψη πληροφοριών και οικονομική ζημία

Στην αγωγή, το Μιζούρι παρουσίασε αποδείξεις ότι το ΚΚΚ ξεκίνησε να θέτει γιατρούς και τις οικογένειές τους σε καραντίνα στη Γουχάν ήδη από τα τέλη του 2019, ενώ την ίδια περίοδο υποστήριζε ότι δεν υπήρχε καμία ένδειξη μετάδοσης του ιού από άνθρωπο σε άνθρωπο έως τα τέλη Ιανουαρίου 2020.

Γνωρίζοντας τον κίνδυνο του ιού, σύμφωνα με την απόφαση, το ΚΚΚ ξεκίνησε να αποθηκεύει μαζικά προστατευτικό εξοπλισμό και ιατρικά είδη από όλο τον κόσμο, εξαντλώντας τα αποθέματα στην Αυστραλία, τον Καναδά και τις Ηνωμένες Πολιτείες, προτού αυτές οι χώρες αντιληφθούν τη σοβαρότητα της επιδημίας στην Κίνα.

Μετά την εξέταση των αποδεικτικών στοιχείων, το Μιζούρι εκτίμησε ότι η πολιτεία υπέστη ζημία άνω των 8 δισεκατομμυρίων δολαρίων μόνο λόγω των αυξημένων τιμών και των φορολογικών απωλειών που σχετίζονται με τον προστατευτικό εξοπλισμό.

Προσωπικό της USAID πήρε εντολή να καταστρέψει αρχεία, λένε καταθέσεις σε δικαστήριο

Κάποιοι υπάλληλοι της Αμερικανικής Υπηρεσίας Διεθνούς Ανάπτυξης (USAID) έλαβαν οδηγίες να αδειάσουν χαρακτηρισμένα κιβώτια ασφαλείας και να καταστρέψουν αρχεία της υπηρεσίας, σύμφωνα με κατάθεση σε δικαστήριο στις 11 Μαρτίου από ενώσεις υπαλλήλων.

Η Democracy Forward και η Public Citizen Litigation Group κατέθεσαν εκ μέρους των ενώσεων για προσωρινή εντολή περιορισμού για να σταματηθεί η καταστροφή τεκμηρίων εντός της USAID.

Στην κατάθεσή τους, οι ενώσεις συμπεριέλαβαν ένα στιγμιότυπο οθόνης από ένα ιμέιλ από την εκτελούσα χρέη διευθύνουσας, Έρικα Καρρ, που έδινε οδηγίες στους υπαλλήλους να εκκαθαρίσουν «εμπιστευτικά κιβώτια ασφαλείας και αρχεία προσωπικού» από τα γραφεία της υπηρεσίας στο Κτήριο Ρόναλντ Ρήγκαν αρχίζοντας στις 9:30 π.μ. την Τρίτη.

«Κόψτε όσο περισσότερα αρχεία πρώτα, και αφήστε τις σακούλες καύσης για όταν ο καταστροφέας εγγράφων δεν είναι διαθέσιμος ή χρειάζεται διάλειμμα,» έγραψε η Καρρ στο ιμέιλ. Τα περιεχόμενα των αρχείων δεν είναι γνωστά.

Οι ενώσεις ισχυρίστηκαν ότι η οδηγία της Καρρ παραβιάζει τον Νόμο Ομοσπονδιακών Εγγράφων (FRA), ο οποίος απαιτεί οι ομοσπονδιακές υπηρεσίες να διατηρούν εσωτερικά έγγραφα, και ότι [η οδηγία της Καρρ] ίσως κατέστρεψε αρχεία σχετικά με την νομική τους κίνηση να σταματήσουν την διοίκηση Τραμπ από την κατάργηση της USAID.

«Αυτή η οδηγία προτείνει μια ταχεία καταστροφή των αρχείων της υπηρεσίας σε μεγάλη κλίμακα που δεν θα μπορούσε εύλογα να περιλαμβάνει αιτιολογημένη αξιολόγηση των υποχρεώσεων διατήρησης αρχείων για τα σχετικά έγγραφα βάσει του FRA ή σε σχέση με αυτήν τη συνεχιζόμενη δικαστική διαμάχη», ανέφεραν.

Η κατάθεση αναφέρει ότι οι ενάγοντες είχαν ζητήσει πληροφορίες από την κυβέρνηση Τραμπ σχετικά με τις προσπάθειες διάλυσης της USAID και τους είπαν ότι το θέμα ήταν υπό έρευνα.

Ωστόσο, οι εργατικές ενώσεις ζήτησαν να παρέμβει το δικαστήριο για να σταματήσει την υπηρεσία από το να καταστρέψει οποιαδήποτε έγγραφα όσο συνεχίζεται η δίκη τους.

Η αναπληρώτρια γραμματέας Τύπου του Λευκού Οίκου, Άννα Κέλι, δήλωσε στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης ότι το ιμέιλ εστάλη σε «περίπου τριάντα υπαλλήλους» και ότι τα έγγραφα που καταστράφηκαν ήταν παλιά.

«Τα έγγραφα που καταστράφηκαν ήταν παλιά, κυρίως περιεχόμενο παραχωρημένο (περιεχόμενο από άλλους φορείς) και τα πρωτότυπα εξακολουθούν να υπάρχουν σε απόρρητα συστήματα υπολογιστών», δήλωσε στην πλατφόρμα κοινωνικής δικτύωσης X σχετικά με τις ανησυχίες.

Η Κέλι δήλωσε επίσης ότι το κτίριο της USAID θα δοθεί σύντομα στα Αμερικανικά Τελωνεία και Συνοριακή Προστασία (CBP).

Η Αμερικανική Ένωση Υπηρεσιών Εξωτερικών (AFSA), μια από τις συνδικαλιστικές οργανώσεις που έχει καταθέσει στο δικαστήριο, ανέφερε ότι ανησυχεί από τις αναφορές για τεμαχισμό εγγράφων στην USAID και προέτρεψε την ηγεσία της υπηρεσίας να τηρήσει πλήρως τους ομοσπονδιακούς νόμους περί διατήρησης αρχείων.

«Η AFSA παρακολουθεί στενά αυτήν την κατάσταση και προτρέπει την ηγεσία της USAID να παράσχει άμεση σαφήνεια σχετικά με αυτήν την οδηγία», ανέφερε η οργάνωση σε δήλωση.

Η AFSA, μαζί με την Αμερικανική Ομοσπονδία Κυβερνητικών Υπαλλήλων και την Oxfam America, υπέβαλαν ξεχωριστή πρόταση στις 10 Μαρτίου για να εμποδίσουν την κατάργηση της USAID υπό τον Αμερικανό πρόεδρο Ντόναλντ Τραμπ, ισχυριζόμενες ότι παραβιάζει το Σύνταγμα και τους ομοσπονδιακούς νόμους.

Η USAID είναι μια ανεξάρτητη υπηρεσία που ιδρύθηκε από τον Αμερικανό πρόεδρο Τζον Φ. Κέννεντυ το 1961 μέσω του Νόμου για την Εξωτερική Βοήθεια. Ο οργανισμός είναι υπεύθυνος για τη διαχείριση της εξωτερικής βοήθειας και της αναπτυξιακής βοήθειας των ΗΠΑ.

