Τρίτη, 03 Ιούν, 2025

Κίνα, Ρωσία και Ιράν σε συνομιλίες για την ανάπτυξη πυρηνικών όπλων

Η κομμουνιστική ηγεσία της Κίνας θα φιλοξενήσει αυτή την εβδομάδα αξιωματούχους από τη Ρωσία και το Ιράν για συνομιλίες σχετικά με ζητήματα που αφορούν την ανάπτυξη πυρηνικών όπλων.

Η συνάντηση, που θα πραγματοποιηθεί στο Πεκίνο στις 14 Μαρτίου, θα επικεντρωθεί ιδιαίτερα στο πυρηνικό πρόγραμμα του Ιράν, σύμφωνα με το υπουργείο Εξωτερικών της Κίνας.

Τη συνάντηση θα προεδρεύσει ο Κινέζος υφυπουργός Εξωτερικών Μα Ζαοσού, ο οποίος θα συζητήσει το ζήτημα με τους υφυπουργούς Εξωτερικών της Μόσχας και της Τεχεράνης, όπως ανέφερε εκπρόσωπος του υπουργείου Εξωτερικών σε συνέντευξη Τύπου την Τετάρτη.

Η συνάντηση συμπίπτει χρονικά με μια κεκλεισμένων των θυρών συνεδρίαση του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ στη Νέα Υόρκη, που θα πραγματοποιηθεί την ίδια ημέρα και θα αφορά τα αυξανόμενα αποθέματα ουρανίου του Ιράν, τα οποία πλησιάζουν την ποιότητα που απαιτείται για την κατασκευή όπλων.

Επιπλέον, η συνάντηση ακολουθεί στενά τη δήλωση του Αμερικανού προέδρου Ντόναλντ Τραμπ την περασμένη εβδομάδα, σύμφωνα με την οποία οι Ηνωμένες Πολιτείες θα επιδιώξουν να διαπραγματευτούν μια νέα πυρηνική συμφωνία με το Ιράν, αντικαθιστώντας εκείνη από την οποία αποχώρησαν κατά την πρώτη θητεία του.

Ο Τραμπ επανέλαβε τη θέση των ΗΠΑ ότι το Ιράν δεν πρέπει ποτέ να αποκτήσει πυρηνικά όπλα και δήλωσε ότι είναι ανοιχτός σε μια νέα συμφωνία, διαφορετικά ενδέχεται να καταφύγει σε στρατιωτική δράση.

«Έρχονται ενδιαφέρουσες μέρες. Αυτό μόνο μπορώ να σας πω. Είμαστε στα τελικά στάδια με το Ιράν… Δεν μπορούμε να τους επιτρέψουμε να αποκτήσουν πυρηνικό όπλο», δήλωσε ο Τραμπ.

«Τους έχω στείλει επιστολή λέγοντας: “Ελπίζω να διαπραγματευτείτε, γιατί αν χρειαστεί να δράσουμε στρατιωτικά, θα είναι κάτι τρομερό”», πρόσθεσε.

Η Τεχεράνη δεν διαθέτει αυτή τη στιγμή όπλα μαζικής καταστροφής, ωστόσο συνεχίζει να εμπλουτίζει ουράνιο κοντά στα επίπεδα που απαιτούνται για πυρηνικά όπλα, μετά την αποχώρηση των ΗΠΑ από τη διμερή πυρηνική συμφωνία το 2018, η οποία είχε θέσει περιορισμούς σε αυτές τις δραστηριότητες.

Έκθεση της Διεθνούς Υπηρεσίας Ατομικής Ενέργειας, με έδρα τη Βιέννη, ανέφερε τον περασμένο μήνα ότι το Ιράν διαθέτει περίπου 275 κιλά ουρανίου εμπλουτισμένου έως και 60%.

Αυτό το επίπεδο καθαρότητας απέχει ελάχιστα από το 90% που απαιτείται για την κατασκευή πυρηνικού όπλου και αντιπροσωπεύει αύξηση περίπου 40% στην ποσότητα εμπλουτισμένου ουρανίου του Ιράν από τον περασμένο Αύγουστο.

Σύμφωνα με την έκθεση, η ποσότητα αυτή θα επέτρεπε στην Τεχεράνη να κατασκευάσει περίπου 6 πυρηνικά όπλα, εάν το επέλεγε.

Από την πλευρά της, η Μόσχα έχει εκφράσει προθυμία να λειτουργήσει ως μεσολαβητής μεταξύ Ουάσιγκτον και Τεχεράνης, καθώς η κυβέρνηση Τραμπ επιδιώκει την εξομάλυνση των σχέσεων με τη Ρωσία.

Οι σχέσεις μεταξύ Ιράν και Ρωσίας έχουν εμβαθυνθεί από την έναρξη της ευρείας κλίμακας εισβολής στην Ουκρανία το 2022, με τις δύο χώρες να υπογράφουν στρατηγική συμφωνία συνεργασίας που περιλαμβάνει ανταλλαγές όπλων και στρατιωτικής τεχνογνωσίας.

Αμφότερες διατηρούν επίσης στενές διπλωματικές και οικονομικές σχέσεις με την κομμουνιστική Κίνα.

Η Κίνα, από την πλευρά της, βρίσκεται στη διαδικασία ταχείας ανάπτυξης του πυρηνικού της οπλοστασίου, γεγονός που έχει προκαλέσει αντιδράσεις από τις Ηνωμένες Πολιτείες και τους συμμάχους τους.

Το Πεντάγωνο εκτιμά ότι η Κίνα θα διαθέτει πάνω από 1.000 πυρηνικές κεφαλές έως το 2030 και ότι ήδη διαθέτει περισσότερους εκτοξευτές διηπειρωτικών πυραύλων από τις ΗΠΑ.

Ο ηγέτης του Κομμουνιστικού Κόμματος της Κίνας, Σι Τζινπίνγκ, έχει δηλώσει ότι στηρίζει τις προσπάθειες του Ιράν να διασφαλίσει την ασφάλειά του, ενώ η Κίνα αποτελεί βασικό παράγοντα στις προσπάθειες της Τεχεράνης να παρακάμψει τις διεθνείς κυρώσεις στις πωλήσεις πετρελαίου της.

Η Κίνα άρχισε να εισάγει ρεκόρ ποσοτήτων ιρανικού πετρελαίου μετά την επιβολή διεθνών κυρώσεων το 2022. Την επόμενη χρονιά, κρατικές κινεζικές εταιρείες έκλεισαν συμφωνίες ανταλλαγής με το Ιράν, παρακάμπτοντας έτσι την ανάγκη για συναλλαγές με νόμισμα που θα μπορούσε να υπόκειται σε κυρώσεις. Σε αυτές περιλαμβανόταν και μια επένδυση ύψους 2,64 δισεκατομμυρίων δολαρίων στο μεγαλύτερο αεροδρόμιο του Ιράν.

Πώς εκτυλίχθηκε ο πόλεμος στην Ουκρανία και πώς μπορεί να τελειώσει

Τρία χρόνια μετά τον πόλεμο της Ουκρανίας, γίνονται τα πρώτα βήματα προς μια πιθανή ειρηνευτική συμφωνία.

Ο Ουκρανός πρόεδρος Βολοντιμίρ Ζελένσκι επισκέπτεται τον Λευκό Οίκο στις 28 Φεβρουαρίου για να συζητήσει ένα πλαίσιο μεταξύ Κιέβου και Ουάσιγκτον που θα μπορούσε να ανταλλάξει μεγάλα κέρδη από τα ορυκτά σπάνιων γαιών και το φυσικό αέριο της Ουκρανίας, με πιθανές εγγυήσεις ασφαλείας από τις Ηνωμένες Πολιτείες και τους συμμάχους τους.

Η Ουάσιγκτον και η Μόσχα συμφώνησαν επίσης να αρχίσουν να εργάζονται προς ένα πλαίσιο για τον τερματισμό του πολέμου. Αυτές οι συζητήσεις, αν και βρίσκονται στα αρχικά στάδια, φαίνεται πιθανό να οδηγήσουν σε συμφωνία των Ηνωμένων Πολιτειών στο αίτημα της Μόσχας να μην εξετάσει ποτέ την Ουκρανία για ένταξη στο ΝΑΤΟ.

Ο πρόεδρος των ΗΠΑ Ντόναλντ Τραμπ είπε ότι πιστεύει ότι ο Ζελένσκι θα πρέπει να κάνει παραχωρήσεις στη Ρωσία και η αμερικανική κυβέρνηση έχει δηλώσει ότι δεν είναι ρεαλιστικό να περιμένει κανείς ότι η Ουκρανία θα μπορούσε να διατηρήσει τα προπολεμικά της σύνορα.

Πολλά απομένουν να επιλυθούν πριν τελειώσει η σύγκρουση, αλλά είναι σαφές ότι ο πρώτος ευρωπαϊκός κατακτητικός πόλεμος του 21ου αιώνα έχει αναδιαμορφώσει ριζικά την Ευρώπη, τόσο εντός όσο και εκτός χάρτη.

Από μια λαϊκή εξέγερση μέχρι τη συνεχιζόμενη εισβολή της Ρωσίας, εδώ είναι μια ματιά σε μερικά από τα μεγαλύτερα γεγονότα που διαμόρφωσαν τον πόλεμο.

Euromaidan

Ένα κύμα μαζικών διαδηλώσεων συγκλόνισε τα αστικά κέντρα σε όλη την Ουκρανία τον Νοέμβριο και τον Δεκέμβριο του 2013, με τα μεγαλύτερα πλήθη να συγκεντρώνονται στο Maidan Nezalezhnosti (πλατεία Ανεξαρτησίας) στο Κίεβο.

Οι διαμαρτυρίες πυροδοτήθηκαν από την αιφνιδιαστική απόφαση του τότε προέδρου Βίκτορ Γιανουκόβιτς να μην υπογράψει μια συμφωνία με την Ευρωπαϊκή Ένωση (ΕΕ) που είχε προηγουμένως εγκριθεί από το Κοινοβούλιο.

Αυτή η συμφωνία θα είχε δεσμεύσει την Ουκρανία σε μέτρα κατά της διαφθοράς και πρόσθετες οικονομικές, δικαστικές, και χρηματοπιστωτικές μεταρρυθμίσεις για να αυξήσει τη συμβατότητα της πολιτικής της με τα κράτη της ΕΕ.

Θα είχε επίσης συμμορφώσει σταδιακά τις βιομηχανίες της Ουκρανίας με τα τεχνικά και καταναλωτικά πρότυπα της ΕΕ, ενώ θα είχε αυξήσει την πολιτική και οικονομική υποστήριξη της ΕΕ προς την Ουκρανία.

Αντίθετα, ο Γιανουκόβιτς εγκατέλειψε τη συμφωνία και μονομερώς επέλεξε να επιδιώξει στενότερους δεσμούς με τη Μόσχα υπογράφοντας συμφωνία για την πώληση ευρωομολόγων 15 δισεκατομμυρίων δολαρίων στη Ρωσία, η οποία περιελάμβανε επίσης τη μείωση του κόστους του φυσικού αερίου.

Οι διαδηλωτές καταδίκασαν την κίνηση ως δολιοφθορά στις προσπάθειες του έθνους να επιδιώξει στενότερους δεσμούς με την Ευρώπη. Το κίνημα Euromaidan αναπτύχθηκε γρήγορα λόγω της δυσαρέσκειας για την κυβερνητική διαφθορά, τις καταχρήσεις εξουσίας, τις παραβιάσεις των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και την επιρροή των ολιγαρχών.

Ο Βιτάλι Ζακαρτσένκο, υπουργός Εσωτερικών της Ουκρανίας, αναγκάστηκε να ζητήσει συγγνώμη για αυτό που περιέγραψε ως κατάχρηση εξουσίας μετά από ένα περιστατικό στο οποίο μια επίλεκτη μονάδα ΜΑΤ τρομοκράτησε μια ομάδα διαδηλωτών, τραυματίζοντας περίπου 80 πολίτες, πολλοί από τους οποίους δεν συμμετείχαν στις διαδηλώσεις.

Αντικυβερνητικοί διαδηλωτές συγκεντρώνονται στην Πλατεία Ανεξαρτησίας στο Κίεβο της Ουκρανίας, στις 8 Δεκεμβρίου 2013. Χιλιάδες άνθρωποι διαμαρτύρονται κατά της κυβέρνησης για την απόφαση του Ουκρανού προέδρου Βίκτορ Γιανουκόβιτς να αναστείλει μια συμφωνία εμπορίου και εταιρικής σχέσης με την Ευρωπαϊκή Ένωση υπέρ των κινήτρων από την Ρωσία. (Brendan Hoffman/Getty Images)

 

Οι νόμοι κατά των διαδηλώσεων πυροδοτούν περαιτέρω εξεγέρσεις

Τον Ιανουάριο του 2014, μέλη του ουκρανικού κοινοβουλίου από το φιλορωσικό Κόμμα των Περιφερειών του Γιανουκόβιτς και το Κομμουνιστικό Κόμμα Ουκρανίας συγκάλεσαν μια αστραπιαία συνεδρίαση ψηφοφορίας ενώ άλλα μέλη του σώματος έλειπαν και δεν μπορούσαν να καταψηφίσουν τα μέτρα.

Οι νομοθέτες ψήφισαν μια σειρά από 11 νόμους που στόχευαν να καταπνίξουν τη διαφωνία και να περιορίσουν τις δημόσιες διαμαρτυρίες που γρήγορα ονομάστηκαν από τους επικριτές ως «νόμοι δικτατορίας».

Οι νόμοι επέτρεπαν στην κυβέρνηση να φυλακίζει Ουκρανούς για διάδοση παραπληροφόρησης στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης ή συκοφαντία κυβερνητικών αξιωματούχων και όριζε ότι όλα τα μέσα ενημέρωσης και τα κινητά τηλέφωνα με διαδικτυακή πρόσβαση πρέπει να καταχωρούνται στην κυβέρνηση.

Οι νόμοι εισήγαγαν επίσης ποινή φυλάκισης 10 ετών για διαδηλωτές που απέκλεισαν την είσοδο σε κυβερνητικό κτίριο, μια βασική τακτική μεταξύ των διαδηλωτών του Euromaidan.

Η νομιμότητα της ψηφοφορίας τέθηκε υπό αμφισβήτηση, καθώς κάθε μέτρο είχε περάσει με ανάταση του χεριού με προσχεδιασμένο τρόπο που οι επικριτές είπαν ότι είχε προχωρήσει πολύ γρήγορα για να καταμετρηθούν πραγματικά οι ψήφοι.

Η οργή για αυτό προκάλεσε περαιτέρω εξεγέρσεις.

Επανάσταση της αξιοπρέπειας

Χάος και βία εξαπλώθηκαν στο Κίεβο τον Ιανουάριο και τον Φεβρουάριο του 2014, καθώς οι κυβερνητικές και αστυνομικές δυνάμεις προσπάθησαν να καταστείλουν το αυξανόμενο κίνημα διαμαρτυρίας.

Οι πιο πολύνεκρες συγκρούσεις σημειώθηκαν από τις 18 έως τις 20 Φεβρουαρίου, όταν χιλιάδες διαδηλωτές προχώρησαν προς το Κοινοβούλιο με επικεφαλής ακτιβιστές με ασπίδες και κράνη.

Ελεύθεροι σκοπευτές της αστυνομίας πυροβόλησαν και σκότωσαν αρκετούς διαδηλωτές προτού ξεσπάσουν συγκρούσεις απευθείας μεταξύ διαδηλωτών και ΜΑΤ, οπότε πολλοί διαδηλωτές ξυλοκοπήθηκαν μέχρι θανάτου από την αστυνομία ενώ άλλοι πυροβολήθηκαν αδιακρίτως.

Η βία είχε ως αποτέλεσμα τον θάνατο 108 πολιτών και 13 αστυνομικών.

Ο Γιανουκόβιτς και η αντιπολίτευση υπέγραψαν συμφωνία για τον σχηματισμό προσωρινής κυβέρνησης ενότητας μετά την παραίτηση της κυβέρνησής του. Η αστυνομία εγκατέλειψε το κέντρο του Κιέβου και οι διαδηλωτές κατέλαβαν τον έλεγχο μεγάλου μέρους της περιοχής, συνεχίζοντας να συντονίζουν τις επιχειρήσεις έξω από ένα φραγμένο στρατόπεδο διαδηλώσεων στην Πλατεία Ανεξαρτησίας.

Οι διαδηλωτές γκρέμισαν και παραμόρφωσαν τα αγάλματα των κομμουνιστών ηγετών της σοβιετικής εποχής, τα οποία είχαν γίνει αντιληπτά ως σύμβολα κακής ρωσικής επιρροής.

Διαδηλωτές προχωρούν σε νέες θέσεις στο Κίεβο της Ουκρανίας, στις 20 Φεβρουαρίου 2014. Ανώτατοι αξιωματούχοι απομακρύνθηκαν από το κεντρικό κυβερνητικό κτίριο της Ουκρανίας κοντά σε συγκρούσεις στην καρδιά της πόλης. (Λουίζα Γουλιαμάκη/AFP μέσω Getty Images)

 

Ο Γιανουκόβιτς διώχνεται από το Κίεβο, φεύγει στη Ρωσία

Ο Γιανουκόβιτς έφυγε κρυφά από το Κίεβο τη νύχτα της 21ης ​​Φεβρουαρίου. Το κίνημα διαμαρτυρίας χαιρέτισε τη στιγμή ως επαναστατική νίκη ενάντια σε ένα διεφθαρμένο μετασοβιετικό καθεστώς.

Στις 22 Φεβρουαρίου, 328 από τα 450 μέλη του Κοινοβουλίου ψήφισαν υπέρ της απομάκρυνσης του Γιανουκόβιτς από το αξίωμα, λέγοντας ότι είχε εγκαταλείψει τα καθήκοντά του. Κανείς δεν καταψήφισε το μέτρο και 36 μέλη του κόμματος του ίδιου του προέδρου το ψήφισαν.

Το κοινοβούλιο ψήφισε επίσης με 386-0 για να επαναφέρει το σύνταγμα του έθνους του 2004, το οποίο ήταν όρος της προηγούμενης συμφωνίας με την ΕΕ την οποία είχε παραβιάσει ο Γιανουκόβιτς.

Εκείνο το βράδυ, σε μια τηλεοπτική ομιλία από την ανατολική Ουκρανία, ο Γιανουκόβιτς δήλωσε ότι δεν θα παραιτηθεί, λέγοντας ότι ήταν «ο νόμιμος αρχηγός του ουκρανικού κράτους» και ότι η επαναφορά του κοινοβουλίου στο σύνταγμα του 2004 ήταν παράνομη, επειδή δεν είχε υπογράψει τη δράση.

Ο Γιανουκόβιτς και άλλοι στενοί αξιωματούχοι του καθεστώτος του εμποδίστηκαν από Ουκρανούς συνοριοφύλακες να πετάξουν έξω από τη χώρα καθώς η ηγεσία του Κιέβου διατύπωσε κατηγορίες προδοσίας και μαζικής δολοφονίας εναντίον του.

Στη συνέχεια, ο Γιανουκόβιτς ζήτησε και έλαβε υποστήριξη από μυστικούς Ρώσους στρατιωτικούς χειριστές, οι οποίοι τον μετέφεραν λαθραία από την επαρχία Ντόνετσκ στην Κριμαία και τελικά στη Ρωσία, όπου έλαβε άσυλο από τον Ρώσο πρόεδρο Βλαντιμίρ Πούτιν.

Ο Ρώσος πρόεδρος Βλαντιμίρ Πούτιν (δ) κάνει χειραψία με τον Ουκρανό ομόλογό του Βίκτορ Γιανουκόβιτς, στο Σότσι της Ρωσίας, στις 7 Φεβρουαρίου 2014. (Alexei Nikolsky/RIA-NOVOSTI/AFP μέσω Getty Images)

 

Ξεσπούν αντεπαναστατικές διαδηλώσεις

Ο Γιανουκόβιτς καταδικάστηκε τον Μάρτιο του 2014 ερήμην για εσχάτη προδοσία κατά της Ουκρανίας και καταζητήθηκε για μαζική δολοφονία λόγω των ενεργειών του εναντίον διαδηλωτών τον προηγούμενο μήνα.

