Τρίτη, 14 Οκτ, 2025

Έναρξη διαπραγματεύσεων ΗΠΑ-Ιράν στο Ομάν

Ανώτεροι διαπραγματευτές από τις Ηνωμένες Πολιτείες θα συναντηθούν με τους Ιρανούς ομολόγους τους στο Ομάν, για διαπραγματεύσεις υψηλού κινδύνου σχετικά με το πυρηνικό πρόγραμμα του Ιράν, τις οποίες έχει οργανώσει ο πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ.

Ο Τραμπ έχει εντείνει την πίεση προς την Τεχεράνη το τελευταίο διάστημα, απαιτώντας από το Ιράν να συμφωνήσει σε μια νέα συμφωνία που θα περιορίζει την πυρηνική του ανάπτυξη και θα εγκαταλείπει τις φιλοδοξίες του να αποκτήσει πυρηνικά όπλα. Στις 30 Μαρτίου, ο Αμερικανός πρόεδρος προειδοποίησε: «Αν δεν επιτευχθεί συμφωνία, θα υπάρξουν βομβαρδισμοί».

Το Ιράν είχε συνάψει το 2015 συμφωνία με πολλές παγκόσμιες δυνάμεις για τον περιορισμό της πυρηνικής του ανάπτυξης. Στο πλαίσιο του Κοινά Συμφωνηθέντος Σχεδίου Δράσης (Joint Comprehensive Plan of Action-JCPOA), το Ιράν συμφώνησε να περιορίσει τα αποθέματα ουρανίου και να αποφύγει τον εμπλουτισμό του πέρα από συγκεκριμένα επίπεδα.

Το 2018, κατά τη διάρκεια της πρώτης του θητείας, ο Τραμπ απέσυρε τις ΗΠΑ από τη συμφωνία του 2015, επανέφερε οικονομικές κυρώσεις κατά του Ιράν και ζήτησε ένα νέο, πιο εκτενές πλαίσιο για τον περιορισμό του πυρηνικού προγράμματος του Ιράν. Από την πλευρά του, το Ιράν έχει απομακρυνθεί από τις δεσμεύσεις του και έχει ξαναρχίσει τις προσπάθειες για συσσώρευση και εμπλουτισμό ουρανίου. Ο Τραμπ δεν κατάφερε να ολοκληρώσει μια νέα συμφωνία για το πυρηνικό πρόγραμμα του Ιράν κατά τη διάρκεια της πρώτης του θητείας.

Αρχικά, η κυβέρνηση του προέδρου Τζο Μπάιντεν προσπάθησε να επαναφέρει τις ΗΠΑ στη συμφωνία του 2015, αλλά δεν επιτεύχθηκε συμφωνία για την επανείσοδο.

Οι Ιρανοί εκπρόσωποι είχαν δηλώσει ότι οι διαπραγματεύσεις στο Ομάν θα είναι έμμεσες, με τους Αμερικανούς και Ιρανούς διαπραγματευτές να επικοινωνούν μέσω μεσολαβητή. Ωστόσο, μιλώντας με δημοσιογράφους στις 11 Απριλίου, η εκπρόσωπος Τύπου του Λευκού Οίκου, Καρολάιν Λέβιτ, δήλωσε ότι οι αντιπροσωπείες θα συμμετάσχουν σε άμεσες συνομιλίες.

Η Λέβιτ επανέλαβε την άμεση προειδοποίηση για τις συνέπειες που ενδέχεται να προκύψουν εάν οι δύο πλευρές δεν καταλήξουν σε συμφωνία. «Ο Τραμπ έχει καταστήσει σαφές στους Ιρανούς, και η ομάδα εθνικής ασφάλειας του θα το επαναλάβει, ότι όλες οι επιλογές είναι στο τραπέζι και το Ιράν έχει μια επιλογή να κάνει», είπε. «Μπορείτε να συμφωνήσετε με την απαίτηση του προέδρου Τραμπ ή θα υπάρξουν σοβαρές συνέπειες.»

Ο εκπρόσωπος του Υπουργείου Εξωτερικών του Ιράν, Εσμαήλ Μπαγκάι, δήλωσε ότι το Ιράν προσεγγίζει τις διαπραγματεύσεις στο Ομάν με σοβαρότητα και αξιολογεί τις προθέσεις της Ουάσιγκτον στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων. «Οι ΗΠΑ θα πρέπει να εκτιμήσουν αυτή την απόφαση που διαμορφώθηκε παρά την κυρίαρχη συγκρουσιακή ρητορική τους», έγραψε ο Μπαγκάι σε ανάρτησή του στις 11 Απριλίου στο X.

Η κυβέρνηση Τραμπ έχει ήδη αρχίσει να συγκεντρώνει στρατιωτικούς πόρους στη Μέση Ανατολή. Στις αρχές Απριλίου, ο εκπρόσωπος Τύπου του Πενταγώνου, Σον Πάρνελ, ανακοίνωσε ότι η ομάδα μάχης αεροπλανοφόρου Carl Vinson κινείται προς την περιοχή ευθύνης του Κεντρικού Στρατηγείου των ΗΠΑ στη Μέση Ανατολή. Η Πολεμική Αεροπορία έχει επίσης μετακινήσει βομβαρδιστικά B-2 στο Ντιέγκο Γκαρσία, στον παρακείμενο Ινδικό Ωκεανό.

Η ομάδα μάχης αεροπλανοφόρου Truman βρίσκεται ήδη στην περιοχή του Κεντρικού Στρατηγείου. Η συγκεκριμένη ομάδα υποστηρίζει μια ανανεωμένη εκστρατεία αεροπορικών επιθέσεων εναντίον των τρομοκρατών Χούθι στην Υεμένη από τις 15 Μαρτίου.

Οι Χούθι—οι οποίοι πρόσφατα κατηγορήθηκαν πάλι από την κυβέρνηση Τραμπ ως ξένη τρομοκρατική οργάνωση—εκτοξεύουν πυραύλους και drone προς το Ισραήλ και προς στρατιωτικά και εμπορικά πλοία που δραστηριοποιούνται στη Ερυθρά Θάλασσα. Οι Υεμενίτες τρομοκράτες δηλώνουν ότι οι επιθέσεις αυτές γίνονται σε αλληλεγγύη προς τον παλαιστινιακό λαό και θα σταματήσουν όταν οι ισραηλινές δυνάμεις αποχωρήσουν από τη Γάζα.

Μετά την επίτευξη συμφωνίας κατάπαυσης του πυρός μεταξύ Ισραήλ και της τρομοκρατικής ομάδας Χαμάς τον Ιανουάριο, οι επιθέσεις των Χούθι μειώθηκαν. Ωστόσο, αυτή η εκεχειρία κατέρρευσε τον Μάρτιο εξαιτίας διαφωνιών για το αν θα προχωρήσουν σε μια δεύτερη φάση εκεχειρίας. Οι Χούθι έχουν ξαναρχίσει τις επιθέσεις τους με drones και πυραύλους.

Η κυβέρνηση Τραμπ συνδέει τα μοτίβα των επιθέσεων των Χούθι με το Ιράν, το οποίο υποστηρίζει διάφορες τρομοκρατικές ομάδες που έχουν χαρακτηριστεί από τις ΗΠΑ ως ξένες τρομοκρατικές οργανώσεις. «Κάθε σφαίρα που ρίχνεται από τους Χούθι θα θεωρείται, από εδώ και πέρα, ως σφαίρα που προέρχεται από τα όπλα και την ηγεσία του ΙΡΑΝ, και το ΙΡΑΝ θα λογοδοτήσει και θα υποστεί τις συνέπειες, οι οποίες θα είναι καταστροφικές!» έγραψε ο Τραμπ σε ανάρτησή του στην πλατφόρμα Truth Social στις 17 Μαρτίου.

Οι προσπάθειες για την επίτευξη μιας νέας συμφωνίας για το πυρηνικό πρόγραμμα του Ιράν γίνονται επίσης καθώς η κυβέρνηση Τραμπ προσπαθεί να επανεκκινήσει τη συμφωνία κατάπαυσης του πυρός στη Γάζα. «Κοιτάμε για άλλη μια εκεχειρία. Θα δούμε τι θα συμβεί», δήλωσε ο Τραμπ κατά τη διάρκεια της συνάντησής του με τον Ισραηλινό πρωθυπουργό Μπενιαμίν Νετανιάχου στον Λευκό Οίκο στις 7 Απριλίου.

Οι ΗΠΑ δεσμεύονται για στενή συνεργασία με τον Παναμά για τον περιορισμό της κινεζικής επιρροής στη Διώρυγα

Στεκόμενος πλάι στη Διώρυγα του Παναμά στις 8 Απριλίου, ο Αμερικανός υπουργός Άμυνας Πιτ Χέγκσεθ εξήρε ιδιαίτερα τη συνεργασία μεταξύ Ηνωμένων Πολιτειών και Παναμά, δεσμευόμενος να περιορίσει την επιρροή της Κίνας στη στρατηγικής σημασίας θαλάσσια οδό.

«Η Κίνα δεν κατασκεύασε αυτή τη διώρυγα, η Κίνα δεν τη διαχειρίζεται και σίγουρα δεν θα της επιτρέψουμε ποτέ να την αξιοποιήσει ως όπλο», τόνισε χαρακτηριστικά ο κ. Χέγκσεθ κατά τη διάρκεια επίσκεψης στην πρόσφατα ανακαινισμένη Προβλήτα 3 στον τερματικό σταθμό του λιμανιού Ρόντμαν.