Μετά την ανάληψη των καθηκόντων του στις 20 Ιανουαρίου, ο Τραμπ ανακοίνωσε πάγωμα για 90 ημέρες όλης της εξωτερικής βοήθειας και της αναπτυξιακής χρηματοδότησης, εν αναμονή αναθεωρήσεων για να διασφαλίσει ότι τα προγράμματα ευθυγραμμίζονται με τα συμφέροντα των ΗΠΑ στο πλαίσιο της πολιτικής «Πρώτα η Αμερική». Η κίνηση πυροδότησε πολλαπλές νομικές ενστάσεις από συνδικάτα και βουλευτές, οι οποίοι ισχυρίστηκαν ότι το πάγωμα της χρηματοδότησης ήταν αντισυνταγματικό.

Ο υπουργός Εξωτερικών Μάρκο Ρούμπιο, ο οποίος εκτελεί επίσης χρέη διαχειριστή της USAID, δήλωσε στις 10 Μαρτίου ότι περίπου το 83 τοις εκατό, δηλαδή 5.200, των συμβάσεων της USAID έχουν ακυρωθεί. Αυτές οι συμβάσεις «δεν εξυπηρέτησαν (και σε ορισμένες περιπτώσεις έβλαψαν) τα βασικά εθνικά συμφέροντα των Ηνωμένων Πολιτειών», είπε.

Ο Ρούμπιο είπε ότι οι υπόλοιπες 1.000 συμβάσεις θα διατηρηθούν.

Ο ιστότοπος της υπηρεσίας τέθηκε εκτός λειτουργίας μετά την εκτελεστική εντολή του Τραμπ. Η USAID έχει δώσει οδηγίες σε χιλιάδες υπαλλήλους της να διακόψουν την εργασία τους, θέτοντάς τους σε διοικητική άδεια μετ’ αποδοχών, εκτός από εκείνους που χειρίζονται «κρίσιμες για την αποστολή λειτουργίες, βασική ηγεσία και/ή ειδικά καθορισμένα προγράμματα».

Οι ΗΠΑ λένε ότι δεν εξετάζουν επί του παρόντος τη συμφωνία με την Ουκρανία· ο Ζελένσκι λέει ότι είναι έτοιμος να την υπογράψει

Ο υπουργός Οικονομικών των Ηνωμένων Πολιτειών, Σκοτ Μπέσεντ, δήλωσε την Κυριακή ότι μια οικονομική συμφωνία με την Ουκρανία δεν είναι επί του παρόντος υπό εξέταση, μετά από μια θερμή ανταλλαγή επιχειρημάτων μεταξύ του Αμερικανού προέδρου Ντόναλντ Τραμπ και του Ουκρανού προέδρου Βολοντίμιρ Ζελένσκι στο Οβάλ Γραφείο, στις 28 Φεβρουαρίου.

«Η ιδέα του προέδρου Τραμπ για αυτή την οικονομική ρύθμιση ήταν να συνδέσει περαιτέρω τον αμερικανικό και τον ουκρανικό λαό», δήλωσε ο Μπέσεντ στην εκπομπή της Μάργκαρετ Μπρέναν «Face the Nation», στις 2 Μαρτίου. «Ωστόσο, ο πρόεδρος Ζελένσκι ήρθε στο Οβάλ Γραφείο και προσπάθησε να επαναδιαπραγματευτεί τη συμφωνία ενώπιον του κόσμου.»

Η συνάντηση στις 28 Φεβρουαρίου σχετικά με τη συμφωνία ορυκτών ΗΠΑ-Ουκρανίας — η οποία θα έφερνε επενδύσεις των ΗΠΑ στην Ουκρανία για την από κοινού εκμετάλλευση των τεράστιων πόρων σπάνιων γαιών, αξίας 500 δισ. δολαρίων — κλιμακώθηκε σε δημόσια ανταλλαγή επιχειρημάτων μεταξύ των δύο πλευρών.

Κατά τη διάρκεια της συνάντησης, ο Ζελένσκι δήλωσε ότι δεν θα δεχόταν την κατάπαυση του πυρός χωρίς εγγυήσεις ασφαλείας από τις Ηνωμένες Πολιτείες. Στη συνέχεια, πρότεινε ότι ο Ρώσος Πρόεδρος Βλαντίμιρ Πούτιν δεν μπορεί να χαίρει εμπιστοσύνης για να τιμήσει μια πιθανή ειρηνευτική συμφωνία, επειδή έχει ήδη σπάσει συμφωνίες κατάπαυσης του πυρός 25 φορές.

Ο Αμερικανός αντιπρόεδρος Βανς απάντησε ότι η προσπάθεια του Ζελένσκι να διαπραγματευτεί τη συμφωνία στο Οβάλ Γραφείο μπροστά στα αμερικανικά μέσα ενημέρωσης δείχνει ασέβεια προς τις ΗΠΑ, υποδεικνύοντας ότι παρόμοιες συζητήσεις πραγματοποιούνται πίσω από κλειστές πόρτες. Στη συνέχεια, ο Ζελένσκι κατηγορήθηκε τόσο από τον Τραμπ όσο και από τον Βανς και για αχαριστία προς τις ΗΠΑ, που υποστήριξαν υλικά και ηθικά τη χώρα του κατά τη διάρκεια της τριετούς σύρραξης με τη Ρωσία.

Η συνάντηση διακόπηκε σύντομα και ο Λευκός Οίκος ακύρωσε την υπογραφή της συμφωνίας. Ο Ζελένσκι κλήθηκε να αποχωρήσει από τον Λευκό Οίκο.

Ο Ζελένσκι δημοσίευσε την 1 Μαρτίου στην πλατφόρμα κοινωνικών μέσων X ότι η Ουκρανία είναι «έτοιμη να υπογράψει τη συμφωνία ορυκτών» που θα σηματοδοτήσει «το πρώτο βήμα προς τις εγγυήσεις ασφαλείας» ενάντια σε οποιαδήποτε πιθανή μελλοντική ρωσική επιθετικότητα.

Είπε επίσης ότι η συμφωνία δεν είναι αρκετή και χρειάζεται κάτι περισσότερο από αυτό. «Η κατάπαυση πυρός χωρίς εγγυήσεις ασφαλείας είναι επικίνδυνη για την Ουκρανία. Έχουμε αγωνιστεί για 3 χρόνια και οι Ουκρανοί πρέπει να γνωρίζουν ότι η Αμερική είναι στο πλευρό μας», δήλωσε ο Ζελένσκι.

Ο Μπέσεντ παρατήρησε ότι οι παρατηρήσεις του Ζελένσκι στο Οβάλ Γραφείο έδειξαν την απροθυμία διαπραγμάτευσης με τη Ρωσία και ότι ήταν αντίθετες στις προσπάθειες των Ηνωμένων Πολιτειών να φέρουν τις δύο χώρες σε διαπραγματεύσεις για να τερματίσουν τον πόλεμο.

Ο Μπέσεντ δήλωσε στο CBS News στις 2 Μαρτίου ότι «είναι αδύνατο να έχουμε μια οικονομική συμφωνία χωρίς ειρηνευτική συμφωνία» που θα τερματίσει τον πόλεμο της Ρωσίας στην Ουκρανία. «Νομίζω ότι πρέπει να δούμε αν ο πρόεδρος Ζελένσκι θέλει να προχωρήσει», δήλωσε ο Μπέσεντ.

«Ποια είναι η αξία να έχουμε μια οικονομική συμφωνία που πρόκειται να γίνει άκυρη εάν θέλει να συνεχίσει τις μάχες; Ο πρόεδρος Τραμπ θέλει μια ειρηνευτική συμφωνία.»

Όταν ρωτήθηκε αν η οικονομική συμφωνία με την Ουκρανία ήταν ακόμα στο τραπέζι, ο Μπέσεντ απάντησε αρνητικά: «Όχι επί του παρόντος».