Από τη Μόσχα, συνέχισε να διακηρύσσει ότι είναι ο νόμιμος πρόεδρος της Ουκρανίας και να καλεί τους Ουκρανούς να αντισταθούν σε αυτό που χαρακτήρισε παράνομη κυβέρνηση στο Κίεβο.

Τα ρωσικά κρατικά μέσα ενημέρωσης άρχισαν να περιγράφουν την ανατροπή του προέδρου ως πραξικόπημα που οργανώθηκε από τις υπηρεσίες πληροφοριών των ΗΠΑ και αντεπαναστατικές διαδηλώσεις ξέσπασαν στη νότια και ανατολική Ουκρανία, όπου το μεγαλύτερο μέρος του πληθυσμού μιλά τα ρωσικά ως πρώτη τους γλώσσα.

Από φόβο ότι οι διαδηλωτές υπέρ του Γιανουκόβιτς στην ανατολική Ουκρανία επηρεάζονταν από τη ρωσική προπαγάνδα, το ουκρανικό κοινοβούλιο ενέκρινε νομοσχέδιο για την ανάκληση του καθεστώτος της ρωσικής ως επίσημης κρατικής γλώσσας.

Το νομοσχέδιο δεν ψηφίστηκε, αλλά προκάλεσε μαζική οργή και φόβο στις ανατολικές και νότιες περιοχές της Ουκρανίας.

Χιλιάδες αντεπαναστάτες διαδηλωτές πραγματοποίησαν πορεία κατά της νέας κυβέρνησης σε πολλές μεγάλες πόλεις.

Στο Χάρκοβο, αντικυβερνητικοί διαδηλωτές φρουρούσαν ένα άγαλμα του κομμουνιστή ηγέτη Βλαντιμίρ Λένιν και εμπόδισαν αξιωματούχους να εισέλθουν στο κτίριο του δημοτικού συμβουλίου.

Δημόσιες έρευνες αποκάλυψαν ότι οι περισσότεροι άνθρωποι στη ρωσόφωνη ανατολή της Ουκρανίας θεωρούσαν όλα τα επίπεδα της νέας κυβέρνησης παράνομα.

Φιλορώσοι διαδηλωτές φέρουν ρωσικές σημαίες κατά τη διάρκεια συγκέντρωσης στο Χάρκοβο της Ουκρανίας, στις 23 Μαρτίου 2014. (Sergey Bobok/AFP μέσω Getty Images)

 

Η προσάρτηση της Κριμαίας

Στα τέλη Φεβρουαρίου 2014, ο Σεργκέι Ακσιόνοφ, Ρώσος υπήκοος, εξελέγη πρωθυπουργός της Κριμαίας αφού κάλεσε το Κοινοβούλιο σε μια κεκλεισμένων των θυρών συνεδρίαση παρουσία ένοπλων Ρώσων στρατιωτών.

Ο διορισμός απαιτούσε την έγκριση του προέδρου, την οποία παρέδωσε ο Γιανουκόβιτς από την Μόσχα.

Καθ’ όλη τη διάρκεια του Μαρτίου, ο Γιανουκόβιτς συνέχισε να προτρέπει τα μέλη του ουκρανικού στρατού να μην υπακούουν στις εντολές της νέας κυβέρνησης.

Ρωσικά στρατεύματα άρχισαν να διεισδύουν κρυφά στη χερσόνησο της Κριμαίας στη νότια Ουκρανία.

Ο εκπρόσωπος της Ρωσίας στα Ηνωμένα Έθνη προκάλεσε ταραχή όταν ενημέρωσε το Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ ότι ο Γιανουκόβιτς είχε ζητήσει ρωσική στρατιωτική βοήθεια για την προστασία των ρωσόφωνων πολιτών στην Ουκρανία.

Στις 4 Μαρτίου, ο Πούτιν είπε στους δημοσιογράφους ότι η αποστολή στρατευμάτων στην Ουκρανία ήταν νόμιμη επειδή ο Γιανουκόβιτς ήταν ο «νόμιμος πρόεδρος» της Ουκρανίας και το είχε ζητήσει.

Οι ρωσικές ειδικές δυνάμεις και οι τοπικοί παραστρατιωτικοί κατέλαβαν κυβερνητικά κτίρια στην Κριμαία καθ’ όλη τη διάρκεια του μήνα, υψώνοντας ρωσικές σημαίες όπου κι αν πήγαιναν.

Εκατοντάδες αντικυβερνητικοί διαδηλωτές απέκλεισαν επίσης την πρόσβαση στο Κοινοβούλιο της Κριμαίας, απαιτώντας από τους τοπικούς νομοθέτες να μην αναγνωρίσουν τη νέα κυβέρνηση στο Κίεβο ως νόμιμη και ζητώντας δημοψήφισμα για το καθεστώς της Κριμαίας ως αυτόνομης δημοκρατίας.

Στις 11 Μαρτίου, το Ανώτατο Συμβούλιο της Κριμαίας και το Δημοτικό Συμβούλιο της Σεβαστούπολης εξέδωσαν διακηρύξεις ότι η Αυτόνομη Δημοκρατία της Κριμαίας και η πόλη της Σεβαστούπολης ήταν ένα κυρίαρχο κράτος που ονομάζεται Δημοκρατία της Κριμαίας. Η τοπική Βουλή διαλύθηκε.

Η ουκρανική νομοθεσία απαιτεί από το Ανώτατο Συμβούλιο της Κριμαίας να διαβουλεύεται με τον πρόεδρο της Ουκρανίας για να προβεί σε μια τέτοια πορεία.

Σε ένα πλήγμα στη νέα κυβέρνηση στο Κίεβο, οι ηγέτες της Κριμαίας αναγνώρισαν τον Γιανουκόβιτς ως νόμιμο πρόεδρο και έλαβαν την έγκρισή του από τη Μόσχα.

Το δημοψήφισμα για την κήρυξη της ανεξαρτησίας της Κριμαίας ήταν παράνομο σύμφωνα με το Σύνταγμα της Ουκρανίας που αναγνωρίστηκε στο Κίεβο και ουσιαστικά έθεσε την Ουκρανία σε κατάσταση εμφυλίου πολέμου.

Ο Ακσιόνοφ, ως νέος πρωθυπουργός της Κριμαίας, ζήτησε από τον Πούτιν βοήθεια για τη διασφάλιση της ειρήνης στην Κριμαία και ο Πούτιν ενέκρινε μια άμεση ρωσική στρατιωτική επέμβαση.

Ο πρωθυπουργός της Κριμαίας Σεργκίι Ακσιόνοφ μιλάει κατά τη διάρκεια συνέντευξης Τύπου στη Συμφερούπολη, δύο ημέρες πριν από το δημοψήφισμα στην Κριμαία σχετικά με την προσπάθειά της να αποχωριστεί από την Ουκρανία και να ενωθεί με τη Ρωσία, στις 14 Μαρτίου 2014. (Filippo Monteforte/AFP μέσω Getty Images)

 

Οι πολιτείες του Ντονμπάς αποχωρούν

Καθώς η Ρωσία κατέλαβε και προσάρτησε την Κριμαία, ένοπλοι φιλορώσοι αυτονομιστές άρχισαν να καταλαμβάνουν κυβερνητικά κτίρια στις ανατολικές επαρχίες του Ντονέτσκ και του Λουχάνσκ, γνωστές συλλογικά ως Ντονμπάς.

Οι ηγέτες των ανταρτών ανακοίνωσαν δημοψήφισμα για το εάν το Ντονέτσκ έπρεπε να ενταχθεί στη Ρωσική Ομοσπονδία και να εκλέξει αρκετούς Ρώσους πολίτες στην κυβέρνηση.

Τον Απρίλιο του 2024, αντάρτες στο Ντονέτσκ και το Λουχάνσκ, που συνορεύουν με τη Ρωσία, ανακοίνωσαν επίσημα ότι αποσχίζονται από την Ουκρανία για να σχηματίσουν την ανεξάρτητη Λαϊκή Δημοκρατία του Ντονέτσκ (DPR) και τη Λαϊκή Δημοκρατία του Λουχάνσκ (LPR).

Τα δύο αποσχισμένα κράτη χαρακτηρίστηκαν στα διεθνή μέσα ενημέρωσης ως κράτη-μαριονέτα της Μόσχας.

Η Ρωσία δεν αναγνώρισε επίσημα την ανεξαρτησία τους, αλλά ρωσικά όπλα και μαχητές άρχισαν να ξεχύνονται στα σύνορα για να υποστηρίξουν τους αντάρτες.

Ένας χάρτης που δείχνει τον ρωσικό εδαφικό έλεγχο στην Ουκρανία πριν από την εισβολή του 2022. (Εικόνα: The Epoch Times)

 

Αρχίζει ο πόλεμος στο Ντονμπάς

Η απόσχιση του Ντονέτσκ και του Λουχάνσκ ξεκίνησε μια δεκαετία εσωτερικής σύγκρουσης που κατέστρεψε την Ουκρανία, με εκείνους στην ευρωκεντρική δυτική χώρα να θεωρούν τους αυτονομιστές τρομοκράτες και εκείνους στη ρωσοκεντρική ανατολή να χαρακτηρίζουν το Κίεβο ως παράνομο.

Δεκάδες χιλιάδες Ρώσοι πολίτες πέρασαν τα σύνορα στο Ντονμπάς κατά τη διάρκεια του έτους για να βοηθήσουν τους αντάρτες και η Μόσχα άρχισε να στέλνει κρυφά βετεράνους για να εκπαιδεύσουν τους μαχητές εκεί.

Η Ουκρανία έστειλε μια αντιτρομοκρατική στρατιωτική αποστολή στην περιοχή και ανακατέκτησε το μεγαλύτερο μέρος των χαμένων εδαφών της μέχρι τον Αύγουστο του 2014.

Σε απάντηση στα κερδισμένα εδάφη της Ουκρανίας, η Ρωσία άρχισε να στέλνει απευθείας στρατεύματα, άρματα μάχης, και πυροβολικό στο Ντονμπάς. Με τη ρωσική υποστήριξη, οι αντάρτες άρχισαν στη συνέχεια να ανακτούν τα εδάφη από τον ουκρανικό στρατό.

Ουκρανοί στρατιώτες του τάγματος εθελοντών Ντονμπάς συμμετέχουν σε επιχειρήσεις καθαρισμού σε ένα χωριό στην περιοχή Λυσιχάνσκ της περιοχής Λουγκάνσκ, που ελέγχεται από φιλορώσους αυτονομιστές, στις 28 Ιαν. 2015. (-/AFP μέσω Getty Images)

 

Συμφωνίες του Μινσκ

Το Κίεβο και η Μόσχα προσπάθησαν να καταλήξουν σε μια σειρά από τελικά ανεπιτυχείς συμφωνίες κατάπαυσης του πυρός ξεκινώντας τον Σεπτέμβριο του 2014.

Στο Μινσκ, την πρωτεύουσα της γειτονικής Λευκορωσίας, εκπρόσωποι από την Ουκρανία, τη Ρωσία, το DPR, και το LPR συμφώνησαν σε όρους που περιλαμβάνουν άμεση κατάπαυση του πυρός, ανταλλαγή αιχμαλώτων, πολιτικές παραχωρήσεις στο Ντονέτσκ και το Λουχάνσκ, και την επιστροφή του ελέγχου των συνόρων στην Ουκρανία.

Οι μάχες συνεχίστηκαν σποραδικά ανεξάρτητα από τη συμφωνία και η κάθε πλευρά κατηγορούσε την άλλη για παραβίαση των όρων.

Περαιτέρω διαπραγματεύσεις κατέληξαν στη δεύτερη συμφωνία του Μινσκ τον Φεβρουάριο του 2015, μια εκτεταμένη και πιο λεπτομερή έκδοση του αρχικού πρωτοκόλλου, αν και δεν κατάφερε να επιφέρει πλήρως την ειρήνη.

Η σύγκρουση παρέμεινε άλυτη και οι αντάρτικες ενέργειες και από τις δύο πλευρές οδήγησαν τελικά στην πλήρη εγκατάλειψη της κατάπαυσης του πυρός.

 

(δ–α) Ο Ρώσος πρεσβευτής στην Ουκρανία Μιχαήλ Ζουραμπόφ, ο ηγέτης της Λαϊκής Δημοκρατίας του Λουχάνσκ, Ιγκόρ Πλοτνίτσκι, η απεσταλμένη του OSCE, Χάιντι Ταλιαβίνι, και ο πρώην πρόεδρος της Ουκρανίας, Λεονίντ Κούτσμα, κάνουν επίσημη δήλωση σχετικά με την υπογραφή συμφωνίας κατάπαυσης του πυρός, στο Μινσκ της Λευκορωσίας, στις 5 Σεπτεμβρίου 2014.

 

Έκρηξη σφοδρών μαχών στο Ντονμπάς

Από το 2017 έως το 2019, η Ουκρανία και οι δυνάμεις των ανταρτών που υποστηρίζονται από τη Ρωσία συμφώνησαν και στη συνέχεια εγκατέλειψαν γρήγορα περισσότερες από δώδεκα ρυθμίσεις κατάπαυσης του πυρός.

Ο ουκρανικός στρατός άρχισε να εντείνει τις επιχειρήσεις κατά των ανταρτών στο Ντονμπάς.

Εν τω μεταξύ, η Ρωσία άρχισε ολοένα και περισσότερο να προτείνει ότι η ανεξαρτησία του DPR και του LPR από την Ουκρανία ήταν νόμιμη, παραχωρώντας πρώτα ρωσικές πινακίδες σε όσους ζουν στις περιοχές και τελικά μοιράζοντας ρωσικά διαβατήρια στους κατοίκους των ανταρτικών περιοχών.

Η ουκρανική κυβέρνηση καταδίκασε τη διανομή διαβατηρίων από τη Ρωσία ως ένα βήμα προς την προσάρτηση της περιοχής.

Φοβούμενο ότι δεν θα μπορέσει να υπερασπιστεί την κυριαρχία του, το ουκρανικό κοινοβούλιο ψήφισε με 334-17 για την τροποποίηση του συντάγματος του έθνους για να δηλώσει ότι ο στρατηγικός του στόχος ήταν η ένταξη στην ΕΕ και το ΝΑΤΟ, κωδικοποιώντας έναν βασικό στόχο του Κιέβου από τη δεκαετία του 1990.

Η κίνηση χρησίμευσε επίσης για να κατοχυρώσει νομικά την πολιτιστική ρήξη μεταξύ του ευρωπαϊκού Κιέβου και της ευρασιατικής Μόσχας, επιβεβαιώνοντας την ευρωπαϊκή ταυτότητα του ουκρανικού λαού, για τον οποίον ο Πούτιν είχε προτείνει ότι ανήκει στη ρωσική σφαίρα επιρροής.

Κλιμάκωση των εχθροπραξιών, μάζα ρωσικών στρατευμάτων στα σύνορα

Τον Μάρτιο του 2021, ο ρωσικός στρατός άρχισε να μεταφέρει μεγάλες ποσότητες όπλων και εξοπλισμού στα σύνορα της Ουκρανίας.

Στρατεύματα και εξοπλισμός μεταφέρθηκαν στα σύνορα από τη Σιβηρία και αναπτύχθηκαν πέρα ​​από τα σύνορα στην Κριμαία, τη Ρωσία, και τη Λευκορωσία.

Η κίνηση αυτή ήταν η μεγαλύτερη απροειδοποίητη στρατιωτική επιχείρηση από την ανατροπή της Κριμαίας το 2014.

Ο Ζελένσκι συναντήθηκε με την ηγεσία του ΝΑΤΟ, επιβεβαίωσε την επιθυμία του Κιέβου να ενταχθεί στη στρατιωτική συμμαχία, και είπε ότι φοβάται μια ευρείας κλίμακας επίθεση από τη Ρωσία.

Ο αξιωματούχος του Κρεμλίνου Ντμίτρι Κόζακ απάντησε ότι οι ρωσικές δυνάμεις θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν για την υπεράσπιση των Ρώσων πολιτών στην Ουκρανία και ότι οποιαδήποτε άμεση σύγκρουση μεταξύ των δύο εθνών θα σήμαινε «την αρχή του τέλους της Ουκρανίας».

Ο Γενικός Γραμματέας του ΝΑΤΟ Γιενς Στόλτενμπεργκ (Δ) χαιρετίζει τον Ουκρανό πρόεδρο Βολοντιμίρ Ζελένσκι κατά τη διάρκεια συνέντευξης Τύπου μετά τη διμερή συνάντησή τους στα κεντρικά γραφεία της Ευρωπαϊκής Ένωσης στις Βρυξέλλες, στις 16 Δεκεμβρίου 2021. (John Thys/AFP μέσω Getty Images)

 

Η Μόσχα αιτείται στο ΝΑΤΟ

Τον Δεκέμβριο του 2021, η Μόσχα εξέδωσε μια σειρά αιτημάτων προς την Ουάσιγκτον και τους συμμάχους της στο ΝΑΤΟ, λέγοντάς τους ότι για να αποτρέψουν έναν πόλεμο, πρέπει να απαγορεύσουν στην Ουκρανία να ενταχθεί στη συμμαχία.

Ο Πούτιν ζήτησε επίσης από το ΝΑΤΟ να απομακρύνει όλα τα κοινά στρατεύματα και τα όπλα από τα έθνη της Ανατολικής Ευρώπης που είχαν ενταχθεί στη συμμαχία από την πτώση της Σοβιετικής Ένωσης.

Εκείνη την εποχή, η ηγεσία του ΝΑΤΟ διαβεβαίωσε τη Ρωσία ότι δεν θα επεκταθεί στη σφαίρα επιρροής της Μόσχας.

Οι συμφωνίες δεν ήταν δεσμευτικές και το ΝΑΤΟ συνέχισε να δέχεται νέα μέλη, συμπεριλαμβανομένων πρώην σοβιετικών κρατών, το οποίο η Μόσχα ισχυρίστηκε ότι ήταν απειλή για την εθνική της ασφάλεια.

Η Ουάσιγκτον απάντησε στα αιτήματα ασφαλείας της Ρωσίας, λέγοντας ότι δεν θα τερματίσει την πολιτική «ανοιχτών θυρών» του ΝΑΤΟ που επιτρέπει σε οποιοδήποτε έθνος να υποβάλει αίτηση για ένταξη, αλλά ότι είναι πρόθυμη να συνεργαστεί με τη Μόσχα για μια «ρεαλιστική αξιολόγηση» των ρωσικών ανησυχιών για την ασφάλεια.

Το ΝΑΤΟ συμφώνησε να μην στείλει στρατεύματα στην Ουκρανία, αλλά προειδοποίησε για αυστηρές οικονομικές κυρώσεις εάν ο Πούτιν αναλάβει στρατιωτική δράση κατά της Ουκρανίας.

Δύο ημέρες αργότερα, η Μόσχα εξέδωσε ανακοίνωση λέγοντας ότι τα αιτήματά της δεν ικανοποιήθηκαν. Το ΝΑΤΟ έθεσε αρκετές μονάδες σε ετοιμότητα και ενίσχυσε την Ανατολική Ευρώπη με επιπλέον πλοία και αεροσκάφη.

Υπάλληλοι ξεφορτώνουν ένα αεροπλάνο μεταφοράς στρατιωτικής βοήθειας των ΗΠΑ στο αεροδρόμιο Μπορυσπίλ στο Κίεβο, Ουκρανία, στις 5 Φεβ. 2022. (Genya Savilov/AFP μέσω Getty Images)

 

Η Ρωσία εισβάλλει στην Ουκρανία

Σε μια μεταμεσονύκτια ομιλία στις 21 Φεβρουαρίου 2022, ο Πούτιν αναγνώρισε επισήμως την ανεξαρτησία του DPR και του LPR και ανακοίνωσε μια Συνθήκη Φιλίας, Συνεργασίας και Αμοιβαίας Βοήθειας με τα δύο κράτη.