«Ενωμένοι, με τον Παναμά στο προσκήνιο, θα διατηρήσουμε τη διώρυγα ασφαλή και προσιτή για όλα τα έθνη, αξιοποιώντας την αποτρεπτική ισχύ του ισχυρότερου, πλέον αποτελεσματικού και πιο αξιόμαχου στρατού στον κόσμο», συμπλήρωσε ο Αμερικανός υπουργός.

Η αμερικανική κυβέρνηση υπό τον Ντόναλντ Τραμπ έχει επανειλημμένα τονίσει την ανάγκη προστασίας της Διώρυγας του Παναμά από τις βλέψεις του Κινεζικού Κομμουνιστικού Κόμματος. Σε διάφορες περιπτώσεις, μάλιστα, ο ίδιος ο πρόεδρος Τραμπ δεν απέκλεισε το ενδεχόμενο οι Ηνωμένες Πολιτείες να διεκδικήσουν εκ νέου αυξημένο έλεγχο επί της Διώρυγας.

Ο Αμερικανός υπουργός Άμυνας εξέφρασε επίσης την ευγνωμοσύνη του στον πρόεδρο του Παναμά Χοσέ Ραούλ Μουλίνο για την πρόσφατη απόφασή του να μην ανανεώσει, τον περασμένο Φεβρουάριο, τη συμμετοχή της χώρας στο πρόγραμμα υποδομών της Κίνας, γνωστό ως «Μία Ζώνη, Ένας Δρόμος».

«Η απόφαση του προέδρου Μουλίνο να αποσυρθεί από την πρωτοβουλία ‘Belt and Road’ δείχνει ξεκάθαρη αντίληψη των κινδύνων που συνιστά η Κίνα», δήλωσε ο κ. Χέγκσεθ.

Η Κίνα συνεχίζει να καταβάλλει μεγάλες προσπάθειες, προκειμένου να διατηρήσει κάποιου είδους επιρροή στην περιοχή της Κεντρικής Αμερικής.

Ο όμιλος CK Hutchison Holdings, συμφερόντων του δισεκατομμυριούχου από το Χονγκ Κονγκ, Λι Κα-σινγκ, ανακοίνωσε πρόσφατα την πώληση των μεριδίων του σε μια σειρά διεθνών λιμενικών εγκαταστάσεων, μεταξύ των οποίων και οι δύο στρατηγικής σημασίας τερματικοί σταθμοί στα δύο άκρα της Διώρυγας του Παναμά, σε μια κοινοπραξία υπό την ηγεσία της αμερικανικής επενδυτικής εταιρείας BlackRock.

Παράλληλα, η κινεζική Υπηρεσία Κρατικής Εποπτείας Αγοράς ανακοίνωσε ότι σκοπεύει να εξετάσει σε βάθος αυτή τη συμφωνία πώλησης, επικαλούμενη ενδεχόμενες παραβάσεις των κινεζικών νόμων για τον ανταγωνισμό. Η εξέλιξη αυτή θέτει αμφιβολίες για το χρονοδιάγραμμα ολοκλήρωσης της συμφωνίας.

Κατά την επίσκεψή του στη Διώρυγα, ο Χέγκσεθ έστειλε ξεκάθαρο μήνυμα: «Θα πάρουμε πίσω τη Διώρυγα του Παναμά από την επιρροή της Κίνας».

Η αμερικανική πλευρά έχει ήδη κάνει σαφή βήματα για εμβάθυνση των σχέσεων με τον Παναμά, πέρα από την απομάκρυνση της χώρας από την κινεζική σφαίρα.

Ο υπουργός Άμυνας ανέφερε ότι το Σώμα Μηχανικών του Αμερικανικού Στρατού παρείχε πάνω από 5 εκατομμύρια δολάρια για την ανακαίνιση της προβλήτας 3, στον Ειρηνικό Ωκεανό. Η εγκατάσταση αυτή βρίσκεται στον χώρο μιας πρώην ναυτικής βάσης των ΗΠΑ η οποία παραχωρήθηκε στον Παναμά το 1999.

«Η Προβλήτα 3 αποτελεί απτή απόδειξη της κοινής μας δέσμευσης με τον Παναμά για την ασφάλεια της διώρυγας», υπογράμμισε.

Ακόμη, ο υπουργός ανακοίνωσε πως ένα πλοίο της Αμερικανικής Ακτοφυλακής θα διασχίσει αυτήν την εβδομάδα τη Διώρυγα για να διεξάγει επιχειρήσεις κατά της διακίνησης ναρκωτικών στον ανατολικό Ειρηνικό. Ένα ακόμη αμερικανικό σκάφος βρίσκεται ήδη στον Παναμά, για κοινές εκπαιδεύσεις με τις ειδικές δυνάμεις της χώρας.

Τέλος, ο κ. Χέγκσεθ αναφέρθηκε και στην επικείμενη στρατιωτική άσκηση PANAMAX 2026, στην οποία θα συμμετέχουν οι ΗΠΑ, ο Παναμάς αλλά και άλλοι περιφερειακοί σύμμαχοι, ενισχύοντας περεταίρω τους στρατηγικούς δεσμούς της περιοχής.

Οι ΗΠΑ αποσύρουν στρατεύματα από κομβική βάση στην Πολωνία που στηρίζει την Ουκρανία

Στο πλαίσιο αναδιάρθρωσης των αμερικανικών στρατιωτικών δυνάμεων στην Ευρώπη, στρατεύματα των ΗΠΑ αποχωρούν από το αεροδρόμιο της Γιασιόνκα, βασικό logistics hub για τη μεταφορά βοήθειας στην Ουκρανία.

Οι αμερικανικές δυνάμεις πρόκειται να ξεκινήσουν τη σταδιακή απόσυρσή τους από τη Γιασιόνκα της Πολωνίας, βασικό κόμβο επιμελητείας μέσω του οποίου το ΝΑΤΟ προωθούσε βοήθεια προς την Ουκρανία ήδη από το 2022.

Την Κυριακή 7 Απριλίου 2025, η Διοίκηση Ευρώπης-Αφρικής του Αμερικανικού Στρατού ανακοίνωσε επίσημα τα σχέδια μεταφοράς προσωπικού και εξοπλισμού από τη συγκεκριμένη βάση σε άλλες περιοχές εντός πολωνικού εδάφους.

Οι Αμερικανοί στρατιώτες είχαν αρχίσει να καταφθάνουν στο αεροδρόμιο της Γιασιόνκα, το οποίο βρίσκεται στη νοτιοανατολική Πολωνία, ήδη από τις πρώτες εβδομάδες του 2022, τη στιγμή που οι ρωσικές δυνάμεις συγκεντρώνονταν στα ανατολικά της Ουκρανίας.

Παρόλο που η εγκατάσταση δεν αποτελούσε μόνιμη στρατιωτική βάση, σύντομα εξελίχθηκε στον κύριο κόμβο για τη μεταφορά οπλισμού και ανθρωπιστικής βοήθειας στις ουκρανικές ένοπλες δυνάμεις που αντιστέκονταν στη ρωσική εισβολή.

Η Πολωνία και άλλα μέλη του ΝΑΤΟ ενίσχυσαν σημαντικά τα μέτρα ασφαλείας της περιοχής, αναβαθμίζοντας τη σημασία της εγκατάστασης.

Ο Αμερικανός στρατηγός Κρίστοφερ Ντόναχιου, επικεφαλής των αμερικανικών χερσαίων δυνάμεων Ευρώπης-Αφρικής, χαρακτήρισε την απόφαση μεταφοράς των αμερικανικών μονάδων ως μια κίνηση εξορθολογισμού και οικονομικής αποδοτικότητας των επιχειρήσεων.

«Τα τελευταία χρόνια έχουμε μεταφέρει δυνάμεις μας σε σταθερότερες εγκαταστάσεις εντός Πολωνίας», ανέφερε ο στρατηγός Ντόναχιου. «Μετά από τρία χρόνια παρουσίας στη Γιασιόνκα, μας δίνεται η δυνατότητα να προσαρμόσουμε την έκταση της παρουσίας μας και να εξοικονομήσουμε δεκάδες εκατομμύρια δολάρια ετησίως για τον Αμερικανό φορολογούμενο».

Παρά την προσπάθεια της Epoch Times να επικοινωνήσει με τη Διοίκηση Ευρώπης-Αφρικής για περισσότερες λεπτομέρειες σχετικά με το χρονοδιάγραμμα απόσυρσης, δεν υπήρξε απάντηση μέχρι τη στιγμή της δημοσίευσης.

Από το 2022 οι αμερικανικές ένοπλες δυνάμεις έχουν δημιουργήσει επίσημες στρατιωτικές εγκαταστάσεις στην Πολωνία, με την ίδρυση της «Φρουράς του Αμερικανικού Στρατού στην Πολωνία» (Army Garrison Poland), η οποία αποτελείται από συνολικά 11 εγκαταστάσεις, κατανεμημένες σε τρεις στρατιωτικές περιοχές στα δυτικά της χώρας.

Η απόσυρση των δυνάμεων από το αεροδρόμιο της Γιασιόνκα έρχεται σε μία περίοδο που η κυβέρνηση Τραμπ έχει ξεκινήσει διαπραγματεύσεις για τη λήξη του πολέμου Ρωσίας-Ουκρανίας, υποδηλώνοντας την επιθυμία της για αναπροσανατολισμό της αμερικανικής παρουσίας και των επιχειρήσεων από την Ευρώπη.