Ο Τραμπ είχε επισημάνει νωρίτερα ότι ο Ζελένσκι θα μπορούσε να λάβει μια άλλη πρόσκληση για τον Λευκό Οίκο εάν εξέφραζε την επιθυμία για ειρήνη.

«Πρέπει να πει ‘Θέλω να κάνω ειρήνη. Δεν θέλω πλέον να συντηρώ έναν πόλεμο’», δήλωσε ο Αμερικανός πρόεδρος στους δημοσιογράφους την 1 Μαρτίου. «Ο λαός του πεθαίνει. Δεν είναι σε θέση να διαπραγματεύεται.»

Μιλώντας σε δημοσιογράφους στις 2 Μαρτίου, ο Ζελένσκι πρότεινε ότι δεν πιστεύει ότι η αποτυχημένη συνάντηση θα επηρεάσει την υποστήριξη των Ηνωμένων Πολιτειών προς την Ουκρανία.

«Νομίζω ότι η σχέση μας θα συνεχιστεί», δήλωσε ο Ζελένσκι, προσθέτοντας ότι οι διαφωνίες σχετικά με την πιθανή συμφωνία θα έπρεπε να έχουν γίνει πίσω από κλειστές πόρτες: «Αυτό που συνέβη δεν νομίζω ότι έφερε κάτι θετικό στη συνεργασία μας.»

Σε συνέντευξή του στον Μπρετ Μπάιερ του Fox News στις 28 Φεβρουαρίου, λίγο μετά τη συνάντηση του Λευκού Οίκου, ο Ζελένσκι δήλωσε ότι δεν είχε κανένα λόγο να ζητήσει συγνώμη από τον Τραμπ μετά από την έντονη συνομιλία τους.

«Όχι, σέβομαι τον πρόεδρο και σέβομαι τους Αμερικανούς», απάντησε όταν ρωτήθηκε αν θα πρέπει να απολογηθεί.

«Νομίζω πως πρέπει να είμαστε πολύ ανοιχτοί και πολύ ειλικρινείς, και δεν είμαι σίγουρος ότι κάναμε κάτι κακό», πρόσθεσε.

Με τη συμβολή των Εμέλ Ακάν, Σαμάνθα Φλομ

Με πληροφορίες από το Reuters

Ζελένσκι: Η συνάντηση με τον Αμερικανό απεσταλμένο αποκαθιστά τις ελπίδες για συμφωνία

Ο Ουκρανός πρόεδρος Βολοντίμιρ Ζελένσκι δήλωσε στις 20 Φεβρουαρίου ότι η συνάντησή του με τον Αμερικανό απεσταλμένο Κηθ Κέλλογκ ανανέωσε τις ελπίδες για πιθανή συμφωνία μεταξύ των δύο χωρών εν μέσω πολιτικών εντάσεων για τον πόλεμο Ρωσίας-Ουκρανίας.

Οι δύο τους είχαν επαφές στο Κίεβο μετά την έναρξη των συνομιλιών μεταξύ Αμερικανών και Ρώσων αξιωματούχων για μια ειρηνευτική διευθέτηση στις 18 Φεβρουαρίου, η οποία δεν περιελάμβανε τη συμμετοχή της Ουκρανίας. «Είναι σημαντικό για εμάς – και για ολόκληρο τον ελεύθερο κόσμο – να γίνεται αισθητή η αμερικανική δύναμη», είπε ο Ζελένσκι σε δήλωσή του μετά τη συνάντησή του με τον Κέλλογκ.

Είπε ότι είχε μια «λεπτομερή συνομιλία» με τον Κέλλογκ, καθώς επικεντρώθηκαν στην κατάσταση στο πεδίο της μάχης, στην επιστροφή των Ουκρανών αιχμαλώτων πολέμου και στις εγγυήσεις ασφαλείας για την Ουκρανία. «Πρέπει και μπορούμε να διασφαλίσουμε ότι η ειρήνη θα είναι ισχυρή και διαρκής – έτσι ώστε η Ρωσία να μην μπορεί ποτέ να επιστρέψει με πόλεμο», είπε. «Η Ουκρανία είναι έτοιμη για μια ισχυρή, αποτελεσματική συμφωνία επενδύσεων και ασφάλειας με τον πρόεδρο των Ηνωμένων Πολιτειών. Προτείναμε τον ταχύτερο και πιο εποικοδομητικό τρόπο για την επίτευξη αποτελεσμάτων.»

Ο Ζελένσκι δήλωσε αργότερα σε ξεχωριστή ανάρτηση στην πλατφόρμα κοινωνικής δικτύωσης X: «Η συνάντησή μου με τον στρατηγό Κέλλογκ ήταν μια συνάντηση που αποκαθιστά την ελπίδα, και χρειαζόμαστε ισχυρές συμφωνίες με τις ΗΠΑ – συμφωνίες που θα λειτουργήσουν πραγματικά. Η οικονομία και η ασφάλεια πρέπει πάντα να συμβαδίζουν και οι λεπτομέρειες αυτών των συμφωνιών έχουν σημασία – όσο καλύτερα είναι δομημένες, τόσο καλύτερα είναι και τα αποτελέσματα».

Η συνάντηση μεταξύ Ζελένσκι και Κέλλογκ επρόκειτο αρχικά να ολοκληρωθεί με συνέντευξη Τύπου, αλλά ο εκπρόσωπος της ουκρανικής προεδρίας Σέρχι Νικιφόροφ δήλωσε αργότερα ότι η αμερικανική πλευρά ζήτησε την ακύρωσή της, χωρίς να διευκρινίσει τον λόγο της αλλαγής. Ο Κέλλογκ δήλωσε στις 19 Φεβρουαρίου ότι στόχος της συνάντησης ήταν να μπορέσει το Κίεβο να εκφράσει τις ανησυχίες του, προσθέτοντας ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες αναγνωρίζουν την ανάγκη να παράσχουν στην Ουκρανία εγγυήσεις ασφαλείας έναντι πιθανής μελλοντικής ρωσικής επίθεσης.

Οι ηγέτες των ΗΠΑ και της Ουκρανίας αντάλλαξαν κατηγορίες όταν ο Τραμπ καταλόγισε στην Ουκρανία ευθύνες για τον πόλεμο και αποκάλεσε τον Ζελένσκι δικτάτορα, επικαλούμενος την απόφασή του να μην προβεί σε εκλογές μετά τη λήξη της προεδρικής του θητείας πέρυσι. Ο Ζελένσκι, από την άλλη, δήλωσε στις 19 Φεβρουαρίου ότι ο Τραμπ ζει σε έναν «χώρο παραπληροφόρησης» που δημιούργησε η Ρωσία. Σύμφωνα με το Κίεβο, ο ουκρανικός νόμος απαγορεύει τη διεξαγωγή εκλογών όσο η χώρα παραμένει υπό στρατιωτικό νόμο, ο οποίος επιβλήθηκε μετά την εισβολή της Ρωσίας.

Οι εντάσεις μεταξύ των δύο ηγετών αυξήθηκαν όταν ο Ζελένσκι απέρριψε πρόταση των ΗΠΑ να προσφέρει η Ουκρανία 500 δισεκατομμύρια δολάρια σε ορυκτό πλούτο για να αποπληρώσει την αμερικανική βοήθεια που έλαβε κατά τη διάρκεια του πολέμου. Ο Ζελένσκι δήλωσε ότι η προτεινόμενη συμφωνία δεν περιελάμβανε τις διατάξεις ασφαλείας που επιδιώκει η Ουκρανία. Μιλώντας σε δημοσιογράφους στις 20 Φεβρουαρίου, ο σύμβουλος εθνικής ασφαλείας του Λευκού Οίκου Μάικ Γουόλτς δήλωσε ότι ο Τραμπ είναι απογοητευμένος από τον Ουκρανό ηγέτη για την απόρριψη της συμφωνίας για τα ορυκτά και κάλεσε τον Ζελένσκι να επιστρέψει στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων.