Στη συνέχεια, ο Πούτιν δήλωσε ότι η ίδια η Ουκρανία ήταν «αναφαίρετο μέρος της [ρωσικής] ιστορίας» και περιέγραψε την ανατροπή του Γιανουκόβιτς 10 χρόνια πριν ως παράνομο πραξικόπημα που ενορχηστρώθηκε από τις δυτικές δυνάμεις.

Υποστήριξε επίσης ότι το Κίεβο αναπτύσσει πυρηνικά όπλα για να τα χρησιμοποιήσει κατά της Ρωσίας.

Στη συνέχεια, ο Ρώσος ηγέτης ανακοίνωσε την έναρξη «ειδικών στρατιωτικών επιχειρήσεων» στην Ουκρανία με στόχο την πλήρη «αποστρατιωτικοποίηση» της Ουκρανίας και τη μετατροπή της σε ένα ουδέτερο κράτος που δεν θα ήταν μέρος ούτε της ΕΕ ούτε του ΝΑΤΟ.

Οι δυτικοί σύμμαχοι ανακοίνωσαν νέες οικονομικές κυρώσεις, συμπεριλαμβανομένων περιορισμών στην κεντρική τράπεζα της Ρωσίας, αλλά δεν ανέλαβαν καμία άμεση στρατιωτική υποστήριξη στο Κίεβο.

Το Κίεβο υπό πολιορκία

Αμέσως μετά την ομιλία του Πούτιν, εκρήξεις συγκλόνισαν κάθε επαρχία και μεγάλη πόλη της Ουκρανίας, καθώς η Ρωσία εξαπέλυσε επιθέσεις με πυραύλους και drone εναντίον βασικών αεροδρομίων, στρατιωτικών βάσεων, και αποθηκών.

Ρώσοι αλεξιπτωτιστές έπεσαν σε πόλεις, συμπεριλαμβανομένου του Κιέβου, και οι Ηνωμένες Πολιτείες είπαν ότι πίστευαν ότι η Μόσχα προσπαθούσε να «αποκεφαλίσει» την κυβέρνηση της Ουκρανίας για να εγκαταστήσει ένα καθεστώς ανδρείκελου και ότι περίμενε ότι το Κίεβο θα πέσει μέσα σε 96 ώρες.

Ουκρανικά μέσα ενημέρωσης ανέφεραν ότι ο Γιανουκόβιτς είχε εντοπιστεί στο Μινσκ και ότι η Ρωσία σκόπευε να ανακηρύξει τον Γιανουκόβιτς πρόεδρο της Ουκρανίας μετά την ανατροπή της σημερινής κυβέρνησης.

Μονάδες της Ουκρανικής Εθνικής Φρουράς απέκρουσαν με επιτυχία την πρώτη μεγάλη προσπάθεια της Ρωσίας να καταλάβει το αεροδρόμιο Χοστομέλ του Κιέβου και κατέρριψαν τρία από τα 34 ρωσικά ελικόπτερα.

Ρώσοι σαμποτέρ πραγματοποίησαν τρομοκρατικές επιθέσεις σε όλο το Κίεβο. Έγιναν πολλές απόπειρες δολοφονίας κατά της ουκρανικής πολιτικής ηγεσίας, αλλά καμία δεν ήταν επιτυχής.

Στρατιώτες της Ουκρανίας σε μια τοποθεσία μάχης με ρωσική ομάδα επιδρομών στο Κίεβο της Ουκρανίας, στις 26 Φεβ. 2022. (Sergei Supinsky/AFP μέσω Getty Images)

 

Η Ομάδα Βάγκνερ, μια ρωσική ιδιωτική στρατιωτική εταιρεία, μετέφερε το μεγαλύτερο μέρος των δυνάμεών της από την Αφρική στην Ουκρανία. Η ομάδα καταδικάστηκε για τις θηριωδίες της, συμπεριλαμβανομένης της βιντεοσκόπησης των βασανιστηρίων και της εκτέλεσης αιχμαλώτων εχθρών με βαριοπούλες.

Ο ρωσικός στρατός εισήλθε στην Ουκρανία σε τρία μέτωπα: από τα βόρεια στη Λευκορωσία, από τα νότια στο Κίεβο, και από τα ανατολικά μέσω του Ντονμπάς.

Η ουκρανική ηγεσία επέζησε της αρχικής επίθεσης και ένας συνδυασμός ουκρανικής επιμονής και ρωσικού κακού σχεδιασμού ακρωτηρίασαν τελικά την ταχύτητα των προελεύσεων της Ρωσίας σε βορρά και νότο. Ωστόσο, το Πεντάγωνο προειδοποίησε ότι η Ρωσία είχε στείλει μόνο το 30 τοις εκατό των 150.000 στρατιωτών που είχε συγκεντρώσει στα σύνορα με την Ουκρανία.

Σε μια πρώτη νίκη, η Ουκρανία εμπόδισε τα ρωσικά μαχητικά να αποκτήσουν αεροπορική κυριαρχία σε ολόκληρη τη χώρα, θέτοντας ουσιαστικά τις βάσεις για να διασφαλιστεί ότι θα μπορούσε να διεξάγει χερσαίες επιχειρήσεις κατά των ρωσικών δυνάμεων χωρίς να καταστραφεί από ρωσικά αεροπορικά στοιχεία.

Οι συνομιλίες μεταξύ Ουκρανών και Ρώσων εκπροσώπων στη Λευκορωσία έληξαν χωρίς πρόοδο, με το Κίεβο να απορρίπτει το αίτημα της Μόσχας να αναγνωρίσει την Κριμαία ως ρωσικό έδαφος.

Η πρώτη ουκρανική αντεπίθεση

Οι ουκρανικές δυνάμεις ξεκίνησαν την πρώτη τους αντεπίθεση σε μια προσπάθεια να εκδιώξουν τις ρωσικές δυνάμεις από τις νότιες επαρχίες Κέρσον και Μυκολάιβ. Είχαν μέτρια επιτυχία μέχρι τον Αύγουστο του 2022, σε μεγάλο βαθμό χωρίς διεθνή υποστήριξη.

Τον Απρίλιο του 2022, 41 διεθνείς εταίροι συγκάλεσαν την πρώτη συνάντηση της Ομάδας Επαφής για την Άμυνα της Ουκρανίας για να συντονίσουν την παροχή στρατιωτικής βοήθειας στην Ουκρανία.

Την ίδια περίπου εποχή, το Ιράν άρχισε να προμηθεύει την Ρωσία με μονόδρομα επιθετικά drone.

Η Ουκρανία πέτυχε μια σημαντική νίκη στην απώθηση των ρωσικών δυνάμεων από την πόλη Κέρσον τον Νοέμβριο του 2022 προτού οι δύο πλευρές βρεθούν σε αδιέξοδο που κράτησε και τον επόμενο χρόνο.

Η δεύτερη ουκρανική αντεπίθεση

Η Ουκρανία εξαπέλυσε αντεπίθεση στο Ντόνετσκ και τη Ζαπορίζια καθώς μια σκληρή μάχη για την πόλη Μπαχμούτ αποδεκάτισε και τις δύο πλευρές. Περιγραφόμενη ως «μύλος κρέατος», η μάχη για το Μπαχμούτ συγκρίθηκε με τον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο για τον βίαιο πόλεμο χαρακωμάτων και το υψηλό ποσοστό απωλειών.

Οι δυνάμεις της ομάδας Βάγκνερ εξασφάλισαν την τελική νίκη στο Μπαχμούτ με μεγάλο κόστος τον Μάιο του 2023.

Επίγειες επιδρομές Ρωσίας και Ουκρανίας από τον Φεβρουάριο του 2022 έως τον Μάιο του 2023. (Εικόνα: The Epoch Times)

 

Την ίδια περίπου περίοδο, η Μόσχα και η Τεχεράνη άρχισαν να διαμορφώνουν μια συμφωνία για όπλα, στην οποία το Ιράν θα λάμβανε προηγμένα στρατιωτικά συστήματα από τη Ρωσία σε αντάλλαγμα για επιπλέον πυραύλους και μη επανδρωμένα αεροσκάφη.

Τον επόμενο μήνα, το φράγμα Κράκοβκα στον ποταμό Δνείπερο καταστράφηκε από άγνωστους σαμποτέρ, πλημμυρίζοντας τεράστιες περιοχές και μειώνοντας την παροχή νερού στην Κριμαία.

Οι πλημμύρες εμπόδισαν την τεθωρακισμένη αντεπίθεση της Ουκρανίας να προχωρήσει στην Κριμαία.

Ανταρσία Βάγκνερ

Ο αρχηγός της ομάδας Βάγκνερ και έμπιστος του Πούτιν Γεβγκένι Πριγκότζιν κήρυξε ανταρσία κατά του ρωσικού αμυντικού κατεστημένου τον Ιούνιο του 2023.

Ο Πριγκότζιν είπε ότι αναζητούσε εκδίκηση εναντίον των Ρώσων στρατιωτικών ηγετών για την ανικανότητά τους και για ένα υποτιθέμενο περιστατικό στο οποίο οι ρωσικές δυνάμεις βομβάρδισαν μια θέση της Βάγκνερ.

Χαρακτηρίζοντας την ανταρσία του ως «πορεία δικαιοσύνης», ο Πριγκότζιν είπε στις τακτικές στρατιωτικές μονάδες να μείνουν μακριά ή να διακινδυνεύσουν θάνατο. Ο Πούτιν πρότεινε ότι οι δραστηριότητες θα μπορούσαν να αποτελέσουν υποκίνηση εμφυλίου πολέμου.

Ο Πριγκότζιν, με περίπου 25.000 στρατιώτες Βάγκνερ υπό τις διαταγές του, κατέρριψε ένα ρωσικό ελικόπτερο και κατέλαβε την πόλη Ροστόφ-στον-Ντον προτού ανακοινώσει ξαφνικά ότι θα σταματήσει την πορεία του και η Βάγκνερ θα διασκορπιστεί σε στρατόπεδα.

Μετά από συνομιλίες με τον Λευκορώσο πρόεδρο Αλεξάντερ Λουκασένκο, ο Πριγκότζιν αποδέχτηκε μια συμφωνία από το Κρεμλίνο να εξοριστεί στη Λευκορωσία και να υπαχθεί η ομάδα Βάγκνερ στον ρωσικό στρατό.

Ο Πριγκότζιν πέθανε τον Αύγουστο του 2023 όταν ένα αεροπλάνο που μετέφερε τον ίδιο και αρκετούς άλλους αξιωματικούς της Βάγκνερ εξερράγη και συνετρίβη, σκοτώνοντας όλους τους επιβαίνοντες.

Η ομάδα Βάγκνερ τον Ιούνιο του 2023 κατέρριψε ένα ρωσικό ελικόπτερο και κατέλαβε την πόλη Ρoστόφ-στον-Ντον προτού ανακοινώσει ξαφνικά ότι θα σταματήσει την πορεία της και θα διασκορπιστεί σε στρατόπεδα. (Εικόνα: The Epoch Times)

 

Οι διεθνείς αποστολές όπλων οδηγούν τον πόλεμο

Η Ουκρανία και η Ρωσία πάλεψαν να κερδίσουν ή να κρατήσουν έδαφος σε διάφορα μέτωπα κατά μήκος μιας γραμμής μάχης που διέσχιζε εκατοντάδες χιλιόμετρα της ουκρανικής επικράτειας. Και οι δύο πλευρές άρχισαν να υποφέρουν από ελλείψεις όπλων και ανθρώπινου δυναμικού, και αμφότερες βασίζονταν όλο και περισσότερο σε διεθνή υποστήριξη από το 2023 έως το 2024.

Το Κίεβο συνέχισε να λαμβάνει υποστήριξη συντονιζόμενη μέσω της Ομάδας Επαφής για την Άμυνα της Ουκρανίας, με τους διεθνείς εταίρους να δίνουν περίπου 380 δισεκατομμύρια δολάρια από την αρχή του πολέμου έως τα μέσα του 2024.

Ωστόσο, τα μέλη του ΝΑΤΟ απέφυγαν να στείλουν πολλά από τα καλύτερα οπλικά τους συστήματα στην Ουκρανία από φόβο μήπως πυροδοτήσουν κλιμάκωση από τη Μόσχα. Μόλις στα τέλη του 2024 οι Ηνωμένες Πολιτείες επέτρεψαν τη μεταφορά βαλλιστικών πυραύλων μικρού βεληνεκούς στην Ουκρανία.

Η Μόσχα στράφηκε επίσης όλο και περισσότερο σε διεθνείς εταίρους για να τροφοδοτήσει την εκστρατεία της.

Η κομμουνιστική Βόρεια Κορέα άρχισε να στέλνει χιλιάδες εμπορευματοκιβώτια με πυρομαχικά στη Ρωσία, πιστεύοντας ότι υποστηρίζει έναν έμμεσο πόλεμο κατά των Ηνωμένων Πολιτειών.

Η ισλαμιστική ηγεσία στο Ιράν, εν τω μεταξύ, συνέχισε να στέλνει drone και πυραύλους στη Ρωσία.

Η Ουκρανία καταλαμβάνει ρωσικό έδαφος

Η Ουκρανία εξαπέλυσε μεγάλη επίθεση στη ρωσική επαρχία Κουρσκ τον Αύγουστο του 2024, σηματοδοτώντας την πρώτη μεγάλη διασυνοριακή στρατιωτική επιχείρηση από ουκρανικές δυνάμεις από την έναρξη της σύγκρουσης.

Περίπου 11.000 Ουκρανοί στρατιώτες προέλασαν στην περιοχή, κατέλαβαν 400 τετραγωνικά μίλια ρωσικού εδάφους και κατέλαβαν τον έλεγχο δεκάδων χωριών πριν χάσουν μερικά από αυτά σε ρωσικές δυνάμεις.

Ένα κατεστραμμένο ρωσικό τανκ έξω από την ελεγχόμενη από την Ουκρανία ρωσική πόλη Σούντζα, εν μέσω της ρωσικής εισβολής στην Ουκρανία, στις 16 Αυγούστου 2024. (Yan Dobronosov/AFP μέσω Getty Images)

 

Η κίνηση παρείχε στην Ουκρανία ένα διαπραγματευτικό χαρτί για διαπραγματεύσεις κατάπαυσης του πυρός και ο Ζελένσκι είπε αργότερα ότι σκόπευε να ανταλλάξει το Κουρσκ στη Μόσχα σε αντάλλαγμα για ορισμένα από τα κατεχόμενα εδάφη της Ουκρανίας στο τέλος του πολέμου.

Η Ρωσία ανέπτυξε 50.000 στρατιώτες για να αντιμετωπίσει την ουκρανική προέλαση, με την υποστήριξη αεροπορίας και πυροβολικού, και σύμφωνα με πληροφορίες άρχισε να μετακινεί 10.000 στρατιώτες της Βόρειας Κορέας στην περιοχή, στην πρώτη και μοναδική περίπτωση άμεσης ξένης στρατιωτικής ανάμειξης στον πόλεμο.

Καθ’ όλη τη διάρκεια του φθινοπώρου και του χειμώνα, η Ουκρανία έδωσε προτεραιότητα στις ενισχύσεις και τις αντεπιθέσεις στο Κουρσκ, παρόλο που έχασε έδαφος στα νότια και ανατολικά της χώρας από τις ρωσικές δυνάμεις.

Οι ΗΠΑ ζητούν να ξεκινήσουν διαπραγματεύσεις για κατάπαυση πυρός

Ο Τραμπ κάλεσε τη Μόσχα και το Κίεβο να αρχίσουν να επιδιώκουν τον τερματισμό του πολέμου μετά την ανάληψη των καθηκόντων του τον Ιανουάριο του 2025.

Ο επικεφαλής των ΗΠΑ άνοιξε ξανά τους διπλωματικούς διαύλους με τη Μόσχα που είχαν κλείσει από το 2022 και άρχισε να πιέζει το Κίεβο να παραχωρήσει στις Ηνωμένες Πολιτείες πρόσβαση σε ορυκτά σπάνιων γαιών με αντάλλαγμα τη συνεχιζόμενη στρατιωτική υποστήριξη.

Χάρτης που δείχνει τον εδαφικό έλεγχο κατά μήκος των συνόρων Ουκρανίας-Ρωσίας από τις 26 Φεβρουαρίου 2025. (Εικόνα: The Epoch Times)

 

Ο Τραμπ δήλωσε μονομερώς ότι η Ουκρανία δεν θα μπορούσε να ενταχθεί στο ΝΑΤΟ και ότι η ασφάλεια του έθνους θα ήταν εγγυημένη από στρατεύματα ευρωπαϊκών δυνάμεων, αν και η αμερικανική κυβέρνηση δεν έχει συζητήσει καμία τέτοια συμφωνία με την Ευρώπη ή το ΝΑΤΟ.

Αξιωματούχοι της κυβέρνησης Τραμπ αναγνώρισαν επίσης δημόσια ότι μια διευθέτηση μέσω διαπραγματεύσεων θα απαιτούσε πιθανότατα η Ουκρανία να παραχωρήσει κάποια κατεχόμενα εδάφη στη Ρωσία.

Τον Φεβρουάριο, Αμερικανοί και Ρώσοι αξιωματούχοι συναντήθηκαν στη Σαουδική Αραβία για να ξεκινήσουν τη διαδικασία εξομάλυνσης των σχέσεων. Συζήτησαν τους όρους τερματισμού του πολέμου χωρίς την παρουσία αξιωματούχων από την Ουκρανία ή την Ευρώπη.

Η ηγεσία της Γερμανίας, της Σουηδίας, και του Ηνωμένου Βασιλείου δήλωσε ότι είναι ανοιχτή στην αποστολή ειρηνευτικών δυνάμεων στην Ουκρανία, ενώ η πολωνική ηγεσία δήλωσε ότι δεν θα στείλει στρατεύματα αλλά θα παράσχει υλικοτεχνική και επιχειρησιακή υποστήριξη στις ειρηνευτικές δυνάμεις.

(Α-Δ) Ο απεσταλμένος των ΗΠΑ στη Μέση Ανατολή Στηβ Βίτκοφ, ο υπουργός Εξωτερικών των ΗΠΑ Μάρκο Ρούμπιο, ο σύμβουλος Εθνικής Ασφάλειας των ΗΠΑ Μάικ Γουόλτς, ο υπουργός Εξωτερικών της Σαουδικής Αραβίας πρίγκιπας Φαϊσάλ μπιν Φαρχάν αλ-Σαούντ, ο σύμβουλος εθνικής ασφάλειας Μοσάντ μπιν Μοχάμεντ αλ-Αϊμπαν, ο σύμβουλος εξωτερικής πολιτικής του Ρώσου προέδρου Γιούρι Ουσάκοφ και ο Ρώσος υπουργός Εξωτερικών Σεργκέι Λαβρόφ παρευρίσκονται σε συνάντηση στο παλάτι Ριγιάντ Ντιρίγια, στην Ντιρίγια, Σαουδική Αραβία, στις 18 Φεβ. 2025. (Evelyn Hockstein/POOL/AFP μέσω Getty Images)

900 Αμερικανοί στρατιώτες αναπτύσσονται στη Μέση Ανατολή, ενώ αυξάνονται οι επιθέσεις κατά των αμερικανικών δυνάμεων

Εννιακόσια μέλη των ενόπλων δυνάμεων αναπτύσσονται ή θα αναπτυχθούν στη Μέση Ανατολή, καθώς οι Ηνωμένες Πολιτείες επιδιώκουν να αντιμετωπίσουν τις επιθέσεις κατά των δυνάμεών τους και να αποτρέψουν την κλιμάκωση του πολέμου Ισραήλ-Χαμάς σε περιφερειακή σύγκρουση.

Ορισμένοι από αυτούς τους στρατιώτες είχαν λάβει προηγουμένως εντολές προετοιμασίας για αποστολή, άλλοι /όμως όχι, σύμφωνα με τον εκπρόσωπο του Πενταγώνου ταξίαρχο Πατ Ράιντερ.

«Περιλαμβάνονται δυνάμεις που είχαν εντολές προετοιμασίας για ανάπτυξη και οι οποίες αναπτύσσονται από τις ηπειρωτικές Ηνωμένες Πολιτείες», δήλωσε ο στρατηγός Ράιντερ στους δημοσιογράφους χθες Πέμπτη, 26 Οκτωβρίου.

