Δευτέρα, 03 Νοέ, 2025

Σε διαπραγματεύσεις καλεί ο Τραμπ το Ιράν «πριν να είναι πολύ αργά»

Από τον Καναδά, όπου βρισκόταν για τη σύνοδο κορυφής των G7, o πρόεδρος των ΗΠΑ Ντόναλντ Τραμπ δήλωσε πως η θέση του Ιράν είναι δυσμενής και θα πρέπει να ξαναρχίσει τον διάλογο «πριν να είναι πολύ αργά».

Η σύγκρουση με το Ισραήλ ξεκίνησε όταν ισραηλινές δυνάμεις κατάφεραν εναέρια χτυπήματα με πυραύλους και με μη επανδρωμένα οχήματα κατά του Ιράν στις 13 Ιουνίου, με την αιτιολογία της αποτροπής παραγωγής πυρηνικών όπλων στο Ιράν. Η ισραηλινές απρόσμενες επιθέσεις χάλασαν πυρηνικές εγκαταστάσεις του Ιράν και τμήματα του προγράμματος βαλλιστικών πυραύλων του Ιράν, και σκότωσαν κορυφαίους Ιρανούς στρατιωτικούς αξιωματούχους και επικεφαλής Ιρανούς πυρηνικούς επιστήμονες.

Το Ιράν ανταπέδωσε, στοχεύοντας το Ισραήλ με βαλλιστικούς πυραύλους και μη επανδρωμένα οχήματα. Τα πυρά συνεχίστηκαν για τέσσερις ημέρες, και κάποια έσπασαν το δίκτυο της ισραηλινής αεράμυνας, προκαλώντας καταστροφές, θανάτους, και τραυματισμούς.

«Είναι οδυνηρό και για τα δύο μέρη, αλλά το Ιράν δεν θα κερδίσει αυτόν τον πόλεμο, και θα πρέπει να μιλήσουν – θα πρέπει να μιλήσουν άμεσα, πριν να είναι πολύ αργά,» είπε ο Τραμπ σε δημοσιογράφους στην αρχή της ετήσιας συνόδου G7.

Πριν την απρόσμενη επίθεση του Ισραήλ, οι Ηνωμένες Πολιτείες είχαν εμπλακεί σε γύρους ομιλιών με Ιρανούς αξιωματούχους για την επίτευξη συμφωνίας για τον περιορισμό της πυρηνικής ανάπτυξης του Ιράν. Ο Τραμπ είχε αποσύρει τις Ηνωμένες Πολιτείες από την προηγούμενη συμφωνία το 2018, λέγοντας ότι δεν αντιμετώπιζε επαρκώς θέματα ασφαλείας και δεν προστάτευε τα αμερικανικά συμφέροντα.

Ιρανοί επικεφαλής είπαν επανειλημμένα ότι διατηρούν ένα ειρηνικό πρόγραμμα πυρηνικής ενέργειας, αλλά συνέχισαν να παράγουν ουράνιο εμπλουτισμένο σε υψηλό βαθμό από το 2018.

Τον Φεβρουάριο, η Υπηρεσία Ατομικής Ενέργειας των Ηνωμένων Εθνών αξιολόγησε ότι το Ιράν είχε συσσωρεύσει περίπου 275 χιλιοστόγραμμα ουρανίου εμπλουτισμένου κατά 60%. Για την παραγωγή πυρηνικών όπλων, χρειάζεται ουράνιο εμπλουτισμένο κατά 90%.

Καθ’ όλη τη διάρκεια των πρόσφατων συνομιλιών, Αμερικανοί και Ιρανοί αξιωματούχοι εμφανίζονταν σε ασυμφωνία για το αν το Ιράν θα συνέχιζε να εμπλουτίζει ουράνιο.

Τις ώρες πριν το ισραηλινό χτύπημα στο Ιράν, ο Τραμπ είχε ανακοινώσει ότι μια συμφωνία διαφαινόταν «στον ορίζοντα», προσθέτοντας: «Όσο πιστεύω ότι μπορεί να υπάρξει μια συμφωνία, δεν θέλω να μπει [το Ισραήλ]».

Είπε ακόμη σε δημοσιογράφους, τη Δευτέρα, ότι το Ιράν καθυστέρησε πολύ στο ζήτημα της συμφωνίας.

«Θα ήθελαν να μιλήσουν, αλλά θα έπρεπε να το κάνουν αυτό πριν. Είχα 60 μέρες, και αυτοί είχαν 60 μέρες, και την 61η μέρα, είπα: ‘Δεν έχουμε συμφωνία’», δήλωσε ο Αμερικανός πρόεδρος.

Ο έκτος κύκλος ομιλιών ΗΠΑ-Ιράν, που είχε προγραμματιστεί να διεξαχθεί στο Ομάν στις 14 Ιουνίου, ακυρώθηκε μετά το απρόσμενο χτύπημα του Ισραήλ.

Αμερικανοί αξιωματούχοι δήλωσαν ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες δεν εμπλέκονται στην επίθεση.

Όταν ρωτήθηκε ο Τραμπ για το τι θα ανάγκαζε τις Ηνωμένες Πολιτείες να εμπλακούν στρατιωτικά στη σύγκρουση Ιράν-Ισραήλ, αρνήθηκε να απαντήσει.

G7: Σύνοδος Κορυφής στη σκιά γεωπολιτικών εντάσεων και οικονομικών προκλήσεων

Ο πρόεδρος των ΗΠΑ, Ντόναλντ Τραμπ, μετέβη την Κυριακή 15 Ιουνίου στην Αλμπέρτα του Καναδά για τη Σύνοδο Κορυφής της Ομάδας των Επτά (G7), στην πρώτη του μεγάλη διεθνή συνάντηση ηγετών αφότου ανέλαβε τη δεύτερη θητεία του τον Ιανουάριο. Κατά τη διάρκεια της τριήμερης συνόδου, ο Τραμπ θα έχει επαφές με τους ηγέτες των επτά ισχυρότερων οικονομιών του πλανήτη, με στόχο την αντιμετώπιση σοβαρών οικονομικών προκλήσεων και την κλιμακούμενη γεωπολιτική κρίση, κυρίως στη Μέση Ανατολή, όπου η πρόσφατη σύγκρουση έχει περάσει πλέον σε άμεση αντιπαράθεση.

Στο Διεθνές Αεροδρόμιο του Κάλγκαρυ, στον Καναδά, υποδέχθηκε τον Αμερικανό πρόεδρο η Ντανιέλ Σμιθ, κυβερνήτης της Αλμπέρτα. Η συντηρητική και πλούσια σε πετρέλαιο επαρχία αποτελεί ενδιαφέρουσα επιλογή για τη διεξαγωγή της συνόδου, εν όψει του δημοψηφίσματος του 2026 για ενδεχόμενη απόσχισή της από τον Καναδά. Η σύνοδος των ηγετών, που φέτος σηματοδοτεί την 50ή επέτειο των G7, θα πραγματοποιηθεί στο Κανανάσκις, στα Βραχώδη Όρη του Καναδά, από τις 15 έως τις 17 Ιουνίου. Η ομάδα αποτελείται από τις Ηνωμένες Πολιτείες, τον Καναδά, τη Γαλλία, τη Γερμανία, την Ιταλία, την Ιαπωνία, το Ηνωμένο Βασίλειο και την Ευρωπαϊκή Ένωση, συγκεντρώνοντας πάνω από το ήμισυ του παγκόσμιου ΑΕΠ.

Η φετινή συνάντηση πραγματοποιείται στη σκιά της ένοπλης σύγκρουσης μεταξύ Ισραήλ και Ιράν, που ανταλλάσσουν πυραυλικές επιθέσεις για τρίτη συνεχόμενη ημέρα έως και τις 15 Ιουνίου. Η τελευταία φάση της κρίσης εκτυλίχθηκε στις 12 Ιουνίου, μετά την ισραηλινή αεροπορική επίθεση σε ιρανικές πυρηνικές εγκαταστάσεις, ανώτερα στελέχη της Τεχεράνης, στρατιωτικούς αξιωματούχους και πυρηνικούς επιστήμονες. Οι επιθέσεις ξεκίνησαν λίγο μετά την προειδοποίηση του γενικού διευθυντή του Διεθνούς Οργανισμού Ατομικής Ενέργειας στις 9 Ιουνίου, σχετικά με την ταχύτατη συσσώρευση ουρανίου εμπλουτισμένου σε υψηλό βαθμό από το Ιράν. Ο πρωθυπουργός του Ισραήλ, Μπενιαμίν Νετανιάχου, υποστήριξε πως τους τελευταίους μήνες το Ιράν έχει προβεί σε ενέργειες που συνιστούν κλιμάκωση προς την απόκτηση πυρηνικών όπλων και ότι, εάν δεν ανακοπεί, θα μπορούσε να τα κατασκευάσει σε ελάχιστο χρονικό διάστημα. Ως αντίποινα στις αεροπορικές επιδρομές, το Ιράν εκτόξευσε πυραύλους οι οποίοι διέσπασαν την αντιαεροπορική άμυνα του Ισραήλ και έπληξαν και αστικές περιοχές, περιλαμβανομένης της πρωτεύουσας Τελ Αβίβ. Η ισραηλινή κυβέρνηση προειδοποίησε για σκληρή απάντηση.

Η κρίση Ιράν-Ισραήλ στο προσκήνιο

Ο Ντόναλντ Τραμπ καλεί την Τεχεράνη να αποδεχθεί μια νέα πυρηνική συμφωνία, ώστε να αποφευχθεί περαιτέρω καταστροφή. «Το Ιράν και το Ισραήλ πρέπει να καταλήξουν σε συμφωνία, και θα το κάνουν», έγραψε την Κυριακή στην πλατφόρμα Truth Social. «Οι γραμμές έχουν ανοίξει και διεξάγονται συνομιλίες», προσέθεσε. Ωστόσο, δεν διαφαίνονται ακόμη σημάδια αποκλιμάκωσης, με το Ισραήλ να εκδίδει προειδοποιήσεις εκκένωσης για Ιρανούς πολίτες κοντά σε στρατιωτικές εγκαταστάσεις.

Πριν την αναχώρησή του για τον Καναδά, όταν του ζητήθηκε να σχολιάσει τις εντάσεις Ιράν-Ισραήλ, δήλωσε ότι «ήρθε η ώρα για μια συμφωνία», τόνισε, προσθέτοντας: «Καμιά φορά, πρέπει να τα βρουν μέσω σύγκρουσης». Σε ερώτηση εάν κάλεσε το Ισραήλ να σταματήσει τις αεροπορικές επιδρομές κατά του Ιράν, είπε πως μάλλον όχι, αλλά επιβεβαίωσε ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες θα συνεχίσουν να στηρίζουν την άμυνα του Ισραήλ.