«Η απογοήτευσή του από τον πρόεδρο Ζελένσκι είναι, όπως ακούσατε, πολλαπλή», δήλωσε ο Γουόλτς. «Πρώτον, πρέπει να υπάρξει μια βαθιά εκτίμηση για το τι έκανε ο αμερικανικός λαός, τι έκανε ο Aμερικανός φορολογούμενος, τι έκανε ο πρόεδρος Τραμπ στην πρώτη του θητεία και τι κάναμε έκτοτε. Έτσι, κάποια από τη ρητορική που βγήκε από το Κίεβο, ειλικρινά, και οι προσβολές προς τον πρόεδρο Τραμπ ήταν απαράδεκτες». Ο Γουόλτς απέρριψε επίσης τον υπαινιγμό ότι ο Τραμπ χειραγωγείται από τον Ρώσο ηγέτη Βλαντίμιρ Πούτιν.

«Αν υπάρχει κάποιος σε αυτόν τον κόσμο που μπορεί να έρθει αντιμέτωπος με τον Πούτιν, που μπορεί να έρθει αντιμέτωπος με τον Σι, που μπορεί να έρθει αντιμέτωπος με τον Κιμ Γιονγκ Ουν – και όχι μόνο – είναι ο Ντόναλντ Τζ. Τραμπ. Είναι ο επικεφαλής των διαπραγματεύσεων», είπε.

Ο Adam Morrow και το Reuters συνέβαλαν σε αυτό το άρθρο

Η DOGE λέει ότι λείπουν κωδικοί αναγνώρισης 4,7 τρισεκατομμυρίων δολαρίων σε πληρωμές του Δημοσίου

Η αμερικανική Υπηρεσία Κρατικής Αποτελεσματικότητας (DOGE, Department of Government Efficiency) δήλωσε στις 17 Φεβρουαρίου ότι είναι σχεδόν αδύνατο να εντοπιστούν συνολικά πληρωμές αξίας 4,7 τρισεκατομμυρίων δολαρίων που έκανε το Υπουργείο Οικονομικών, λόγω της έλλειψης κωδικών αναγνώρισης λογαριασμού.

Η DOGE είπε ότι το Υπουργείο Οικονομικών έχει εκχωρήσει κωδικούς αναγνώρισης που ονομάζονται σύμβολα πρόσβασης στο υπουργείο Οικονομικών (TAS), σχεδιασμένα για να σημειώνουν με ποιον λογαριασμό συνδέεται μια πληρωμή στο Δημόσιο, κάτι που η DOGE είπε ότι ήταν μια «τυποποιημένη οικονομική διαδικασία» για την τήρηση βιβλίων. Ωστόσο, οι κωδικοί δεν εκχωρήθηκαν για πληρωμές αξίας τρισεκατομμυρίων δολαρίων, καθώς το πεδίο θεωρήθηκε προαιρετικό, σύμφωνα με την υπηρεσία.

«Στην Ομοσπονδιακή Κυβέρνηση, το πεδίο TAS ήταν προαιρετικό για περίπου 4,7 τρισεκατομμύρια δολάρια σε πληρωμές και συχνά έμεινε κενό, καθιστώντας την ιχνηλασιμότητα σχεδόν αδύνατη», δήλωσε η DOGE στην πλατφόρμα κοινωνικής δικτύωσης X.

«Από το Σάββατο, αυτό είναι πλέον ένα υποχρεωτικό πεδίο, αυξάνοντας τη γνώση για το πού πηγαίνουν πραγματικά τα χρήματα. Ευχαριστώ το Υπουργείο Οικονομικών των ΗΠΑ για τη σπουδαία δουλειά».

Σύμφωνα με την Δημοσιονομική Υπηρεσία, οι κωδικοί TAS είναι κωδικοί αναγνώρισης που εκχωρούνται από το Υπουργείο Οικονομικών σε «μια ατομική πίστωση, απόδειξη ή άλλο λογαριασμό κεφαλαίου».

Η υπηρεσία ανέφερε ότι όλες οι οικονομικές συναλλαγές που πραγματοποιούνται από την ομοσπονδιακή κυβέρνηση ταξινομούνται συνήθως χρησιμοποιώντας έναν κωδικό TAS για αναφορά στο Υπουργείο Οικονομικών και στο Γραφείο Διαχείρισης και Προϋπολογισμού.

Βρέθηκαν χρήματα

Η DOGE, με επικεφαλής τον διευθύνοντα σύμβουλο της SpaceX και της Tesla, Ίλον Μασκ, πρότεινε επίσης την Δευτέρα να καταργηθούν οι χάρτινες επιταγές στο Υπουργείο Οικονομικών για να βοηθήσουν στην εξοικονόμηση χρημάτων των φορολογουμένων των ΗΠΑ.

Σύμφωνα με την συμβουλευτική επιτροπή που δημιουργήθηκε από τον Αμερικανό πρόεδρο Ντόναλντ Τραμπ, το Υπουργείο Οικονομικών επεξεργάστηκε 116 εκατομμύρια έντυπες επιταγές το οικονομικό έτος 2024 και τις αποθήκευσε σε ασφαλισμένο χώρο. Το εκτιμώμενο κόστος συντήρησης του ασφαλισμένου χώρου είναι $2,40 ανά επιταγή, ανέφερε.

Η DOGE δήλωσε επίσης ότι περίπου 25 δισεκατομμύρια δολάρια σε επιστροφές φόρου καθυστέρησαν ή χάθηκαν λόγω επιστροφής ληγμένων επιταγών κατά τη διάρκεια του οικονομικού έτους 2023.

«Η διαγραφή των έντυπων επιταγών θα εξοικονομούσε τουλάχιστον 750 εκατομμύρια δολάρια ετησίως», δήλωσε η επιτροπή στην πλατφόρμα κοινωνικής δικτύωσης X.

Ο Τραμπ αντικατέστησε την υπάρχουσα ψηφιακή υπηρεσία των Ηνωμένων Πολιτειών με την DOGE και ζήτησε από την Επιτροπή να επανεξετάσει τις ομοσπονδιακές υπηρεσίες για πιθανή μείωση του προσωπικού και μείωση του κόστους. Ο Τραμπ θα πρέπει να εγκρίνει οποιεσδήποτε προτάσεις γίνονται από την DOGE, η οποία έχει μόνο διερευνητική και συμβουλευτική λειτουργία.

Για τη διεξαγωγή ελέγχων, παραχωρήθηκε στην DOGE πρόσβαση σε ομοσπονδιακά συστήματα, πυροδοτώντας νομικές ενστάσεις από ορισμένους Δημοκρατικούς βουλευτές και εργατικά συνδικάτα που είπαν ότι η πρόσβαση είναι αντισυνταγματική.

Η DOGE ανέφερε ότι βρήκε εκτιμώμενη συνολική εξοικονόμηση 55 δισεκατομμυρίων δολαρίων στις 17 Φεβρουαρίου, η οποία, όπως είπε, προέρχεται από έναν συνδυασμό «ανίχνευσης/διαγραφής απάτης, ακυρώσεων συμβολαίων/μίσθωσης, επαναδιαπραγματεύσεων συμβάσεων/μίσθωσης, πωλήσεων περιουσιακών στοιχείων, ακυρώσεων επιχορηγήσεων, μειώσεων εργατικού δυναμικού, προγραμματικών αλλαγών και εξοικονόμησης κανονιστικών ρυθμίσεων».