«Μπορώ να επιβεβαιώσω ότι δεν πρόκειται να πάνε στο Ισραήλ», πρόσθεσε.

Ο στρατηγός Ράιντερ αρνήθηκε να διευκρινίσει πού θα σταλούν τα αμερικανικά στρατεύματα, αλλά δήλωσε ότι θα περιλαμβάνουν στοιχεία αεράμυνας, για τα οποία είχε ειπωθεί προηγουμένως ότι θα αναπτυχθούν προκειμένου να αποτρέψουν περαιτέρω βία κατά του Ισραήλ.

Η ανακοίνωση ακολουθεί μια σειρά 16 επιθέσεων στο Ιράκ και τη Συρία, εναντίον στρατευμάτων των ΗΠΑ και του Συνασπισμού από ομάδες που υποστηρίζονται από το Ιράν, καθώς και μια εκτόξευση πυραύλου στην Ερυθρά Θάλασσα που φάνηκε να απειλεί πλοίο του αμερικανικού Πολεμικού Ναυτικού.

Το USS Carney κατέρριψε τέσσερεις πυραύλους μεσαίου βεληνεκούς που εκτοξεύτηκαν από την Υεμένη προς το Ισραήλ. Η επίθεση αυτή, όπως και οι πολυάριθμες επιθέσεις εναντίον αμερικανικών βάσεων στη Συρία και το Ιράκ, πραγματοποιήθηκε από ομάδα που υποστηρίζεται από το Ιράν.

Οι επιθέσεις στο Ιράκ και τη Συρία είχαν ως αποτέλεσμα τον τραυματισμό τουλάχιστον 21 Αμερικανών στρατιωτών, εκ των οποίων οι 19 διαγνώστηκαν με εγκεφαλικές κακώσεις. Όλα τα μέλη της υπηρεσίας έχουν επιστρέψει έκτοτε στα καθήκοντά τους, δήλωσε ο στρατηγός Ράιντερ.

Επίθεση μη επανδρωμένου αεροσκάφους αυτοκτονίας

Οι επιθέσεις εναντίον των αμερικανικών και συμμαχικών δυνάμεων πραγματοποιήθηκαν με κατευθυνόμενα εναέρια πυρομαχικά, που συνήθως αναφέρονται ως «μη επανδρωμένα αεροσκάφη αυτοκτονίας», και ρουκέτες.

Η κυβέρνηση Μπάιντεν έχει ορκιστεί να απαντήσει στο Ιράν και ο στρατηγός Ράιντερ δήλωσε στις 23 Οκτωβρίου ότι ο στρατός «θα λάβει όλα τα απαραίτητα μέτρα για την υπεράσπιση των αμερικανικών και συμμαχικών δυνάμεων” από το Ιράν.

Ο στρατηγός Ράιντερ μετρίασε τη ρητορική του στις 26 Οκτωβρίου, λέγοντας ότι δεν μπορεί να πει αν η κυβέρνηση Μπάιντεν θα απαντούσε καθόλου στο Ιράν.

«Δεν πρόκειται να αρχίσω τα τηλεγραφήματα για το αν θα απαντήσουμε ή όχι, παρά μόνο να πω ότι θα το κάνουμε σε χρόνο και τόπο της επιλογής μας», δήλωσε ο στρατηγός Ράιντερ.

«Φυσικά, θεωρούμε το Ιράν υπεύθυνο για αυτές τις ομάδες.»

Ο στρατηγός Ράιντερ πρόσθεσε ότι ο αριθμός των Αμερικανών που είναι έτοιμοι να αναπτυχθούν στη Μέση Ανατολή «θα συνεχίσει να αυξομειώνεται», καθώς το έθνος προσαρμόζεται στις πραγματικές συνθήκες στην περιοχή, προσπαθώντας να αποτρέψει την εξέλιξη του πολέμου Ισραήλ-Χαμάς σε μια πιο εκτεταμένη σύγκρουση.

Του  Andrew Thornebrooke

Επιμέλεια: Αλία Ζάε

ΑΝΑΛΥΣΗ: Η Χαμάς επιδιώκει να πυροδοτήσει περιφερειακή σύρραξη κατά του Ισραήλ

Η τρομοκρατική οργάνωση Χαμάς επιδιώκει να πυροδοτήσει μια διεθνή σύγκρουση που θα προκαλέσει αυξημένη ισλαμιστική βία κατά του Ισραήλ, υποστηρίζει εμπειρογνώμονας.

Ένας από τους στόχους της Χαμάς όταν εξαπέλυσε τη μεγαλύτερη επίθεση που έχει εξαπολύσει ποτέ στο Ισραήλ την περασμένη εβδομάδα ήταν να εξασφαλίσει μια προκλητική απάντηση, δήλωσε ο Τζόσουα Κράσνα (Joshua Krasna), ανώτερος συνεργάτης της δεξαμενής σκέψης Foreign Policy Research Institute (FPRI – Ερευνητικό Ινστιτούτο Εξωτερικής Πολιτικής, ΗΠΑ).

«Είναι σαφές ότι ένας από τους στόχους της Χαμάς κατά την πραγματοποίηση αυτής της επίθεσης ήταν να υποδαυλίσει μια ευρύτερη περιφερειακή σύγκρουση: να προκαλέσει μια τέτοια αντίδραση από πλευράς του Ισραήλ, ώστε στη συνέχεια, αναπόφευκτα, να εμπλακούν και άλλοι παράγοντες, με δεδομένους τη Χεζμπολάχ και το Ιράν», δήλωσε ο κος Κράσνα κατά τη διάρκεια ομιλίας στο FPRI στις 11 Οκτωβρίου.

«Αλλά νομίζω ότι το Ισραήλ κατανοεί επίσης ότι δεν μπορεί να παραλύσει [και να μην αντιδράσει] από την προοπτική μιας ευρύτερης σύγκρουσης.»

Ο κος Κράσνα δήλωσε ότι το εύρος και η σοβαρότητα των εγκλημάτων που διέπραξε η Χαμάς στο Ισραήλ την περασμένη εβδομάδα εξασφάλισαν ότι το Ισραήλ πρέπει να απαντήσει με έναν προηγουμένως αδιανόητο τρόπο. Το να κάνει διαφορετικά, είπε, θα φέρει την καταστροφή του Ισραήλ μέσω μιας συνεχιζόμενης εξέγερσης.

«…Ένα κράτος της Χαμάς όμορο με το Ισραήλ δεν είναι πλέον βιώσιμο. Αυτή η πραγματικότητα δεν μπορεί να υπάρξει», δήλωσε ο κος Κράσνα. «Μια τέτοια απειλή κατά του ισραηλινού πληθυσμού πρέπει να εξουδετερωθεί.»

Η πιο θανατηφόρα επίθεση κατά των Εβραίων μετά το Ολοκαύτωμα

Η Χαμάς εξαπέλυσε μια άνευ προηγουμένου επίθεση κατά του Ισραήλ το περασμένο Σάββατο. Οι ισλαμιστές τρομοκράτες δολοφόνησαν περισσότερους από 1.000 Ισραηλινούς, απήγαγαν γυναίκες και παιδιά και προέβησαν σε μαζικούς βιασμούς και βασανιστήρια.

Η επίθεσή τους ήταν η πιο θανατηφόρα στοχευμένη επίθεση κατά των Εβραίων μετά το Ολοκαύτωμα.

Απαντώντας, ο κος Κράσνα δήλωσε ότι η ισραηλινή ηγεσία είναι πολύ πιθανό να στραφεί σε μια συντριπτική απάντηση για να καταστρέψει την ικανότητα της Χαμάς να εξαπολύσει νέα επίθεση από τη Γάζα στο μέλλον.

«Νομίζω ότι πολλοί είχαν ξεχάσει πόσο λεπτή είναι η μεμβράνη που μας χωρίζει από την καταστροφή», δήλωσε ο κος Κράσνα.

Το Ισραήλ λειτουργεί τώρα υπό προσωρινή κυβέρνηση έκτακτης ανάγκης, την πρώτη του είδους της από το 1967. Η τελευταία είχε συσταθεί κατά τη διάρκεια του πολέμου με τον οποίο το Ισραήλ απέσπασε αρχικά τη Γάζα από την Αίγυπτο.

Ο κος Κράσνα εξέφρασε τις επιφυλάξεις του για τη διάρκεια της κυβέρνησης έκτακτης ανάγκης, αλλά δήλωσε ότι η κλίμακα της βίας, που ήταν δύσκολο να αντιμετωπιστεί [διαφορετικά], έχει καλλιεργήσει μια ενότητα σκοπού στο Ισραήλ άγνωστη εδώ και γενιές.

Η επίθεση είχε τέτοιο εύρος, που δεν υπάρχει οικογένεια στο Ισραήλ, είπε ο κος Κράσνα, που να μην έχει πληγεί άμεσα ή να μην γνωρίζει κάποιον που είχε πληγεί.

«Θα υπάρξει πόνος»

Η πιθανότητα μιας σημαντικής στρατιωτικής επιχείρησης στο έδαφος της Γάζας προκαλεί ανησυχίες σε ολόκληρη τη διεθνή κοινότητα για το τι είδους παράπλευρες απώλειες μπορεί να προκαλέσει η απάντηση του Ισραήλ.

Ο κος Κράσνα επισημαίνει ότι ήταν η Χαμάς, όχι το Ισραήλ, αυτή που υπέβαλε τη Γάζα πρώτα σε ανεξέλεγκτη τρομοκρατία και τώρα σε στρατιωτική δράση. Παρά τα λαϊκά αντιδραστικά συνθήματα περί του αντιθέτου, είπε, η Λωρίδα της Γάζας δεν βρίσκεται υπό ισραηλινή κατοχή για σχεδόν δύο δεκαετίες.

«Το Ισραήλ δεν κατέχει τη Γάζα από το 2005», δήλωσε ο κος Κράσνα, αναφερόμενος στο πότε το κράτος απέσυρε τους τελευταίους πολιτικούς και στρατιωτικούς οικισμούς του από την περιοχή.

«Τα τελευταία 16 χρόνια…, η Γάζα κυβερνάται από τη Χαμάς, η οποία ανέλαβε την εξουσία με ένα βίαιο πραξικόπημα.»

Με αυτό το δεδομένο, πρόσθεσε ότι το Ισραήλ γνωρίζει τους διεθνείς φόβους για το ενδεχόμενο να κινδυνεύσουν οι άμαχοι στη Γάζα.

«Δεν νομίζω ότι το Ισραήλ θέλει να υπάρξει ανθρωπιστική κρίση στη Γάζα, αλλά νομίζω ότι η φύση του εχθρού που αντιμετωπίζουμε θα προκαλέσει πόνο και σε ανθρώπους που δεν είναι μαχητές.»

Το πρόβλημα, επισημαίνει, είναι ότι η Χαμάς έκανε μια σκόπιμη προσπάθεια να κρυφτεί ανάμεσα στον άμαχο πληθυσμό της Γάζας, εξασφαλίζοντας έτσι ότι το Ισραήλ δεν θα μποροέσει να ανταποδώσει χωρίς να πάθουν κακό αθώοι άνθρωποι.

Τα αναπόφευκτα αντίποινα από το Ισραήλ, είπε, θα είναι επομένως δύσκολα.

«Το πρόβλημα είναι ότι, ενώ εμείς προσπαθούμε να περιορίσουμε στο ελάχιστο τον πόνο της άλλης πλευράς, ο εχθρός μας είναι εγκολπωμένος σε έναν άμαχο πληθυσμό», είπε ο κος Κράσνα.

«Θα υπάρξει πόνος.»

Του Andrew Thornebrooke

Επιμέλεια: Αλία Ζάε

Το τέλμα της ουκρανικής αντεπίθεσης και οι ανησυχητικές προοπτικές της – μέρος β΄

Είναι γεγονός ότι η ουκρανική αντεπίθεση δεν έχει τη μορφή του μεγάλου κύματος που φουσκώνει και παρασέρνει τα πάντα στο πέρασμά του, όπως περίμεναν οι δυτικοί σύμμαχοι. Αντίθετα, έχει πάρει τη μορφή μιας αργής και βασανιστικής πορείας που μπορεί να διαρκέσει χρόνια.

Εξίσου μακροπρόθεσμη θα απαιτηθεί να είναι και η υποστήριξη των δυτικών δυνάμεων, εφόσον περιμένουν αποτελέσματα. «Οι σύμμαχοι», είπε ο Γενικός Γραμματέας του ΝΑΤΟ Γενς Στόλτενμπεργκ, «πρέπει να αποδεχτούν το αναμενόμενο κόστος, προκειμένου να αποτρέψουν το μεγαλύτερο κόστος που θα προκαλούσε αναπόφευκτα η συνθηκολόγηση με τη Ρωσία και η έναρξη μιας νέας εποχής κατακτήσεων». Θέλουν όμως;

Στο α΄μέρος του άρθρου, παρουσιάστηκαν οι κινήσεις του ουκρανικού στρατού και εξετάστηκαν τα πιθανά σχέδιά του για το μέλλον. Αναλύθηκαν επίσης οι λόγοι που αναγκάζουν τους Ουκρανούς σε αυτή την αργή μορφή πολέμου, τα κέρδη τους αλλά και οι ζημίες.

Όταν τα πυρομαχικά τελειώνουν

Η εξάρτηση της Ουκρανίας από τις Ηνωμένες Πολιτείες και τους Ευρωπαίους εταίρους τους εγείρει ένα ζωτικής σημασίας ερώτημα.

Για τους Ουκρανούς δεν υπάρχει καμία αμφιβολία ότι οι συγκρούσεις θα είναι μακροπρόθεσμες. Ωστόσο, το αν θα καταφέρουν να εξασφαλίσουν τους πόρους που θα χρειαστούν σε βάθος χρόνου είναι ένα διαφορετικό θέμα.

Ήδη, οι ελλείψεις προμηθειών έχουν κατά καιρούς επηρεάσει σοβαρά τόσο τις ρωσικές όσο και τις ουκρανικές επιχειρήσεις. Οι ηγεσίες στη Μόσχα και το Κίεβο αναγκάζονται να προσαρμοστούν στην πραγματικότητα ότι τα πολυπόθητα πυρομαχικά θα είναι σύντομα είδος εν ανεπαρκεία.

Και οι δύο χώρες ξεκίνησαν τον πόλεμο βασιζόμενοι κατά κύριο λόγο στο πυροβολικό τους.

image-5503529
Μια μονάδα πυροβολικού πυροβολεί προς τις ρωσικές θέσεις στην ανατολική Ουκρανία, στις 28 Δεκεμβρίου 2022. (Sameer Al-doumy/AFP μέσω Getty Images)

 

Σύμφωνα με την έκθεση του RUSI, οι ρωσικές δυνάμεις αρχικά δρούσαν βάσει υπολογισμών σχετικά με το πόσα βλήματα θα χρειάζονταν για διάφορους τύπους εμπλοκών, ακολουθώντας τα στρατηγικά δόγματα του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου. Τώρα, στο δεύτερο έτος του πολέμου, η Μόσχα έχει προσαρμοστεί στο γεγονός ότι απλώς δεν διαθέτει τα πυρομαχικά ούτε ελέγχει τις απαραίτητες υλικοτεχνικές διαδρομές για να διατηρήσει τέτοιους ρυθμούς πυρός για πολύ καιρό.

Εδώ, η Ουκρανία είχε ένα πλεονέκτημα στα ανατολικά. Η δυνατότητα των ουκρανικών δυνάμεων να προελαύνουν, αναφέρει η έκθεση του RUSI, εξαρτήθηκε σε μεγάλο βαθμό από την υπεροχή που απέκτησαν σε πυρομαχικά πυροβολικού.

«Η υπεροχή έναντι των Ρώσων, σε συνδυασμό με την ύπαρξη καλύτερων μέσων για τον εντοπισμό του εχθρικού πυροβολικού και τη διεξαγωγή πυρών αντιπυραυλικών, είναι ένα ουσιαστικό ουκρανικό πλεονέκτημα», αναφέρει η έκθεση.

«Το πλεονέκτημα αυτό περιορίζεται στη διάρκειά του από τη λειτουργικότητα των ουκρανικών πυροβόλων, τη διαθεσιμότητα των ανταλλακτικών καννών και τις συνεχείς προμήθειες πυρομαχικών των 155 χιλιοστών.»

Αυτό είναι ένα πρόβλημα, καθώς πολυάριθμα έθνη του ΝΑΤΟ αντιμετωπίζουν τώρα και τα ίδια ελλείψεις πυρομαχικών των 155 χιλιοστών. Πρώτες ανάμεσά τους οι Ηνωμένες Πολιτείες.

Οι ανησυχίες σχετικά με τα πολύ χαμηλά αποθέματα πυροβολικού έχουν αυξηθεί από τον Αύγουστο του 2022.

A worker checks the production of 155mm artillery shells at the Scranton Army Ammunition Plant in Scranton, Penn., on April 12, 2023. The United States, among numerous NATO nations, is now facing 155mm ammunitions shortages as the country continues to supply them to Ukraine. (Hannah Beier/Getty Images)
Εργάτης ελέγχει την παραγωγή βλημάτων πυροβολικού 155 χιλιοστών στο εργοστάσιο πυρομαχικών του στρατού του Σκράντον, στο Σκράντον της Πενσυλβάνια, στις 12 Απριλίου 2023. Οι Ηνωμένες Πολιτείες, όπως και άλλες χώρες-μέλη του ΝΑΤΟ, αντιμετωπίζουν πλέον ελλείψεις σε πυρομαχικά των 155 χιλιοστών, καθώς συνεχίζουν να τα στέλνουν στην Ουκρανία. (Hannah Beier/Getty Images)

 

Η υπουργός Στρατού Κριστίν Γουόρμουθ δήλωσε ότι η ικανότητα παραγωγής πυρομαχικών των ΗΠΑ έχει φτάσει στο «απόλυτο όριο». Ο τότε πρόεδρος του Γενικού Επιτελείου Στρατού Μαρκ Μίλλεϋ είχε δηλώσει ότι το έθνος «έχει πολύ δρόμο μπροστά του» για να αναπληρώσει τα εξαντλημένα αποθέματά του.

Οι Ηνωμένες Πολιτείες σχεδιάζουν επί του παρόντος να αυξήσουν την παραγωγή πυρομαχικών τους κατά 500% έως το 2027, αλλά ούτε ο αριθμός αυτός θα καλύπτει τα επίπεδα που απαιτούνται κατά το ήμισυ.

Το Πεντάγωνο προσπαθεί να σταματήσει την αιμορραγία των κρίσιμων αποθεμάτων πυρομαχικών του, αγοράζοντας πυρομαχικά για την Ουκρανία από άλλες χώρες αντί να εξαντλεί τα δικά του αποθέματα.

Ωστόσο, το για πόσο μπορεί να διατηρηθεί η τρέχουσα ισορροπία είναι ένα ανοιχτό ερώτημα. Τα συμμαχικά αποθέματα δεν είναι άπειρα και ορισμένοι εταίροι έχουν ήδη τις δικές τους ανησυχίες για την ασφάλεια.

Η Νότια Κορέα, για παράδειγμα, έχει αρνηθεί αιτήματα πώλησης πυρομαχικών στις Ηνωμένες Πολιτείες, επικαλούμενη ανησυχία για την επιθετικότητα της Βόρειας Κορέας.

Τώρα, οι Ηνωμένες Πολιτείες φτάνουν στο σημείο να αποσύρουν εξοπλισμό από μονάδες που σταθμεύουν στο Ισραήλ και τη Νότια Κορέα για να προμηθεύσουν επαρκώς την Ουκρανία χωρίς να αντλούν από τα δικά τους αποθέματα.

Είναι σαφές ότι, αν η Ουκρανία θέλει να διατηρήσει το πλεονέκτημά της, θα πρέπει να στραφεί και σε άλλες λύσεις πέραν του πυροβολικού.

Αεροπλάνα, τανκς και αυτοκίνητα

Πρόσφατα, τo πεζικό της Ουκρανίας ενισχύθηκε με τεθωρακισμένα, με μη επανδρωμένα αεροσκάφη μεγάλης εμβέλειας και με προηγμένα μαχητικά αεροσκάφη.