Εάν η κρίση συνεχιστεί, η Μέση Ανατολή αναμένεται να μονοπωλήσει τις συζητήσεις στη Σύνοδο των G7. Σημαντικό ζήτημα είναι και η ένταση στο παγκόσμιο εμπόριο λόγω των νέων αμερικανικών δασμών. Ο Τραμπ έχει ανακοινώσει δασμούς που αφορούν όλες τις χώρες της G7 – συμπεριλαμβανομένης της χώρας υποδοχής, του Καναδά – καθώς και επιπλέον επιβαρύνσεις στις εισαγωγές αυτοκινήτων, και μεγάλη αύξηση στους δασμούς χάλυβα και αλουμινίου στο 50%. Πέραν του εμπορίου, ο Τραμπ έχει εντείνει τις πιέσεις σε Καναδά και Μεξικό για την καταπολέμηση της διακίνησης φαιντανύλης. Η πρόεδρος του Μεξικού, Κλαούντια Σέινμπαουμ, συμμετέχει επίσης στη φετινή σύνοδο.

Οι προτεραιότητες του Καναδά 

Ο Καναδάς έχει θέσει τρεις βασικές προτεραιότητες για τη φετινή σύνοδο. Πρώτη είναι η προστασία των τοπικών κοινοτήτων και της διεθνούς ειρήνης και ασφάλειας μέσω της αντιμετώπισης ξένων παρεμβάσεων, διακρατικού εγκλήματος, αλλά και της βελτίωσης των μηχανισμών άμεσης αντίδρασης σε φυσικές καταστροφές, όπως οι πυρκαγιές. Δεύτερος στόχος είναι η ενίσχυση της ενεργειακής ασφάλειας και η επιτάχυνση της αξιοποίησης της τεχνητής νοημοσύνης και της κβαντικής τεχνολογίας, με ταυτόχρονη ενδυνάμωση των αλυσίδων εφοδιασμού στρατηγικών ορυκτών. Τέλος, ο Καναδάς επιδιώκει τη συζήτηση για μελλοντικές συνεργασίες με επίκεντρο την προσέλκυση ιδιωτικών επενδύσεων σε υποδομές, τη δημιουργία καλά αμειβόμενων θέσεων εργασίας και το άνοιγμα νέων, δυναμικών αγορών.

Σημαντική θέση θα έχουν και ο πόλεμος Ρωσίας-Ουκρανίας, αλλά και η σύγκρουση στη Γάζα. Αναμένεται να παραστεί στη Σύνοδο και ο πρόεδρος της Ουκρανίας, Βολοντίμιρ Ζελένσκι, με προγραμματισμένη κατ’ ιδίαν συνάντηση με τον Τραμπ. Επιπλέον, σε προτεραιότητα βρίσκεται και το ζήτημα της Κίνας και του κυβερνώντος Κομμουνιστικού Κόμματος, με τους ηγέτες να αναμένεται να εκφράσουν ανησυχίες για την κλιμάκωση στην Ανατολική και Νότια Σινική Θάλασσα, την αύξηση των στρατιωτικών δυνάμεων του Πεκίνου και την ανάγκη διατήρησης της σταθερότητας στο Στενό της Ταϊβάν, παρά τις πιέσεις του Πεκίνου για επανένωση της ηπειρωτικής χώρας με το αυτοδιοικούμενο νησί.

Το ζήτημα των κρίσιμων ορυκτών, απαραίτητων για βιομηχανίες αιχμής όπως οι μπαταρίες ηλεκτρικών αυτοκινήτων και οι ημιαγωγοί, απασχολεί ιδιαίτερα τις οικονομίες της G7, με την κυριαρχία του Πεκίνου στην αγορά να προβληματίζει ΗΠΑ και συμμάχους. «Διαπιστώνεται σύγκλιση απόψεων σχετικά με τα στρατηγικής σημασίας ορυκτά», δήλωσε ο Ναβίν Γκιρισανκάρ, πρόεδρος του τμήματος Οικονομικής Ασφάλειας και Τεχνολογίας του Κέντρου Στρατηγικών και Διεθνών Σπουδών (Center for Strategic and International Studies – CSIS), σε συνέντευξη Τύπου. «Οι Ηνωμένες Πολιτείες και οι εταίροι τους στη G7 επιδιώκουν να εξασφαλίσουν τις αλυσίδες εφοδιασμού, δεδομένης της κινεζικής κυριαρχίας, κυρίως στην επεξεργασία πρώτων υλών», εξήγησε. «Ακόμη κι αν υπάρξει συμφωνία με το Πεκίνο για τον περιορισμό των εξαγωγών σπάνιων γαιών, το μακροπρόθεσμο συμφέρον των κρατών της G7 είναι να επενδύσουν περισσότερο για να εντοπίζουν, να εξορύσσουν και να επεξεργάζονται τα ορυκτά αυτά εντός των εδαφών τους.»

Ανατροπή ατζέντας στη Σύνοδο G7: Εκτός κλιματική δράση και ισότητα φύλων

Με μία σημαντικά διαφοροποιημένη ατζέντα σε σχέση με τα προηγούμενα έτη ξεκινά στις 15 Ιουνίου, στον Καναδά, η ετήσια σύνοδος κορυφής της Ομάδας των Επτά (G7), παρουσίᾳ του Αμερικανού προέδρου Ντόναλντ Τραμπ. Σε μια κίνηση που ήδη προκαλεί έντονες συζητήσεις, η κυβέρνηση του Καναδά, ως διοργανώτρια χώρα, αποφάσισε να παρακάμψει φέτος τα ζητήματα της αντιμετώπισης της κλιματικής αλλαγής και της ισότητας φύλων, τα οποία ήταν στο επίκεντρο των συζητήσεων τα περασμένα χρόνια.

Η φετινή θεματολογία περιστρέφεται κυρίως γύρω από την ενεργειακή ασφάλεια, τη χρήση της τεχνητής νοημοσύνης (AI), την ανθεκτικότητα των εφοδιαστικών αλυσίδων κρίσιμων μετάλλων όπως το λίθιο και τη σταθερότητα της παγκόσμιας οικονομίας. Η προτεραιότητα αυτών των θεμάτων αντανακλά, σύμφωνα με ειδικούς, την επίδραση της επιστροφής του Ντόναλντ Τραμπ στην προεδρία των ΗΠΑ, αλλά και την εκ νέου εστίαση στις αρχικές αξίες και στον ρόλο της G7.

Ο Καναδός πρωθυπουργός Μαρκ Κάρνεϋ, υποδεχόμενος τον πρόεδρο Τραμπ στον Λευκό Οίκο στις 6 Μαΐου 2025, τόνισε την ανάγκη για «ρεαλιστικές προσεγγίσεις σε ζητήματα ενεργειακής ασφάλειας και βελτίωσης της συνεργασίας στον τεχνολογικό τομέα», χωρίς να κάνει οποιαδήποτε αναφορά στην παλαιότερη ατζέντα περί κλιματικών μεταρρυθμίσεων ή ισότητας.

«Η φετινή συνάντηση αντανακλά μια επιστροφή στον πυρήνα της G7, ο οποίος ήταν πάντα η διασφάλιση της παγκόσμιας οικονομικής σταθερότητας και ασφάλειας, ιδιαίτερα όταν αντιμετωπίζουμε προκλήσεις όπως οι νέες τεχνολογίες και η γεωπολιτική ρευστότητα», αναφέρουν ειδικοί που παρακολουθούν στενά τις εργασίες της Συνόδου.

Ο Ντόναλντ Τραμπ έχει επανειλημμένα δηλώσει πως προτεραιότητά του, κατά τη δεύτερη θητεία του στον Λευκό Οίκο, είναι η ενεργειακή ανεξαρτησία των ΗΠΑ και η προστασία των στρατηγικών αμερικανικών συμφερόντων. Η στάση του ως προς την κλιματική αλλαγή, η οποία περιλαμβάνει μεταξύ άλλων την αποχώρηση των ΗΠΑ από τη συμφωνία των Παρισίων κατά την πρώτη προεδρική του θητεία, δείχνει σαφώς τον προσανατολισμό της φετινής Συνόδου.

Ταυτόχρονα, οι συζητήσεις αναμένονται να επικεντρωθούν στα μέτρα που πρέπει να λάβουν τα κράτη-μέλη για τη θωράκιση των εφοδιαστικών αλυσίδων, στις εμπορικές σχέσεις ΗΠΑ-Κίνας (όπου το ζήτημα των σπάνιων γαιών παραμένει στο προσκήνιο), καθώς και στην ικανότητα της Δύσης να ρυθμίσει ανθεκτικούς μηχανισμούς διακυβέρνησης της τεχνητής νοημοσύνης. Οι δηλώσεις του Τραμπ περί επίλυσης του προβλήματος των εξαγωγών σπάνιων γαιών «μετά από συνομιλίες με τον Κινέζο πρόεδρο», όπως αναφέρθηκε σε προηγούμενα ρεπορτάζ, ενισχύουν την εικόνα της στροφής προς τις «σκληρές» προτεραιότητες.

Η απομάκρυνση από τα κοινωνικά και περιβαλλοντικά ζητήματα δεν έμεινε ασχολίαστη από χώρες-μέλη, όπως η Γερμανία και η Γαλλία, που διαχρονικά ηγούνται των προσπαθειών για ενίσχυση της παγκόσμιας κλιματικής πολιτικής και προαγωγής των δικαιωμάτων των γυναικών. Σύμφωνα με πηγές κοντά στη γερμανική αντιπροσωπεία, ο καγκελάριος Φρήντριχ Μερτς αναμένεται να τονίσει στην Ολομέλεια τη σημασία της διατήρησης των ανθρωπιστικών και περιβαλλοντικών διαστάσεων στη σύγχρονη διεθνή διακυβέρνηση: «Δεν πρέπει να χάσουμε από το οπτικό μας πεδίο την ανάγκη για παγκόσμια οικολογική και κοινωνική μεταρρύθμιση», φέρεται να υποστηρίζει στενός του συνεργάτης.

Η καγκελάριος της Γερμανίας Άνγκελα Μέρκελ μιλάει στον πρόεδρο Ντόναλντ Τραμπ παρουσίᾳ άλλων παγκόσμιων ηγετών, στο Charlevoix του Καναδά, κατά τη σύνοδο κορυφής της G7 στις 9 Ιουνίου 2018. (Jesco Denzel /Bundesregierung μέσω Getty Images)

 

Ωστόσο, οι περισσότερες χώρες-μέλη επέλεξαν να προσαρμοστούν στη νέα τάξη πραγμάτων, την οποία υπαγορεύει η συσσωρευμένη πίεση των γεωπολιτικών και οικονομικών εξελίξεων, αλλά και οι διακηρυγμένες προτεραιότητες της ηγεσίας των ΗΠΑ.