«Εργαζόμαστε ώστε να αναρτήσουμε όλα αυτά τα δεδομένα με εύπεπτο και πλήρως διαφανή τρόπο με σαφείς υποθέσεις, σύμφωνα με τους ισχύοντες κανόνες και κανονισμούς», δήλωσε η DOGE στον ιστότοπό της.

Από τις 17 Φεβρουαρίου, η DOGE τοποθετούσε τον Οργανισμό Διεθνούς Ανάπτυξης των ΗΠΑ (USAID) πρώτο στη λίστα με τους 10 κορυφαίους οργανισμούς με βάση τη συνολική περικοπή δαπανών που μπορεί να γίνει, ακολουθούμενο από το Υπουργείο Παιδείας και το Γραφείο Διαχείρισης Προσωπικού. Η DOGE είπε ότι ο ιστότοπος αναφοράς της θα ενημερώνεται δύο φορές την εβδομάδα.

Γενικοί εισαγγελείς από 14 πολιτείες υπέβαλαν μήνυση στις 13 Φεβρουαρίου κατηγορώντας την αντιπροσωπεία της κυβέρνησης Τραμπ για παραχώρηση πρόσβασης στην κυβέρνηση στον Μασκ. Ο συνασπισμός, υπό την ηγεσία του Γενικού Εισαγγελέα του Νέου Μεξικού, Ραούλ Τόρεζ, ισχυρίστηκε ότι η «σαρωτική εξουσία» που παραχώρησε η κυβέρνηση στον Μασκ είναι αντισυνταγματική επειδή δεν έχει επιβεβαιωθεί από τη Γερουσία.

Οι γενικοί εισαγγελείς ζήτησαν από το δικαστήριο να εκδώσει προσωρινή διαταγή περιορισμού που θα απαγορεύει στον Μασκ και την DOGE να κάνουν οποιεσδήποτε αλλαγές στην εκταμίευση δημοσίων κεφαλαίων, σε ακύρωση κρατικών συμβάσεων, σε πρόσβαση σε ευαίσθητα δεδομένα υπηρεσιών, και σε τροποποίηση συστημάτων δεδομένων.

Ο Τραμπ είπε στους δημοσιογράφους στον Λευκό Οίκο νωρίτερα τον Φεβρουάριο ότι ο Μασκ «δεν μπορεί και δεν πρόκειται να κάνει τίποτα χωρίς την έγκρισή μας και θα του δώσουμε την έγκριση όπου είναι κατάλληλο. Όπου δεν είναι κατάλληλο, δεν θα το κάνουμε».

«Μας δίνει αναφορά», είπε ο πρόεδρος.

Ο Μασκ είπε στους δημοσιογράφους στον Λευκό Οίκο στις 11 Φεβρουαρίου ότι η ικανότητα του Τραμπ και του Ρεπουμπλικανικού Κόμματος να κερδίσουν και να πραγματοποιήσουν μια τριπλή πρόβλεψη στις εκλογές του 2024 ήταν μια ευρύτερη εντολή για τις προσπάθειες του DOGE.

«Οι πολίτες ψήφισαν υπέρ της μεγάλης κυβερνητικής μεταρρύθμισης, και αυτό θα πάρουν οι άνθρωποι», είπε ο δισεκατομμυριούχος της τεχνολογίας. «Αυτό είναι η δημοκρατία».

Ο Λευκός Οίκος είχε δηλώσει προηγουμένως ότι ο Μασκ είναι ειδικός κυβερνητικός υπάλληλος υπό την κυβέρνηση Τραμπ. Η θέση σημαίνει ότι η εργασία του Μασκ θα είναι μόνο προσωρινή.

Ο Jacob Burg συνέβαλε σε αυτό το άρθρο.

Το Ηνωμένο Βασίλειο είναι πρόθυμο να στείλει ειρηνευτικά στρατεύματα στην Ουκρανία, λέει ο πρωθυπουργός

Ο Βρετανός πρωθυπουργός Κηρ Στάρμερ δήλωσε την Κυριακή ότι είναι έτοιμος να στείλει στρατεύματα στην Ουκρανία εάν χρειαστεί για να βοηθήσει σε μια πιθανή ειρηνευτική συμφωνία που θα τερματίσει τη ρωσική επιθετικότητα κατά της Ουκρανίας.

Ο Στάρμερ έγραψε στην Daily Telegraph ότι το Ηνωμένο Βασίλειο είναι «έτοιμο να διαδραματίσει ηγετικό ρόλο» στην εξασφάλιση μιας διαρκούς ειρήνης στην Ουκρανία, ακόμη κι αν αυτό σημαίνει ότι θα τεθούν Βρετανοί στρατιώτες και γυναίκες «σε κίνδυνο».

«Δεν το λέω επιπόλαια», είπε. «Όμως, οποιοσδήποτε ρόλος στην εγγύηση της ασφάλειας της Ουκρανίας συμβάλλει στην εγγύηση της ασφάλειας της ηπείρου μας και της ασφάλειας αυτής της χώρας».

Ο Στάρμερ είπε ότι οποιοδήποτε τέλος στον πόλεμο της Ρωσίας στην Ουκρανία «δεν μπορεί να γίνει απλώς μια προσωρινή παύση πριν επιτεθεί ξανά ο Πούτιν». Για να υποστηρίξει την Ουκρανία, το Ηνωμένο Βασίλειο έχει δεσμεύσει 3 δισεκατομμύρια λίρες ετησίως για τον ουκρανικό στρατό μέχρι τουλάχιστον το 2030, έγραψε.

Ο Στάρμερ είπε ότι θα συναντηθεί με τον Αμερικανό πρόεδρο Ντόναλντ Τραμπ τις επόμενες ημέρες, σημειώνοντας ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες διαδραματίζουν κρίσιμο ρόλο στη διασφάλιση μιας διαρκούς ειρήνης στην Ουκρανία. Ο Βρετανός επικεφαλής δήλωσε επίσης ότι πιστεύει ότι το Ηνωμένο Βασίλειο θα μπορούσε να παίξει «ένα μοναδικό ρόλο» βοηθώντας τις Ηνωμένες Πολιτείες και την Ευρώπη να συνεργαστούν.

«Βρισκόμαστε αντιμέτωποι με μια σπάνια στιγμή για τη συλλογική ασφάλεια της ηπείρου μας», δήλωσε. «Αυτό δεν είναι μόνο ένα ζήτημα για το μέλλον της Ουκρανίας — είναι υπαρξιακό για την Ευρώπη συνολικά».

Ο Στάρμερ έκανε τις παρατηρήσεις πριν από μια έκτακτη σύνοδο κορυφής με Ευρωπαίους επικεφαλής την Δευτέρα για να συζητηθεί ο πόλεμος Ρωσίας-Ουκρανίας. Η συνάντηση θα φιλοξενηθεί στην Γαλλία, στην οποία θα συμμετέχουν ο Στάρμερ και οι επικεφαλής της Γερμανίας, της Πολωνίας, της Ιταλίας, και της Δανίας, καθώς και η ηγεσία της Ευρωπαϊκής Ένωσης και ο γενικός γραμματέας του ΝΑΤΟ.

Ο Στάρμερ μίλησε επίσης με τον Ουκρανό πρόεδρο Βολοντιμίρ Ζελένσκυ στις 14 Φεβρουαρίου, δεσμευόμενος ότι το Ηνωμένο Βασίλειο θα συνεχίσει να στηρίζει την Ουκρανία «όσο χρειαστεί», και τόνισε την ανάγκη για συμμετοχή της Ουκρανίας στις συνομιλίες για τον πόλεμο.