Οι πρώτες παραδόσεις των αμερικανικών αρμάτων μάχης Abrams έφτασαν στη χώρα στα τέλη Σεπτεμβρίου, περιλαμβάνοντας και βλήματα 120 χιλιοστών απεμπλουτισμένου ουρανίου. Τα πυρομαχικά αυτά, κατασκευασμένα από ένα εξαιρετικά πυκνό μέταλλο, θα δώσουν στην Ουκρανία την πολυπόθητη ικανότητα να διαπερνά τα ρωσικά άρματα μάχης.

image-5503532
Ουκρανός στρατιώτης ετοιμάζεται να εκτοξεύσει ένα μη επανδρωμένο αεροσκάφος (UAV) στο Ντονέτσκ της Ουκρανίας, στις 27 Ιουνίου 2023. (Genya Savilov/AFP μέσω Getty Images)

 

Ομοίως, οι ηγεσίες της Ολλανδίας και της Δανίας συμφώνησαν τον Αύγουστο να δώσουν μαχητικά αεροσκάφη F-16 στην Ουκρανία. Ο Ουκρανός πρόεδρος Βολοντίμιρ Ζελένσκι δήλωσε ότι η τεχνολογία θα βοηθήσει τη χώρα του να μεγαλώσει την αντεπίθεσή της και φέρει μια νέα μέθοδο πολέμου κατά μήκος του μετώπου.

«[Τα] F-16 θα δώσουν σίγουρα νέα ενέργεια, αυτοπεποίθηση και κίνητρα στους μαχητές και τους πολίτες», δήλωσε ο κος Ζελένσκι σε μήνυμά του προς τις ουκρανικές ένοπλες δυνάμεις. «Είμαι βέβαιος ότι θα φέρει νέα αποτελέσματα στην Ουκρανία και σε ολόκληρη [την ευρωπαϊκή περιοχή].»

Η Ουκρανία ζητούσε εδώ και καιρό τα μαχητικά αεροσκάφη, αλλά οι Ηνωμένες Πολιτείες κωλυσιεργούσαν, καθώς φοβούνταν ότι η παροχή των αεροσκαφών θα αύξανε τον κίνδυνο πυρηνικής σύγκρουσης με τη Ρωσία.

Πολλά σχετικά με τη συμφωνία παραμένουν ασαφή, συμπεριλαμβανομένου του πόσα ακριβώς πολεμικά αεροσκάφη θα λάβει η Ουκρανία και πόσος χρόνος θα περάσει μέχρι οι πιλότοι της πετάξουν με τα F-16 στον ουκρανικό και, ενδεχομένως, στον ρωσικό ουρανό.

Ομοίως, παραμένει ασαφές το κατά πόσο θα τηρήσει η Ουκρανία την υπόσχεσή της να μην χρησιμοποιήσει τα αεροσκάφη για να μεταφέρει τη μάχη στο ρωσικό έδαφος, κλιμακώνοντας ενδεχομένως μια σύγκρουση που είναι ήδη τεταμένη με απειλές πυρηνικού αφανισμού.

Ukrainian President Volodymyr Zelensky (L) and Danish Prime Minister Mette Frederiksen sit in a F-16 fighter jet at the Skrydstrup Airbase, Denmark, on Aug. 20, 2023. Dutch and Danish leadership have agreed to give Ukraine F-16 fighter jets, which Zelenskyy said would help Ukraine expand its counteroffensive. (Mads Claus Rasmussen/Ritzau Scanpix/AFP via Getty Images)
Ο Ουκρανός πρόεδρος Βολοντίμιρ Ζελένσκι (α) και η πρωθυπουργός της Δανίας Μέτε Φρέντερικσεν (δ) κάθονται σε ένα μαχητικό αεροσκάφος F-16 στην αεροπορική βάση Skrydstrup της Δανίας, στις 20 Αυγούστου 2023. Η ολλανδική και η δανική ηγεσία συμφώνησαν να δώσουν στην Ουκρανία μαχητικά αεροσκάφη F-16, τα οποία, όπως δήλωσε ο κος Ζελένσκι, θα βοηθήσουν την Ουκρανία να επεκτείνει την αντεπίθεσή της. (Mads Claus Rasmussen/Ritzau Scanpix/AFP μέσω Getty Images)

 

Η υποστήριξη των ΗΠΑ είναι ο μπαλαντέρ

Όλη αυτή η υποστήριξη, ωστόσο, αναδεικνύει τη μοιραία αδυναμία στη στρατηγική της αντεπίθεσης της Ουκρανίας: την εξάρτησή της από τις Ηνωμένες Πολιτείες.

Μέχρι τις 26 Σεπτεμβρίου, οι ΗΠΑ έχουν εγκρίνει περισσότερα από 113 δισεκατομμύρια δολάρια σε πακέτα δαπανών ως απάντηση στην εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία. Η συντριπτική πλειονότητα αυτών των κονδυλίων έχει δοθεί μέσω του Υπουργείου Άμυνας και της Αμερικανικής Υπηρεσίας Διεθνούς Ανάπτυξης.

Δεν είναι σαφές πόσο ακόμα μπορούν να συνεχίσουν να ξοδεύουν έτσι οι Ηνωμένες Πολιτείες. Αλλά το πιο σημαντικό είναι ότι δεν είναι σαφές αν οι Ηνωμένες Πολιτείες έχουν τη βούληση να συνεχίσουν να ξοδεύουν έτσι.

Ήδη μέχρι τώρα, τρεις Ρεπουμπλικάνοι υποψήφιοι για την προεδρία έθεσαν την αποδέσμευση από τον πόλεμο ως προτεραιότητα στην προεκλογική τους εκστρατεία. Ο πρώην πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ, ο κυβερνήτης της Φλόριντα Ρον ΝτεΣάντις και ο επιχειρηματίας Βίβεκ Ραμασουάμι έχουν όλοι ορκιστεί να διακόψουν τη στήριξη της Ουκρανίας και να επιδιώξουν ειρήνη με τον Πούτιν.

Σε αυτή την περίπτωση, η Μόσχα μπορεί να μην χρειαστεί να περιμένει να υποχωρήσει η Ουκρανία. Μπορεί απλώς να χρειαστεί να περιμένει να φύγει η κυβέρνηση Μπάιντεν.

Αυτό θα δημιουργούσε μεγάλα προβλήματα στην Ουκρανία, η οποία χρειάζεται μακροχρόνιους μηχανισμούς χρηματοδότησης για την ανακατάληψη των κατεχομένων εδαφών της.

image-5503539
Ο υποψήφιος των Ρεπουμπλικανών για την προεδρία Βίβεκ Ραμασουάμι μιλάει σε εκδήλωση του Iowa Faith & Freedom Coalition στο Κλάιβ της Αϊόβα, στις 22 Απριλίου 2023. (Madalina Vasiliu/The Epoch Times)

 

Όπως διαπιστώνει η έκθεση του RUSI, οι αποφάσεις που θα διαμορφώσουν τις εξελίξεις για το 2024 έχουν ήδη ληφθεί. Αυτές που θα επηρεάσουν το 2025 και μετά αναμένονται σύντομα.

«Είναι πλέον σαφές ότι η σύγκρουση θα παραταθεί», αναφέρει η έκθεση. «Η μη έγκαιρη προσαρμογή της υποστήριξης θα έχει βαρύ τίμημα το 2024.»

Οι αιματηροί χειμώνες που μέλλονται

Από την πλευρά της, η ουκρανική στρατιωτική ηγεσία δεν πρόκειται να περιμένει για να εξαπολύσει άλλη μια αντεπίθεση. Φαίνεται αποφασισμένη να αξιοποιήσει στο έπακρο την υποστήριξη που διαθέτει ήδη και να πολεμήσει ακόμη και κατά τη διάρκεια του σκληρού χειμώνα.

«Οι πολεμικές ενέργειες θα συνεχιστούν με τον ένα ή τον άλλο τρόπο», δήλωσε ο επικεφαλής των μυστικών υπηρεσιών του Κιέβου Κύριλλος Μπουντάνοφ σε συνέδριο στις αρχές Σεπτεμβρίου.

«Στο κρύο, την υγρασία και τη λάσπη είναι πιο δύσκολο να πολεμήσει κανείς. [Αλλά] οι μάχες θα συνεχιστούν. Η αντεπίθεση θα συνεχιστεί.»

Είναι πιθανό ότι η Ρωσία ελπίζει να καθυστερήσει την Ουκρανία κατά τη διάρκεια των ψυχρότερων μηνών αυξάνοντας τις επιθέσεις σε υποδομές τροφίμων και ενέργειας, όπως έκανε πέρυσι.

Για το σκοπό αυτό, η διατήρηση της πίεσης στη Ρωσία, για τον περιορισμό της ικανότητάς της να πλήττει υποδομές και να δημιουργεί αποθέματα, θα αποτελέσει βασικό στόχο της Ουκρανίας καθ’ όλη τη διάρκεια της περιόδου.

«Οι τρέχουσες επιθετικές επιχειρήσεις της Ουκρανίας είναι πιθανό να συνεχιστούν και το φθινόπωρο, αλλά θα πρέπει να τεθεί το ερώτημα αν μπορούν να αναληφθούν τώρα δράσεις για τη διατήρηση της πίεσης κατά τη διάρκεια του χειμώνα», αναφέρει η έκθεση του RUSI.

Εντούτοις, ακόμη και αν η Ουκρανία πολεμήσει καλά κατά τη διάρκεια του χειμώνα, το πρόβλημα της τεράστιας έκτασης που πρέπει να απελευθερωθεί παραμένει.

image-5503543
Ουκρανοί στρατιώτες περπατούν σε καμένο δάσος στο μέτωπο κοντά στο Ντονέτσκ της Ουκρανίας, στις 16 Σεπτεμβρίου 2023. (Mstyslav ChernovAP Photo)

 

Μέχρι σήμερα, η Ουκρανία έχει απελευθερώσει περίπου 17.059 τετραγωνικά χλμ. εδάφους στα κατεχόμενα ανατολικά και νότια, σύμφωνα με την DeepState UA, μια αναγνωρισμένη ομάδα πληροφοριών ανοικτού κώδικα που εμπιστεύεται ο ουκρανικός στρατός.

Παραμένουν, ωστόσο, περισσότερα από 100.000 τετραγωνικά χλμ. κατεχόμενου από τη Ρωσία εδάφους στην ανατολική και νότια Ουκρανία. Είναι σημαντικό ότι ο αριθμός αυτός δεν περιλαμβάνει τα παράνομα προσαρτημένα εδάφη στην Κριμαία, το Ντονέτσκ και το Λουχάνσκ, τα οποία τώρα λειτουργούν υπό διορισμένες από τη Ρωσία κυβερνήσεις.

Εάν αυτά τα εδάφη θεωρηθούν επίσης ως κατεχόμενη από τη Ρωσία Ουκρανία – κάτι που έχουν προτείνει αξιωματούχοι των ΗΠΑ- η συνολική έκταση που απομένει να απελευθερωθεί είναι περίπου 170.590 τετραγωνικά χλμ.

Επομένως, η Ουκρανία έχει απελευθερώσει μόνο το ένα δέκατο περίπου των κατεχόμενων εδαφών στα ανατολικά και νότια.

«Ανεξάρτητα από την πρόοδο που σημειώθηκε κατά την αντεπίθεση της Ουκρανίας», αναφέρει η έκθεση του RUSI, «θα απαιτηθούν πολλές ακόμα επιχειρήσεις για να επιτευχθεί η απελευθέρωση του ουκρανικού εδάφους».

Εάν, λοιπόν, η ουκρανική προέλαση πρόκειται να διατηρηθεί, η χώρα θα πρέπει να πολεμήσει και να λάβει τεράστιες ποσότητες χρημάτων και υλικού από τους συμμάχους για τα επόμενα χρόνια.

Του Andrew Thornebrooke

Επιμέλεια: Αλία Ζάε

Το τέλμα της ουκρανικής αντεπίθεσης και οι ανησυχητικές προοπτικές της – μέρος α΄

Κάθε μέρα, οι Ουκρανοί στρατιώτες σέρνονται πάνω από ένα βούρκο αποξηραμένης λάσπης. Σταματούν συχνά, μένοντας χαμηλά στο έδαφος. Για μεγάλο μέρος της ημέρας, κουρνιάζουν σε χαντάκια και σκάβουν μικρά χαρακώματα, ενώ περιμένουν τα σοβιετικής εποχής οχήματα ναρκοθέτησης να ολοκληρώσουν το επίπονο έργο τους.

Ξέρουν ότι μια ρωσική μονάδα είναι κοντά. Ίσως ακριβώς πίσω από τη γραμμή των δέντρων.

Η Ρωσία έχει συγκεντρώσει 100.000 στρατιώτες και περισσότερα από 500 άρματα μάχης ακριβώς ανατολικά από εδώ, μετά το Μπαχμούτ. Κανείς από τους στρατιώτες δεν γνωρίζει πού θα αναπτυχθούν αυτά τα ρωσικά στρατεύματα, αλλά όλοι γνωρίζουν ότι θα αναπτυχθούν. Ίσως το έχουν κάνει ήδη. Μια μέρα χωρίς επαφή είναι εξαιρετικά σπάνια.

Μπορούν μόνο να ελπίζουν ότι η μονάδα δεν θα επιτεθεί ξανά. Έχουν ήδη χάσει άνδρες και δεν έχουν την πολυτέλεια να χάσουν την ικανότητα ναρκοθέτησης.

Αν αυτοί οι Ουκρανοί είναι τυχεροί, θα προχωρήσουν όσο είναι το μήκος δύο γηπέδων ποδοσφαίρου σήμερα.

Η τρίαινα

Έτσι είναι κατά μήκος του μεγαλύτερου μέρους της γραμμής του μετώπου, η οποία τώρα εκτείνεται σε περισσότερα από 96 χιλιόμετρα, διχοτομώντας το έθνος.

Μόλις τέσσερεις μήνες μετά την έναρξη της αντεπίθεσης της Ουκρανίας, οι συγκρούσεις έχουν εξελιχθεί σε μια κρεατομηχανή στην οποία τα κέρδη μετριούνται σε μέτρα και όχι σε χιλιόμετρα. Ωστόσο, η Ουκρανία συνεχίζει, προελαύνοντας αργά και ανυποχώρητα νότια και ανατολικά στα κατεχόμενα εδάφη.

Κάνει τρεις βασικές ωθήσεις εναντίον των Ρώσων, όπως τα σημεία της τρίαινας που αποτελεί το εθνόσημο της.

Στο νότο, οι ουκρανικές δυνάμεις οργανώνουν αμφίβιες επιθέσεις στον ποταμό Δνείπερο κοντά στη Χερσώνα. Μερικά από τα μεγαλύτερα κέρδη τους έχουν σημειωθεί κατά μήκος αυτού του τμήματος του ποταμού και, αν μπορέσουν να προωθηθούν περαιτέρω, μπορεί να εξασφαλίσουν την πορεία προς την κατεχόμενη Κριμαία μέχρι το τέλος του επόμενου έτους.

An illustration of Ukrainian forces launching assaults across the Dnipro, towards Crimea, near Kherson. (Illustration by The Epoch Times, Shutterstock)
Απεικόνιση των ουκρανικών δυνάμεων που εξαπολύουν επιθέσεις κατά μήκος του Δνείπερου, προς την Κριμαία, κοντά στη Χερσώνα. (Εικονογράφηση: The Epoch Times, Shutterstock)

 

Στα ανατολικά, βαδίζουν γύρω από τα ερείπια του κατειλημμένου Μπαχμούτ και πασχίζουν να ενισχύσουν την άμυνά τους ενάντια σε μια συνεχώς αυξανόμενη μάζα ρωσικών εφεδρειών.

Μεταξύ αυτών των δύο σημείων – στην κορυφή της τρίαινας – βρίσκεται το κλειδί.

Εδώ είναι που οι ουκρανικές δυνάμεις έσπρωξαν την πρώτη και ισχυρότερη γραμμή οχυρώσεων της Ρωσίας και απελευθέρωσαν την πόλη Ρομπότινε στις αρχές Σεπτεμβρίου.

Ορισμένοι από τη στρατιωτική ηγεσία της Ουκρανίας πιστεύουν ότι η Ουκρανία έχει πλέον διασπάσει το πιο δύσκολο από τα αμυντικά δίκτυα της Ρωσίας στη νότια Ουκρανία.

An illustration shows that if Ukrainian forces can push from Robotyne into Tokmak, they could continue to push southward towards the Sea of Azov, possibly taking either of the Russian-occupied cities Mariupol or Melitopol. (Illustration by The Epoch Times, Shutterstock)
Αυτή η εικόνα δείχνει ότι αν οι ουκρανικές δυνάμεις μπορούν να προωθηθούν από το Ρομπότινε στο Τοκμάκ, θα μπορούσαν να συνεχίσουν να προωθούνται νότια προς τη Θάλασσα του Αζόφ, ανακαταλαμβάνοντας ενδεχομένως μία από τις κατεχόμενες από τη Ρωσία πόλεις Μαριούπολη ή Μελιτόπολη. (Εικονογράφηση: The Epoch Times, Shutterstock)

 

Το Ρομπότινε βρίσκεται στην περιοχή της Ζαπορίζια, μεταξύ της πόλης Ορίχιβ και του κατεχόμενου από τη Ρωσία σιδηροδρομικού κόμβου Τοκμάκ. Η στρατηγική του τοποθέτηση θα μπορούσε να δώσει στην Ουκρανία περαιτέρω ευκαιρίες επίθεσης σε βασικές ρωσικές γραμμές ανεφοδιασμού.

Εάν οι ουκρανικές δυνάμεις μπορέσουν να προωθηθούν από το Ρομπότινε στο Τοκμάκ – περίπου 28 χλμ. νότια – θα μπορούσαν να διασπάσουν αποτελεσματικά τις ρωσικές δυνάμεις που κατέχουν την περιοχή βόρεια της Αζοφικής Θάλασσας, αποκόπτοντας τον ανεφοδιασμό εκείνων που βρίσκονται στη Χερσώνα και τη δυτική Ζαπορίζια.

Επιπλέον, η κατάκτηση του Τοκμάκ θα έδινε στην Ουκρανία μια πλεονεκτική θέση από την οποία θα μπορούσε να προωθηθεί νότια μέσω της επαρχίας Ζαπορίζια, προς την Αζοφική Θάλασσα, και να ανακαταλάβει είτε την κατεχόμενη πόλη-λιμάνι Μαριούπολη είτε τη Μελιτόπολη δυτικότερα.

Αλλά 28 χλμ. είναι μεγάλη απόσταση για έναν στρατό που κινείται όσο το μήκος δύο γηπέδων ποδοσφαίρου την ημέρα. Ιδιαίτερα με τον σκληρό χειμώνα της ανατολικής Ευρώπης εν όψει.

Η κατάληψη είτε της Μαριούπολης είτε της Μελιτόπολης θα είχε μεγάλο κόστος, χωρίς αμφιβολία, αλλά θα απέκοπτε χιλιάδες ρωσικά στρατεύματα από τις γραμμές ανεφοδιασμού τους και θα στερούσε από τη Ρωσία τη μοναδική χερσαία γέφυρα προς την Κριμαία.

Οι Ουκρανοί ηγέτες δεν μαρτυρούν τις προθέσεις τους και κανείς εκτός της διοίκησης δεν γνωρίζει με βεβαιότητα προς ποια κατεύθυνση θα στραφεί η επόμενη ώθηση. Αλλά είναι αρκετά σαφές ότι σκοπεύουν να ανακτήσουν κάθε σπιθαμή εδάφους που χάθηκε από την εισβολή της Ρωσίας.

Είναι επίσης σαφές ότι η ειρήνη δεν είναι μια άμεση προοπτική ούτε επιδιώκεται επί του παρόντος.