Η φετινή αλλαγή προσανατολισμού της συνόδου κορυφής της G7 αντικατοπτρίζει μια βαθύτερη αναζήτηση ισορροπίας μεταξύ παραδοσιακών οικονομικών συμφερόντων και των νέων προκλήσεων που φέρουν οι σύγχρονες τεχνολογίες, η ενεργειακή μετάβαση και οι παγκόσμιες κρίσεις εφοδιασμού. Ο παραγκωνισμός της κλιματικής και κοινωνικής ατζέντας δεν σημαίνει απαραίτητα την οριστική παύση τους ως ζητήματα διεθνούς διακυβέρνησης, ωστόσο ενδέχεται να οδηγήσει σε βραχυπρόθεσμη επιβράδυνση των σχετικών πρωτοβουλιών σε διεθνές επίπεδο.

Η νέα αυτή πραγματικότητα αναγκάζει τις χώρες της G7 να επαναδιαπραγματευθούν το εύρος και το χαρακτήρα της συνεργασίας τους, χωρίς να αποκλείεται η σταδιακή επιστροφή σε κοινωνικά και περιβαλλοντικά θέματα, εφόσον το επιβάλλουν οι διεθνείς εξελίξεις ή οι εσωτερικές πιέσεις των συμμετεχουσών χωρών. Οι εξελίξεις των επόμενων μηνών θα δείξουν αν αυτή η μετατόπιση της συζήτησης για το κλίμα και την ισότητα σε δεύτερο πλάνο είναι παροδική και κατά πόσο θα διαμορφώσει το πλαίσιο της διεθνούς συνεργασίας στη νέα εποχή.

Η Σύνοδος της G7 στον Καναδά το 2025 ενσαρκώνει την επιστροφή στη «ρεαλιστική» ατζέντα του παρελθόντος και μια νέα φάση γεωπολιτικής αναπροσαρμογής, με έμφαση στα κρίσιμα ζητήματα ασφάλειας και τεχνολογίας.

Ο Μερτς ζήτησε από τον Τραμπ αυστηρότερη στάση έναντι της Ρωσίας στη συνάντηση στον Λευκό Οίκο

ΟΥΑΣΙΓΚΤΟΝ — Ο πρόεδρος των ΗΠΑ, Ντόναλντ Τραμπ, υποδέχθηκε τον Γερμανό καγκελάριο Φρήντριχ Μερτς στον Λευκό Οίκο στις 5 Ιουνίου, σε μια συνάντηση που επικεντρώθηκε σε κρίσιμα ζητήματα, όπως ο πόλεμος στην Ουκρανία, οι εμπορικές εντάσεις και οι αμυντικές δαπάνες των μελών του ΝΑΤΟ.

Κατά τη διάρκεια της συνομιλίας τους στο Οβάλ Γραφείο, ο Μερτς εμφανίστηκε βέβαιος ότι ο Τραμπ μπορεί να συμβάλει στην επίλυση της σύρραξης και τον προέτρεψε να σκληρύνει τη στάση του απέναντι στο Κρεμλίνο. Σύμφωνα με πηγές της συνάντησης, ο καγκελάριος ανέφερε ότι όλοι αναζητούν τρόπους και μέσα για να τερματιστεί ο πόλεμος και σημείωσε πως η Ευρωπαϊκή Ένωση έχει ήδη ασκήσει πίεση στη Μόσχα, προσθέτοντας ότι χρειάζονται περαιτέρω μέτρα.

Αναφερόμενος στην επικείμενη επέτειο της Απόβασης στη Νορμανδία (6 Ιουνίου), ο Μερτς φέρεται να εξήρε τον ιστορικό ρόλο των Ηνωμένων Πολιτειών στον τερματισμό του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου και στην απελευθέρωση της Γερμανίας από τη ναζιστική κυριαρχία, δηλώνοντας ότι οι Ευρωπαίοι γνωρίζουν τι οφείλουν και ότι οι ΗΠΑ βρίσκονται ξανά σε θέση ισχύος για να συμβάλουν στον τερματισμό ενός ακόμη πολέμου στην Ευρώπη.

Από την πλευρά του, ο Τραμπ προειδοποίησε ότι εάν Ρωσία και Ουκρανία δεν φθάσουν σε συμφωνία ειρήνης, τότε ο ίδιος σκοπεύει να υιοθετήσει μια «πολύ σκληρή» στάση, που ενδεχομένως —όπως είπε— να αφορά και τις δύο πλευρές. Παρομοίασε την κατάσταση με δύο παιδιά που τσακώνονται και δεν θέλουν να χωρίσουν, αφήνοντας να εννοηθεί ότι ενίοτε είναι προτιμότερο να εξαντλήσουν πρώτα τον θυμό τους.

Ο πρόεδρος των ΗΠΑ πιέζει εδώ και μήνες για την επίτευξη μόνιμης ειρήνης. Την προηγούμενη ημέρα της συνάντησης, αποκάλυψε μέσω ανάρτησης στο Truth Social ότι είχε μακρά τηλεφωνική συνομιλία με τον Ρώσο πρόεδρο Βλαντίμιρ Πούτιν, χαρακτηρίζοντάς την «καλή», αν και —όπως διευκρίνισε— δεν θα οδηγούσε σε άμεση επίλυση. Σύμφωνα με τον ίδιο, ο Πούτιν τον διαβεβαίωσε ότι σκοπεύει να απαντήσει δυναμικά στη μεγάλη επίθεση με drone που πραγματοποίησε πρόσφατα η Ουκρανία εναντίον ρωσικών βάσεων.

Ο Λευκός Οίκος διευκρίνισε ότι ο Τραμπ δεν είχε ενημερωθεί εκ των προτέρων για την ουκρανική επίθεση. Νωρίτερα, στις 2 Ιουνίου, ο εκπρόσωπος της γερμανικής κυβέρνησης Στέφαν Κορνέλιους είχε δηλώσει στους δημοσιογράφους ότι ο καγκελάριος θα έκανε «ό,τι είναι δυνατό» για να πείσει τον Τραμπ να στηρίξει μια δίκαιη κατάπαυση του πυρός και νέες κυρώσεις κατά της Ρωσίας.

Σημεία τριβής

Ήταν η πρώτη επίσημη επίσκεψη του Μερτς στην Ουάσιγκτον μετά τη νίκη του στις γερμανικές εκλογές τον Μάιο. Ο Τραμπ τον χαρακτήρισε «καλό συνομιλητή», προσθέτοντας με χιούμορ ότι «είναι δύσκολος».

Ο καγκελάριος είχε εκφράσει στο παρελθόν ενόχληση για την τεταμένη συνάντηση του Τραμπ με τον πρόεδρο της Ουκρανίας, Βολοντίμιρ Ζελένσκι, τον Μάρτιο. Επίσης, είχε επικρίνει τον αντιπρόεδρο των ΗΠΑ, Τζ. Ντ. Βανς, για τις δηλώσεις του στη Διάσκεψη Ασφαλείας του Μονάχου, τις οποίες χαρακτήρισε υπερβολικές, καθώς ο Αμερικανός αξιωματούχος κατηγορήσε Ευρωπαίους ηγέτες ότι υπονομεύουν τη δημοκρατία.

Η κυβέρνηση Τραμπ έχει επίσης επικρίνει τη γερμανική υπηρεσία εσωτερικής ασφάλειας για την απόφασή της να χαρακτηρίσει το κόμμα «Εναλλακτική για τη Γερμανία» (AfD) ως ακροδεξιό εξτρεμιστικό σχηματισμό. Το AfD είχε συγκεντρώσει 20,8% στις εκλογές του Φεβρουαρίου, καταλαμβάνοντας τη δεύτερη θέση.

Σε πρόσφατη τηλεοπτική του συνέντευξη, ο Μερτς είχε δηλώσει ότι η Ουάσιγκτον οφείλει να αφήσει έξω από τη συζήτηση τα εσωτερικά πολιτικά ζητήματα της Γερμανίας.

Παρόλα αυτά, επεδίωξε να βρει κοινό έδαφος με τον Τραμπ σε κρίσιμα θέματα όπως η Ουκρανία, το εμπόριο και οι αμυντικές δαπάνες. Μιλώντας στον δημόσιο γερμανικό ραδιοτηλεοπτικό φορέα WDR, ο Μερτς ανέφερε ότι στις συνομιλίες του με τον Τραμπ προσπαθεί να είναι σύντομος και να του δίνει χώρο να εκφραστεί. Όπως είπε, «πρέπει να προσαρμόζεις τον τρόπο προσέγγισης, χωρίς όμως να μειώνεις το κύρος σου — δεν είμαστε ικέτες».

Σε συμβολική κίνηση, που παραπέμπει σε ανάλογη χειρονομία της Άνγκελα Μέρκελ, ο καγκελάριος προσκάλεσε τον Τραμπ στο Κάλσταντ, το γερμανικό χωριό από όπου καταγόταν ο παππούς του Τραμπ. Μάλιστα, του προσέφερε το αυθεντικό πιστοποιητικό γέννησης του προγόνου του.

Εμπόριο και δασμοί

Βασικό ζήτημα στη συνάντηση αποτέλεσε και το εμπόριο, καθώς συνεχίζονται οι διαπραγματεύσεις για την αποφυγή της επιβολής αυξημένων αμερικανικών δασμών πριν από την καταληκτική ημερομηνία του Ιουλίου. Επί του παρόντος, τα περισσότερα προϊόντα της Ευρωπαϊκής Ένωσης υπόκεινται σε δασμούς 10%.

Ο Τραμπ είχε ανακοινώσει την επιβολή δασμών ύψους 50% σε εισαγωγές από την ΕΕ, με ισχύ από την 1η Ιουνίου. Ωστόσο, μετά από τηλεφωνική επικοινωνία με την πρόεδρο της Κομισιόν, Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν, συμφώνησε να μεταθέσει την εφαρμογή τους για τις 9 Ιουλίου.

Η Γερμανία, ως μεγαλύτερη οικονομία της ΕΕ, αναμένεται να επηρεαστεί ιδιαίτερα από την επιβολή καθολικών δασμών. Ακόμη μεγαλύτερη ανησυχία προκαλούν οι ειδικοί δασμοί σε τομείς όπως η αυτοκινητοβιομηχανία, το ατσάλι, τα φαρμακευτικά προϊόντα, τα ημιαγωγικά και τα αεροσκάφη. Οι δασμοί για τα αυτοκίνητα ανέρχονται στο 25%, ενώ πρόσφατα αυξήθηκαν και οι επιβαρύνσεις για τον χάλυβα και το αλουμίνιο από 25% σε 50%.

Παρότι ο Μερτς έθεσε το ζήτημα ψηλά στην ατζέντα του, δεν διέθετε εντολή από την ΕΕ για διαπραγματεύσεις. Ο Ευρωπαίος επίτροπος Εμπορίου, Μάρος Σέφτσοβιτς, συναντήθηκε στις 4 Ιουνίου στο Παρίσι με τον Αμερικανό εμπορικό εκπρόσωπο, Τζέημι Γκρηρ. Η συνάντηση χαρακτηρίστηκε εποικοδομητική, ωστόσο ο Σέφτσοβιτς εξέφρασε ανησυχία για τη διπλή αύξηση των δασμών σε μεταλλεύματα.