Αν και οι προτεραιότητες της αμερικανικής εξωτερικής πολιτικής έχουν αλλάξει επανειλημμένα από τη στιγμή που ο Πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ ανέλαβε καθήκοντα τον Ιανουάριο, ο Πολωνός υπουργός Άμυνας, Βλάντισλαβ Κοσίνιακ-Καμίς, επισήμανε μέσω ανάρτησής του στο Χ στις 8 Απριλίου πως η παρούσα αποχώρηση είναι μέρος ενός σχεδίου που έχει εκπονηθεί από τον Ιούλιο του 2024.

«Τα μέχρι πρότινος καθήκοντα των αμερικανικών στρατευμάτων στη Γιασιόνκα θα αναληφθούν από άλλους συμμάχους. Οι αμερικανικές δυνάμεις παραμένουν στην Πολωνία, αλλά σε άλλες τοποθεσίες», έγραψε ο κ. Κοσίνιακ-Καμίς. «Η αποστολή στη Γιασιόνκα γίνεται πλέον με συμμετοχή κυρίως νορβηγικών, γερμανικών, βρετανικών και πολωνικών στρατευμάτων καθώς και άλλων συμμαχικών δυνάμεων».

Ο στρατηγός Ντόναχιου ανέφερε ακόμη πως οι αμερικανικές δυνάμεις βρίσκονται σε συνεχή επικοινωνία με την Πολωνία και τα υπόλοιπα μέλη του ΝΑΤΟ, καθώς προχωρά η διαδικασία αποχώρησης.

Από την πλευρά του, ο επιτετραμμένος της αμερικανικής πρεσβείας στην Πολωνία, Ντάνιελ Λότον, ευχαρίστησε τους κατοίκους της Γιασιόνκα για τη φιλοξενία τους τα τελευταία τρία χρόνια: «Η υποστήριξή σας ανέδειξε τη στενή σύνδεση μεταξύ των εθνών μας, ενισχύοντας τη συνεργασία ΗΠΑ-Πολωνίας. Καθώς προσαρμοζόμαστε στις νέες ανάγκες, η μετάβαση αυτή μας βοηθάει στη διατήρηση της στενής μας συνεργασίας με πιο αποδοτική αξιοποίηση των πόρων».

Ο Ντόναλντ Τραμπ έχει επανειλημμένα ζητήσει από τα ευρωπαϊκά μέλη του ΝΑΤΟ να αυξήσουν σημαντικά τη στρατιωτική τους δαπάνη. Η Πολωνία, από το 2024 και έπειτα, είχε ήδη ανεβάσει τις αμυντικές της δαπάνες πάνω από το 4% του ΑΕΠ της—την υψηλότερη αναλογία εντός της συμμαχίας—εκφράζοντας μάλιστα τον προηγούμενο Ιανουάριο στήριξη στο αίτημα Τραμπ για αύξηση του στόχου στο 5%.

Ρούμπιο: Η κυβέρνηση των ΗΠΑ θα γνωρίζει «εντός εβδομάδων» αν η Ρωσία σκέφτεται σοβαρά την ειρήνη

Η κυβέρνηση των ΗΠΑ φαίνεται να δίνει μόλις λίγες εβδομάδες προθεσμία στη Ρωσία για να αποδείξει ότι επιθυμεί ουσιαστικά την ειρηνική επίλυση του πολέμου στην Ουκρανία. Αυτό διεμήνυσε σήμερα από την έδρα του ΝΑΤΟ στις Βρυξέλλες ο υπουργός Εξωτερικών των ΗΠΑ, Μάρκο Ρούμπιο, ο οποίος τόνισε πως η Ουάσιγκτον δεν πρόκειται να πέσει «στην παγίδα ατέρμονων διαπραγματεύσεων για τις διαπραγματεύσεις».

«Θα γνωρίζουμε σύντομα αν η Ρωσία είναι σοβαρή σχετικά με την ειρήνη», δήλωσε χαρακτηριστικά ο Ρούμπιο, προσθέτοντας: «Θέμα εβδομάδων είναι, όχι μηνών».

Η θέση της κυβέρνησης των ΗΠΑ έρχεται σε μία περίοδο αυξανόμενης αμφισβήτησης ως προς την ειλικρίνεια της Ρωσίας από Ευρωπαίους ηγέτες. Ο Βρετανός υπουργός Εξωτερικών, Ντέιβιντ Λάμι, και ο Γάλλος ομόλογός του, Ζαν-Νοέλ Μπαρό, εξέφρασαν πρόσφατα ανοικτά την άποψη ότι ο Ρώσος πρόεδρος Βλαντίμιρ Πούτιν επιχειρεί να παρατείνει τις συνομιλίες χωρίς λόγο.

Η υπουργός Εξωτερικών της Γερμανίας, Αναλένα Μπέρμποκ, ήταν ιδιαίτερα αιχμηρή, χαρακτηρίζοντας τις ρωσικές εξαγγελίες περί διαπραγματεύσεων «τίποτα άλλο παρά κενές υποσχέσεις», κατηγορώντας μάλιστα τη Μόσχα ότι επιχειρεί να κερδίσει χρόνο προβάλλοντας συνεχώς νέες αξιώσεις.

Η δεύτερη θητεία του προέδρου Ντόναλντ Τραμπ βρίσκεται πλέον στο τρίτο μήνα της και, παρά τις προσπάθειες, η επίτευξη συνολικής εκεχειρίας δεν έχει ακόμη επιτευχθεί. Τον περασμένο μήνα, η κυβέρνηση των ΗΠΑ πρότεινε ευρεία εκεχειρία τριάντα ημερών. Ο Ουκρανός πρόεδρος Βολοντίμιρ Ζελένσκι ήταν θετικός προς αυτήν την πρόταση, όμως ο Πούτιν εξέφρασε προβληματισμό για το κατά πόσον αυτή θα μπορούσε να εφαρμοστεί πρακτικά, ιδιαίτερα αν, όπως είπε, οι δυτικοί υποστηρικτές του Κιέβου συνέχιζαν να εφοδιάζουν τη χώρα με όπλα καθ’ όλη τη διάρκεια της εκεχειρίας.

Προς το παρόν, Μόσχα και Κίεβο έχουν συμφωνήσει μόνο σε μία περιορισμένη ανακωχή, η οποία αφορά την αποχή από χτυπήματα σε ενεργειακές υποδομές. Ωστόσο,  αλληλοκατηγορούνται για συνεχιζόμενες επιθέσεις, εγείροντας ερωτήματα για τη βιωσιμότητα ακόμη και αυτής της περιορισμένης συμφωνίας.

Ο Μάρκο Ρούμπιο, σχολιάζοντας τις αναφορές για παραβιάσεις της ανακωχής, τις χαρακτήρισε «συνήθεις σε περιπτώσεις κατάπαυσης του πυρός». Επιπλέον, επεσήμανε πως ήδη βρίσκονται σε εξέλιξη συνομιλίες για την επίτευξη εκεχειρίας και στη Μαύρη Θάλασσα, αν και η Ρωσία επιμένει σε άρση ή χαλάρωση ορισμένων κυρώσεων — κάτι στο οποίο οι Ευρωπαίοι αντιτίθενται έντονα.

Σε περίπτωση κατάρρευσης των συνομιλιών, η Ουάσιγκτον προετοιμάζει ήδη νέα μέτρα. «Οι νομοθέτες μας συντάσσουν νομοθεσία για νέες οικονομικές κυρώσεις εναντίον της Ρωσίας», σημείωσε ο Ρούμπιο, προσθέτοντας ότι οι Αμερικανοί διαπραγματευτές έχουν διαβιβάσει αυτές τις πιθανές συνέπειες στους Ρώσους ομολόγους τους «με τον πιο ευγενικό τρόπο».

Πιο αισιόδοξος φάνηκε να είναι ο ειδικός απεσταλμένος του Πούτιν και επικεφαλής του Ρωσικού Ταμείου Άμεσων Επενδύσεων, Κίριλ Ντμίτριεφ. Ο Ρώσος αξιωματούχος έκανε λόγο για «κάποια» πρόοδο στις πρόσφατες συζητήσεις στην Ουάσιγκτον.

Παρόλα αυτά, η ασταθής κατάσταση στο «διπλωματικό μέτωπο» συνεχίζει να εγείρει προβληματισμούς και επιφυλάξεις εντός της διεθνούς κοινότητας. Ο ίδιος ο πρόεδρος Τραμπ είχε τονίσει πριν από λίγες ημέρες πως ο ομόλογός του, Βλαντίμιρ Πούτιν, πιθανώς χρησιμοποιεί τακτικές για να καθυστερήσει αυτές τις συνομιλίες. Η γρήγορη επίτευξη ειρήνης αποτελούσε κεντρικό μέρος της προεκλογικής ατζέντας του Τραμπ και είχε δηλώσει επανειλημμένα ότι θα μπορούσε να «τερματίσει τη σύγκρουση μέσα σε 24 ώρες».

Σχεδόν δεκαπέντε μήνες μετά την έναρξη των αιματηρών συγκρούσεων στην Ουκρανία, οι συνομιλίες βρίσκονται τώρα σε ένα κρίσιμο σημείο καμπής. Σύμφωνα με όσα ειπώθηκαν σήμερα από τον Μάρκο Ρούμπιο, όλα θα ξεκαθαρίσουν μέσα στις επόμενες εβδομάδες. Αν η Ρωσία επιλέξει να συνεχίσει να καθυστερεί, αναμένονται νέες κυρώσεις, σε μία προσπάθεια να κλιμακωθεί η πίεση προς τη Μόσχα.