Η νίκη – όπως γίνεται κατανοητό – θα επιτευχθεί σε χρόνια και όχι σε μήνες.

image-5503470
Τα απελευθερωμένα και τα κατεχόμενα από τη Ρωσία εδάφη κατά μήκος της γραμμής του μετώπου στη νότια και ανατολική Ουκρανία. (Εικονογράφηση: The Epoch Times, Shutterstock)

 

Το κύμα που «ξεφούσκωσε»

Το πώς η πολυδιαφημισμένη αντεπίθεση της Ουκρανίας έφτασε σε αυτό το τέλμα εξακολουθεί να αποτελεί σημείο διαφωνίας.

Όταν η ουκρανική στρατιωτική ηγεσία ανακοίνωσε την αντεπίθεσή της στις 4 Ιουνίου, οι δυτικοί σύμβουλοι προέτρεψαν σε ταχεία ανακατάληψη βασικών σημείων. Ο ουκρανικός στρατός, ο οποίος επιθυμούσε καλύτερα όπλα και εξοπλισμό από τους πλουσιότερους δυτικούς εταίρους του, συμμορφώθηκε – τουλάχιστον στην αρχή.

Τα μηχανοκίνητα στρατεύματα έπεσαν με βρυχηθμό στο έργο της διάσπασης των ρωσικών γραμμών, μόνο και μόνο για να κολλήσουν αμέσως στη λάσπη και τα ναρκοπέδια – μια τέλεια λεία για τις ρωσικές ομάδες που περίμεναν εκεί κοντά.

Μέχρι τον Ιούλιο, η προέλαση είχε επιβραδυνθεί τραγικά, κάνοντας τους αναλυτές στις Ηνωμένες Πολιτείες να αμφισβητούν αν ο πόλεμος μπορούσε να κερδηθεί τελικά. Οι ρωσικές δυνάμεις εκμεταλλεύτηκαν την ανάπαυλα και τετραπλασίασαν το μέγεθος των ναρκοπεδίων τους από τον Ιούνιο έως τον Σεπτέμβριο, προσθέτοντας επιπλέον βάθος και πυκνότητα ναρκών σε όλο το μέτωπο.

Τα οχήματα ναρκοθέτησης της Ουκρανίας, εξοπλισμένα για να καθαρίζουν περίπου 80 μέτρα ναρκοπεδίου, βρέθηκαν ξαφνικά αντιμέτωπα με ναρκοπέδια πέντε φορές μεγαλύτερα.

Στα τέλη Αυγούστου, ο Λευκός Οίκος αναγκάστηκε να διευκρινίσει ότι δεν πίστευε ότι η αντεπίθεση ήταν αδιέξοδη, αλλά ότι ήταν ανοιχτός σε διαπραγματεύσεις για μια «ειρηνευτική» διευθέτηση μεταξύ Ουκρανίας και Ρωσίας.

Russian servicemen wearing Explosive Ordnance Disposal (EOD) equipment while demining a field in the Donetsk, Ukraine, on June 23, 2023. (Stringer/AFP via Getty Images)
Ρώσοι στρατιώτες που φορούν εξοπλισμό Εξουδετέρωσης Εκρηκτικών Μηχανισμών (EΕΜ) κατά την αποναρκοθέτηση ενός χωραφιού στο Ντονέτσκ της Ουκρανίας, στις 23 Ιουνίου 2023. (Stringer/AFP μέσω Getty Images)

 

Εντούτοις, κι ενώ πολλοί δυτικοί σύμβουλοι ήταν απογοητευμένοι από την έλλειψη αξιοσημείωτων κερδών στο χάρτη, οι Ουκρανοί αξιωματικοί είχαν αρχίσει να προσαρμόζονται στην πραγματικότητα του πεδίου της μάχης. Η Ουκρανία, αποφάσισαν, θα αγκαλιάσει την αργή, βασανιστική, αλλά κερδοφόρα μορφή πολέμου που έχει πλέον κυριαρχήσει στις γραμμές του μετώπου.

Το ΝΑΤΟ αρχίζει τώρα να αναγνωρίζει τους καρπούς αυτής της αργής, βασανιστικής δουλειάς. Ο Γενικός Γραμματέας Γενς Στόλτενμπεργκ αναγνώρισε κατά τη διάρκεια μιας επίσκεψης στο Κίεβο στις 28 Σεπτεμβρίου ότι η Ουκρανία «κερδίζει σταδιακά έδαφος».

Οι σύμμαχοι, είπε, πρέπει να αποδεχτούν το αναμενόμενο κόστος, προκειμένου να αποτρέψουν το μεγαλύτερο κόστος που θα προκαλούσε αναπόφευκτα η συνθηκολόγηση με τη Ρωσία και η έναρξη μιας νέας εποχής κατακτήσεων.

«Όσο ισχυρότερη γίνεται η Ουκρανία, τόσο πιο κοντά ερχόμαστε στον τερματισμό της ρωσικής επιθετικότητας», δήλωσε ο κος Στόλτενμπεργκ.

«Η Ρωσία θα μπορούσε να καταθέσει τα όπλα και να τερματίσει τον πόλεμο σήμερα. Η Ουκρανία δεν έχει αυτή την επιλογή. Η παράδοση της Ουκρανίας δεν θα σήμαινε ειρήνη. Θα σήμαινε ρωσική κατοχή. Η ειρήνη με οποιοδήποτε τίμημα δεν είναι καθόλου ειρήνη.»

Αργά και βασανιστικά

Απομακρυνόμενη από τις συμβουλές των ξένων αναλυτών και εστιάζοντας σε μια πιο αργή μορφή πολέμου ελιγμών, η Ουκρανία ανακατέλαβε περισσότερα από δώδεκα οχυρωμένα χωριά σε μόλις δύο μήνες.

Η στρατηγική αυτή, η οποία διεξάγεται κυρίως με επίθεση πεζικού μικρών μονάδων που ενισχύεται από πυρά ακριβείας από το πυροβολικό, είναι καρποφόρα αλλά αργή. Κάθε βήμα είναι δύσκολο.

image-5503519
Πυροσβέστες σβήνουν πυρκαγιά από ρωσικό χτύπημα στη Ζαπορίζια της Ουκρανίας, στις 6 Οκτωβρίου 2022. (Marina Moiseyenko/AFP μέσω Getty Images)

 

Οι ουκρανικές δυνάμεις προωθούνται κατά μέσο όρο 140 έως 240 μέτρα την ημέρα, σύμφωνα με μια έκθεση (pdf) που συνέταξε το Royal United Services Institute (RUSI), μια δεξαμενή σκέψης με έδρα το Ηνωμένο Βασίλειο.

Όσο αργός κι αν είναι, αυτός ο ρυθμός επιτρέπει στην Ουκρανία να διατηρήσει πολύ περισσότερο από το ανθρώπινο δυναμικό και τον εξοπλισμό της, ενώ οι προηγούμενες προσπάθειές της για ταχεία προέλαση είχαν φέρει τον όλεθρο στις μετρημένες και ως εκ τούτου πολύτιμες προμήθειές της.

Αυτές οι πρώιμες ουκρανικές απώλειες μπορεί επομένως να υποδηλώνουν την αποτυχία των δυτικών συμβούλων και όχι των Ουκρανών αξιωματικών, έγραψε η Ναταλία Μπουγκάγιοβα, συνεργάτης της δεξαμενής σκέψης Institute for the Study of War, σε έκθεσή της στις 25 Σεπτεμβρίου.

«Η Ουκρανία αναγνώρισε την πραγματικότητα της ρωσικής άμυνας πολύ πιο γρήγορα από τους δυτικούς υπεύθυνους χάραξης πολιτικής, οι οποίοι ανέμεναν μια γρήγορη ουκρανική πρόοδο», αναφέρει η κ. Μπουγκάγιοβα στην έκθεση.

«Οι ουκρανικές δυνάμεις έκαναν αυτό που κάνουν οι επιτυχημένοι στρατοί. Προσαρμόστηκαν και τώρα προωθούνται.»

Οι δυτικοί αξιωματούχοι ήθελαν έναν αιφνιδιαστικό πόλεμο, αλλά η Ουκρανία δεν μπορεί να κρατήσει τα εδάφη που κερδίζει αν προχωρά πιο γρήγορα.

Καθυστερώντας την κορύφωση της αντεπίθεσης, η Ουκρανία μπορεί να διασφαλίσει ότι θα απελευθερώσει όσο το δυνατόν περισσότερα εδάφη και θα υποβαθμίσει στην πορεία κατά το μέγιστο τις ρωσικές δυνατότητες.

Ωστόσο, ο αργός ρυθμός δίνει στις ρωσικές δυνάμεις χρόνο να προσαρμοστούν επίσης και αυτό ακριβώς κάνουν.

Παρόλο που χάνουν έδαφος, οι ρωσικές δυνάμεις έχουν σταθεροποιηθεί και τώρα πραγματοποιούν ομαλές αποχωρήσεις και εμποδίζουν με επιτυχία τις ουκρανικές προελάσεις ακόμη και όταν υποχωρούν.

Τέτοιου είδους ενέργειες στα μετόπισθεν, εκτός από το να επιβραδύνουν την προέλαση της Ουκρανίας, επιβαρύνουν επίσης το υλικό της.

image-5503527
Ουκρανός στρατιώτης πετάει ένα άδειο βλήμα, καθώς η μονάδα πυροβολικού του βάλλει προς τις ρωσικές θέσεις στα περίχωρα του Μπαχμούτ. Ουκρανία, 30 Δεκεμβρίου 2022. (Sameer Al-doumy/AFP μέσω Getty Images)

 

Έτσι, για να διατηρήσει τη δυναμική που με κόπο κέρδισε απέναντι σε έναν τόσο μεγάλο εχθρό, η Ουκρανία χρειάζεται εξωτερική βοήθεια. Αυτό σημαίνει συνεχή βοήθεια από τους δυτικούς συμμάχους όχι μόνο βραχυπρόθεσμα, αλλά ίσως και για τα επόμενα χρόνια.

Με αυτά τα δεδομένα, η κα Μπουγκάγιοβα λέει ότι οι δυτικοί σύμβουλοι πρέπει να αποδεχθούν τον τρόπο πολέμου της Ουκρανίας – όχι μόνο για αυτή την αντεπίθεση, αλλά και κατά τη διάρκεια του χειμώνα και της επόμενης αντεπίθεσης.

«Οι ουκρανικές επιχειρήσεις μπορούν και πιθανότατα θα συνεχιστούν ακόμη και υπό βροχή και λάσπη, ακόμη και αν πραγματοποιούνται με πιο αργό ρυθμό», δήλωσε η ίδια.

«Η Ουκρανία μπορεί να κερδίσει αυτόν τον πόλεμο στρατιωτικά, αλλά θα χρειαστούν περισσότερες από μία επιχειρήσεις αντεπίθεσης.»

Του Andrew Thornebrooke

Επιμέλεια: Αλία Ζάε

Η Πολωνία χαιρετίζει τις συζητήσεις για την υιοθέτηση της νέας γαλλικής πυρηνικής αποτροπής

Η πολωνική ηγεσία καλεί τη χώρα να διερευνήσει το ενδεχόμενο απόκτησης πυρηνικών όπλων, καθώς υπάρχουν φόβοι ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες ενδέχεται να εγκαταλείψουν τη συμμαχία του ΝΑΤΟ.

Ο Πολωνός πρωθυπουργός Ντόναλντ Τουσκ δήλωσε στις 7 Μαρτίου ότι η Βαρσοβία θα εξετάσει πρόταση για την απόκτηση ή τη χρήση γαλλικών πυρηνικών όπλων. «Το λέω αυτό με πλήρη υπευθυνότητα, δεν αρκεί να αγοράζουμε συμβατικά όπλα, τα πιο παραδοσιακά. Το πεδίο της μάχης αλλάζει μπροστά στα μάτια μας από μήνα σε μήνα», ανέφερε ο Τουσκ κατά τη διάρκεια ομιλίας του στην κάτω βουλή του πολωνικού κοινοβουλίου.

Ο Τουσκ πρόσθεσε ότι η Πολωνία «συνομιλεί σοβαρά με τους Γάλλους για την ιδέα τους περί πυρηνικής ομπρέλας πάνω από την Ευρώπη».

Οι δηλώσεις αυτές έγιναν εν μέσω έντονης δραστηριότητας στον τομέα της άμυνας σε όλη την Ευρώπη τις τελευταίες εβδομάδες και ακολουθούν στενά τα σχόλια του Αμερικανού προέδρου Ντόναλντ Τραμπ, ο οποίος νωρίτερα μέσα στην εβδομάδα υπαινίχθηκε ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες ίσως να μην υπερασπιστούν τους συμμάχους τους στο ΝΑΤΟ σε περίπτωση επίθεσης.

Ο Τραμπ, όταν ρωτήθηκε την Πέμπτη αν θα αρνούνταν να υπερασπιστεί συμμάχους του ΝΑΤΟ που δεν πληρούν τις υψηλές προτάσεις της κυβέρνησής του για αμυντικές δαπάνες, είπε ότι μια τέτοια πορεία θα ήταν λογική. «Λοιπόν, νομίζω ότι είναι κοινή λογική, σωστά; Αν δεν πληρώσουν, δεν πρόκειται να τους υπερασπιστώ. Όχι, δεν πρόκειται να τους υπερασπιστώ», δήλωσε.

Ο Τραμπ εξέφρασε επίσης σκεπτικισμό για το αν το ΝΑΤΟ θα υπερασπιζόταν τις Ηνωμένες Πολιτείες σε περίπτωση επίθεσης, αν οι ρόλοι αντιστρέφονταν. «Πιστεύεις ότι θα έρθουν να μας προστατεύσουν; Υποτίθεται ότι πρέπει. Δεν είμαι τόσο σίγουρος», είπε.

Η ρήτρα συλλογικής άμυνας του ΝΑΤΟ, που υποχρεώνει όλους τους συμμάχους να συνδράμουν στην υπεράσπιση ενός άλλου σε περίπτωση επίθεσης, έχει ενεργοποιηθεί μόνο μία φορά: όταν η συμμαχία υπερασπίστηκε τις Ηνωμένες Πολιτείες μετά τις τρομοκρατικές επιθέσεις της 11ης Σεπτεμβρίου 2001.

Η Πολωνία συνεργάζεται με τη Γαλλία για τη δημιουργία νέας πυρηνικής αποτροπής

Τα σχόλια του Τραμπ για το ΝΑΤΟ και η πρόσφατη απόφασή του να ανακαλέσει κάθε στρατιωτική, ανθρωπιστική, κατασκοπευτική και εμπορική υποστήριξη προς την Ουκρανία έχουν προκαλέσει σοκ στην Ευρώπη, καθώς πολλά έθνη εκεί διατηρούν διμερείς συμμαχίες με την Ουάσιγκτον, οι οποίες τους παρέχουν στρατηγική προστασία υπό την πυρηνική ομπρέλα των Ηνωμένων Πολιτειών.

Πολλοί ηγέτες σε όλη την Ευρώπη πιστεύουν πλέον ότι ο Τραμπ θα μπορούσε να ανακαλέσει και αυτές τις συμφωνίες και έχουν ξεκινήσει συνομιλίες για τη δημιουργία μιας ανεξάρτητης ευρωπαϊκής πυρηνικής αποτροπής.

Προς αυτό το σκοπό, ο Γάλλος πρόεδρος Εμανουέλ Μακρόν συμφώνησε να διεξαγάγει συζητήσεις με άλλους Ευρωπαίους ηγέτες σχετικά με το ενδεχόμενο επέκτασης της πυρηνικής ικανότητας της Γαλλίας, ώστε να παρέχει μια νέα στρατηγική ομπρέλα για την Ευρώπη, σε περίπτωση που οι Ηνωμένες Πολιτείες εγκαταλείψουν περαιτέρω τις δεσμεύσεις τους στην περιοχή.

Η Γαλλία είναι το μόνο έθνος στην Ευρωπαϊκή Ένωση που διατηρεί δικό της πυρηνικό οπλοστάσιο, ενώ το Βέλγιο, η Γερμανία, η Ιταλία και η Ολλανδία φιλοξενούν αμερικανικά πυρηνικά όπλα στο πλαίσιο προγράμματος κοινής χρήσης με την Ουάσιγκτον.

Οι ηγεσίες της Πολωνίας και των βαλτικών χωρών υποδέχτηκαν γρήγορα τη συμφωνία του Μακρόν να ξεκινήσουν πυρηνικές συνομιλίες, φοβούμενες ότι, χωρίς δική τους πυρηνική αποτροπή, μια αδύναμη συμφωνία κατάπαυσης του πυρός για τον συνεχιζόμενο πόλεμο στην Ουκρανία θα μπορούσε να ενθαρρύνει τη Ρωσία να εισβάλει σε άλλα έθνη της ανατολικής Ευρώπης.

Ο Τουσκ, του οποίου η χώρα κατέχει αυτή τη στιγμή την εκ περιτροπής προεδρία της ΕΕ, δήλωσε ότι η Ευρώπη «πρέπει να εξετάσει σοβαρά αυτή την πρόταση».

Οι μετασοβιετικές χώρες φοβούνται μια νέα εποχή ρωσικού επεκτατισμού

Η Πολωνία, όπως και οι βαλτικές χώρες, βρισκόταν υπό την κυριαρχία κομμουνιστικών δυνάμεων πιστών στη Μόσχα μέχρι να ανακτήσει την ανεξαρτησία της στο τέλος του Ψυχρού Πολέμου.

Λόγω αυτής της ιστορίας, η χώρα έχει επενδύσει βαθιά στο ΝΑΤΟ, το οποίο ιδρύθηκε για να αντιμετωπίσει τη σοβιετική επέκταση. Η Πολωνία ξοδεύει πλέον μεγαλύτερο ποσοστό του ΑΕΠ της σε αμυντικές δαπάνες από οποιοδήποτε άλλο μέλος του ΝΑΤΟ.

Ο Τουσκ δήλωσε τον Ιανουάριο ότι η Ευρώπη πρέπει να εξοπλιστεί για να απελευθερωθεί από την εξάρτηση από τις Ηνωμένες Πολιτείες, διαφορετικά κινδυνεύει με μια νέα εποχή ρωσικής κυριαρχίας.

«Αν η Ουκρανία χάσει τον πόλεμο ή αν αποδεχτεί όρους ειρήνης, ανακωχής ή συνθηκολόγησης με τρόπο που αποδυναμώνει την κυριαρχία της και διευκολύνει τον [Ρώσο πρόεδρο Βλαντίμιρ] Πούτιν να αποκτήσει τον έλεγχο της Ουκρανίας, τότε, χωρίς αμφιβολία, η Πολωνία θα βρεθεί σε πολύ πιο δύσκολη γεωπολιτική κατάσταση», είπε ο Τουσκ.

Κατά την ομιλία του στο κοινοβούλιο στις 7 Μαρτίου, ο Τουσκ ανακοίνωσε επίσης σχέδιο για την παροχή στρατιωτικής εκπαίδευσης σε όλους τους Πολωνούς άνδρες ηλικίας 18 ετών και άνω, δημιουργώντας έτσι μια τεράστια εφεδρική δύναμη ικανή να ανταποκριθεί σε αναδυόμενες απειλές.

Το νέο πρόγραμμα εκπαίδευσης εφέδρων, που θα περιλαμβάνει μεγάλης κλίμακας ασκήσεις με την ενεργό υπηρεσία, αποσκοπεί στο να διπλασιάσει το μέγεθος του πολωνικού στρατού από 220.000 σε 500.000 άτομα τα επόμενα χρόνια.

Τραμπ προς Χαμενεΐ: Νέο πυρηνικό συμφωνητικό με το Ιράν

Ο πρόεδρος των ΗΠΑ Ντόναλντ Τραμπ επιδιώκει να διαπραγματευτεί μια νέα πυρηνική συμφωνία με το Ιράν για να αντικαταστήσει αυτήν από την οποία είχε αποσυρθεί κατά τη διάρκεια της πρώτης του θητείας στην προεδρία.

