Κυριακή, 11 Μαΐ, 2025

Σκάνδαλο Huawei: Η Ευρώπη θωρακίζεται απέναντι στις απόπειρες επιρροής της Κίνας

Οι ευρωπαϊκές αρχές διερευνούν φερόμενο σκάνδαλο διαφθοράς, στο οποίο έως και 15 νυν και πρώην μέλη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου φέρονται να δωροδοκήθηκαν από την κινεζική εταιρεία τηλεπικοινωνιών Huawei.

Η υπόθεση, που ξεκίνησε κατόπιν έρευνας της βελγικής υπηρεσίας πληροφοριών, καταδεικνύει την ανάγκη για αυξημένη επαγρύπνηση στην Ευρώπη και διεθνώς έναντι ξένων επιρροών με δόλιους σκοπούς.

Στις 13 Μαρτίου, περισσότεροι από 100 αστυνομικοί πραγματοποίησαν έρευνες σε 21 γραφεία στο Βέλγιο, τη Γαλλία και την Πορτογαλία, μεταξύ αυτών και γραφεία λομπιστών που εργάζονταν για τη Huawei στις Βρυξέλλες. Η ομοσπονδιακή αστυνομία προχώρησε σε κρατήσεις ατόμων για ανάκριση, ενώ στη Γαλλία πραγματοποιήθηκε μία σύλληψη. Δύο κοινοβουλευτικοί βοηθοί τέθηκαν υπό διερεύνηση και τα γραφεία τους σφραγίστηκαν με δικαστική εντολή. Στην Πορτογαλία, ένα γραφείο ερευνήθηκε λόγω ύποπτων εμβασμάτων που φέρονται να είχαν προορισμό ευρωβουλευτές.

Στις 14 Μαρτίου, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο απαγόρευσε την είσοδο των λομπιστών της Huawei στις εγκαταστάσεις του.

Η έρευνα επικεντρώνεται σε κατηγορίες διαφθοράς, πλαστογραφίας, σύστασης εγκληματικής οργάνωσης και ενδεχόμενης νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες. Οι παράνομες παροχές φέρονται να χρονολογούνται από το 2021 στις Βρυξέλλες, προσφέροντας σε πολιτικούς ανταλλάγματα για τη διαμόρφωση συγκεκριμένων θέσεων. Οι παροχές αυτές περιελάμβαναν, σύμφωνα με τις πληροφορίες, γεύματα, ταξίδια, εισιτήρια ποδοσφαιρικών αγώνων και έξοδα συμμετοχής σε συνέδρια, υπερβαίνοντας το όριο των 150 ευρώ ανά ευρωβουλευτή, ποσό που απαιτεί δήλωση. Προφανώς η εξαγορά ενός ευρωβουλευτή κοστίζει ελάχιστα.

Η Huawei θεωρείται ύποπτη για στενή συνεργασία με τον κινεζικό στρατό και τις μυστικές υπηρεσίες, καθώς και με χώρες όπως το Ιράν, η Βόρεια Κορέα και η Κούβα. Διαθέτει την τεχνολογική ικανότητα να διεξάγει εκτεταμένες επιχειρήσεις κατασκοπείας και δολιοφθοράς στις 170 χώρες στις οποίες δραστηριοποιείται. Αν και στις Ηνωμένες Πολιτείες έχει αποκλειστεί από τις τηλεπικοινωνιακές υποδομές, η παρουσία της στο Μεξικό έχει χαρακτηριστεί «δούρειος ίππος στα σύνορα». Στην Ευρώπη, η Huawei παραμένει βαθιά ενσωματωμένη στις τηλεπικοινωνιακές υποδομές της ηπείρου, σε επίπεδα παρόμοια με εκείνα του 2022, παρά τις προειδοποιήσεις από τις ΗΠΑ και την ΕΕ.

Η οικονομική επιρροή της εταιρείας είναι τεράστια, με κεφαλαιοποίηση ύψους 164 δισεκατομμυρίων ευρώ. Ένα μέρος αυτών των κεφαλαίων φαίνεται να χρησιμοποιείται για τη δημιουργία δικτύων επιρροής στην ευρωπαϊκή πολιτική σκηνή, συμπεριλαμβανομένων επαφών με τον πρώην πρόεδρο του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, Σαρλ Μισέλ.