Με πληροφορίες από το Reuters και το Associated Press

Ο Πούτιν προτείνει εξωτερική κυβέρνηση ΗΕ για να οδηγήσει την Ουκρανία κατά την διάρκεια των συνομιλιών ειρήνης

Ο Ρώσος πρόεδρος Βλαντίμιρ Πούτιν ανέφερε την ιδέα να τεθεί η Ουκρανία υπό ένα σχέδιο εξωτερικής κυβέρνησης των Η.Ε., ως μέρος μιας πιθανής μακροχρόνιας συμφωνίας για τον πόλεμο Ρωσίας-Ουκρανίας.

Ο Ρώσος επικεφαλής ανέφερε την ιδέα μεταφοράς πολιτικού ελέγχου από την Ουκρανία στα Ηνωμένα Έθνη στις 28 Μαρτίου, σε επίσκεψη στην αρκτική βάση υποβρυχίων στην περιοχή Μουρμάνσκ της Ρωσίας. Σε μια συνέντευξη τύπου, ο Πούτιν επανέλαβε τις παλαιότερες αξιώσεις του ότι η τρέχουσα Ουκρανική κυβέρνηση δεν έχει νομιμότητα και, ως εκ τούτου, δεν μπορεί να χαίρει εμπιστοσύνης ότι θα τηρήσει μια συμφωνία ειρήνης.

Οι επιθέσεις του Πούτιν στην νομιμότητα της Ουκρανικής κυβέρνησης πηγάζουν από το γεγονός ότι η Ουκρανία ανέβαλε τον κανονικό της εκλογικό κύκλο ενώ παραμένει υπό στρατιωτικό νόμο, λόγω των συνεχών μαχών κατά των Ρωσικών δυνάμεων. Υπό το υπάρχον Σύνταγμα, η Ουκρανία δεν έχει εκλογές ενώ βρίσκεται υπό στρατιωτικό νόμο.

Ενώ η καθυστέρηση στις κανονικές εκλογές συμφωνεί με τους νόμους της Ουκρανίας σε περίοδο πολέμου, ο Πούτιν είπε ότι αυτές οι συνθήκες εγείρουν αβεβαιότητα σχετικά με το ποιος στην Ουκρανική πλευρά θα τηρήσει μια μελλοντική συμφωνία ειρήνης. Είπε ότι νέοι Ουκρανοί επικεφαλής ίσως εμφανιστούν και ακυρώσουν την συμφωνία που θα υπογράψει η τρέχουσα κυβέρνηση.

«Είναι ήδη ασαφές με ποιον να υπογράψουμε τα έγγραφα και τι επίδραση θα έχουν αυτά τα έγγραφα, επειδή αύριο, νέοι επικεφαλής ίσως έρθουν στην εξουσία μέσω εκλογών και ανακοινώσουν, ‘Δεν γνωρίζουμε ποιος υπέγραψε αυτά τα έγγραφα, έτσι γειά σας,’» είπε ο Πούτιν.

Ο Πούτιν θεώρησε ότι δεν είναι χωρίς προηγούμενο για τα Ηνωμένα Έθνη να έρθουν προσωρινά σαν εξωτερική κυβέρνηση. Ανέφερε την μεταβατική διοίκηση των ΗΕ για το Τίμορ-Λέστε από το 1999 έως το 2002 και τις διαχειριζόμενες από τα ΗΕ μεταβατικές κυβερνήσεις σε μέρη της πρώην Γιουγκοσλαβίας και της Νέας Γουινέας.

«Όσον αφορά τις αρχές, θα ήταν πράγματι δυνατόν να συζητήσουμε, υπό την αιγίδα των Η.Ε. με τις Ηνωμένες Πολιτείες και ακόμα και Ευρωπαϊκές χώρες—και σίγουρα με τους εταίρους και συμμάχους μας—την πιθανότητα δημιουργίας μιας προσωρινής διοίκησης στην Ουκρανία,» είπε.

Ο Ρώοος πρόεδρος είπε ότι μια τέτοια μεταβατική εξωτερική διοίκηση θα μπορούσε να διαχειρίζεται μια περίοδο δημοκρατικών εκλογών στην Ουκρανία, μετά από τις οποίες η Ρωσία και η Ουκρανία θα μπορούσαν να εισέλθουν σε μια περισσότερο μόνιμη συμφωνία ειρήνης.

«Αυτή είναι μόνο μια επιλογή. Δεν ισχυρίζομαι ότι δεν υπάρχουν άλλες,» είπε.

Ένας εκπρόσωπος τύπου εθνικής ασφαλείας του Λευκού Οίκου, όταν ρωτήθηκε για τα σχόλια του Πούτιν για μια προσωρινή κυβέρνηση, είπε ότι η διακυβέρνηση στην Ουκρανία είχε προσδιοριστεί από το σύνταγμά της και από τον λαό της χώρας.

Ούτε ο Ουκρανός πρόεδρος Βολοντίμιρ Ζελένσκυ, ούτε άλλοι αξιωματούχοι εντός της κυβέρνησής του έχουν απαντήσει στην πρόταση του Πούτιν.

Σχολιάζοντας τις ειρηνευτικές διαπραγματεύσεις αυτής της εβδομάδας, ο Αμερικανός πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ δεν απέκλεισε την πιθανότητα ότι η Ρωσική πλευρά πήγαινε εσκεμμένα αργά στις διαπραγματεύσεις αλλά είπε ότι ακόμα πιστεύει πως η Ρωσική πλευρά θέλει να δει ένα τέλος στον πόλεμο.

Ουκρανία και Ρωσία έχουν συμφωνήσει σε μία 30-ήμερη συμφωνία που απαγορεύει επιθέσεις στις ενεργειακές δομές αμφοτέρων. Αμφότερες έχουν υποστηρίξει, θεωρητικά, μια συμφωνία για τον περιορισμό των μαχών στην Μαύρη Θάλασσα. Παρόλα αυτά, ο Τραμπ είπε πως η κυβέρνησή του εξετάζει «πέντε ή έξι συνθήκες» που έθεσε η Ρωσική πλευρά πριν συμφωνήσει να υπογράψει οποιαδήποτε εκεχειρία στην Μαύρη Θάλασσα.

Κάποιοι Ευρωπαίοι επικεφαλής εξέφρασαν μεγαλύτερες αμφιβολίες για τις προθέσεις της Ρωσίας σε πρόσφατες συνομιλίες ειρήνης.

Μιλώντας σε συνέδριο κορυφής στο Παρίσι στις 27 Μαρτίου, ο Γάλλος πρόεδρος Εμμανουέλ Μακρόν κατηγόρησε την Ρωσική πλευρά για απλή υποκρισία στο ενδιαφέρον της για διαπραγματεύσεις.

Ο Βρετανός πρωθυπουργός Κηρ Στάρμερ, σε δήλωση από το Παρίσι στις 27 Μαρτίου, ανέφερε αναφορές συνεχιζόμενων Ρωσικών επιθέσεων σε Ουκρανικές δομές διαχείρισης ενέργειας παρά την πρόσφατη συμφωνία για παύση αυτών των επιθέσεων.

«Είναι σαφές ότι οι Ρώσοι θέλουν να το σταματήσουν. Παίζουν παιχνίδια και παίζουν εδώ και καιρό,» είπε ο Στάρμερ. «Είναι μια κλασική κίνηση από το βιβλίο του Πούτιν, αλλά δεν μπορούμε να τους αφήσουμε να το συνεχίσουν αυτό ενώ συνεχίζουν την παράνομη εισβολή τους.»

Ο Μακρόν και ο Στάρμερ έχουν καλέσει για έναν διεθνή συνασπισμό για να βοηθήσει την υπογραφή μιας ειρηνευτικής συμφωνίας μεταξύ Ουκρανίας και Ρωσίας. Την Πέμπτη, ο Μακρόν είπε ότι μια τέτοια ειρηνευτική δύναμη θα μπορούσε να απαντήσει άμεσα σε ανανεωμένες επιθέσεις κατά της Ουκρανίας.

Το Associated Press συνέβαλε σε αυτό το άρθρο.

Οι Γροιλανδοί ανακοινώνουν νέο κυβερνητικό συνασπισμό πριν από την επίσκεψη Βανς

Μερικές ώρες πριν ο Αμερικανός αντιπρόεδρος Τζέιμς Βανς φτάσει στην Γροιλανδία, μια τετράδα πολιτικών κομμάτων ανακοίνωσαν ότι σχημάτισαν συνασπισμό για να κυβερνήσουν την ημιαυτόνομη Δανική νησιωτική περιοχή.

Ο νέος κυβερνητικός σχηματισμός περιλαμβάνει τέσσερα από τα πέντε κόμματα που κέρδισαν έδρες στις βουλευτικές εκλογές της Γροιλανδίας στις 11 Μαρτίου, που κατέχουν 23 από τις 31 έδρες της χώρας. Η εθνική εφημερίδα Sermitsiaq ανέφερε ότι βουλευτές από το Δημοκρατικό κόμμα της Γροιλανδίας, από το Inuit Ataqatigiit, το Siumut, και το Atassut, συγκεντρώθηκαν για μια τελετή υπογραφής στις 28 Μαρτίου για να θέσουν σε ισχύ την νέα κυβερνητική συμφωνία.