Μιλώντας σε δημοσιογράφους στον Λευκό Οίκο στις 7 Μαρτίου, ο Τραμπ ανέφερε ότι η εκτίμηση της κυβέρνησής του για την κατάσταση μεταξύ Ηνωμένων Πολιτειών και Ιράν βρίσκεται «σε τελικό στάδιο», υποδηλώνοντας ότι ενδέχεται να υπάρξει είτε συμφωνία για το ιρανικό πετρέλαιο είτε στρατιωτική δράση. Ανέφερε πως το Ιράν δεν μπορεί να αποκτήσει πυρηνικά όπλα και ότι κάτι θα συμβεί πολύ σύντομα.

Ο Τραμπ έστειλε μια επιστολή στον Ανώτατο Ηγέτη του Ιράν, Αλί Χαμενεΐ, αυτή την εβδομάδα, ελπίζοντας να δημιουργηθεί ένα νέο πλαίσιο για να περιοριστεί η ικανότητα της Τεχεράνης να επιταχύνει το πυρηνικό της πρόγραμμα. Ωστόσο, δεν έχει υπάρξει επίσημη επιβεβαίωση ότι ο Χαμενεΐ έχει λάβει την επιστολή.

Ο Τραμπ ανέφερε την αποστολή της επιστολής σε ένα απόσπασμα συνέντευξης που παραχώρησε στην Fox Business News αυτή την εβδομάδα, η οποία δεν έχει δημοσιευτεί πλήρως. Στη συνέντευξή του ανέφερε ότι είχε γράψει μια επιστολή λέγοντας ότι ελπίζει να διαπραγματευτούν, γιατί αν πρέπει να επέμβουν στρατιωτικά, θα είναι κάτι φρικτό. Πρόσθεσε ότι θα είναι πολύ καλύτερο για το Ιράν, ενώ η άλλη εναλλακτική είναι να κάνουν κάτι, γιατί δεν μπορούν να τους αφήσουν να αποκτήσουν πυρηνικά όπλα.

Ο Τραμπ έκανε τις δηλώσεις αυτές καθώς η ηγεσία στις Ηνωμένες Πολιτείες και το Ισραήλ εξετάζουν το ενδεχόμενο στρατιωτικής παρέμβασης για να αποτρέψουν το Ιράν από το να αποκτήσει πυρηνικά όπλα. Τόσο η Ουάσιγκτον όσο και η Ιερουσαλήμ έχουν δηλώσει ότι δεν θα επιτρέψουν ποτέ στο Ιράν να αποκτήσει πυρηνικά όπλα και υπέγραψαν κοινή δήλωση με αυτήν τη δέσμευση υπό την κυβέρνηση Μπάιντεν το 2022.

Η Τεχεράνη δεν διαθέτει όπλα μαζικής καταστροφής προς το παρόν, αλλά συνεχίζει να εμπλουτίζει ουράνιο σε επίπεδα κοντά σε αυτά που απαιτούνται για πυρηνικά όπλα, από τότε που ο Τραμπ τερμάτισε μονομερώς τη διμερή πυρηνική συμφωνία το 2018, η οποία είχε θέσει περιορισμούς σε τέτοιες δραστηριότητες.

Υπάρχει ανησυχία ότι το καθεστώς της Τεχεράνης θα μπορούσε να επιταχύνει γρήγορα τη δημιουργία πυρηνικής κεφαλής σε σύντομο χρονικό διάστημα, την οποία θα τοποθετήσει σε πύραυλο. Σύμφωνα με την τελευταία έκθεση του Διεθνούς Οργανισμού Ατομικής Ενέργειας (IAEA), το Ιράν έχει ενισχύσει την παραγωγή ουρανίου κοντά στο όριο που απαιτείται για πυρηνικά όπλα.

Η έκθεση της ΙΑΕΑ αναφέρει ότι το Ιράν διαθέτει περίπου 274 κιλά ουρανίου εμπλουτισμένου σε ποσοστό 60%, το οποίο απέχει μόλις ένα βήμα από το 90% που απαιτείται για την παραγωγή πυρηνικών όπλων. Η ποσότητα αυτή αντιπροσωπεύει αύξηση περίπου 40% από τον περασμένο Αύγουστο. Η έκθεση αναφέρει ότι απαιτούνται περίπου 42 κιλά εμπλουτισμένου ουρανίου σε αυτό το επίπεδο για την παραγωγή μιας πυρηνικής κεφαλής, κάτι που υποδηλώνει ότι η Τεχεράνη μπορεί να παράγει περίπου έξι πυρηνικές κεφαλές, αν το επιθυμεί.

Οι σχέσεις μεταξύ Τραμπ και Χαμενεΐ είναι τεταμένες εδώ και χρόνια, μετά την αποχώρηση του Αμερικανού προέδρου από τη συμφωνία πυρηνικής συμφωνίας και τη δολοφονία του Ιρανού στρατηγού Σολεϊμανί το 2020.

Ο Χαμενεΐ απέρριψε την πρώτη πρόταση του Τραμπ για νέα πυρηνική συμφωνία τον περασμένο μήνα, λέγοντας ότι «δεν πρέπει να υπάρξουν διαπραγματεύσεις με μια τέτοια κυβέρνηση». Είπε ότι «οι Αμερικανοί δεν τήρησαν τη συμφωνία» και πρόσθεσε ότι «το άτομο που είναι στην εξουσία την κατέστρεψε. Είπε ότι θα το κάνει και το έκανε.»

Ο Λευκός Οίκος επιβεβαίωσε τις δηλώσεις του Τραμπ σχετικά με την επιστολή προς τον Χαμενεΐ αυτή την εβδομάδα, λέγοντας ότι ο Τραμπ έστειλε μια επιστολή στους Ιρανούς ηγέτες ζητώντας να διαπραγματευτεί μια νέα συμφωνία. Ο Τραμπ δήλωσε: «Προτιμώ να διαπραγματευτώ μια συμφωνία. Δεν είμαι σίγουρος αν συμφωνούν όλοι μαζί μου, αλλά μπορούμε να καταλήξουμε σε μια συμφωνία που θα είναι εξίσου καλή όσο αν την κερδίζαμε στρατιωτικά […] Ο χρόνος λιγοστεύει. Κάτι θα συμβεί, με τον ένα ή τον άλλον τρόπο.»

Η επίσημη θέση του Ιράν είναι ότι το πυρηνικό του πρόγραμμα έχει ειρηνικούς σκοπούς. Ωστόσο, οι ηγέτες στην Τεχεράνη έχουν απειλήσει ανοιχτά να επιδιώξουν την ανάπτυξη πυρηνικών όπλων λόγω των υψηλών εντάσεων που σχετίζονται με το καθεστώς κυρώσεων της Ουάσιγκτον και της μάχης της Ιερουσαλήμ κατά των παραστρατιωτικών ομάδων στη Γάζα, το Λίβανο και την Υεμένη, τις οποίες υποστηρίζει το Ιράν.

Δεν είναι γνωστό αν υπάρχει διάθεση για διαπραγματεύσεις στην Τεχεράνη. Ωστόσο, ο Χαμενεΐ είπε σε ομιλία του τον περασμένο Αύγουστο ότι «δεν είναι κακό να συζητάμε με τον εχθρό». Πρόσφατα, όμως, αντέστρεψε αυτές τις δηλώσεις, λέγοντας ότι «δεν είναι έξυπνο, σοφό ή έντιμο» να διαπραγματεύεται κανείς με τις Ηνωμένες Πολιτείες.

Με πληροφορίες από το Associated Press

Ομάδα Ειρήνης: Οι ΗΠΑ πρέπει να τερματίσουν επίσημα τον πόλεμο της Κορέας για να αποτρέψουν την πυρηνική καταστροφή

Ομάδα ακτιβιστών, επιστημόνων και πολιτών συνεδρίασε στην Ουάσιγκτον με την ελπίδα να τερματιστεί ο πόλεμος της Κορέας, ο οποίος έχει κολλήσει σε μια διαρκή ανακωχή χωρίς επίσημη ειρηνευτική συμφωνία εδώ και επτά δεκαετίες.

Συγκεντρωμένοι σε μια κατάμεστη αίθουσα διδασκαλίας στο Πανεπιστήμιο George Washington στην Ουάσιγκτον, ακαδημαϊκοί, ακτιβιστές για την ειρήνη και άτομα των οποίων οι οικογένειες διαλύθηκαν από τη σύγκρουση πραγματοποίησαν συνέδριο με αφορμή την 70ή επέτειο της εκεχειρίας που ανέστειλε, αλλά δεν τερμάτισε, τον πόλεμο της Κορέας.

Η Λίντα Γιαρ, διευθύντρια των συνεργασιών για διεθνείς στρατηγικές στην Ασία στο Πανεπιστήμιο Τζορτζ Ουάσιγκτον, δήλωσε ότι το συνέδριο ήταν μια ευκαιρία να ζητηθεί ο τερματισμός του πολέμου που υπάρχει μεταξύ των Ηνωμένων Εθνών και της Βόρειας Κορέας εδώ και περίπου 70 χρόνια.

«Εδώ και 70 χρόνια, όπως γνωρίζετε, ο λαός της κορεατικής χερσονήσου ζει κάτω από το σύννεφο μιας άλυτης σύγκρουσης που ξεσπά σε κρίση κατά καιρούς», δήλωσε η κα Γιαρ.

«Σήμερα, μπορούμε να αφιερώσουμε λίγο χρόνο για να μάθουμε πράγματα, να προβληματιστούμε και να εμβαθύνουμε την κατανόησή μας των προοπτικών και των προκλήσεων που συνεπάγεται η μετάβαση από την εκεχειρία σε μια ειρηνευτική συμφωνία.»

Η ώθηση για μια ειρηνευτική συμφωνία έρχεται καθώς πολλές ομάδες, συμπεριλαμβανομένης της διοργανώτριας του συνεδρίου Korea Peace Now!, φοβούνται όλο και περισσότερο ότι οι εντάσεις μεταξύ των Ηνωμένων Πολιτειών και της Βόρειας Κορέας θα εξελιχθούν σε πυρηνική καταστροφή.

Η Κριστίν Αν, συντονίστρια του Korea Peace Now!, δήλωσε ότι το συνέδριο είχε ως στόχο να αλλάξει «τον τρόπο που όλοι σκεφτόμαστε για τον πόλεμο της Κορέας και τις συνεχιζόμενες επιπτώσεις του» και να προσφέρει «νέους τρόπους σκέψης» για να σπάσει το καλούπι ενός επικίνδυνου πυρηνικού αδιεξόδου.

«Θέλαμε να θέσουμε στο επίκεντρο την ιστορία ατόμων των οποίων οι οικογένειες έχουν διαλυθεί από τον πόλεμο και τα εμπόδια που συνεχίζουν να αντιμετωπίζουν ελλείψει ειρήνης», δήλωσε η κα Αν.

«Καθώς η κατάσταση στην κορεατική χερσόνησο φτάνει σε επικίνδυνα επίπεδα, θεωρήσαμε ότι ήταν σημαντικό να ακούσουμε [επίσης] από στρατιωτικούς εμπειρογνώμονες και πυρηνικούς επιστήμονες πώς η ειρήνη και η εξομάλυνση μπορούν να οδηγήσουν σε μεγάλο βαθμό στην εξάλειψη της απειλής ενός πυρηνικού πολέμου.»

Ο πιο φρικτός πόλεμος στην ιστορία

Ο πόλεμος της Κορέας ξεκίνησε το 1950 όταν η κομμουνιστική Βόρεια Κορέα εισέβαλε στη δημοκρατική Νότια Κορέα, αλλά σύντομα εξελίχθηκε σε μια μαζική σύγκρουση όταν τα Ηνωμένα Έθνη υποστήριξαν τον Νότο, ενώ η Κίνα και η Σοβιετική Ένωση υποστήριξαν τον Βορρά.

Τελικά, το 1953 υπογράφηκε κατάπαυση του πυρός από εκπροσώπους των Ηνωμένων Εθνών, της Βόρειας Κορέας και της Κίνας. Η Νότια Κορέα δεν υπέγραψε ποτέ την εκεχειρία, αρνούμενη να αποδεχτεί μια διαιρεμένη Κορέα εκείνη την εποχή, και κανένας Νοτιοκορεάτης δεν ήταν παρών στην υπογραφή της.

Έκτοτε, η Κίνα και η Νότια Κορέα κατέληξαν στη δική τους ειρηνευτική συμφωνία, αφήνοντας τα Ηνωμένα Έθνη, που εκπροσωπούνται κυρίως από τις Ηνωμένες Πολιτείες, και τη Βόρεια Κορέα ως τα μόνα ενεργά μέρη της ανακωχής.

Ο Μπρους Κάμινγκς, καθηγητής Ιστορίας στο Πανεπιστήμιο του Σικάγο, μίλησε εκτενώς για το θέμα της άλυτης φύσης του πολέμου της Κορέας, ιδιαίτερα για αυτό που θεώρησε ως συνεχιζόμενη αποτυχία της πολιτικής των ΗΠΑ στη συνέχιση του status quo μέσω του πυρηνικού εκφοβισμού.

«Η πιθανότητα πυρηνικού πολέμου στην κορεατική χερσόνησο και στα περίχωρά της εξακολουθεί να είναι πολύ ισχυρή και θα ήταν ο πιο τρομερός πόλεμος στην ιστορία”, είπε ο κος Κάμινγκς.

«Και πρέπει να πω ότι η κυβέρνηση των Ηνωμένων Πολιτειών, όλοι οι πρόεδροι, Ρεπουμπλικάνοι και Δημοκρατικοί, προσπαθούν κατ’ εξακολούθηση να εκφοβίσουν τη Βόρεια Κορέα, πετώντας βομβαρδιστικά με πυρηνικές δυνατότητες στο κορεατικό θέατρο. … Αυτό ισχύει από το 1951.»

Άνδρες του 24ου Συντάγματος Πεζικού του αμερικανικού στρατού μεταφέρονται με φορτηγά στο μέτωπο, κατά τη διάρκεια του πολέμου της Κορέας, στις 18 Ιουλίου 1950. (Εθνικά Αρχεία/AFP μέσω Getty Images)

 

Βάσει αυτού του στόχου, ο κος Κάμινγκς δήλωσε ότι η πολιτική των ΗΠΑ που εφαρμόζεται από την εποχή της κυβέρνησης Αϊζενχάουερ απέτυχε σταθερά να παράγει ουσιαστικά αποτελέσματα και συχνά φαινόταν να ενθαρρύνει τη Βόρεια Κορέα να γίνει πιο πολεμοχαρής από ό,τι θα συνέβαινε δια της διπλωματικής οδού .

Παρομοίως, ο κος Κάμινγκς δήλωσε ότι δεν υπάρχουν αποδείξεις ότι η πολιτική «μαζικών αντιποίνων” της εποχής του Αϊζενχάουερ συνέβαλε στην υπογραφή της ανακωχής από τη Βόρεια Κορέα. Αντιθέτως, είπε, η Βόρεια Κορέα φαίνεται να είχε επηρεαστεί εξίσου προς την κατάπαυση πυρός από τον θάνατο του Σοβιετικού ηγέτη Ιωσήφ Στάλιν, γεγονός που αποσταθεροποίησε σε μεγάλο βαθμό το κομμουνιστικό μπλοκ στην Ευρασία εκείνη την εποχή.

«Παρά τον πυρηνικό θόρυβο, ωστόσο, δεν υπάρχει καμία απόδειξη ότι αυτές οι πυρηνικές απειλές επηρέασαν τη Βόρεια Κορέα και η Κίνα ώστε να υπογράψουν την ανακωχή», δήλωσε ο κ. Κάμινγκς.

Ο κος Κάμινγκς δήλωσε επίσης ότι οι δεκαετίες αποτροπής μέσω της ισχύος από τις Ηνωμένες Πολιτείες απέτυχαν να αποτρέψουν τη διάδοση των πυρηνικών όπλων στη Βόρεια Κορέα.

Πράγματι, είπε, για τα πρώτα 53 χρόνια της εκεχειρίας, η Βόρεια Κορέα δεν είχε καθόλου πυρηνικά όπλα, αλλά αποφάσισε να τα αποκτήσει λόγω της συνεχούς χρήσης του πυρηνικού οπλοστασίου των Ηνωμένων Πολιτειών ως εκβιαστικού διπλωματικού εργαλείου.

Η Βόρεια Κορέα ολοκλήρωσε την ανάπτυξη των δικών της πυρηνικών όπλων το 2006 και σήμερα εκτιμάται ότι διαθέτει περίπου 20 -30 πυρηνικά όπλα.

Το κομμουνιστικό καθεστώς της Βόρειας Κορέας είναι επίσης βαθιά επηρεασμένο από την κληρονομιά της καταστροφής στον πόλεμο της Κορέας, σε βαθμό που, όπως ανέφερε ο κος Κάμινγκς, οι περισσότεροι Αμερικανοί δεν θα μπορούσαν να κατανοήσουν.

Οι περισσότεροι Αμερικανοί, είπε ο κος Κάμινγκς, δεν σκέφτονται καθόλου τον πόλεμο της Κορέας και πολύ περισσότερο δεν γνωρίζουν την έκταση της καταστροφής που επέφερε. Αυτό περιλαμβάνει, είπε, ενέργειες των Ηνωμένων Πολιτειών που θα θεωρούνταν εγκλήματα πολέμου ακόμη και εκείνη την εποχή, συμπεριλαμβανομένων των μαζικών βομβαρδισμών μη στρατιωτικών υποδομών, όπως μεγάλων φραγμάτων.

Οι αμερικανικές δυνάμεις, οι οποίες αποτελούσαν περίπου το 90% της ομάδας των Ηνωμένων Εθνών, ισοπέδωσαν περίπου 16 πόλεις της Βόρειας Κορέας κατά τη διάρκεια της σύγκρουσης, μέσω μιας σειράς συνεχών βομβαρδισμών που περιελάμβανε εκτεταμένη χρήση ναπάλμ.

Οι Ηνωμένες Πολιτείες έριξαν περίπου 635 χιλιάδες τόνους βόμβες στην Κορέα μεταξύ του 1950 και 1953, ποσότητα υπερπολλαπλάσια από αυτή που έριξαν σε ολόκληρο το πεδίο του Ειρηνικού καθ’ όλη τη διάρκεια του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου.

Οι βομβαρδισμοί αυτοί οδήγησαν μεγάλο μέρος της στρατιωτικής υποδομής της Βόρειας Κορέας να αναπτυχθεί υπογείως και ενέπνευσαν στην ηγεσία του καθεστώτος την προσπάθεια απόκτησης πυρηνικών όπλων, που υπάρχουν ακόμα.

Εξαιτίας αυτού, είπε ο κος Κάμινγκς, ενώ τα εγκλήματα του κομμουνιστικού καθεστώτος δεν μπορούν να παραβλεφθούν, τα κίνητρά του για την επιδίωξη πυρηνικών όπλων ήταν αρκετά ξεκάθαρα.

«Δεν θέλω να δικαιολογήσω τους Βορειοκορεάτες – είναι οι ίδιοι οι δημιουργοί των περισσότερων προβλημάτων τους», δήλωσε ο κος Κάμινγκς. «Αλλά δεν έχει σημασία ποιος θα κυβερνούσε την Πιονγκγιάνγκ υπό αυτού του είδους την απειλή. Το πρώτο πράγμα που θα ήθελαν κάτω από αυτού του είδους την απειλή θα ήταν τα πυρηνικά όπλα.»

Στρατιώτης της Νότιας Κορέας στέκεται δίπλα σε μια οθόνη τηλεόρασης που δείχνει μια ειδησεογραφική εκπομπή με υλικό από μια βορειοκορεατική δοκιμή πυραύλου, σε σιδηροδρομικό σταθμό στη Σεούλ, στις 22 Ιουλίου 2023. (Jung Yeon-Je/AFP via Getty Images)

 

Η αποτυχία μιας καταστροφικής πολιτικής

Δεδομένου ότι η Βόρεια Κορέα διαθέτει πυρηνικά όπλα τώρα και ότι και η Νότια Κορέα τα θέλει, ο κος Κάμινγκς περιέγραψε τις συνεχείς προσπάθειες των Ηνωμένων Πολιτειών να χρησιμοποιήσουν το πυρηνικό τους οπλοστάσιο ως αποτρεπτικό μέσο ως την «αποτυχία μιας καταστροφικής πολιτικής» που διαρκεί περισσότερο από μισό αιώνα.