Η Huawei επιδιώκει να εδραιώσει την παρουσία της σε κρίσιμες υποδομές τεχνητής νοημοσύνης και υπολογιστικού cloud στην Ευρώπη, τόσο στον δημόσιο τομέα όσο και σε πανεπιστημιακά ιδρύματα. Η εταιρεία προωθεί την ιδέα ενός «ισορροπημένου» πλαισίου μεταξύ ασφάλειας και ανταγωνιστικότητας. Ωστόσο, τίθεται το ερώτημα αν οι Ευρωπαίοι είναι διατεθειμένοι να διακινδυνεύσουν την ασφάλειά τους για φθηνότερες τηλεπικοινωνίες.

Η πλειοψηφία των δραστηριοτήτων της Huawei στην Ευρώπη είναι νόμιμες, αλλά παραμένουν προβληματικές λόγω των δεσμών της με το Κομμουνιστικό Κόμμα της Κίνας (ΚΚΚ). Τον Νοέμβριο του 2024, η εταιρεία διοργάνωσε στο Παρίσι την εκδήλωση «European Innovation Day 2024», με συμμετοχές όπως ο περιφερειακός υπουργός της Καμπανίας στην Ιταλία, Νικόλα Καπούτο, ο μόνιμος αντιπρόσωπος της Ισπανίας στον Οργανισμό Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης, Σίμο Πουίγκ, την Άνα Πάουλα Νίσιο ντε Σούσα, διευθύντρια ψηφιακού μετασχηματισμού και τεχνητής νοημοσύνης στον Οργανισμό Βιομηχανικής Ανάπτυξης των Ηνωμένων Εθνών, και τη Ρεβέκκα ντε Σάντσο Μαγιόραλ, ανώτερη σύμβουλο της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για την καινοτομία της ΕΕ και την πρόσβαση στη χρηματοδότηση. Ένα από τα συνέδρια στο Παρίσι συνδιοργανώθηκε με το Euronews.

Σε άλλη εκδήλωση στο Νταβός, τον Ιανουάριο, δημοσιογράφος έθεσε ήπιες ερωτήσεις στον CEO της Huawei Ευρώπης, Κέννεθ Φρέντρικσεν. Ο ίδιος δήλωσε ότι η εταιρεία επιθυμεί να αποτελέσει «εναλλακτική λύση για την Ευρώπη», συνεχίζοντας να συμβάλλει στον ψηφιακό μετασχηματισμό της ηπείρου και στην προετοιμασία της για την τεχνητή νοημοσύνη.

Ο Φρέντρικσεν τόνισε πως η τεχνητή νοημοσύνη δεν περιορίζεται σε εφαρμογές, αλλά απαιτεί ολοκληρωμένη υποδομή. Στην ίδια εκδήλωση, παρευρέθηκαν ο Σαρλ Μισέλ, η πρώην αντιπρόεδρος του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, Σιλβάνα Κοχ-Μέριν, και ο Ρουμάνος υπουργός Οικονομίας, Ιβάν Μπόγκνταν.

Ο Μισέλ διατύπωσε απόψεις που θα ήταν ευπρόσδεκτες στο Πεκίνο, συμπεριλαμβανομένης μίας έμμεσης απειλής για αντίποινα κατά του «εμπορικού πολέμου» των ΗΠΑ. Εξέφρασε την υποστήριξή του στον Παγκόσμιο Οργανισμό Εμπορίου και την «πολυμέρεια». Το ΚΚΚ έχει χρησιμοποιήσει την ιδεολογία του φιλελεύθερου εμπορίου και την εύκολη πρόσβασή του στις πολυμερείς μορφές διεθνούς διακυβέρνησης για να αυξήσει εκθετικά την παγκόσμια επιρροή του από το διπλωματικό άνοιγμα της Δύσης προς την Κίνα, στις αρχές της δεκαετίας του 1970.

Το καθεστώς στο Πεκίνο επιδιώκει επίσης να επηρεάσει το «υποεθνικό» επίπεδο. Τον Μάρτιο, η Huawei συνεργάστηκε με το δημοτικό συμβούλιο της Βαρκελώνης της Ισπανίας, σύμφωνα με τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης της εταιρείας. «Το δημοτικό συμβούλιο της Βαρκελώνης συνεργάστηκε με τη Huawei για να προωθήσει την καινοτομία και την κατάρτιση στον τομέα της Τεχνολογίας Πληροφοριών και Επικοινωνιών (Information and Communications Technology-ICT)», ανέφερε η Huawei Europe στην πλατφόρμα κοινωνικής δικτύωσης X. Η συνεργασία θα «ενισχύσει τα έργα έξυπνης πόλης και την ανάπτυξη ψηφιακών δεξιοτήτων μέσω της Huawei Spain Academy και της Barcelona Activa IT Academy».