Ο Γενς Φρέντερικ Νίλσεν, επικεφαλής του Δημοκρατικού κόμματος, του κόμματος με τις καλύτερες επιδόσεις στις εκλογές, δήλωσε ότι ήθελε να σχηματίσει τον ευρύτερο κυβερνητικό συνασπισμό για να επιτύχει εσωτερική σταθερότητα και ενότητα πριν από την επίσκεψη του Βανς. Ο πρόεδρος των ΗΠΑ Ντόναλντ Τραμπ και άλλα μέλη της κυβέρνησής του έχουν επανειλημμένα επισημάνει το αυξανόμενο ενδιαφέρον των ΗΠΑ για τη Γροιλανδία τους τελευταίους μήνες, με τον πρόεδρο να προτείνει ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες θα μπορούσαν να πάρουν τον έλεγχο της νησιωτικής επικράτειας «με τον ένα ή τον άλλο τρόπο».

Η Γροιλανδία έχει αξιοσημείωτα πολύτιμα κοιτάσματα ορυκτών και βρίσκεται πάνω σε στρατηγικούς αεροπορικούς και θαλάσσιους δρόμους κατά μήκος της Αρκτικής, όπου οι Ηνωμένες Πολιτείες διεκδικούν ολοένα και περισσότερα πλεονεκτήματα έναντι ανταγωνιστών όπως η Ρωσία και η Κίνα.

Ο Βανς έφτασε στη Διαστημική Βάση Pituffik την Παρασκευή για να συναντηθεί με τους Φύλακες της Διαστημικής Δύναμης των ΗΠΑ που σταθμεύουν εκεί και να συζητήσουν τον στρατηγικό ρόλο που διαδραματίζουν οι δυνάμεις των ΗΠΑ στη Γροιλανδία.

Ενώ η κυβέρνηση Τραμπ επιδιώκει να αυξήσει την επιρροή της στη Γροιλανδία, οι κάτοικοι του νησιωτικού έθνους εξετάζουν τον καλύτερο δρόμο για ανεξαρτησία από τη Δανία.

Το κόμμα Naleraq, το δεύτερο κόμμα με τις καλύτερες επιδόσεις στις εκλογές του Μαρτίου, αποχώρησε από τις διαπραγματεύσεις για το σχηματισμό της νέας κυβέρνησης συνασπισμού της Γροιλανδίας. Σύμφωνα με το Sermitsiaq, ο πρόεδρος του κόμματος, Πελέ Μπρόμπεργκ, είπε ότι το Naleraq αποχώρησε εν μέσω διαφωνίας σχετικά με την ανεξαρτησία της Γροιλανδίας.

Η πλατφόρμα του Naleraq συνεπάγεται μια πιο άμεση ώθηση για ανεξαρτησία. Αντίθετα, η νέα συμφωνία κυβερνητικού συνασπισμού προτείνει μια πιο σταδιακή διαδικασία ανεξαρτησίας.

Η συμφωνία συνασπισμού σημειώνει συγκεκριμένα ότι οι Γροιλανδοί θα πρέπει πρώτα να ανακτήσουν τον έλεγχο σε τμήματα του νησιού που επί του παρόντος διαχειρίζεται η Δανία. Η συμφωνία διευκρινίζει ότι η κυβέρνηση της Γροιλανδίας θα πρέπει επίσης να διαπραγματευτεί διεθνείς οικονομικές εταιρικές σχέσεις και σχέδια για περαιτέρω ανάπτυξη της νησιωτικής επικράτειας.

Ο Νίλσεν πρόκειται να διατελέσει πρόεδρος της Ένωσης Γροιλανδών. Η κυβερνητική συμφωνία τοποθετεί άλλα μέλη του Δημοκρατικού κόμματος να υπηρετούν ως υπουργοί παιδείας, πολιτισμού, αθλητισμού και εκκλησίας, καθώς και ως υπουργοί αλιείας, κυνηγιού, γεωργίας και αυτοβιωσιμότητας. Ένα άλλο μέλος του Δημοκρατικού κόμματος θα είναι εκπρόσωπος σε θέματα υγείας και αναπηρίας.

Μέλη του κόμματος Inuit Ataqatigiit θα υπηρετήσουν ως εκπρόσωποι για τα οικονομικά και τους φόρους, για επιχειρήσεις και πρώτες ύλες, στέγαση, υποδομές και απομακρυσμένες περιοχές, και για παιδιά, νέους και οικογένειες.

Ένα μέλος του κόμματος Siumut θα υπηρετήσει ως υπουργός Εξωτερικών και Έρευνας και ένα μέλος του Atassut θα υπηρετήσει ως υπουργός κοινωνικών υποθέσεων, αγοράς εργασίας και εσωτερικών υποθέσεων.

Το Associated Press συνέβαλε σε αυτό το άρθρο.

Τραμπ: Τηρούν στάση αναμονής οι Ρώσοι στις συνομιλίες για κατάπαυση πυρός στην Ουκρανία

Ο πρόεδρος των Ηνωμένων Πολιτειών Ντόναλντ Τραμπ εξέφρασε την εκτίμηση πως οι Ρώσοι διαπραγματευτές μπορεί να επιλέγουν συνειδητά να καθυστερήσουν τις συνομιλίες για εκεχειρία στον πόλεμο με την Ουκρανία, που συνεχίζεται εδώ και περισσότερα από τρία χρόνια.

Σε συνέντευξή του στο τηλεοπτικό δίκτυο Newsmax, λίγες μόλις ώρες έπειτα από ανακοίνωση του Λευκού Οίκου για πρόοδο στις διαβουλεύσεις περί περιορισμένης εκεχειρίας στη Μαύρη Θάλασσα, ο πρόεδρος Τραμπ κλήθηκε να αξιολογήσει την τακτική της Μόσχας στις πρόσφατες διαπραγματεύσεις.

«Δεν γνωρίζω με σιγουριά. Θα μπορώ να σας πω περισσότερα αργότερα, αλλά θεωρώ ότι η Ρωσία επιθυμεί τον τερματισμό των συγκρούσεων», σημείωσε ο Αμερικανός πρόεδρος, προσθέτοντας ωστόσο πως «είναι πιθανόν να τηρούν στάση αναμονής και να καθυστερούν σκόπιμα».

Ο κ. Τραμπ παραδέχθηκε μάλιστα ότι και ο ίδιος, στο παρελθόν, έχει επιλέξει «στρατηγικά να καθυστερήσει διαπραγματεύσεις για διάφορους λόγους», χωρίς όμως να αναφερθεί σε συγκεκριμένα παραδείγματα.

Προσεκτικά βήματα για μερική εκεχειρία

Η πρόσφατη διαδικασία διαλόγου υπό την αιγίδα των ΗΠΑ έχει οδηγήσει τις δύο πλευρές σε κάποια αρχικά ενθαρρυντικά βήματα. Την περασμένη εβδομάδα, τόσο η Μόσχα όσο και το Κίεβο συμφώνησαν σε μία πρώτη ανακωχή διάρκειας 30 ημερών, που αφορά στην παύση αεροπορικών επιθέσεων εναντίον ενεργειακών υποδομών εκατέρωθεν. Η συμφωνία άρχισε να εφαρμόζεται επισήμως στις 18 Μαρτίου, με δυνατότητα επέκτασης της διάρκειας εάν όλα τα μέρη συναινέσουν σχετικά.

Σε ανακοίνωσή του την 25η Μαρτίου, ο Ουκρανός πρόεδρος Βολοντίμιρ Ζελένσκι ανέφερε ότι «συμφωνήθηκε με την αμερικανική πλευρά πως η κατάπαυση πυρός στον ενεργειακό μας τομέα μπορεί να ξεκινήσει άμεσα». Παράλληλα, η Ουάσινγκτον ανακοίνωσε επιπλέον και μια καταρχήν συμφωνία για περιορισμό των εχθροπραξιών και στη Μαύρη Θάλασσα, με τον Αμερικανό πρόεδρο να διευκρινίζει όμως ότι υπάρχουν ακόμη «πέντε με έξι όροι της ρωσικής πλευράς που εξετάζουμε».

Κομβικά ζητήματα στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων

Την ίδια ώρα, βασικά σημεία αντιπαράθεσης μεταξύ των δύο πλευρών παραμένουν αναπάντητα, με ειδικότερο παράδειγμα την τύχη της περιοχής Κουρσκ της δυτικής Ρωσίας. Εκεί, ουκρανικές δυνάμεις διατηρούν υπό τον έλεγχό τους τμήμα της ρωσικής επικράτειας από τον Αύγουστο του περασμένου έτους, πυροδοτώντας επιπρόσθετες εντάσεις.

Ο Ρώσος πρόεδρο Βλαντίμιρ Πούτιν, παρόλο που έχει εκφράσει κατ’ αρχήν διάθεση συζήτησης μιας συνολικότερης εκεχειρίας, θέτει σημαντικά ερωτήματα και αμφισβητήσεις σχετικά με ζητήματα όπως η εποπτεία της εφαρμογής της ανακωχής και ο κίνδυνος να χρησιμοποιηθεί μία περίοδος παύσης για ανεφοδιασμό και στρατιωτική ενίσχυση της Ουκρανίας από τους συμμάχους της.

Ο Ζελένσκι, από την πλευρά του, εμφανίζεται διατεθειμένος να επωφεληθεί της κατοχής μέρους του Κουρσκ για ανταλλαγές εδαφών με εδάφη που κατέλαβε η Μόσχα μετά το 2014. Ωστόσο, τα πρόσφατα επιτεύγματα των ρωσικών δυνάμεων στην περιοχή ενισχύουν διαπραγματευτικά τη θέση του Κρεμλίνου, περιορίζοντας τα περιθώρια ελιγμών του Ουκρανού προέδρου.