Επιπλέον, είπε, η σταθερά αντιφατική επικοινωνία της κυβέρνησης Μπάιντεν στο θέμα της Βόρειας Κορέας, λέγοντας ότι είναι πρόθυμη να συμμετάσχει σε οποιεσδήποτε συνομιλίες για τη μη διάδοση των πυρηνικών όπλων με τη Βόρεια Κορέα, ενώ αρνείται σχεδόν κάθε επίσημη διπλωματία με το ερμητικό έθνος, επιδεινώνει τα πράγματα.

«Πρόκειται για μια απολύτως οργουελιανή διγλωσσία, αυτή στην οποία εμπλέκεται η κυβέρνηση Μπάιντεν», δήλωσε ο κ. Κάμινγκς.

«Δεν κάνουν καλή δουλειά, όπως δεν έκαναν ο Ομπάμα και ο Τραμπ.»

Ο κος Κάμινγκς κατηγόρησε επίσης τα αμερικανικά μέσα ενημέρωσης ότι δεν αντιμετωπίζουν επαρκώς την πραγματικότητα του συνεχιζόμενου αδιεξόδου και το πώς η πολιτική των ΗΠΑ συμβάλλει στις συνθήκες που διαμορφώνουν τις πολιτικές, οικονομικές και στρατιωτικές αποφάσεις της Βόρειας Κορέας.

«Τώρα, είμαστε ακόμα σε πόλεμο με τη Βόρεια Κορέα, με το ενδεχόμενο ενός πυρηνικού πολέμου προ των πυλών, και σχεδόν ποτέ δεν ακούμε κάτι άλλο εκτός από προπαγάνδα», δήλωσε ο κος Κάμινγκς.

«Αρνούμαστε να δούμε με ειλικρίνεια μια σύγκρουση που υποβόσκει εδώ και 80 χρόνια και η οποία είναι έτοιμη να αναφλεγεί ανά πάσα στιγμή.»

Σύμφωνα με τον κο Κάμινγκς, οι ΗΠΑ θα έπρεπε να επανεκινήσουν άμεσες διπλωματικές συνομιλίες με το καθεστώς της Βόρειας Κορέας και να καταλήξουν σε μια ειρηνευτική συμφωνία, που θα αντικαταστήσει την εκεχειρία. Μόνο μέσω κανονικών διπλωματικών σχέσεων μπορεί να υπάρξει ειρήνη στην περιοχή.

Αν και οι Ηνωμένες Πολιτείες έχουν αποφύγει τον ανοικτό πόλεμο μέχρι τώρα, λέει ο κος Κάμινγκς, η ταχεία ανάπτυξη των πυρηνικών και η αυξανόμενη εχθρότητα μεταξύ της Ουάσιγκτον και της Πιονγιάνγκ δεν μπορούν επ’ ουδενί να χαρακτηριστούν «νίκη». Αντιθέτως, θα μπορούσαν εύκολα να καταλήξουν σε πυρηνικό πόλεμο.

«Οι ΗΠΑ έχουν αποφύγει μεν έναν νέο πόλεμο στην Κορέα, αλλά το αποτέλεσμα [της τακτικής τους] είναι η ανάπτυξη της Βόρειας Κορέας ως μεγάλης πυρηνικής δύναμης, κάτι που δεν μπορώ να θεωρήσω ‘επιτυχία’.»

«Κατ’ εμέ, είναι απείρως σημαντικότερο να καλλιεργηθούν φυσιολογικές σχέσεις με τη Βόρεια Κορέα.»

Η ειρηνευτική προσπάθεια του Κογκρέσου συναντά αντιδράσεις

Οι απόψεις που εκφράστηκαν στο συνέδριο ήταν αμφιλεγόμενες. Πολλοί, αν όχι οι περισσότεροι, πολίτες τόσο στη Νότια Κορέα όσο και στις Ηνωμένες Πολιτείες πιστεύουν μόνο οι επιδείξεις δύναμης μπορούν να αποτρέψουν τη Βόρεια Κορέα από την κήρυξη πολέμου.

Ως εκ τούτου, οι εντάσεις αναζωπυρώνονται τόσο εντός όσο και εκτός του Κογκρέσου, σχετικά με ένα νομοσχέδιο που θα υποχρέωνε την κυβέρνηση να συνάψει μονομερώς μια ειρηνευτική συμφωνία με τη Βόρεια Κορέα, ακόμη και όταν το καθεστώς συνεχίζει να απειλεί τη Νότια Κορέα και τις Ηνωμένες Πολιτείες με πυρηνικό αφανισμό. Ο Νόμος για την Ειρήνη στην Κορεατική Χερσόνησο, που εισήχθη από τον βουλευτή Μπραντ Σέρμαν (Δ-Καλιφ.) τον Μάρτιο και υποστηρίχθηκε από τους διοργανωτές του συνεδρίου της Παρασκευής, θα υποχρέωνε την ομοσπονδιακή κυβέρνηση να επιδιώξει αμέσως την αντικατάσταση της ισχύουσας ανακωχής με μια επίσημη ειρηνευτική συμφωνία.

Το νομοσχέδιο, το οποίο χαιρετίστηκε από ακτιβιστές για την ειρήνη ως ένα πολυπόθητο τέλος σε μια 73χρονη σύγκρουση, συγκεντρώνει όλο και περισσότερες επικρίσεις από Κορεάτες Αμερικανούς και συναφείς οργανώσεις υπεράσπισης, οι οποίοι φοβούνται ότι μπορεί να αποδυναμώσει άσκοπα τις προσπάθειες αποτροπής της Νότιας Κορέας και των Ηνωμένων Πολιτειών.

Για το σκοπό αυτό, ο ειδησεογραφικός οργανισμός One Korea Network (OKN) και η ομάδα επιρροής U.S.-Korea Alliance Foundation (USKAF) συνεργάστηκαν αυτή την εβδομάδα για να συντονίσουν μια σειρά εκδηλώσεων με στόχο την αποθάρρυνση της ψήφισης του νομοσχεδίου, συμπεριλαμβανομένης της αντιδιαμαρτυρίας για τις προσπάθειες του Korea Peace Now!

Σε συνέντευξη Τύπου στις 26 Ιουλίου στην Ουάσιγκτον, οι πολέμιοι του νομοσχεδίου συγκεντρώθηκαν για να αντιμετωπίσουν αυτό που αποκάλεσαν «ψεύτικη ειρήνη» μιας «φιλο-βορειοκορεατικής» πρωτοβουλίας.

Όποια και αν είναι η έκβαση της νομοθετικής μάχης, πάντως, ο πολιτικός μηχανισμός που λειτουργεί στην Ουάσιγκτον και τη Σεούλ φαίνεται προς το παρόν να επιταχύνει μόνο τη χρήση στρατιωτικής βίας ως μέτρο αποτροπής.

Η στρατιωτική συμμαχία ΗΠΑ-Νότιας Κορέας έφτασε στο ζενίθ της τον Απρίλιο, όταν ο πρόεδρος Τζο Μπάιντεν υποδέχθηκε τον πρόεδρο της Νότιας Κορέας Γιουν Σουκ Γιολ στην Ουάσιγκτον. Εκεί, οι δύο υπέγραψαν τη Διακήρυξη της Ουάσιγκτον, η οποία ενίσχυσε τη δέσμευση των Ηνωμένων Πολιτειών να υπερασπιστούν τη Νότια Κορέα υπό την πυρηνική τους ομπρέλα με αντάλλαγμα η Νότια Κορέα να μην επιδιώξει την ανάπτυξη δικών της πυρηνικών όπλων.

Έκτοτε, οι Ηνωμένες Πολιτείες έστειλαν δύο πυρηνικά υποβρύχια στη Νότια Κορέα και προσκάλεσαν τον κο Γιουν να ξεναγηθεί σε ένα από αυτά, με αποτέλεσμα ο ηγέτης της Νότιας Κορέας να γίνει ο πρώτος και μοναδικός ξένος ηγέτης που πάτησε ποτέ το πόδι του σε αμερικανικό πυρηνικό υποβρύχιο.

Η επίδειξη δύναμης προκάλεσε έντονες διαμαρτυρίες από την κομμουνιστική Βόρεια Κορέα και τη σύμμαχό της Κίνα, επιδεινώνοντας τις εντάσεις εν μέσω των ήδη τεταμένων σχέσεων μεταξύ των δημοκρατικών και κομμουνιστικών δυνάμεων.

Σε απάντηση, η Βόρεια Κορέα εκτόξευσε δύο βαλλιστικούς πυραύλους στη θάλασσα. Η κρατική προπαγάνδα της Βόρειας Κορέας ανέφερε ότι η κομμουνιστική ηγεσία του έθνους έχει ορκιστεί να «εξοντώσει τον εχθρό» του «αμερικανικού ιμπεριαλισμού».

Του Andrew Thornebrooke

Επιμέλεια: Αλία Ζάε

Η παγκόσμια στρατιωτική επέκταση της Κίνας – μέρος γ΄

Επί δύο δεκαετίες, η Κίνα διοχετεύει δεκάδες δισεκατομμύρια δολάρια σε χώρες με χαμηλό και μεσαίο εισόδημα, χρηματοδοτώντας τεράστια λιμενικά έργα στο όνομα της παγκόσμιας ανάπτυξης.

Ωστόσο, εμπειρογνώμονες και νομοθέτες προειδοποιούν ότι το Κομμουνιστικό Κόμμα Κίνας (ΚΚΚ), το οποίο κυβερνά την Κίνα ως μονοκομματικό κράτος, στην πραγματικότητα επιδιώκει να αναπτύξει την παγκόσμια στρατιωτική του παρουσία, δημιουργώντας νέες υπερπόντιες ναυτικές βάσεις από τα εμπορικά λιμάνια που έχει χρηματοδοτήσει και κατασκευάσει στο εξωτερικό.

Στο πρώτο μέρος του άρθρου, εξετάστηκαν οι προσπάθειες της Κίνας για παγκόσμια ναυτική κυριαρχία με στοιχεία από την AidData (Iνστιτούτο Aid Transparency, Information Technology, Geocoding με έδρα τη Βιρτζίνια των ΗΠΑ), καθώς και οι αντιδράσεις και εκτιμήσεις Αμερικανών πολιτικών και ειδικών.

Στο δεύτερο μέρος, εξετάστηκαν τα λιμάνια του Ινδο-Ειρηνικού που συγκεντρώνουν τις μεγαλύτερες πιθανότητες να φιλοξενήσουν τη δεύτερη μετά το Τζιμπουτί βάση του κινεζικού πολεμικού ναυτικού.

Αυξανόμενο ενδιαφέρον για τις εγκαταστάσεις της Δυτικής Αφρικής

Παρά τα προφανή πλεονεκτήματα μιας βάσης στον Ινδο-Ειρηνικό, υπάρχουν βάσιμοι λόγοι να πιστεύουμε ότι το ΚΚΚ θα μπορούσε να επιδιώξει την κατασκευή μιας στρατιωτικής βάσης στη Δυτική Αφρική.

Η Κίνα έχει δαπανήσει 6,9 δισεκατομμύρια δολάρια σε λιμενικά έργα στη Δυτική Αφρική σε εννέα χώρες: Αγκόλα, Καμερούν, Ακτή Ελεφαντοστού, Ισημερινή Γουινέα, Γκάνα, Γουινέα-Μπισάου, Μαυριτανία, Νιγηρία και Σιέρα Λεόνε.

Οι ροές μετρητών και άλλων πόρων από την Κίνα προς τα έθνη της Δυτικής Αφρικής θα μπορούσαν να υποδηλώνουν ότι μια τέτοια επέκταση βρίσκεται σε εξέλιξη, σύμφωνα με τον Αλεξάντερ Γούλεϊ, διευθυντή συνεργασιών και επικοινωνίας της AidData, της ομάδας που συνέταξε την έκθεση σχετικά με τις επενδύσεις της Κίνας.

image-5487796
Μέλη του Λαϊκού Απελευθερωτικού Στρατού της Κίνας παρευρίσκονται στην τελετή εγκαινίων της στρατιωτικής βάσης της Κίνας στο Τζιμπουτί. (STR/AFP μέσω Getty Images)

 

«Σκοπεύουν να φτιάξουν μια βάση κάπου σε αυτή την περιοχή», δήλωσε ο κος Γούλεϊ κατά τη διάρκεια ομιλίας στις 15 Αυγούστου στο Heritage Foundation.

«Σε ποια [χώρα], δεν το λένε σε κανέναν.»

Οι ενδείξεις, που υποστηρίζονται και από την έκθεση της AidData, υποδεικνύουν  την Ισημερινή Γουινέα και το Καμερούν ως πιθανούς υποψηφίους. Η Κίνα έχει ήδη δαπανήσει περισσότερα από 659 εκατ. δολάρια για τη βελτίωση του λιμανιού στην Μπατά της Ισημερινής Γουινέας και περισσότερα από 1,3 δισ. δολάρια στο Κρίμπι του Καμερούν.

Και οι δύο τοποθεσίες θα προσέφεραν στο ΚΚΚ απαράμιλλη τοποθέτηση στον Κόλπο της Γουινέας, εδραιώνοντας την Κίνα ως προτιμώμενο έθνος για ξένες επενδύσεις σε όλη την ταχέως αναπτυσσόμενη αγορά της Αφρικής, ενώ παράλληλα θα έδιναν στο καθεστώς ένα έρεισμα στον Ατλαντικό Ωκεανό.

image-5486792
Εργαζόμενοι από την Κίνα και την Μπουρκίνα Φάσο που απασχολούνται από την Sinohydro, μια κινεζική κρατική εταιρεία κατασκευής υδροηλεκτρικής ενέργειας, επιστρέφουν στους κοιτώνες τους στο τέλος μιας εργάσιμης ημέρας στην Μπάτα, στις 31 Ιανουαρίου 2012. (Abdelhak Senna/AFP μέσω Getty Images)

 

«Μια κινεζική ναυτική βάση στη Δυτική ή την Κεντρική Αφρική θα έφερνε το [Ναυτικό του Λαϊκού Απελευθερωτικού Στρατού] σε απόσταση αναπνοής από τις ΗΠΑ και τα κράτη-μέλη του ΝΑΤΟ», αναφέρει η έκθεση.

Κορυφαίος Αμερικανός στρατηγός δήλωσε πέρυσι ότι η Μπάτα φαίνεται να είναι το σημείο όπου το καθεστώς είχε κάνει τη μεγαλύτερη πρόοδο στις προσπάθειές του να επεκτείνει την αφρικανική στρατιωτική του παρουσία.

Ομοίως, το Κρίμπι διαθέτει αρκετά βαθιά νερά και μια αρκετά μεγάλη προβλήτα για να φιλοξενήσει τα μεγαλύτερα κινεζικά πολεμικά πλοία.

«Τόσο τα λιμάνια της Μπάτα όσο και του Κρίμπι προσφέρουν ελκυστικές συνθήκες για τη δημιουργία βάσεων και μακροπρόθεσμων σχέσεων του Πεκίνου με την ηγεσία τους», δήλωσε ο κος Κέσλερ.

«Ωστόσο, ο πρωταρχικός στόχος του ΚΚΚ θα είναι πάντα η διατήρηση της σφαίρας επιρροής του πριν από την επέκτασή της. Όσον αφορά τις ναυτικές βάσεις, είναι πιο πιθανό να ξεκινήσουν από μέσα και ύστερα να επεκταθούν προς τα έξω.»

Ο ανταγωνισμός ΗΠΑ-Κίνας αποκτά διεθνή χαρακτήρα

Όπου κι αν επιλέξει το ΚΚΚ να επεκταθεί, η απόφαση δεν θα είναι χωρίς αντίσταση του είδους που ο κος Γκάλαχερ και η Ειδική Επιτροπή για το ΚΚΚ σκοπεύουν να προβάλλουν.

Η έκθεση της AidData σημειώνει ότι οπουδήποτε κι αν αντιληφθούν οι Ηνωμένες Πολιτείες τις επενδύσεις του ΚΚΚ, πιθανότατα θα επιδιώξουν να προσελκύσουν την τοπική κυβέρνηση προς τη δική τους κατεύθυνση.

Τέτοιες προσπάθειες φαίνεται να βρίσκονται σε εξέλιξη σε όλο τον κόσμο, περιλαμβανομένων τοποθεσιών κοντά στις ΗΠΑ. Το καθεστώς φέρεται να έχει εξασφαλίσει συμφωνία με την Κούβα, για παράδειγμα, για την κατασκευή κατασκοπευτικής βάσης μόλις 100 μίλια από τις ακτές της Φλόριντα.

image-5486793
Η είσοδος μιας κινεζικής γειτονιάς στην Αβάνα, στις 11 Απριλίου 2019. (Yamil Lage/AFP μέσω Getty Images)

 

Το ΚΚΚ θα πρέπει να προσέξει και να διατηρήσει μια υπερασπίσιμη θέση, ειδικά αν σκοπεύει να χτίσει μια εγκατάσταση πριν από μια εισβολή στην Ταϊβάν.

«Κάτι που πρέπει να προσέξει η Κίνα είναι ότι κανένα από τα λιμάνια που περιγράφονται παραπάνω δεν είναι επί του παρόντος στρατιωτικά υπερασπίσιμο», αναφέρει η έκθεση. «Σε μια κατάσταση σύγκρουσης, θα γίνονταν στόχοι υψηλής αξίας για έναν εχθρό.»

Οι δυσκολίες που έχει να αντιμετωπίσει το καθεστώς δεν είναι αμελητέες. Το ΚΚΚ δεν διαθέτει τους πολλούς επίσημους συμμάχους των Ηνωμένων Πολιτειών. Αυτό σημαίνει ότι δεν μπορεί απλά να υπολογίζει ότι η στρατιωτική του παρουσία θα είναι ευπρόσδεκτη οπουδήποτε στον κόσμο, μέχρι να μπορέσει να κατασκευάσει τις δικές του βάσεις για να εξασφαλίσει την προστασία τους με τη βία.

«[Η Κίνα] δεν ανήκει σε μια τυπική αμυντική συμμαχία, όπως το ΝΑΤΟ ή η σχετικά νέα AUKUS, οπότε δεν έχει ισότιμες σχέσεις με χώρες βάσει των οποίων θα μπορούσε να βρει φιλοξενία για τα πλοία της, όπως φιλοξενήθηκε, παραδείγματος χάριν, ο αμερικανικός στόλος στη Νάπολη», επεσήμανε ο κος Γούλεϊ.

«Αν θέλουν να αναπτύξουν πλοία σε μακρινές περιοχές, δεν έχουν αυτές τις σχέσεις με έναν σύμμαχο με ναυτική βάση υποδοχής. Δεν έχουν τόσα πολλά πλοία αναπλήρωσης όσα μπορεί να έχουν άλλοι σύγχρονοι στόλοι, οπότε είναι λογικό να αναζητούν ένα μέρος για να δημιουργήσουν μια ναυτική βάση.»

Όσον αφορά τις Ηνωμένες Πολιτείες, η ηγεσία τους βρίσκεται επί του παρόντος στη θέση να πρέπει να προσπαθήσει να μαντέψει πού μπορεί να γίνει η επόμενη κινεζική βάση και ταυτόχρονα να αποτρέψει την κατασκευή της.

Ως εκ τούτου, είπε ο κος Κέσλερ, η αμερικανική ηγεσία θα πρέπει να προσαρμόζεται και μάλιστα γρήγορα, στις αλλαγές στη στρατηγική σκέψη της Κίνας και στις επιλογές που έχει στη διάθεσή της.

«Οι ΗΠΑ και οι σύμμαχοί τους θα πρέπει όχι μόνο να προλάβουν, αλλά και να προσαρμόσουν προσεγγίσεις, νοοτροπίες, στρατηγικές και τακτικές, ώστε να ελαχιστοποιούν αποτελεσματικά ή και να αποτρέπουν την επιτυχία και την εξάπλωση αυτών των σχεδίων του ΚΚΚ μακροπρόθεσμα», δήλωσε ο κος Κέσλερ.

Του Andrew Thornebrooke

Επιμέλεια: Αλία Ζάε