Αμυντικές δαπάνες 

Ο Τραμπ έχει κατ’ επανάληψη υποστηρίξει ότι τα κράτη-μέλη του ΝΑΤΟ, συμπεριλαμβανομένης της Γερμανίας, πρέπει να αυξήσουν τις αμυντικές τους δαπάνες. Από την επιστροφή του στον Λευκό Οίκο τον Ιανουάριο, έχει εντείνει τις πιέσεις για την επίτευξη υψηλότερων στόχων.

Στην υπουργική σύνοδο του ΝΑΤΟ που πραγματοποιήθηκε στην Τουρκία τον Μάιο, ο Γερμανός υπουργός Εξωτερικών, Γιόχαν Βάντεπουλ, συντάχθηκε με την άποψη Τραμπ, ζητώντας σημαντική αύξηση των αμυντικών δαπανών. Πρότεινε την καθιέρωση στόχου στο 5% του ΑΕΠ, έναντι του σημερινού 2%, ή εναλλακτικά 3,5% για άμυνα και επιπλέον 1,5% για συναφείς υποδομές, σύμφωνα με πρόταση του γενικού γραμματέα του ΝΑΤΟ, Μαρκ Ρούττε.

Τραμπ και Μασκ σε ανοιχτή διαφωνία για το νομοσχέδιο-ορόσημο: Ο Τραμπ δεσμεύεται για οικονομική σταθερότητα

Η σχέση μεταξύ του πρώην προέδρου των ΗΠΑ, Ντόναλντ Τραμπ, και του διευθύνοντος συμβούλου της Tesla, Έλον Μασκ, κατέρρευσε δημόσια και σε πραγματικό χρόνο στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, με αφορμή τη διαφωνία τους σχετικά με τις δημοσιονομικές επιπτώσεις ενός βασικού νομοσχεδίου της κυβέρνησης Τραμπ.

Το πρωί της 5ης Ιουνίου, στο Οβάλ Γραφείο, ο Τραμπ εξέφρασε την απογοήτευσή του για τον Μασκ, κατηγορώντας τον ότι επιτίθεται στο νομοσχέδιο επειδή προβλέπει κατάργηση φορολογικών ελαφρύνσεων για την καθαρή ενέργεια. Ο Μασκ απάντησε άμεσα μέσω του X, δηλώνοντας ότι εξετάζει ακόμα και το ενδεχόμενο να εγκαταλείψει το Ρεπουμπλικανικό Κόμμα και να υποστηρίξει τη δημιουργία ενός νέου, τρίτου κόμματος.

Ο Τραμπ ανταπάντησε από το Truth Social, απειλώντας να ακυρώσει τα κυβερνητικά συμβόλαια με τις εταιρείες του Μασκ. Η αντιπαράθεση κλιμακώθηκε ταχύτατα, με εκατέρωθεν βαριές εκφράσεις και επικρίσεις.

Η ρήξη αυτή συνέβη λίγες μόλις ημέρες αφότου ο Μασκ αποχώρησε από τον ρόλο του ειδικού συμβούλου στο υπουργείο Αποδοτικότητας της Κυβέρνησης (DOGE), θέση που είχε αναλάβει ως ένδειξη συνεργασίας με την κυβέρνηση. Μέχρι πρότινος, οι δύο άνδρες διατηρούσαν στενή σχέση, η οποία ξεκίνησε το 2024, μετά την αποτυχημένη απόπειρα δολοφονίας κατά του Τραμπ στο Μπάτλερ της Πενσυλβάνια.

Η διάσπαση γύρω από το νομοσχέδιο «One Big Beautiful Bill Act»

Το ρήγμα φάνηκε να βαθαίνει τις τελευταίες εβδομάδες, καθώς ο Μασκ εξέφραζε όλο και πιο έντονα τη διαφωνία του για το νομοσχέδιο που ψήφισε η Βουλή των Αντιπροσώπων με τίτλο «One Big Beautiful Bill Act» – μια φιλόδοξη δέσμη μέτρων για την υλοποίηση της ατζέντας Τραμπ. Αν και το νομοσχέδιο στηρίζεται ευρέως από τους Ρεπουμπλικανούς, επικρίθηκε από τον Μασκ και ορισμένα άλλα στελέχη του κόμματος για τις πιθανές επιπτώσεις του στο δημοσιονομικό έλλειμμα.

Ο Τραμπ, σε συνέντευξη Τύπου στον Λευκό Οίκο, τόνισε πως είναι απογοητευμένος από τη στάση του Μασκ: «Είχαμε μια εξαιρετική σχέση. Δεν ξέρω αν θα εξακολουθήσουμε να έχουμε.»

Ο Μασκ απάντησε σχεδόν άμεσα, γράφοντας στο X ότι η στήριξή του ήταν καθοριστική για τη νίκη του Τραμπ το 2024: «Χωρίς εμένα, ο Τραμπ θα είχε χάσει, οι Δημοκρατικοί θα ήλεγχαν τη Βουλή και η Γερουσία θα ήταν 51-49 υπέρ τους. Τόση αχαριστία.»

Στις εκλογές του 2024, ο Μασκ είχε προσφέρει 300 εκατομμύρια δολάρια για την προεκλογική καμπάνια του Τραμπ. Ο ίδιος ο Τραμπ δήλωσε ότι έμεινε άναυδος από την αντίθεση του Μασκ στο νομοσχέδιο, επισημαίνοντας ότι ο επιχειρηματίας γνώριζε πολύ καλά το περιεχόμενό του.

Ο Τραμπ υπαινίχθηκε ότι η αντίδραση του Μασκ οφείλεται εν μέρει στην πρόβλεψη του νομοσχεδίου για κατάργηση των φορολογικών κινήτρων για ηλεκτρικά οχήματα, τα οποία είχαν θεσπιστεί με τον νόμο για τη μείωση του πληθωρισμού του 2022. Το νομοσχέδιο προβλέπει τη σταδιακή κατάργηση του κινήτρου, ύψους $7.500, για EV μέχρι το τέλος του 2026 και ταχύτερη κατάργηση άλλων φοροαπαλλαγών καθαρής ενέργειας.

Ο Μασκ, ωστόσο, αρνήθηκε ότι αυτός είναι ο λόγος της αντίθεσής του: «Ό,τι να ‘ναι. Κρατήστε τις περικοπές στα EV/solar, παρόλο που δεν αγγίζετε καθόλου τις επιδοτήσεις σε πετρέλαιο και φυσικό αέριο (εντελώς άδικο!!), αλλά πετάξτε το ΒΟΥΝΟ ΤΩΝ ΑΗΔΙΑΣΤΙΚΩΝ ΔΑΠΑΝΩΝ από το νομοσχέδιο.»

Απειλές Τραμπ για κρατικά συμβόλαια της SpaceX

Ο Τραμπ προχώρησε ένα βήμα παραπέρα, απειλώντας ότι θα ακυρώσει τα κρατικά συμβόλαια της SpaceX ως μέτρο εξοικονόμησης πόρων: «Ο πιο εύκολος τρόπος να εξοικονομήσουμε δισεκατομμύρια από τον προϋπολογισμό είναι να τερματίσουμε τις κρατικές επιδοτήσεις και τα συμβόλαια του Έλον».

Ο Μασκ ανταπάντησε ότι η SpaceX «θα ξεκινήσει άμεσα την απόσυρση του διαστημόπλοιου Dragon», το οποίο χρησιμοποιείται από τη NASA για τη μεταφορά πληρωμάτων και φορτίου στον Διεθνή Διαστημικό Σταθμό. Η εταιρεία του έχει συνάψει συμβόλαια αξίας δεκάδων δισεκατομμυρίων δολαρίων με τη NASA και το Πεντάγωνο.

Η αντιπαράθεση για το έλλειμμα

Η ρίζα της διαφωνίας φαίνεται να είναι η εκτίμηση για τον αντίκτυπο του νομοσχεδίου στο ομοσπονδιακό έλλειμμα. Η Υπηρεσία Προϋπολογισμού του Κογκρέσου (CBO) εκτίμησε, στις 4 Ιουνίου, ότι το νομοσχέδιο θα αυξήσει το έλλειμμα κατά 2,4 τρισεκατομμύρια δολάρια μέσα στην επόμενη δεκαετία. Ο Τραμπ, ωστόσο, υποστήριξε ότι η ανάλυση δεν λαμβάνει υπ’ όψιν τις αναπτυξιακές επιπτώσεις του σχεδίου.

Ο διευθυντής του Γραφείου Διαχείρισης και Προϋπολογισμού, Ρας Βόουτ, υποστήριξε ότι οι υπολογισμοί του CBO είναι «θεμελιωδώς παραπλανητικοί». Ο Ρεπουμπλικανός πρόεδρος της Βουλής, Μάικ Τζόνσον, δήλωσε ότι το CBO χρησιμοποιεί «ιστορικά χαμηλούς ρυθμούς ανάπτυξης» στις προβλέψεις του.

Ο Λευκός Οίκος επισημαίνει επιπλέον ότι τα έσοδα από τους τελωνειακούς δασμούς του Τραμπ αναμένεται να μειώσουν το έλλειμμα κατά 2,8 τρισεκατομμύρια δολάρια την επόμενη δεκαετία. Σύμφωνα με τον αναπληρωτή διευθυντή επικοινωνίας του Λευκού Οίκου, Άλεξ Φάιφερ, ο συνδυασμός των μέτρων αυτών οδηγεί τελικά σε μείωση του ελλείμματος κατά 500 δισεκατομμύρια δολάρια.

Σε ανάρτησή του στο Truth Social, ο Τραμπ χαρακτήρισε το νομοσχέδιο «ένα από τα σπουδαιότερα που έχουν παρουσιαστεί στο Κογκρέσο». «Πρόκειται για ιστορική μείωση δαπανών ύψους 1,6 τρισεκατομμυρίων δολαρίων και για τη μεγαλύτερη φορολογική ελάφρυνση που έχει δοθεί ποτέ», έγραψε.

Ο Μασκ από την πλευρά του χαρακτήρισε το νομοσχέδιο «αηδιαστική ντροπή», αμφισβητώντας ότι μπορεί να είναι και «μεγάλο» και «όμορφο». Κάλεσε τους υποστηρικτές του να πιέσουν τους νομοθέτες να «ΣΚΟΤΩΣΟΥΝ ΤΟ ΝΟΜΟΣΧΕΔΙΟ».