Σύνθετες ισορροπίες και αβέβαιη έκβαση

Η κατάσταση παραμένει πολύπλοκη και οι εκτιμήσεις για το κατά πόσο θα υπάρξει άμεσα μια συνολικότερη συμφωνία δεν είναι ξεκάθαρες. Τόσο η Μόσχα όσο και το Κίεβο βρίσκονται αντιμέτωπες με τη πρόκληση να διασφαλίσουν όσο το δυνατόν καλύτερους όρους πριν την τελική εκεχειρία, κάτι που ενδέχεται να παρατείνει ακόμη περισσότερο τη διαδικασία διαπραγματεύσεων.

Η διεθνής κοινότητα παρακολουθεί στενά, καθώς οι τυχόν περαιτέρω καθυστερήσεις επιδεινώνουν την ανθρωπιστική κρίση στην περιοχή, ενώ το ενδεχόμενο μιας σταθερής εκεχειρίας μπορεί να ανοίξει το δρόμο για την ειρήνη έπειτα από έναν καταστροφικό, μακροχρόνιο πόλεμο με βαριές απώλειες και για τις δύο χώρες.

Διαρροή συνομιλιών αξιωματούχων των ΗΠΑ: Καμία κοινοποίηση διαβαθμισμένων πληροφοριών, υποστηρίζουν Ράτκλιφ και Γκάμπαρντ

Κορυφαία στελέχη των υπηρεσιών πληροφοριών των Ηνωμένων Πολιτειών, ο διευθυντής της CIA Τζον Ράτκλιφ και η επικεφαλής των Εθνικών Υπηρεσιών Πληροφοριών (DNI) Τούλσι Γκάμπαρντ, παρουσιάστηκαν στις 25 Μαρτίου ενώπιον της Γερουσίας, προκειμένου να δώσουν διευκρινίσεις για τη δημοσιοποίηση συνομιλιών, στις οποίες μετείχαν μέσω της εφαρμογής ανταλλαγής μηνυμάτων Signal.

Η συνεδρίαση της Επιτροπής Πληροφοριών της Γερουσίας αρχικά είχε προγραμματιστεί να καλύψει ζητήματα που άπτονται των παγκόσμιων απειλών για την εθνική ασφάλεια των ΗΠΑ. Ωστόσο, κυριάρχησε η συζήτηση για την αποκάλυψη του δημοσιογράφου και αρχισυντάκτη του περιοδικού «The Atlantic», Τζέφρι Γκόλντμπεργκ. Σύμφωνα με δημοσίευμά του, ο Γκόλντμπεργκ βρέθηκε κατά λάθος σε ομαδική συνομιλία στο Signal, στην οποία ανώτεροι κυβερνητικοί παράγοντες φέρονται να συζητούσαν για επικείμενη στρατιωτική επιχείρηση των ΗΠΑ εναντίον των ανταρτών Χούθι στην Υεμένη.

Ο κ. Ράτκλιφ επιβεβαίωσε ενώπιον των γερουσιαστών την παρουσία του στην επίμαχη συνομιλία, αλλά υπογράμμισε ότι ουδέποτε κοινοποίησε διαβαθμισμένο υλικό. «Οι επικοινωνίες μου στη συνομιλία Signal ήταν πλήρως επιτρεπτές και νόμιμες και δεν περιείχαν διαβαθμισμένες πληροφορίες», δήλωσε χαρακτηριστικά ο επικεφαλής της CIA. Πρόσθεσε μάλιστα ότι η χρήση της εφαρμογής Signal ήταν εγκεκριμένη και από προηγούμενες κυβερνήσεις, «ως ένα αποδεκτό εργαλείο για την επικοινωνία σε υπηρεσιακά θέματα».

Από την πλευρά της, η διευθύντρια των Εθνικών Υπηρεσιών Πληροφοριών, Τούλσι Γκάμπαρντ, αρχικά απέφυγε να επιβεβαιώσει τη συμμετοχή της στη συνομιλία, επικαλούμενη το ότι η υπόθεση βρίσκεται υπό εξέταση από το Συμβούλιο Εθνικής Ασφάλειας. Υπογράμμισε ωστόσο με έμφαση ότι «δεν υπήρξε κοινοποίηση διαβαθμισμένων πληροφοριών».

Το ζήτημα αυτό εξόργισε αρκετούς Γερουσιαστές, μεταξύ των οποίων και ο Δημοκρατικός Μάρκ Γουόρνερ, ο οποίος εξέφρασε τον προβληματισμό του σχετικά με την ελλιπή ασφάλεια στη χρήση τέτοιων εφαρμογών από κορυφαίους αξιωματούχους. «Είναι ανεξήγητο ότι τόσα υψηλόβαθμα στελέχη συμμετείχαν και κανείς δεν επαλήθευσε ποιος βρισκόταν στη συνομιλία, επιτρέποντας ακόμα και την παρουσία δημοσιογράφου», ανέφερε χαρακτηριστικά ο Γουόρνερ.

Κατά τη διάρκεια της ακρόασης, ο γερουσιαστής των Δημοκρατικών Μάρτιν Χάινριχ έθεσε ερωτήματα σχετικά με αναφορά του Γκόλντμπεργκ ότι στη συνομιλία συζητήθηκαν συγκεκριμένα όπλα, στόχοι και ο χρόνος της προγραμματισμένης επιχείρησης στην Υεμένη. Οι Ράτκλιφ και Γκάμπαρντ αρνήθηκαν κατηγορηματικά ότι υπήρξε τέτοια αναφορά εντός της συνομιλίας που είδαν οι ίδιοι.

Ο υπουργός Αμύνης των ΗΠΑ, Πιτ Χέγκσεθ, σε δηλώσεις που έκανε στις 24 Μαρτίου, υποστήριξε ότι «κανείς δεν έστειλε πολεμικά σχέδια μέσω μηνυμάτων». Σχολιάζοντας την κατάσταση, ο δημοσιογράφος Τζ. Γκόλντμπεργκ άφησε ανοικτό το ενδεχόμενο να δημοσιοποιήσει στο μέλλον περισσότερα στοιχεία της συνομιλίας, «μετά από προσεκτική αξιολόγηση και δημόσιο έλεγχο».

Στο μεταξύ, τα μέλη της Επιτροπής Γερουσιαστών των Ρεπουμπλικάνων, Μάικ Ράουντς και Τοντ Γιανγκ, σημείωσαν ότι σκοπεύουν να διευκρινίσουν περισσότερα για το συμβάν κατά την κεκλεισμένων των θυρών συνεδρίαση.

Η υπόθεση προκαλεί ιδιαίτερη ανησυχία σχετικά με τον τρόπο που οι κορυφαίοι αξιωματούχοι χειρίζονται ευαίσθητες πληροφορίες εθνικής ασφάλειας. «Είναι σαφές πως εάν οποιοδήποτε άλλο στέλεχος των υπηρεσιών πληροφοριών έπραττε με παρόμοιο τρόπο, ενδεχομένως να αντιμετώπιζε συνέπειες», σχολίασε χαρακτηριστικά ο γερουσιαστής Γουόρνερ, καταδεικνύοντας τη σημασία ασφαλούς ανταλλαγής ευαίσθητων δεδομένων.

Η εξέταση του συμβάντος συνεχίζεται, ενώ οι διευθυντές των υπηρεσιών πληροφοριών διαβεβαιώνουν πως δεν θίχθηκε η εθνική ασφάλεια των ΗΠΑ. Ωστόσο, το περιστατικό επαναφέρει στο επίκεντρο τη συζήτηση για την τήρηση των πρωτοκόλλων ασφαλείας σε υψηλότατο πολιτικό και στρατηγικό επίπεδο.

Δημοσιογράφος φέρεται να εισήλθε κατά λάθος σε κυβερνητική συζήτηση για το χτύπημα κατά των Χούθι

Ο αρχισυντάκτης του περιοδικού Atlantic προστέθηκε κατά λάθος σε γραπτή κυβερνητική συζήτηση με αντικείμενο την ανανεωμένη εκστρατεία αεροπορικών επιδρομών των ΗΠΑ εναντίον των τρομοκρατών Χούθι στην Υεμένη, λίγες ώρες μετά την ρίψη των πρώτων βομβών, επιβεβαίωσε ο Λευκός Οίκος.

Σε άρθρο που δημοσιεύτηκε στο Atlantic στις 24 Μαρτίου, ο δημοσιογράφος και αρχισυντάκτης Τζέφρυ Γκόλντμπεργκ αφηγήθηκε ότι προστέθηκε σε μια ομαδική συνομιλία στην κρυπτογραφημένη εφαρμογή ανταλλαγής μηνυμάτων Signal στις 15 Μαρτίου, σχεδόν τρεις ώρες πριν η κυβέρνηση των ΗΠΑ ανακοινώσει επίσημα ότι είχε ξαναρχίσει μια εκστρατεία χτυπημάτων με στόχο τους Χούθι.

Εξιστορώντας το περιστατικό για το Atlantic, ο Γκόλντμπεργκ ανέφερε ότι ένα άτομο, που πιστεύει ότι ήταν ο σύμβουλος εθνικής ασφάλειας του Λευκού Οίκου, Μάικ Γουόλτς, τον πρόσθεσε σε μια ομαδική συνομιλία στις 11:44 π.μ. τοπική ώρα, στις 15 Μαρτίου. Στις 2:29 μ.μ. της ίδιας μέρας, ο Τραμπ ανακοίνωσε δημόσια τα νέα χτυπήματα των ΗΠΑ στην Υεμένη στην πλατφόρμα κοινωνικής δικτύωσης Truth Social.