Από το υποεθνικό έως το ομοσπονδιακό επίπεδο, οι οργανώσεις που συνδέονται με το ΚΚΚ επηρεάζουν δυναμικά την ευρωπαϊκή και την ευρύτερη διεθνή πολιτική. Τουλάχιστον η ίδια ενέργεια θα πρέπει να δοθεί στην αντίσταση στις νόμιμες και παράνομες μορφές διείσδυσης του ΚΚΚ. Οι ευρωπαϊκές έφοδοι κατά των λομπiστών της Huawei στις 13 Μαρτίου ήταν μια καλή αρχή. Αλλά πρέπει να γίνουν πολύ περισσότερα.

Οι απόψεις που εκφράζονται σε αυτό το άρθρο είναι απόψεις του συγγραφέα και δεν αντανακλούν απαραίτητα τις απόψεις της Epoch Times.

Οικονομία της Κίνας: Μην ξεγελιέστε από τη βιτρίνα

Σχολιασμός

Η οικονομία της Κίνας υποφέρει εδώ και χρόνια, κυρίως επειδή το καθεστώς δεν διαθέτει αρχές ελεύθερης αγοράς.

Τυραννικά μέτρα για τον ιό της Γουχάν, μετανάστευση, απομάκρυνση κεφαλαίου σε άλλες χώρες, η κρίση κατοικιών, αποπληθωρισμός, στρατιωτικές δαπάνες, διεθνείς πιέσεις και δασμοί, επιδόματα τεχνολογίας, εργατικό δυναμικό μεγάλης ηλικίας, λίγες γεννήσεις, απουσία τονωτικών μέτρων από το Πεκίνο και αφαιμακτικά πρόστιμα που επιβάλλουν τοπικές κυβερνήσεις σε μικρές επιχειρήσεις έχουν κάνει το επιχειρείν στην Κίνα ακόμα δυσκολότερο.

Υπάρχουν κάποιες υποτιθέμενες πρόσφατες βελτιώσεις. Η δημοσιοποίηση της τεχνητής νοημοσύνης DeepSeek έφερε μια αύξηση της τάξεως των 170 δισ. ευρώ στο κινεζικό χρηματιστήριο εντός ενός μηνός από την εμφάνισή του τον Ιανουάριο. Δεκάδες εταιρείες στην Κίνα, συμπεριλαμβανομένων των Lenovo, Baidu, Tencent, έχουν ήδη ενσωματώσει το DeepSeek στα προϊόντα τους. Τώρα, θέλει να επαναλάβει την επιτυχία του μοντέλου R1 με ένα μοντέλο R2 πριν τον Μάιο. Ο δείκτης Χανγκ Σενγκ ανέβηκε περίπου 25% μεταξύ μέσα Ιανουαρίου και 26 Φεβρουαρίου. Η μεγάλη επένδυση της Alibaba στο μοντέλο τεχνητής νοημοσύνης Qwen οδήγησε στην συμπερίληψή του σε κινεζικές εκδόσεις του Apple iPhone και βοήθησε στην ενίσχυση της αξίας της Alibaba με περισσότερα από 83 δισ. ευρώ.

Επενδυτές στην Κίνα ελπίζουν για μια γενική οικονομική ανάκαμψη βασισμένη σε μεγαλύτερη ρευστότητα που υπόσχεται η κεντρική τράπεζα της Κίνας, η People’s Bank of China (PBOC), και σε μια συνάντηση στα μέσα Φεβρουαρίου μεταξύ του Σι Τζινπίνγκ και Κινέζων επικεφαλής τεχνολογικών εταιρειών, την οποία προγραμμάτισε ο Σι πιθανώς για να ωφεληθεί και ο ίδιος από τις χρηματιστηριακές αυξήσεις των DeepSeek και Qwen και να δικαιολογήσει τα τεχνολογικά επιδόματα του καθεστώτος.