Αβέβαιο το μέλλον του νομοσχεδίου στη Γερουσία

Παραμένει άγνωστο το πώς θα επηρεάσει η διαμάχη τη μοίρα του νομοσχεδίου στη Γερουσία. Ο Τραμπ επιδιώκει την ψήφισή του έως τις αρχές Ιουλίου. Ωστόσο, αρκετοί Ρεπουμπλικανοί γερουσιαστές – μεταξύ αυτών οι Ραντ Πολ (Κεντάκι), Ρον Τζόνσον (Ουισκόνσιν) και Μάικ Λι (Γιούτα) – έχουν εκφράσει παρόμοιες ανησυχίες για τις επιπτώσεις του στην οικονομία.

Ο Τραμπ θα πρέπει να περιορίσει τις διαρροές σε τρεις γερουσιαστές το πολύ για να περάσει το νομοσχέδιο. Με δεδομένη τη ρευστότητα της κατάστασης και τις εντεινόμενες εσωκομματικές εντάσεις, αναμένονται ουσιαστικές τροποποιήσεις στο κείμενο του νομοσχεδίου στη Γερουσία.

Ρεπορτάζ: T.J. Muscaro

Το ζήτημα των σπάνιων γαιών μεταξύ ΗΠΑ και Κίνας λύθηκε μετά από τηλεφωνική επικοινωνία Τραμπ-Σι

Ο Αμερικανός πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ ανακοίνωσε σήμερα πως το ζήτημα των κινεζικών περιορισμών στις εξαγωγές σπάνιων γαιών έχει πλέον επιλυθεί, μετά από απευθείας τηλεφωνική επικοινωνία με τον Kινέζο πρόεδρο Σι Τζινπίνγκ το πρωί της Πέμπτης. Σύμφωνα με ανάρτησή του στην πλατφόρμα Truth Social, ο πρόεδρος Τραμπ ανέφερε πως η συζήτηση ήταν «πολύ καλή» και ότι οι δύο ηγέτες αναφέρθηκαν σε «ορισμένες από τις λεπτομέρειες» της εμπορικής συμφωνίας που επετεύχθη πρόσφατα στη Γενεύη, τον προηγούμενο μήνα.

Η είδηση έρχεται σε συνέχεια των πρόσφατων εντάσεων που είχαν προκύψει λόγω των κινέζικων περιορισμών στις εξαγωγές σπάνιων γαιών, κρίσιμων ορυκτών τα οποία αποτελούν βασικό συστατικό για τις σύγχρονες τεχνολογίες, συμπεριλαμβανομένης της αμυντικής βιομηχανίας, των ΑΠΕ και των ηλεκτρονικών. Η Κίνα, ως κυριότερος παραγωγός σε παγκόσμιο επίπεδο, είχε μειώσει δραστικά τις εξαγωγές προς τις ΗΠΑ στο πλαίσιο εμπορικής αντιπαράθεσης, προκαλώντας ανησυχίες τόσο στον βιομηχανικό όσο και στον κυβερνητικό τομέα των ΗΠΑ.

«Ήταν μια πολύ εποικοδομητική και φιλική συζήτηση με τον πρόεδρο Σι, κατά την οποία εξετάσαμε κάποιες λεπτομέρειες της εμπορικής συμφωνίας που επιτεύχθηκε στη Γενεύη», ανέφερε ο Ντόναλντ Τραμπ, προσθέτοντας ότι το ζήτημα των σπάνιων γαιών πλέον οδεύει προς οριστική λύση. Παράλληλα, ο πρόεδρος των ΗΠΑ αποκάλυψε ότι δέχθηκε πρόσκληση από τον Kινέζο ομόλογό του να επισκεφθεί το Πεκίνο, κάτι το οποίο ενδέχεται να επηρεάσει περαιτέρω τις διμερείς σχέσεις στα προσεχή διαπραγματευτικά βήματα.

Σύμφωνα με τα μέχρι τώρα δεδομένα, η συμφωνία που διαμορφώθηκε στη Γενεύη τον Μάιο έβαλε τα θεμέλια για αποκλιμάκωση της εμπορικής κόντρας ΗΠΑ-Κίνας, ωστόσο πτυχές όπως οι σπάνιες γαίες είχαν μείνει εκκρεμείς μέχρι την πρόσφατη παρέμβαση σε ανώτατο πολιτικό επίπεδο. Οι ΗΠΑ παραμένουν εξαιρετικά εξαρτημένες από τις κινέζικες εισαγωγές σπάνιων γαιών, γεγονός που είχε πυροδοτήσει συζητήσεις εντός της Ουάσιγκτον για την ενίσχυση της εγχώριας παραγωγής και διαφοροποίηση των προμηθειών.

Από κινεζικής πλευράς, η διάθεση να βρεθεί λύση στο θέμα εκφράστηκε με την πρόσκληση προς τον Aμερικανό πρόεδρο για επίσκεψη στο Πεκίνο. Τον προηγούμενο μήνα, κατά τη διάρκεια των διαπραγματεύσεων στη Γενεύη, είχε καταγραφεί πρόοδος ως προς τις τελωνειακές ρυθμίσεις και το άνοιγμα αγορών, με τις δύο πλευρές να εκφράζουν συγκρατημένη αισιοδοξία για συνολικότερη εξομάλυνση των εμπορικών σχέσεων.

Αναλύσεις εκτιμούν ότι η άρση των περιορισμών μπορεί να αποτρέψει ελλείψεις σε κρίσιμες αλυσίδες παραγωγής στις ΗΠΑ, καθώς οι σπάνιες γαίες χρησιμοποιούνται εκτεταμένα στην κατασκευή ηλεκτρονικών, αυτόνομων οχημάτων, συστημάτων άμυνας αλλά και πράσινων τεχνολογιών. Αντίστοιχα, το Πεκίνο διατηρεί την επιρροή του ως αναντικατάστατος παγκόσμιος παίκτης στον τομέα αυτό, αλλά αποφεύγει να διογκώσει περαιτέρω την εμπορική διένεξη, επιδιώκοντας σταθερότητα και συνέχιση της οικονομικής συνεργασίας.

Για τους αμερικανούς βιομηχάνους και στρατηγικούς αναλυτές, η επίλυση του ζητήματος θεωρείται καίριας σημασίας όσον αφορά τη διατήρηση της τεχνολογικής πρωτοπορίας αλλά και της εθνικής ασφάλειας. Η πρόσφατη προσέγγιση σε επίπεδο κορυφής ενδέχεται να λειτουργήσει ως παράδειγμα επίλυσης διαφορών και στα υπόλοιπα εκκρεμή ζητήματα του διμερούς εμπορίου, όπως τα τέλη στις εισαγωγές χάλυβα και αλουμινίου ή τη μεταφορά τεχνολογίας.

Συνοψίζοντας, η ανακοίνωση του προέδρου Τραμπ για την επίλυση του ζητήματος των σπάνιων γαιών και η επικείμενη πιθανή επίσκεψη του στο Πεκίνο σηματοδοτούν ένα νέο στάδιο στις αμερικανοκινεζικές σχέσεις, με έμφαση στην αποκλιμάκωση των εντάσεων και την εξεύρεση πρακτικών λύσεων σε θέματα στρατηγικής σημασίας. Η εξέλιξη αυτή μένει να αποδειχθεί αν θα αποτελέσει βάση για μια πιο σταθερή και προβλέψιμη εμπορική σχέση ανάμεσα στις δύο μεγαλύτερες οικονομίες του πλανήτη.

Ο Τραμπ υποδέχεται τον Γερμανό καγκελάριο Μερτς στον Λευκό Οίκο για κρίσιμες συζητήσεις στις διατλαντικές σχέσεις

ΟΥΑΣΙΓΚΤΟΝ – Ο πρόεδρος των ΗΠΑ, Ντόναλντ Τραμπ, θα υποδεχθεί σήμερα, 5 Ιουνίου, τον Γερμανό καγκελάριο, Φρήντριχ Μερτς, στον Λευκό Οίκο, σε μια συνάντηση υψηλής σημασίας σχετικά με τις διατλαντικές σχέσεις. Στο επίκεντρο των συνομιλιών αναμένεται να βρεθούν ο πόλεμος της Ουκρανίας, οι αμυντικές δαπάνες και οι εμπορικές εντάσεις μεταξύ ΗΠΑ και Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Πρόκειται για την πρώτη επίσημη επίσκεψη του Μερτς στην Ουάσιγκτον από την ανάληψη των καθηκόντων του, τον Μάιο, ως ηγέτης της κεντροδεξιάς Χριστιανοδημοκρατικής Ένωσης (CDU). Σημειώνεται πως, σύμφωνα με γερμανικά μέσα ενημέρωσης, οι δύο ηγέτες έχουν αναπτύξει μια προσωπική σχέση, γεγονός που αναμένεται να δώσει ιδιαίτερο βάρος στις συζητήσεις.

Η συνάντηση λαμβάνει χώρα λίγο πριν από τη σύνοδο κορυφής της G7 στον Καναδά, όπου Τραμπ και Μερτς θα συναντηθούν εκ νέου, σε δύο εβδομάδες.

Σε πρόσφατη συνέντευξή του στη WDR, ο Μερτς μίλησε για την τακτική επικοινωνίας του με τον πρόεδρο των ΗΠΑ: «Είναι σημαντικό να είσαι σύντομος και να του δίνεις χώρο να μιλήσει», επεσήμανε, προσθέτοντας πως «πρέπει να προσαρμόζεσαι, χωρίς ποτέ να υποτιμάς τη θέση σου – δεν είμαστε ικέτες».

Ουκρανία: Στο επίκεντρο η ασφάλεια

Η συνάντηση γίνεται σε μία ιδιαίτερα κρίσιμη συγκυρία, καθώς κλιμακώνεται η ένταση στον πόλεμο Ουκρανίας-Ρωσίας. Ο Ρώσος πρόεδρος Βλαντίμιρ Πούτιν δεσμεύθηκε πρόσφατα να απαντήσει σε ουκρανικές επιθέσεις με drone σε ρωσικά αεροδρόμια. Ο Τραμπ, σε ανάρτησή του στο Truth Social στις 4 Ιουνίου, ανέφερε ότι συζήτησε επί μακρόν με τον Πούτιν για τη σύγκρουση, τονίζοντας πως «η συζήτηση ήταν καλή, χωρίς ωστόσο να οδηγεί σε άμεση ειρήνη». Αξίζει να σημειωθεί ότι, σύμφωνα με τον Λευκό Οίκο, ο Τραμπ δεν είχε ενημερωθεί νωρίτερα για τις ουκρανικές επιθέσεις.

Ο Τραμπ έχει καλέσει επανειλημμένα Ρωσία και Ουκρανία να διαπραγματευτούν μια μόνιμη ειρήνη, την ώρα που οι συγκρούσεις, ιδιαίτερα οι πρόσφατες επιθέσεις βαθιά εντός ρωσικού εδάφους, δυναμιτίζουν κάθε τέτοια προοπτική.