Ο Γκόλντμπεργκ έγραψε ότι ο χρήστης του Signal που τον πρόσθεσε στην ομαδική συνομιλία, προφανώς χωρίς προτροπή, ονομαζόταν «Μάικλ Γουόλτς».

«Υπέθεσα ότι ο εν λόγω Μάικλ Γουόλτς ήταν ο σύμβουλος εθνικής ασφάλειας του προέδρου Ντόναλντ Τραμπ», έγραψε.

Ο Γκόλντμπεργκ ανέφερε ότι άλλα ονόματα στην ομαδική συνομιλία περιελάμβαναν τους «JD Vance», «TG» (που ο Γκόλντμπεργκ πιστεύει ότι ήταν η διευθύντρια της Εθνικής Υπηρεσίας Πληροφοριών Τάλσι Γκάμπαρντ), «Scott B» (πιθανόν ο υπουργός Οικονομικών Σκοτ Μπέσσεντ), «Pete Hegseth», «John Ratcliffe» και «MAR» (τα αρχικά του υπουργού Εξωτερικών, Μάρκο Ρούμπιο, σύμφωνα με τον Γκόλντμπεργκ).

Απαντώντας σε αίτημα για σχολιασμό της Epoch Times, ο εκπρόσωπος του Συμβουλίου Εθνικής Ασφάλειας του Λευκού Οίκου, Μπράιαν Χιουζ, είπε ότι η ομαδική συνομιλία στην οποία συμπεριλήφθηκε ο Γκόλντμπεργκ φαινόταν αυθεντική.

«Αυτήν τη στιγμή, το νήμα του μηνύματος που αναφέρθηκε φαίνεται να είναι αυθεντικό και εξετάζουμε τον τρόπο με τον οποίο ένας τυχαίος τηλεφωνικός αριθμός προστέθηκε στα μηνύματα», έγραψε ο Χιουζ. «Το νήμα είναι μια απόδειξη του βαθέως και στοχαστικού συντονισμού πολιτικής μεταξύ των ανώτερων αξιωματούχων.»

«Η επιτυχία της επιχείρησης Χούθι αποδεικνύει ότι δεν υπήρξαν απειλές για τους στρατιώτες μας ή την εθνική μας ασφάλεια.»

Τραμπ: «Δεν ξέρω τίποτα γι’ αυτό»

Όταν ρωτήθηκε για τη φερόμενη ακούσια διαρροή ευαίσθητων συζητήσεων περί εθνικής ασφάλειας σε δημοσιογράφο, ο Αμερικανός πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ είπε ότι δεν γνώριζε το συμβάν.

«Δεν ξέρω τίποτα γι’ αυτό. Δεν είμαι μεγάλος θαυμαστής του Atlantic. Είναι, για μένα, ένα περιοδικό που σβήνει», είπε ο Τραμπ σε δημοσιογράφους σε εκδήλωση στον Λευκό Οίκο στις 24 Μαρτίου. «Νομίζω ότι δεν αξίζει πολύ σαν περιοδικό, αλλά δεν ξέρω τίποτα γι’ αυτό.»

Ο Τραμπ έχει συγκρουστεί στο παρελθόν με το Atlantic γενικά και με τον Γκόλντμπεργκ ειδικότερα.

Σε άρθρο του Σεπτεμβρίου 2020 του περιοδικού, ο Γκόλντμπεργκ μοιράστηκε ισχυρισμούς από ανώνυμες πηγές ότι ο Τραμπ είχε κάνει απαξιωτικά σχόλια για στρατιώτες του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου κατά τη διάρκεια επίσκεψης του 2018 σε ένα πολεμικό νεκροταφείο στο Παρίσι. Οι νυν και πρώην αξιωματούχοι του Λευκού Οίκου αρνήθηκαν τους ισχυρισμούς στο άρθρο του Γκόλντμπεργκ.

Απαντώντας στο άρθρο του Γκόλντμπεργκ για το 2020, ο Τραμπ έγραψε στην πλατφόρμα κοινωνικής δικτύωσης X, «Το περιοδικό Atlantic πεθαίνει, όπως τα περισσότερα περιοδικά, έτσι φτιάχνουν μια ψεύτικη ιστορία για να αποκτήσουν κάποια δημοτικότητα».

Αφηγούμενος ότι προστέθηκε στη συνομιλία του Signal νωρίτερα αυτόν τον μήνα, ο Γκόλντμπεργκ έγραψε: «Το θεώρησα κάπως ασυνήθιστο, δεδομένης της αμφιλεγόμενης σχέσης της κυβέρνησης Τραμπ με τους δημοσιογράφους – και της περιοδικής προσήλωσης του Τραμπ σε εμένα ειδικά».

Εσωτερικές συζητήσεις

Καθώς ο χρήστης «Μάικλ Γουόλτς» απευθυνόταν στα μέλη της συνομιλίας της ομάδας Signal εν όψει των ανανεωμένων χτυπημάτων στην Υεμένη, σύμφωνα με τον Γκόλντμπεργκ, έγραψε: «Ομάδα – δημιουργώντας μια ομάδα αρχών [sic] για συντονισμό στους Χούθι, ιδιαίτερα για τις επόμενες 72 ώρες. Ο αναπληρωτής μου Άλεξ Γουόνγκ συγκεντρώνει μια ομάδα-τίγρη σε επίπεδο υποδιευθυντών/επικεφαλής προσωπικού υπουργείων μετά την συνάντηση στο Sit Room αυτό το πρωί για αντικείμενα δράσης και θα το στείλει αργότερα σήμερα το απόγευμα.»

Το μήνυμα από τον «Waltz» συνέχιζε: «Σας παρακαλούμε, παρέχετε το καλύτερο προσωπικό POC από την ομάδα σας για να συντονιστούμε τις επόμενες δύο ημέρες και το σαββατοκύριακο. Ευχαριστώ.»

Στη συνέχεια, τα μέλη της συνομιλίας του Signal υπέβαλαν ονόματα εκπροσώπων. Για παράδειγμα, το «MAR» έγραψε: «Μάικ Νίνταμ από Εξωτερικών,» ενώ το «TG» έγραψε: «Τζο Κεντ για το DNI,» σύμφωνα με τον Γκόλντμπεργκ.

Τα ανανεωμένα χτυπήματα των ΗΠΑ αυτόν τον μήνα έγιναν όταν οι Χούθι απείλησαν να συνεχίσουν τη δική τους εκστρατεία επιθέσεων με drone και πυραύλους με στόχο την εμπορική ναυτιλία στην Ερυθρά Θάλασσα και τις παρακείμενες πλωτές οδούς.

Οι Χούθι — τους οποίους η κυβέρνηση Τραμπ επαναπροσδιόρισε πρόσφατα ως ξένη τρομοκρατική οργάνωση — είπαν ότι θα συνεχίσουν να πραγματοποιούν αυτές τις επιθέσεις σε εμπορικά πλοία όσο ο ισραηλινός στρατός συνεχίζει να πολεμά την επίσης χαρακτηρισμένη ως τρομοκρατική ομάδα Χαμάς, στη Λωρίδα της Γάζας.

Η Ερυθρά Θάλασσα αντιπροσωπεύει μία βασική διεθνή ναυτιλιακή λωρίδα, που συνδέει την Ανατολική Αφρική και τη Νότια Ασία με την Ευρώπη.

Εκκλήσεις για έρευνα

Η προφανής διαρροή έχει εγείρει εκκλήσεις για έρευνα.

«Εάν οι Ρεπουμπλικανοί της Βουλής δεν πραγματοποιήσουν ακρόαση για το πώς συνέβη αυτό ΑΜΕΣΑ, θα το κάνω [υβριστικό] μόνος μου», δήλωσε ο βουλευτής Πατ Ράιαν (Δ-N.Y.), πρώην αξιωματικός πληροφοριών του αμερικανικού στρατού που υπηρετεί στην Επιτροπή Ενόπλων Υπηρεσιών της Βουλής, σε ανάρτηση στο X στις 24 Μαρτίου.

Σε ομιλία του στη Γερουσία, ο επικεφαλής μειονότητας της Γερουσίας Τσακ Σούμερ (Δ-N.Y.) είπε ότι το Signal είναι μια μη ασφαλής εφαρμογή που δεν έχει εγκριθεί για ευαίσθητες στρατιωτικές επιχειρήσεις όπως αυτή που είδε ο Γκόλντμπεργκ.

«Αυτή η καταστροφή απαιτεί πλήρη έρευνα για το πώς συνέβη αυτό, τη ζημιά που προκάλεσε και πώς μπορούμε να το αποφύγουμε στο μέλλον, εάν τα στρατιωτικά μυστικά του έθνους μας φυλάσσονται σε μη ασφαλείς αλυσίδες κειμένου», είπε ο Σούμερ.

Είπε ότι εάν οι βαθμοφόροι κρατικοί υπάλληλοι ή το στρατιωτικό προσωπικό είχαν μοιραστεί πληροφορίες με αυτόν τον τρόπο, θα αντιμετωπίσουν έρευνες και σοβαρές συνέπειες.