Εκτός από τον ιδρυτή του DeepSeek Λιάνγκ Γουενφένγκ και τον ιδρυτή της Alibaba Τζακ Μα, παρίσταντο στη συνάντηση και επικεφαλής από τις Huawei, Tencent, BYD, Contemporary Amperex Technology, Meituan, Xiaomi, Unitree και Yushu Technology.

Ο Σι «υποσχέθηκε να καταργήσει τα παράλογα τέλη και πρόστιμα στις ιδιωτικές εταιρείες και να εξισορροπήσει το ανταγωνιστικό πεδίο — ένα κοινό παράπονο των επιχειρηματιών σε ένα σύστημα που κυριαρχείται από το κράτος», σύμφωνα με το Bloomberg.

Ωστόσο, οι αμερικανικές εταιρείες τεχνητής νοημοσύνης, σύμφωνα με πληροφορίες, εξακολουθούν να υπερττερούν των DeepSeek και Qwen. Επιπλέον, θα χρειαστούν πολύ περισσότερες μεταρρυθμίσεις στην αγορά για να αναζωογονηθεί η οικονομία της Κίνας. Το ποσοστό των κινεζικών εταιρειών A-share που ανέφεραν καθαρή ζημία αυξάνεται κάθε χρόνο από το 2019, ενώ το τρίτο τρίμηνο του 2024 έφτασε το 23%.

Τα κέρδη μεταξύ των κινεζικών εταιρειών που είναι στο χρηματιστήριο βρίσκονται στο χαμηλότερο επίπεδο από το 2009. Αυτό ισχύει ιδιαίτερα στον τομέα των ακινήτων, πρώην αγαπημένου τομέα των κρατικών επιδοτήσεων. Τώρα, έχει υποστεί το πιο σκληρό πλήγμα από οποιοδήποτε μέρος της οικονομίας της Κίνας. Ένας επιχειρηματίας ακινήτων στην πόλη Τσάνγκτσουν της Κίνας δεν μπορούσε να πληρώσει τους υπαλλήλους του και προκάλεσε αίσθηση στο διαδίκτυο όταν άρχισε να τους πληρώνει σε εταιρικά κουπόνια, τα οποία μπορούσαν να ανταλλάξουν με αγαθά και υπηρεσίες στα εμπορικά κέντρα της εταιρείας.

Η συνάντηση του Σι με τους επικεφαλής τεχνολογίας έχει επαινεθεί ως ένα σημαντικό μήνυμα μεταρρύθμισης της αγοράς. Αλλά φαίνεται ότι ο Σι εξακολουθεί να δίνει επιδοτήσεις και εντολές σε αυτές τις εταιρείες αντί να αφήνει την αγορά να λειτουργήσει. Μια φωτογραφία από τη συνάντηση δείχνει τον Σι να περιβάλλεται από δεκάδες αξιωματούχους και ηγέτες επιχειρήσεων, οι οποίοι με ύφος μάλλον απογοητευμένο κρατούν σημειώσεις την ώρα που μιλάει ο ηγέτης του ΚΚΚ.

Σύμφωνα με δύο πηγές που επικαλείται το Reuters πριν από τη συνάντηση, «πολλοί από τους επιχειρηματίες θα προέρχονται από τον τεχνολογικό τομέα και ο Σι αναμένεται να τους ενθαρρύνει να επεκτείνουν τις δραστηριότητές τους σε εγχώριο και διεθνές επίπεδο, εν μέσω του εντεινόμενου τεχνολογικού πολέμου ΗΠΑ-Κίνας».

Ενώ οι λίγες εταιρείες που προσκλήθηκαν πιθανότατα θα έχουν περισσότερες επιδοτήσεις και μια ώθηση μετοχών, οι πολλές, που δεν ήταν παρούσες, εξακολουθούν να μένουν πίσω μη έχοντας μία πραγματικά ελεύθερη αγορά να ανταμείβει πλήρως τα ρίσκα και τις καινοτομίες τους.

Οι μεταρρυθμίσεις της PBOC επίσης δεν είναι πολύ αξιόλογες. Η τράπεζα ανακοίνωσε επίσης νομισματική χαλάρωση στο παρελθόν, με αμελητέες επιπτώσεις στη γενική διολίσθηση της οικονομίας. Ένα από τα μέτρα για την αύξηση της ρευστότητας —η μείωση των απαιτήσεων για αναλογία αποθεματικών μετρητών σε μεγάλες κινεζικές τράπεζες— έχει την αρνητική παρενέργεια να κάνει το χρηματοπιστωτικό σύστημα της Κίνας λιγότερο ανθεκτικό σε μια κρίση ρευστότητας. Οι δείκτες αποθεματικών μειώθηκαν στις μεγάλες κινεζικές τράπεζες από 13% το 2019 σε 9,5% το 2025. Ως εκ τούτου, ο κίνδυνος του χρηματοπιστωτικού συστήματος της Κίνας είναι υψηλός.