Αυτό έγινε εν μέσω ανησυχιών ότι τα ευρωπαϊκά έθνη μπορεί να αποκλειστούν από τις διαπραγματεύσεις με τη Ρωσία για τον τερματισμό του πολέμου. Ο απεσταλμένος του Τραμπ στην Ουκρανία, ο απόστρατος υποστράτηγος Κηθ Κέλλογκ, δήλωσε στις 15 Φεβρουαρίου ότι η Ευρώπη δεν θα συμπεριληφθεί στις ειρηνευτικές συνομιλίες για την Ουκρανία και ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες θα λειτουργήσουν ως ενδιάμεσοι μεταξύ των δύο πλευρών.

Σε συνέντευξή του στις 16 Φεβρουαρίου στο CBS, ο υπουργός Εξωτερικών των ΗΠΑ Μάρκο Ρούμπιο είπε ότι η διαδικασία διαπραγμάτευσης δεν έχει ακόμη ξεκινήσει, αλλά τόνισε ότι εάν προχωρήσει, η Ουκρανία και η Ευρώπη θα συμπεριληφθούν σε «πραγματικές διαπραγματεύσεις».

«Τελικά, θα φτάσει σε ένα σημείο… αν είναι πραγματικές διαπραγματεύσεις, και δεν είμαστε ακόμη εκεί, αλλά αν συμβεί αυτό, θα πρέπει να εμπλακεί η Ουκρανία, γιατί είναι αυτή που δέχθηκε εισβολή και οι Ευρωπαίοι θα πρέπει να εμπλακούν επειδή έχουν κυρώσεις στον Πούτιν και τη Ρωσία», δήλωσε. «Απλώς δεν είμαστε ακόμα εκεί».

Ο Ρούμπιο δήλωσε ότι ο Πούτιν είχε «εκφράσει το ενδιαφέρον του για την ειρήνη» κατά τη διάρκεια μιας τηλεφωνικής επικοινωνίας με τον Τραμπ την περασμένη εβδομάδα και ο Τραμπ του είπε ότι ήθελε να τελειώσει ο πόλεμος «με τρόπο που να είναι διαρκής και να προστατεύει την ουκρανική κυριαρχία». Ο Ρούμπιο είπε ότι οι επόμενες ενέργειες της Ρωσίας θα καθορίσουν εάν είναι σοβαρή για την επιδίωξη της ειρήνης.

Αμερικανοί και Ρώσοι αξιωματούχοι αναμένεται να συναντηθούν στη Σαουδική Αραβία τις επόμενες ημέρες για να συνεχιστούν οι ειρηνευτικές συνομιλίες, σύμφωνα με τον βουλευτή Μάικλ ΜακΚόλ (Ρ-Τέξας). Ο ΜακΚόλ είπε στις 15 Φεβρουαρίου ότι οι συνομιλίες έχουν σκοπό να κανονίσουν μια συνάντηση με τον Τραμπ, τον Πούτιν, και τον Ζελένσκυ για να «επέλθει επιτέλους ειρήνη και να τερματίσει αυτή τη σύγκρουση».

Ο Jacob Burg και το Reuters συνέβαλαν σε αυτό το άρθρο.

Οι ΗΠΑ αφαιρούν τη φράση περί μη υποστήριξης της ανεξαρτησίας της Ταϊβάν από το ενημερωτικό δελτίο

Το ενημερωτικό δελτίο, που δημοσιεύθηκε στις 13 Φεβρουαρίου μετά την επιστροφή του προέδρου Ντόναλντ Τραμπ στον Λευκό Οίκο στις 20 Ιανουαρίου, αφαίρεσε τη φράση «δεν υποστηρίζουμε την ανεξαρτησία της Ταϊβάν».

«Είμαστε αντίθετοι σε οποιεσδήποτε μονομερείς αλλαγές στο status quo από οποιαδήποτε πλευρά», ανέφερε το επικαιροποιημένο ενημερωτικό δελτίο. «Αναμένουμε οι διαφορές μεταξύ των δύο πλευρών του Στενού να επιλυθούν με ειρηνικά μέσα, χωρίς καταναγκασμό, με τρόπο αποδεκτό από τους ανθρώπους και στις δύο πλευρές του Στενού. Συνεχίζουμε να έχουμε σταθερό ενδιαφέρον για την ειρήνη και τη σταθερότητα σε όλο το Στενό της Ταϊβάν.»

Επιβεβαίωσε τη δέσμευση των ΗΠΑ να διαθέσουν «αμυντικό υλικό και υπηρεσίες, όπως είναι απαραίτητο», για να βοηθήσουν την Ταϊβάν να διατηρήσει την ικανότητα αυτοάμυνάς της, περιλαμβανομένης της ικανότητας να αντισταθεί σε «οποιαδήποτε προσφυγή σε βία ή άλλες μορφές εξαναγκασμού» που θα μπορούσαν να απειλήσουν την ασφάλειά της και τον λαό της Ταϊβάν. Η σελίδα αναθεώρησε επίσης μια φράση σχετικά με τη στάση των ΗΠΑ όσον αφορά τη συμμετοχή της Ταϊβάν σε διεθνείς οργανισμούς, λέγοντας ότι θα υποστηρίξουν τη συμμετοχή της Ταϊβάν «όπου αυτό είναι εφικτό».

Το Στέιτ Ντιπάρτμεντ δήλωσε την Κυριακή ότι η αλλαγή ήταν μέρος μιας συνήθους προσπάθειας για την «ενημέρωση του κοινού σχετικά με την ανεπίσημη σχέση μας με την Ταϊβάν». «Οι Ηνωμένες Πολιτείες έχουν δεσμευτεί να διατηρήσουν την ειρήνη και τη σταθερότητα στα Στενά της Ταϊβάν», ανέφερε εκπρόσωπος του Στέιτ Ντιπάρτμεντ σε δήλωσή του σε πολλά ειδησεογραφικά πρακτορεία.

Το υπουργείο Εξωτερικών της Κίνας δεν έχει ακόμη εκδώσει δήλωση σχετικά με τις αλλαγές στο ενημερωτικό δελτίο.

Το 2022, η τέως κυβέρνηση Μπάιντεν αφαίρεσε ομοίως τη φράση για την ανεξαρτησία της Ταϊβάν από το ενημερωτικό δελτίο του Στέιτ Ντιπάρτμεντ, αλλά αργότερα επανήλθε αφού το κινεζικό καθεστώς κατήγγειλε την αλλαγή ως «πολιτική χειραγώγηση». Το Κομμουνιστικό Κόμμα της Κίνας (ΚΚΚ), το οποίο ποτέ δεν κυβέρνησε την Ταϊβάν, θεωρεί το αυτοδιοικούμενο νησί ως επαρχία-αποστάτη και ποτέ δεν απέκλεισε το ενδεχόμενο χρήσης βίας για τον έλεγχό του.

Οι Ηνωμένες Πολιτείες δεν έχουν επίσημους διπλωματικούς δεσμούς με την Ταϊβάν, αλλά δεσμεύονται από τον Νόμο περί σχέσεων με την Ταϊβάν του 1979 να παρέχουν στο νησί τις απαραίτητες δυνατότητες για τη διατήρηση της αυτοάμυνάς του. Σύμφωνα με την πολιτική «Μία Κίνα» της Ουάσιγκτον, η οποία καθοδηγείται από τον Νόμο για τις Σχέσεις με την Ταϊβάν, οι Ηνωμένες Πολιτείες αναγνωρίζουν αλλά δεν υιοθετούν την αντιμαχόμενη αρχή «Μία Κίνα» του Πεκίνου, η οποία υποστηρίζει ότι η Ταϊβάν είναι μέρος της Κίνας και πρέπει να ενοποιηθεί με την ηπειρωτική χώρα με κάθε αναγκαίο μέσο.