Την περασμένη εβδομάδα, το Αμερικανικό υπουργείο Άμυνας ανακοίνωσε ότι ξεκίνησε έρευνα για διαρροές ευαίσθητων πληροφοριών εθνικής ασφάλειας από υπαλλήλους του τμήματος. Ο Αρχηγός του Επιτελείου του Πενταγώνου, Τζο Κάσπερ, ανέφερε ότι τέτοιες έρευνες θα μπορούσαν να χρησιμοποιήσουν τη χρήση πολυγραφικών συνεντεύξεων και ότι το τμήμα θα μπορούσε να παραπέμψει ύποπτους για ποινική δίωξη.

Μιλώντας με δημοσιογράφους, ο επικεφαλής πλειοψηφίας της Γερουσίας, Τζον Θουν (Ρ-Ν.Ντ.), είπε ότι η Γερουσία θα εξετάσει το θέμα: «Μόλις το ανακαλύπτουμε, αλλά, προφανώς, πρέπει να το συζητήσουμε και να καταλάβουμε τι συνέβη».

Ο πρόεδρος της Βουλής των Αντιπροσώπων, Μάικ Τζόνσον (Ρ-Λα.), είπε: «Νομίζω ότι η κυβέρνηση αναγνώρισε ότι ήταν λάθος και θα πάρουν μέτρα και θα βεβαιωθούν ότι δεν θα συμβεί ξανά», προσθέτοντας ότι η αποστολή των αμερικανικών επιθέσεων στην Υεμένη ήταν επιτυχής και ότι «κανείς δεν κινδύνεψε» ως αποτέλεσμα της διαρροής.

Η εκπρόσωπος Τύπου του Λευκού Οίκου, Κάρολαϊν Λέβιτ, τόνισε επίσης την επιτυχία των ανανεωμένων επιχειρήσεων των ΗΠΑ στην Υεμένη.

«Ο πρόεδρος Τραμπ συνεχίζει να έχει τη μέγιστη εμπιστοσύνη στην ομάδα της εθνικής ασφάλειας, συμπεριλαμβανομένου του συμβούλου εθνικής ασφάλειας Μάικ Γουόλτς», είπε χαρακτηριστικά η Λέβιτ.

Ο Μάικλ Γουόλτς, συνεργαζόμενος ερευνητής στη Σχολή Εξωτερικών Υπηρεσιών του Τζορτζτάουν, είπε στην Epoch Times ότι αυτό το περιστατικό θα επηρεάσει όχι μόνο τη μελλοντική συλλογή πληροφοριών αλλά και την ανταλλαγή πληροφοριών από συμμάχους και εταίρους των ΗΠΑ.

«Φανταστείτε ότι είστε ένας Ιρανός στρατιωτικός, ένας Κινέζος πολιτικός ή ένας αξιωματούχος του Αφρικανικού Εθνικού Κογκρέσου. Αφού ακούσετε αυτήν την ιστορία, σας πλησιάζει ένας αξιωματικός πληροφοριών από την κυβέρνηση των ΗΠΑ ή ένας στενός σύμμαχος. Θα εμπιστευόσασταν τη ζωή σας στην κυβέρνηση των ΗΠΑ και στους συμμάχους της;», ρώτησε ο Γουόλτς.

«Θα μπορούσε επίσης να οδηγήσει σε περαιτέρω γραφειοκρατική τμηματοποίηση εντός της κυβέρνησής μας», πρόσθεσε ο Γουόλτς.

Με τη συμβολή της Emel Akan 

ΗΠΑ: Στην Boeing ανατίθεται η κατασκευή του νέου μαχητικού αεροσκάφους F-47

Ο πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ ανακοίνωσε την Παρασκευή ότι η Πολεμική Αεροπορία των ΗΠΑ ανέθεσε στην Boeing σύμβαση για την ανάπτυξη του μυστικού μαχητικού αεροσκάφους επόμενης γενιάς της αμερικανικής Πολεμικής Αεροπορίας.

Ο Τραμπ ανακοίνωσε ότι το νέο αυτό μαχητικό αεροσκάφος θα ονομαστεί F-47. «Είναι ένας ωραίος αριθμός», δήλωσε ο 47ος πρόεδρος των ΗΠΑ.

«Μετά από έναν αυστηρό και διεξοδικό διαγωνισμό μεταξύ των κορυφαίων αμερικανικών αεροδιαστημικών εταιρειών, η Πολεμική Αεροπορία πρόκειται να αναθέσει τη σύμβαση για την πλατφόρμα αεροπορικής κυριαρχίας επόμενης γενιάς στην Boeing», δήλωσε ο Τραμπ σε ανακοίνωσή του από τον Λευκό Οίκο σήμερα.

Ο πρόεδρος δήλωσε ότι μια πειραματική έκδοση του αεροσκάφους F-47 της Boeing πετούσε μυστικά για σχεδόν πέντε χρόνια.

«Και είμαστε βέβαιοι ότι υπερέχει κατά πολύ των δυνατοτήτων οποιουδήποτε άλλου έθνους», είπε.

Οι λεπτομέρειες σχετικά με τον σχεδιασμό του αεροσκάφους παραμένουν μυστικές και ο Τραμπ δήλωσε ότι δεν θα καθορίσει την τιμή για το πρόγραμμα, επειδή κάτι τέτοιο θα έδινε ενδείξεις για το μέγεθος του αεροσκάφους και για μέρος της τεχνολογίας που θα περιλαμβάνει.

Η προσπάθεια της Πολεμικής Αεροπορίας να κατασκευάσει ένα νέο μαχητικό αεροσκάφος, γνωστό ως πρόγραμμα Next Generation Air Dominance (NGAD), απαιτεί ένα αεροσκάφος που θα έχει νέες προηγμένες δυνατότητες προώθησης και μυστικότητας. Η Πολεμική Αεροπορία έχει οραματιστεί ένα προηγμένο επανδρωμένο αεροσκάφος που θα μπορούσε να συνδυαστεί με ‘αόρατα’ μαχητικά αεροσκάφη που αναπτύσσονται σε μια παράλληλη προσπάθεια γνωστή ως πρόγραμμα Collaborative Combat Aircraft.

Το NGAD βρίσκεται σε εξέλιξη τουλάχιστον από το 2014, αλλά βρίσκεται σε αναμονή από το καλοκαίρι του 2024 εν μέσω ανησυχιών σχετικά με τον προϋπολογισμό της υπηρεσίας για νέα οπλικά προγράμματα.

Σε ένδειξη ότι το NGAD σημειώνει νέα πρόοδο, η Πολεμική Αεροπορία ανακοίνωσε νωρίτερα αυτόν τον μήνα ότι έχει αποδώσει τον χαρακτηρισμό του μαχητικού αεροσκάφους σε δύο ξεχωριστά πρωτότυπα μη επανδρωμένα αεροσκάφη που αναπτύσσονται για το πρόγραμμα Collaborative Combat Aircraft. Τα πρωτότυπα μη επανδρωμένα αεροσκάφη, που αναπτύχθηκαν από την General Atomics και την Anduril Industries, είναι τα πρώτα αμερικανικά μη επανδρωμένα αεροσκάφη που φέρουν ποτέ χαρακτηρισμούς μαχητικού αεροσκάφους και επί του παρόντος προβλέπεται να αρχίσουν δοκιμές πτήσης αυτό το καλοκαίρι.

Ο αρχηγός του Γενικού Επιτελείου Αεροπορίας στρατηγός Ντέηβιντ Όλβιν δήλωσε ότι το F-47 θα αποτελέσει ένα σημαντικό άλμα στην τεχνολογία των μαχητικών αεροσκαφών.

«Με το F-47, δεν κατασκευάζουμε απλώς άλλο ένα μαχητικό – διαμορφώνουμε το μέλλον του πολέμου και προειδοποιούμε τους εχθρούς μας», δήλωσε ο Όλβιν σε δήλωση Τύπου την Παρασκευή. «Αυτή η πλατφόρμα θα είναι το πιο προηγμένο, θανατηφόρο και προσαρμόσιμο μαχητικό που έχει αναπτυχθεί ποτέ – σχεδιασμένο να ξεπερνά και να ξεγελά κάθε αντίπαλο που θα τολμήσει να προκαλέσει τους γενναίους αεροπόρους μας.»

«Πρόκειται για μια ιστορική επένδυση του αμερικανικού στρατού, της αμερικανικής βιομηχανικής βάσης, της αμερικανικής βιομηχανίας, η οποία θα συμβάλει στην αναβίωση του ήθους του πολεμιστή στον στρατό μας», δήλωσε ο υπουργός Άμυνας Πητ Χέγκσεθ, ο οποίος ήταν παρών στο Οβάλ Γραφείο όταν έγινε ανακοίνωση της σύμβασης.

Η ανακοίνωση της σύμβασης της Παρασκευής αποτελεί ευλογία για την Boeing, η οποία αντιμετώπισε πρόσφατα απεργίες εργαζομένων και επιχειρησιακές προκλήσεις. Η εταιρεία αεροδιαστημικής και άμυνας αντιμετώπισε πρόσφατα αγωγές για ελαττώματα και ατυχήματα με τα εμπορικά αεροσκάφη της, καθυστερήσεις σε μία σύμβαση για την παράδοση της επόμενης σειράς προεδρικών μεταγωγικών αεροσκαφών και προβλήματα στη λειτουργία του διαστημικού σκάφους Boeing Starliner κατά τη διάρκεια μίας πρόσφατης διαστημικής αποστολής.

Αυτή η ιστορία βρίσκεται σε εξέλιξη και θα ενημερωθεί με πρόσθετες λεπτομέρειες.