Ένα άλλο υποτιθέμενο δυνατό σημείο της οικονομίας της Κίνας είναι ο τομέας των ηλεκτρικών οχημάτων (EV). Οι Κινέζοι καταναλωτές προτιμούν πλέον τα εγχώρια EV από τις εισαγωγές. Τα κινεζικά EV έχουν σχεδόν οτιδήποτε έχει μια εισαγωγή, αλλά σε πολύ χαμηλότερη τιμή. Ωστόσο, η προώθηση της βιομηχανίας από το Πεκίνο οδήγησε σε πάρα πολλές επενδύσεις, υπερπαραγωγή και ασύμφορες νεοφυείς επιχειρήσεις. Στη συνέχεια, οι πωλήσεις επιβραδύνθηκαν, οι τιμές μειώθηκαν και ο κλάδος αναμένει ενοποιήσεις. Οι μεγάλες προβλεπόμενες εξαγωγές εξαρτώνται από την πρόσβαση στις αγορές των ΗΠΑ και της Ευρώπης, οι οποίες αυξάνουν ραγδαία τους δασμούς αποκλεισμού της Κίνας, που θα ζημιώσουν το εμπόριο ηλεκτρικών οχημάτων. Οι εξαγωγές ηλεκτρικών οχημάτων στις αναπτυσσόμενες χώρες θα είναι πιο δύσκολες, δεδομένης της έλλειψης υποδομών ηλεκτρικής ενέργειας.

Οι δασμοί του προέδρου Ντόναλντ Τραμπ στην Κίνα αναμένεται να επηρεάσουν σημαντικά την οικονομική ανάπτυξη της χώρας, με ορισμένες εκτιμήσεις να υποστηρίζουν ότι ένας δασμός 60% θα μείωνε την ανάπτυξη της Κίνας κατά 2,5% από το 2025 έως το 2027. Ο επίσημος ισχυρισμός της Κίνας ότι φτάνει περίπου το 5% ανάπτυξη κάθε χρόνο είναι ήδη υπό αμφισβήτηση, με ακόμη και θεσμικούς επενδυτές στη χώρα να αναφέρουν μια πιο ρεαλιστική εκτίμηση.

Λίγοι πιστεύουν τώρα ότι η οικονομία της Κίνας θα φτάσει σύντομα αυτή των Ηνωμένων Πολιτειών.

Οι απόψεις που εκφράζονται σε αυτό το άρθρο είναι απόψεις του συγγραφέα και δεν αντικατοπτρίζουν απαραίτητα την άποψη της Epoch Times.

Τουρκία: Ο χειρότερος σύμμαχος της Αμερικής;

Σχολιασμός

Η Τουρκία είναι ταυτόχρονα ένας από τους σημαντικότερους και χειρότερους συμμάχους των ΗΠΑ και του ΝΑΤΟ. Πρόσφατα, αρνήθηκε τη διέλευση σε δύο βρετανικά ναρκαλιευτικά που θα απενεργοποιούσαν ρωσικά πυρομαχικά και θα βοηθούσαν στη μεταφορά ουκρανικών σιτηρών. Πέρυσι, η Τουρκία εκνεύρισε τη Δύση με τον αποκλεισμό των στενών της από δεξαμενόπλοια.

Η Τουρκία εντάχθηκε στο ΝΑΤΟ το 1952. Ως έδρα της παλιάς Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, διαδραματίζει κρίσιμο ρόλο ως ένα πολιτιστικό κέντρο με επιρροή και ένας από τους λίγους στενούς μουσουλμανικούς συμμάχους της Αμερικής. Από το 1955, η Πολεμική Αεροπορία των ΗΠΑ λειτουργεί αεροπορική βάση στην Τουρκία στο Ιντσιρλίκ, πραγματοποιώντας κατασκοπευτικές και μαχητικές αποστολές κρίσιμες για την αντιμετώπιση των απειλών από Ρωσία, Ιράν και τρομοκρατών.