Εμπορικές εντάσεις: Στο προσκήνιο οι δασμοί

Στον τομέα του εμπορίου, η Ευρωπαϊκή Ένωση παραμένει αντιμέτωπη με αμερικανικούς δασμούς 10% στα περισσότερα προϊόντα της, με τον Τραμπ να διακηρύσσει νέα αύξηση – 50% – που επρόκειτο να τεθεί σε εφαρμογή από 1η Ιουνίου. Ωστόσο, έπειτα από συνομιλία με την πρόεδρο της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν, η έναρξη της επιβολής παρατάθηκε έως τις 9 Ιουλίου. Η Γερμανία θίγεται ιδιαίτερα από τους δασμούς, κυρίως στους τομείς των αυτοκινήτων, του χάλυβα, των ημιαγωγών, των αεροσκαφών και των φαρμακευτικών προϊόντων.

Η Πέννυ Νάας, του German Marshall Fund, επισημαίνει πως ενδεικτική των εμπορικών δυσκολιών είναι η αύξηση των δασμών στα αυτοκίνητα στο 25% και στον χάλυβα/αλουμίνιο στο 50%. Επιπλέον, τεχνικά εμπόδια της ΕΕ δυσχεραίνουν τις αμερικανικές εξαγωγές, καθώς περιφερειακά πρότυπα ασφαλείας, ποιότητας και περιβαλλοντικής προστασίας περιορίζουν ακόμα και προϊόντα που συμμορφώνονται με διεθνή κριτήρια.

Σύμφωνα με τη Νάας, ο Μερτς αναμένεται να διεκδικήσει μέσα από τις συνομιλίες στον Λευκό Οίκο απλοποίηση του ρυθμιστικού περιβάλλοντος στην ΕΕ, προς όφελος της ανταγωνιστικότητας – με ιδιαίτερη αναφορά στις διαδικασίες υποβολής εκθέσεων βιωσιμότητας.

Αμυντικές δαπάνες: Πιέσεις για μεγαλύτερες συνεισφορές στο ΝΑΤΟ

Ο Τραμπ έχει καταστήσει σαφές ότι αναμένει από τις ευρωπαϊκές χώρες να αυξήσουν σημαντικά τις αμυντικές τους δαπάνες στο πλαίσιο της συμμαχίας του ΝΑΤΟ. Ο Γερμανός υπουργός Εξωτερικών, Γιόχαν Βάντεπουλ, εξέφρασε σε σύνοδο του ΝΑΤΟ στην Τουρκία την υποστήριξή του στη γραμμή Τραμπ, ζητώντας να ανέλθει ο ελάχιστος στόχος για τις αμυντικές δαπάνες από το 2% στο 5% του ΑΕΠ κάθε κράτους-μέλους, πρόταση που συμπληρώνει τις προτροπές του ΓΓ του ΝΑΤΟ, Μαρκ Ρούττε, για αύξηση των επενδύσεων στις στρατιωτικές υποδομές.

Κατά τη διάρκεια της συνάντησης, ο Μερτς αναμένεται να εστιάσει στην ενίσχυση των προσωπικών δεσμών του με τον Τραμπ, υπενθυμίζοντας μάλιστα και την πρόσκληση επίσκεψης στο Κάλστατ – το χωριό καταγωγής του παππού του Αμερικανού προέδρου.

Τα αίτια της διαχρονικής δυσαρέσκειας του Τραμπ με την ΕΕ

Η απειλή του Αμερικανού προέδρου Ντόναλντ Τραμπ να επιβάλει δασμούς ύψους 50% στην Ευρωπαϊκή Ένωση από τις 9 Ιουλίου προκάλεσε αναβρασμό στις Βρυξέλλες, οδηγώντας τους ευρωπαίους αξιωματούχους σε έναν αγώνα δρόμου για συνάντηση με τους ομολόγους τους στην Ουάσιγκτον πριν τη λήξη της προθεσμίας. Η αναμενόμενη αύξηση εντάσεων στις διατλαντικές εμπορικές σχέσεις έρχεται να προστεθεί σε ένα ιστορικά δύσκολο υπόβαθρο, που χαρακτηρίζεται από διαχρονική απογοήτευση της Ουάσιγκτον με την πολυσύνθετη ευρωπαϊκή αγορά.

Όπως σημειώνει ο πρώην υπουργός Εμπορίου των ΗΠΑ, Γουίλμπουρ Ρος, «υπάρχουν 27 κράτη-μέλη και το καθένα έχει διαφορετικές εμπορικές προτεραιότητες», σκιαγραφώντας μια από τις βασικές αιτίες των συχνών τριβών μεταξύ ΗΠΑ και ΕΕ στη χάραξη κοινής εμπορικής πολιτικής. Η έλλειψη εσωτερικής συνοχής και ο ιδιαίτερος χαρακτήρας των ευρωπαϊκών προτεραιοτήτων αποτελούν βραχνά για τις ΗΠΑ, που αναζητούν πιο άμεση και ενιαία διαπραγμάτευση με τον ευρωπαϊκό εταίρο.

Ιστορικό εντάσεων και βασικά αίτια

Οι σχέσεις ΗΠΑ-ΕΕ στο εμπόριο ταλανίζονται επί δεκαετίες από διαφωνίες γύρω από τους δασμούς, τις ποσοστώσεις, τις επιδοτήσεις και τα τεχνολογικά πρότυπα. Παρά τις κατά καιρούς προσπάθειες σύγκλισης, η αμερικανική πλευρά καταγγέλλει συχνά την ύπαρξη «εμποδίων» που εμποδίζουν την ελεύθερη πρόσβαση αμερικανικών προϊόντων στην ενιαία ευρωπαϊκή αγορά.

Η διοίκηση Τραμπ είχε ήδη από την πρώτη θητεία της υιοθετήσει μια σκληρότερη γραμμή απέναντι στην ΕΕ, κατηγορώντας την για αθέμιτο ανταγωνισμό, ιδιαίτερα στον τομέα της αυτοκινητοβιομηχανίας και των αγροτικών προϊόντων. Το εμπορικό έλλειμμα των ΗΠΑ με την ΕΕ παραμένει διαχρονικά υψηλό — μια πραγματικότητα που ενισχύει το αφήγημα της Ουάσιγκτον περί «ανισότιμων όρων».

Η τρέχουσα απειλή για τεράστια αύξηση των δασμών, που θα έθιγε εκατοντάδες δισεκατομμύρια δολάρια αξίας ευρωπαϊκών εξαγωγών, θεωρείται από πολλούς αναλυτές εργαλείο πίεσης της αμερικανικής διοίκησης, προκειμένου να εξαναγκάσει τους Ευρωπαίους σε παραχωρήσεις σε μακροχρόνια ανοιχτά ζητήματα του εμπορικού ισοζυγίου.

Ανάμεσα στους βασικούς λόγους της δυσαρέσκειας του Τραμπ συγκαταλέγονται:
– Οι περίπλοκες εσωτερικές διαδικασίες λήψης αποφάσεων της ΕΕ, που παρατείνουν τις διαπραγματεύσεις.
– Η έλλειψη ενιαίας γραμμής στα εμπορικά θέματα λόγω των διαφορετικών εθνικών προσεγγίσεων των κρατών-μελών.
– Τα υφιστάμενα μη δασμολογικά εμπόδια, όπως ρυθμιστικά πρότυπα και γραφειοκρατικά κωλύματα, που περιορίζουν την είσοδο αμερικανικών προϊόντων.
– Το μεγάλο εμπορικό πλεόνασμα της ΕΕ έναντι των ΗΠΑ.

Προσπάθειες διαλόγου και διαπραγμάτευσης

Η αντίδραση των Βρυξελλών στις τελευταίες αμερικανικές απειλές ήταν άμεση, με ευρωπαίους αξιωματούχους να αναζητούν εσπευσμένες διαβουλεύσεις στις ΗΠΑ, ελπίζοντας να προλάβουν τα χειρότερα. Αν και η έκβαση των συζητήσεων παραμένει αβέβαιη, παρατηρητές εκτιμούν ότι η ΕΕ προσέρχεται στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων σε πιο αδύναμη θέση σε σχέση με το παρελθόν, πιθανόν δείχνοντας μεγαλύτερη διάθεση συμβιβασμού προκειμένου να αποτραπεί το οικονομικό σοκ μιας εμπορικής «έκρηξης» με τις ΗΠΑ.

Όπως δήλωσε ο Γουίλμπουρ Ρος: «Υπάρχουν 27 κράτη-μέλη, και το καθένα έχει διαφορετικές εμπορικές προτεραιότητες», αναδεικνύοντας το δομικό πρόβλημα της κατακερματισμένης ευρωπαϊκής στάσης απέναντι στις αμερικανικές αξιώσεις.

Ο πρώην υπουργός Εμπορίου Γουίλμπουρ Ρος μιλάει κατά τη διάρκεια της ετήσιας συνόδου κορυφής Concordia 2024 στο Sheraton New York Times Square στη Νέα Υόρκη στις 23 Σεπτεμβρίου 2024. Riccardo Savi/Getty Images για τη Σύνοδο Κορυφής Concordia

 

Η επιμονή του Τραμπ σε επιθετικές εμπορικές τακτικές με την ΕΕ δεν αποτελεί απλώς προσωποποιημένη στρατηγική αλλά αντικατοπτρίζει βαθύτερες αμερικανικές ανησυχίες για τη διαρθρωτική ισορροπία του παγκόσμιου εμπορίου και τον φόβο απώλειας ανταγωνιστικότητας. Όμως ο διατλαντικός οικονομικός δεσμός παραμένει καθοριστικός για τα συμφέροντα και των δύο πλευρών, καθώς εκατομμύρια θέσεις εργασίας εξαρτώνται από τη ροή αγαθών και υπηρεσιών μεταξύ των δύο οικονομιών.

Η πιθανότητα επιβολής δασμών ύψους 50% απειλεί να επιφέρει σημαντικά αντίποινα από την ΕΕ, με ορατό το ενδεχόμενο ενός εκτεταμένου εμπορικού πολέμου που θα πλήξει ιδιαίτερα ευαίσθητους βιομηχανικούς τομείς.

Η ιστορική διάσταση της δυσκολίας συνεννόησης μεταξύ ΗΠΑ και ΕΕ αναδύεται για άλλη μία φορά με οξυμένη ένταση, καθώς η απειλή του προέδρου Τραμπ για δυσθεώρητους δασμούς δημιουργεί νέα δεδομένα στις εμπορικές τους σχέσεις. Το κατά πόσο οι επικείμενες διαπραγματεύσεις θα αποτρέψουν μια εμπορική αναμέτρηση και θα οδηγήσουν σε ουσιαστικές παραχωρήσεις, μένει να φανεί τις επόμενες εβδομάδες — όμως η πάγια δυσκολία συντονισμού στον ευρωπαϊκό χώρο διατηρεί το διατλαντικό χάσμα ανοιχτό και απειλητικό.