Ο υπουργός Εξωτερικών της Ταϊβάν Λιν Τσία-Λονγκ χαιρέτισε την Κυριακή το επικαιροποιημένο ενημερωτικό δελτίο και ευχαρίστησε την Ουάσιγκτον για την «υποστήριξη και τη θετική στάση της στις σχέσεις ΗΠΑ-Ταϊβάν». Ο Λιν εξέδωσε επίσης μια δήλωση στις 16 Φεβρουαρίου, με την οποία επαίνεσε τους υπουργούς Εξωτερικών των Ηνωμένων Πολιτειών, της Ιαπωνίας και της Νότιας Κορέας για την κοινή τους δήλωση με την οποία ζητούσαν τη διατήρηση της ειρήνης και της σταθερότητας στο Στενό της Ταϊβάν.

Τα τρία έθνη δήλωσαν ότι αντιτίθενται «σε κάθε προσπάθεια μονομερούς επιβολής ή εξαναγκασμού αλλαγών στο status quo» και εξέφρασαν την υποστήριξή τους στη συμμετοχή της Ταϊβάν σε «κατάλληλους διεθνείς οργανισμούς». Ο Λιν δήλωσε ότι η Ταϊβάν «χαιρετίζει τη συνεχή προσοχή της διεθνούς κοινότητας στην ειρήνη και τη σταθερότητα στο Στενό της Ταϊβάν», εν μέσω ανησυχιών για «την απειλή που θέτει στο status quo η γκρίζα ζώνη και ο οικονομικός εξαναγκασμός της Κίνας».

Το ΚΚΚ έχει αυξήσει τη στρατιωτική του δραστηριότητα γύρω από την Ταϊβάν τα τελευταία χρόνια. Εν όψει μιας συνεχιζόμενης εκστρατείας στρατιωτικού εκφοβισμού, το υπουργείο Άμυνας της Ταϊβάν ανέφερε ότι εντόπισε 41 κινεζικά πολεμικά αεροσκάφη, εννέα πλοία και ένα επίσημο πλοίο να επιχειρούν γύρω από το νησί, στις 17 Φεβρουαρίου. Το υπουργείο δήλωσε ότι 28 από τα αεροσκάφη πέρασαν τη μέση γραμμή και εισήλθαν στη Ζώνη Αναγνώρισης Αεροπορικής Άμυνας (Air Defense Identification Zone – ADIZ) της Ταϊβάν, γεγονός που ώθησε την Ταϊβάν να αναπτύξει τα αεροσκάφη της για να παρακολουθεί τις κινήσεις τους.

Μετά την ορκωμοσία του Τραμπ στις 20 Ιανουαρίου, το Πολεμικό Ναυτικό των ΗΠΑ ανέπτυξε το αντιτορπιλικό κατευθυνόμενων πυραύλων κλάσης Arleigh Burke USS Ralph Johnson και το ωκεανογραφικό ερευνητικό πλοίο κλάσης Pathfinder USNS Bowditch μέσω του πορθμού της Ταϊβάν από τις 10 έως τις 12 Φεβρουαρίου. Παρατηρητές δήλωσαν ότι η ανάπτυξη των δύο πλοίων του Πολεμικού Ναυτικού δείχνει τη συνέχεια της πολιτικής των ΗΠΑ στο Στενό της Ταϊβάν.

Το Reuters και ο Alex Wu συνέβαλαν σε αυτό το άρθρο.

Νότιος Κορέα: Σύλληψη του Προέδρου για Κήρυξη Στρατιωτικού Νόμου

Ανακριτές της Νότιας Κορέας συνέλαβαν τον Πρόεδρο Γιουν Σουκ Γέολ στην κατοικία του την Τετάρτη, εξαιτίας της σύντομης κήρυξης στρατιωτικού νόμου τον προηγούμενο μήνα, μετά από μια αποτυχημένη απόπειρα σύλληψης νωρίτερα.

Σύμφωνα με τοπικά μέσα ενημέρωσης, ένα κομβόι οχημάτων παρατηρήθηκε να αναχωρεί από την προεδρική κατοικία, μεταφέροντας τον Γιουν στα κεντρικά γραφεία της Υπηρεσίας Ερευνών Διαφθοράς για Υψηλόβαθμους Αξιωματούχους (CIO) για ανάκριση.

Η σύλληψη πραγματοποιήθηκε αφού η CIO εξασφάλισε δεύτερο ένταλμα σύλληψης για τον Γιουν την περασμένη εβδομάδα. Η CIO έχει τώρα έως και 48 ώρες για να κρατήσει τον Γιουν, ο οποίος κατηγορείται για ηγεσία εξέγερσης.

Σε ένα προηχογραφημένο βίντεο μήνυμα την Τετάρτη, ο Γιουν εξήγησε γιατί αποφάσισε να παρουσιαστεί στην CIO.

«Για να αποτρέψω ένα ατυχές και βίαιο περιστατικό, αποφάσισα να παρουσιαστώ στην CIO, παρόλο που πιστεύω ότι η έρευνα είναι παράνομη», ανέφερε σύμφωνα με το Πρακτορείο Ειδήσεων Yonhap.

Ο Γιουν, που είχε διατελέσει προηγουμένως γενικός εισαγγελέας της Νότιας Κορέας, έχει τεθεί σε αναστολή καθηκόντων από τις 14 Δεκεμβρίου, όταν η Εθνοσυνέλευση, που ελέγχεται από την αντιπολίτευση, ψήφισε υπέρ της καθαίρεσής του.

Οι δικηγόροι του είχαν προηγουμένως υποβάλει καταγγελίες κατά της CIO, υποστηρίζοντας ότι η εκτέλεση του εντάλματος σύλληψης ήταν παράνομη.

Πριν από τη σύλληψη, οι ερευνητές είχαν καλέσει τον πρόεδρο τρεις φορές για ανάκριση, αλλά ο Γιουν δεν συμμορφώθηκε με καμία από τις κλήσεις, αναγκάζοντας τους να εκδώσουν ένταλμα σύλληψης.

Το πρώτο ένταλμα σύλληψης έληξε στις 6 Ιανουαρίου, καθώς οι απόπειρες σύλληψής του αποτράπηκαν από την Υπηρεσία Ασφαλείας της Προεδρίας (PSS). Οι ερευνητές ήρθαν αντιμέτωποι με αντιδράσεις από υποστηρικτές του Γιουν που συγκεντρώθηκαν έξω από την κατοικία του για να εμποδίσουν τη σύλληψή του.

Στις 3 Ιανουαρίου, η αστυνομία δήλωσε ότι οι ερευνητές κατάφεραν να περάσουν από μια στρατιωτική μονάδα που εμπόδιζε την κατοικία, μόνο για να αντιμετωπίσουν περαιτέρω αντίσταση από την PSS, γεγονός που οδήγησε σε μια αντιπαράθεση διάρκειας πέντε ωρών.

Η αιφνίδια κήρυξη στρατιωτικού νόμου από τον Γιουν αργά το βράδυ της 3ης Δεκεμβρίου 2024, οδήγησε σε αντιπαράθεση με βουλευτές, οι οποίοι απέρριψαν την προσπάθεια του προέδρου να επιβάλει απαγόρευση πολιτικής δραστηριότητας και να λογοκρίνει τα ανεξάρτητα μέσα ενημέρωσης και τις εκδόσεις.