Ωστόσο, σε μια κρίσιμη στιγμή για την επέκταση του ΝΑΤΟ σε Φινλανδία και Σουηδία, η Τουρκία έθεσε εμπόδια και προσπάθησε να αξιοποιήσει το βέτο της για να πετύχει παραχωρήσεις σε τοπικιστικό επίπεδο, όπως κατά των υποτιθέμενων Κούρδων τρομοκρατών, και την άρση των περιορισμών στις στρατιωτικές εξαγωγές, συμπεριλαμβανομένων των μαχητικών αεροσκαφών F-16 και F-35 από τις Ηνωμένες Πολιτείες.

Η Τουρκία είναι μια σχετικά φτωχή χώρα που εξαρτάται από το φθηνό ρωσικό πετρέλαιο, το οποίο επιχειρεί να αγοράσει με έκπτωση 25%, να διυλίσει και στη συνέχεια να επανεξάγει ως τουρκικής προέλευσης φυσικό αέριο σε τιμές αγοράς. Αυτό δείχνει έναν τρόπο με τον οποίο η σχέση μεταξύ Ρωσίας και Τουρκίας είναι υπερβολικά στενή. Η παροχή πρόσβασης στα F-35 θα μπορούσε να οδηγήσει σε απώλεια βασικής τεχνολογίας στη Ρωσία, η οποία στη συνέχεια θα μπορούσε να την πουλήσει στην Κίνα.

Η Άγκυρα προφανώς πιστεύει ότι επωφελείται από το να παίζει και στις δύο πλευρές και να εκμεταλλεύεται τα παγκόσμια ζητήματα για το δικό της παροικιακό όφελος. Εάν όλες οι χώρες του ΝΑΤΟ το έπρατταν αυτό, η συμμαχία θα ήταν μη λειτουργική και θα έπαυε να αντιτάσσεται έναντι ενός ολοένα πιο ισχυρού άξονα, συμπεριλαμβανομένων των συντονισμένων επιθέσεων από τη Ρωσία, την Κίνα, το Ιράν και τη Βόρεια Κορέα.

Δεν ήταν πάντα έτσι. Η Άγκυρα υπήρξε μια σημαντική δύναμη μετριοπάθειας στις διαμάχες με άλλα μουσουλμανικά έθνη και παράγοντες, μεταξύ άλλων στο Αφγανιστάν, στο οποίο έστειλε στρατεύματα στο πλαίσιο της ανάπτυξης του ΝΑΤΟ. Ακόμη και πρόσφατα, στις 29 Δεκεμβρίου, η τουρκική κυβέρνηση ανακοίνωσε τη σύλληψη 189 ατόμων με φερόμενες διασυνδέσεις με τους τρομοκράτες του ISIL (ISIS).

Όμως, μετά τις επιθέσεις της 7ης Οκτωβρίου στο Ισραήλ, η Τουρκία υποστήριξε τη Χαμάς. Η τρομοκρατική ομάδα, την οποία ο πρόεδρος της Τουρκίας Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν αποκαλεί “μαχητές της ελευθερίας”, μπορεί να δρα σχετικά ελεύθερα στην Τουρκία. Το Ισραήλ ανακοίνωσε το σχέδιό του να κυνηγήσει τους πράκτορες της Χαμάς σε παγκόσμιο επίπεδο, συμπεριλαμβανομένης της Τουρκίας. Ακολούθησε η σύλληψη από την τουρκική κυβέρνηση 33 ατόμων με φερόμενες διασυνδέσεις με τις ισραηλινές μυστικές υπηρεσίες.

Το ΑΕΠ της Τουρκίας αυξήθηκε δραματικά από 202 δισεκατομμύρια δολάρια το 2001 σε 958 δισεκατομμύρια δολάρια το 2013 ( σημερινά δολάρια ΗΠΑ). Αλλά, έκτοτε, η οικονομία έμεινε στάσιμη. Το κατά κεφαλήν ΑΕΠ μειώθηκε κατά 15 τοις εκατό. Η κυβέρνηση φαίνεται να τυπώνει χρήμα ως απάντηση, μεταξύ άλλων για δήθεν διεφθαρμένα κατασκευαστικά έργα. Ο πληθωρισμός ανέρχεται σήμερα στο εκπληκτικό 65 τοις εκατό. Οι περισσότεροι Τούρκοι εργαζόμενοι βγάζουν λιγότερα από 300 δολάρια το μήνα.