Το ντοκιμαντέρ «State Organs» προβάλλεται στο φεστιβάλ κινηματογράφου της Σεούλ παρά τις πιέσεις για ακύρωση

Το βραβευμένο ντοκιμαντέρ «State Organs» προβλήθηκε σε ένα φεστιβάλ κινηματογράφου στην πρωτεύουσα της Νότιας Κορέας στις 30 Μαΐου, αφού οι διοργανωτές αναγκάστηκαν να αλλάξουν χώρο τρεις φορές λόγω «εξωτερικών πιέσεων».

Η ταινία αποκαλύπτει μια «τρομακτική επιχείρηση αφαιρέσεων οργάνων από την κυβέρνηση» στην Κίνα, σύμφωνα με την ιστοσελίδα της ταινίας. Επί επτά χρόνια, η  ομάδα παραγωγής συνέλεγε στοιχεία και έπαιρνε συνεντεύξεις από οικογένειες θυμάτων για να ολοκληρώσει το ντοκιμαντέρ.

Το Διεθνές Φεστιβάλ Κινηματογράφου Σεούλ Larkspur, μια ετήσια εκδήλωση με επίκεντρο θέματα δικαιοσύνης, ελευθερίας και ανθρωπίνων δικαιωμάτων, επέλεξε το «State Organs» ως εναρκτήρια ταινία του. Άλλες ταινίες που αναδεικνύουν παραβιάσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων στην Κίνα και τη Βόρεια Κορέα έχουν επίσης προγραμματιστεί, με τους διοργανωτές να αναφέρουν σημαντική πίεση από ανώνυμες πηγές κατά την οριστικοποίηση της λίστας προβολών.

Η τελετή έναρξης του φεστιβάλ πραγματοποιήθηκε τελικά στην αίθουσα KBS, στα κεντρικά γραφεία του Κορεατικού Ραδιοτηλεοπτικού Συστήματος στη Σεούλ — αλλά όχι χωρίς εμπόδια.

Ο Τάε Γιονγκ-χο, ένας από τους προσκεκλημένους ομιλητές της εκδήλωσης, επαίνεσε την επιμονή των διοργανωτών και την υποστήριξη του κοινού.

«Νιώθω πραγματικά ελπίδα», είπε ο Τάε στη σκηνή, απευθυνόμενος στην κατάμεστη αίθουσα. «Όταν έλαβα για πρώτη φορά την πρόσκληση, δεν είχα ιδέα πόσοι άνθρωποι θα έρθουν.»

«Παρόλο που δεν έχουμε κυβερνητική υποστήριξη και δεν έχουμε εξασφαλίσει σημαντικές χορηγίες ή δωρεές, θα συνεχίσουμε να μιλάμε για την ελευθερία, τη δικαιοσύνη και τα ανθρώπινα δικαιώματα», πρόσθεσε ο Τάε.

Πρώην Βορειοκορεάτης διπλωμάτης που αυτομόλησε στη Νότια Κορέα το 2016, ο Τάε υπηρέτησε στην 21η Εθνοσυνέλευση και κατέχει επί του παρόντος τη θέση του Γενικού Γραμματέα στο Συμβούλιο Ειρηνικής Ενοποίησης, ένα δικομματικό προεδρικό συμβουλευτικό όργανο.

Ακυρώσεις της τελευταίας στιγμής

Η ομάδα του Διεθνούς Φεστιβάλ Κινηματογράφου της Σεούλ Larkspur αφιέρωσε έναν ολόκληρο χρόνο στην προετοιμασία του πενθήμερου φεστιβάλ, το οποίο πραγματοποιήθηκε από τις 30 Μαΐου έως τις 3 Ιουνίου. Αρχικά, οργάνωσαν προβολές στο CGV, μία από τις κορυφαίες αλυσίδες κινηματογράφου της Κορέας. Μετά την αποχώρηση του CGV, οι διοργανωτές μετέφεραν την εκδήλωση στο MEGABOX Dongdaemun, έναν άλλο μεγάλο φορέα εκμετάλλευσης θεάτρων.

Ωστόσο, την παραμονή της έναρξης του φεστιβάλ, το MEGABOX ακύρωσε μονομερώς όλες τις προβολές, επικαλούμενο την «πολιτική φύση» των ταινιών. Αυτό υποχρέωσε τους διοργανωτές να μεταφέρουν βιαστικά την εκδήλωση, την τελευταία στιγμή.

Ο σκηνοθέτης ζητά έρευνα

Ο Ρέυμοντ Τζανγκ, σκηνοθέτης του «State Organs», δήλωσε στην Epoch Times ότι κατά τη διάρκεια των προβολών στην Ταϊβάν πέρυσι, η ομάδα του έλαβε εκατοντάδες απειλές μέσω email και μέσων κοινωνικής δικτύωσης και αντιμετώπισε διαδικτυακή παρενόχληση από δίκτυα που συνδέονται με το Κομμουνιστικό Κόμμα Κίνας (ΚΚΚ).

«Ελπίζω ότι οι κορεατικές αρχές θα διερευνήσουν εάν η κινεζική παρέμβαση εμπλέκεται στις ακυρώσεις και ότι θα ανακαλύψουν την αλήθεια», δήλωσε ο Τζανγκ.

(α-δ) Ο συντονιστής της συζήτησης Ρόμαν Μπαλμάκοφ, ο σκηνοθέτης Ρέυμοντ Τζανγκ και ο Γουάνγκ Τζιγιουάν, διευθυντής του Παγκόσμιου Οργανισμού για τη Διερεύνηση της Δίωξης του Φάλουν Γκονγκ, μιλούν κατά τη διάρκεια συζήτησης μετά την προβολή της ταινίας «State Organs» στο Village East by Angelika, στη Νέα Υόρκη στις 9 Νοεμβρίου 2024. (Samira Bouaou/The Epoch Times)

 

«Αυτό το έγκλημα πρέπει να σταματήσει»

Ο Μιν Κιουνγκ-γουκ, πρώην νομοθέτης της Κορέας και εκπρόσωπος της προεδρίας, μετά την προβολή του ντοκιμαντέρ, δήλωσε στην εφημερίδα The Epoch Times:

«Οι μαρτυρίες οικογενειών που αγωνίζονται στον πόνο, οι από πρώτο χέρι μαρτυρίες γιατρών που εμπλέκονται στην [εξαγωγή οργάνων] και οι ομολογίες αστυνομικών και στρατιωτών που κάποτε πραγματοποίησαν διώξεις και βασανιστήρια με άφησαν τόσο σοκαρισμένο που εύχομαι να μην ήταν αλήθεια τίποτα από αυτά.»

Ο Μιν καταδίκασε τις εξαναγκαστικές αφαιρέσεις οργάνων που διαπράττει το ΚΚΚ, με θύματα κυρίως ασκουμένους του Φάλουν Γκονγκ, αποκαλώντας τες «έγκλημα κατά της ανθρωπότητας».

«Είναι σχεδόν απίστευτο ότι τέτοιες φρικαλεότητες διαπράττονται συστηματικά για την καταστολή της πίστης, και ότι γίνονται σε επίπεδο κρατικά χρηματοδοτούμενων, βιομηχανικών επιχειρήσεων», είπε.

«Ελπίζω ότι όχι μόνο ο κορεατικός λαός, αλλά και η παγκόσμια κοινότητα θα μάθει την αλήθεια, ώστε αυτά τα εγκλήματα να σταματήσουν το συντομότερο δυνατό.»

Ο Λι Τζε-μπονγκ, καθηγητής στο Τμήμα Παιδείας του Πανεπιστημίου Ουλσάν στη Νότια Κορέα, έχει την ίδια άποψη:

«Πρέπει να σταματήσουμε αυτή τη βάναυση σφαγή. Πρέπει να δώσουμε προσοχή. Πρέπει να δράσουμε», είπε στην Epoch Times αφού παρακολούθησε την ταινία.

«Αν οι Κορεάτες δεν ξυπνήσουν, θα γίνουμε μια άλλη Κίνα»

Ο Ντέινερ Κιμ, ένας γνωστός YouTuber από τη Νότια Κορέα με πάνω από 288.000 συνδρομητές, μίλησε επίσης στην Epoch Times αφού παρακολούθησε την προβολή της ταινίας «State Organs».

Είπε ότι η δίωξη του Φάλουν Γκονγκ και οι αφαίρεσης οργάνων από το ΚΚΚ είναι ευρέως γνωστή, αλλά η εστίαση της ταινίας σε μια μόνο οικογένεια παρουσιάζει αυτή την πραγματικότητα με ένα βάθος που είναι συναισθηματικά καταστροφικό. «Μου άφησε ένα βαθύ αίσθημα θλίψης και αλληλεγγύης», είπε ο Κιμ.

Ο Κιμ καταδίκασε επίσης την ξαφνική ακύρωση πολλών ταινιών για τα ανθρώπινα δικαιώματα στο MEGABOX.

«Υπάρχουν δυνάμεις στη Νότια Κορέα που συνεργάζονται με το ΚΚΚ για να μπλοκάρουν οτιδήποτε επικρίνει ή εκθέτει τα εγκλήματά του. Γι’ αυτό βλέπουμε την απόσυρση χορηγιών, την ανάκληση χώρων και την απαγόρευση ταινιών», είπε ο Κιμ σε συνέντευξη μετά την προβολή.

Άλλες ταινίες που επηρεάστηκαν από την ακύρωση της τελευταίας στιγμής είναι οι «Αιώνια Άνοιξη», «Ασίγαστοι» και «Επανάσταση των Καιρών μας». Οι δύο πρώτες απεικονίζουν τον διωγμό του Φάλουν Γκονγκ στην Κίνα, ενώ η τρίτη είναι ένα ντοκιμαντέρ για το κίνημα υπέρ της δημοκρατίας στο Χονγκ Κονγκ, του 2019.

Τέλος, προειδοποίησε ότι «αν ο κορεατικός λαός δεν εξοργιστεί — αν δεν ξυπνήσουμε — αυτή η χώρα μπορεί να γίνει μια άλλη Κίνα, ένα έθνος υπό την κυριαρχία του ΚΚΚ.»

Ο Λι, από το Πανεπιστήμιο του Ουλσάν, εξέφρασε βαθιά απογοήτευση για τα εμπόδια που αντιμετώπισε η ταινία στην προβολή της, αποκαλώντας τα «επώδυνα και εξοργιστικά».

«Τι είδους κυρίαρχο έθνος είμαστε αν δεν μπορεί να προβληθεί μια ταινία ελεύθερα;» ρώτησε. «Βλέπουμε σαφείς ενδείξεις ότι το ΚΚΚ έχει διεισδύσει βαθιά σε πολλούς τομείς στη Νότια Κορέα: πολιτική, τέχνες, ακαδημαϊκό χώρο. Είναι σπαρακτικό.»

Ενώ καταδικάζει το ΚΚΚ για την παρέμβασή του στη Νότια Κορέα, ο Λι υπενθυμίζει στους ανθρώπους να διακρίνουν τον κινεζικό λαό από το ΚΚΚ.