Ο Γιουν υπερασπίστηκε την απόφασή του, λέγοντας ότι είχε στόχο να προστατεύσει τη δημοκρατία της χώρας και να στείλει προειδοποίηση στα κόμματα της αντιπολίτευσης, τα οποία κατηγόρησε ότι δείχνουν συμπάθεια προς τη Βόρεια Κορέα και παραλύουν τις κρατικές λειτουργίες καθαιρώντας κορυφαίους αξιωματούχους.

Περίπου 280 στρατιώτες αναπτύχθηκαν μετά το διάταγμα για την ασφάλιση του κτηρίου της Εθνοσυνέλευσης στη Σεούλ. Ο Γιουν ανακάλεσε το διάταγμα έξι ώρες αργότερα, όταν η Εθνοσυνέλευση ενέκρινε ομόφωνα την άρση του.

Η ηγεσία εξέγερσης είναι μία από τις ελάχιστες κατηγορίες για τις οποίες ένας πρόεδρος της Νότιας Κορέας δεν έχει ασυλία, και αν κριθεί ένοχος, ο Γιουν μπορεί να αντιμετωπίσει ποινή ισόβιας κάθειρξης ή ακόμα και τη θανατική ποινή.

«Η Ουκρανία μπορεί να υπολογίζει στη Γερμανία»: Ο Σολτς υποσχέθηκε στρατιωτική βοήθεια κατά την απρόσμενη επίσκεψη του στο Κίεβο

Ο Γερμανός Καγκελάριος Όλαφ Σολτς υποσχέθηκε στις 2 Δεκεμβρίου νέα στρατιωτική βοήθεια για την Ουκρανία κατά τη διάρκεια μιας απρόσμενης επίσκεψης στο Κίεβο, προσπαθώντας να επιβεβαιώσει τη στήριξη της Γερμανίας προς την Ουκρανία εν μέσω του συνεχιζόμενου πολέμου με τη Ρωσία.

Η επίσκεψη αυτή ήταν η πρώτη του στο Κίεβο μετά από πάνω από δύο χρόνια, από την πλήρη κλίμακα εισβολής της Ρωσίας τον Φεβρουάριο του 2022. Ο Πρόεδρος της Ουκρανίας, Βολοντίμιρ Ζελένσκι, είπε ότι η συνάντησή τους διήρκεσε πάνω από δύο και μισή ώρες.

Ο Ζελένσκι ανέφερε ότι η Γερμανία συμφώνησε να υποστηρίξει την Ουκρανία «ανεξαρτήτως του τι συμβαίνει στην παγκόσμια πολιτική ή πώς μπορεί να μετατοπιστούν τα συναισθήματα», σύμφωνα με δήλωση που εκδόθηκε από την ουκρανική κυβέρνηση.

«Η ηγεσία της Γερμανίας στην προστασία των ουρανών μας είναι ιδιαίτερα σημαντική: είναι η Γερμανία που έχει παράσχει στην Ουκρανία τη μεγαλύτερη ποσότητα συστημάτων αεράμυνας», είπε σε ξεχωριστή δήλωση.

Κατά τη διάρκεια της επίσκεψης του Σολτς, οι δύο ηγέτες επιθεώρησαν δείγματα μη επανδρωμένων αεροσκαφών που παράγονται από κοινού από ουκρανικές και γερμανικές εταιρείες, ενώ επισκέφθηκαν τραυματίες στρατιώτες και το ιατρικό προσωπικό.

Ο Σολτς υποσχέθηκε να παράσχει 650 εκατομμύρια ευρώ σε επιπλέον στρατιωτική βοήθεια στην Ουκρανία. Το πακέτο, που αναμένεται να φτάσει αργότερα αυτόν τον μήνα, περιλαμβάνει συστήματα αεράμυνας IRIS-T και αντιαεροπορικά συστήματα Gepard.

«Η Ουκρανία μπορεί να υπολογίζει σε εμάς. Λέμε αυτό που κάνουμε και κάνουμε αυτό που λέμε», δήλωσε στο X. «Για να το ξεκαθαρίσουμε, ταξίδεψα στο Κίεβο χτες το βράδυ με τρένο μέσω μιας χώρας που υπερασπίζεται τον εαυτό της κατά του επιθετικού πολέμου της Ρωσίας εδώ και πάνω από 1.000 ημέρες.»

Σύμφωνα με τον ίδιο, η Γερμανία έχει δαπανήσει 28 δισεκατομμύρια ευρώ συνολικά για στρατιωτική βοήθεια στην Ουκρανία από την αρχή της κλιμάκωσης. Η χώρα θα συνεχίσει να παραδίδει συστήματα αεράμυνας, οβιδοβόλα, μη επανδρωμένα αεροσκάφη και ελικόπτερα στην Ουκρανία το επόμενο έτος, είπε.

«Το λέω πολύ ξεκάθαρα στον [Ρώσο Πρόεδρο Βλαντιμίρ Πούτιν] εδώ στο Κίεβο σήμερα: Έχουμε αντοχή. Και θα σταθούμε δίπλα στην Ουκρανία όσο χρειαστεί», δήλωσε ο καγκελάριος.

Η επίσκεψη πραγματοποιήθηκε μόλις λίγες εβδομάδες μετά την απώλεια της κοινοβουλευτικής πλειοψηφίας της τρικομματικής κυβέρνησης Σολτς στις 6 Νοεμβρίου, εν μέσω διαφορών για οικονομικές πολιτικές. Ο καγκελάριος αναμένεται να διεξάγει ψηφοφορία εμπιστοσύνης στις 16 Δεκεμβρίου, η οποία μπορεί να οδηγήσει σε πρόωρες εκλογές τον Φεβρουάριο.

Τον περασμένο μήνα, ο Σολτς είχε τηλεφωνική συνομιλία με τον Πούτιν για πρώτη φορά σε δύο χρόνια, καλώντας τον Ρώσο ηγέτη να ανοίξει διαπραγματεύσεις με την Ουκρανία για να τερματιστεί ο πόλεμος. Ο Ζελένσκι επικρίνοντας την κίνηση, δήλωσε ότι θα μπορούσε να υπονομεύσει τις προσπάθειες για απομόνωση του Ρώσου ηγέτη.

«Τώρα μπορεί να υπάρξουν άλλες συνομιλίες, άλλες κλήσεις. Απλώς πολλές λέξεις. Και αυτό είναι ακριβώς αυτό που ήθελε ο Πούτιν για πολύ καιρό: είναι ζωτικής σημασίας γι’ αυτόν να αποδυναμώσει την απομόνωσή του», δήλωσε ο Ζελένσκι στις 16 Νοεμβρίου.

Το Κρεμλίνο δήλωσε ότι η κλήση έγινε κατόπιν αιτήματος του Βερολίνου. Ο Πούτιν είπε στον Σολτς ότι κάθε κατάπαυση του πυρός πρέπει να λαμβάνει υπόψη τα συμφέροντα ασφαλείας της Ρωσίας και να αντικατοπτρίζει τις «νέες εδαφικές πραγματικότητες», υποδηλώνοντας ότι η Μόσχα παραμένει προσηλωμένη στις προηγούμενες απαιτήσεις της να παραχωρήσει η Ουκρανία σημαντικά εδάφη της στη Ρωσία.

Ο Ζελένσκι έχει δηλώσει ότι οι εγγυήσεις ασφαλείας του ΝΑΤΟ είναι αναγκαίες πριν από οποιεσδήποτε διαπραγματεύσεις με τη Ρωσία.

 

Ο Andrew Thornebrooke συνέβαλε σε αυτό το άρθρο.