Μέρος του προβλήματος είναι ο κ. Ερντογάν, ο οποίος έχει τον έλεγχο της οικονομίας και ευνοείται από τη Σαουδική Αραβία, το Κατάρ και τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα ως ισλαμιστής αντίπαλος της δυτικής επιρροής και της «εκκοσμίκευσης». Ο κ. Ερντογάν έγινε πρωθυπουργός το 2003, αλλά μόνο μέσω μιας αλλαγής στο σύνταγμα της χώρας κατάφερε να είναι υποψήφιος παρά την ποινική καταδίκη του. Ισχυρίστηκε απόπειρα πραξικοπήματος το 2008, την οποία χρησιμοποίησε για να στοχοποιήσει την αντιπολίτευση.

Διαδηλώσεις το 2013 και μια στρατιωτική εξέγερση διαλύθηκαν με σκληρά μέτρα, όπως δακρυγόνα και ξυλοδαρμούς. Και τα δύο έδωσαν στον κ. Ερντογάν δικαιολογίες για ευρεία καταστολή της κοινωνίας των πολιτών, μεταξύ άλλων κατά των ακτιβιστών και του Τύπου. Με δεκάδες χιλιάδες αντιπολιτευόμενους εκπαιδευτικούς, αστυνομικούς και άλλους δημόσιους υπαλλήλους να απολύονται και πάνω από 100 ειδησεογραφικά πρακτορεία να κλείνουν, η αυτολογοκρισία έγινε ο κανόνας. Ο κ. Ερντογάν έχει τώρα θάρρος να επεκτείνει τις εσωτερικές του επιθέσεις στο συνταγματικό δικαστήριο της Τουρκίας, του οποίου την εξουσία θέλει να περιορίσει.

Οι εθνικιστικές πολιτικές και ο αυταρχισμός του κ. Ερντογάν του παρέχουν δικαιολογίες για να προδώσει τους συμμάχους και τους πολίτες του. Ένα άρθρο στο τέλος του έτους από αναλυτές του Ινστιτούτου Cato σωστά σημείωσε: «Παρά το γεγονός ότι αποδεικνύει ξανά και ξανά ότι δεν είναι αξιόπιστος σύμμαχος, η Τουρκία συνεχίζει να λαμβάνει αμερικανικά όπλα αξίας εκατομμυρίων δολαρίων για να αγοράσει μια πίστη που έχει αποδειχθεί απρόθυμη να αποδείξει».

Ενώ οι Ηνωμένες Πολιτείες εξετάζουν το ενδεχόμενο αποδέσμευσης των μαχητικών αεροσκαφών F-16 στην Τουρκία για να διευκολύνουν την ένταξη της Φινλανδίας και της Σουηδίας στο ΝΑΤΟ, το F-35 θα πρέπει να είναι απαγορευτικό για οποιαδήποτε χώρα με έναν ηγέτη τόσο αυταρχικό και αναξιόπιστο όσο η Τουρκία. Θα πρέπει να εξεταστούν πρόσθετα μέτρα, συμπεριλαμβανομένων αυξημένων δασμών και εμπορικών κυρώσεων, για να ενθαρρυνθεί η Άγκυρα να υποστηρίξει πιο διεξοδικά τη δημοκρατία, τις Ηνωμένες Πολιτείες και τους στενότερους συμμάχους μας στην G7.

Οι απόψεις που εκφράζονται σε αυτό το άρθρο αποτελούν απόψεις του συγγραφέα και δεν αντανακλούν απαραίτητα τις απόψεις της Epoch Times.

 

Ο Anders Corr έχει πτυχίο/μεταπτυχιακό στις πολιτικές επιστήμες από το Πανεπιστήμιο του Γέιλ (2001) και διδακτορικό στη διοίκηση από το Πανεπιστήμιο του Χάρβαρντ (2008). Είναι επικεφαλής της Corr Analytics Inc., εκδότης του περιοδικού Journal of Political Risk, και έχει διεξάγει εκτεταμένη έρευνα στη Βόρεια Αμερική, την Ευρώπη και την Ασία. Τα τελευταία του βιβλία είναι τα “The Concentration of Power: Institutionalization, Hierarchy, and Hegemony” (2021) και “Great Powers, Grand Strategies: The New Game in the South China Sea” (2018).