«Η ταινία κάνει μια σαφή διάκριση μεταξύ των δύο — αυτό είναι που κάνει αυτήν την ταινία τόσο σημαντική», είπε ο Λι.

«Ο κινεζικός λαός πρέπει να απελευθερωθεί από την καταπίεση του ΚΚΚ και η Νότια Κορέα πρέπει να απελευθερωθεί από την επιρροή του», τόνισε.

Ο μεταμοσχευτικός τουρισμός και η επείγουσα ανάγκη της έκθεσης

Ντοκιμαντέρ του 2017 του τηλεοπτικού καναλιού Chosun της Νότιας Κορέας αποκάλυψε ότι με χαμηλά ποσοστά δωρεάς οργάνων στο εσωτερικό, μόνο το 10% των 32.000 ασθενών που έχουν ανάγκη λαμβάνουν ποτέ μεταμόσχευση. Ως αποτέλεσμα, πολλοί Κορεάτες μεταβαίνουν στην Κίνα, όπου ο χρόνος αναμονής είναι μικρότερος και η πρόσβαση ευκολότερη, παρά την αμφιλεγόμενη προέλευση αυτών των οργάνων.

Το «State Organs» παρουσιάζεται πλέον στον ιστότοπο των Γιατρών κατά της Αφαίρεσης Οργάνων (DAFOH), οργανισμού που ιδρύθηκε από επαγγελματίες υγείας για να αποκαλύψει και να συμβάλει στον τερματισμό της πρακτικής των βίαιων αφαιρέσεων οργάνων. Η ταινία δεν είναι πλέον διαθέσιμη στο διαδίκτυο.

Οι DAFOH περιγράφουν την αφαίρεση οργάνων ως «έγκλημα κατά της ανθρωπότητας» και εργάζονται παγκοσμίως για την προώθηση των ιατρικών ηθικών προτύπων και την προστασία της ανθρώπινης αξιοπρέπειας.

Η Σίντυ Σονγκ, μία από τους παραγωγούς του «State Organs», τόνισε τη σημασία του μηνύματος της ταινίας για το κορεατικό κοινό.

«Τα θύματα στην ταινία είναι από το Τσινγκντάο, το οποίο βρίσκεται ακριβώς απέναντι από τη Νότια Κορέα», είπε. «Πιστεύω ότι είναι σημαντικό για το κορεατικό κοινό να ακούσει αυτήν την ιστορία.»

Ο Μασκ λέει ότι θα παραμείνει «φίλος και σύμβουλος» του Τραμπ μετά την αποχώρησή του από τη θέση του ειδικού υπαλλήλου της κυβέρνησης

ΟΥΑΣΙΓΚΤΟΝ—Ο πρόεδρος των ΗΠΑ Ντόναλντ Τραμπ έδωσε συνέντευξη Τύπου στο Οβάλ Γραφείο στις 30 Μαΐου μαζί με τον Ίλον Μασκ για να σηματοδοτήσει το τέλος της θητείας του δισεκατομμυριούχου επιχειρηματία ως επικεφαλής του Τμήματος Αποδοτικότητας της Κυβέρνησης (DOGE).

Ο Τραμπ ευχαρίστησε τον Μασκ, περιγράφοντας το έργο του ως «το πιο σαρωτικό και σημαντικό πρόγραμμα κυβερνητικής μεταρρύθμισης» και είπε ότι «έχει αλλάξει τη νοοτροπία πολλών ανθρώπων».

Ωστόσο, παρά το γεγονός ότι η θητεία του ως ειδικού υπαλλήλου της κυβέρνησης έληξε την Παρασκευή, ο Μασκ δήλωσε ότι η εργασία του με το DOGE και την ομοσπονδιακή κυβέρνηση θα συνεχιστεί.

«Αυτό δεν είναι το τέλος του DOGE, αλλά στην πραγματικότητα η αρχή», είπε ο Μασκ.

Ο Τραμπ επιβεβαίωσε ότι ο Μασκ θα συνεχίσει να τον συμβουλεύει κατά τη διάρκεια της δεύτερης θητείας του στον Λευκό Οίκο.

«Ο Ίλον δεν φεύγει πραγματικά. Θα πηγαινοέρχεται», είπε ο Τραμπ. «Έχω την αίσθηση — είναι κάτι που έφτιαξε και νομίζω ότι θα κάνει πολλά πράγματα».

Ο Μασκ συνέκρινε το DOGE με τον Βουδισμό.

«Είναι σαν τρόπος ζωής. Έτσι, διαπερνά όλη την κυβέρνηση και είμαι βέβαιος ότι με την πάροδο του χρόνου, θα δούμε ένα τρισεκατομμύριο δολάρια εξοικονόμησης και μείωση σε ένα τρισεκατομμύριο δολάρια μείωσης της σπατάλης και της απάτης».

Ο διευθύνων σύμβουλος της τεχνολογίας δήλωσε ότι ελπίζει να συνεχίσει να συνεργάζεται με τον Τραμπ στο μέλλον.

«Ανυπομονώ να συνεχίσω να είμαι φίλος και σύμβουλος του προέδρου», είπε ο Μασκ.

Ο Μασκ αναγνώρισε την κριτική που αντιμετώπισε για την εργασία του με την κυβέρνηση Τραμπ, λέγοντας: «Αυτό που νομίζαμε ότι συνέβαινε ήταν ότι αν υπήρχαν περικοπές οπουδήποτε, τότε οι άνθρωποι θα υπέθεταν ότι έγιναν από το DOGE. Και έτσι γίναμε… ουσιαστικά ο μπαμπούλας DOGE, όπου οποιαδήποτε περικοπή οπουδήποτε θα αποδιδόταν στο DOGE».

Ο Τραμπ διόρισε τον Μασκ να ηγηθεί του DOGE κατά τη δημιουργία του στις 20 Ιανουαρίου, όταν ο πρόεδρος υπέγραψε εκτελεστικό διάταγμα για τη σύσταση της συμβουλευτικής επιτροπής για την εξάλειψη της σπατάλης στην ομοσπονδιακή κυβέρνηση. Έκτοτε, το DOGE έχει υποστηρίξει τη χρηματοδότηση περικοπών και απολύσεων σε μια σειρά ομοσπονδιακών υπηρεσιών και ο Μασκ έχει αντιμετωπίσει κριτική από τους Δημοκρατικούς και ορισμένους Ρεπουμπλικάνους για το έργο του στην ηγεσία της ομάδας.

Το διάταγμα του Τραμπ όρισε τον Μασκ ως «ειδικό κυβερνητικό υπάλληλο», μια θέση που περιορίζεται σε θητεία 130 ημερών πριν από τη λήξη της σύμβασης. Αυτό σήμαινε ότι η θητεία του Μασκ στην ομοσπονδιακή κυβέρνηση θα έληγε την Παρασκευή.

Ο διευθύνων σύμβουλος της τεχνολογίας είχε δηλώσει την περασμένη εβδομάδα ότι θα αποχωρούσε σύντομα από την κυβέρνηση για να συνεχίσει να εργάζεται στις διάφορες εταιρείες του, συμπεριλαμβανομένων των SpaceX και Tesla, όλο το εικοσιτετράωρο, αφού η πλατφόρμα κοινωνικής δικτύωσης X αντιμετώπισε ένα εκτεταμένο μπλακ άουτ που επηρέασε δεκάδες χιλιάδες χρήστες.

Την Τετάρτη, ο Μασκ επιβεβαίωσε ότι σύντομα θα αποχωρούσε από την κυβέρνηση Τραμπ μετά από μήνες που διηύθυνε το DOGE.

«Καθώς η προγραμματισμένη μου θητεία ως Ειδικός Κυβερνητικός Υπάλληλος φτάνει στο τέλος της, θα ήθελα να ευχαριστήσω τον Πρόεδρο @realDonaldTrump για την ευκαιρία να μειώσω τις σπάταλες δαπάνες», έγραψε ο Μασκ στο X. «Η αποστολή @DOGE θα ενισχυθεί μόνο με την πάροδο του χρόνου, καθώς θα γίνει τρόπος ζωής σε όλη την κυβέρνηση».

Ο Μασκ ήταν επίσης κορυφαίος χορηγός της προεδρικής υποψηφιότητας του Τραμπ το 2024, δωρίζοντας περίπου 288 εκατομμύρια δολάρια για να υποστηρίξει την καμπάνια του.

Ο Τραμπ ανακοίνωσε τη συνέντευξη Τύπου της Παρασκευής σε μια ανάρτηση στο Truth Social στις 29 Μαΐου, γράφοντας: «Αυτή θα είναι η τελευταία του μέρα, αλλά όχι πραγματικά, γιατί θα είναι πάντα μαζί μας, βοηθώντας σε όλη τη διαδρομή. Ο Ίλον είναι καταπληκτικός! Τα λέμε αύριο στον Λευκό Οίκο».

Κατά τη διάρκεια της θητείας του στο DOGE, ο Μασκ υποστήριξε απότομες περικοπές στις ομοσπονδιακές δαπάνες, κάτι που τον έφερε πρόσφατα σε αντίθεση με τους Ρεπουμπλικάνους του Κογκρέσου όταν επέκρινε τον νόμο One Big Beautiful Bill Act του Τραμπ.

Μιλώντας στο «CBS Sunday Morning» σε ένα επεισόδιο που προβλήθηκε την 1 Ιουνίου, ο Μασκ δήλωσε ότι ήταν απογοητευμένος από το νομοσχέδιο λόγω του πόσο προβλέπεται να αυξήσει το έλλειμμα του ομοσπονδιακού προϋπολογισμού και του πώς «υπονομεύει το έργο που κάνει η ομάδα DOGE».

«Νομίζω ότι ένα νομοσχέδιο μπορεί να είναι μεγάλο ή μπορεί να είναι όμορφο, αλλά δεν ξέρω αν μπορεί να είναι και τα δύο», είπε ο Μασκ.

Κορυφαίοι Ρεπουμπλικάνοι του Κογκρέσου απάντησαν ότι το νομοσχέδιο αφορά τις υποχρεωτικές δαπάνες, ενώ οι περικοπές του DOGE επικεντρώνονται σε διακριτικά κεφάλαια.

Για να βάλει σε πρόγραμμα τις αποταμιεύσεις του DOGE, ο Λευκός Οίκος θα στείλει την επόμενη εβδομάδα στο Κογκρέσο αίτημα για την ανάκτηση 9,4 δισεκατομμυρίων δολαρίων από προηγουμένως διατεθέντα κεφάλαια για τα δημόσια μέσα ενημέρωσης και την ξένη βοήθεια.

Πριν από τη συνέντευξη Τύπου της Παρασκευής, ο Λευκός Οίκος δημοσίευσε ένα άρθρο με τίτλο «Το DOGE Κερδίζει» για το X, στο οποίο περιγράφονται οι διάφορες προσπάθειες της συμβουλευτικής επιτροπής κατά τη διάρκεια της θητείας του Μασκ.